ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση αρ. 53/2022)
10 Μαρτίου 2025
[ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Πρόεδρος]
[ΑΜΠΙΖΑΣ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ Δ/στές]
Φιόνα Νικολάου
Εφεσείουσα/Αιτήτρια
ν.
Διαχειριστική Επιτροπή Άγιος Παύλος Μπλοκ Β
Εφεσίβλητη/Καθ' ης η Αίτηση
Αίτηση υπό εφεσείουσα ημερομηνίας 3.1.2025 για έκδοση
διατάγματος αναστολής εκτέλεσης της πρωτόδικης απόφασης
Εφεσείουσα - αιτήτρια: κα Φιόνα Νικολάου εμφανίζεται προσωπικά.
Για εφεσίβλητη - καθ' η αίτηση: Καμία εμφάνιση.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.
Ενδιάμεση Απόφαση
ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Π.: Αντικείμενο της παρούσας έφεσης, είναι η αμφισβήτηση εκ μέρους της εφεσείουσας, της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου ημ. 22/02/2022, με την οποία απορρίφθηκε αίτηση της για παραμερισμό ειδοποίησης πτώχευσης που εκδόθηκε εναντίον της, κατόπιν αίτησης της εφεσίβλητης. Με την εν πιο πάνω ειδοποίηση πτώχευσης, η εφεσείουσα κλήθηκε να πληρώσει το συνολικό ποσό των €24.194,94 πλέον τόκους, που επιδικάστηκε εναντίον της σε τέσσερις αγωγές του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού. Την αναστολή της πιο πάνω πρωτόδικης απόφασης μέχρι εκδίκασης της έφεσης, η εφεσείουσα επιζητά με την παρούσα αίτηση της.
Ο παραμερισμός της ειδοποίησης πτώχευσης επιδιώχθηκε με την καταχώρηση ένορκης δήλωσης εκ μέρους της εφεσείουσας δυνάμει του Κανονισμού 40.2 των Περί Πτωχεύσεως Διαδικαστικών Κανονισμών του 1931 (368/1931), σύμφωνα με τον οποίο, ο οφειλέτης έχει δικαίωμα να καταχωρήσει ένορκη δήλωση στην οποία να αναφέρει ότι έχει ανταπαίτηση, συμψηφισμό ή ανταξίωση που ισοδυναμεί ή υπερβαίνει το εξ αποφάσεως χρέος και η οποία δεν μπορούσε να εγερθεί στη διαδικασία στην οποία εξασφαλίστηκε η απόφαση που αφορά την ειδοποίηση. Η ένορκος αυτή δήλωση λειτουργεί σύμφωνα με τον Κανονισμό 41 των ως άνω Πτωχευτικών Κανονισμών ως αίτηση παραμερισμού της ειδοποίησης Πτώχευσης (to set aside the bankruptcy notice).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση, κρίνοντας ότι δεν επεξηγήθηκαν λεπτομερώς από την εφεσείουσα, οι ισχυρισμοί για την ανταξίωση που προβάλει εναντίον της εφεσίβλητης. Λέχθηκε επίσης ότι δεν προβλήθηκαν γνήσια και καλόπιστα ισχυρισμοί που να εγείρουν πράγματι δικάσιμο θέμα που δεν μπορούσε να προβληθεί στο πλαίσιο των αγωγών και που ισούται ή υπερβαίνει το χρέος που τέθηκε στην ειδοποίηση πτώχευσης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, μετά την απόρριψη της αίτησης παραμερισμού της ειδοποίησης πτώχευσης, έκρινε ότι «η πράξη πτώχευσης διαπράττεται με την έκδοση της παρούσας απόφασης».
Η εφεσείουσα, με οκτώ λόγους έφεσης αμφισβητεί την πιο πάνω απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Η εν λόγω έφεση, που καταχωρήθηκε στις 04/03/2022, εκκρεμεί προς εκδίκαση ενώπιον του Εφετείου αφού τα πρακτικά της πρωτόδικης διαδικασίας δεν έχουν ακόμα αποσταλεί στο Εφετείο από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Στις 03/01/2025, ήτοι τρία χρόνια μετά την καταχώρηση της έφεσης, καταχωρίστηκε η παρούσα αίτηση, με την οποία η εφεσείουσα ζητά την αναστολή εκτέλεσης της πιο πάνω πρωτόδικης απόφασης και της δυνάμει αυτής συντέλεσης πράξης πτώχευσης, μέχρι την εκδίκαση της έφεσης. Συγκεκριμένα αιτείται τα πιο κάτω:
Α. Διάταγμα του Δικαστηρίου αποφασίζοντα και/ή διατάττοντα αναστολή εκτέλεσης της εφεσιβαλλόμενης απόφασης του Δικαστηρίου, ημερομηνίας 21/02/2022, εκδοθείσας στην υπ' αριθμό ειδοποίηση πτώχευσης 21/2021 και αναστολή της συντέλεσης πράξης πτώχευσης της Αιτήτριας, μέχρι την πλήρη εκδίκαση και αποπεράτωση της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Έφεσης.
Β. Διάταγμα του Δικαστηρίου διατάττοντα την αναστολή της διαδικασίας αίτησης πτώχευσης αρ. 5/2022 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, εναντίον της Αιτήτριας, μέχρι τελικής εκδίκασης της ως άνω έφεσης υπ' αριθμό 53/2022. Οποιαδήποτε άλλη θεραπεία το Δικαστήριο κρίνει εύλογη υπό τις περιστάσεις Έξοδα.
Γ. Οποιαδήποτε άλλη θεραπεία το Δικαστήριο κρίνει εύλογη υπό τις περιστάσεις
Δ. Έξοδα
Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, η οποία υπογράφεται από την ίδια την εφεσείουσα, αναφέρεται ότι η εφεσίβλητη, ως αποτέλεσμα της υπό κρίση πρωτόδικης απόφασης, έχει προωθήσει την υπ' αριθμό 5/2022 αίτηση πτώχευσης εναντίον της. Η εν λόγω αίτηση, μετά την καταχώρηση ένστασης εκ μέρους της, είναι ορισμένη για ακρόαση.
Στο πλαίσιο της πιο πάνω αίτησης πτώχευσης, η εφεσείουσα καταχώρησε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ενδιάμεσο διάβημα, με αίτημα μεταξύ άλλων, την αναστολή της εφεσιβαλλόμενης απόφασης και της όλης διαδικασίας πτώχευσης. Η εν λόγω ενδιάμεση αίτηση, απορρίφθηκε με απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ημερομηνίας 17/05/2024.
Η εφεσείουσα αναφέρει στην συνέχεια ότι από την έκδοση της ως άνω απορριπτικής απόφασης και μέχρι σήμερα, δεν μπόρεσε να προωθήσει την παρούσα αίτηση για λόγους που εκφεύγουν του ελέγχου της και έχουν σχέση με την ασθενή κατάσταση της υγείας της, λόγω της οποίας υποβλήθηκε σε διάφορες επεμβατικές θεραπείες που την κράτησαν επί μακρόν και συχνά μακριά από την εργασία της.
Είναι η θέση της εφεσείουσας ότι η έφεση έχει καλές πιθανότητες επιτυχίας αφού η εφεσιβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να παραμεριστεί για τους σοβαρούς λόγους που φαίνονται στην ειδοποίηση έφεσης, που άπτονται τόσο ζητημάτων ουσίας όσο και νομικών θεμάτων.
Η εφεσείουσα ισχυρίζεται ότι υπάρχει κατεπείγουσα αναγκαιότητα άμεσης αναστολής εκτέλεσης της εφεσιβαλλόμενης πράξης πτώχευσης αλλά και της περαιτέρω προώθησης και ολοκλήρωσης της εναντίον της πτωχευτικής διαδικασίας. Με τον τρόπο αυτό θα αποφευχθεί ανεπανόρθωτη ζημιά στην εφεσείουσα, νοουμένου ότι ήδη η προωθούμενη αίτηση πτώχευσης εναντίον της, είναι ορισμένη για ακρόαση. Ισχυρίζεται περαιτέρω ότι η διαδικασία πτώχευσης προωθείται εντελώς εκδικητικά από την εφεσίβλητη και θα πρέπει να ανασταλεί μέχρι να εκδικαστεί η παρούσα έφεση.
Για την εφεσίβλητη δεν υπήρξε καμία εμφάνιση στην παρούσα αίτηση. Υπάρχει όμως στον φάκελο της έφεσης, ειδοποίηση από συγκεκριμένο δικηγόρο ότι εκπροσωπεί την εφεσίβλητη χωρίς να έχει ζητηθεί άδεια για να αποσυρθεί. Παρόλα αυτά και παρότι η έφεση και η παρούσα αίτηση αναστολής επιδόθηκαν κανονικά στην εφεσίβλητη, δεν υπήρξε καμία εμφάνιση ενώπιον μας, προκειμένου να αμφισβητηθεί η αίτηση. Έτσι, η ακρόαση της αίτησης προχώρησε στην απουσία της εφεσίβλητης. Γεγονός όμως, που δεν επηρεάζει την εξουσία του Εφετείου να εξετάσει κατά πόσον ισχύουν ή όχι οι προϋποθέσεις αναστολής της εφεσιβαλλόμενης απόφασης, εκκρεμούσης της έφεσης.
Νομική πτυχή
Η αίτηση στηρίζεται μεταξύ άλλων στο Μέρος 41.7 (1) (α) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, σε διατάξεις του του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 καθώς και του Περί Πτωχεύσεως Νόμου (Κεφ.5) και των Πτωχευτικών Κανονισμών.
Σύμφωνα με το Μέρος 41.7 (1) (α) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, εκτός αν το Εφετείο ή το κατώτερο δικαστήριο διατάξει διαφορετικά, η έφεση δεν επενεργεί ως αναστολή οποιουδήποτε διατάγματος ή απόφασης του κατώτερου δικαστηρίου.
Η πιο πάνω διάταξη δεν καθορίζει συγκεκριμένες προϋποθέσεις για έκδοση διατάγματος αναστολής εκτέλεσης απόφασης και το ζήτημα ουσιαστικά αφήνεται στην διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου. Λόγω της ομοιότητας όμως της εν λόγω διάταξης με την Δ.35 θ.18 των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας που καθόριζε την εξουσία αναστολής απόφασης εκκρεμούσης έφεσης, κρίνουμε ότι η νομολογία που ερμήνευσε την εν λόγω διαταγή, είναι βοηθητική και στην εξέταση αιτήματος δυνάμει του Μέρους 41.7 (1) (α) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023.
Ο κανόνας είναι ότι η έφεση δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Τα Δικαστήρια δεν αποστερούν επιτυχόντα διάδικο από τους καρπούς της επιτυχίας του, εκτός αν υπάρχουν ειδικές περιστάσεις. Τέτοιες υπάρχουν λ.χ. στην περίπτωση που στοιχειοθετείται ανικανότητα του καθ' ου η αίτηση να επιστρέψει το ποσό που θα εισέπραττε κατά την εκτέλεση, σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης του αιτητή (βλ. White Book 1956, σελ. 1284). Σε κάθε περίπτωση, το Δικαστήριο θα πρέπει να εξισορροπεί από την μια το δικαίωμα επιτυχόντος διαδίκου να δρέψει τα αποτελέσματα της επιτυχίας του και από την άλλη το δικαίωμα του εφεσείοντος στην αποτελεσματικότητα της έφεσης (βλ. (1991) 1 Α.Α.Δ 1147).
Έχει επίσης νομολογηθεί ότι η δυνατότητα αναστολής απόφασης ή διατάγματος παρέχεται μόνο όπου το διάταγμα επιδέχεται εκτέλεσης. Είναι σαφές ότι η αναστολή εκτέλεσης χωρεί σε σχέση μόνο με την εκτέλεση απόφασης και όχι με τη συνέχιση της εξέλιξης, της μη συμπληρωθείσας διαδικασίας. Κάτω από αυτή την έννοια, απόφαση σε αγωγή που απορρίπτει την απαίτηση δεν αποτελεί αντικείμενο αναστολής. Σχετική είναι η απόφαση (1995) 1 Α.Α.Δ 290, στην οποία λέχθηκαν τα εξής:
«. Η απόρριψη δικαστικής διαδικασίας φέρει 'πειν αγωγής είναι δυνατόν να ανασταλεί μόνον στην περίπτωση που η απορριπτική απόφαση επιβάλλει κάποια θετική και άμεση υποχρέωση στον Εφεσείοντα η οποία μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναστολής. Παράδειγμα αποτελεί το μέρος τέτοιας απορριπτικής απόφασης που αφορά την πληρωμή εξόδων.»
Οι ίδιες αρχές εφαρμόζονται όχι μόνο δυνάμει του Μέρους 41.7 (1) (α) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, αλλά και στην βάση του Άρθρου 47 του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, το οποίο επίσης προνοεί την αναστολή εκτέλεσης απόφασης εκκρεμούσης έφεσης. Παραθέτουμε το πιο κάτω χαρακτηριστικό απόσπασμα από την υπόθεση (1997) 1 A.A.Δ. 692:
"Κατ' αρχήν, σύμφωνα με το άρθρο 47 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, αναστολή χωρεί σε σχέση μόνο με την εκτέλεση απόφασης όχι με τη συνέχιση της εξέλιξης της μη συμπληρωθείσας διαδικασίας. Το ίδιο, καθώς νομολογήθηκε, είναι το αποτέλεσμα και δυνάμει του κ. 18 της Δ.35: βλ. Fotiou and another v. Petrolina Ltd (1984) 1 C.L.R. 708. In re E.S. (an infant) (1986) 1 C.L.R. 119 και Aftomata Eleourgia Lythrodonta Ltd v. Holy Monastery of Mahera (1986) 1 C.L.R. 524. Η αναφορά στον εν λόγω κανονισμό σε "....stay of .... proceedings under the decision appealed from .... " δεν αποβλέπει στην αναστολή της ευρύτερης διαδικασίας από την οποία προέκυψε ενδιάμεση απόφαση αλλά μόνο της διαδικασίας που εκπορεύεται αυτοτελώς από απόφαση της οποίας σκοπείται η ικανοποίηση: παραδείγματα προσφέρονται από τον Πική, Δ. (όπως ήταν τότε) στην In re E.S. (an infant) (ανωτέρω)."
Σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιβεβαίωσε τις πιο πάνω νομολογιακές αρχές. Σχετική είναι η απόφαση (1997) 1 Α.Α.Δ. 1384 η οποία αφορούσε αίτημα αναστολής πρωτόδικης απόφασης, που ακύρωσε ειδοποίηση τριτοδιαδίκου καθώς και η υπόθεση (1998) 1 Α.Α.Δ. 364, που αφορούσε αίτημα αναστολής δικαστικής διαδικασίας σε αγωγή.
Χαρακτηριστική είναι επίσης η απόφαση (2016) 1 Α.Α.Δ 759, όπου δεν έγινε αποδεκτό αίτημα αναστολής απόφασης, η οποία απέρριψε τον παραμερισμό εντάλματος κατάσχεσης κινητής περιουσίας. Λέχθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ότι πρόκειται για απόφαση η οποία δεν δημιουργεί οποιανδήποτε θετική υποχρέωση ή καθήκον και δεν προνοεί οτιδήποτε προς εκτέλεση. Τονίστηκε επίσης ότι το αντικείμενο της αναστολής, είναι η υποχρέωση ή καθήκον που επιβάλλεται από την απόφαση, και όχι η παγοποίηση ή ο προσωρινός παραμερισμός της απόφασης που εφεσιβάλλεται και ότι η Δ.35 θ.18 δεν αποτελεί μέσο για την αναστολή της διαδικασίας ενώπιον του πρωτοδίκου Δικαστηρίου ή την παρεμπόδιση της συνέχισής της μέχρι την ακρόαση της έφεσης.
Σημειώνεται παρά τα πιο πάνω, ότι ειδικά για την πτωχευτική διαδικασία όπως είναι η παρούσα περίπτωση, έχει νομολογηθεί ότι αυτή δεν μπορεί να ανασταλεί δυνάμει της Δ.35 θ.18. Σχετική είναι η υπόθεση (2009) 1 Α.Α.Δ 279, που αφορούσε αίτημα για αναστολή διατάγματος παραλαβής εκκρεμούσης έφεσης. Λέχθηκε ότι οι Δ.35. θθ. 18 & 19 των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας δεν έχουν εφαρμογή σε πτωχευτική διαδικασία λόγω ακριβώς της φύσης αυτών των υποθέσεων, οι οποίες έχουν χαρακτηριστεί ως suis generis οιονεί ποινικού χαρακτήρα με γνώμονα πρώτιστα, την προστασία της περιουσίας του χρεώστη προς όφελος των πιστωτών του.
Τονίστηκε επί του προκειμένου από το Ανώτατο Δικαστήριο ότι η αναστολή εκτέλεσης απόφασης εκκρεμούσης έφεσης δυνάμει της πιο πάνω διαταγής, περιορίζεται σε αιτήσεις που μπορούν να γίνουν κάτω από τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας και όχι στη βάση άλλων εξειδικευμένων Θεσμών, όπως τους περί Πτωχεύσεως Κανονισμούς. Και εφόσον δεν υπάρχει οποιαδήποτε πρόνοια σ' αυτούς για εισαγωγή πρωτογενώς αίτησης στο Εφετείο για ενδιάμεση αναστολή της διαδικασίας του διατάγματος παραλαβής, έπεται ότι δεν μπορεί να έχει εφαρμογή η συγκεκριμένη πρόνοια των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.
Σύμφωνα με την απόφαση , η μοναδική δικονομική πρόνοια που παραπέμπει σε αναστολή πτωχευτικής διαδικασίας, είναι αυτή του (ανωτέρω)Κανονισμού 71 των Πτωχευτικών Κανονισμών, η οποία όμως δεν έχει εφαρμογή στο Εφετείο. Αυτό με δεδομένο ότι αναφέρεται σε αιτήσεις που μπορούν να γίνουν στο Δικαστήριο, το οποίο ορίζεται στον Πτωχευτικό Κανονισμό 3, ως το Δικαστήριο που έχει πτωχευτική δικαιοδοσία κάτω από τον Περί Πτωχεύσεως Νόμο (Κεφ.5), δηλαδή το αντίστοιχο Επαρχιακό Δικαστήριο.
Το ίδιο συμβαίνει και με τα Άρθρα 6.4 & 97 του Περί Πτωχεύσεως Νόμου (Κεφ.5), τα οποία προβλέπουν την αναστολή της πτωχευτικής διαδικασίας κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες. Στο Άρθρο 6.4, δίδεται εξουσία στο Δικαστήριο για αναστολή της πτωχευτικής διαδικασίας όπου η πράξη πτώχευσης προέρχεται από μη συμμόρφωση προς ειδοποίηση πτώχευσης που στηρίζεται σε δικαστική απόφαση για την οποία εκκρεμεί έφεση. Επιπλέον, σύμφωνα με το Άρθρο 97 του Περί Πτωχεύσεως Νόμου (Κεφ.5), το Δικαστήριο δύναται οποτεδήποτε, για επαρκή λόγο, να εκδώσει διάταγμα αναστολής των διαδικασιών της αίτησης πτώχευσης είτε εντελώς είτε για περιορισμένο χρόνο, με τέτοιους όρους και τηρουμένων τέτοιων προϋποθέσεων ως το Δικαστήριο θεωρεί δίκαιο. Και στις δύο πιο πάνω περιπτώσεις, ως «Δικαστήριο» καθορίζεται σύμφωνα με το ερμηνευτικό Άρθρο 2, το πτωχευτικό Δικαστήριο, ήτοι το Επαρχιακό Δικαστήριο της διαμονής του πτωχεύσαντος (βλ. και Άρθρο 88 του Κεφ. 5).
Συνοψίζοντας τα λεχθέντα στην υπόθεση Μέρους 41.7 (1) (α) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, που προβλέπει αναστολή απόφασης εκκρεμούσης έφεσης. Επιπλέον, η προβλεπόμενη αναστολή απόφασης πτωχευτικής δικαστικής διαδικασίας δυνάμει των Άρθρων 6.4 και 97 του Κεφ. 5 και του Πτωχευτικού Κανονισμού 71 δεν μπορεί να διαταχθεί πρωτογενώς από το Εφετείο όπως συμβαίνει με το Μέρος 41.7 (1) (α) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023 αφού αρμόδιο για αυτό, είναι το Δικαστήριο της πτωχευτικής διαδικασίας που είναι το Επαρχιακό Δικαστήριο. (ανωτέρω), προκύπτει ως βασική νομολογιακή αρχή ότι οι πρωτόδικες δικαστικές αποφάσεις που αφορούν στην πτωχευτική διαδικασία, δεν μπορούν να ανασταλούν δυνάμει του
Συμπεράσματα
Όπως προαναφέρθηκε, η εφεσείουσα στήριξε την αίτηση της στο Μέρος 41.7 (1) (α) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023. Η αίτηση δεν στηρίχθηκε στο Άρθρο 47 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/1960, το οποίο επίσης προνοεί την αναστολή εκτέλεσης απόφασης εκκρεμούσης έφεσης, παρότι στη νομική βάση της αίτησης, γίνεται αναφορά σε σειρά πολλών άλλων άρθρων του Νόμου 14/60. Επίσης ενώ στη νομική βάση της αίτησης γίνεται γενική αναφορά στον Περί Πτωχεύσεων Νόμο (Κεφ.5), δεν εξειδικεύεται σε ποιες διατάξεις του εν λόγω Νόμου, στηρίζεται το αίτημα αναστολής. Ιδιαίτερα δεν γίνεται καμία αναφορά τα Άρθρα 6.4 και 97 του Κεφ.5.
Ανεξαρτήτως τούτου, είναι σαφές ότι δεν παρέχεται στο Εφετείο η πρωτογενής εξουσία για αναστολή πτωχευτικής διαδικασίας δυνάμει του Κεφ. 5 και των πτωχευτικών κανονισμών (βλ. νθυμίζεται ότι με την παρούσα έφεση, η εφεσείουσα δεν προσβάλλει ως θα είχε βέβαια δικαίωμα, την ενδιάμεση απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού ημ. 17/05/2024 με την οποία απορρίφθηκε παρόμοιο αίτημα αναστολής της πτωχευτικής διαδικασίας δυνάμει μεταξύ άλλων και των πιο πάνω διατάξεων του Κεφ. 5. Αντιθέτως, προσβάλλεται μόνο η ενδιάμεση απόφαση ημ. 21.2.2022, με την οποία απορρίφθηκε αίτημα για παραμερισμό της ειδοποίησης πτώχευσης. Απόφαση της οποίας η εφεσείουσα ζητά την αναστολή με την παρούσα αίτηση. ανωτέρω). Υπε
Είναι όμως επίσης σαφές δυνάμει της προαναφερθείσας νομολογίας ότι δεν μπορεί να διαταχθεί από το Εφετείο, στο πλαίσιο αίτησης στην βάση των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, η αναστολή εκτέλεσης της υπό κρίση απόφασης και της πτωχευτικής διαδικασίας που αφορά την εφεσείουσα. Σύμφωνα με την απόφαση (ανωτέρω), οι δικονομικές διατάξεις των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας που αφορούν την αναστολή εκτέλεσης απόφασης εκκρεμούσης έφεσης, δεν εφαρμόζονται στη suis generis πτωχευτική διαδικασία.
Ανεξαρτήτως τούτου, ακόμα και αν μπορούσε να εξεταστεί η αιτούμενη αναστολή εκτέλεσης δυνάμει του Μέρους 41.7 (1) (α) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, προκύπτει από τις πιο πάνω νομολογιακές αρχές ότι δεν μπορεί να διαταχθεί αναστολή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση παραμερισμού της ειδοποίησης πτώχευσης. Αυτό γιατί σύμφωνα με την προαναφερθείσα νομολογία, δεν πρόκειται για απόφαση που επιδέχεται εκτέλεσης ώστε να μπορεί να ανασταλεί. Ούτε η εφεσιβαλλόμενη απόφαση δημιουργεί οποιαδήποτε θετική υποχρέωση ή καθήκον και δεν προνοεί οτιδήποτε προς εκτέλεση.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίπτεται. Δεν εκδίδεται καμία διαταγή για έξοδα λόγω της μη εμφάνισης της καθ΄ ης η αίτηση - εφεσίβλητης.
Αλ. Παναγιώτου, Π.
Μ. Αμπίζας, Δ.
Ι. Στυλιανίδου, Δ.