ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 114/2023)
(i-justice)
24 Οκτωβρίου, 2023
[Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 13 ΚΑΙ 14 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟΥ ΚΕΦ. 105
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 5 ΚΑΙ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΩΝ, ΤΟΝ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΟ ΑΡΘΡΟ 15 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2008/115/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 16ης ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2008, ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ, ΤΟ ΑΡΘΡΟ 18ΠΣΤ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟΥ ΚΕΦ. 105 ΩΣ ΕΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ 153(Ι)/2011, ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 30, 34 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 1,2,4,5(3),10,11,14 ΚΑΙ 15 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018 (5/2018), ΤΑ ΑΡΘΡΑ 2, 4, 8, 9Δ, 9ΣΤ ΚΑΙ 16Δ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟΥ Ν.6(Ι)/2000 ΩΣ ΕΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 2, 19, 29 ΚΑΙ 30 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟΥ 1960 (Ν.14/60), ΣΤΟΥΣ ΘΕΣΜΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Δ.25, Θ1.5, Δ.39, Δ.48 Θ 1-4, 9, Δ.57 ΚΑΙ Δ.64.2 ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΕΙΚΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙ ΤΩΝ ΣΥΜΦΥΩΝ ΕΞΟΥΣΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ, ΩΣ ΚΑΙ ΤΗ ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Ε. E. G. ΥΠΗΚΟΟΥ ΚΑΜΕΡΟΥΝ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΟΝ ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΣΤΑΘΜΟ ΠΑΦΟΥ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS AD SUBJICIENDUM.
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ:
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΥΠΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΗΣ ΤΟΥ ΑΙΤΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΣΥΛΟΥ ΣΤΙΣ 05/09/2023 ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΑΝΑΚΤΗΣΕ ΤΟ ΝΟΜΙΜΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΝΟΜΙΜΗΣ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ ΣΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΤΗΝ ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΟΥ ΣΤΑΔΙΟΥ ΑΥΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΣΥΛΟΥ, ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΣΤΟΝ ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΣΤΑΘΜΟ ΠΑΦΟΥ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟΝ Ε. E. G. ΑΠΟ ΚΑΜΕΡΟΥΝ, ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 11 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5(1) ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 6 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 18ΠΣΤ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟΥ ΚΕΦ. 105 ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 15 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2008/115/ΕΚ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ.
________________________________________________
Νατ. Χαραλαμπίδου (κα), για τον Αιτητή.
Ι. Χαραλάμπους (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η Αίτηση.
________________________________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Δοθείσα αυθημερόν)
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Ο Αιτητής αιτείται την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Habeas Corpus ad Subjiciendum ώστε να αφεθεί ελεύθερος γιατί, όπως διατείνεται, η διάρκεια κράτησης του για σκοπούς απέλασης καθιστά την κράτηση του παράνομη.
Η Αίτηση υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση του ιδίου του Αιτητή. Η Δημοκρατία καταχώρισε ειδοποίηση πρόθεσης Ένστασης που υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση Λειτουργού στο Τμήμα Αρχείου, Πληθυσμού και Μετανάστευσης (εφεξής ΤΑΠΜ).
Το αδιαμφισβήτητο ιστορικό, όπως αυτό προκύπτει τόσο μέσα από την Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση, όσο και μέσα από την Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει την Ένσταση, σε συνάρτηση και με τα σχετικά έγγραφα που κατατέθηκαν ως τεκμήρια ενώπιον του Δικαστηρίου είναι, σε γενικές γραμμές, το ακόλουθο:
· Ο Αιτητής είναι υπήκοος Μπαγκλαντές, ο οποίος αφίχθη στην Κύπρο παράνομα μέσω των κατεχομένων.
· Στις 29/5/2018 ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας, η οποία απερρίφθη στις 22/7/2021 και η απορριπτική επιστολή του επιδόθηκε στις 4/8/2021.
· Εναντίον της απορριπτικής απόφασης ο Αιτητής καταχώρισε στις 26/8/2021 στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας (εφεξής ΔΔΔΠ) την Προσφυγή υπ' αρ. 5460/2021 η οποία απερρίφθη με απόφαση ημερ. 31/7/2023.
· Εναντίον της απόφασης ημερ. 31/7/2023 ο Αιτητής καταχώρισε στις 8/8/2023 την Έφεση υπ' αρ. 100/2023, η οποία εκκρεμεί προς εκδίκαση.
· Στις 31/8/2023 ο Αιτητής μετέβη στην Τροχαία Λάρνακος με σκοπό τη διερεύνηση πιθανών τροχαίων παραβάσεων, χωρίς να προκύψει οτιδήποτε εναντίον του. Αφού ενημερώθηκε προς τούτο η ΥΑΜ Λάρνακος, μετά από έρευνα διαπιστώθηκε ότι ο Αιτητής βρίσκεται παράνομα στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ανακρινόμενος προφορικά ανέφερε ότι δεν έχει δεσμούς με την Κύπρο, ενώ σε σχέση με τον τόπο διαμονής του ανέφερε ότι δεν έχει σταθερό τόπο διαμονής και φιλοξενείται από φίλους.
· Στις 31/8/2023 εκδόθηκαν εναντίον του Αιτητή Διατάγματα Κράτησης και Απέλασης δυνάμει του ’ρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105.
· Στις 5/9/2023 ο Αιτητής καταχώρισε πρώτη μεταγενέστερη αίτηση ασύλου στην Υπηρεσία Ασύλου στη βάση νέων στοιχείων και δεδομένων.
Όπως είναι καλά γνωστό, το Προνομιακό Ένταλμα της φύσεως Habeas Corpus ad Subjiciendum διασφαλίζει την ελευθερία του ατόμου. Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Δημητράκης Χατζησάββα (1993) 1 Α.Α.Δ. 102, «Το Habeas Corpus ad subjiciendum είναι προνομιακή διαδικασία για τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη. Παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη πράξη, είτε στη φυλακή, είτε σε ιδιωτικό χώρο, από αρχή ή ιδιώτη». Απαραίτητη προϋπόθεση για έκδοση του εντάλματος συνιστά η απόδειξη εκ μέρους του αιτούντος του παράνομου της κράτησης ή φυλάκισης (Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55). Με τη διαδικασία του εντάλματος Habeas Corpus ό,τι επιδιώκεται είναι η διασφάλιση του δικαιώματος της ελευθερίας δια της άμεσης απελευθέρωσης του αιτητή ο οποίος, κατ' ισχυρισμό τελεί υπό παράνομη κράτηση. Οποτεδήποτε στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας διαπιστώνεται κάτι τέτοιο, το σχετικό διάταγμα εκδίδεται δικαιωματικά και όχι ως θέμα άσκησης διακριτικής εξουσίας, οπότε ο αιτητής αφήνεται ευθύς ελεύθερος (Green v. Home Secretary [1941] 3 All E.R. 388, σελ. 400).
Ο Αιτητής διατείνεται ότι εκκρεμούσης της μεταγενέστερης του αίτησης στην Υπηρεσία Ασύλου, οι Καθ' ων η Αίτηση εμποδίζονται να τον απελάσουν αφού με την καταχώριση της πρώτης μεταγενέστερης του αίτησης διατηρεί μέχρι και σήμερα το νόμιμο καθεστώς του αιτητή διεθνούς προστασίας. Προστίθεται, επίσης, ότι οιαδήποτε τυχόν απέλαση του είναι ασυμβίβαστη με την αρχή της μη επαναπροώθησης.
Η πλευρά των Καθ' ων η Αίτηση υποστηρίζει ότι το Διάταγμα Κράτησης, ημερ. 31/8/2023, εκδόθηκε κατόπιν ατομικής αξιολόγησης του Αιτητή αφού κρίθηκε ότι ήταν αναγκαίο να παραμείνει υπό κράτηση με βάση τις πρόνοιες του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105, στη βάση ύπαρξης κινδύνου διαφυγής. Προστίθεται, επίσης, ότι η κατάθεση πρώτης μεταγενέστερης αίτησης δεν προσδίδει αυτόματα την ιδιότητα του αιτητή ασύλου στον αιτητή, την οποία αποκτά μετά την εξέταση του παραδεκτού της μεταγενέστερης του αίτησης.
Το Δικαστήριο έχει διεξέλθει με προσοχή όσα οι ευπαίδευτοι συνήγοροι έχουν θέσει ενώπιον του, συμπεριλαμβανομένων και των επιχειρημάτων που ανέπτυξαν τόσο γραπτώς όσο και δια ζώσης.
Από τα ενώπιον μου στοιχεία είναι σαφές ότι οι Καθ' ων η Αίτηση ενέταξαν την υπό κρίση κράτηση του Αιτητή στις πρόνοιες του ’ρθρου 18ΠΣΤ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105.
Το ’ρθρο 18ΠΣΤ(5)(α) του Κεφ. 105 διαλαμβάνει ότι η διάρκεια της κράτησης στη βάση του ’ρθρου 18ΠΣΤ ελέγχεται με αίτηση Habeas Corpus, ενώ ο έλεγχος της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης διενεργείται μέσω προσφυγής με βάση τα διαλαμβανόμενα στο ’ρθρο 18ΠΣΤ(3)(α) του Νόμου. Εν προκειμένω, τα εκδοθέντα Διατάγματα Κράτησης και Απέλασης του Αιτητή δεν έχουν προσβληθεί και, συνεπώς, τεκμαίρονται νόμιμα. Με δεδομένη τη μη προσβολή της νομιμότητας τους, ό,τι θα μπορούσε να προσβάλει ο Αιτητής θα ήταν η διάρκεια της κράτησης του.
H εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα παραπέμποντας στην αιτούμενη θεραπεία, όπως διατυπώνεται στην ίδια την Αίτηση, υποστήριξε ότι αυτή θα πρέπει να απορριφθεί χωρίς άλλο, αφού ό,τι ζητείται είναι να κριθεί η νομιμότητα της κράτησης του Αιτητή, έλεγχος που ξεφεύγει της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στο πλαίσιο εκδίκασης αίτησης για Habeas Corpus. Είναι ορθό - όπως ήδη, πιο πάνω, έχει καταγραφεί - ότι σε τέτοια διαδικασία ό,τι μπορεί να εξετάσει το Ανώτατο Δικαστήριο είναι τη νομιμότητα της διάρκειας της κράτησης του προσφεύγοντα. Ο Αιτητής δεν διαφωνεί ως προς τη νομική πτυχή, είναι, όμως, η θέση του ότι δεν επιζητεί έλεγχο της νομιμότητας του Διατάγματος ημερ. 31/8/2023, αλλά της νομιμότητας της διάρκειας της κράτησης του. Στο αιτητικό αναγράφεται ότι ζητείται: «Α. Η έκδοση εντάλματος της φύσεως Habeas Corpus ad Subjiciendum με το οποίο να ελεγχθεί η νομιμότητα της κράτησης του Αιτητή για σκοπούς απέλασης» και «Β. Την έκδοση εντάλματος της φύσεως Habeas Corpus ad Subjiciendum με το οποίο να κηρύσσεται η νομιμότητα κράτησης του Αιτητή για σκοπούς απέλασης, παράνομη και να διατάσσεται η άμεση αποφυλάκιση του».
Το Habeas Corpus είναι προνομιακή διαδικασία για τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη. Παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη κράτηση (Δημητράκης Χατζησάββα (1993) 1 Α.Α.Δ. 102, 106-7). Λαμβάνοντας υπόψη τη φύση τέτοιας αίτησης, το Ανώτατο Δικαστήριο θα την απορρίψει ως απαράδεχτη όταν καθίσταται πρόδηλο ότι επιζητείται θεραπεία που δεν έχει εξουσία να χορηγήσει. Όμως δεν θα την απορρίψει απλώς και μόνο γιατί το αιτητικό της συντάχτηκε κατά τρόπο που μπορεί να αφήνει περιθώρια παρερμηνείας, ιδιαίτερα όταν από την ίδια την Αίτηση μπορεί να θεωρηθεί ότι η θεραπεία που επιζητείται βρίσκεται εντός των ορίων της δικαιοδοσίας του. Τέτοια είναι η υπό κρίση Αίτηση.
Στην υπόθεση Guo Shuying v. Δημοκρατίας (2012) 1 Α.Α.Δ. 2725 τονίστηκε πως «η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σταθερά αποδέχεται ότι μόνο με αίτηση Habeas Corpus μπορεί να ελεγχθεί η νομιμότητα της κράτησης αλλοδαπού από πλευράς της διάρκειας της συμφώνως των προνοιών του ’ρθρου 18ΠΣΤ του νόμου».
Το ’ρθρο 18ΠΣΤ του Νόμου, εισήχθη με τον τροποποιητικό Νόμο Ν. 153(Ι)/2011, για σκοπούς εναρμόνισης ΅ε την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ΅ε τίτλο «Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συ΅βουλίου, της 16ης Δεκε΅βρίου 2008, σχετικά ΅ε τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη ΅έλη για την επιστροφή των παρανό΅ως δια΅ενόντων υπηκόων τρίτων χωρών» και οι πρόνοιες του είναι επιτακτικές.
Το εδάφιο (1) του ’ρθρου 18ΠΣΤ του Νόμου εξουσιοδοτεί τον Υπουργό Εσωτερικών να εκδώσει διάταγμα με το οποίο να θέτει υπό κράτηση υπήκοο τρίτης χώρας υποκείμενο σε διαδικασίες επιστροφής. Αυτό μπορεί να γίνει «μόνο για την προετοιμασία της επιστροφής και/ή τη διεκπεραίωση της διαδικασίας απομάκρυνσης». Προβλέπεται ότι «τέτοια κράτηση έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και διατηρείται μόνο καθόσο χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με τη δέουσα επιμέλεια».
Η κράτηση προσώπου για σκοπούς απέλασης πρέπει, με βάση το ’ρθρο 18ΠΣΤ του Νόμου «να έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και να διατηρείται μόνο καθόσον χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με τη δέουσα επιμέλεια». Περαιτέρω, κάθε διάταγμα κράτησης επανεξετάζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών (α) αυτεπάγγελτα ανά δίμηνο και (β) σε οποιοδήποτε εύλογο χρονικό διάστημα, κατ' αίτηση του επηρεαζόμενου υπηκόου τρίτης χώρας. Η κράτηση εξακολουθεί καθόλη τη χρονική περίοδο κατά την οποία πληρούνται οι όροι του ’ρθρου 18ΠΣΤ(1) και είναι αναγκαία για να διασφαλισθεί η επιτυχής απομάκρυνση και δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες[1]. Ο Υπουργός Εσωτερικών δύναται να παρατείνει το χρονικό αυτό διάστημα για πρόσθετο περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες σε περιπτώσεις όπου (α) ο υπήκοος τρίτης χώρας αρνείται και συνεργαστεί ή (β) καθυστερεί η λήψη αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες[2] (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση του Zoran Todorovic (2013) 1 Α.Α.Δ. 2578).
Αποτέλεσε αρχική θέση του Αιτητή ότι τα Διατάγματα Κράτησης και Απέλασης εκδόθηκαν στη λανθασμένη βάση, ότι δηλαδή ο Αιτητής παρέμεινε παράνομα στη Δημοκρατία από τις 31/7/2023, όταν απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι ο Αιτητής καταχώρισε εμπρόθεσμα έφεση κατά της πιο πάνω απόφασης στο Ανώτατο Δικαστήριο, η οποία και εκκρεμεί προς εκδίκαση.
Ο Αιτητής παραγνωρίζει τις ρητές πρόνοιες που περιέχονται στον περί Προσφύγων Νόμο, Ν. 6(Ι)/2000, συμφώνως των οποίων η ιδιότητα του αιτητή διεθνούς προστασίας ισχύει από την περίοδο υποβολής της αίτησης μέχρι τη λήψη τελικής απόφασης σε σχέση με την αίτηση αυτή. Στην προκείμενη περίπτωση, με βάση το αδιαμφισβήτητο πραγματικό ιστορικό της υπόθεσης, ασκήθηκε από τον Αιτητή προσφυγή εναντίον της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου και εκδόθηκε επί αυτής απορριπτική απόφαση από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας. Με βάση, δε, τα διαλαμβανόμενα στο Νόμο, υφίσταται τελική απόφαση και ουδεμία σχέση έχει το γεγονός ότι ο Αιτητής άσκησε έφεση εναντίον αυτής. Η ιδιότητα του αιτητή ασύλου διατηρείται μέχρι να καταστεί τελική η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, δηλαδή μέχρι και το τέλος του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας. Σχετικό επί του προκειμένου είναι το ερμηνευτικό ’ρθρο 2 του Ν. 6(Ι)/2000 το οποίο ορίζει ότι « «αιτητής» σημαίνει υπήκοο τρίτης χώρας ή ανιθαγενή, ο οποίος έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας και η ιδιότητα αυτή ισχύει για την περίοδο από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης μέχρι τη λήψη τελικής απόφασης σε σχέση με την αίτηση αυτή». Περαιτέρω στο ίδιο ’ρθρο ο όρος ««τελική απόφαση» σημαίνει απόφαση η οποία ορίζει κατά πόσο ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο ανιθαγενής αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή ως πρόσωπο στο οποίο παραχωρείται καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Νόμου και - (α) έχει παρέλθει άπρακτη η προθεσμία για άσκηση προσφυγής δυνάμει του ’ρθρου 146 του Συντάγματος κατά της εν λόγω απόφασης, ή (β) ασκήθηκε προσφυγή κατά της εν λόγω απόφασης και εκδόθηκε πρωτόδικη απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου επί αυτής».
Προβλήθηκε, ακόμη, από μέρους του Αιτητή ότι δυνάμει της υποβολής μεταγενέστερης αίτησης (πρώτη μεταγενέστερη αίτηση) στην Υπηρεσία Ασύλου, αυτός επανάκτησε το νόμιμο καθεστώς του αιτητή διεθνούς προστασίας, με δικαίωμα νόμιμης παραμονής στη Δημοκρατία και ότι, ως εκ τούτου, δεν θεωρείται παράνομος μετανάστης και κανένα διάταγμα κράτησης και απέλασης δεν μπορεί να εκτελεστεί εναντίον του.
Η πιο πάνω θέση είναι παντελώς αβάσιμη.
Η μεταγενέστερη αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας δεν μπορεί να προσδώσει στον Αιτητή την ιδιότητα αυτή, καθόσον έχει εξετασθεί μέσω προσφυγής που ο ίδιος καταχώρισε στο ΔΔΔΠ εναντίον της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου για να του παραχωρηθεί αυτό το καθεστώς και απερρίφθη από το ΔΔΔΠ με απόφαση του στις 31/7/2023.
Όπως τονίσθηκε στην υπόθεση Sohel Madber v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ΕΔΔ 8/2022, ημερ. 17/11/2022, μεταγενέστερο αίτημα για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ξεκινά με το δεδομένο πως ο αιτητής δεν είναι αιτητής διεθνούς προστασίας. Ξεκινά από το καθεστώς που ίσχυε με την απόρριψη της αρχικής αίτησης ασύλου που είχε εν πρώτοις υποβάλει και απερρίφθη. Αντίθετη κρίση, ως αυτή που εισηγείται η συνήγορος του Αιτητή, ήτοι την παραχώρηση και απόκτηση της ιδιότητας ασύλου σε κάθε περίπτωση μεταγενέστερης αίτησης, θα έδιδε δικαίωμα καταστρατήγησης του Νόμου εκ μέρους αιτητών ασύλου, οι οποίοι θα καταχωρούν συνεχείς αιτήσεις προσδοκώντας στην άνευ ετέρου νομιμοποίηση της παραμονής τους στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Όπως προέκυψε, ο Αιτητής ήταν παράνομα στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας και το γεγονός της καταχώρισης μεταγενέστερης αίτησης, η οποία ήταν μεταγενέστερη των Διαταγμάτων Κράτησης/Απέλασης, δεν τον μετατρέπει σε αιτητή ασύλου πριν την προκαταρκτική εξέταση της μεταγενέστερης αίτησης και κρίσης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου ως παραδεκτής αίτησης για περαιτέρω εξέταση της αίτησης στην ουσία της.
Η κράτηση είναι περιορισμός του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος της ελευθερίας και σε τέτοιες περιπτώσεις δεν είναι αυτοσκοπός. Η στέρηση της ελευθερίας θα πρέπει να έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια, και να υφίσταται καθ΄ον χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης προωθείται με τη δέουσα επιμέλεια. Η δικαστική κρίση σε σχέση με το κατά πόσο η κράτηση έχει υπερβεί τον εύλογο χρόνο για σκοπούς απομάκρυνσης από τη χώρα δεν εξετάζεται in abstracto, αλλά στη βάση των συγκεκριμένων γεγονότων της υπόθεσης, όπως αυτά τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου (Khlaief (Αρ. 1) (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1402).
Ο Αιτητής έχει κριθεί ως απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει του ’ρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105[3] και στη βάση του ’ρθρου 18ΠΣΤ(1) έχουν εκδοθεί εναντίον του Διατάγματα Κράτησης και Απέλασης ημερ. 31/8/2023. Όπως προκύπτει από την ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία, η κράτηση του βασίστηκε στο λόγο που αφορά στον κίνδυνο διαφυγής ένεκα του ότι αυτός δεν έχει σταθερό τόπο διαμονής, χωρίς μάλιστα ιδιαίτερο αντίλογο από τον Αιτητή στην παρούσα διαδικασία, με αποτέλεσμα να μην προκύπτει οτιδήποτε που να δικαιολογεί το εφικτόν της καταφυγής σε εναλλακτικά μέτρα μεταχείρισης του (αντί κράτησης) (βλ. Janelidze v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Έφεση κατά Απόφασης ΔΔΔΠ 17/21, ημερ. 21/9/2021). Συνεπώς, η κράτηση του ξεκίνησε να προσμετρά από εκείνη την ημέρα και συνεχίζεται μέχρι σήμερα και αφού έχει παρέλθει περίοδος 12 ημερών. Τα Διατάγματα αυτά δεν έχουν αμφισβητηθεί με Προσφυγή και, συνεπώς, τεκμαίρονται νόμιμα. Αυτό που εξετάζεται, εν προκειμένω, είναι κατά πόσο η κράτηση κατέστη εκ των υστέρων παράνομη λόγω αδικαιολόγητης υπό τις περιστάσεις παράτασης της. Ενόσω εξακολουθούν να υφίστανται οι προϋποθέσεις που τίθενται από το ’ρθρο 18ΠΣΤ(1) που συναρτώνται με τον κίνδυνο διαφυγής ή την παρεμπόδιση ή αποφυγή προετοιμασίας επιστροφής από τον ίδιο τον αλλοδαπό και η κράτηση είναι αναγκαία, δεν εκδίδεται ένταλμα Habeas Corpus. To χρονικό διάστημα από 31/8/2023 μέχρι 12/9/2023 που καταχωρήθηκε η υπό εξέταση Αίτηση, αλλά και μέχρι σήμερα, κρίνεται πολύ μικρό ώστε να θεωρηθεί ότι ξεπερνά το εύλογα επιτρεπτό που προνοείται στο Νόμο για εκπλήρωση του σκοπού του Διατάγματος απέλασης (βλ. ’ρθρο 18ΠΣΤ (7)).
Εντέλει, ο Αιτητής δεν απέσεισε το βάρος που έφερε προς απόδειξη ότι η διάρκεια της κράτησης δεν ήταν εύλογη και ότι, ως εκ της διάρκειάς της, κατέστη παράνομη.
Καταληκτικά βρίσκω ότι η νομίμως αρξαμένη κράτηση του Αιτητή συνεχίζει να είναι νόμιμη για σκοπούς απομάκρυνσης του από την Κυπριακή Δημοκρατία. Επομένως, οι αιτιάσεις και τα παράπονα του Αιτητή είναι ανεδαφικά.
Στη βάση των πιο πάνω, η Αίτηση απορρίπτεται, χωρίς έξοδα.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,
Δ.
[1] (7) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) και της παραγράφου (γ) του εδαφίου (5), η κράτηση εξακολουθεί καθ' όλη τη χρονική περίοδο κατά την οποία πληρούνται οι όροι του εδαφίου (1) και είναι αναγκαία για να διασφαλισθεί η επιτυχής απομάκρυνση και δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
[2] (8) Ο Υπουργός Εσωτερικών δε δύναται να παρατείνει το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο εδάφιο (7) παρά μόνο για πρόσθετο περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, παρ' όλες τις εύλογες προσπάθειες, η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι πιθανόν να διαρκέσει περισσότερο επειδή-
(α) ο συγκεκριμένος υπήκοος της τρίτης χώρας αρνείται να συνεργαστεί, ή
(β) καθυστερεί η λήψη αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες.
[3] 6.-(1) Τα ακόλoυθα πρόσωπα θα είvαι απαγoρευμέvoι μεταvάστες και, τηρoυμέvωv τωv διατάξεωv τoυ Νόμoυ αυτoύ ή τωv διατάξεωv πoυ δυvατό vα περιέχovται σε oπoιoυσδήπoτε Καvovισμoύς πoυ εκδόθηκαv δυvάμει αυτoύ ή σε oπoιoδήπoτε Διάταγμα τoυ Υπoυργικoύ Συμβoυλίoυ, δεv θα επιτρέπεται η είσoδoς στη Δημoκρατία σε:-
............................................
(κ) oπoιoδήπoτε πρόσωπo τo oπoίo εισέρχεται ή διαμέvει στη Δημoκρατία κατά παράβαση oπoιασδήπoτε απαγόρευσης, όρoυ, περιoρισμoύ ή επιφύλαξης πoυ περιλαμβάvεται στo Νόμo αυτό ή σε oπoιoυσδήπoτε Καvovισμoύς πoυ εκδόθηκαv βάσει τoυ Νόμoυ αυτoύ ή σε oπoιαδήπoτε άδεια πoυ παραχωρήθηκε ή εκδόθηκε βάσει τoυ Νόμoυ αυτoύ ή τωv Καvovισμώv αυτώv·