ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 239/2015)
4 Νοεμβρίου, 2024
[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π., ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στές]
ΑΝΤΩΝΗΣ ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Εφεσείων/Ενάγων,
ν.
1. ΑΝΔΡΕΑ ΣΤΑΥΡΟΥ,
2. DEMCO INSURANCE LTD,
Εφεσίβλητων/Εναγομένων 1 & 3.
_____________________________________________________________________
Β. Παντελή (κα), για τον Εφεσείοντα.
Γ. Λουκαΐδης για Δρ. Ανδρέας Ποιητής & Σία ΔΕΠΕ, για τον Εφεσίβλητο 1.
Ε. Κωμοδρόμου (κα) για Λ. Παπαφιλίππου & Σία ΔΕΠΕ, για την Εφεσίβλητη 2 - Αντεφεσείουσα.
______________________________________________________________________
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π.: Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.
______________________________________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Αντικείμενο της υπό κρίση Έφεσης είναι η Απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, ημερ. 15/5/2015, στην Αγωγή υπ' αρ. 1337/2010 (εφεξής πρωτόδικη Απόφαση), με την οποία η Αγωγή απερρίφθη. Με την εν λόγω Αγωγή ο Εφεσείων αξίωνε γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για ζημιές τις οποίες υπέστη σε τροχαίο δυστύχημα που είχε γίνει στις 12/8/2009, λόγω της κατ' ισχυρισμό αμέλειας του Εφεσίβλητου 1. Η Εφεσίβλητη 2 ήταν η Ασφαλιστική Εταιρεία η οποία κάλυπτε με ασφαλιστικό συμβόλαιο το όχημα που οδηγούσε ο Εφεσίβλητος 1.
Για να αποδείξει την υπόθεση του και ειδικότερα τις συνθήκες του τροχαίου ατυχήματος και την ισχυριζόμενη εκ μέρους του Εφεσίβλητου 1 αμέλεια, καθώς και τον τραυματισμό του ως απόρροια του πιο πάνω τροχαίου ατυχήματος, ο Εφεσείων κάλεσε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου πέντε μάρτυρες. Η ουσιαστική μαρτυρία προήλθε από τον ίδιο ο οποίος κατέθεσε ως Μ.Ε.1, από φίλο του ο οποίος κατέθεσε ως Μ.Ε.2 και από τον Αστυνομικό εξεταστή του ατυχήματος, που είχε ετοιμάσει σχετικό σχεδιαγράφημα της σκηνής και που κατέθεσε ως Μ.Ε.5. Προσήχθη, επίσης, και μαρτυρία από αστυνομικό, το Μ.Ε.3, του οποίου η εμπλοκή περιορίστηκε στη συμπλήρωση του φακέλου της υπόθεσης, καθώς και από Πρωτοκολλητή, υπεύθυνη ποινικών υποθέσεων, τη Μ.Ε.4, η οποία απλώς κατέθεσε τον ποινικό Φάκελο που είχε καταρτισθεί σε σχέση με το επίδικο ατύχημα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αξιολόγησε την προσαχθείσα μαρτυρία, απέρριψε τη μαρτυρία και των τριών πιο πάνω μαρτύρων του Ενάγοντα (Μ.Ε.1, Μ.Ε.2 και Μ.Ε.5). Ειδικότερα σε σχέση με τη μαρτυρία του Ενάγοντα, αφού επεσήμανε ότι δεν θυμόταν οτιδήποτε σε σχέση με τις συνθήκες του δυστυχήματος, απέρριψε τη μαρτυρία του ως αναξιόπιστη, ενώ καθόσον αφορά το φίλο του Μ.Ε.2 την έκρινε αναξιόπιστη στη βάση του ότι διαπίστωσε ότι μοναδικός σκοπός της προσέλευσης του στο Δικαστήριο ήταν για να βοηθήσει το φίλο του και όχι για να καταθέσει αυτά που γνώριζε. Όσον δε αφορά τη μαρτυρία του Αστυνομικού εξεταστή, το Δικαστήριο αφού έκρινε ότι δεν ήταν ιδιαίτερα βοηθητική, επισημαίνοντας διάφορες ελλείψεις και προχειρότητες στη διερεύνηση του δυστυχήματος, κατέληξε ότι η μαρτυρία του εν λόγω μάρτυρα ήτο ακροσφαλής σε σημείο που το Δικαστήριο να μην μπορούσε να βασιστεί πάνω σε αυτή για σκοπούς εξαγωγής ασφαλών συμπερασμάτων. Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως αποτέλεσμα της πιο πάνω αξιολόγησης, ήταν ότι υπήρχαν τέτοια κενά στη μαρτυρία που δεν επέτρεπαν στο Δικαστήριο να την αποδεχθεί, με αποτέλεσμα να μην έχει εν τέλει ο Εφεσείων αποσείσει το νομικό βάρος που έφερε στο αναγκαίο επίπεδο για απόδειξη της υπόθεσής του.
Η ορθότητα της Απόφασης προσβάλλεται με έξι συνολικά Λόγους Έφεσης.
Με τον 1ο Λόγο Έφεσης προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε πως ο Εφεσείων, συνεπεία του ατυχήματος, ταλαιπωρήθηκε μόνο έξι μήνες από τους τραυματισμούς που υπέστη. Με το 2ο Λόγο Έφεσης προσβάλλεται ως λανθασμένη η ερμηνεία από το Δικαστήριο της περιτραυματικής αμνησίας από την οποία υπέφερε ο Εφεσείων, όπως αυτή περιγράφετο στο ιατρικό πιστοποιητικό, ημερ. 2/11/2009, ότι επεκτεινόταν και στα γεγονότα πριν το ατύχημα. Μέσω του 3ου Λόγου Έφεσης προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη στο λανθασμένο συμπέρασμα πως ήταν αδύνατο και εξωπραγματικό ο Εφεσείων να μην είχε δει τα φώτα και να μην είχε ακούσει το θόρυβο του μοτοποδηλάτου, αφού ήταν λογικό εκείνη την ώρα να το είχε ακούσει. Με τον 4ο Λόγο Έφεσης προβάλλεται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε πως το μοτοποδήλατο ερχόταν από αριστερά. Μέσω του 5ου Λόγου Έφεσης προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αξιολόγησε τις ιατρικές εκθέσεις και ότι λανθασμένα αποφάσισε πως δεν υπήρχε τραύμα στα πόδια του Εφεσείοντα και άρα ούτε και κτύπημα. Με τον 6ο Λόγο Έφεσης ο Εφεσείων ισχυρίζεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αξιολόγησε την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου στην Ποινική Υπόθεση υπ' αρ. 5873/2009, Τεκμήριο 9, και ότι λανθασμένα απέδωσε στον Εφεσείοντα συντρέχουσα αμέλεια 50%, ενώ λανθασμένα αποφάσισε πως δεν είχε αποκαλυφθεί πώς προέκυψε το κτύπημα του Εφεσείοντα.
Παράλληλα με την Έφεση καταχωρήθηκε και Αντέφεση με την οποία η Εφεσίβλητη 2/Εναγόμενη 3 προσβάλλει την πρωτόδικη Απόφαση στη βάση του ότι το Δικαστήριο παρέλειψε να αξιολογήσει και/ή εξετάσει με οποιοδήποτε τρόπο τη μαρτυρία που προσκόμισε η Εφεσίβλητη 2 σε σχέση με την αξίωση της εναντίον των Εναγομένων 1 και 2 να της παρέχουν κάλυψη και/ή συνεισφορά και/ή αποζημίωση σχετικά με παν ποσό το οποίο δυνατόν ο Ενάγων να αποκτούσε δια της αγωγής του (1ος Λόγος Αντέφεσης). Επίσης, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να αποφασίσει την αξίωση της Εφεσίβλητης 2 εναντίον των Εναγομένων 1 και 2 (2ος Λόγος Αντέφεσης).
Επανερχόμαστε στους Λόγους Έφεσης.
Μέσω του 1ου Λόγου Έφεσης ό,τι προσβάλλεται είναι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο Εφεσείων από τους τραυματισμούς που υπέστη, συνεπεία του ατυχήματος, ταλαιπωρήθηκε μόνο για έξι μήνες. Στο πλαίσιο, δε, της αιτιολογίας που συνοδεύει τον πιο πάνω Λόγο, προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο «παρέλειψε να λάβει υπόψη για σκοπούς υπολογισμού των αποζημιώσεων την μόνιμη απώλεια όσφρησης, γεύσης και ανοσμίας που υπέστη ως επακόλουθο του τραυματισμού του στο ατύχημα», παραπέμποντας προς τούτο στη μαρτυρία του Εφεσείοντα, καθώς και σε ιατρικό πιστοποιητικό ημερ. 22/2/2010 που κατετέθη ως Τεκμήριο 4.
Η κατάληξη από το πρωτόδικο Δικαστήριο στα όποια ευρήματα και διαπιστώσεις του, συμπεριλαμβανομένου και του πιο πάνω ευρήματος, ήταν το αποτέλεσμα της αξιολόγησης που διενήργησε στην προσαχθείσα ενώπιον του μαρτυρία. Ως ορθώς, δε, επισημάνθηκε από πλευράς των ευπαίδευτων συνηγόρων του Εφεσιβλήτου 1, μέσω της υπό κρίση Έφεσης πουθενά δεν προσβάλλεται με ξεχωριστό λόγο έφεσης η αξιολόγηση της μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Η απλή παραπομπή, μέσω της αιτιολογίας, στη μαρτυρία του Εφεσείοντα σε σχέση με το υπό συζήτηση θέμα δεν μπορεί, βεβαίως, να καλύψει το κενό που υφίσταται από την ανυπαρξία ξεχωριστού λόγου έφεσης με τον οποίο να προσβάλλεται η αξιολόγηση της μαρτυρίας του Εφεσείοντα. Συνεπώς, ενόψει της μη προσβολής της αξιολόγησης που προηγήθηκε, δεν μπορεί βάσιμα να εισάγεται λόγος που αφορά σε λανθασμένο εύρημα ο οποίος, ως τέτοιος, καθίσταται αλυσιτελής και απορριπτέος (Molivo Ltd κ.ά. ν. Hudaverdi κ.ά. (2013) 1 Α.Α.Δ. 278, Ξενοφώντος ν. Rajab (2014) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2605).
Ο 1ος Λόγος Έφεσης απορρίπτεται.
Με το 2ο Λόγο Έφεσης ο Εφεσείων διατείνεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ερμήνευσε λανθασμένα την περιτραυματική αμνησία την οποία υπέστη, κρίνοντας ότι τον εμπόδιζε από του να θυμάται τα γεγονότα μέχρι τη στιγμή του ατυχήματος. Αποδίδει, δε, στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι τα πιο πάνω τα εξέλαβε ως δικαστική γνώση ενώ δεν υπήρχε ενώπιον του ιατρική μαρτυρία αναφορικά με το εύρος της αμνησίας του.
Δεν συγκλίνουμε με την πιο πάνω θέση. Θα εξηγήσουμε.
Προτού το κάνουμε να επισημάνουμε ότι, όπως και στην περίπτωση του 1ου Λόγου Έφεσης, χωρίς να προβάλλεται ξεχωριστός λόγος έφεσης αναφορικά με την αξιολόγηση από το πρωτόδικο Δικαστήριο της μαρτυρίας του Εφεσείοντα, στην ουσία ό,τι προσβάλλεται μέσω του 2ου Λόγου Έφεσης είναι μέρος από την αξιολόγηση που το πρωτόδικο Δικαστήριο διενήργησε σε σχέση με τη μαρτυρία του.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αξιολογώντας τη μαρτυρία του Εφεσείοντα σε σχέση με τα όσα αυτός είχε αναφέρει σχετικά με το τι θυμόταν για το επίδικο ατύχημα και παραπέμποντας σε αναφορές του σύμφωνα με τις οποίες ακόμη και μέχρι την ημέρα που κατέθετε ενώπιον του Δικαστηρίου δεν θυμόταν πώς είχε γίνει το ατύχημα, τις οποίες (αναφορές) σύγκρινε με άλλες που έγιναν στο στάδιο της αντεξέτασης του, διέκρινε, όπως τόνισε, μια «εικόνα αντιφατική» στα λεγόμενα του. Ήταν ως αποτέλεσμα αυτής της αξιολόγησης που η μαρτυρία του απερρίφθη ως αναξιόπιστη και όχι γιατί το πρωτόδικο Δικαστήριο, από μόνο του, ερμήνευσε ότι, λόγω της περιτραυματικής αμνησίας, ο Εφεσείων δεν θυμόταν τα γεγονότα μέχρι τη στιγμή του ατυχήματος.
Ο 2ος Λόγος Έφεσης απορρίπτεται.
Μέσω του 3ου Λόγου Έφεσης ό,τι προσβάλλεται είναι το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου πως ήταν αδύνατο και εξωπραγματικό ο Εφεσείων να μην είχε δει τα φώτα και να μην είχε ακούσει το θόρυβο του μοτοποδηλάτου. Όπως ήδη επισημάνθηκε ανωτέρω σε σχέση με τον 1ο Λόγο Έφεσης, το πιο πάνω συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν απότοκο της αξιολόγησης της μαρτυρίας του Εφεσείοντα, η οποία ουδόλως προσβάλλεται στην υπό συζήτηση Έφεση με ξεχωριστό λόγο έφεσης. Συγκεκριμένα, το πρωτόδικο Δικαστήριο, απέρριψε την εκδοχή του Εφεσείοντα ότι από τη μια ήλεγξε αποτελεσματικά το δρόμο και από την άλλη ότι χτυπήθηκε από μοτοποδήλατο το οποίο ποτέ προηγουμένως είχε δει ή ακούσει και κρίνοντας την ως εξωπραγματική, αφού προηγουμένως και στο πλαίσιο της διεργασίας αξιολόγησης που διενήργησε, την αντιπαρέβαλε με την άλλη θέση του Εφεσείοντα σύμφωνα με την οποία αυτός είχε ορατότητα 45 μέτρα και ο δρόμος ήταν καθαρός εκείνη την ώρα το βράδυ. Σε καμία δε περίπτωση η κατάληξη του αυτή ήταν ζήτημα επίκλησης δικαστικής γνώσης ως προς την ένταση των φώτων του μοτοποδηλάτου ή την ένταση του θορύβου που έκανε, όπως λανθασμένα ισχυρίζεται ο Εφεσείων.
Συνεπώς ο 3ος Λόγος Έφεσης απορρίπτεται.
Με τον 4ο Λόγο Έφεσης ο Εφεσείων διατείνεται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε πως το μοτοποδήλατο ερχόταν από αριστερά. Εν πρώτοις τέτοιο εύρημα δεν υπήρξε στην πρωτόδικη Απόφαση. Επιπλέον έχουμε ήδη πιο πάνω επισημάνει ότι, δεδομένης της απόρριψης της μαρτυρίας του Εφεσείοντα, του Αστυνομικού εξεταστή, καθώς και ενός άλλου προσώπου, δεν υπήρχε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου οποιαδήποτε αξιόπιστη μαρτυρία ως προς τις συνθήκες πρόκλησης του ατυχήματος, με συνεπακόλουθο την απόρριψη της Αγωγής.
Ο 4ος Λόγος Έφεσης απορρίπτεται.
Μέσω του 5ου Λόγου Έφεσης ο Εφεσείων διατείνεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αξιολόγησε τις ιατρικές εκθέσεις και ότι λανθασμένα αποφάσισε πως δεν υπήρχε τραύμα στα πόδια του.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αξιολογώντας τη μαρτυρία του Εφεσείοντα σε σχέση με το πού χτυπήθηκε από το μοτοποδήλατο και παραπέμποντας σε αναφορές του σύμφωνα με τις οποίες δεν θυμόταν πού είχε χτυπηθεί ή αν είχε χτυπηθεί στο πόδι, καθώς και την παραδοχή του ότι δεν είχε κανένα «κτάρμα» ή τραύμα στα πόδια, κατέληξε ότι δεν είχε χτύπημα ή γδάρσιμο στα πόδια. Ως εκ τούτου, το σχετικό εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν απόρροια της αξιολόγησης της μαρτυρίας του Εφεσείοντα, η οποία, ωστόσο, δεν προσβάλλεται με την υπό συζήτηση Έφεση.
Στο πλαίσιο της αιτιολόγησης του πιο πάνω Λόγου Έφεσης και με παραπομπή σε ιατρικό πιστοποιητικό του Εφεσείοντα, στο οποίο γινόταν αναφορά σε εκδορές του δεξιού γαστροκνημίου, η πλευρά του Εφεσείοντα ισχυρίζεται ότι υπήρχε μαρτυρία η οποία συνέδεε το ατύχημα με το χτύπημα του Εφεσείοντα. Δεδομένης, ωστόσο, της απόρριψης της εκδοχής του Εφεσείοντα σε σχέση με τις συνθήκες του ατυχήματος, δεν θα μπορούσε ο οποιοσδήποτε τραυματισμός του να έχει πλέον οποιαδήποτε σημασία αφού θα έπρεπε πρώτα να υπάρχει αξιόπιστη μαρτυρία για την πρόκληση ατυχήματος και ακολούθως σύνδεση του με τον όποιο τραυματισμό του Εφεσείοντα.
Ως εκ τούτου ο 5ος Λόγος Έφεσης απορρίπτεται.
Αντικείμενο του 6ου Λόγου Έφεσης είναι η λανθασμένη, κατά τον Εφεσείοντα, μη αξιολόγηση της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου στην Ποινική Υπόθεση με αρ. 5873/2009 και συγκεκριμένα, όπως αναπτύσσεται στην αιτιολογία που τον συνοδεύει, του γεγονότος ότι ο Εφεσίβλητος είχε παραδεχτεί, όταν κατηγορήθηκε ποινικά για αμελή οδήγηση, πως δεν είχε αντιληφθεί έγκαιρα τον Εφεσείοντα και ως συνέπεια τον είχε χτυπήσει.
Στην υπό συζήτηση Έφεση, όπως ήδη πιο πάνω έχει πλειστάκις σημειωθεί, δεν αμφισβητείται η αξιολόγηση της μαρτυρίας του Εφεσείοντα, καθώς και τα ευρήματα και η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία η Αγωγή απερρίφθη λόγω μη απόδειξης των συνθηκών του ατυχήματος. Ούτε αποτέλεσε λόγο έφεσης στην παρούσα η αμφισβήτηση των ευρημάτων και της κατάληξης του πρωτόδικου Δικαστηρίου λόγω αποτυχίας ή παράλειψης του να αξιολογήσει την ενώπιον του μαρτυρία και να την εκτιμήσει στην ολότητα της, συμπεριλαμβανομένης και της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου στην Ποινική Υπόθεση με αρ. 5873/2009. Δεδομένων των πιο πάνω, τα όσα προβάλλονται στον 6ο Λόγο Έφεσης, ακόμη και αν γίνονταν αποδεχτά, δεν θα μπορούσαν να επηρεάσουν το αποτέλεσμα της πρωτόδικης Απόφασης.
Των πιο πάνω λεχθέντων και με αλώβητη, επομένως, την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο Εφεσείων απέτυχε να αποδείξει την υπόθεση του, ο πιο πάνω Λόγος Έφεσης είναι αλυσιτελής καθιστώντας την οποιαδήποτε ενασχόληση με τα θέματα που εγείρει ζήτημα ακαδημαϊκού ενδιαφέροντος και άνευ οποιασδήποτε σημασίας ως προς την έκβαση της Έφεσης.
Ο 6ος Λόγος Έφεσης απορρίπτεται.
Κατ' ακολουθίαν όλων όσων πιο πάνω αναφέρθηκαν, ουδείς των Λόγων Έφεσης ευσταθεί.
Η Έφεση απορρίπτεται με έξοδα €3900 εναντίον του Εφεσείοντα και υπέρ των Εφεσιβλήτων 1 και 2.
Υπό το φως της πιο πάνω κατάληξης, η ενασχόληση με τα όσα εγείρονται στην Αντέφεση καθίσταται, πλέον, θεωρητική.
Ως εκ τούτου, η Αντέφεση απορρίπτεται χωρίς διαταγή για έξοδα.
Ως κατακλείδα κρίνουμε σκόπιμο να σχολιάσουμε ένα ζήτημα σχετικό με το χειρισμό της υπόθεσης από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Από τη στιγμή που η Αγωγή είχε απορριφθεί στη βάση του ότι ο Εφεσείων δεν είχε αποσείσει το βάρος απόδειξης των συνθηκών του ατυχήματος, λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε να πραγματευθεί «το θέμα της ευθύνης στην περίπτωση που το πιο πάνω εύρημα ανατραπεί κατ' έφεση». Όπως πολύ ορθά επισημαίνεται από μέρους των ευπαίδευτων συνηγόρων του Εφεσίβλητου/Εναγόμενου 1, «από τη στιγμή που δεν υπήρχαν ενώπιον του Δικαστηρίου τα γεγονότα και οι συνθήκες του ατυχήματος, πως δηλαδή έγινε το ατύχημα, έλειπε εντελώς το υπόβαθρο για καταμερισμό ευθύνης».
Αξίζει στο σημείο αυτό να παραθέσουμε τα όσα ο Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου Δ. Στυλιανίδης (όπως ήταν τότε) είχε τονίσει στην υπόθεση Μαυρίδης v. Dharaghji (1990) 1 Α.Α.Δ. 1013, σελ. 1023-1024:
«Η ορθή προσέγγιση του Δικαστηρίου, όπως αποφασίστηκε στην υπόθεση Fitzgerald v. Lane [1988] 2 All E.R. 961, η οποία ανέτρεψε την απόφαση του Lord Pearce στην υπόθεση The Miraflores and The Abadesa [1967] 1 All E.R. 672, 677, είναι: Το Δικαστήριο αποφασίζει πρώτα αν έχει αποδειχθεί αμέλεια σε βάρος των εναγομένων. Εάν η απόφαση είναι καταφατική, τότε εξετάζει με βάση το Άρθρο 57 αν ο ενάγων έχει συντρέχουσα αμέλεια. Αποφασίζει το ποσοστό της ευθύνης μεταξύ εναγομένων, από τη μια, και ενάγοντα, από την άλλη, και μειώνει το ποσό των αποζημιώσεων ανάλογα με το ποσοστό της συντρέχουσας αμέλειας του ενάγοντα. Εάν επιδόθηκαν ειδοποιήσεις, με βάση το Άρθρο 64 και τη Δ.10, θ.12(1) των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, προχωρεί στον καταμερισμό της ευθύνης και στον καθορισμό του ποσοστού της συνεισφοράς ή αποζημίωσης μεταξύ των εναγομένων. Αυτή την προσέγγιση πρέπει να ακολουθούν τα πρωτόδικα Δικαστήρια στις υποθέσεις του είδους τούτου. »
(Η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)
Το μόνο ζήτημα που το πρωτόδικο Δικαστήριο μπορούσε εν προκειμένω να πραγματευθεί, σε περίπτωση που η κατάληξη του για απόρριψη της Αγωγής ανατρέπετο κατ' έφεση, ήταν τον υπολογισμό των αποζημιώσεων.
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Π.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.