ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 202/2024)

 

 

16 Δεκεμβρίου, 2024

 

 

[Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018, ΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Ρ. Α. ΕΚ ΛΕΜΕΣΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΙΣ 15/11/24, ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤ. 4820, ΧΡ. ΚΥΡΟΥ, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 18 ΚΑΙ 44 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ (ΚΕΦ. 155)

 

........................

 

Ν. Ζένιου μαζί με Μ. Καζάκο, για Α. Χρίστου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

          ΔΑΥΙΔ, Δ.: Με την υπό συζήτηση αίτηση, ο Αιτητής επιζητεί την άδεια του Δικαστηρίου για καταχώριση αίτησης διά κλήσεως για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, με το οποίο να ακυρώνεται δικαστικό ένταλμα σύλληψης που εκδόθηκε σε βάρος του από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, στις 15.11.2024.

          Ως προβάλλεται στη σχετική Έκθεση και την Ένορκη Δήλωση του Αιτητή, ημερομηνίας 29.11.2024, που συνοδεύουν την Αίτηση, στο βαθμό πάντα που ενδιαφέρουν την παρούσα διαδικασία, στις 07.11.2023, στο πλαίσιο διερεύνησης άλλης ποινικής υπόθεσης σε βάρος του Αιτητή, λήφθηκαν από τον τελευταίο παρειακά επιχρίσματα. Σε μεταγενέστερο στάδιο, το γενετικό του υλικό, ταυτοποιήθηκε με γενετικό υλικό που απομονώθηκε από τεκμήρια που περισυνελλέγησαν σε προγενέστερο χρόνο, ήτοι στις 06.02.2023, στο πλαίσιο διερεύνησης άλλης υπόθεσης ναρκωτικών, για την οποία,  εμπλεκόμενα σε αυτήν πρόσωπα, καταδικάστηκαν τελικά από το Κακουργιοδικείο, στις 27.6.23, σε ποινή φυλάκισης 14 ετών. Ειδικότερα, το γενετικό υλικό του Αιτητή συνδέθηκε με δύο από τα τεκμήρια της πιο πάνω υπόθεσης. Σε διαφανές νάιλον σακούλι εντός του οποίου υπήρχε ποσότητα πράσινης ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης βάρους 12,97 γραμμαρίων, και σε ρούχινη βαλίτσα, η οποία περιείχε 14 νάιλον συσκευασίες με ποσότητα πράσινης ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης, συνολικού βάρους 13 κιλών και 668,10 γραμμαρίων.

          Δύο είναι οι λόγοι επί των οποίων η πλευρά του Αιτητή εδράζει το αίτημα της. Υποδεικνύει ειδικότερα ότι :

(Α) Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, εξέδωσε το εγκαλούμενο ένταλμα καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας του, καθ' ότι δεν υπήρχε αναγκαιότητα για την έκδοσή του και,

(Β) Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού εξέδωσε το εγκαλούμενο ένταλμα καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας του, ενεργώντας μηχανιστικά, χωρίς να ασκήσει την εξουσία του δικαστικά και χωρίς να εξάξει τα δικά του συμπεράσματα.

Διασυνδέει τον λόγο Α, με το γεγονός πως από την ημερομηνία λήψης των παρειακών επιχρισμάτων του Αιτητή, στις 07.11.2023, μέχρι και την ημερομηνία που η Αστυνομία αποτάθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού για την έκδοση του σχετικού εντάλματος σύλληψης, στις 15.11.2024, παρήλθε χρονικό διάστημα πέραν του έτους, χωρίς να δίδεται οποιαδήποτε εξήγηση ή διευκρίνηση για το λόγο που η Αστυνομία καθυστέρησε για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Η απουσία οποιασδήποτε εξήγησης για το ζήτημα, υποστηρίζεται, είχε οδηγήσει στην απώλεια οποιασδήποτε αναγκαιότητας για έκδοση του εγκαλούμενου εντάλματος, κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας. 

Όσον αφορά τον λόγο Β, η πλευρά του Αιτητή επικαλείται  το γεγονός πως η ένορκη δήλωση που παρείχε το πραγματικό υπόβαθρο προς υποστύλωση του αιτήματος, όπως φαίνεται στο σώμα της, τέθηκε στο Δικαστήριο στις 15.11.2024 και ώρα 10:30, με το τελευταίο να εκδίδει το εκκαλούμενο ένταλμα στις 10:31 της ίδιας ημέρας. Η πραγματικότητα αυτή, προβάλλεται, καταδεικνύει από μόνη της το μηχανιστικό τρόπο που ενήργησε στη συγκεκριμένη περίπτωση το Δικαστήριο, χωρίς να ασκήσει δικαστικά την εξουσία του και χωρίς να διατυπώσει τα δικά του συμπεράσματα, υιοθετώντας αυτόματα τα όσα ισχυρίστηκε η Αστυνομία.

        Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Αιτητή, κατά το στάδιο της παρουσίασης της υπό συζήτηση αίτησης, επανέλαβε ουσιαστικά την εισήγηση και τις θέσεις του Αιτητή ως αναδύονται στην αίτηση του τελευταίου. Παρεμβάλλεται, ωστόσο, ότι μέσω επιστολής που ο  συνήγορος του Αιτητή ανάρτησε μέσω της εφαρμογής I-justice, αμέσως μετά, ενημέρωσε το Δικαστήριο πως «μετά από επανεκτίμηση όλων των δεδομένων», η πλευρά του Αιτητή αποσύρει το λόγο Β επί του οποίου στήριζε το αίτημα του, περιορίζοντας το αίτημα του για παραχώρηση σχετικής άδειας, μόνο σε σχέση με το ζήτημα που προωθείται στον λόγο Α ανωτέρω. Ενόψει αυτής της εξέλιξης, το ζήτημα που προβλήθηκε αρχικά μέσω του λόγου Β, απορρίπτεται, χωρίς να  απασχολήσει περαιτέρω το Δικαστήριο.

        Το Δικαστήριο, με πολλή προσοχή, έχει διεξέλθει τόσο το προσβαλλόμενο ένταλμα σύλληψης, την Έκθεση και Ένορκη Δήλωση που συνοδεύουν την υπό συζήτηση αίτηση όσο και τις αναφορές, θέσεις και εισηγήσεις του ευπαίδευτου δικηγόρου του Αιτητή σε σχέση με το εναπομείναν ζήτημα που προβάλλει, προς εξασφάλιση της αιτούμενης άδειας.

          H εξουσία για την έκδοση εντάλματος σύλληψης παρέχεται από το Άρθρο 11.2(γ) του Συντάγματος. Σύμφωνα με αυτό, όποτε και όπως ο νόμος ορίζει, εφόσον υπάρχει εύλογη υπόνοια ότι κάποιο άτομο ενέχεται στη διάπραξη αδικήματος, επιτρέπεται η σύλληψη του. Σύμφωνα δε με το άρθρο 18(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155, ως έχει τροποποιηθεί:

«18.-(1) Όταν δικαστής ικανοποιείται με γραπτή ένορκη δήλωση ότι υπάρχει εύλογη υπόνοια να πιστεύεται ότι ένα πρόσωπο διέπραξε αδίκημα ή όταν η σύλληψη ή η κράτηση θεωρηθεί ευλόγως αναγκαία για παρεμπόδιση διαπράξεως αδικήματος ή αποδράσεως μετά τη διάπραξη αυτού, ο δικαστής δύναται να εκδώσει ένταλμα (που θα αναφέρεται στον παρόντα Νόμο ως ένταλμα συλλήψεως) το οποίο να εξουσιοδοτεί τη σύλληψη του ατόμου εναντίον του οποίου στρέφεται το ένταλμα.»

        Το ως άνω άρθρο του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.105, προδιαγράφει τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να καταδεικνύεται η ύπαρξη της εύλογης υπόνοιας. Στην περίπτωση που η απάντηση στο πιο πάνω, πρωτεύον ερώτημα, είναι καταφατική, το Δικαστήριο θα προχωρήσει να εξετάσει κατά πόσον τα ιδιαίτερα γεγονότα της υπόθεσης καθιστούν ή όχι την έκδοση του εντάλματος σύλληψης αναγκαία ή επιθυμητή. Μόνο στην περίπτωση που ικανοποιηθεί ότι συντρέχει και αυτή η προϋπόθεση, θα προχωρήσει στην έκδοση του εντάλματος σύλληψης (βλ. Πολυκάρπου (1991) 1 Α.Α.Δ. 207, Παναγιώτου (2004) 1(β) Α.Α.Δ. 1094, Αναφορικά με την Αίτηση του Ν.Κ., Πολ. Εφ. Αρ. 19/2022, ημερ. 13.1.2023, ECLI:CY:AD:2023:B79 και Αναφορικά με την Αίτηση του Mark Jone Davis, Πολ. Εφ. 144/22, ημερ. 3.10.2023). Έχει ασφαλώς τη δική της σημασία, η υπόμνηση του γεγονότος ότι στις περιπτώσεις του είδους, η αποδεικτική αξία του μαρτυρικού υλικού που τίθεται υπόψιν του Δικαστηρίου, δεν αποτιμάται σε αυτό το στάδιο.

  Οι αρχές με βάση τις οποίες παρέχεται άδεια για καταχώριση αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος αυτής της μορφής, είναι καλά εδραιωμένες και από μακρού χρόνου αποκρυσταλλωμένες από τη νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου. Για τη χορήγηση άδειας ως η αιτούμενη, ο αιτητής πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι έχει συζητήσιμη υπόθεση σε σχέση με το ζήτημα που εγείρει (Αναφορικά με την Αίτηση του Πέτρου Ευδόκα (2016) 1(Γ) Α.Α.Δ. 3018 και Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41). Το Δικαστήριο, στο στάδιο της μονομερούς αίτησης δεν υπεισέρχεται στην ουσία, ούτε εξετάζει την υπόθεση σε βάθος (Base Metal Trading Ltd v. Fastack Development Ltd κ.α. (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1535).

        Στην υπό συζήτηση περίπτωση, διαπιστώνεται πως η αρμόδια αρχή αποτάθηκε στο Δικαστήριο αιτούμενη την έκδοση του εκκαλούμενου εντάλματος στις 15.11.24, ένα και πλέον χρόνο μεταγενέστερα από την ημερομηνία που έλαβε το γενετικό υλικό του Αιτητή. Παράλληλα, δεν τέθηκε υπόψη του Δικαστηρίου οποιοδήποτε στοιχείο ή μαρτυρία σε σχέση με το χρόνο που έγινε κατορθωτή τελικά η ταυτοποίηση του από μακρού χρόνου ληφθέντος γενετικού υλικού του Αιτητή με τα τεκμήρια της υπόθεσης για την οποία καταδικάστηκαν, σε ακόμη προγενέστερο χρόνο, άλλα πρόσωπα, σε πολυετείς ποινές φυλάκισης.

        Το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από τις αρχικές έρευνες μέχρι και την αίτηση για έκδοση εντός εντάλματος σύλληψης, αποτελεί παράγοντα που λαμβάνεται υπόψη από το Δικαστήριο, με το ενδεχόμενο να μη θεωρείται τούτο αναγκαίο στις περιπτώσεις που παρατηρείται μεγάλη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση εκ μέρους της Αστυνομίας να μην μπορεί, εκ των προτέρων να αποκλειστεί.

        Με δεδομένο ότι η εξέταση της Αίτησης σε αυτό το στάδιο γίνεται υπό το πρίσμα της εκ πρώτης όψεως θεώρησης για το σκοπό παροχής ή μη άδειας για καταχώριση αίτησης προς έκδοση του σκοπούμενου εντάλματος, υπό την έννοια που εξηγήθηκε στην In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250, αποτελεί κατάληξη του Δικαστηρίου ότι στην υπό συζήτηση περίπτωση, εγείρεται πράγματι εκ πρώτης όψεως ζήτημα σε σχέση με τη χρονική σύνδεση κρίσιμων γεγονότων και το χρονικό σημείο αναζήτησης του εντάλματος σύλληψης και κατά πόσο η έκδοση του τελευταίου ήταν αναγκαία. 

        Παρέχεται, συνεπώς, άδεια στον Αιτητή να καταχωρίσει αίτηση με κλήση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για τον πιο πάνω λόγο.

        Η διά κλήσεως αίτηση να καταχωρηθεί εντός 10 ημερών από σήμερα και να επιδοθεί στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τουλάχιστον δύο (2) ημέρες πριν από τη δικάσιμο.

        Εφόσον καταχωριστεί ως ανωτέρω να οριστεί από το Πρωτοκολλητείο για οδηγίες στις 17.1.2025 η ώρα 8:30.

 

                                                                   Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο