ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Aίτηση αρ. 4/2024)
(i-Justice)
2 Φεβρουαρίου, 2024
[ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 KAI 9 TΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 ΕΩΣ (ΑΡ. 3) ΤΟΥ 2023
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ 2018 ΚΑΙ 2023
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤOY DAVE CHRISTOPHER MULVANEY ΓΙΑ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΚΑΙ/Ή ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 27/04/2023 ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΣΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 10/2023 ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΣΤΗΝ ΒΑΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΝΟΙΩΝ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΧΑΓΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΔΙΑΖΥΓΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΧΩΡΙΣΜΩΝ ΤΟΥ 1970, ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΩΣ ΔΙΑΖΥΓΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΧΩΡΙΣΜΩΝ ΝΟΜΟ 63/82, ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ (ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ, ΕΓΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ) ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2000
_________________
Γιάννης Αργυρίδης για Γ. Αργυρίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.:- Ο αιτητής, ο οποίος κατάγεται από τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, με την υπό εκδίκαση μονομερή αίτηση, την οποία καταχώρισε στις 8.1.2024, αξιώνει Διάταγμα και/ή απόφαση και/ή οδηγίες του Δικαστηρίου για επέκταση της προθεσμίας για την καταχώριση μονομερούς αίτησης για άδεια καταχώρισης αίτησης διά κλήσεως για την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari με το οποίο να ακυρώνεται το διάταγμα και/ή απόφαση ημερ. 27.4.2023 που εξεδόθη από το Οικογενειακό Δικαστήριο Λάρνακας, στο πλαίσιο της Γενικής Αίτησης με Αρ. 10/2023.
Για το θέμα της επέκτασης του πιο πάνω χρόνου, θα παραπέμψω στην Πολ. Αίτηση Αρ. 58/2023, ημερ. 20.6.2023, ECLI:CY:AD:2023:D220, όπου τότε είχα αναφέρει τα ακόλουθα, χωρίς να χρειάζεται τώρα να προσθέσω οτιδήποτε άλλο:
«Στη Θεοδούλου (Αρ. 1) (1990) 1 ΑΑΔ, 438, 443 λέχθηκαν τα ακόλουθα ενδιαφέροντα από τον Γ. Μ. Πική, Δ. (ως ήταν τότε), σε σχέση με το χρόνο εντός του οποίου θα πρέπει να υποβάλλονται αιτήσεις που αφορούν σε προνομιακά εντάλματα:
«Η χορήγηση των προνομιακών ενταλμάτων (με μια εξαίρεση) είναι προαιρετική. Η έκδοσή τους, καθώς και η παροχή άδειας για τον ίδιο σκοπό, ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου. Τα προνομιακά εντάλματα σκοπούν στη διασφάλιση, μέσο του δικαστικού ελέγχου, της νομιμότητας κυρίως σε ό,τι αφορά τη λειτουργία των κατώτερων δικαστηρίων. Συνεπώς, η αίτηση πρέπει να γίνεται καλόπιστα για την προστασία των δικαιωμάτων του αιτητή με την αποκατάσταση της νομιμότητας. Ο χρόνος μέσα στον οποίο υποβάλλεται αποτελεί ουσιώδη παράγοντα για την ανάληψη και την άσκηση της δικαιοδοσίας. Όπως επισημαίνεται στην υπόθεση In Re Aeroporos and Others (1988) 1 C.L.R. 303 το στοιχείο του χρόνου είναι τόσο σημαντικό ώστε να έχει οδηγήσει στην Αγγλία στη θέσπιση του R.S.C. Ord. 53 r.2(2) με την οποία καθιερώνεται το χρονικό διάστημα των έξι μηνών ως το ανώτατο χρονικό όριο για την υποβολή αίτησης για την έκδοση Certiorari. Κάθε καθυστέρηση στην υποβολή αίτησης πρέπει να αιτιολογείται και όσο μεγαλύτερη, ανάλογα μεγαλύτερο είναι και το εμπόδιο που πρέπει να υπερπηδηθεί για την παροχή άδειας.»
Κατά τον χρόνο έκδοσης της πιο πάνω απόφασης, δεν υπήρχε Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανώτατου Δικαστηρίου ο οποίος καθόριζε τον χρόνο εντός του οποίου θα έπρεπε να υποβάλλεται αίτηση για εξασφάλιση άδειας από το Ανώτατο Δικαστήριο για καταχώριση αίτησης δια κλήσεως για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων. Όμως, δεν ήταν λίγες οι φορές που μονομερείς αιτήσεις για εξασφάλιση άδειας, είχαν απορριφθεί λόγω καθυστέρησης (Αργυρού (Αρ. 2) (1993) 1 Α.Α.Δ. 457, 462 και Κτηματικές Επιχ. Ανδρέας Ευριπίδη Διογένους Λτδ (2015) 1(Β) Α.Α.Δ. 1818, 1827). Για ό,τι αξίζει να σημειώσω πως τέτοια άδεια δεν χρειάζεται και ουδέποτε χρειαζόταν για καταχώριση αίτησης που αφορά σε Habeas Corpus (Δημητράκης Χ"Σάββα (1993) 1 Α.Α.Δ. 102, 108).
Στις 18.5.2018 το Ανώτατο Δικαστήριο εξέδωσε τον περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2018, σύμφωνα με τον οποίο:
«5. (1) Αίτηση για άδεια καταχωρείται το συντομότερο από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, διατάγματος ή πράξης. Σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 45 ημέρες από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, διατάγματος ή πράξης.
(2) Το Δικαστήριο δύναται να επεκτείνει την προθεσμία που αναφέρεται στην παράγραφο (1) του παρόντος Κανονισμού εάν καταδειχθούν εξαιρετικές περιστάσεις που παρεμπόδισαν τον αιτητή να καταχωρήσει την αίτηση του εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας.»
Οι πιο πάνω πρόνοιες είναι σαφείς. Καθορίζουν πως η αίτηση για άδεια καταχωρείται το αργότερο εντός 45 ημερών από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, διατάγματος ή πράξης. Όπως λέχθηκε στην Πολ. ΄Εφ. Αρ. 280/21, M. A. Christodoulou Investments Ltd v. Αδελφοί Ανδρέου & Σταύρου Χρίστου (Εμπόροι) Λτδ, ημερ. 8.2.2023:
«. Ό,τι είναι σημαντικό για σκοπούς προθεσμίας είναι πως ο χρόνος προς καταχώρηση αίτησης για παροχή άδειας αρχίζει, όπως διαλαμβάνει, ο ειδικός περί τούτου, Κανονισμός 5(1), από την ημερομηνία έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης. Υπάρχει δε δυνατότητα παράτασης του χρόνου, με βάση τον Κανονισμό 5(2), εάν καταδειχθούν εξαιρετικές περιστάσεις που παρεμπόδισαν την καταχώρηση αίτησης εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας. ΄Ετσι θα έπρεπε να είχε πράξει η πλευρά της Εφεσίβλητης, προβάλλοντας τον ισχυρισμό της έλλειψης γνώσης των κρίσιμων γεγονότων. Δεν το έπραξε όμως και αυτό ήταν μοιραίο.»
Στην απόφαση της Ολομέλειας, ημερ. 10.12.2020, Αναφορικά με την Αίτηση του ΧΧΧ Manuel Puhler, από τη Γερμανία, για επέκταση του χρόνου για καταχώριση αίτησης για άδεια καταχώρισης αίτησης για έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari, λέχθηκαν τα ακόλουθα για τις εξαιρετικές περιστάσεις:
«. οι «εξαιρετικές περιστάσεις», που αναφέρονται στον Κ.5, όπως προκύπτει από τη χρήση της λέξης «εξαιρετικές», πρέπει να είναι υφιστάμενες περιστάσεις, οι οποίες παρεμποδίζουν τον αιτητή από του να αποταθεί έγκαιρα στο Δικαστήριο προς διεκδίκηση θεραπείας. Ο λόγος που επιζητείται παράταση, δυνάμει του Κ.5, θα πρέπει, αντικειμενικά κρινόμενος, να αποτελεί έναν ιδιαίτερο, πέραν του συνηθισμένου, λόγο που δεν επέτρεψε στον αιτητή να αποταθεί στο Δικαστήριο για προνομιακή θεραπεία, εντός του χρόνου που προβλέπεται από τον Κανονισμό και το συμφέρον της δικαιοσύνης να απαιτεί την επέκταση του χρόνου.»
Τα γεγονότα που υποστηρίζουν την Αίτηση, εκτίθενται σε Ένορκη Δήλωση της κας Ειρήνης Κερτεπενέ, η οποία δηλώνει γραμματέας στη Δικηγορική Εταιρεία των δικηγόρων του αιτητή και δεόντως εξουσιοδοτημένη από τον αιτητή. Η Ένορκη Δήλωσή της καταλαμβάνει 52 παραγράφους, ενώ επισυνάπτει ως Τεκμήρια, 25 έγγραφα. Αναφέρω από τώρα πως έχω θέσει ενώπιον μου τόσο το περιεχόμενο της αίτησης όσο και το περιεχόμενο του μαρτυρικού υλικού που την υποστηρίζει. Το ίδιο ισχύει και για το περιεχόμενο της ικανής αγόρευσης του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή.
Θα παραθέσω σε γενικές γραμμές τα γεγονότα. Ο αιτητής στις 7.9.1997 είχε νυμφευθεί την Camel Mary Kilmartin, επίσης από τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας. Από το γάμο τους απέκτησαν μία θυγατέρα σήμερα 24 ετών. Δρομολογήθηκαν διαδικασίες στη χώρα τους τόσο για τη λύση του γάμου τους όσο και για την επίλυση των περιουσιακών τους διαφορών. Στις 2.5.2013 εξεδόθη από Ιρλανδικό Δικαστήριο Διάταγμα (Decree of Judicial Separation), σύμφωνα με το οποίο «. διευθετούνταν οι περιουσιακές διαφορές των μερών, ζητήματα που άπτονταν της γονικής μέριμνας της ανήλικης θυγατέρας τους, ως επίσης και η διατροφή που θα καταβαλλόταν για την ανήλικη θυγατέρα τους ως και για την κα. Κilmartin. Ο όρος 5 του εν λόγω εγγράφου προέβλεπε ότι ο αιτητής θα επιβάρυνε το ακίνητο στην Κύπρο για το ποσό των €20.000 ως ταμείο/αποθεματικό για την εκπαίδευση της ανήλικης τότε θυγατέρας του ζεύγους.» Πρόκειται για το επίδικο ακίνητο του αιτητή, το οποίο βρίσκεται στην επαρχία Λάρνακας.
Σε μεταγενέστερο στάδιο, και συγκεκριμένα στις 10.4.2014, οι όροι του εν λόγω διατάγματος τροποποιήθηκαν. Δεν αναφέρεται ότι τροποποιήθηκαν σε σχέση με τον όρο 5, ο οποίος φαίνεται να συνεχίζει να ισχύει. Ακολούθησε στις 28.4.2016 η λύση του γάμου του αιτητή με την κα Kilmartin. Να σημειωθεί εδώ πως η τελευταία είχε δρομολογήσει διαδικασία στην Κύπρο, καταχωρώντας Αίτηση Περιουσιακών Διαφορών στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, στο πλαίσιο της οποίας εξασφάλισε διάταγμα μη αποξένωσης του πιο πάνω ακινήτου, το οποίο ενεγράφη ως εμπράγματο βάρος (ΕΒ1367/11). Για λόγους που καταγράφονται στην Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση, το εν λόγω εμπράγματο βάρος απεσύρθη σε μεταγενέστερο στάδιο.
Όταν περί τα τέλη Οκτωβρίου του 2023 ο αιτητής απετάθη στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λάρνακας για να ενημερωθεί ως προς τη διαδικασία για τη μεταβίβαση του ½ μεριδίου επί του επίδικου ακινήτου του στη νυν σύζυγό του, ενημερώθηκε πως υπήρχε εγγεγραμμένο εμπράγματο βάρος επί του ακινήτου (ΕΒ662/2023), στο οποίο είχε προβεί η πρώην σύζυγός του τον Μάϊο του 2023 για το ποσό των €20.000 για την εξασφάλιση της πιο πάνω υποχρέωσης του αιτητή σε σχέση με τη θυγατέρα του. Ο αιτητής θεωρεί, για λόγους που καταγράφονται στην Ένορκη Δήλωση, πως υπήρξε δόλια παραπλάνηση του Οικογενειακού Δικαστηρίου και παράβαση των Κανόνων Φυσικής Δικαιοσύνης όταν η πρώην σύζυγός του εξασφάλιζε το Διάταγμα ημερ. 27.4.2023, δυνάμει του οποίου διενεργήθηκε η καταχώριση του πιο πάνω εμπράγματου βάρους στο επίδικο ακίνητο. Είναι σε σχέση με τα πιο πάνω, που υποβάλλεται η παρούσα Αίτηση. Για τις ενέργειες του αιτητή, μετά που διαπίστωσε τα πιο πάνω γεγονότα, θα κάνω αναφορά στη συνέχεια.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφέρω πως o ευπαίδευτος συνήγορος θεωρεί ότι (παρατίθενται αυτολεξεί οι θέσεις του): «Στην παρούσα υπόθεση, σημαντική και αποφασιστικής σημασίας είναι η συμπεριφορά της Καθ΄ ης η Αίτηση. Η προσπάθεια ενεργούς απόκρυψης των διαδικασιών που η ίδια ακολούθησε, αποστερώντας έτσι το δικαίωμα στον Αιτητή να προσέλθει ενώπιον του Δικαστηρίου εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας είναι ξεκάθαρα εμφανής (βλ. Πιττάκας (2001) 1 ΑΑΔ 1932). Σε συνδυασμό δε με το γεγονός ότι η Καθ΄ ης η Αίτηση δόλια παραπλάνησε το κατώτερο Δικαστήριο στην έκδοση του προσβαλλόμενου διατάγματος, αποτελεί λόγο ακύρωσης (βλ. Αναφορικά με την SFO Concept AG, Πολιτική Αίτηση, Αρ. 42/2017,ημερ. 23/03/2017). Το δε κατώτερο Δικαστήριο ουδέποτε διερωτήθηκε γιατί ήταν τόσο αναγκαίο για την Καθ΄ ης η Αίτηση να προβεί σε αναγνώριση ενός διαζυγίου που εκδόθηκε από ένα άλλο κράτος μέλος αφού κάτι τέτοιο δεν ήταν αναγκαίο (βλ. άρθρο 21 Κανονισμού (ΕΚ) 2201/2003). Ούτε και θα μπορούσε να εκδικαζόταν η μονομερής γενική αίτηση αφού αφορούσε σε διάδικο που διέμενε στην αλλοδαπή και θα έπρεπε πρώτιστα να λαμβανόταν άδεια για σφράγιση προ της καταχώρησης της. Εν πάση περιπτώσει, η Σύμβαση της Χάγης δεν είχε εφαρμογή αφού η Ιρλανδία ουδέποτε κατέστη μέρος αυτής». Το ουσιώδες όμως εν προκειμένω, με κάθε σεβασμό, είναι η συμπεριφορά και οι ενέργειες του ίδιου του αιτητή, όταν διαπίστωσε την επιβάρυνση επί του ακινήτου του. Και ασφαλώς δεν του καταλογίζεται αδράνεια από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος ημερ. 27.4.2023 ή από την ημερομηνία που έλαβε χώρα η επιβάρυνση.
Πρόσφατα η Ολομέλεια του Ανώτατου Δικαστηρίου εξέδωσε, στις 22.11.2023, στο πλαίσιο της υπόθεσης Αναφορικά με την Αίτηση των Ανδρέας Δημητριάδης & Σία Δ.Ε.Π.Ε., κ.ά., Πολ. Έφεση Αρ. 138/2022, την ομόφωνη απόφαση, σύμφωνα με την οποία κατά την εξέταση τέτοιας αίτησης, αυτά που λαμβάνονται υπόψη είναι ο χρόνος λήψης γνώσης της απόφασης ή διατάγματος από τον αιτητή, ο οποίος και συνεκτιμάται με τις ενέργειες του αιτητή από τον εν λόγω χρόνο μέχρι και την καταχώριση της αίτησης επέκτασης. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση:
«Περαιτέρω, σύμφωνα με τη νομολογία η οποία έχει διαμορφωθεί από τη θέσπιση του περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Διαδικαστικού Κανονισμού του 2018, κατά την εξέταση αίτησης για επέκταση, το Δικαστήριο οφείλει να λάβει υπόψη την ημερομηνία λήψης γνώσης της απόφασης ή διατάγματος και να συνεκτιμήσει παράλληλα τις ενέργειες του αιτητή από την εν λόγω ημερομηνία μέχρι και την καταχώριση της αίτησης επέκτασης. Σε περίπτωση που διαφανεί ότι ο αιτητής δεν ενήργησε με την απαραίτητη σπουδή, αφότου έλαβε γνώση της προσβαλλόμενης απόφασης ή διατάγματος, τότε δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι το συμφέρον της δικαιοσύνης εξυπηρετείται με την επέκταση του χρόνου.»
Να σημειώσω πως με την πιο πάνω απόφαση είχε επικυρωθεί η πρωτόδικη απόφαση ημερ. 19.5.2022, στην Αίτηση Αρ. 9/2022. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα και από την πρωτόδικη απόφαση:
«Στην υπό κρίση περίπτωση διαπιστώνεται ότι, ενώ οι Αιτητές είχαν εξασφαλίσει πιστό αντίγραφο του επίδικου Διατάγματος από τις 19/4/2022, για άγνωστο λόγο άφησαν να παρέλθει χρονική περίοδος 24 ημερών εφόσον η υπό κρίση Αίτηση κατεχωρήθη μόλις στις 13/5/2022 και αφού, εν τω μεταξύ, παρήλθε η προβλεπόμενη από τον Κανονισμό προθεσμία των 45 ημερών. Ενώ, όπως προκύπτει, οι Αιτητές έλαβαν εγκαίρως γνώση για την έκδοση του επίδικου Διατάγματος, ουδεμία εξήγηση δίδεται για την παράλειψη τους να ενεργήσουν άμεσα για σκοπούς προσβολής του, πλην της αναφοράς ότι από την ημέρα λήψης του πιστού αντιγράφου του επίδικου Διατάγματος παρήλθαν «μόλις 24 ημέρες ενώ είχαν μεσολαβήσει και οι αργίες του Πάσχα», ούτε αναφέρθηκαν σε οποιεσδήποτε περιστάσεις, «εξαιρετικές», που να τους παρεμπόδισαν να καταχωρήσουν την αίτηση τους για άδεια εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας. Υπό αυτά τα δεδομένα, δεν είναι αντιληπτή η θέση που οι Αιτητές προβάλλουν ότι «ενήργησαν χωρίς χρονοτριβή» εφόσον καταχώρησαν την υπό κρίση Αίτηση σε 24 ημέρες από την ημέρα που έλαβαν γνώση του περιεχόμενου του Διατάγματος.
Τα όσα δε η πλευρά των Αιτητών επικαλείται δεν μπορούν, σε καμία περίπτωση, να ενταχθούν στις εξαιρετικές περιστάσεις που απαντώνται στον Κανονισμό. Ο χρόνος είναι δεδομένος και παραπέμπει σε μία περίοδο 45 ημερών από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης. Επισημαίνεται, εν προκειμένω, ότι η τήρηση των προθεσμιών δεν είναι θέμα τύπου αλλά ουσίας και η αναζήτηση προνομιακής θεραπείας επιβάλλεται να λαμβάνει χώρα το συντομότερο δυνατό, δεδομένου ότι τα προνομιακά εντάλματα παρέχονται κατά προνόμιο και όχι δικαιωματικά.»
Εν προκειμένω, ως ελέχθη, o αιτητής δέχεται πως πληροφορήθηκε για την ύπαρξη επιβάρυνσης επί του ακινήτου του, τέλη Οκτωβρίου του 2023. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην παρ. 25 της Ένορκης Δήλωσης της κας Κερτεπενέ:
«25. Περί τα τέλη Οκτωβρίου 2023 ο Αιτητής αποτάθηκε στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λάρνακας για να ενημερωθεί ως προς την διαδικασία που απαιτείται για μεταβίβαση του ½ μεριδίου επί του Ακινήτου στην νυν σύζυγο του. Εκεί ενημερώθηκε ότι η μεταβίβαση δεν ήταν εφικτή καθότι υπήρχε εγγεγραμμένο επί του Ακινήτου εμπράγματο βάρος με αριθμό ΕΒ662/2023 που εγγράφηκε από την κα. Kilmartin τον Μάιο 2023 για ποσό ύψους €20,000.»
Την 1.11.2023, ως αναφέρεται στην εν λόγω Ένορκη Δήλωση, ο αιτητής εξασφάλισε από το Κτηματολόγιο, Πιστοποιητικό Έρευνας, στο οποίο φαίνεται ότι στις 8.5.2023 η πρώην σύζυγός του ενέγραψε το συγκεκριμένο εμπράγματο βάρος για το ποσό των €20.000, δυνάμει του διατάγματος/απόφασης που εξασφάλισε στο πλαίσιο της Αίτησης 10/2023, του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας. Την επόμενη ημέρα, δηλαδή στις 2.11.2023, οι δικηγόροι του αιτητή καταχώρισαν εμφάνιση στην Υπόθεση 10/2023 για να εξασφαλίσουν, ως αναφέρουν, τα έγγραφα του φακέλου.
Καταλήγω, πως ο αιτητής μετά τα πιο πάνω, όφειλε να είχε ενεργήσει με την απαραίτητη σπουδή για την καταχώριση αίτησης για επέκταση του χρόνου. Κάτι τέτοιο δεν έπραξε. Τουναντίον, καταχώρισε την υπό εκδίκαση αίτηση αφού παρήλθαν περίπου 70 ημέρες από την ημερομηνία που έλαβε γνώση των ουσιωδών γεγονότων. Στην παρ. 46 της Ένορκης Δήλωσης που υποστηρίζει την αίτηση, αναφέρονται τα ακόλουθα:
«46. Ο δε χρόνος που έχει παρέλθει οφείλεται στο γεγονός ότι αναμενόταν η νομική γνωμάτευση του Evans Little O' Reilly η οποία παραλήφθηκε μόλις στις 13/12/2023 ενώ στη συνέχεια μεσολάβησαν οι διακοπές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς.»
Παρόλο που, με κάθε σεβασμό, δεν συμφωνώ ότι η πιο πάνω γνωμάτευση θα μπορούσε να δικαιολογήσει την μέχρι τότε απραξία του αιτητή, εντούτοις, και από τις 13.12.2023, ο αιτητής δεν ενήργησε με την απαραίτητη σπουδή, ως όφειλε. Καταχώρισε την αίτηση 26 ημέρες μετά τις 13.12.2023. Οι διακοπές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, εν προκειμένω δεν τον βοηθούν.
Υπό το φως των πιο πάνω, δεν θεωρώ ότι έχουν καταδειχθεί τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν την έγκριση της Αίτησης (Α. Δημητριάδης & Σία Δ.Ε.Π.Ε., ανωτέρω). Παράλειψη ή καθυστέρηση στην αναζήτηση θεραπείας που αφορά σε Προνομιακά Εντάλματα, τα οποία, ως ελέχθη, δεν χορηγούνται δικαιωματικά, δεν συγχωρείται με ευκολία από τη Νομολογία μας.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.
/ΣΓεωργίου