ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 120/2023)
16 Οκτωβρίου, 2023
[ΔΑΥΙΔ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ TΗN ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Ν. Π. ΕΚ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΕΩΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 16/09/23, ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤ.119 Χ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΊΟ ΔΙΑΤΑΧΘΗΚΕ Η ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΟΥ Ν. Π..
........................
Α. Χρίστου μαζί με Ν. Ζένιου, για Α. Χρίστου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.,
για τον Αιτητή.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΔΑΥΙΔ, Δ.: Με την προώθηση της υπό συζήτηση αίτησης, ο αιτητής επιζητά την άδεια του Δικαστηρίου για καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, με το οποίο να ακυρώνεται δικαστικό ένταλμα σύλληψης που εκδόθηκε σε βάρος του από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, στις 16.9.2023.
Η Αίτηση, συνοδεύεται από σχετική Έκθεση και ένορκη δήλωση του αιτητή, ημερομηνίας 29.09.2023.
Ως διακηρύσσεται ήδη από το αιτητικό της αίτησης, η αιτούμενη άδεια επιζητείται «επί τη βάση του ότι δεν μπορούσε να προκύψει από την προσκομισθείσα μαρτυρία, ως αυτή αποκαλύφθηκε από τον όρκο της Αστυνομίας που συνόδευε στην σχετική αίτηση για την έκδοση του Εντάλματος Σύλληψης, η στοιχειοθέτηση της αναγκαίας εύλογης υπόνοιας» εναντίον του αιτητή.
Παρεμβάλλεται ότι η προβαλλόμενη στη συνοδευτική Έκθεση θέση του αιτητή, ότι η ένορκη δήλωση του αστυνομικού που υποστήριζε το σχετικό αίτημα της αστυνομίας οδήγησε διά δόλου ή και ψευδορκίας στην έκδοση του υπό κρίση Εντάλματος Σύλληψης, με σχετική δήλωση του ευπαίδευτου δικηγόρου του αιτητή κατά το στάδιο της ακρόασης της αίτησης, εγκαταλείφθηκε.
Πριν από την εξέταση των θέσεων και εισηγήσεων της πλευράς του αιτητή, κρίνεται σκόπιμη η αδρομερής παράθεση του περιεχομένου της ένορκης δήλωσης που συνόδευε το αίτημα της αστυνομίας, ως αυτή τέθηκε υπόψη του Δικαστηρίου που εξέτασε το σχετικό αίτημα και τελικά εξέδωσε το Ένταλμα Σύλληψης στις 16.09.2023. Σύμφωνα με αυτήν, το βράδυ της 07.09.2023, ειδικότερα στις 22:20, λήφθηκε πληροφορία στο Τμήμα Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων, για φωτιά σε οχήματα σε οικία στη Λευκωσία. Μέλη της Αστυνομίας και Πυροσβεστικής που μετέβησαν στο χώρο, διαπίστωσαν ότι τρία οχήματα που ήταν σταθμευμένα στο χώρο στάθμευσης της οικίας, καταστράφηκαν ολοσχερώς από τη φωτιά, η οποία προκάλεσε επίσης εκτεταμένες ζημιές τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά της εν λόγω οικίας. Σύμφωνα με την Πυροσβεστική Υπηρεσία, που ως και η Αστυνομία εξέτασε το χώρο, η φωτιά τέθηκε κακόβουλα με τη χρήση εύφλεκτης ύλης. Από επιθεώρηση του κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης που καλύπτει την οικία, διαπιστώθηκε, μεταξύ άλλων, ότι στις 07.09.2023 και περί ώρα 22:00, όχημα μάρκας Toyota IST στάθμευσε έξω από την είσοδο του χώρου στάθμευσης της ως άνω οικίας και από τις θέσεις του οδηγού και συνοδηγού αποβιβάζονται δύο άτομα. Το πρόσωπο το οποίο αποβιβάζεται από την θέση του συνοδηγού εισέρχεται στον χώρο στάθμευσης πηδώντας πάνω από το κάγκελο και ακολούθως ο οδηγός του δίνει μια πλαστική τσάντα και ένα άλλο αντικείμενο μικρών διαστάσεων. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα οι δράστες αποχωρούν με το όχημα από το σημείο και ακολούθως ξεσπά φωτιά. Ο οδηγός περιγράφεται ως ψηλός, ισχυρής σωματικής διάπλασης, ηλικίας περίπου 60 ετών, με μακριά μαλλιά και μακριά γενειάδα. Φορούσε κοντομάνικη φανέλα και μακρύ παντελόνι, ενώ διακρινόταν καθαρά το πρόσωπο του καθώς και τατουάζ στα δύο του χέρια. Όσον αφορά τον συνοδηγό, αυτός περιγράφεται μικρής σωματικής διάπλασης ενώ φορούσε μακρύ παντελόνι, φούτερ με κουκούλα που κάλυπτε τα μαλλιά του και αθλητικά παπούτσια με μαύρη σόλα. Την 14.09.2023 λήφθηκε πληροφορία από πρόσωπο που επιθυμούσε να παραμείνει ανώνυμο, ότι στην εν λόγω υπόθεση εμπλέκεται ο αιτητής. Από έλεγχο στο σύστημα της Αστυνομίας, διαπιστώθηκε ότι ο αιτητής χρησιμοποιεί μεταξύ άλλων το όχημα με αριθμούς εγγραφής [ ], μάρκας Toyota IST, αργυρού χρώματος, ιδιοκτησίας τρίτου προσώπου. Την 16.09.2023 και ώρα 07:30 υποδείχθηκαν οι φωτογραφίες από το κλειστό κύκλωμα σε αστυνομικό που εργάζεται στον Αστ. Σταθμό Παλαιχωρίου, ο οποίος είδε και αναγνώρισε τον αιτητή ως τον ένα εκ των δύο δραστών, τον οποίο γνωρίζει προσωπικά αφού απασχόλησε ξανά τον Σταθμό. Επρόκειτο για τον οδηγό, τον οποίο αναγνώρισε από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του προσώπου του, την γενειάδα, τα μακριά μαλλιά και τον σωματότυπο του. Ερωτηθείς δε για το πως κινείται ο αιτητής, ανάφερε ότι οδηγά ένα αυτοκίνητο με αριθμούς εγγραφής [ ], μάρκας Toyota IST, αργυρού χρώματος, το οποίο ανήκει στην αδερφότεχνη του.
Το ως άνω υπόβαθρο γεγονότων και γενικότερα και αφού μελέτησε προσεκτικά κάθε τι που τέθηκε υπόψη του, ως καταγράφει ο Δικαστής που επιλήφθηκε της αίτησης της αστυνομίας, τον ικανοποίησαν για την ύπαρξη εύλογης υπόνοιας ότι ο αιτητής ενέχεται στη διάπραξη των αδικημάτων της Συνομωσίας προς διάπραξη Κακουργήματος και του Εμπρησμού και ότι η έκδοση του αιτούμενου Εντάλματος Σύλληψης είναι αναγκαία και επιθυμητή. Ικανοποιούμενος ότι συντρέχουν σωρευτικά οι προϋποθέσεις προς τούτο, προχώρησε στην έκδοση του σχετικού Εντάλματος Σύλληψης.
Οι λόγοι επί των οποίων βασίζεται η υπό συζήτηση αίτηση προκρίνονται στην ως άνω Έκθεση, ενώ επαναλαμβάνονται και σε κάποιο βαθμό εξειδικεύονται στην ένορκη δήλωση του αιτητή. Μέσω της τελευταίας, τέθηκαν υπόψη του Δικαστηρίου, αυτούσια, τόσο το εκδοθέν Ένταλμα Σύλληψης όσο και η ένορκη δήλωση του αστυνομικού που συνόδευε το αίτημα της αστυνομίας για έκδοση του. Προβάλλεται από την πλευρά του αιτητή ότι στην ως άνω ένορκη δήλωση του αστυνομικού που υποστήριζε το αίτημα για την έκδοση του εντάλματος σύλληψης, δεν υπάρχει οποιαδήποτε καταγραφή ή και διευκρίνιση για τον τρόπο που αξιολογήθηκε η πληροφορία του φερόμενου ως πληροφοριοδότη που αρχικά ενέπλεξε τον αιτητή στη διάπραξη των αδικημάτων που αφορούσε το ένταλμα, ούτε ο χρόνος που αυτή η πληροφορία περιήλθε στην κατοχή του τελευταίου. Η ως άνω γενική και αόριστη πληροφορία, υποδεικνύεται, η οποία ενέπλεκε τον αιτητή χωρίς ο πληροφοριοδότης να αποκαλύπτει την πηγή της γνώσης του, ούτε να αναφέρει ότι συνεργάστηκε ή γνώριζε τον τελευταίο με οποιοδήποτε τρόπο και χωρίς να φαίνεται ότι ο πληροφοριοδότης ήταν αυτόπτης μάρτυρας, φαίνεται να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη και να επηρεάζει ότι ακολούθησε. Ακόμα και αν η ακολουθήσασα αναγνώριση του αιτητή από αστυνομικό, κριθεί πως δεν συνδέεται με τον πιο πάνω πληροφοριοδότη, δυνάμενη έτσι να αποτελέσει αυτοτελή βάση για τη στοιχειοθέτηση της αναγκαίας εύλογης υπόνοιας, και πάλι, δεν θα πρέπει να θεωρηθεί αρκετή. Μέσω της ένορκης δήλωσης που τέθηκε στο Δικαστήριο προς υποστήριξη του αιτήματος για έκδοση του Εντάλματος Σύλληψης, προβάλλεται, τίθεται μια αοριστολογική, ασαφής και γενική αναφορά ότι ένας αστυνομικός αναγνώρισε τον αιτητή από φωτογραφίες κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης και ότι τον γνωρίζει προσωπικά, αφού απασχόλησε ξανά τον Αστυνομικό Σταθμό που ο αστυνομικός υπηρετεί. Η ως άνω αναφορά, χωρίς την παράθεση οποιασδήποτε άλλης λεπτομέρειας, όπως ο βαθμός εξοικείωσης του συγκεκριμένου αστυνομικού με τον ύποπτο και τα χαρακτηριστικά του, ούτε η παρουσίαση οποιασδήποτε σχετικής για το ζήτημα μαρτυρίας, δεν θα έπρεπε να θεωρηθούν ικανά για την κατάδειξη εύλογων υπονοιών σε βάρος του αιτητή. Η ένορκη δήλωση του αστυνομικού, υποστηρίζει η πλευρά του αιτητή, είναι ανεπαρκής και αόριστη χωρίς να συνδέει το πρόσωπο του τελευταίου με τα υπό διερεύνηση διαπραχθέντα αδικήματα. Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, προκρίνεται, έδρασε καθ' υπέρβαση εξουσίας και πεπλανημένα αφού δεν αξιολόγησε με τον ενδεδειγμένο τρόπο τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του. Δεν διέγνωσε την αοριστολογία και γενικότητα των όσων του παρουσιάστηκαν, καταλήγοντας εσφαλμένα σε διαπιστώσεις ύπαρξης εύλογης υπόνοιας διάπραξης των αδικημάτων από τον αιτητή κατά παρέκκλιση όσων ορίζουν το Σύνταγμα, οι σχετικές διατάξεις του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου αλλά και οι νομολογικές αρχές. Η παράτυπη και παράνομη έκδοση του εντάλματος σύλληψης, υποστηρίζεται καταληκτικά, παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα του αιτητή όπως και το θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας, ως αυτά προστατεύονται τόσο από το άρθρο 11 του Συντάγματος όσο και το άρθρο 5 της ΕΣΔΑ.
H εξουσία για την έκδοση εντάλματος σύλληψης παρέχεται από το Άρθρο 11.2(γ) του Συντάγματος. Σύμφωνα με αυτό, όποτε και όπως ο νόμος ορίζει, εφόσον υπάρχει εύλογη υπόνοια ότι κάποιο άτομο ενέχεται στη διάπραξη αδικήματος, επιτρέπεται η σύλληψής του. Σύμφωνα δε με το Άρθρο 18(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155, ως έχει τροποποιηθεί:
«18.-(1) Όταν δικαστής ικανοποιείται με γραπτή ένορκη δήλωση ότι υπάρχει εύλογη υπόνοια να πιστεύεται ότι ένα πρόσωπο διέπραξε αδίκημα ή όταν η σύλληψη ή η κράτηση θεωρηθεί ευλόγως αναγκαία για παρεμπόδιση διαπράξεως αδικήματος ή αποδράσεως μετά τη διάπραξη αυτού, ο δικαστής δύναται να εκδώσει ένταλμα (που θα αναφέρεται στον παρόντα Νόμο ως ένταλμα συλλήψεως) το οποίο να εξουσιοδοτεί τη σύλληψη του ατόμου εναντίον του οποίου στρέφεται το ένταλμα.»
Το ως άνω άρθρο του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.105, προδιαγράφει τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να καταδεικνύεται η ύπαρξη της εύλογης υπόνοιας. Τούτο, μπορεί να γίνει μέσα από γραπτή ένορκη δήλωση, η οποία να ικανοποιεί τον Δικαστή «ότι υπάρχει εύλογη υπόνοια να πιστεύεται ότι ένα πρόσωπο διέπραξε αδίκημα». Στην περίπτωση που η απάντηση στο πιο πάνω, πρωτεύον ερώτημα, είναι καταφατική, το Δικαστήριο θα προχωρήσει να εξετάσει κατά πόσον τα ιδιαίτερα γεγονότα της υπόθεσης καθιστούν ή όχι την έκδοση του εντάλματος σύλληψης αναγκαία ή επιθυμητή. Μόνο στην περίπτωση που ικανοποιηθεί ότι συντρέχει και αυτή η προϋπόθεση, θα προχωρήσει στην έκδοση του εντάλματος σύλληψης (βλ. Πολυκάρπου (1991) 1 Α.Α.Δ. 207, Παναγιώτου (2004) 1(β) Α.Α.Δ. 1094, Αναφορικά με την Αίτηση του Ν.Κ., Πολ. Εφ. Αρ. 19/2022, ημερ. 13.1.2023, ECLI:CY:AD:2023:B79 και Αναφορικά με την Αίτηση του M. J. D., Πολ. Εφ. 144/22, ημερ. 3.10.2023). Έχει ασφαλώς τη δική της σημασία, η υπόμνηση του γεγονότος ότι στις περιπτώσεις του είδους, η αποδεικτική αξία του μαρτυρικού υλικού που τίθεται υπόψιν του Δικαστηρίου, δεν αποτιμάται σε αυτό το στάδιο.
Οι αρχές με βάση τις οποίες παρέχεται άδεια για καταχώριση αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος αυτής της μορφής είναι κατά εδραιωμένες και από μακρού χρόνου αποκρυσταλλωμένες από τη νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου. Τέτοια άδεια παρέχεται όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή συζητήσιμη υπόθεση, ενώ ο έλεγχος σε σχέση με τα εντάλματα σύλληψης, γίνεται σε σχέση με τη νομιμότητα της έκδοσής τους.
Στην υπό συζήτηση περίπτωση, με κάθε το σεβασμό προς την περί του αντιθέτου εισήγηση και θέσεις του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή, το περιεχόμενο του Όρκου που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου που εξέτασε το αίτημα για έκδοση του υπό συζήτηση Εντάλματος Σύλληψης, καταδεικνύει το ατελέσφορο της υπό εξέταση αίτησης. Εξηγούμαι.
Η αρμόδια Αρχή, δεν απευθύνθηκε στο Δικαστήριο εδράζοντας το αίτημα της στην πληροφορία η οποία λήφθηκε στις 14.09.2023, από πρόσωπο που επιθυμούσε να παραμείνει ανώνυμο, περί εμπλοκής του αιτητή στην υπόθεση που διερευνούσε. Η πιο πάνω αναφορά, γενική και αόριστη ως μεταφέρθηκε στο Δικαστήριο, απογυμνωμένη από οποιοδήποτε άλλο στοιχείο ή μαρτυρία θα δικαιολογούσε, ενδεχομένως, τις προβαλλόμενες θέσεις εκ μέρους του αιτητή περί ασαφούς, γενικής και αόριστης αναφοράς, μαρτυρίας και στοιχείων. Στην υπό εξέταση περίπτωση, η συνολική εικόνα που τέθηκε στο Δικαστήριο μέσω της ένορκης δήλωσης που υποστήριζε το αίτημα, αναφορικά με το εγειρόμενο από την πλευρά του αιτητή ζήτημα της μη ύπαρξης εύλογης υπόνοιας εναντίον του για τη διάπραξη των υπό διερεύνηση αδικημάτων, είναι πολύ συγκεκριμένη και διαυγής, στο βαθμό πάντα που τούτο απαιτείτε στις περιπτώσεις του είδους.
Στο πλαίσιο της διερεύνησης της υπόθεσης, η αρμόδια Αρχή απευθύνθηκε στο Δικαστήριο για έκδοση Εντάλματος Σύλληψης, αφού προηγουμένως εξασφάλισε άλλα στοιχεία και μαρτυρία. Ως τέθηκε υπόψη του Δικαστηρίου, αξιοποιώντας κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης έγινε κατορθωτό να απομονωθούν οι φερόμενοι ως δράστες, κατά τρόπο που δόθηκε η ευκαιρία, σε συγκεκριμένο πρόσωπο, το οποίο γνώριζε προσωπικά τον αιτητή ενόψει του γεγονότος ότι απασχόλησε ξανά τον Αστυνομικό Σταθμό στον οποίο υπηρετεί, να τον αναγνωρίσει κατά τον απόλυτο τρόπο που μεταφέρθηκε τούτο στο Δικαστήριο, ως ένα εκ των φερόμενων εμπλεκομένων - δραστών (ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του προσώπου του, την ιδιαιτερότητα των μαλλιών και την γενειάδας του, ως επίσης το σωματότυπο του). Εξηγήθηκε περαιτέρω στο Δικαστήριο ο τρόπος με τον οποίο ο αιτητής συνδέεται με τον ιδιοκτήτη του αυτοκινήτου με αριθμούς εγγραφής [ ], μάρκας Toyota IST, όχημα με το οποίο παρουσιάζεται να κινείται ο αιτητής, ενώ ταυτόχρονα αυτοκίνητο ίδιας μάρκας, εντοπίζεται από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης να σταθμεύει έξω από την είσοδο του χώρου στάθμευσης της οικίας στην οποία τέθηκε η φωτιά στα τρία αυτοκίνητα, από το οποίο αποβιβάζονται οι φερόμενοι δράστες και στη συνέχεια, επιβιβαζόμενοι σε αυτό, να αποχωρούν από το χώρο στον οποίο ακολούθως ξέσπασε η φωτιά.
Το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης που συνόδευε και υποστήριζε το αίτημα για έκδοση του Εντάλματος Σύλληψης, συνολικά θεωρούμενο, σε αντίθεση με όσα προβάλλει η πλευρά του Αιτητή περί αοριστολογίας και ασάφειας, κρίνεται ότι με καθαρότητα και σαφήνεια παραθέτει γεγονότα τέτοιας έντασης και μορφής, από κάθε άποψη επαρκή για απόδειξη του στοιχείου της εύλογης υπόνοιας για ανάμιξη του Αιτητή στη διάπραξη των σοβαρών αδικημάτων που η Αστυνομία διερευνούσε.
Στην υπό συζήτηση περίπτωση, πέραν από την αμφισβήτηση της απόδειξης εύλογων υπονοιών για τη διάπραξη των αδικημάτων από τον αιτητή, δεν αμφισβητήθηκε η αναγκαιότητα της έκδοσης του Εντάλματος Σύλληψης, ούτε προβλήθηκαν ζητήματα αιτιολόγησής του. Τούτων λεχθέντων, είναι αρκετό να σημειωθεί ότι η φύση και η σοβαρότητα των αδικημάτων, η ανάγκη συμπλήρωσης των αστυνομικών εξετάσεων για πλήρη εξιχνίαση δεδομένων των πληροφοριών που είχε στα χέρια της η αστυνομία, οι οποίες και οδήγησαν στον εντοπισμό του αιτητή, χωρίς παράλληλα να υποτιμάται ο κίνδυνος ο αιτητής να καταστρέψει ή να αλλοιώσει μαρτυρικό υλικό ή ακόμα να επηρεάσει μάρτυρες ή τυχόν άλλους εμπλεκόμενους, αποτελούν παράγοντες που ουσιαστικά επισφράγιζαν την αναγκαιότητα έκδοσης τους επίδικου εντάλματος σύλληψης, το οποίο κρίνεται δεόντως αιτιολογημένο, καλύπτοντας το σύνολο των προνοιών και προϋποθέσεων του νόμου και της νομολογίας.
Υπό το φως όσων πιο πάνω έχουν εκτεθεί, η υπό κρίση αίτηση δεν έχει περιθώρια επιτυχίας.
Αναπόδραστα ως εκ τούτου, απορρίπτεται.
Α. ΔΑΥΙΔ, Δ.
/κβπ