ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση αρ. 355/14)
26 Σεπτεμβρίου, 2023
[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ΣΑΝΤΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΧΡΥΣΟΒΑΛΑΝΤΗΣ ΣΑΜΑΡΑ,
Εφεσείων,
ν.
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητου.
_________________
Α. Ποιητής με Φ. Χατζηνικολή, για Δρ. Ανδρέας Π. Ποιητής & Σία Δ.Ε.Π.Ε, για τον Εφεσείοντα.
Λ. Γρηγορίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
_________________
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί
από τον Σάντη, Δ.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΑΝΤΗΣ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας έφεσης αποτελεί η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας ημερομηνίας 31.10.14 («η Πρωτόδικη Απόφαση») στην Αγωγή («η Αγωγή») 1934/07, να απορρίψει την αξίωση του Ενάγοντα («ο Εφεσείων») σε σχέση προς την απόδοση σε αυτόν αποζημιώσεων για βλάβες και απώλειες που υπέστη εξαιτίας τροχαίου δυστυχήματος που συνέβη την 12.7.06 στον δρόμο Δεκέλειας-Λάρνακας «. συνεπεία αμέλειας και/ή παράβασης νομίμου καθήκοντος .» του Εναγόμενου 2 («ο Εφεσίβλητος») «. υπό συνθήκες που τον καθιστούν υπεύθυνο στο δρόμο Λάρνακας-Δεκέλειας της επαρχίας Λάρνακας και ενώ ο ενάγων οδηγούσε νομίμως το μηχανοκίνητο όχημα υπ' αριθμό εγγραφής [ ] στον εν λόγω δρόμο .» (οι περικοπές είναι αυτούσιες ως και οι επόμενες).
Αρχικώς, η Αγωγή είχε καταχωρισθεί κατά της Cybarco Plc ως Εναγόμενων, για να προστεθεί ωστόσο στη δικονομική πορεία των πραγμάτων (ως Εναγόμενος 2) ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, με την Αγωγή να αποσύρεται εναντίον της Cybarco Plc στο στάδιο της ακρόασης καθότι δηλώθηκε «. από τη συνήγορο του εναγόμενου 2 ότι ο εναγόμενος 2, Κυπριακή Δημοκρατία, δεν προτίθεται να φέρει μαρτυρία σε σχέση με ευθύνη του εναγομένου 1 και ότι αν υπάρχει ευθύνη, την έχει ο εναγόμενος 2, ο οποίος διατηρεί τη θέση ότι την ευθύνη για το δυστύχημα την έχει ο ενάγοντας ή και οι δύο».
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο απορρίπτοντας τη μαρτυρία και εκδοχή του Εφεσείοντα - και εν τέλει την Αγωγή - απέληξε (ανάμεσα σε άλλα) στα ακόλουθα ευρήματα:
«[.] Κατά την 12.7.2006 και περί ώρα 02:00 ο ενάγοντας οδηγούσε τη μοτοσικλέτα του με αριθμό εγγραφής [ ] στο δρόμο Δεκέλειας-Λάρνακας με κατεύθυνση προς Λάρνακα. Ο καιρός ήταν αίθριος και οι φωτεινοί λαμπτήρες στο δρόμο ήταν σε λειτουργία με το φωτισμό να είναι ικανοποιητικός. Στον εν λόγω δρόμο εκτελούνταν οδικά έργα με αποτέλεσμα στο σημείο όπου έγινε το ατύχημα να ήταν τοποθετημένοι κώνοι ώστε να οδηγούν από δρόμο με δύο λωρίδες σε μονή λωρίδα, ως αποτυπώνεται στις φωτογραφίες του Τεκμηρίου 2. Στην αριστερή πλευρά του δρόμου υπήρχαν επίσης κώνοι και πίσω από αυτούς υπήρχαν κιγκλιδώματα κατά μήκος του δρόμου με ελαφριά κλίση προς το δρόμο ώστε να δημιουργείται διοχέτευση των οχημάτων ενδιάμεσα των κώνων που ευρίσκονταν στο δρόμο. Το οδόστρωμα ήταν σε καλή κατάσταση και ο δρόμος ήταν δοσμένος στην κυκλοφορία με τις πιο πάνω ρυθμίσεις. Ο ενάγοντας, για άγνωστο λόγο, δεν κατάφερε να ελέγξει τη μοτοσικλέτα του με αποτέλεσμα να συγκρουστεί επί του κιγκλιδώματος στο σημείο Χ ως αποτυπώνεται στο Τεκμήριο 1 και να ανατραπεί ακολουθώντας την πορεία και αφήνοντας τα σημάδια που επίσης αποτυπώνονται στο Τεκμήριο 1. Κατά την οδήγηση της μοτοσικλέτας του, ο ενάγοντας τηρούσε σε λειτουργία το χαμηλό φώς της μοτοσικλέτας. Το επίπεδο φωτισμού στο δρόμο ήταν ελαφρώς μεγαλύτερο των προδιαγραφών και ο χώρος φωτίζετο επαρκώς. Από το δυστύχημα, ο ενάγοντας υπέστη σοβαρούς τραυματισμούς, ως περιγράφονται ανωτέρω, και κατέστη ανίκανος για εργασία κατά ποσοστό 75%, λαμβάνοντας επίδομα ανικανότητας ως αναφέρθηκε ανωτέρω. Λόγω των τραυματισμών του και των μέχρι σήμερα επιπτώσεων αυτών, όπως εξηγήθηκαν από τον ενάγοντα (ανωτέρω) ο ενάγοντας αδυνατεί να απασχοληθεί έστω με καθιστική εργασία περιορισμένης διάρκειας [.]».
Ο Εφεσείων βάλλει κατά της Πρωτόδικης Απόφασης με εννέα, τελικώς, λόγους έφεσης (μετά από απόσυρση ενός εκ των αρχικώς δικογραφηθέντων δέκα λόγων έφεσης στο εφετήριο, και δη του λόγου έφεσης 9).
Οι λόγοι έφεσης 1-6 αφορούν στο «. θέμα της υπαιτιότητας .» και της μαρτυριακής αξιολόγησης, και πιο συγκεκριμένα στον φερόμενα εσφαλμένο «. τρόπο σκέψης ...» του Πρωτόδικου Δικαστηρίου «. να ξεκινήσει πρώτα . από το αν υπάρχει ή όχι αμέλεια ή παράβαση καθήκοντος εκ μέρους της Δημοκρατίας .» (λόγος έφεσης 1), καθώς και σε άλλες συναφείς προβληματικές, όπως το ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο «. βιάσθηκε να αποφασίσει ότι ο ενάγων ήταν ο μόνος υπαίτιος για το ατύχημα .» βασιζόμενο «. στο ότι ο ενάγων δεν έγινε πιστευτός σε όσα εξέθεσε για τα γεγονότα του ατυχήματος.» (λόγος έφεσης 2), πως το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν «. έλαβε υπόψη τα πραγματικά γεγονότα που συνιστούσαν οι κατατεθείσες φωτογραφίες .» (λόγος έφεσης 3), ότι η σύγκρουση «. έγινε εκτός της ασφάλτου.» (λόγος έφεσης 4), υποθέτοντας μάλιστα το Πρωτόδικο Δικαστήριο (εξίσου λαθεμένα) πως «. αν υπήρχαν απέναντι οχήματα θα φώτιζαν περισσότερο το χώρο .» (λόγος έφεσης 5), και πως κακώς το Πρωτόδικο Δικαστήριο «. δεν πίστεψε τον ενάγοντα ότι τις προηγούμενες μέρες ή και το απόγευμα της ίδιας ημέρας, όταν πέρασε πηγαίνοντας στην εργασία του, δεν υπήρχαν κιγκλιδώματα ...» (λόγος έφεσης 6).
Οι λόγοι έφεσης 7, 8 και 10, αφορούν στην πρωτοδίκως σφαλερή κατά τον Εφεσείοντα - και συν τοις άλλοις άνευ τόκων - επιδίκαση γενικών αποζημιώσεων και αποζημιώσεων για απώλεια εισοδημάτων υπέρ του Εφεσείοντα, κάτι που έγινε ως υπέδειξε το Πρωτόδικο Δικαστήριο, για «. σκοπούς πληρότητας . στην περίπτωση που η κατάληξη επί της ευθύνης ήτο διαφορετική .».
Αξιολογήσαμε καθετί που μας τέθηκε, στην πλήρη του μορφή.
Το ίδιο, και τα περιγράμματα αγόρευσης των ευπαίδευτων δικηγόρων.
Ένεκα της αδιαίρετης ουσίας των όσων εκφράζουν, θα εξετάσουμε πρώτα σωρευτικά τους λόγους έφεσης 1-6.
Κρίνουμε πως τούτοι δεν ευσταθούν.
Εξηγούμε.
Συζητώντας την αιτιολογία του λόγους έφεσης 1, ο Εφεσείων υποστηρίζει ότι αν το Πρωτόδικο Δικαστήριο επεδίωκε σε πρώτο στάδιο τη διαπίστωση ύπαρξης αμέλειας ή παράβασης καθήκοντος από τον Εφεσίβλητο, θα έβρισκε πως «. το γεγονός ότι υπήρχαν κιγκλιδώματα στο δρόμο δημιουργούσε υπαιτιότητα .» σε βάρος του Εφεσίβλητου που θα έπρεπε κατ' επέκταση να αποδείξει «. με κάποιο τρόπο ...» ότι απέσεισε την ευθύνη του «... για την ασφάλεια των χρηστών της οδού .», και ότι αν πράγματι το Πρωτόδικο Δικαστήριο προέβαινε σε τούτο το εύρημα «. θα έβρισκε ότι όπως ήταν τα γεγονότα και η πραγματική μαρτυρία, οι εναγόμενοι δεν απέσεισαν το βάρος αποδείξεως από τους ώμους των».
Αυτή η οπτική του Εφεσείοντα, αντικρούεται, χωρίς πολλά, από το γεγονός πως το Πρωτόδικο Δικαστήριο ουδέποτε διαπίστωσε ότι υπήρχαν κιγκλιδώματα στη μέση του δρόμου, ή σε οποιοδήποτε άλλο σημείο στη σκηνή κατά τρόπο που να μπορούσε να συγκροτήσει υπόβαθρο για καταλογισμό ευθύνης στον Εφεσίβλητο.
Αυτό, ως εύρημα πλέον, προέκυψε ως απόρροια ορθής αξιολογικής μεθοδολογίας του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, υπό την έννοια ότι καθηκόντως τούτο προχώρησε πρώτα στην αξιολόγηση των μαρτύρων και της προφορικής και έγγραφης μαρτυρίας και ύστερα στα ευρήματα που αφορούσαν στα επίδικα θέματα (μεταξύ των οποίων και τα υπό συζήτηση).
Εν προκειμένω, το Πρωτόδικο Δικαστήριο, έκρινε, ανάμεσα σε άλλα, ότι δεν έπεισε η μαρτυριακή εκδοχή του Εφεσείοντα πως, ενώ τούτος οδηγούσε προσεκτικά τη μοτοσυκλέτα του, με χαμηλή ταχύτητα, βρέθηκε, εντελώς ξαφνικά, αντιμέτωπος με κιγκλιδώματα «. εντός του δρόμου και τοποθετημένα καθέτως εντός αυτού ώστε να μην έχει ευχέρεια να αντιδράσει και έτσι να συγκρουστεί μ' αυτά .», εκφράζοντας (το Πρωτόδικο Δικαστήριο) και τα πιο κάτω ως μέρος του σκεπτικού του:
«[.]Ήταν η θέση του ενάγοντα ότι τα εν λόγω κιγκλιδώματα δεν ήταν ορατά αφού ο φωτισμός στο δρόμο δεν ήταν καθόλου καλός. Κάτι τέτοιο όμως συγκρούεται με τη μαρτυρία τόσο της Μ.Υ.1, η οποία εξήγησε πως τα επίπεδα φωτισμού ήταν ελαφρώς μεγαλύτερα από τα απαιτούμενα, άρα ο φωτισμός ήταν υπεραρκετός, αλλά και του Μ.Ε.1, ο οποίος ανέφερε ότι ο φωτισμός ήταν ικανοποιητικός. Φυσικά, επί του προκειμένου, σχετικό είναι και το ότι, προφανώς για να ενισχύσει τον ισχυρισμό του, ο ενάγοντας είπε ότι είχε σε λειτουργία το χαμηλό φως της μοτοσικλέτας του για να μην τυφλώνει οδηγούς από την απέναντι πλευρά. Πέραν του ότι αν υπήρχαν από απέναντι οχήματα, θα φώτιζαν ακόμη περισσότερο το χώρο, στην περίπτωση που δεν υπήρχαν, τότε θα έπρεπε να χρησιμοποιούνταν τα δυνατά φώτα ώστε να φωτίζουν καλύτερα.
Στη βάση των ως άνω, δεν μπορώ να αποδεχτώ τον ισχυρισμό ότι το τι είχε να αντιμετωπίσει στο δρόμο ο ενάγοντας δεν ήταν ορατό λόγω ανεπαρκούς φωτισμού.
Ενώ ο ενάγοντας ήταν καλός γνώστης των συνθηκών στον εν λόγω δρόμο, αφού χρησιμοποιούσε αυτόν καθημερινά, προέβαλε τη θέση ότι στο συγκεκριμένο σημείο δεν υπήρχαν κιγκλιδώματα τις προηγούμενες μέρες ή και το απόγευμα της ίδιας ημέρας όταν πέρασε πηγαίνοντας στην εργασία του. Όμως ο Μ.Υ.4 εξήγησε ότι κατά τον Ιούλιο του 2006 εκεί υπήρχαν τοποθετημένοι κώνοι για να οδηγούνται τα αυτοκίνητα από διπλή σε μονή λωρίδα και μετά να κατευθύνονται στον παλιό δρόμο, εξηγώντας μ' αυτό τον τρόπο ότι το όλο σκηνικό δεν τέθηκε στο δρόμο μετά το απόγευμα της ίδιας ημέρας με το δυστύχημα.
Περαιτέρω, ο ενάγοντας επέμεινε στη διαφωνία του ότι η σύγκρουση έγινε στην άκρη του δρόμου, προβάλλοντας τη θέση ότι αυτή έγινε στο κέντρο της λωρίδας κυκλοφορίας που τηρούσε. Τόσο από τις διαπιστώσεις του Μ.Ε.1, ως αποτυπώνονται και στο Τεκμήριο 1, όσο και από το Τεκμήριο 2, η θέση του ενάγοντα διαψεύδεται με το σημείο σύγκρουσης να τοποθετείται ακόμη και αριστερότερα, εκτός της λωρίδας[.]».
Επομένως - σε αντίθεση με όσα προτάσσει ο Εφεσείων - το Πρωτόδικο Δικαστήριο ενήργησε καταλλήλως ως ζήτημα αρχής, στη βάση της μαρτυρίας που έκρινε ως αξιόπιστη και σχετική, προτού προχωρήσει σε ευρήματα, αποφεύγοντας έτσι, και καλώς, να «. ξεκινήσει πρώτα τη σκέψη του από το αν υπάρχει ή όχι αμέλεια ή παράβαση καθήκοντος εκ μέρους της Δημοκρατίας .» (ως πρότεινε ο Εφεσείων), προκαταβάλλοντας έτσι, ενδεχομένως (και ανατρεπτικά), την απόδειξη τού επιδιωκόμενου άνευ ετέρου (Kondratjev v. Αστυνομίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 551, 561, Τσεκούρα ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 563, 587).
Ο Εφεσείων ισχυρίστηκε προσέτι πως η εκδοχή του υποστηριζόταν από «. την πραγματική μαρτυρία .» και ειδικότερα «. από τις κατατεθείσες φωτογραφίες, στις οποίες φαίνονται τα γεγονότα εντελώς διαφορετικά από εκείνα στα οποία κατέληξε το Δικαστήριο .», με παρεπόμενο να αποφανθεί λανθασμένα ότι η οδική συμπεριφορά του Εφεσείοντα δεν επηρεάστηκε από ενέργειες ή παραλείψεις του Εφεσίβλητου, ξέχωρα κιόλας από το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη «. και τη μαρτυρία του Μ.Ε.1, την οποία το ίδιο είχε αποδεχθεί».
Μήτε και αυτό το παράπονο έχει βάση.
Κατ' αρχάς, το Πρωτόδικο Δικαστήριο συνεκτίμησε και έθεσε στη σωστή της διάσταση τη μαρτυρία του εξεταστή τού δυστυχήματος (ΜΕ1), κάτι που εξάλλου διαπιστώνεται εύκολα (και) από την περικοπή που παραθέσαμε ανωτέρω.
Το ίδιο, έπραξε το Πρωτόδικο Δικαστήριο και εν σχέσει προς την άλλη αξιόπιστη μαρτυρία, όπως εκείνη της υπάλληλου της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (ΜΥ1) και του επιτηρητή κατασκευαστικών έργων (ΜΥ4), στην οποία και πάλι έγινε αναφορά στην πιο πάνω περικοπή από το Πρωτόδικο Δικαστήριο κατά την αξιολόγηση.
Προσθέτως - σε απόκλιση από τους αντίθετους προς τούτο ισχυρισμούς του Εφεσείοντα - το Πρωτόδικο Δικαστήριο διόλου δεν παρέλειψε να εκτιμήσει πρεπόντως τις κατατεθείσες φωτογραφίες (βλ. Τεκμήριο 2), όπως και το σχέδιο σκηνής δυστυχήματος (βλ. Τεκμήριο 1), θεωρώντας τη μαρτυρία αυτή, και ορθά, ως σταθερό οδηγό για την ιχνηλάτηση των περιστατικών του συμβάντος αλλά και ως γνώμονα κρίσης της αξιοπιστίας των μαρτύρων και της ακρίβειας του περιεχομένου των όσων κατέθεσαν (Χατζηελευθερίου ν. Κανάρη, Π.Ε. 233/14, ημ. 27.6.22, ECLI:CY:AD:2022:A264, Knell v. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 51, 56-57).
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο είπε και αυτά για το θέμα που αναλύουμε:
«[.]Περαιτέρω, ο ενάγοντας προέβαλε τη θέση ότι τα κιγκλιδώματα ήταν καθέτως στο δρόμο και δεν υπήρχαν κώνοι πριν τα κιγκλιδώματα στην πορεία του, αλλά μετά. Προκύπτει, όμως, τόσο από τη μαρτυρία του Μ.Υ.4 όσο και από τις φωτογραφίες στο Τεκμήριο 2 ότι τα κιγκλιδώματα ήταν κατά μήκος του δρόμου και εκτός αυτού (αφού συγκρούστηκε με ένα από αυτά ο ενάγοντας) με ελαφριά κλίση προς το δρόμο ώστε να δημιουργείται ένα χωνί μέσα από το οποίο να οδηγούνται τα οχήματα. Μπροστά δε, από αυτά ήταν τοποθετημένοι κώνοι. Θεωρώ ότι οι φωτογραφίες (Τεκμήριο 2) είναι αποκαλυπτικές των συνθηκών στη σκηνή αμέσως μετά το ατύχημα [.]».
Παρομοίως το Πρωτόδικο Δικαστήριο - ξανά βάσει της αξιόπιστης μαρτυρίας - αντιμετώπισε με επάρκεια (κατά νομολογία και γεγονότα) και όλα τα άλλα θέματα που θέτει ο Εφεσείων στους λόγους έφεσης 1-6 (και τούτο πέραν εκείνων που ήδη αναπτύξαμε μέχρι στιγμής), όπως για τα περί της θέσης των κιγκλιδωμάτων και των κώνων στον δρόμο, του φωτισμού και άλλων δεδομένων τα οποία άπτονταν του σημείου σύγκρουσης, με δέουσα αναφορά και στο συνδυασμένο περιεχόμενο των φωτογραφιών/Τεκμήριο 2 και του σχεδίου σκηνής δυστυχήματος/Τεκμήριο 1 (Ρεουλλά ν. Ιωάννου, Π.Ε. 358/13, ημ. 17.2.21, ECLI:CY:AD:2021:A45).
Κατέγραψε λοιπόν το Πρωτόδικο Δικαστήριο και τούτα:
«[.] Από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία και τα ευρήματα του, ως αναλύονται ανωτέρω δεν είμαι σε θέση να διαπιστώσω ότι η οδική συμπεριφορά του ενάγοντα επηρεάστηκε από την κατάσταση του εν λόγω δρόμου ή τα οδικά έργα που εκτελούντο και τις ρυθμίσεις που υφίσταντο, λόγω των οδικών έργων, στον εν λόγω δρόμο. Ούτε φαίνεται η οδική συμπεριφορά του ενάγοντα να επηρεάστηκε από οποιαδήποτε ενέργεια ή παράλειψη της Δημοκρατίας αναφορικά με τον εν λόγω δρόμο. Θεωρώ ότι αποκλειστική ευθύνη για το υπό κρίση δυστύχημα φέρει ο ίδιος ο ενάγοντας, ο οποίος, οδηγώντας σε δρόμο τον οποίο γνώριζε πολύ καλά, γνωρίζοντας επίσης ότι διεξήγοντο οδικά έργα και υπήρχαν ρυθμίσεις της κυκλοφορίας στο δρόμο, δεν μπόρεσε να ελέγξει επαρκώς τη μοτοσικλέτα του όταν αυτή βρέθηκε στο σημείο όπου κώνοι και κιγκλιδώματα διοχέτευαν την τροχαία κίνηση από δρόμο διπλής λωρίδας σε μονή λωρίδα. Αποτέλεσμα ήταν να συγκρουστεί με κιγκλίδωμα, να ανατραπεί και να υποστεί τις ζημιές που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Το κατά πόσο σ' αυτό συνέτεινε η ταχύτητα που τηρούσε ο ενάγοντας ή το ότι είχε σε λειτουργία το χαμηλό φως της μοτοσικλέτας του ή το ότι παρέλειψε να έχει τη δέουσα προσοχή ενώ οδηγούσε παραλείποντας να δει ότι ήταν ορατό, παραμένει άνευ σημασίας δεδομένου του ότι είναι για λόγους που αφορούν τον ίδιο που ο ενάγων έχασε τον έλεγχο του οχήματος του και συγκρούστηκε επί του κιγκλιδώματος και ανατράπηκε [...]».
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, προσέγγισε ως όφειλε, συνολικά τη μαρτυρία (και όχι αποσπασματικά), με αναφορά στα επίμαχα (United Five Development Co (Holdings) Ltd και Άλλων ν. Stighting Altas Specials, Π.Ε. 316/14, ημ. 15.2.23, ECLI:CY:AD:2023:A52).
Καμιά έκφανση των όσων ανέπτυξε ο Εφεσείων δεν πέτυχε να εντάξει την επίδικη περίπτωση σε εκείνες που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν εφετειακή παρέμβαση στην πρωτόδικη αξιολόγηση εξαιτίας του ότι τα πρωτόδικα ευρήματα αξιοπιστίας είναι αντικειμενικώς ανυπόστατα, παράλογα ή αυθαίρετα, ή, ομοίως, τα ευρήματα επί των γεγονότων, δεν υποστηρίζονται από τη μαρτυρία που το Πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε ως αξιόπιστη (SK Master Development Ltd v. Κυρατζής και Άλλων, Π.Ε. 49/15, 22.6.23, ECLI:CY:AD:2023:A215).
Πάνω σε αυτή τη θεματική, αναφέρθηκαν και τα πιο κάτω στην Λεβέντη και Άλλης ν. Alpha Bank Cyprus Ltd, Π.Ε. 253/14, ημ. 5.12.22, ECLI:CY:AD:2022:A475:
«[...] Για την πτυχή αυτή - της δικαστικής επέμβασης σε πρωτόδικα αξιολογικά ευρήματα - ξαναθυμίσαμε στην Χρίστου ν. Γεωργίου, Π.Ε. 158/13, ημ. 26.10.22, ECLI:CY:AD:2022:A403, τη διαχρονική στάση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως ακολούθως:
«... Δεν έχουμε να προσθέσουμε κάτι στα όσα προείπαμε για τον τρόπο που διαχειρίστηκε την υπόθεση το Πρωτόδικο Δικαστήριο, εκτός ίσως από το να καταγράψουμε όσα είχαμε την ευκαιρία να υπομνήσουμε προσφάτως στην Badar v. Ηλία, Π.Ε. 17/14, ημ. 25.10.22, ECLI:CY:AD:2022:A400:
«... Δεν χρειάζεται να πούμε πολλά άλλα στην τρέχουσα ενότητα παρά να θυμίσουμε, μαζί και με κάποια άλλη πρόσφατη νομολογία, ό,τι είχαμε συναφώς την ευκαιρία να εκφράσουμε στην Ιωάννου ν. C.T.C. Automotive Ltd, Π.Ε. 396/14, ημ. 6.10.22, ECLI:CY:AD:2022:A437:
«Έχει καταστεί πλέον τετριμμένο - με αμετάβλητη ωστόσο και εξέχουσα τη σπουδαιότητα που η αρχή αυτή εκφράζει - πως μονάχα εκεί που τα πρωτόδικα συμπεράσματα και ευρήματα περί αξιοπιστίας μαρτύρων και μαρτυρίας (κρινόμενα αντικειμενικώς) δεν είναι ευλόγως επιτρεπτά ή αντιστρατεύονται την κοινή λογική και δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία (ή κρίνονται ανυπόστατα ως ουσιωδώς αντιφατικά), μπορεί αναλόγως να υπάρξει εφετειακή επέμβαση (Νεοκλέους ν. Θεοδότου, Π.Ε. 40/14, ημ. 8.6.22, ECLI:CY:AD:2022:D243, Χαραλαμπίδη ν. Μιχαήλ και Άλλων, Π.Ε. 304/13, ημ. 16.7.21, Περατικού ν. Ελληνικής Τράπεζας (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ, Π.Ε. 287/13, ημ. 16.6.21), ECLI:CY:AD:2021:A254».
Προσθέτως, στην Μιχαηλίδης ν. Οικονομίδη, Π.Ε. 94/13, ημ. 30.6.22, ECLI:CY:AD:2022:D288, το Εφετείο υπέμνησε για πολλοστή φορά, πως:
«[...]θέματα που σχετίζονται με την αξιοπιστία των μαρτύρων εμπίπτουν εντός της αρμοδιότητας των Πρωτόδικων Δικαστηρίων αφού αυτά είναι που βλέπουν και παρακολουθούν τους μάρτυρες την ώρα που αυτοί καταθέτουν (Ζερβού κ.α. ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία (2011) 1(Γ) ΑΑΔ, 2192). Η αξιοπιστία ενός μάρτυρα κρίνεται σε ένα πολύ ευρύ πλαίσιο, περιλαμβάνει δε και την υποκειμενική αντίληψη φιλαλήθειας των μαρτύρων εκ μέρους του εκδικάζοντος Δικαστή (Χριστοφόρου ν. Αστυνομίας (2002) 2 ΑΑΔ, 407). Ισχυρισμοί ενώπιον του Εφετείου ότι η πρωτόδικη αξιολόγηση της μαρτυρίας είναι εσφαλμένη ή αδικαιολόγητη θα πρέπει να τεκμηριώνονται με πειστικά επιχειρήματα. [...] Περαιτέρω τυχόν αντιφάσεις ή αδυναμίες που υπάρχουν στη μαρτυρία δεν αποτελούν λόγο επέμβασης του Εφετείου, εκτός αν είναι τόσο ουσιώδεις ώστε να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα αποδέχθηκε τη μαρτυρία ως αξιόπιστη.» [...]».
Τα ίδια, κατά θεμιτή προσαρμογή, ισχύουν και εδώ.
Δεν παρέχεται πεδίο επέμβασης μας στην πρωτόδικη κρίση για την ευθύνη.
Ουδείς των λόγων έφεσης 1-6 ευσταθεί και ως εκ τούτου απορρίπτονται.
Εκ του αποτελέσματος, δεν θα εξετάσουμε, αφού δεν χρειάζεται, τους λόγους έφεσης 7, 8 και 10, οι οποίοι σχετίζονται προς στη θεματολογία των αποζημιώσεων που θα επιδικάζονταν υπέρ του Εφεσείοντα αν και εφόσον καταδεικνυόταν εκ πλευράς του υπαιτιότητα του Εφεσίβλητου, κάτι όμως που δεν έγινε.
Η έφεση απορρίπτεται.
Επιδικάζουμε υπέρ του Εφεσίβλητου και εναντίον του Εφεσείοντα, έξοδα ως τούτα θα υπολογιστούν από την Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.
Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.
/μκε