ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Aίτηση αρ. 185/2024)

(i-Justice)

 

28 Nοεμβρίου, 2024

 

[ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Ι. Ι. ΑΔΤ [   ] ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

 

KAI

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 1Α, 15, 17 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΟ ΑΡΘΡΟ 8 ΤΗΣ ΕΣΔΑ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 7, 8, 11 ΚΑΙ 52 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 4(1)(2)(3) ΚΑΙ (4), ΤΟΥ Ν. 183(I)/2007, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 100(1) ΚΑΙ 101 ΤΟΥ Ν.112(I)/2004, ΑΡΘΡΑ 5, 6 ΚΑΙ 9 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2002/58/ΕΚ ΚΑΙ ΤΗΣ Κ.Δ.Π. 607/2007

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΜΕ ΑΡ. 101/2024 ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΗΜΕΡ. 20/05/2024 ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΠΙΤΡΑΠΗΚΕ Η ΠΑΡΟΧΗ Η/ΚΑΙ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ

_________________

 

Β. Ακάμας με Μ. Καούλλα για Δημητρίου & Δημητρίου Δ.Ε.Π.Ε. και Βίκτωρ Φ. Ακάμας Δ.Ε.Π.Ε, για τον Αιτητή.

_________________

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(Ex tempore)

 

   ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.:- Mε την υπό εκδίκαση μονομερή Αίτηση, ο αιτητής ζητά την άδεια του Δικαστηρίου για να καταχωρίσει Αίτηση διά κλήσεως για την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari με το οποίο να ακυρώνεται και/ή παραμερίζεται «το Διάταγμα παροχής ή/και πρόσβασης τηλεπικοινωνιακών δεδομένων ημερ. 20.5.2024 που εξεδόθη από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στην Αίτηση Αρ. 101/2024».  

 

Στη μονομερή Αίτηση καταγράφεται πως λεπτομέρειες του αιτήματος και των νομικών λόγων που την υποστηρίζουν, περιέχονται στην επισυνημμένη Έκθεση.  Ακόμη, πως τα γεγονότα επί των οποίων στηρίζεται η Αίτηση, καταγράφονται στην Ένορκη Δήλωση του δικηγόρου Ανδρέα Κωστάρη.

 

Αναφέρω από τώρα πως έχω θέσει ενώπιον μου το περιεχόμενο της Έκθεσης, της Ένορκης Δήλωσης και τα όσα ανέπτυξαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι με την ικανή αγόρευση τους, γραπτή και προφορική. Το ίδιο ισχύει και για τη Νομολογία στην οποία με παρέπεμψαν.  Σημειώνω από τώρα πως η Αίτηση περιορίστηκε στα όσα εκτίθενται στις παρ. (Γ) και (Δ) στην Έκθεση. Με άλλα λόγια, η θέση του αιτητή είναι πως το κατώτερο Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία και/ή εξουσία

 

«. να εκδώσει το επίδικο ή/και προσβαλλόμενο διάταγμα δεδομένου ότι η αίτηση στηρίχθηκε ρητά ή/και εξυπακουόμενα στα άρθρα 6, 7, 8, 9, 10 και 11 του Ν. 183(Ι)/2007, και ειδικά όσον αφορά την νομική έννοια του όρου «Δεδομένα», ως καθορίζεται στον εν λόγω Νόμο, ο οποίος συγκρούεται με το εφαρμοστέο Ευρωπαϊκό Δίκαιο ή/και το άρθρο 1Α του Συντάγματος ή/και τα άρθρα 15, 17 και 35 του Συντάγματος ή/και άρθρο 8 της ΕΣΔΑ ή/και το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης άρθρα 7, 8, 11 και 52 ή/και την Οδηγία 2002/58/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με την Οδηγία 2009/136/ΕΚ αναφορικά με τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία του απορρήτου των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

 

Περαιτέρω με την Απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στις Πολιτικές Αιτήσεις που αφορούν στα Τηλεπικοινωνιακά Δεδομένα αρ. 97/18, 128/18, 140/19-143/19, 154/19, 169/19, 36/20 και 46/20, Απόφαση ημερ. 27/10/21, και που κρίθηκε ότι ο Ν.183(Ι)/2007 ή/και τα άρθρα 3, 6, 7, 8, 9, 10, 11 και 13 αυτού αντιβαίνουν την Οδηγία 2002/58/ΕΚ αλλά και την ενωσιακή νομολογία, με αποτέλεσμα να είναι αντισυνταγματικός, ανίσχυρος, αντίθετος και υπερβαίνον τα όρια που επιβάλλει η τήρηση της Αρχής της Αναλογικότητας.»

 

(Παρ. (Γ) από την Έκθεση) 

 

 

 

Με την παρ. (Δ) της Έκθεσης, ο αιτητής παραπονείται πως το κατώτερο Δικαστήριο εσφαλμένα στηρίχθηκε «στα άρθρα 100(1) και 101 του Ν. 112(Ι)/2004, και άρθρα 5, 6 και 9 της Οδηγίας 2002/58/ΕΚ και της ΚΔΠ 607/2007, άρθρα τα οποία είναι εντελώς άσχετα ή/και αντιφατικά ή/και ανεφάρμοστα στην υπό εξέταση αίτηση ή/και εν σχέση με το αιτούμενο διάταγμα ή/και σε σχέση με τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου.»

 

Το κατώτερο Δικαστήριο γνώριζε την απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Ανώτατου Δικαστηρίου, στην Αναφορικά με την Αίτηση του Χατζηϊωάννου και Άλλων, Πολ. Αίτ. 97/18 κ.ά., ημ. 27.10.21, για την οποία σημείωσε πως «η παρούσα αίτηση δεν βασίζεται στα άρθρα 3, 6, 7, 8, 9, 10 και 13 του Νόμου 183(Ι)/2007 που κρίθηκαν στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Ανώτατου Δικαστηρίου στις Αιτήσεις 97/2018 κ.α. ημερ. 27/10/21, ECLI:CY:AD:2021:D487, ως ασύμβατα με την Οδηγία 2002/58/ΕΚ και την εφαρμοστέα ενωσιακή νομολογία, αλλά βασίζεται στο άρθρο 4 του Ν.183(Ι)/2007 .».

 

Η απόφαση στη Χατζηϊωάννου (ανωτέρω), ήταν ότι τα άρθρα 3, 6, 7, 8, 9 και 10 του Ν.183(Ι)/2007 του περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων με σκοπό τη Διερεύνηση Σοβαρών Ποινικών Αδικημάτων Νόμου του 2007, Ν.183(Ι)/2007, «αντιβαίνουν στην Οδηγία 2002/58/ΕΚ και την εφαρμοστέα ενωσιακή νομολογία».

Μετά την έκδοση της πιο πάνω απόφασης, ακολούθησαν αποφάσεις στις οποίες παρέπεμψαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι. Στις 26.1.2022 η αδελφή Δικαστής Σωκράτους εξέδωσε  δύο αποφάσεις, μία στην Πολ. Αίτ. Αρ. 228/2021 και μία στην Πολ. Αίτ. Αρ. 231/2021, με τις οποίες έκρινε πως η πιο πάνω απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας ήταν δεσμευτική και «καταλυτικής σημασίας για την κρινόμενη περίπτωση. Εκδίδεται διάταγμα ως η αίτηση».  Πάνω στην ίδια βάση φαίνεται να εξεδόθη και η απόφαση του αδελφού Δικαστή Σάντη, στην Αίτηση του Ν. Μ. για την Έκδοση Εντάλματος Certiorari, Πολ. Αίτ. Αρ. 124/2022, ημερ. 14.2.2023, ECLI:CY:AD:2023:D50.

 

Στο άρθρο 2 του Νόμου 183(Ι)/2007, κάτω από τον τίτλο «Ερμηνεία» αναφέρει τα ακόλουθα για τα «δεδομένα»:  «σημαίνει τα δεδομένα κίνησης και θέσης και τα συναφή δεδομένα που είναι αναγκαία για την αναγνώριση του συνδρομητή ή/και του χρήστη και που προσδιορίζονται στα άρθρα 6, 7, 8, 9, 10 και 11 του παρόντος Νόμου∙».  Είναι σε αυτά τα δεδομένα που αναφέρεται το άρθρο 4 του Νόμου, το οποίο μνημονεύεται στο εκδοθέν από το κατώτερο Δικαστήριο διάταγμα. 

 

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι υποστήριξαν σε σχέση με το πιο πάνω θέμα, πως το κατώτερο Δικαστήριο «ενώ ήταν υποχρεωμένο να αποφασίσει λαμβάνοντας υπόψη τη δεσμευτική απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, την οποία ανέφερε ότι ήταν υπόψη του, εντούτοις δεν ακολούθησε τη δεσμευτική απόφαση ενεργώντας εκτός των ορίων και υποχρέωσης του, σύμφωνα με τη νομολογία και το Αγγλοσαξωνικό σύστημα. Με κάθε σεβασμό προς το Π.Δ., αλλά απέτυχε να εντοπίσει ότι τα δεδομένα για τα οποία ζητείτο η έκδοση του επίδικου Διατάγματος μέσω του Άρθρου 4 του Ν.183(Ι)/2007, αντιστοιχούν στα άρθρα 6 - 11 του Ν.183(Ι)/2007, τα οποία κρίθηκαν από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι είναι αντίθετα με τις πρόνοιες του Συντάγματος μας και του Ενωσιακού Δικαίου».

 

Στο στάδιο αυτό το Δικαστήριο δεν εμβαθύνει. Κρίνω, υπό το φως όλων των πιο πάνω, πως ο αιτητής έχει ικανοποιήσει το Δικαστήριο πως υπάρχει εκ πρώτης όψεως και/ή συζητήσιμο θέμα σε σχέση με τα όσα εκτίθενται στις παρ. (Γ) και (Δ) της επισυνημμένης Έκθεσης.  Ως εκ τούτου, δίδεται η αιτούμενη άδεια για τους πιο πάνω λόγους.

 

 

 

Η Αίτηση διά Κλήσεως να καταχωριστεί εντός δέκα ημερών από σήμερα, και να οριστεί για Επίδοση στον Γενικό Εισαγγελέα στις 9.12.2024, και ώρα 9:00 π.μ.

 

 

 

 

                                                                     Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 /ΣΓεωργίου

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο