ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

Δικαιοδοσία δυνάμει του άρθρου 9(3)(γ) του Ν. 33/1964

 

ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ  

(Αρ. Αίτησης 22/2024)

 27 Νοεμβρίου, 2024

 

[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΕΦΡΑΙΜ, Δ.Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΕΛΙΣΑΝΙΔΗ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΝΟΜΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ, ΑΡ. ΥΠΟΘΕΣΗΣ 110/2020, ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 31/05/2024

 

ΜΕΤΑΞΥ:

ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΕΛΙΣΑΝΙΔΗ

Εφεσείοντα  

ν.

PETER KRAVITZ (ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΕΜΠΙΣΤΕΥΜΑΤΟΔΟΧΟΣ ΤΟΥ AEGEAN LITIGATION TRUST)

                    Εφεσίβλητου.

.......

Κ. Κακουλλή (κα), για Chrysses Demetriades & Co. LLC, για τον Αιτητή. 

Γιώργος Ζ. Γεωργίου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον Καθ' ου η Αίτηση.

ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από την Εφραίμ, Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΦΡΑΙΜ, Δ.: Με την παρούσα Αίτηση ο Αιτητής ζητά άδεια για την εκδίκαση από το Ανώτατο Δικαστήριο «νομικών θεμάτων» τα οποία προκύπτουν από την απόφαση του Εφετείου, δυνάμει του άρθρου 9(3)(γ) των περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμων του 1964 έως 2024.

          Η απόφαση του Εφετείου αφορούσε την ενδιάμεση απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία διαφοροποίησε τα διατάγματα δέσμευσης περιουσίας των εκεί εναγομένων 1-4, περιορίζοντας τα σε περιουσιακά στοιχεία μικρότερης αξίας από αυτή που είχε αρχικώς καθορισθεί όταν εκδόθηκαν μονομερώς και ακύρωσε αυτά που αφορούσαν την εκεί εναγομένη 5. Η ενδιάμεση απόφαση αφορούσε αίτηση εκ μέρους του εμπιστευματοδόχου εμπιστεύματος (εδώ Καθ' ου η Αίτηση) για την έκδοση διατάγματος παγοποίησης περιουσίας των εναγομένων 1-5 μέχρι την έκδοση τελικής απόφασης σε δικαστική διαδικασία στο Λουξεμβούργο ή μέχρι νεοτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.

          Ο εδώ Αιτητής (εναγόμενος 3 - καθ' ου στην αίτηση για προσωρινά διατάγματα) καταχώρισε έφεση η οποία απερρίφθη από το Εφετείο με την αναφερόμενη στον τίτλο Πολιτική Έφεση. Σημειώνεται ότι οι εναγόμενοι 1 και 4 στην αίτηση για προσωρινά διατάγματα καταχώρισαν ξεχωριστή έφεση η οποία και πάλι απερρίφθη από το Εφετείο με την απόφαση του στη Grady Properties Corporation S.A. κ.ά. v. Peter Kravitz, Πολ. Έφεση Αρ. Ε113/2020, ημερ. 31.5.2024. Λόγω της συνάφειας λόγων έφεσης στις δύο εφέσεις, στην απόφαση στην Πολ. Έφεση Αρ. Ε110/2020, το Εφετείο υιοθετεί και παραπέμπει σε μέρος της απόφασης στην Πολ. Έφεση Ε113/2020.

Ο Καθ' ου η Αίτηση καταχώρισε ένσταση στην υπό κρίση Αίτηση στη βάση του ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας και ότι ο Αιτητής παραπλανεί και αλλοιώνει τη νομική προσέγγιση και την κατάληξη του Εφετείου.  

Το άρθρο 9(3)(γ) του Ν.33/1964 προνοεί ότι άδεια δίδεται νοουμένου ότι η αίτηση αφορά σε νομικά θέματα που προκύπτουν από την απόφαση του Εφετείου «τα οποία συναρτώνται με τη διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας ή με την ανάγκη ορθής ερμηνείας, είτε πρωτογενούς είτε δευτερογενούς ουσιαστικής νομοθετικής διατάξεως, ή με μείζον ζήτημα δημοσίου συμφέροντος ή γενικής δημόσιας σημασίας ή με ζήτημα συνοχής του δικαίου επί συγκρουόμενων ή αντιφατικών αποφάσεων του Εφετείου κατά την υπ' αυτού ενασκούμενη πολιτική ή ποινική δικαιοδοσία». Χρήσιμη καθοδήγηση επί της εφαρμογής του εν λόγω άρθρου προσφέρει η απόφαση στην υπόθεση Artio Designs Ltd v. Stephen Van Zupthen κ.ά., Αρ. Αίτησης 2/2023, ημερ. 30.1.2024.

Η πρώτη επιφύλαξη του εν λόγω άρθρου απαιτεί όπως η αίτηση προσδιορίζει σαφώς τα νομικά θέματα που προκύπτουν από την απόφαση του Εφετείου, καθώς επίσης τους πλήρεις λόγους και τα αναγκαία στοιχεία που τα υποστηρίζουν.           

          Τόσο στην προαναφερόμενη απόφαση όσο και στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση των Νίκου Εγγλέζου κ.ά, Αρ. Αίτησης 12/2024, ημερ. 9.7.2024, επισημαίνεται ότι σε τέτοιας φύσης αιτήσεις θα πρέπει να διατυπώνεται με κάθε σαφήνεια αμιγώς νομικό θέμα, ούτως ώστε η απάντηση του να αφορά όχι μόνο στην υπό κρίση υπόθεση αλλά και να αποτελεί γενικότερη καθοδήγηση επί του θέματος.

Στην Έκθεση Νομικών Θεμάτων η οποία επισυνάπτεται στην υπό κρίση Αίτηση για άδεια περιλαμβάνονται δύο «νομικά θέματα» τα οποία συνοδεύονται από αιτιολογία, ως εξής:

1.   Το Εφετείο έκρινε ότι η παράλειψη αποκάλυψης ουσιωδών γεγονότων στο μονομερές στάδιο, δεν έπρεπε να επιφέρει την ακύρωση των διαταγμάτων που εκδόθηκαν μονομερώς δίχως άλλο, δεδομένου ότι τα γεγονότα «τέθηκαν εν τέλει υπόψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου κατά την ακρόαση της αίτησης διά των ενστάσεων των Καθ' ων» (σελ. 13 [απόφασης]) και επειδή «τα διατάγματα που εφεσιβάλλονται εκδόθηκαν κατόπιν ακρόασης, μετά που δόθηκε το δικαίωμα στον Εφεσείοντα να ακουστεί (σελ.14 [απόφασης])».  

 

Επιπλέον, το Εφετείο, με παραπομπή στην απόφαση στην Έφεση Ε113/2020, βασίστηκε στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση του εδώ Αιτητή (εκεί καθ'  ου 3). Αναφέρεται πως είναι η θέση του Αιτητή ότι «αυτό αποτελεί διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας, σύμφωνα με την οποία ο διάδικος που αποτείνεται για έκδοση μονομερώς πρέπει να έρχεται ενώπιον του Δικαστηρίου με καθαρά χέρια, η δε εκ των υστέρων αποκάλυψη των ουσιωδών γεγονότων από τον Καθ'  ου η Αίτηση ή οι εκ των υστέρων επεξηγήσεις του επί των, υπό του αντιδίκου, αποκαλυφθέντων, ουδόλως θεραπεύει την παράλειψη του αιτητή, η oποία, αντίθετα, είναι μοιραία για το διάταγμα».

 

2.   Το Εφετείο έκρινε ότι ικανοποιείτο η δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Ν.14/1960 παρά το γεγονός ότι, ενώ επρόκειτο για διαδικασία δυνάμει του άρθρου 35 του Κανονισμού ΕΕ1215/2012, με την κύρια διαδικασία να εκκρεμεί στο Λουξεμβούργο, το Δικαστήριο δεν είχε ενώπιον του ούτε προσήκουσα μετάφραση της κύριας διαδικασίας στο Λουξεμβούργο, ούτε μαρτυρία ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα επί του δικαίου του Λουξεμβούργου με βάση το οποίο θα κρινόταν η βασιμότητα των εκεί αξιώσεων, αλλά ούτε και ο δικηγόρος του εδώ Καθ' ου (εκεί αιτητή) στο Λουξεμβούργο πρόσφερε μαρτυρία για το αλλοδαπό δίκαιο.

 

Είναι η θέση του Αιτητή πως «αυτό αποτελεί διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας, σύμφωνα με την οποία το Δικαστήριο οφείλει να ικανοποιείται για τη συνδρομή της δεύτερης προϋπόθεσης του άρθρου 32 προτού εκδώσει προσωρινά διατάγματα και εν προκειμένω το μόνο που είχε ενώπιον του το Πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν την απλή πεποίθηση του δικηγόρου του Καθ'  ου ., χωρίς οποιαδήποτε αναφορά στο δίκαιο του Λουξεμβούργου και τις εκεί νομικές/νομολογιακές αρχές επί των οποίων θα κριθούν οι αξιώσεις του Καθ' ου η Αίτηση».

         

Ο Αιτητής προβάλλει πως οι λόγοι για τους οποίους θα πρέπει να χορηγηθεί η αιτούμενη άδεια είναι ότι το Εφετείο «έχει επιφέρει διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας σε ότι αφορά τις αρχές έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων μονομερώς και όπου η κύρια διαδικασία εκκρεμεί σε άλλη διαδικασία», ειδικότερα επί του καθήκοντος πλήρους και ειλικρινούς αποκάλυψης και επί της μαρτυρίας για το δίκαιο στη χώρα όπου εκκρεμεί η κύρια διαδικασία. Μάλιστα παραπέμπει σε συγκεκριμένους λόγους έφεσης.

Με βάση την έκθεση των «νομικών θεμάτων», προκύπτει ξεκάθαρα πως αυτά δεν διατυπώνουν, και δη με σαφήνεια, νομικά θέματα για τα οποία ο Αιτητής επιθυμεί όπως το Ανώτατο Δικαστήριο δώσει άδεια και αποφασίσει σε τρίτο βαθμό. Αντιθέτως, μέσω αυτών ουσιαστικά εκφράζεται η διαφωνία του Αιτητή με την απόφαση του Εφετείου και το κατ' ισχυρισμό εσφαλμένο της κρίσης του Εφετείου ως προς τους εγειρόμενους στην έφεση λόγους έφεσης.

          Όπως αναφέρεται ανωτέρω, έχει υποδειχθεί σε προηγούμενες αποφάσεις επί του άρθρου 9(3)(γ) του Ν.33/64, πως το εν λόγω άρθρο απαιτεί όπως στην έκθεση νομικών θεμάτων περιέχεται ξεχωριστά κάθε νομικό ζήτημα το οποίο χρήζει επίλυσης, τόσο για σκοπούς της υπό κρίση περίπτωσης όσο και για γενικότερη καθοδήγηση αναφορικά με το συγκεκριμένο ζήτημα, νοουμένου ότι συναρτάται με τις προϋποθέσεις που θέτει το εν λόγω άρθρο. Το Ανώτατο Δικαστήριο, στην άσκηση αυτής της νέας του δικαιοδοσίας, δεν ενεργεί ως εφετείο λόγω της διαφωνίας του αιτητή με την απόφαση του Εφετείου. Σχετικά παραπέμπουμε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Παναγιώτη Κλεοβούλου, Αίτηση Αρ. 6/2023, ημερ. 3.6.2024, στην οποία λέχθηκε πως «η δικαιοδοσία δεν αφορά σε έφεση κατά της απόφασης του Εφετείου, πόσω μάλλον επανακρόαση της έφεσης κατά της πρωτόδικης απόφασης».

Πέραν της πιο πάνω διαπίστωσης μας, παρατηρούμε ότι η προσπάθεια του Αιτητή να χαρακτηρίσει αυτή τη διαφωνία του με την απόφαση του Εφετείου ως διαφοροποίηση από το Εφετείο πάγιας νομολογίας, δεν βρίσκει έρεισμα στην απόφαση του Εφετείου.

Η αναφορά στο ότι το νομικό θέμα συναρτάται με τη διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας αναλύεται στο ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση των  Μάριου Γαβριηλίδη κ.ά., Αίτηση Αρ. 2/2024, ημερ. 11.11.2024:

«. το «Νομικό θέμα» συναρτάται με τη διαφοροποίηση πάγιας νομολογίας , ή με ζήτημα συνοχής του δικαίου επί συγκρουόμενων ή αντιφατικών αποφάσεων του Εφετείου. Η πρώτη περίπτωση είναι όταν το Εφετείο εφάρμοσε την πάγια νομολογία, αλλά ο αιτητής εισηγείται ότι αυτή δικαιολογείται να διαφοροποιηθεί.»

 

Η υπό κρίση περίπτωση σαφώς δεν εμπίπτει εντός αυτού του πλαισίου εφόσον δεν τίθεται ζήτημα από τον Αιτητή ότι η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου θα πρέπει να διαφοροποιηθεί.

Σύμφωνα με όλα όσα αναφέρονται ανωτέρω, δεν έχει καταδειχθεί οποιοσδήποτε λόγος που να δικαιολογεί την έγκριση της Αίτησης.

Η Αίτηση απορρίπτεται.

Τα έξοδα της Αίτησης εκ €3.000, πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει, επιδικάζονται υπέρ του Καθ' ου η Αίτηση και εναντίον του Αιτητή.

 

Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.

 

                                                    Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.    

 

Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.

 

/κβπ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο