ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 147/2023)

 

28 Νοεμβρίου, 2023

 

[ΕΦΡΑΙΜ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Ν. Κ. ΜΕ Α.Δ.Τ. [   ] ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ TINOU4G HOLDINGS HE. 430774, ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 05/10/23, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ, ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤ. 3486 Α. ΜΑΛΕΚΚΙΔΗ ΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ, ΜΕ ΤΗΝ ΟΝΟΜΑΣΙΑ «HEMPOIL NATURAL PRODUCTS» ΣΤΗΝ ΟΔΟ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΥΛΩΝΑ 7 ΣΤΗΝ ΠΑΦΟ, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦΑΛΑΙΟ 155, ΑΡΘΡΑ 27 ΚΑΙ 28.

 

Αλ. Κληρίδης, για Φοίβος Χρ. Κληρίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

      ΕΦΡΑΙΜ, Δ Με την παρούσα Αίτηση ο Αιτητής ζητά άδεια για την καταχώριση αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari αναφορικά με το ένταλμα έρευνας ημερ. 5.10.2023 του καταστήματος που διατηρεί.

      Οι λόγοι επί των οποίων βασίζεται η Αίτηση είναι ότι δεν υπήρχε αναγκαιότητα έκδοσης του εντάλματος, ότι εκδόθηκε για λόγο που δεν επιτρέπει την έκδοση του, ότι η έκδοση του παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας και ότι υπήρξε κατάχρηση στην έκδοση και εκτέλεση αυτού.

      Στην Έκθεση και στην ένορκη δήλωση του Αιτητή οι οποίες συνοδεύουν την Αίτηση, αναφέρεται ότι στις 5.10.2023 μέλη της Αστυνομίας πήγαν στο κατάστημα του Αιτητή για σκοπούς εκτέλεσης εντάλματος έρευνας. Κατά την έρευνα κατασχέθηκαν πέραν των 60 προϊόντων από το κατάστημα, ως εμφαίνονται στην απόδειξη παράδοσης-παραλαβής του Τμήματος Καταπολέμησης Εγκλημάτων. Κατόπιν επανειλημμένων αιτημάτων των δικηγόρων του Αιτητή, στις 24.10.2023 αποστάληκαν σε αυτούς το ένταλμα έρευνας και ο όρκος που το συνόδευε. Ο Αιτητής επαναλαμβάνει και επεξηγεί τους προαναφερόμενους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι η Αίτηση του θα πρέπει να επιτύχει.

Οι αρχές που διέπουν τη χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari έχουν επανειλημμένα αναφερθεί στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Πέτρου Ευδόκα (2016) 1(Γ) Α.Α.Δ. 3018 περιέχει το ακόλουθο διαφωτιστικό απόσπασμα:

«Όπως επιτάσσει η νομολογία, για την παραχώρηση άδειας για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, η διαδικασία δεν έχει, ως αντικείμενο, την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων δικαστηρίων. Ο έλεγχος αυτός ασκείται αποκλειστικά στο πλαίσιο της εφετειακής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η αρχή επί της οποίας εδράζεται η δικαιοδοτική βάση εξέτασης αιτήσεων για παραχώρηση αδείας καταχώρισης προνομιακού εντάλματος, είναι η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του κατώτερου δικαστηρίου. (Βλ. In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250).

 

Περαιτέρω, εξετάζοντας την πιθανότητα χορήγησης αδείας θα πρέπει ο αιτητής να τεκμηριώσει, εκ πρώτης όψεως, και αιτιολογήσει τη χορήγηση αδείας. (Βλ. Λυσιώτης (1986) 1 Α.Α.Δ. 1696).

Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται, κατ' εξαίρεση, όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, ή πλάνη περί το Νόμο, ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. (Βλ. Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464). 

 

Στην πρόσφατη υπόθεση, Στυλιανού (2015) 1 Α.Α.Δ. 1382, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

 

"Είχαμε σχετικά πρόσφατα επισημάνει στην Πολιτική Έφεση Αρ. 20/2014, Στέλιος Στυλιανίδης, 17.3.2015, με παραπομπή στην Μαρκιτανής v. Μουζούρη (2000) 1 Α.Α.Δ. 923, τις περιπτώσεις που δικαιολογείται επέμβαση του Εφετείου τις οποίες και κρίνεται αναγκαίο να επαναλάβουμε, ως εκ της αυξητικής τάσης που παρατηρείται στην καταχώριση αιτήσεων και εφέσεων αναλόγως, για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων:

 

«HOLDCO άδεια για καταχώρηση αίτησης χορηγείται κατά διακριτική ευχέρεια (βλ. και The Supreme Court Practice 1999, σελ. 908). Εφόσο πρόκειται για απόφαση που απορρέει από άσκηση διακριτικής ευχέρειας επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται:

 

(α) Όπου διαπιστώνεται ότι η διακριτική ευχέρεια ασκήθηκε έξω από το πλαίσιο που παρέχεται από το Νόμο, όπως όταν διαπιστώνεται ότι υπεισήλθαν στην άσκηση της εξωγενείς παράγοντες.

 

(β) Όπου η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας οδηγεί σε πασιφανή αδικία, όπως είναι η περίπτωση στην οποία δε θα μπορούσε να προέλθει κανένα δικαστήριο (Αρέστη v. Ηλία (1991) 1 Α.Α.Δ. 984, 988, 989, Σιακόλας ν. Federal Bank of Lebanon (1992) 1 A.A.Δ. 710).

 

(γ) Όπου υπάρχει πλάνη ως προς τα γεγονότα, σφάλμα νόμου, εφαρμογή λανθασμένων αρχών δικαίου, λήψη υπόψη άσχετων στοιχείων, μη λήψη υπόψη σχετικών στοιχείων (Νεάρχου v. Χαραλάμπους (1991) 1 Α.Α.Δ. 954, Donald Campbell & Co. Ltd v. Pollak [1927] A.C. 732, Evans v. Bartlam [1937] A.C. 473, Young v. Thomas [1892] 2 Ch. 234 και Egerton v. Jones [1939] 3 All E.R. 892)."»

      Το Certiorari δεν στοχεύει στην αναθεώρηση της ορθότητας της απόφασης του κατωτέρου Δικαστηρίου, ούτε σκοπεύει στην αντικατάσταση της διακριτικής του εξουσίας και του τρόπου ενέργειας δυνάμει αυτής, ούτε και θα πρέπει να επιδιώκει την επανακρόαση του ζητήματος που ηγέρθη (βλ. R. v. Nortumberland Compensation Appeal Tribunal - ex parte Shaw [1952] 1 K.B. 338).

      Όπως φαίνεται από τα όσα τέθηκαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το ένταλμα έρευνας εκδόθηκε στις 5.10.2023, με το οποίο εξουσιοδοτούντο η Αστυνομία, οι Υγειονομικοί Λειτουργοί και οι Λειτουργοί των Φαρμακευτικών Υπηρεσιών, όπως εισέλθουν εντός του καταστήματος του Αιτητή, μεταξύ των ωρών 05:00 και 20:00 εντός ενός μηνός από την έκδοση του και ερευνήσουν για τα εκεί αναφερόμενα πράγματα, ήτοι ελεγχόμενα φάρμακα τάξεως Α και Β΄, φαρμακευτικά προϊόντα για τα οποία δεν εκδόθηκε άδεια κυκλοφορίας, ως επίσης άλλα τεκμήρια όπως τιμολόγια, έντυπα παραγγελιών και σημειώσεις. Με το ένταλμα εξουσιοδοτούντο επίσης όπως φέρουν τα εν λόγω πράγματα, καθώς και συλλάβουν τον υπεύθυνο και τον παρουσιάσουν, ενώπιον Δικαστηρίου για να τύχουν μεταχείρισης σύμφωνα με το Νόμο.

      Το πρώτο ζήτημα το οποίο εγείρεται είναι η μη ύπαρξη αναγκαιότητας έκδοσης του εντάλματος έρευνας. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής προβάλλει τα ακόλουθα:

(i)       Δεν προσδιορίζεται ο χρόνος κατά τον οποίο ο πληροφοριοδότης έλαβε γνώση για τα όσα ανέφερε στην Αστυνομία

 

(ii)      Η πάροδος τριών μηνών για την υποβολή αιτήματος για έκδοση του εντάλματος από τη λήψη της πληροφορίας καταδεικνύει τη μη ύπαρξη αναγκαιότητας έκδοσης του

 

(iii)    Το ένταλμα ήταν ανοικτό για εκτέλεση εντός ενός μηνός από την έκδοση του χωρίς οποιαδήποτε αιτιολογία ή αναγκαιότητα ως προς τούτο

 

(iv)   Δεν λήφθηκε υπόψιν ότι η πώληση φαρμακευτικών προϊόντων χωρίς την απαιτούμενη άδεια είναι αδίκημα που τιμωρείται με πρόστιμο, επομένως δεν υπήρχε η αναγκαιότητα έκδοσης του εντάλματος

 

(v) Βάσει του Τελωνειακού Κώδικα η Αστυνομία μπορούσε να προχωρήσει με ένταλμα έρευνας και κατάσχεση αντικειμένων, επομένως δεν ήταν αναγκαία η έκδοση του εντάλματος.

 

 

      Το Άρθρο 27 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, προνοεί για τις προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν για να δικαιολογείται η έκδοση εντάλματος έρευνας και το Άρθρο 28 του Κεφ. 155, προνοεί για το περιεχόμενο και την ισχύ τέτοιου εκδοθέντος εντάλματος.

      Σύμφωνα με το περιεχόμενο του όρκου που συνόδευε το αίτημα για την έκδοση του υπό κρίση εντάλματος έρευνας, πράγματι γίνεται αναφορά στη λήψη πληροφορίας στις 10.7.2023 στα γραφεία της ΥΚΑΝ Πάφου η οποία είναι δεόντως καταχωρημένη στα μητρώα της Αστυνομίας, ότι στο εν λόγω κατάστημα πωλούνται σακουλάκια με ανθούς κάνναβης, πάνω στα οποία αναγράφεται το ποσοστό THC 0.2%. Στον όρκο αναφέρεται επίσης ότι σύμφωνα με τον πληροφοριοδότη, εντόπισε στην κατοχή του γιού του ένα σακουλάκι στο οποίο αναγράφεται «ανθοί κάνναβης» και το οποίο περιείχε ανθούς κάνναβης, το οποίο προμηθεύτηκε από το εν λόγω κατάστημα. Επιπλέον και ο ίδιος ο πληροφοριοδότης διαπίστωσε ότι στο εν λόγω κατάστημα πωλούνται και άλλα προϊόντα που περιέχουν κάνναβη. Σύμφωνα πάντα με τον όρκο, ο πληροφοριοδότης ανέφερε ότι ανάλυση ούρων του γιου του είχε θετική ένδειξη στην κάνναβη. Μετά τη λήψη της πληροφορίας, μέλη της ΥΚΑΝ Πάφου διενέργησαν εξετάσεις σε διαφορετικές ημερομηνίες και ώρες, και διαπιστώθηκε ότι το εν λόγω κατάστημα λειτουργεί και εκθέτει προϊόντα προς πώληση στα οποία αναγράφεται CDB και THC, ότι τα εν λόγω προϊόντα διαφημίζονται και στην ιστοσελίδα του καταστήματος και ότι αυτά είναι προϊόντα του φυτού κάνναβης. Αναφέρεται επίσης ότι η ένδειξη CDB παραπέμπει στην ουσία κανναβιδιόλη, η οποία είναι φαρμακευτική ουσία για την οποία απαιτείται άδεια κυκλοφορίας σκευασμάτων που την περιέχουν και ότι η ουσία τετραϋδροκανναβινόλη (THC) κατατάσσεται ως ελεγχόμενο φάρμακο σύμφωνα με τον περί Ναρκωτικών φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμο, Ν.29/77. Στον όρκο αναφέρεται περαιτέρω ότι με βάση τις πιο πάνω εξετάσεις, η πληροφορία αξιολογήθηκε θετικά και το εν λόγω κατάστημα αναμένεται να ελεγχθεί και ερευνηθεί σε συνεργασία με αρμόδιους λειτουργούς του Υπουργείου Υγείας.

      Στον όρκο γίνεται αναφορά στην πληροφορία καθώς επίσης στο περιεχόμενο αυτής, ήτοι πως στο κατάστημα υπήρχαν και διατίθεντο προς πώληση τα συγκεκριμένα προϊόντα, τα οποία μάλιστα πωλήθηκαν σε συγκεκριμένο πρόσωπο το οποίο βρέθηκε θετικό σε κάνναβη. Αυτή η αναφορά κρίνεται επαρκής μαρτυρία για στοιχειοθέτηση της εύλογης υπόνοιας πως στο εν λόγω κατάστημα υπήρχαν και πωλούνταν τα συγκεκριμένα προϊόντα. Σχετική είναι η υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του A.D.S., Πολ. Έφεση Αρ. 340/2021, ημερ. 6.7.2023, στην οποία λέχθηκαν τα ακόλουθα:

«Όσον αφορά στη μη αποκάλυψη της πηγής γνώσης του πληροφοριοδότη, σχετική είναι και η Αίτηση του Ι. ΧΧΧ, Πολιτική Αίτηση Αρ. 114/20, ημερ. 20.10.2020, ECLI:CY:AD:2020:D356, όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Πρέπει να λεχθεί ακόμη πως ανεξαρτήτως αν καλώς χρησιμοποιείται η λέξη «πληροφορία», σημασία έχει ότι ουδέποτε και πουθενά στον όρκο, η πληροφορία δεν συγκεκριμενοποιείται σε κάτι απτό. Ακόμη και αν δεν κατονομάζεται ο πληροφοριοδότης (κάτι τέτοιο δεν απαιτείται) θα πρέπει να υπάρξει κάποιου είδους τεκμηρίωση, από πού και με ποίον τρόπο η πληροφορία οδήγησε στα καταληκτικά συμπεράσματα. Στην πράξη, επί του όρκου, μόνο συμπεράσματα καταγράφονται.

 

Η ανάγκη παρουσίασης ενός είδους μαρτυρίας για στοιχειοθέτηση της εύλογης υπόνοιας, βεβαίως δεν σημαίνει καταγραφή στοιχείων με αποδεικτική αξία σε υψηλό επίπεδο. (Βλ. C.P.S. Freight Services Ltd v. Γεν. Εισαγγελέα Πολ. Εφ. 219/14, 29.2.2016). Έστω και σε χαμηλό επίπεδο όμως, πρέπει να δοθούν στοιχεία και όχι απλά συμπεράσματα ή καταλήξεις, όπως συμβαίνει εν προκειμένω.»»

 

   Με βάση το περιεχόμενο του όρκου, προκύπτει πως πέραν της λήψης της πληροφορίας η ίδια η Αστυνομία προέβη στις δικές της εξετάσεις και ενέργειες και διαπίστωσε το αξιόπιστο αυτής, επομένως η μαρτυρία που υπήρχε ενώπιον του Δικαστηρίου δεν περιορίζετο στην πληροφορία αλλά και στις μετέπειτα εξετάσεις και διαπιστώσεις της Αστυνομίας. Επομένως, δεν μπορεί να γίνεται λόγος ότι η μοναδική μαρτυρία ήταν η πληροφορία η οποία είχε ληφθεί τρεις μήνες πριν το αίτημα για την έκδοση του εντάλματος. Παρά την παράλειψη του προσδιορισμού των ημερομηνιών και ωρών κατά τις οποίες μέλη της ΥΚΑΝ προέβαιναν σε εξετάσεις στο εν λόγω κατάστημα, εντούτοις προκύπτει από το περιεχόμενο του όρκου ότι αυτές έλαβαν χώρα μετά τη λήψη της πληροφορίας και κατά το διαρρεύσαν χρονικό διάστημα. Με αυτά τα δεδομένα, δεν τίθετο θέμα καθυστέρησης στην υποβολή του αιτήματος στη βάση και μόνο της λήψης της πληροφορίας τρεις μήνες προηγουμένως.

      Το σύνολο της μαρτυρίας ήταν τέτοιο που ικανοποιούσε τον Δικαστή που εξέτασε το αίτημα ότι υπάρχει εύλογη αιτία πως ο Αιτητής διατηρεί και κατέχει στο κατάστημα του ελεγχόμενο φάρμακο το οποίο απαγορεύεται από τον Νόμο και πωλείται χωρίς την απαιτούμενη άδεια. Εξού και ο Δικαστής που εξέδωσε το ένταλμα αναφέρει ότι με βάση την ένορκη δήλωση υπάρχει εύλογος αιτία να πιστεύεται πως εντός του καταστήματος «παράνομα φυλάσσονται ελεγχόμενα φάρμακα τάξεως Α και Β, φαρμακευτικά προϊόντα για τα οποία δεν εκδόθηκε άδεια κυκλοφορίας, ως επίσης και άλλα τεκμήρια όπως τιμολόγια, έντυπα παραγγελιών, σημειώσεις» και στο τέλος αυτού ότι ικανοποιήθηκε λογικά για την ανάγκη έκδοσης του εντάλματος.

      Το ένταλμα επέτρεπε τη διενέργεια της έρευνας εντός των προαναφερόμενων ωρών (σύμφωνα με το Άρθρο 29 του Κεφ. 155) και εντός ενός μηνός από την έκδοση του, όπως επιτρέπει το Άρθρο 29(3)(β) του Ν.29/77. Στον όρκο αναφέρεται ο λόγος για τον οποίο ζητείται η δυνατότητα εκτέλεσης του εντάλματος εντός ενός μηνός, ήτοι «για να επιλεγεί ο κατάλληλος χρόνος εκτέλεσης του». Ο Δικαστής που εξέδωσε το ένταλμα προφανώς και ικανοποιήθηκε για τον λόγο αυτό, εξού και καθόρισε τον χρόνο εκτέλεσης ως το αίτημα της Αστυνομίας.

      Η αρχή της αναλογικότητας, την οποία επικαλείται ο Αιτητής, έχει καθιερωθεί από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τυγχάνει εφαρμογής στο δικό μας δικαϊκό σύστημα. Όπως τονίστηκε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Ευδόκα, Πολ. Έφεση 51/2017, ημερ. 14.11.2018, ECLI:CY:AD:2018:A500, με αναφορά στην υπόθεση R. (Cronin) v. Sheffield Magistrates' Court (2003) W.L.R. 52, για να υπάρξει συμμόρφωση με το Άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, ο Δικαστής θα πρέπει να εξετάσει κατά πόσο το ένταλμα ήταν απαραίτητο και πληροί την αρχή της αναλογικότητας, τόσο όσον αφορά τον τρόπο έκδοσης αλλά και εκτέλεσης του.

             Η θέση του Αιτητή ότι το ένταλμα εκδόθηκε κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας καθότι ο Δικαστής που εξέδωσε το ένταλμα δεν έλαβε υπόψιν πως η πώληση φαρμακευτικών προϊόντων χωρίς άδεια συνιστά αδίκημα τιμωρούμενο με χρηματική ποινή, δεν κρίνεται βάσιμη. Και τούτο, καθότι στον όρκο αναφερόταν ότι η Αστυνομία διερευνούσε και αδικήματα κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α και Β, τα οποία επισύρουν πολύ αυστηρότερες ποινές και δη φυλάκισης.

      Αντίστοιχη είναι και η προσέγγιση του παρόντος Δικαστηρίου αναφορικά με τη θέση του Αιτητή ότι βάσει του Τελωνειακού Κώδικα υπήρχε η δυνατότητα επίσκεψης στο κατάστημα και κατάσχεσης προϊόντων χωρίς την ανάγκη έκδοσης του εντάλματος. Αυτή η θέση περιορίζεται στα αδικήματα βάσει του Τελωνειακού Κώδικα ενώ η υπό κρίση περίπτωση αφορούσε και αδικήματα βάσει του Ν.29/77. Κρίνεται σκόπιμο να λεχθεί πως το παρόν Δικαστήριο θεωρεί οξύμωρο ο Αιτητής να δέχεται και αναγνωρίζει ότι υπήρχε η δυνατότητα για είσοδο των αρμοδίων αρχών και κατάσχεση προϊόντων, η οποία απλώς υλοποιήθηκε στην προκειμένη περίπτωση με την έκδοση και εκτέλεση εντάλματος. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει λογική στο παράπονο του Αιτητή ότι επειδή η έρευνα και η κατάσχεση θα μπορούσε να γίνει χωρίς ένταλμα έρευνας δυνάμει συγκεκριμένου Νόμου, αυτές διενεργήθηκαν στη βάση εντάλματος και μάλιστα δυνάμει άλλου Νόμου.

      Αποτελεί εισήγηση του Αιτητή ότι ο λόγος έκδοσης του εντάλματος προς διευκόλυνση των Αστυνομικών ερευνών είναι άγνωστος στον Νόμο. Ο Αιτητής παραγνωρίζει όμως ότι στον όρκο αναφέρεται πως το ένταλμα ζητείται «για διερεύνηση και εξιχνίαση της υπόθεσης». Ο Δικαστής εξέδωσε το ένταλμα προς συμμόρφωση με το Άρθρο 27(γ)(ι) του Κεφ. 155 το οποίο του δίδει εξουσία να εκδώσει ένταλμα έρευνας για έρευνα και ανεύρεση οποιουδήποτε πράγματος το οποίο εμπίπτει εντός ενός εκ των εδαφίων (α)-(γ), και να το κατάσχει και μεταφέρει ενώπιον Δικαστηρίου για να τύχει μεταχείρισης σύμφωνα με τον Νόμο. Επομένως, το ένταλμα ζητήθηκε και εκδόθηκε όχι μόνο για τον σκοπό διευκόλυνσης των Αστυνομικών ερευνών, αλλά για τη διερεύνηση και εξιχνίαση της υπόθεσης, κάτι το οποίο αποτελεί καθόλα νόμιμο σκοπό ενός εντάλματος έρευνας.

      Ο λόγος που αφορά στην παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας στη βάση του ότι υπήρχε δυνατότητα εισόδου στο κατάστημα και κατάσχεσης πραγμάτων χωρίς ένταλμα έχει ήδη κριθεί αβάσιμος.

      Ο τελευταίος λόγος αφορά στο ότι η έκδοση και η εκτέλεση του εντάλματος είναι καταχρηστικές. Η βάση της εισήγησης περί καταχρηστικότητας της έκδοσης του εντάλματος λόγω της δυνατότητας εκτέλεσης αυτού όχι άμεσα αλλά εντός ενός μηνός από την έκδοση του, έχει ήδη κριθεί αβάσιμη. Εν πάση περιπτώσει, δεν παραγνωρίζεται ότι η Αστυνομία προέβη στην εκτέλεση του εντάλματος την ίδια μέρα έκδοσης του, κάτι το οποίο καταδεικνύει ότι κατά πάντα ουσιώδη χρόνο από την υποβολή του αιτήματος για έκδοση του εντάλματος, η Αστυνομία είχε πρόθεση να προβεί στην εκτέλεση του το συντομότερο δυνατό και χωρίς οποιαδήποτε καθυστέρηση.

      Ο Αιτητής εγείρει ζήτημα καταχρηστικότητας και της εκτέλεσης του εντάλματος λόγω της μεγάλης ποσότητας προϊόντων που κατασχέθηκαν κατά την εκτέλεση αυτού. Χρήσιμη καθοδήγηση επί του θέματος προσφέρει η υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Ευδόκα, Πολ. Έφεση Αρ. 51/17, ημερ. 14.11.2018, ECLI:CY:AD:2018:A500. Στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση της εταιρείας ERA CYPRUS LTD και του Ανδρέα Αντωνίου (2008) 1(Β) Α.Α.Δ. 1051, λέχθηκε ότι στο ένταλμα έρευνας θα πρέπει να υπάρχει συγκεκριμένη περιγραφή των πραγμάτων και αντικειμένων τα οποία η Αστυνομία δύναται να εντοπίσει και παραλάβει, ούτως ώστε να μην παρέχεται «ανεπίτρεπτα ευρεία διακριτική εξουσία» ως προς το τι είναι δυνατό να αναζητηθεί και παραληφθεί.

      Κατ' αρχάς τόσο στον όρκο αλλά και στο ένταλμα ζητείτο η έκδοση εντάλματος για την έρευνα του καταστήματος και την ανεύρεση και παραλαβή συγκεκριμένων αντικειμένων που συνδέονται με τα υπό εξέταση αδικήματα και όχι παρέχοντας ευρεία εξουσία στην Αστυνομία. Το ένταλμα καθόριζε για την ανεύρεση και παραλαβή ελεγχόμενων φαρμάκων τάξεως Α και Β, φαρμακευτικών προϊόντων για τα οποία δεν είχε εκδοθεί άδεια κυκλοφορίας, και άλλων τεκμηρίων, όπως τιμολόγια έντυπα παραγγελιών και σημειώσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι με βάση την απόδειξη παράδοσης-παραλαβής διαφαίνεται ότι τελικώς όλα ανεξαιρέτως τα προϊόντα τα οποία παραλήφθηκαν έφεραν ενδείξεις CDB και HTC με αναφορά στα ποσοστά αυτών, επομένως φαίνεται να ενέπιπταν εντός της κατηγορίας των ελεγχόμενων φαρμάκων τάξεως Α και Β. 

      Εν πάση περιπτώσει, δεν έχει προβληθεί ισχυρισμός ότι τα κατασχεθέντα αντικείμενα δεν έπρεπε να είχαν κατασχεθεί καθότι δεν αποτελούν τέτοια πράγματα των οποίων ο Νόμος επιτρέπει την κατάσχεση τους στα πλαίσια εκτέλεσης του εντάλματος έρευνας. Η επιστροφή μέρους ή όλων εξ αυτών ενδεχομένως να αποτελεί αντικείμενο άλλης διαδικασίας που αφορά στα παραληφθέντα τεκμήρια.

      Για όλους τους λόγους που αναλύονται ανωτέρω, η παρούσα Αίτηση κρίνεται αβάσιμη.

      Η Αίτηση απορρίπτεται.

 

                                                        Ε. ΕΦΡΑΙΜ, Δ.

 

 

 

/κβπ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο