ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 174/24)
22 Οκτωβρίου, 2024
[Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018 ΕΩΣ 2024
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1. SAYGAMES LTD (ΗΕ413266) ΕΚ ΠΑΦΟΥ 2. PIGDOG S.R.O. (19150458) ΕΚ ΤΣΕΧΙΑΣ 3. IVAN TENSIN ΕΚ ΤΣΕΧΙΑΣ ΚΑΙ 4. ANTON GUGLIN ΕΚ ΤΣΕΧΙΑΣ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ/Η ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ PROHIBITION
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 21/10/2024 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ ΣΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 17/10/2024 ΚΑΙ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ 468/2024 (I-JUSTICE).
Γ. Καραμανώλης μαζί με Α. Καραμανώλη, για Καραμανώλης & Καραμανώλης Δ.Ε.Π.Ε., για τους Αιτητές.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΦΡΑΙΜ, Δ.: Με την παρούσα Αίτηση οι Αιτητές ζητούν άδεια για την καταχώριση δια κλήσεως αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari με το οποίο να ακυρώνονται τα προσωρινά διατάγματα που εκδόθηκαν μονομερώς από το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου ημερ. 21.10.2024 στο πλαίσιο μονομερούς αίτησης στην αγωγή 486/2024.
Με το πρώτο προσωρινό διάταγμα απαγορεύεται από τις 22.10.2024 στους Αιτητές 1 (εναγόμενους 1 στην αγωγή) και ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο στο οποίο αυτό επιδοθεί και ή κοινοποιηθεί, να διανέμουν και ή δημοσιεύουν και ή αναπαράγουν και ή χρησιμοποιούν και ή αντιγράφουν και ή τροποποιούν το παιγνίδι Race Master 3D - Car Racing, και ή με οποιονδήποτε τρόπο να αποκομίζουν οικονομικό όφελος από το παιγνίδι και ή από οποιαδήποτε αποτίμηση και ή τις βάσεις δεδομένων των χρηστών, εκτός ως ρητά προνοείται στη συμφωνία άδειας εκμετάλλευσης του παιγνιδιού ως αυτή τροποποιήθηκε.
Το δεύτερο προσωρινό διάταγμα απαγορεύει στους Αιτητές 1-4 (εναγόμενους 1-4 στην αγωγή) και ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο στο οποίο αυτό επιδοθεί και ή κοινοποιηθεί, να παράγουν και ή αναπτύσσουν και ή διανέμουν οποιαδήποτε απομίμηση και ή αντίγραφο του προαναφερόμενου παιγνιδιού και ή οποιουδήποτε παιγνιδιού μοιάζει με αυτό.
Με το τρίτο προσωρινό διάταγμα διατάσσονται οι Αιτητές 1 και ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο στο οποίο αυτό επιδοθεί και ή κοινοποιηθεί, όπως εντός 24 ωρών από τη σχετική γραπτή υπόδειξη των εναγόντων στην αγωγή, λάβουν όλα τα απαραίτητα και ή αναγκαία μέτρα για την ομαλή μεταφορά του παιγνιδιού, ώστε να διασφαλιστεί η συνεχιζόμενη παροχή και ή η διανομή του παιγνιδιού στους χρήστες του και, μεταξύ άλλων, να λάβουν κάθε απαραίτητη ενέργεια για τη μεταφορά και ή μεταβίβαση και ή αποστολή του παιγνιδιού, συμπεριλαμβανομένων των βάσεων δεδομένων χρηστών στους λογαριασμούς που ήθελαν υποδείξει οι ενάγοντες και για τη μεταφορά και ή μεταβίβαση και ή αποστολή προς τους ενάγοντες του εμπορικού σήματος που ενεγράφη στις Ηνωμένες Πολιτείες και αφορά το παιγνίδι και βρίσκεται υπό τον έλεγχο και ή την κατοχή των Αιτητών 1.
Τα ανωτέρω προσωρινά διατάγματα ορίστηκαν επιστρεπτέα στις 29.10.2024. Την ίδια ημερομηνία ορίστηκε για επίδοση το υπόλοιπο μέρος της μονομερούς αίτησης το οποίο κατέστη δια κλήσεως.
Στην Έκθεση και ένορκη δήλωση που συνοδεύουν την Αίτηση, οι Αιτητές ισχυρίζονται τα ακόλουθα:
(i) Tο Δικαστήριο υπέπεσε σε σφάλμα επειδή επέκτεινε την εφαρμογή των διαταγμάτων σε πρόσωπα πέραν των Αιτητών
(ii) Δεν καθορίζεται με σαφήνεια ποια είναι αυτά τα πρόσωπα
(iii) Το λεκτικό των διαταγμάτων είναι ασαφές έτσι ώστε να καθιστά αδύνατη τη συμμόρφωση με αυτά
(iv) Η υποχρέωση συμμόρφωσης με το τρίτο διάταγμα παραβιάζει τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης εφόσον αυτό προστάζει συμμόρφωση πριν ακουστούν οι Αιτητές
(v) Τα διατάγματα καθιστούν προγενέστερη αγωγή των Αιτητών 1 με αντικείμενο την επίδικη συμφωνία άνευ αντικειμένου
(vi) Το τρίτο διάταγμα ισοδυναμεί με τελικό διάταγμα
(vii) Τα διατάγματα απαγορεύουν ενέργειες οι οποίες δεν προστατεύονται από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας
(viii) Το Δικαστήριο το οποίο εξέδωσε τα διατάγματα στερείτο δικαιοδοσίας να το πράξει.
Οι αρχές που διέπουν τη χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari έχουν επανειλημμένα αναφερθεί στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Πέτρου Ευδόκα (2016) 1(Γ) Α.Α.Δ. 3018 περιέχει το ακόλουθο διαφωτιστικό απόσπασμα:
«Όπως επιτάσσει η νομολογία, για την παραχώρηση άδειας για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, η διαδικασία δεν έχει, ως αντικείμενο, την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων δικαστηρίων. Ο έλεγχος αυτός ασκείται αποκλειστικά στο πλαίσιο της εφετειακής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η αρχή επί της οποίας εδράζεται η δικαιοδοτική βάση εξέτασης αιτήσεων για παραχώρηση αδείας καταχώρισης προνομιακού εντάλματος, είναι η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του κατώτερου δικαστηρίου. (Βλ. In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250).
Περαιτέρω, εξετάζοντας την πιθανότητα χορήγησης αδείας θα πρέπει ο αιτητής να τεκμηριώσει, εκ πρώτης όψεως, και αιτιολογήσει τη χορήγηση αδείας. (Βλ. Λυσιώτης (1986) 1 Α.Α.Δ. 1696).
Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται, κατ' εξαίρεση, όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, ή πλάνη περί το Νόμο, ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. (Βλ. Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464).
Στην πρόσφατη υπόθεση, Στυλιανού (2015) 1 Α.Α.Δ. 1382, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
"Είχαμε σχετικά πρόσφατα επισημάνει στην Πολιτική Έφεση Αρ. 20/2014, Στέλιος Στυλιανίδης, 17.3.2015, με παραπομπή στην Μαρκιτανής v. Μουζούρη (2000) 1 Α.Α.Δ. 923, τις περιπτώσεις που δικαιολογείται επέμβαση του Εφετείου τις οποίες και κρίνεται αναγκαίο να επαναλάβουμε, ως εκ της αυξητικής τάσης που παρατηρείται στην καταχώριση αιτήσεων και εφέσεων αναλόγως, για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων:
«H άδεια για καταχώρηση αίτησης χορηγείται κατά διακριτική ευχέρεια (βλ. και The Supreme Court Practice 1999, σελ. 908). Εφόσο πρόκειται για απόφαση που απορρέει από άσκηση διακριτικής ευχέρειας επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται:
(α) Όπου διαπιστώνεται ότι η διακριτική ευχέρεια ασκήθηκε έξω από το πλαίσιο που παρέχεται από το Νόμο, όπως όταν διαπιστώνεται ότι υπεισήλθαν στην άσκηση της εξωγενείς παράγοντες.
(β) Όπου η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας οδηγεί σε πασιφανή αδικία, όπως είναι η περίπτωση στην οποία δε θα μπορούσε να προέλθει κανένα δικαστήριο (Αρέστη v. Ηλία (1991) 1 Α.Α.Δ. 984, 988, 989, Σιακόλας ν. Federal Bank of Lebanon (1992) 1 A.A.Δ. 710).
(γ) Όπου υπάρχει πλάνη ως προς τα γεγονότα, σφάλμα νόμου, εφαρμογή λανθασμένων αρχών δικαίου, λήψη υπόψη άσχετων στοιχείων, μη λήψη υπόψη σχετικών στοιχείων (Νεάρχου v. Χαραλάμπους (1991) 1 Α.Α.Δ. 954, Donald Campbell & Co. Ltd v. Pollak [1927] A.C. 732, Evans v. Bartlam [1937] A.C. 473, Young v. Thomas [1892] 2 Ch. 234 και Egerton v. Jones [1939] 3 All E.R. 892)."»
Επιπλέον, έχει νομολογιακά αναγνωριστεί ότι η μη παροχή στον επηρεαζόμενο της ευκαιρίας να ακουστεί, όταν από τη φύση της διαδικασίας του αναγνωρίζεται τέτοιο δικαίωμα, αποτελεί κλασική περίπτωση παραβίασης των αρχών φυσικής δικαιοσύνης. Σχετικά παραπέμπω στην υπόθεση In re Loucis P. Loucaides (1986) 1 C.L.R. 154.
Η θέση των Αιτητών ότι τα προσωρινά διατάγματα απευθύνονται και αφορούν και σε τρίτα πρόσωπα στα οποία αυτά ήθελαν επιδοθεί, δεν αφορά και επηρεάζει με οποιονδήποτε τρόπο τους ίδιους και επομένως δεν δύναται να τύχει εξέτασης στο πλαίσιο της υπό κρίση Αίτησης.
Βασική θέση των Αιτητών είναι πως το λεκτικό των διαταγμάτων είναι αφενός ασαφές και αφετέρου αντιφατικό, με αποτέλεσμα οι ίδιοι να μην είναι σε θέση να δύνανται να συμμορφωθούν με αυτά. Οι Αιτητές παραπέμπουν σε συγκεκριμένες φράσεις και λέξεις που περιλαμβάνονται στα διατάγματα προς υποστήριξη αυτής της θέσης τους.
Ανάγνωση των διαταγμάτων στην ίδια την όψη του πρακτικού του κατώτερου Δικαστηρίου δεν φαίνεται να απολήγει στην αποδιδόμενη ασάφεια ή αντιφατικότητα. Τα διατάγματα απαγορεύουν συγκεκριμένες ενέργειες και θέτουν κάποιες εξαιρέσεις. Το πρώτο διάταγμα απαγορεύει διάφορες ενέργειες, εκτός ως προνοείται στη συμφωνία άδειας εκμετάλλευσης του παιγνιδιού, η οποία είχε συναφθεί μεταξύ των Αιτητών 1 και των εναγόντων και αποτελεί αντικείμενο τόσο της υπό κρίση αγωγής όσο και της προγενέστερης αγωγής την οποία ήγειραν οι Αιτητές 1, αντικείμενο των οποίων είναι η εν λόγω συμφωνία, ο καθορισμός των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων τους δυνάμει αυτής και κατά πόσο αυτή έχει νόμιμα τερματιστεί. Η φράση «παιγνίδι που ομοιάζει» με το επίδικο παιγνίδι αναφέρεται σε όμοιο αυτού που αποτελεί το αντικείμενο της συμφωνίας μεταξύ των μερών. Ούτε και η φράση «να λάβουν κάθε απαραίτητη ενέργεια για μεταφορά και μεταβίβαση τόσο των δεδομένων των χρηστών όσο και των εμπορικών σημάτων σε σχέση με το παιγνίδι» οδηγεί σε ασάφεια, εφόσον αναφέρεται στις δέουσες ενέργειες οι οποίες είναι αναγκαίες για την επίτευξη του τελικού σκοπού ο οποίος φαίνεται να είναι σαφώς προσδιορισμένος. Η φράση «και/ή οποιουδήποτε άλλου εμπορικού σήματος που αφορά το Παιγνίδι . που βρίσκεται υπό τον έλεγχο και/ή κατοχή . και/ή ενεγράφη κατόπιν οδηγιών» των Αιτητών 1 και πάλι δεν φαίνεται να δημιουργεί οποιαδήποτε αμφιβολία ως προς το περιεχόμενο της. Το κατά πόσο τα εν λόγω διατάγματα έχουν εκδοθεί λανθασμένα δεν είναι αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας.
Σημαντική θέση των Αιτητών είναι ότι το τρίτο διάταγμα έχει τη μορφή προστακτικού τελικού (και όχι προσωρινού) διατάγματος το οποίο, μάλιστα προκαθορίζει και καθιστά άνευ αντικείμενου την προγενέστερη αγωγή που ηγέρθη από αυτούς αλλά και την παρούσα.
Είναι γνωστές οι νομικές αρχές που διέπουν την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων. Αυτές περιέχονται στο άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/1960 και επιπρόσθετα το Δικαστήριο θα πρέπει να σταθμίσει κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει τέτοιο διάταγμα. Το Δικαστήριο, στο στάδιο έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων, δεν καταλήγει σε συμπεράσματα αναφορικά με την πλήρη και τελική εξέταση του πραγματικού και νομικού καθεστώτος της υπόθεσης, κάτι το οποίο θα αποτελέσει την κρίση του κατά την εξέταση της ουσίας της υπόθεσης. Αντικείμενο αυτής της διαδικασίας είναι η διαπίστωση του κατά πόσο συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την έκδοση των διαταγμάτων. Σχετικές είναι οι υποθέσεις Jonitexo Ltd. v. Adidas (1984) 1 C.L.R. 663, Γρηγορίου κ.ά. ν. Χριστοφόρου κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 248 και Milton Investment Co Ltd κ.ά. v. Dryden Group Ltd (2014) 1(Α) Α.Α.Δ. 731.
Επομένως η έκδοση των προσωρινών διαταγμάτων δεν καθορίζει ούτε και αποφασίζει την ουσία και το τελικό αποτέλεσμα της αγωγής. Ούτε και επηρεάζει και καθιστά άνευ αντικειμένου την προγενέστερη αγωγή, καθότι τα επίδικα θέματα και στις δύο αγωγές παραμένουν ανοικτά προς εξέταση κατά την εκδίκαση της ουσίας αυτών, συμπεριλαμβανομένων και του ζητήματος της δικαιοδοσίας το οποίο προβάλλουν οι Αιτητές.
Οι Αιτητές εγείρουν ότι το τρίτο εκδοθέν διάταγμα, παρά το ότι κατονομάζεται ως προσωρινό, είναι ένα τελικό διάταγμα με δραστικές και καθοριστικές για τα μέρη συνέπειες.
Είναι γεγονός ότι το εν λόγω διάταγμα αναφέρεται ως «προσωρινό» χωρίς όμως την αναγραφή στο τέλος αυτού, ότι ισχύει μέχρι την τελική εκδίκαση της αγωγής και ή νεότερη διαταγή του Δικαστηρίου, ως αναγράφεται στα δύο πρώτα διατάγματα. Από τη στιγμή που αυτό είναι προσωρινό και έχει οριστεί επιστρεπτέο, τότε δεν φαίνεται να είναι κάτι άλλο εκτός από προσωρινό. Απλώς αυτό είναι προστακτικό και μάλιστα καθορίζει χρόνο συμμόρφωσης πριν την ημερομηνία που αυτό είναι επιστρεπτέο.
Δεν αμφισβητείται η εξουσία του κατώτερου Δικαστηρίου να εκδίδει προστακτικά διατάγματα. Είναι νομολογιακά καθιερωμένο ότι αυτά εκδίδονται με ιδιαίτερη φειδώ από το Δικαστήριο. Σχετικά παραπέμπω στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση των Starport Nominees Ltd κ.ά. (2010) 1(Β) Α.Α.Δ. 1271 στην οποία αναφέρθηκαν τα εξής:
«Σε ό,τι αφορά στο προστακτικό των διαταγμάτων, αναμφίβολα τα προστακτικά διατάγματα δίδονται σπάνια, με φειδώ και με εξαιρετική περίσκεψη, αλλά όπως αναφέρεται και στο σύγγραμμα του David Bean: Injunctions, 8η έκδ. σελ. 35-37, η έκδοσή τους δεν αποκλείεται όταν υπάρχει ή θεωρείται από το Δικαστήριο ότι υπάρχει επείγον θέμα προς εξέταση ή όπου η φύση των πραγμάτων είναι τέτοια που ενδεχομένως η μη έκδοση τους να επηρεάσει ανεπανόρθωτα την όλη πορεία της διαφοράς.»
Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Κοινοτικό Συμβούλιο χχχ v. Σούλη, Πολ. ΄Eφ. Ε75/15, ημ. 7.12.18:
«Το εκδικάσαν Δικαστήριο, βασικά, έκρινε, ορθώς, ότι τα εν λόγω διατάγματα, όσον αφορά τη φύση τους, ήταν προστακτικά, δεδομένου του περιεχομένου και της επίδρασής τους, αναφερόταν δε σε αυτά ωσάν να ήταν ένα διάταγμα. Τα χαρακτηριστικά ενός προστακτικού διατάγματος, πρέπει να λεχθεί, καθιστούν, σε κάθε περίπτωση, ιδιαιτέρως απαιτητικές τις περιστάσεις και τους όρους έκδοσής του, (βλ. Redland Bricks, Ltd. ν. Morris [1969] 2 All E.R. 576 (H.L.), Σοφοκλέους κ.ά. ν. Παύλου (2012) 1 Α.Α.Δ. 2047). Αυτό εξηγείται, κυρίως, στη βάση ότι είναι, συνήθως, πιο πιθανό να προκληθεί ανεπανόρθωτη ζημιά από την έκδοσή του παρά από την έκδοση ενός απαγορευτικού διατάγματος, (βλ. National Commercial Bank Jamaica v Olint Corpn [2009] 1 WLR 1405 (PC). Συνέχεια της πιο πάνω διαπίστωσης, παρατηρούνται στην τελευταία υπόθεση, στη σελίδα 1409, και τα εξής:"What is required in each case is to examine what on the particular facts of the case the consequences of granting or withholding of the injunction is likely to be."»
Ως εκ τούτου, επαφίετο στη διακριτική ευχέρεια του κατώτερου Δικαστηρίου να κρίνει κατά πόσο δικαιολογείτο υπό τις περιστάσεις η έκδοση του εν λόγω προστακτικού διατάγματος. Στο ίδιο το διάταγμα αναφέρεται ότι αυτό εκδόθηκε «ώστε να διασφαλιστεί η συνεχιζόμενη παροχή και/ή διανομή του Παιγνιδιού . στους χρήστες του . και/ή η συνεχιζόμενη οικονομική εκμετάλλευσης του Παιγνιδιού . από τους Αιτητές και/ή οποιοδήποτε πρόσωπο έχει άδεια να διανέμει το Παιγνίδι.».
Με βάση το ίδιο το λεκτικό του διατάγματος, διαφαίνεται ότι το εν λόγω διάταγμα εκδόθηκε ως συνεπακόλουθο των πρώτων δύο διαταγμάτων, ούτως ώστε να συνεχιζόταν η παροχή και χρήση του παιγνιδιού ενόσω απαγορευόταν στους Αιτητές να το χρησιμοποιούν, εκμεταλλεύονται κ.λπ. Τέτοια προστακτικά διατάγματα δύνανται να εκδοθούν όταν το Δικαστήριο θεωρεί ότι υπάρχει επείγον θέμα προς εξέταση ή όπου η φύση των πραγμάτων είναι τέτοια που ενδεχομένως η μη έκδοση τους να επηρεάσει ανεπανόρθωτα την όλη πορεία της διαφοράς (βλ. David Bean, Injunctions, 8η έκδοση, σελ. 35-37).
Χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει και στις υποθέσεις Starport Nominees (ανωτέρω) και Αναφορικά με την Αίτηση του Μπίτζιος, Πολ. Αίτ. 81/2020, ημερ. 30.7.2020, στις οποίες αναγνωρίστηκε η δυνατότητα έκδοσης επικουρικών προστακτικών διαταγμάτων αποκάλυψης με άμεση εφαρμογή και πριν να είναι επιστρεπτέα, για σκοπούς αστυνόμευσης διαταγμάτων παγοποίησης. Εκεί λέχθηκε ότι διατάγματα αποκάλυψης μπορούν να εκδίδονται μονομερώς όταν κρίνεται ότι με αυτόν τον τρόπο εξυπηρετείται το συμφέρον της δικαιοσύνης, στη βάση των δεδομένων της συγκεκριμένης υπόθεσης και ανεξαρτήτως του ότι είναι προστακτικής φύσης.
Ως εκ τούτου, δεν έχει διαφανεί ότι προκύπτει θέμα έλλειψης εξουσίας του κατώτερου Δικαστηρίου στην έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Το κατώτερο Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια, εκδίδοντας τα εν λόγω διατάγματα, κάτι το οποίο δεν ισοδυναμεί με υπέρβαση εξουσίας ή δικαιοδοσίας. Σε περίπτωση που η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του κατώτερου Δικαστηρίου ασκήθηκε λανθασμένα, το ζήτημα εκφεύγει του ελέγχου του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προνομιακή του δικαιοδοσία.
Σύμφωνα με όλα όσα αναφέρονται ανωτέρω, οι Αιτητές δεν κατάφεραν να καταδείξουν συζητήσιμη υπόθεση που να δικαιολογεί τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας.
Η Αίτηση απορρίπτεται.
Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.
/κβπ