ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 208/2024)
19 Δεκεμβρίου, 2024
[ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 9, 11, 12, 15, 16, 17, 18, 19, 23, 28 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 2, 27, 28, 29, 32, 33 ΚΑΙ 34 ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΚΕΦ. 155, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 6 ΚΑΙ 8 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Γ. Ν. ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ/Η PROHIBITION
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΗΜΕΡ. 07/11/2024 ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΩΝ ΠΡΟΝΟΙΩΝ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 2, 4, 5, 9, 16, 18, 19 ΚΑΙ 21 ΤΟΥ ΚΕΦ.155, ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 1Α, 8, 11, 15, 28, 30 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 6 ΤΗΣ ΕΣΔΑ
Θ. Στ. Παπαβασιλείου, για τον Αιτητή.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΦΡΑΙΜ, Δ.: Με την παρούσα Αίτηση ο Αιτητής ζητά άδεια για την καταχώριση αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari αναφορικά με το ένταλμα σύλληψης ημερ. 7.11.2024 το οποίο εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού εναντίον του.
Οι λόγοι επί των οποίων βασίζεται η Αίτηση είναι ότι η όλη διαδικασία και η έκδοση του εντάλματος σύλληψης δεν ήταν ανεξάρτητες και αντικειμενικές καθότι η αίτηση για την έκδοση του εντάλματος σύλληψης και η ένορκη δήλωση προς υποστήριξη αυτής προήλθε από αστυνομικό ο οποίος ήταν και παραπονούμενος στην υπό διερεύνηση υπόθεση. Αποδίδεται επίσης στον ίδιο αστυνομικό η παράλειψη παρουσίασης της ακριβούς εικόνας των γεγονότων. Τέλος, προβάλλεται ότι αν τα γεγονότα παρουσιάζονταν ορθά, τότε το κατώτερο Δικαστήριο θα κατέληγε πως δεν υπήρχε αναγκαιότητα έκδοσης του αιτούμενου εντάλματος σύλληψης.
Στην Έκθεση και στην ένορκη δήλωση του Αιτητή οι οποίες συνοδεύουν την Αίτηση, αναφέρονται τα γεγονότα που οδήγησαν στην έκδοση του υπό κρίση εντάλματος σύλληψης και αναλύονται οι λόγοι στους οποίους στηρίζεται η Αίτηση.
Οι αρχές που διέπουν τη χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari έχουν επανειλημμένα αναφερθεί στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1(A) A.A.Δ. 116, ο σκοπός των διαταγμάτων certiorari είναι ο έλεγχος της νομιμότητας της απόφασης. Για να χορηγηθεί άδεια, ο αιτητής θα πρέπει να τεκμηριώσει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση. Τα προνομιακά εντάλματα χορηγούνται κατ' εξαίρεση όταν διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, είτε πλάνη περί τον Νόμο, είτε παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης.
Στην πιο πρόσφατη υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση των Janna Bullock κ.ά., Πολ. Έφ. Αρ. 155/2022, ημερ. 5.10.2022, ECLI:CY:AD:2022:A376, επισημάνθηκε πως η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για χορήγηση άδειας προς καταχώριση αίτησης για προνομιακό ένταλμα αφορά στο κατάλοιπο της εξουσίας του Δικαστηρίου και γι' αυτό ασκείται σε εξαιρετικές περιπτώσεις και για καθορισμένους λόγους.
Με βάση τα όσα τέθηκαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, προκύπτει πως στις 7.11.2024 εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης του Αιτητή σε σχέση με τα αδικήματα της απόδρασης από νόμιμη κράτηση, κοινής επίθεσης και δημόσιας εξύβρισης, τα οποία φέρονται να διαπράχθηκαν το πρωί της ίδιας μέρας.
Το ένταλμα εκδόθηκε στη βάση όρκου του Α/Αστ. ΧΚ στον οποίο αναφερόταν ότι στις 7.11.2024 και περί τις 07:40 ο ίδιος μαζί με τον Λοχία ΜΚ, μετέβησαν στην Απαισιά, όπου επρόκειτο να γίνουν εργασίες οριοθέτησης του δρόμου μπροστά από το τεμάχιο γης όπου βρίσκεται η οικία του Αιτητή, λόγω του ότι υπήρχαν συνοριακές διαφορές μεταξύ του και της κοινότητας. Μετά την οριοθέτηση σύμφωνα με τις υποδείξεις από τον χωρομέτρη της Επαρχιακής Διοίκησης, επρόκειτο να γίνουν εργασίες από την ΑΗΚ και στη συνέχεια χωματουργικές εργασίες για διάνοιξη του δρόμου.
Ο ΧΚ ανέφερε πως αργότερα στο μέρος αφίχθη ο ΜΧ ο οποίος διαμένει σε μικρή απόσταση από τον Αιτητή και χρησιμοποιεί τον εν λόγω δρόμο για να πηγαίνει από και προς τη δική του κατοικία. Στην συνέχεια αφίχθησαν δύο δικηγόροι οι οποίες εκπροσωπούν τον Αιτητή σχετικά με την οριοθέτηση του δρόμου και με άλλα συναφή ζητήματα που προέκυψαν από τη συνοριακή διαφορά. Στο συγκεκριμένο σημείο ο Αιτητής είχε σταθμεύσει ένα γεωργικό ελκυστήρα ο οποίος παρεμπόδιζε τη διεξαγωγή των εργασιών της ΑΗΚ και των χωματουργικών εργασιών και του ζητήθηκε από την Αστυνομία να τον μετακινήσει για να μπορέσουν να γίνουν οι εργασίες. Αρχικά ο Αιτητής αρνήθηκε να το πράξει και τελικά, αφού πείστηκε να το κάνει, δεν έβρισκε τα κλειδιά, οπότε ο ελκυστήρας παρέμεινε εκεί.
Σύμφωνα πάντα με τον όρκο, σε κάποια στιγμή ο Αιτητής εισήλθε στην οικία του και μετά από πέντε λεπτά εξήλθε αυτής, μπήκε στο όχημα του το οποίο ήταν σταθμευμένο έξω από την καγκελόπορτα της αυλής της οικίας του και προχώρησε για κάποια μέτρα. Κατέβηκε από το όχημα και εξύβρισε τους παρευρισκόμενους εκεί. Ακολούθως άρπαξε μια πέτρα από το έδαφος και την έριξε από προσιτή απόσταση προς τους δύο αστυνομικούς και τις δύο δικηγόρους του, χωρίς να τους πετύχει. Τότε ο ΜΚ ο οποίος ήταν πιο κοντά του, κατευθύνθηκε προς το μέρος του για να τον συλλάβει. Μόλις τον προσέγγισε, τον έπιασε από τη φανέλα και αυτός άρχισε να απομακρύνεται. Ο ΜΚ του είπε ότι ήταν υπό σύλληψη και αμέσως αυτός έκανε ένα ελιγμό και αφού έβγαλε τη φανέλα του και γλίστρησε, κατάφερε να διαφύγει την κράτηση του. Ο ΜΚ τον καταδίωξε εντός της αυλής της οικίας του αλλά χωρίς αποτέλεσμα, καθότι ο Αιτητής είχε προλάβει να εισέλθει εντός της οικίας του. Λίγα λεπτά αργότερα, ο Αιτητής εξήλθε της οικίας και αναχώρησε από εκεί με το πιο πάνω αναφερόμενο όχημα. Έγιναν προσπάθειες εντοπισμού του, χωρίς αποτέλεσμα. Εξού και ζητείτο η έκδοση εντάλματος σύλληψης του.
Όπως αναφέρεται στο ένταλμα, αυτό εκδόθηκε στη βάση της ύπαρξης μαρτυρίας η οποία δημιουργεί εύλογη υπόνοια που συνδέει τον Αιτητή με τα υπό διερεύνηση αδικήματα και περαιτέρω καθιστά την έκδοση του εύλογη και αναγκαία.
Η εξουσία έκδοσης εντάλματος σύλληψης παρέχεται από το άρθρο 18(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155. Όπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Κυριάκου v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολ. Έφ. Αρ. 355/2019, ημερ. 16.6.2021, ECLI:CY:AD:2021:A257, για να εκδοθεί ένα ένταλμα σύλληψης, το Δικαστήριο θα πρέπει να ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εύλογη υποψία πως το πρόσωπο εναντίον του οποίου στρέφεται το ένταλμα διέπραξε αδίκημα και να θεωρήσει τη σύλληψη του υπόπτου εύλογα αναγκαία. Η υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση της Παναγιώτου (2014) 1(Β) Α.Α.Δ. 1094 επίσης προσφέρει μια διαφωτιστική ανάλυση των προϋποθέσεων για την έκδοση εντάλματος σύλληψης.
Για σκοπούς της υπό κρίση Αίτησης, προκύπτει ότι ο Α/Αστ ΧΚ ο οποίος αιτήθηκε την έκδοση του υπό κρίση εντάλματος σύλληψης και προέβη στον όρκο προς υποστήριξη του αιτήματος του ήταν παρών καθόλη τη διάρκεια των γεγονότων και αυτόπτης μάρτυρας αυτών. Επιπλέον, φέρεται και παραπονούμενος εφόσον η αποδιδόμενη στον Αιτητή ενέργεια να ρίξει την πέτρα απευθυνόταν προς το μέρος και των δύο αστυνομικών.
Ο Αιτητής αποδίδει στον ΧΚ παράλειψη να αποκαλύψει τα γεγονότα όπως αυτά είχαν εξελιχθεί. Ειδικότερα, δέχεται την παρουσία των δύο αστυνομικών στο μέρος και ισχυρίζεται ότι λόγω αφενός της άρνησης του να μετακινήσει τα οχήματα του που βρίσκονταν εντός της περιουσίας του και αφετέρου της τελικής οριοθέτησης του επίδικου χώρου εξωτερικά της οικίας του, οι γείτονες και άλλα πρόσωπα άρχισαν να γίνονται έντονοι εναντίον του και εκφράζονταν απρεπώς, ενώ η Αστυνομία δεν λάμβανε μέρος και απλώς του ζητούσε, παράνομα κατά τις δικηγόρους του, να μετακινήσει τα οχήματα. Ο Αιτητής ζητούσε από όλα τα πρόσωπα και τους αστυνομικούς να αποχωρήσουν από το μέρος εφόσον βρίσκονταν εντός της δικής του περιουσίας. Οι αστυνομικοί παρέμειναν αδρανείς και εντός αυτής. Ακολούθησε ένα συμβάν από τους γείτονες του Αιτητή, στην παρουσία της Αστυνομίας, και ο Αιτητής μετέβη εντός της οικίας του για να μην δώσει συνέχεια στην ένταση και τις ύβρεις των παρευρισκομένων. Στις 11.11.2024 κλήθηκε να παρουσιαστεί στον αστυνομικό σταθμό όπου και εκτελέστηκε το ένταλμα σύλληψης εναντίον του.
Δεν χωρεί αμφιβολία ότι η διαδικασία αίτησης για την έκδοση ενός εντάλματος σύλληψης πρέπει να είναι ανεξάρτητη, αντικειμενική και αμερόληπτη και να μην διέπεται από αλλότρια κίνητρα. Η ατομική ελευθερία του ατόμου είναι υπέρτατο αγαθό το οποίο προστατεύεται από το Άρθρο 11 του Συντάγματος και δεν μπορεί να περιορίζεται εκτός από τις περιπτώσεις όπου αυτό δικαιολογείται δια νόμου. Ο Αιτητής θεωρεί ότι η υπό κρίση διαδικασία δεν χαρακτηρίζεται από τα πιο πάνω στοιχεία, ενόψει της διπλής ιδιότητας του ΧΚ, ως εξηγείται ανωτέρω.
Αποτελεί κοινό έδαφος ότι ο ΧΚ ήταν παρών καθόλη την εξέλιξη των γεγονότων. Η παρουσία του εκεί του παρείχε τη δυνατότητα να μεταφέρει τα γεγονότα όπως ο ίδιος τα βίωσε στη σκηνή. Η προσωπική γνώση άλλωστε εύλογα θεωρείται ο καλύτερος τρόπος αντίληψης και περιγραφής γεγονότων. Δεν χρειάζεται να παραπέμψω στην πλούσια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου όπου ο ενόρκως δηλών προς υποστήριξη αιτημάτων για την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης αλλά και έρευνας είναι συνήθως ο αστυνομικός ο οποίος εμπλέκεται στα γεγονότα και ο οποίος κρίνεται ο πιο κατάλληλος να τα παραθέσει για σκοπούς υποβολής τέτοιων αιτημάτων.
Το αίτημα για την έκδοση εντάλματος σύλληψης υποβάλλεται με την παρουσίαση του όρκου και συνοδεύεται από το προτεινόμενο πρακτικό του Δικαστηρίου το οποίο το Δικαστήριο συμπληρώνει ανάλογα με την απόφαση υπέρ ή εναντίον της έγκρισης αυτού. Επομένως, η αίτηση βασικά αποτελείται από τον όρκο και το πρακτικό.
Σημειώνεται επίσης ότι η αίτηση παρουσιάζεται μεν από τον αστυνομικό που εμφανίζεται ενώπιον του Δικαστηρίου, αλλά αυτός εκπροσωπεί και ενεργεί εκ μέρους της Αστυνομίας. Επομένως, το αίτημα υποβάλλεται από την Αστυνομία, μέσω του συγκεκριμένου αστυνομικού και όχι από τον ίδιο προσωπικά. Σε περίπτωση δε που ήθελε κριθεί ότι ο εν λόγω αστυνομικός προέβη σε ψευδή όρκο ή σε διαδικασία κατά παράβαση του νόμου, τότε προφανώς και θα κληθεί να αντιμετωπίσει τις συνέπειες των πράξεων του. Έτσι διασφαλίζεται η ανάγκη ειλικρινούς και πλήρης αποκάλυψης όλων των γεγονότων που αφορούν την υπό κρίση περίπτωση και τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου προς υποστήριξη αιτήματος για την έκδοση εντάλματος σύλληψης. Σχετικά παραπέμπω στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Λ. Λουκά, Πολ. Αίτηση Αρ. 142/2024, ημερ. 4.9.2024, στην οποία τονίστηκε ότι χωρίς επαρκή αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων και στοιχείων τα οποία ενδέχεται να επηρεάσουν την κρίση του Δικαστηρίου, δεν δύναται να εκδοθεί νόμιμο ένταλμα.
Στην προκειμένη περίπτωση, τίθεται εν αμφιβόλω το ορθό και νομότυπο της διαδικασίας καθότι ο ΧΚ είναι ταυτόχρονα και παραπονούμενος αναφορικά με το ρίξιμο της πέτρας από τον Αιτητή.
Δεν υιοθετώ τη θέση του Αιτητή ότι αυτή η ιδιότητα οδηγεί αφ εαυτής στην αμφισβήτηση αναφορικά με τον ανεξάρτητο και αντικειμενικό χαρακτήρα της διαδικασίας. Το όλο ζήτημα τέθηκε σε ένα παντελώς γενικό και θεωρητικό πλαίσιο, κάτι το οποίο δεν αρκεί από μόνο του για να οδηγήσει έστω και στη διαπίστωση περί ύπαρξης συζητήσιμης υπόθεσης αναφορικά με την ακολουθητέα διαδικασία.
Η μοναδική εισήγηση του Αιτητή επί τούτου απολήγει στο ότι ο ΧΚ δεν παρουσίασε την ορθή εικόνα των γεγονότων και η αίτηση βασίστηκε στη μαρτυρία του ιδίου. Ο Αιτητής βασικά προβάλλει απλώς τη δική του εκδοχή των γεγονότων προς υποστήριξη αυτής της θέσης του. Αυτό όμως αποτελεί ζήτημα το οποίο θα αποφασιστεί στο κατάλληλο στάδιο. Για σκοπούς έκδοσης ενός εντάλματος σύλληψης, η Αστυνομία βασίζεται και παραθέτει τη μαρτυρία η οποία έχει δοθεί προς υποστήριξη της αίτησης, η οποία συνήθως αποτελείται από τη μαρτυρία των παραπονούμενων, των εμπλεκόμενων αστυνομικών και πιθανόν από τεκμήρια ή άλλες επιστημονικές εξετάσεις, χωρίς να αντιπαραβάλλεται η όποια αναφορά ή εκδοχή του υπόπτου σε εκείνο το στάδιο, εκτός από τις όποιες τοποθετήσεις του κατά την εξέλιξη των εκεί περιγραφόμενων γεγονότων. Ο ύποπτος θα έχει τη δυνατότητα μεταγενέστερα να εκφέρει τη δική του εκδοχή και θέση, ενώ επαναλαμβάνεται ότι, σε περίπτωση που ήθελε διαπιστωθεί ότι ο αστυνομικός κατέθεσε ενόρκως ψευδή γεγονότα, τότε υπάρχουν διαδικασίες τόσο εναντίον του όσο και για την προστασία των δικαιωμάτων του Αιτητή.
Υπό το φως των όσων αναφέρονται ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε να καταδείξει επαρκή λόγο για τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας.
Η Αίτηση απορρίπτεται.
Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.
/κβπ