ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                    (Πολιτική Έφεση Αρ. 175/2016)

18 Δεκεμβρίου, 2024

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π., ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ/στές]

 Β. & Ρ. MICHAEL ESTATES LIMITED,

 

 

                                                                             Εφεσείουσα,

ν.

 

Κ.Κ. EXTREME ENTERTAINMENT LIMITED,

 

 

                                                                             Εφεσίβλητης.

 

 

_____________________________________________________________________

 

Α. Μυλωνάς για Αναστάσιος Μυλωνάς & Σία ΔΕΠΕ, για την Εφεσείουσα. Χρ. Νεοφύτου για Νεοφύτου & Νεοφύτου ΔΕΠΕ, για την Εφεσίβλητη.

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π.: Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από

τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.

______________________________________________________________________

                             

ΑΠΟΦΑΣΗ

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας Έφεσης είναι η Απόφαση του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων Λάρνακας - Αμμοχώστου, να εκδώσει, στο πλαίσιο της Αίτησης Αρ. Κ5/2011, Διάταγμα με το οποίο να καθορίζει το δίκαιο ενοίκιο ενός καταστήματος ευρισκόμενου στην κεντρική τουριστική περιοχή της Αγίας Νάπας της επαρχίας Αμμοχώστου (εφεξής επίδικο υποστατικό).

Το εκδοθέν Διάταγμα ημερ. 28/1/2016 είχε ως αποτέλεσμα τον καθορισμό του μηνιαίου ενοικίου σε €1.425 με ισχύ από 7/4/2011, ημερομηνία καταχώρισης της Αίτησης καθορισμού ενοικίου.

Η ορθότητα της Απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου προσβάλλεται με οχτώ Λόγους Έφεσης.

Με τον 1° Λόγο Έφεσης προβάλλεται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν απέρριψε την αίτηση της Εφεσίβλητης, επί τη βάσει κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας και/ή δεδικασμένου λόγω της εκ συμφώνου απόφασης στην Αίτηση Αρ. Ε14/2010 του ιδίου Δικαστηρίου μεταξύ των ιδίων διαδίκων, ημερομηνίας 30/11/2011, αναφορικά με την ενοικίαση του ιδίου καταστήματος. Με το 2° Λόγο Έφεσης προσβάλλεται ως λανθασμένη η ερμηνεία από το πρωτόδικο Δικαστήριο του Άρθρου 8(4)(α) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου αρ. 23/83, θεωρώντας ότι δεν υφίσταται οιοδήποτε όριο στην αναθεώρηση του ενοικίου στην περίπτωση που προκύψει μείωση ενοικίων και προχώρησε σε μείωση κατά 60% του πληρωτέου ενοικίου. Με τον 3° Λόγο Έφεσης προσβάλλεται ως λανθασμένη η αποδοχή της μαρτυρίας της Λειτουργού Εκτιμήσεων                   Ε. Χαραλάμπους αναφορικά με το δίκαιο ενοίκιο του επίδικου υποστατικού, ενώ με τον 5° Λόγο Έφεσης προβάλλεται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι η μέθοδος που χρησιμοποίησε η Λειτουργός Εκτιμήσεων ήταν ορθή και δίκαιη. Μέσω του 4ου Λόγου Έφεσης προβάλλεται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την έκθεση εκτίμησης του εμπειρογνώμονα της Εφεσείουσας σε σχέση με το αγοραίο ενοίκιο και το μέσο όρο ενοικίου της «μικρής περιοχής». Με τον 6° Λόγο Έφεσης προβάλλεται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε και ουσιαστικά απέρριψε την επιχειρηματολογία της Εφεσείουσας ότι συνεπεία του λανθασμένου λεκτικού της Κ.Δ.Π. 115/2009 καθίσταται ανενεργός η εξουσία του Δικαστηρίου να μειώνει              το πληρωτέο ενοίκιο χωρίς ανώτατο όριο.     Με τον 7ο Λόγο Έφεσης προσβάλλεται ως λανθασμένη η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την αξιολόγηση της μαρτυρίας του Μ.Α. 1. Με τον 8° Λόγο Έφεσης προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ευρίσκετο σε πλάνη σε σχέση με τη νομιμοποίηση και για τα νομικά χαρακτηριστικά των υποστατικών, οι ενοικιάσεις των οποίων χρησιμοποιήθηκαν ως συγκριτικά από τη Λειτουργό Εκτιμήσεων.

Για σκοπούς εξέτασης του 1ου Λόγου Έφεσης είναι επιβεβλημένη η αναφορά στα σχετικά γεγονότα τα οποία αποτέλεσαν κοινό έδαφος.

 

Στις 30/6/2011 στο πλαίσιο της Αίτησης Έξωσης Ε14/2010, το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων Αμμοχώστου εξέδωσε εκ συμφώνου Απόφαση σε σχέση με την ενοικίαση, από την Εφεσίβλητη, του επίδικου υποστατικού, ιδιοκτησίας της Εφεσείουσας. Σύμφωνα με την εν λόγω Απόφαση το Δικαστήριο εξέδωσε Διάταγμα Έξωσης εναντίον της Εφεσίβλητης δια της παράδοσης και/ή εκκένωσης του επίδικου υποστατικού στην Εφεσείουσα. Η εκτέλεση του εν λόγω Διατάγματος ανεστάλη μέχρι την 30/11/2011 στη βάση συγκεκριμένων όρων που αφορούσαν στην πληρωμή των μέχρι τότε καθυστερημένων ενοικίων μαζί με τους υπολογισθέντες τόκους επί αυτών, καθώς και των μελλοντικών ενοικίων. Ειδικότερα αποφασίστηκε η πληρωμή από την Εφεσίβλητη των οφειλόμενων μέχρι τότε δεδουλευμένων ενοικίων για την περίοδο ενοικίασης από 1/5/2010 μέχρι 30/6/2011 που ανέρχονταν στο συνολικό ποσό των €50.232, δηλ. για 14 μήνες προς  €3.588 κάθε μήνα. Επιπλέον αποφασίστηκε η καταβολή από την Εφεσίβλητη μηνιαίως από 1/7/2011 του ποσού των €3.588 ως ενδιάμεσα κέρδη μέχρι την παράδοση κενής και ελεύθερης κατοχής του επίδικου υποστατικού. Διαλαμβάνετο επίσης ότι με την πλήρη και τελεία εξόφληση του συνολικού ποσού των €50.232 οφειλόμενων δεδουλευμένων ενοικίων, των επ' αυτών τόκων, καθώς επίσης και όλων των ενδιάμεσων οφειλών τα οποία θα είχαν εν τω μεταξύ καταστεί πληρωτέα και απαιτητά, τότε το Διάταγμα έξωσης θα ακυρούτο αυτόματα και θα έπαυε να έχει οποιαδήποτε ισχύ με αποτέλεσμα από 1/12/2011 να παύσει να είναι υφιστάμενο.

 

Παραθέτουμε πιο κάτω αυτολεξεί το περιεχόμενο της εκ συμφώνου Απόφασης (Τεκμήριο 8):

 

«α) Όπως οι καθ' ων η αίτηση αρ. 1 και/ή οι εκπρόσωποι και/ή οι αντιπρόσωποι αυτών, το αργότερο μέχρι και την 30.11.2011 ημερομηνία μέχρι και την οποία θα υπάρχει αναστολή εκτελέσεως του παρόντος διατάγματος εξώσεως, εκτός εάν λόγω τήρησης των όρων υπό τους οποίους τελεί η, δια του παρόντος χορηγούμενη αναστολή εκτελέσεως, ως κατωτέρω, αναφέρεται, το παρόν διάταγμα εξώσεως ακυρωθεί, εκκενώσουν και παραδώσουν προς τους αιτητές, κενή και ελεύθερη την κατοχή της μπυραρίας με την ονομασία JAMMIN BAR, της κειμένης επί της οδού Γρηγόρη Αυξεντίου 3 και Λουκά Λουκά, στην Αγία Νάπα.

 

β)  Όπως οι καθ'ων η αίτηση αρ. 1 και 2 καταβάλουν προς τους αιτητές, ομού και/ή κεχωρισμένως, το ποσό των €50.232, το οποίο αντιπροσωπεύει οφειλόμενα, δεδουλευμένα ενοίκια του πιο πάνω, περιγραφόμενου υποστατικού, αφορώντα στην περίοδο από 1.5.2010 και, μέχρι και 30.6.2011, πλέον ποσό €2.664,09 υπολογισθέντες τόκοι, επί ενός εκάστου καθυστερημένου ενοικίου από της ημέρας κατά την οποία αυτό καθίστατο πληρωτέο και απαιτητό.

 

γ)  Όπως οι καθ' ων η αίτηση 1 και 2 καταβάλουν προς τους αιτητές, ομού και/ή κεχωρισμένως, το ποσό των €3.588 μηνιαίως από 1.7.11 κ.ο.κ. καθ' έκαστο μήνα, και, μέχρι εκκενώσεως και παραδόσεως προς τους Αιτητές κενής και ελεύθερης της κατοχής του πιο πάνω περιγραφόμενου υποστατικού, ως ενδιάμεσα οφέλη.

 

δ) Όπως οι καθ' ων η αίτηση 1 και 2 καταβάλουν προς τους Αιτητές, ομού και/ή κεχωρισμένως, το ποσό των €3039,- συμφωνηθέντα έξοδα, περιλαμβανομένων και των εξόδων συντάξεως της παρούσης απόφασης, πλέον τόκο 5.5% ετησίως από 3.9.10 μέχρι πλήρους και τελείας εξοφλήσεως, πλέον ΦΠΑ, ποσό το οποίο δεν θα τελεί υπό οποιαδήποτε αναστολή εκτελέσεως.

 

ε)   Θα υπάρχει αναστολή εκτελέσεως της καταβολής του ποσού των €50,232, οφειλόμενων δεδουλευμένων ενοικίων καθώς επίσης και του ποσού των €2.664,09 υπολογισθέντων τόκων επί ενός εκάστου καθυστερημένου ενοικίου από της ημέρας κατά την οποία αυτό καθυστερείται, αρχικά, μέχρι και την 15.7.2011.

 

      Εάν οι καθ' ων η αίτηση 1 και 2 μέχρι και την 15.7.2011, με 5 ημέρες χάρη, καταβάλουν προς όφελος των Αιτητών ποσό €10.579,21 έναντι των οφειλόμενων δεδουλευμένων ενοικίων και των επ' αυτών τόκων, καθώς επίσης και το ενδιάμεσο όφελος μηνός Ιουλίου 2011εκ ποσού €3.588, τότε θα υπάρχει περαιτέρω αναστολή εκτελέσεως της καταβολής των πιο πάνω ποσών, ήτοι, του υπολοίπου των οφειλόμενων δεδουλευμένων ενοικίων και των επ' αυτών τόκων, από μήνα σε μήνα νοουμένου ότι, την 15ην ημέρα εκάστου μηνός, με 5 ημέρες χάρη σε κάθε περίπτωση, αρχής γενομένης την 15.8.2011 κ.ο.κ., καθ' έκαστο μήνα, μέχρι πλήρους και τελείας εξόφλησης του πιο πάνω ποσού, των οφειλόμενων δεδουλευμένων ενοικίων και τόκων, οι καθ' ων η αίτηση θα καταβάλλουν προς όφελος των αιτητών ποσό €10.579,21, καθώς επίσης και το ενδιάμεσο όφελος εκάστου μηνός εκ ποσού €3.588 μηνιαίως.

 

      Με την πλήρη και τελεία εξόφληση του συνολικού ποσού των €50.232 οφειλόμενων δεδουλευμένων ενοικίων, των επ' αυτών τόκων εκ ποσού €2.664,09 καθώς επίσης και όλων των ενδιαμέσων οφελών τα οποία θα έχουν εν τω μεταξύ καταστεί πληρωτέα και απαιτητά, τότε το διάταγμα εξώσεως θα ακυρούται αυτόματα και θα παύει να έχει οποιαδήποτε ισχύ, με αποτέλεσμα, από 1.12.2011 να παύει υφιστάμενο.

 

      Τυχόν παράλειψη των καθ' ων η αίτηση σε καταβολή οποιασδήποτε δόσης ή μέρους αυτής, ή ενός οποιουδήποτε ενδιάμεσου οφέλους ή μέρους αυτού, κατά την ημέρα κατά την οποία αυτό θα είναι πληρωτέο και απαιτητό, δυνάμει της παρούσας απόφασης θα έχει σαν αποτέλεσμα την αυτόματη λήξη τόσο της αναστολής εκτελέσεως της καταβολής των πιο πάνω ποσών, με αποτέλεσμα, παν υπόλοιπο κατά τον εν λόγω χρόνο ποσό, να καθίσταται άμεσα και εξ ολοκλήρου πληρωτέο και απαιτητό όσο και της αναστολής εκτελέσεως του διατάγματος εξώσεως το οποίο και θα ενεργοποιείται ευθύς αμέσως μετά την πάροδο της 30.11.2011.»

 

 

Η Αίτηση Αρ. Κ 5/2011, στο πλαίσιο της οποίας εκδόθηκε η  Απόφαση ημερ. 28/1/2016 του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αντικείμενο της υπό κρίση Έφεσης, καταχωρήθηκε στις 7/4/2011. Με την Απόφαση αυτή και, κατ' επίκληση του Άρθρου 8 του περί Ενοικιοστασίου Νόμου[1], το πρωτόδικο Δικαστήριο καθόρισε ως δίκαιο ενοίκιο του επίδικου υποστατικού το ποσό των €1.425 μηνιαίως από την ημέρα καταχώρισης της Αίτησης, ήτοι 7/4/2011, όπως τούτο καθορίζεται από το Άρθρο 8(3) του Νόμου[2].

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξετάζοντας την προδικαστική ένσταση της Εφεσείουσας με την οποία προβάλλετο ότι η καταχώριση της Αίτησης ήταν καταχρηστική λόγω της ύπαρξης της εκ συμφώνου απόφασης στην Αίτηση Αρ. Ε14/2010, καθώς και ότι η Εφεσίβλητη εμποδίζετο στην καταχώριση της λόγω δεδικασμένου, την απέρριψε. Έκρινε ότι το ύψος του ενοικίου και ο καθορισμός του δεν ήταν επίδικο θέμα στο πλαίσιο της διαδικασίας που οδήγησε στην εκ συμφώνου Απόφαση εφόσον επρόκειτο για Αίτηση Έξωσης.

 

Όπως υποστηρίχθηκε από πλευράς Εφεσείουσας, το επίδικο Διάταγμα ενοικίου με το οποίο καθορίσθηκε ως δίκαιο ενοίκιο το ποσό των €1.425 μηνιαίως από την 7/4/2011, ουσιαστικά τροποποιούσε την εκ συμφώνου Απόφαση ημερ. 30/6/2011 εφόσον για την περίοδο από 7/4/2011 μέχρι 1/12/2011 καθόριζε διαφορετικό πληρωτέο ενοίκιο από αυτό που είχε καθορισθεί στην εκ συμφώνου Απόφαση. Δεδομένου δε ότι το ύψος του μηνιαίου ενοικίου για την εν λόγω περίοδο είχε καθορισθεί τελεσίδικα από την εκ συμφώνου Απόφαση, ήταν η εισήγηση της Εφεσείουσας, πως η Αίτηση για καθορισμό ενοικίου θα έπρεπε να  είχε απορριφθεί τόσο στη βάση της κατάχρησης διαδικασίας όσο και στη βάση του κωλύματος λόγω δεδικασμένου.

 

Από πλευράς Εφεσίβλητης προβλήθηκε ότι ουδεμία κατάχρηση υπήρξε δεδομένου ότι δεν επρόκειτο για την ίδια αιτία αγωγής, ούτε για το ίδιο επίδικο θέμα. Η Αίτηση Ε14/2010 δεν αφορούσε τον καθορισμό ενοικίου αλλά την καταβολή καθυστερημένων ενοικίων για την περίοδο από 1/5/2010 μέχρι 30/6/2011, πλέον τόκων, καθώς και ενδιάμεσων οφελών από 1/7/2011 έως και 30/11/2011.

 

Είναι σαφές στη βάση των όσων έχουν τεθεί ενώπιον μας ότι για τη χρονική περίοδο από 7/4/2011 μέχρι την 1/12/2011 το ύψος του μηνιαίου ενοικίου που η Εφεσίβλητη θα κατέβαλε στην Εφεσείουσα είχε ρυθμιστεί μέσω της εκ συμφώνου Απόφασης στην Αίτηση Ε14/2010, επιβεβαιώνοντας το ύψος του ενοικίου που ίσχυε. Ως εκ τούτου, δεν ήταν δυνατόν να εκδοθεί μεταγενέστερα άλλη Απόφαση η οποία να συγκρούεται καθ' οιονδήποτε τρόπο με την εκ συμφώνου Απόφαση ημερ. 30/6/2011 και τα όσα αυτή διελάμβανε.

 

Η νομολογία σχετικά με τις περιπτώσεις συγκρουσιακών προνοιών ή αντιφατικότητα μεταξύ των αποφάσεων ισότιμων Δικαστηρίων είναι σαφής. Όπου ένα υφιστάμενο διάταγμα αναιρείται από άλλο ομοιόβαθμο Δικαστήριο αναμφίβολα προκύπτει ζήτημα υπέρβασης εξουσίας.

 Το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Russell Ritchie  κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 639 είναι σχετικό:

  

«Όπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Γεώργιος Χατζηαλεξάνδρου (Αρ. 2) (2000) 1 Α.Α.Δ. 1366, το Δικαστήριο είναι ευαίσθητο στις περιπτώσεις όπου υπάρχει σύγκρουση ή αντιφατικότητα μεταξύ αποφάσεων ισότιμων δικαστηρίων. Αποτελεί κάποιας μορφής υπέρβαση εξουσίας, που εξουδετερώνει την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης.

 

Η ίδια αρχή περί της σύγκρουσης των δύο διαταγμάτων και ο αναιρετικός χαρακτήρας του μεταγενέστερου διατάγματος, σημειώθηκε και στην υπόθεση RCK Sports Ltd (Αρ.1) (1993) 1 Α.Α.Δ. 571, όπου επίσης τονίστηκε ότι το δικαστήριο, εκδίδοντας το διάταγμα που αναιρούσε υφιστάμενο διάταγμα του ίδιου δικαστηρίου, ενήργησε με υπέρβαση ή έλλειψη δικαιοδοσίας.

 

Όπως σημειώνεται και στην υπόθεση Αντρέα ν. Takis D. Chamboulides Ltd (1993) 1 Α.Α.Δ. 6, αφού οι αιτητές του δεύτερου διατάγματος γνώριζαν την ύπαρξη του ήδη εκδοθέντος συντηρητικού διατάγματος, αντιφατικού προς το διάταγμα που αξίωναν, η επιλογή τους ήταν ενσυνείδητη. Από την άλλη, η έκδοση του νέου αντιφατικού διατάγματος, θέτει την εταιρεία και τους συμβούλους της ενώπιον του διλήμματος σε ποιο από τα δύο διατάγματα να υπακούσουν, βρισκόμενοι έτσι, ούτως ή άλλως, αντιμέτωποι με τυχόν συνέπειες για παρακοή διατάγματος.»

 

 

Στην υπόθεση Γεώργιος Χατζηαλεξάνδρου (Αρ. 2) (2000) 1 Α.Α.Δ. 1366, το Δικαστήριο ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής:

 

 «Με έχει προβληματίσει έντονα η υπόθεση. Το Δικαστήριο είναι ευαίσθητο στις περιπτώσεις όπου υπάρχει σύγκρουση ή αντιφατικότητα μεταξύ αποφάσεων ισότιμων δικαστηρίων. Αποτελεί είδος υπέρβασης εξουσίας, που εξουδετερώνει την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης.»

 

Στην Χατζηαλεξάνδρου (Αρ. 2) (πιο πάνω), επρόκειτο για δύο διατάγματα που είχαν εκδοθεί σε ξεχωριστές αγωγές. Όπως αναφέρεται στην απόφαση, η δεύτερη διαδικασία με την έκδοση απαγορευτικού διατάγματος απέληξε σε παραδοξότητα. Με την έννοια ότι με το πρώτο διάταγμα που οριστικοποιήθηκε με τη συγκατάθεση του Δήμου Πάφου, απαγορεύθηκε στον τελευταίο να επεμβαίνει στα καταστήματα, ενώ με τη δεύτερη αγωγή ουσιαστικά του δόθηκε δικαίωμα με το προσωρινό διάταγμα να επεμβαίνει σ' αυτά.

 

Το απόσπασμα από την απόφαση που ακολουθεί (σελ. 1371) αναδεικνύει τη διάσταση της σύγκρουσης και αντιφατικότητας μεταξύ αποφάσεων ή διαταγμάτων ισότιμων Δικαστηρίων:

 

«Έχοντας υπόψη όλα τα στοιχεία άγομαι στο συμπέρασμα ότι σκοπός των μεταγενέστερων διαδικασιών από το Δήμο ήταν να αρθούν άμεσα οι συνέπειες του πρώτου διατάγματος. Και με το διάταγμα που πέτυχε στην αγωγή του αδρανοποίησε ουσιαστικά τις συνέπειες του άλλου. Εδώ βρίσκεται, κατά την άποψη μου, η ουσία της θεώρησης των συμβάντων. Δεν εξετάζεται, υπενθυμίζω, η ορθότητα των αποφάσεων για χορήγηση των προσωρινών διαταγμάτων, αλλά η χρήση των διαδικασιών. Υπάρχει, κοιτάζοντας την ουσία της κατάστασης, αντιφατικότητα. Πρόκειται για περίπτωση αντινομίας δικαίου μια και το ένα διάταγμα στην ουσία επιτρέπει κάτι που το άλλο απαγορεύει. Αυτή μπορεί να επιλυθεί μόνο με ακύρωση του προσωρινού διατάγματος στην αγωγή του Δήμου κατά του αιτητή.»

 

 

Περίπτωση υπέρβασης ή έλλειψης δικαιοδοσίας από το Επαρχιακό Δικαστήριο εξετάστηκε και στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση των Miltiades Neophytou Civil Engineering Contractors & Developers Ltd, Πολιτική Έφεση Αρ. 129/2015, ημερ. 13/10/2015,  όπου είχαν εκδοθεί δύο αντιφατικά διατάγματα, το μεν ένα στο πλαίσιο της Αγωγής  υπ' αρ. 4666/2015 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, διάταγμα ημερ. 30/9/2015, με το οποίο, όπως αναφέρεται στην εν λόγω αίτηση, είχε περιοριστεί και αλλοιωθεί ουσιωδώς εκδοθέν διάταγμα, ημερ. 3/4/2015, σε άλλη αγωγή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, την υπ' αρ. 1469/2015.

 

Στην υπόθεση Miltiades Neophytou (πιο πάνω) το Δικαστήριο ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής:

 

«.. το Δικαστήριο θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο στις περιπτώσεις ύπαρξης συγκρουσιακών προνοιών ή αντιφατικότητας, μεταξύ των αποφάσεων ισότιμων δικαστηρίων. Αυτή η ενέργεια αποτελεί μιας μορφής υπέρβασης εξουσίας, που ομολογουμένως, όπως διατύπωσε ο ευπαίδευτος Δικαστής, εξουδετερώνει την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης. Η αναίρεση υφισταμένου διατάγματος από άλλο ομόβαθμο δικαστήριο, ισοδυναμεί με ενέργεια υπερβατική της δικαιοδοσίας, γεγονός που επιτρέπει τη χορήγηση αδείας για καταχώρηση προνομιακού εντάλματος certiorari. ..»

 

 

Παρόμοια ήταν και η περίπτωση στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Μάριου Κοσμά, Πολιτική Αίτηση Αρ. 51/2014, ημερ. 26/3/2014. Επρόκειτο, δηλαδή, για περίπτωση δύο συγκρουόμενων διαταγμάτων που είχαν εκδοθεί από ισότιμα Δικαστήρια, στο πλαίσιο δύο διαφορετικών δικαστικών διαδικασιών. Στην εν λόγω απόφαση επαναλήφθηκε ότι: 

 

«. όπου υπάρχει σύγκρουση διαταγμάτων που εκδίδονται από διαφορετικά Δικαστήρια, αυτό αποτελεί ένα είδος υπέρβασης δικαιοδοσίας πέραν του γεγονότος ότι δημιουργούνται και ανυπέρβλητα προβλήματα στην όλη διαχείριση των διαταγμάτων από τα Δικαστήρια που τα εξέδωσαν και από τους διαδίκους που οφείλουν να συμμορφωθούν με αυτά.»

 

 

Δεδομένου του γεγονότος ότι η Εφεσίβλητη είχε, μέσω της εκ συμφώνου Απόφασης, στις 30/6/2011 αποδεχτεί τόσο το ύψος του μηνιαίου ενοικίου, όσο και του μηνιαίου ενδιάμεσου κέρδους για την περίοδο μέχρι την 1/12/2011, η εξέταση της  Αίτησης Κ 5/2011 για καθορισμό ενοικίου (που κατά το χρόνο της καταχώρισης της είχε αντικείμενο) είχε, αδιαμφισβήτητα, καταστεί άνευ αντικειμένου και το πρωτόδικο Δικαστήριο θα έπρεπε ως τέτοια να την απορρίψει. Για να το θέσουμε διαφορετικά, πριν την 1/12/2011 μεταξύ των μερών δεν υφίστατο ζήτημα αντιδικίας εφόσον οι σχέσεις τους, αναφορικά με το επίδικο υποστατικό συμπεριλαμβανομένου και του πληρωτέου ενοικίου, ήταν ρυθμισμένες μέσω της εκ συμφώνου Απόφασης.

 

Ούτε και το Δικαστήριο μπορούσε, μέσω της Απόφασης του, να επέμβει, καθ' οιονδήποτε τρόπο, σε ό,τι ρυθμίζετο από την εκ συμφώνου Απόφαση αναφορικά με το πληρωτέο ενοίκιο μέχρι και την 1/12/2011.

 

Να σημειώσουμε ακόμη ότι η Εφεσείουσα, που φαίνεται να είχε βάσιμο λόγο για να επιτύχει την έξωση της Εφεσίβλητης στην Αίτηση Αρ.                      Ε 14/2010 λόγω καθυστερημένων ενοικίων, συμφώνησε στη διευθέτηση με δεδομένο ότι μέχρι τουλάχιστον την 1/12/2011 το ενοίκιο θα παρέμενε το ίδιο.

 

Ως εκ των ανωτέρω, λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε το ζήτημα που ηγέρθηκε από πλευράς της Εφεσείουσας σε ό,τι αφορά τις συνέπειες που η εκ συμφώνου Απόφαση ενείχε στην ενώπιον του διαδικασία. Η ορθή αντιμετώπιση που θα έπρεπε η Αίτηση Κ 5/2011 να τύχει από πλευράς του πρωτόδικου Δικαστηρίου θα ήταν η απόρριψη της στη βάση του ότι αυτή είχε, εν τω μεταξύ, καταστεί άνευ αντικειμένου. Η εξέταση της Αίτησης και η συνεπακόλουθη έκδοση, εν προκειμένω, Διατάγματος καθορισμού του ενοικίου για περίοδο που καλύπτετο από την εκ συμφώνου Απόφαση, αναπόφευκτα είχε ως συνέπεια την αναίρεση μέρους της εν λόγω Απόφασης δημιουργώντας τοιουτοτρόπως περίπτωση ύπαρξης συγκρουσιακών προνοιών ή αντιφατικότητας μεταξύ Διαταγμάτων ισότιμων Δικαστηρίων.

 

Η διαπίστωση αυτή είναι καταλυτική για την τύχη της υπό κρίση Έφεσης, έτσι ώστε να μην χρειάζεται να εξεταστούν οι υπόλοιποι Λόγοι Έφεσης.

 

Κατ' ακολουθίαν όλων των πιο πάνω η επιτυχία του 1ου Λόγου Έφεσης σφραγίζει το αποτέλεσμα της Έφεσης.

 

Η Έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη Απόφαση δια της οποίας εκδόθηκε Διάταγμα καθορισμού μηνιαίου ενοικίου αναφορικά με το επίδικο υποστατικό παραμερίζεται και αντικαθίσταται με Απόφαση απορρίπτουσα την αίτηση, με έξοδα υπέρ της Εφεσείουσας και εναντίον της Εφεσίβλητης, όπως θα υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το αρμόδιο Δικαστήριο, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει.

 

 

 

 

Επιδικάζονται υπέρ της Εφεσείουσας και εναντίον της Εφεσίβλητης έξοδα έφεσης ύψους €2.500 πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει.

 

 

 

 

 

                                                Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π.

 

 

 

 

 

 

                                        Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.

 

 

 

 

 

 

                                        Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.



[1] 8.-(1) Ουδεμία αύξησις ενοικίου κατοικιών ή καταστημάτων δύναται να επιβληθή επί θεσμίου ενοικιαστού πλην ως εν τω παρόντι Νόμω διαλαμβάνεται.

(2) Είναι νόμιμον διά τον θέσμιον ενοικιαστήν ή τον ιδιοκτήτην οιασδήποτε κατοικίας ή καταστήματος, εάν θεωρή εαυτόν ηδικημένον, να αποτείνηται δι' αιτήσεως εις το Δικαστήριον διά τον καθορισμόν του δικαίου ενοικίου του πληρωτέου εν σχέσει προς την τοιαύτην κατοικίαν ή κατάστημα:

Νοείται ότι ουδεμία αίτησις καταχωρίζεται προ της παρελεύσεως δύο ετών από της ημερομηνίας καθ' ην ο ενοικιαστής έλαβε κατοχήν του ακινήτου ή από της ημερομηνίας της τελευταίας αύξησης ή μείωσης του ενοικίου.

Νοείται περαιτέρω ότι είναι νόμιμον διά τον ιδιοκτήτην και τον ενοικιαστήν να έλθουν εις διαπραγματεύσεις και διά γραπτής συμφωνίας να συμφωνήσουν ετέραν αύξησιν του ενοικίου νοουμένου ότι η τελευταία αύτη αύξησις δεν θα υπερβαίνη το εκάστοτε καθοριζόμενον ανώτατον ποσοστόν αυξήσεως του ενοικίου συμφώνως προς τας διατάξεις του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου και ότι ουδεμία τοιαύτη αύξησις θα λαμβάνη χώραν προ της παρελεύσεως δύο ετών από της ημερομηνίας καθ' ην ο ενοικιαστής έλαβε κατοχήν του ακινήτου ή από της ημερομηνίας της τελευταίας αυξήσεως ενοικίου.

 

[2] (3) Εις ην περίπτωσιν υποβάλλεται τοιαύτη αίτησις εις το Δικαστήριον, το Δικαστήριον εξετάζει ταύτην και, κατόπιν διεξαγωγής τοιαύτης ερεύνης οίαν τούτο ήθελε θεωρήσει κατάλληλον και παροχής εις ένα έκαστον των διαδίκων της ευκαιρίας να τύχη ακροάσεως, και λαμβανομένων υπ' όψιν των εν τοις εδαφίοις (4) και (5) αναφερομένων περιορισμών και περιστάσεων, καθορίζει το δίκαιον ενοίκιον από της ημερομηνίας καταχωρήσεως της τοιαύτης αιτήσεως και το ούτω καθορισθέν ποσόν θεωρείται ως το ενοίκιον το οποίον ο ενοικιαστής υποχρεούται να καταβάλλη εις τον ιδιοκτήτην.

Διά τους σκοπούς της παραγράφου ταύτης θα υπηρετούν παρά τω Δικαστηρίω Λειτουργοί Εκτιμήσεων οίτινες, κατόπιν προς τούτο οδηγιών του Δικαστηρίου, θα δύνανται να διεξαγάγουν την έρευναν και να καταθέτουν την έκθεσιν των ενώπιον του Δικαστηρίου.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο