ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ.: 229/2023)
12 Μαρτίου, 2025
[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/στές]
I. D. G.,
Εφεσείοντας,
v.
Β. Μ.,
Εφεσίβλητης.
____________________
Ε. Κασάπη (κα) για Ν.Γ. Νικολάου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσείοντα.
Β. Ιωάννου (κα), για την Εφεσίβλητη.
ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.: Το Οικογενειακό Δικαστήριο Αμμοχώστου - στο εξής το πρωτόδικο Δικαστήριο - εξέδωσε, στο πλαίσιο της Δικαιοδοσίας Γονικής Μέριμνας, απόφαση απορρίπτοντας την αίτηση της εφεσίβλητης με την οποία ζήτησε (α) διάταγμα με το οποίο να της ανατεθεί η άσκηση της επιμέλειας του προσώπου των δύο ανηλίκων κοριτσιών που απέκτησε με τον εφεσείοντα, (β) διαζευκτικά, διάταγμα με το οποίο να ανατεθεί σ' αυτήν η φύλαξη των δύο, ανήλικων, κοριτσιών και (γ) διάταγμα με το οποίο να καθορίζεται ως τόπος διαμονής των ανήλικων κοριτσιών ο εκάστοτε τόπος διαμονής της εφεσίβλητης. Ταυτόχρονα, το πρωτόδικο Δικαστήριο, εξέδωσε, στη βάση ανταπαίτησης που είχε καταχωρίσει ο εφεσείοντας, (1) διάταγμα με το οποίο ανατέθηκε σ' αυτόν η αποκλειστική γονική μέριμνα των δύο ανήλικων κοριτσιών, (2) διάταγμα με το οποίο καθορίστηκε ως τόπος διαμονής των δύο ανήλικων ο εκάστοτε τόπος διαμονής του, στην Κύπρο, και (3) διάταγμα με το οποίο τα ονόματα των δύο ανήλικων κοριτσιών τοποθετήθηκαν στον κατάλογο των προσώπων των οποίων η έξοδος από την Κύπρο, χωρίς τη γραπτή συγκατάθεση του εφεσείοντα, απαγορεύεται. Ταυτόχρονα, με διάταγμα, καθόρισε επικοινωνία της εφεσίβλητης, που κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν στη ......, με τα δύο κορίτσια, μέσω της εφαρμογής viber, καθώς και όταν η εφεσίβλητη θα βρίσκεται στην Κύπρο να έχει δικαίωμα επικοινωνίας με τις ανήλικες θυγατέρες της τρεις φορές εβδομαδιαίως σε ώρες που καθορίστηκαν στην απόφαση. Όσον αφορά στα έξοδα, της ενώπιον του διαδικασίας, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε όπως «Ενόψει του αποτελέσματος, αναφορικά με τα έξοδα, το Δικαστήριο ασκώντας τη διακριτική του εξουσία, αποφασίζει τόσο στην Αίτηση όσο και στην Ανταπαίτηση, όπως κάθε πλευρά επωμιστεί τα δικά της έξοδα».
Ο εφεσείοντας, με τέσσερεις λόγους έφεσης, θεωρεί λανθασμένη την προαναφερόμενη απόφαση. Κατ' αρχάς, θεωρεί ότι λανθασμένα εκδόθηκε τελικό διάταγμα επικοινωνίας της εφεσίβλητης με τις δύο ανήλικες θυγατέρες της, αφού κάτι τέτοιο ήταν, αφενός, εκτός των ευρημάτων του Δικαστηρίου, αφετέρου ήταν εκτός των αιτούμενων από την εφεσίβλητη διαταγμάτων (πρώτος λόγος έφεσης). Ακόμη, ο εφεσείοντας θεωρεί λανθασμένη την έκδοση διατάγματος εναντίον του το οποίο εκ προϊμίου καθίσταται ανεφάρμοστο, λόγω αοριστίας και ασάφειας, με αποτέλεσμα αυτός να κινδυνεύει να βρεθεί, χωρίς δική του ευθύνη, ένοχος παρακοής διατάγματος (δεύτερος λόγος έφεσης). Θεωρεί, επίσης, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε στη διατήρηση ουσιαστικά του προσωρινού διατάγματος, αναφορικά με το δικαίωμα επικοινωνίας της εφεσίβλητης, μέσω εφαρμογής viber, παρότι το εν λόγω διάταγμα εκ της διατύπωσης του είναι εντελώς λανθασμένο και ανεφάρμοστο (τρίτος λόγος έφεσης) και, τέλος, ο εφεσείοντας θεωρεί ότι λανθασμένα δεν επιδικάστηκαν έξοδα προς όφελος του, αφού πέτυχε στην ανταπαίτηση του, και το πρωτόδικο Δικαστήριο χωρίς καλό λόγο και/ή αναιτιολόγητα αποφάσισε όπως η κάθε πλευρά επωμισθεί τα έξοδα της.
Από την πλευρά της η εφεσίβλητη, με ειδοποίηση εφεσίβλητου/ αντέφεση, αμφισβητεί την επάρκεια της επικοινωνίας που δόθηκε σ' αυτήν με τις ανήλικες θυγατέρες της και ζητά την αύξηση ή τη διεύρυνση της, η οποία να περιλαμβάνει την πρόνοια «Όταν η Αιτήτρια θα βρίσκεται στην Κύπρο, θα έχει καθημερινώς δικαίωμα επικοινωνίας με τις ανήλικες θυγατέρες της [ ] και [ ] μεταξύ των ωρών 15:00 - 20:00» (πρώτος λόγος αντέφεσης). Ζητά, επίσης, από το Εφετείο, διάταγμα επικοινωνίας με τις ανήλικες θυγατέρες της, με το οποίο να επιτρέπεται η επικοινωνία στον τόπο διαμονής της, στη Δ. , εκ περιτροπής, 10 ημέρες τα Χριστούγεννα/Πρωτοχρονιά και 10 ημέρες διακοπές για την περίοδο του Πάσχα (δεύτερος λόγος αντέφεσης). Ζητά, ακόμη, ερμηνεία του όρου «τηλεπικοινωνία», όπως αυτή αναφέρεται στο προσωρινό διάταγμα ημερομηνίας 16.12.2019, ούτως ώστε να περιλαμβάνεται συνομιλία αλλά και εικόνα (video), και όχι μόνο τηλεφωνική επικοινωνία, αφού στο εν λόγω διάταγμα βασίστηκε και το τελικό διάταγμα του πρωτόδικο υ Δικαστηρίου, ημερομηνίας 15.06.2023 (τρίτος λόγος αντέφεσης). Τέλος, ζητείται η γνώμη του Δικαστηρίου σχετικά με την «ελλειπή», ως την χαρακτηρίζει η εφεσίβλητη, έκθεση του Γραφείου Ευημερίας που παρουσιάστηκε στην πρωτόδικη διαδικασία, και η οποία είχε ετοιμασθεί 2 χρόνια πριν τη δίκη, ενώ ταυτόχρονα το Γραφείο Ευημερίας παρέλειψε να επικοινωνήσει με την ..... Αρχή Κοινωνικών Λειτουργών έτσι ώστε να είχαν ληφθεί υπόψη οι προσωπικές συνθήκες της εφεσίβλητης, γεγονός που αποστέρησε από αυτήν τη δυνατότητα να αποδείξει τους ισχυρισμούς της.
Ως καθίσταται αντιληπτό, από τα προλεγόμενα, οι λόγοι έφεσης και αντέφεσης έχουν μεταξύ τους, σε πολύ μεγάλο βαθμό, συνάφεια. Στο μέτρο που είναι εφικτό θα τους αξιολογήσουμε μαζί, και θα αποφανθούμε επί αυτών, αντιπαραβάλλοντας τις θέσεις των δύο πλευρών, και συσχετίζοντάς τες με την εκκαλούμενη απόφαση.
Οι συνήγοροι των δύο πλευρών ανέπτυξαν, μέσα από τα περιγράμματα αγόρευσης τους, με επάρκεια και σαφήνεια τις θέσεις τους επί των επίδικων θεμάτων της έφεσης και της αντέφεσης. Επανάληψη των θέσεων τους κρίνεται αχρείαστη. Θα τοποθετηθούμε επί αυτών στο κατάλληλο στάδιο, κατά την εξέταση ενός εκάστου των λόγων έφεσης και αντέφεσης, στον βαθμό που είναι αναγκαίο στην αιτιολόγηση της απόφασης μας. Έχουμε δε διεξέλθει τα πρακτικά της δίκης, το περιεχόμενο των δικογράφων των διαδίκων καθώς και το περιεχόμενο της εκκαλούμενης απόφασης. Στη βάση των προαναφερόμενων εγγράφων προχωρούμε, στη συνέχεια, πρώτα στην εξέταση των λόγων έφεσης.
Είναι σημαντικό να επισημάνουμε, ως προκύπτει από το περιεχόμενο των λόγων αντέφεσης, ότι η εφεσίβλητη δεν εφεσιβάλλει, ευθέως, την εγκυρότητα των ευρημάτων και του συμπεράσματος του πρωτόδικου Δικαστηρίου με το οποίο αυτό ανέθεσε την αποκλειστική Γονική Μέριμνα των δύο κοριτσιών στον εφεσείοντα, και, ούτε, το διάταγμα με το οποίο καθορίστηκε ως τόπος διαμονής τους ο εκάστοτε τόπος διαμονής του εφεσείοντα, στην Κύπρο. Επίσης, ούτε και το διάταγμα για απαγόρευση της εξόδου, των κοριτσιών, από την Κύπρο, χωρίς τη γραπτή συγκατάθεση του εφεσείοντα, εφεσιβάλλεται.
Προχωρούμε, λόγω της συνάφειάς τους, στην κοινή εξέταση του πρώτου και τρίτου λόγου έφεσης, οι οποίοι αφορούν στην έκδοση του διατάγματος επικοινωνίας, χωρίς αυτό να είχε ζητηθεί από την εφεσίβλητη. Αφού έχουμε αξιολογήσει όλες τις περιστάσεις που βρίσκονταν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, φρονούμε ότι αυτοί οι λόγοι έφεσης είναι βάσιμοι. Διασαφηνίζουμε πως τέτοια προσέγγιση, που επέλεξε το πρωτόδικο Δικαστήριο, θα ήταν επιτρεπτή μόνο υπό προϋποθέσεις που στην παρούσα περίπτωση δεν πληρούνταν. Εξηγούμε στη συνέχεια. Αναφερόμαστε, κατ' αρχάς, στο γεγονός ότι η εφεσίβλητη, με την αίτηση της, δεν ζήτησε καθορισμό άσκησης της γονικής μέριμνας, αντίθετα ζήτησε πολύ συγκεκριμένα διατάγματα, για ικανοποίηση δικαιωμάτων άλλων από το δικαίωμα επικοινωνίας. Επιπλέον, μέσα από το περιεχόμενο της αίτησης της, δεν διατυπώθηκαν οποιοιδήποτε ισχυρισμοί γεγονότων οι οποίοι να αντανακλούν σε υπόβαθρο για έκδοση διατάγματος επικοινωνίας, αλλά ούτε και διαφάνηκε πως τέτοιο ζήτημα συζητήθηκε κατά την ακροαματική διαδικασία. Οι μόνες αναφορές, στη μαρτυρία, οι οποίες αφορούν στην επικοινωνία, έγιναν στο πλαίσιο της υποστήριξης της αίτησης της εφεσίβλητης για να έχει τη φύλαξη των δύο ανήλικων στη ....... Παρά τα πιο πάνω, το πρωτόδικο Δικαστήριο, παρ' ότι δεν αναφέρθηκε σε οποιοδήποτε σκεπτικό, το οποίο να δικαιολογεί την επιλογή του, εξέδωσε τελικό διάταγμα επικοινωνίας, χωρίς ουσιαστικά το θέμα να ήταν επίδικο και κυρίως χωρίς να ακουσθούν οι δύο πλευρές επί τούτου. Συνεπώς, η πλευρά του εφεσείοντα δικαίως παραπονείται. Δεν παραγνωρίζουμε πως νομολογιακά (βλέπε Κκουφού v. Κκουφού (1997) 1 Α.Α.Δ. 1588) υπήρξε μία ευρύτερη προσέγγιση που υιοθετήθηκε πρωτόδικα, αναφορικά με τις εξουσίες του Οικογενειακού Δικαστηρίου για τα θέματα της Γονικής Μέριμνας, όπου χωρίς να υπήρχε ανταπαίτηση, δόθηκε δικαίωμα επικοινωνίας, πλην όμως, αυτή η επιλογή δεν αμφισβητήθηκε ούτως ώστε να κριθεί από το Εφετείο. Γίνεται επίσης αντιληπτό, από την προειρημένη υπόθεση, ότι το θέμα της επικοινωνίας είχε συζητηθεί πρωτόδικα και άρα υπήρχε υπόβαθρο, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στην πρωτόδικη διαδικασία της παρούσας εκκαλούμενης απόφασης. Παράλληλα, εντοπίζουμε πως παρ' ότι με την υπόθεση Στυλιανού v. Στυλιανού (1993) 1 Α.Α.Δ. 130, υποδείχθηκε πως «Υπό μορφή καθοδήγησης θεωρούμε σωστό να υποδείξουμε ότι αιτήματα που σχετίζονται με τη γονική μέριμνα πρέπει να τίθενται με τρόπο γενικό, π.χ. ρύθμιση της άσκησης της γονικής μέριμνας ενόψει του χωρισμού των γονέων ώστε να καθίσταται δυνατή η διερεύνηση από το δικαστήριο κάθε θέματος που άπτεται της επιμέλειας και μέριμνας για τα παιδιά.», εντούτοις το Εφετείο, επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση με την οποία δεν υιοθετήθηκε η πιο πάνω ευρύτερη προσέγγιση, αναφορικά με τις εξουσίες του Οικογενειακού Δικαστηρίου ως προς τη Γονική Μέριμνα, κρίνοντας ότι «Τα θέματα που τέθηκαν ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου και επιλύθηκαν με την απόφαση ήταν εκείνα που είχαν εγερθεί με την αίτηση του εφεσείοντα ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου. Η αίτηση περιοριζόταν στην έκδοση διατάγματος για την ανάθεση της επιμέλειας και φροντίδας των παιδιών στον πατέρα και εφόσον το αίτημα γινόταν δεκτό της παράλληλης εξασφάλισης επικοινωνίας της μητέρας με τα παιδιά. Αφού το Οικογενειακό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η παραμονή των παιδιών με τη μητέρα τους ήταν προς το συμφέρον τους απέρριψε την αίτηση χωρίς να επεκταθεί σε οποιοδήποτε άλλο θέμα.». Ομοίως, και κατ' αναλογία, και στην παρούσα υπόθεση εφόσον στην αίτηση της εφεσίβλητης αλλά και στην ανταπαίτηση του εφεσείοντα ζητήθηκε μόνο η φύλαξη των κοριτσιών χωρίς παράλληλη επικοινωνία με τον άλλο γονέα, το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα εξέδωσε τελικό διάταγμα επικοινωνίας αφού κάτι τέτοιο δεν ήταν επίδικο θέμα, και ούτε συζητήθηκε κατά την ακρόαση.
Συνακόλουθα των πιο πάνω, φρονούμε πως αν και είναι επιτρεπτό, για τα Οικογενειακά Δικαστήρια, κατά την άσκηση της δικαιοδοσίας τους για τη Γονική Μέριμνα, να εκδίδουν διατάγματα τα οποία δεν εξειδικεύονται στις αιτούμενες θεραπείες, είναι ορθό όπως συνυπάρχουν γεγονότα επί της αίτησης που να δικαιολογούν την έκδοση κάποιου διατάγματος που δεν εξειδικεύθηκε στις αιτούμενες θεραπείες, και να προηγείται η συζήτηση κατά τη δίκη ώστε να τίθενται, πριν την έκδοση τέτοιων διαταγμάτων, οι θέσεις και των δύο πλευρών.
Στην παρούσα υπόθεση δεν υπήρχε τέτοιο υπόβαθρο. Το αποτέλεσμα, πέραν των πιο πάνω αδυναμιών, είναι και οι δύο διάδικοι να παραπονούνται, ενώπιον του Εφετείου, για το εκδοθέν διάταγμα. Ειδικότερα, η εφεσίβλητη, με τους λόγους αντέφεσης 1, 2 και 3, να ζητά θεραπείες για διαφοροποίηση του διατάγματος, η δε πλευρά του εφεσείοντα, δικαίως, να προβάλλει θέσεις περί της ρύθμισης η οποία τον δυσκολεύει στην εφαρμογή, με κίνδυνο, ως ισχυρίζεται, να κριθεί ένοχος σε παρακοή διατάγματος, που είχε δικαίωμα να ακουσθεί πριν αυτό εκδοθεί.
Προφανώς ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής, στην προσπάθεια του να εξισορροπήσει το δικαίωμα που παραχώρησε στον εφεσείοντα, και δη την παραχώρηση αποκλειστικής Γονικής Μέριμνας, αφού πέτυχε η ανταπαίτηση του, επιχείρησε να το αντισταθμίσει με το δικαίωμα επικοινωνίας που έχει η εφεσίβλητη, δυνάμει του Άρθρου 17 του Ν. 216/1990, ωστόσο, ως έχουμε ήδη εξηγήσει, δεν υπήρχε ενώπιον του το αναγκαίο πραγματικό υπόβαθρο.
Ενόψει της βασιμότητας των λόγων έφεσης 1 και 3 θεωρούμε ότι καθίσταται αχρείαστη η ενασχόληση με το λόγο έφεσης αρ. 2.
Όσον αφορά στον τέταρτο λόγο έφεσης, ο οποίος σχετίζεται με τη διαταγή για τα έξοδα, ομοίως κρίνουμε ότι αυτός είναι βάσιμος. Είναι σαφές ότι η αίτηση της εφεσίβλητης είχε αποτύχει, γι' αυτό και το πρωτόδικο Δικαστήριο την απέρριψε. Όφειλε, συνεπώς, να επιδικάσει έξοδα στον εφεσείοντα που ήταν ο επιτυχών διάδικος, όπως επιτυχών διάδικος ήταν και στην ανταπαίτηση του, η οποία βέβαια συνεκδικάστηκε με την αίτηση, και το γεγονός δικαιολογείτο να ληφθεί υπόψη στον υπολογισμό των εξόδων. Ως εκ τούτου, διαπιστώνεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφενός, παραγνώρισε τα προαναφερόμενα δεδομένα, αφετέρου, χωρίς οποιοδήποτε, είτε καλό, λόγο αποστέρησε τα έξοδα από τον εφεσείοντα - επιτυχόντα διάδικο. Όπως έχουμε αποφασίσει στην πρόσφατη υπόθεση Λοϊζου v. Λοϊζου, Πολιτική Έφεση 17/2024, ημερομηνίας 21.01.2025, εφ' όσον ο εκεί εφεσείοντας ήταν ο επιτυχών διάδικος δεν ήταν ορθό να μην του επιδικασθούν έξοδα.
Αναφορικά με τους λόγους αντέφεσης 1, 2 και 3, οι οποίοι αφορούν σε αιτήματα ενώπιον μας, σχετικά με την επικοινωνία της εφεσίβλητης με τα ανήλικα παιδιά της, θεωρούμε ότι η δικαιολογητική βάση της βασιμότητας, και επιτυχίας, των λόγων έφεσης 1 και 3 υποδεικνύει πως δεν είναι επιτρεπτό να εξετασθούν τέτοια ζητήματα, για διεύρυνση του δικαιώματος επικοινωνίας από το Εφετείο, καθώς κρίναμε ήδη ότι δεν θα έπρεπε να εκδοθεί, υπό τις δεδομένες περιστάσεις, τέτοιο διάταγμα από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Είναι, ως εκ τούτου, επιβαλλόμενο όπως η εφεσίβλητη για τις ενώπιον μας αιτούμενες θεραπείες αποταθεί στο Οικογενειακό Δικαστήριο, ούτως ώστε αυτό να καθορίσει πρωτογενώς τέτοιο ζήτημα, ακούγοντας σχετική, υποστηρικτική, μαρτυρία και τις θέσεις των δύο διαδίκων. Μέχρι δε την έκδοση είτε τελικού είτε προσωρινού διατάγματος επικοινωνίας, από πρωτόδικο Δικαστήριο, ο εφεσίβλητος αναμένεται να επιδείξει καλή θέληση για το καλό των παιδιών του προκειμένου αυτά να έχουν επικοινωνία με τη μητέρα τους.
Συνεπώς, οι λόγοι αντέφεσης 1, 2 και 3, κρίνονται μη εξεταστέοι και αβάσιμοι.
Τέλος, όσον αφορά στο λόγο αντέφεσης 4, με τον οποίο η εφεσίβλητη παραπονείται ότι λόγω παράλειψης του Γραφείου Ευημερίας να ζητήσει στοιχεία από την ανάλογη αρχή της ......, ώστε να υπήρχαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου οι προσωπικές της περιστάσεις, αυτή παρέμεινε εκτεθειμένη ως προς την απόδειξη των ισχυρισμών της, κρίνουμε ότι είναι προδήλως αβάσιμος και καταδικασμένος σε αποτυχία. Θεωρούμε ορθό να παραθέσουμε το περιεχόμενο του τέταρτου λόγου αντέφεσης, ενιαίο με αιτιολογία, το οποίο, αυτούσιο, έχει ως ακολούθως:
«ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ/ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ
5. Αιτούμεθα την γνώμη του Σεβαστού σας Δικαστήριο σχετικά με την ελαττωματική, ελλιπής και επιπόλαια έκθεση του Γραφείου Ευημερίας η οποία ετοιμάστηκε την 24/06/2021 (Τεκμήριο 1) , 2 χρόνια πριν την εκδίκαση της παρούσας υπόθεσης και σχετικά με την παράλειψη του Γραφείου Ευημερίας να επικοινωνήσει με την [ ] Αρχή Κοινωνικών Λειτουργών, έτσι ώστε να ληφθούν υπόψη και οι προσωπικές συνθήκες της Αιτήτριας στην [ ], και αιτούμεθα την επανεκδίκαση της υπόθεσης λόγω έλλειψης αντικειμενικότητα της Έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας σε σχέση με τα προσωπικά στοιχεία της Εφεσίβλητης. Στη Κοινωνική Έρευνα της Λειτουργού Γραφείου Ευημερίας βασίζεται και η Απόφαση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου για το θέμα της Γονικής Μέριμνας σε σχέση με τα ανήλικα τέκνα η οποία ανατίθεται στον πατέρα. Θεωρούμε ότι η έλλειψη ανταπόκριση του Γραφείου Ευημερίας στα αιτήματα της μητέρας να ελεγχθούν και οι δικές της συνθήκες διαβίωσης στη [ ], μέσω της ανάλογης Υπηρεσίας στη [ ], έχει αφήσει την μητέρα εκτεθειμένη και οι ισχυρισμοί της χωρίς απόδειξη».
Καθίσταται αντιληπτό, από το πιο πάνω περιεχόμενο, ότι, αφενός, δεν αποδίδεται κάποιο σφάλμα στο πρωτόδικο Δικαστήριο και, αφετέρου, το παράπονο της εφεσίβλητης ότι έχει παραμείνει εκτεθειμένη, και οι ισχυρισμοί της χωρίς απόδειξη, είναι ζήτημα το οποίο πρώτη φορά ηγέρθηκε ενώπιον του Εφετείου. Έχουμε ανατρέξει στα πρακτικά της δίκης και διαπιστώνουμε ότι δεν προβλήθηκε τέτοια θέση πρωτοδίκως, κυρίως κατά την αντεξέταση της λειτουργού του Γραφείου Ευημερίας. Ως η σχετική νομολογία επιβάλλει, (βλέπε υπόθεση Waterworld Holdings Ltd v. Περικλέους κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 284/2015, ημερομηνίας 30.01.2024), ζήτημα που δεν ηγέρθηκε πρωτοδίκως δεν εξετάζεται κατ' έφεση. Για ό,τι αξίζει, στο πλαίσιο του παρόντος λόγου αντέφεσης, επισημαίνεται πως η απόρριψη της αίτησης της εφεσίβλητης δεν στηρίχθηκε στις προσωπικές της συνθήκες, ως αυτές ισχύουν στη ......., αλλά στην έλλειψη, κατά το στάδιο της έκδοσης της απόφασης, συναισθηματικού δεσμού μεταξύ της εφεσίβλητης και των δύο ανήλικων κοριτσιών της, λόγω μόνιμης μετάβασης της στη ........ Είναι γι' αυτό τον λόγο που έγιναν προσπάθειες, και πολύ ορθά, εκ μέρους του Γραφείου Ευημερίας, για κλιμακωτή επικοινωνία μεταξύ της εφεσίβλητης και των ανήλικων παιδιών της, προκειμένου να δημιουργηθεί σταδιακά υπόβαθρο για περαιτέρω σύνδεση.
Ενόψει όλων των προλεγόμενων η έφεση επιτυγχάνει και η αντέφεση αποτυγχάνει. Η εκκαλούμενη απόφαση διαφοροποιείται διά της ακύρωσης του διατάγματος επικοινωνίας της εφεσίβλητης με τα δύο ανήλικα κορίτσια των διαδίκων. Περαιτέρω, η διαταγή για τα έξοδα επίσης ακυρώνεται και αντικαθίσταται με διαταγή με την οποία τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας στην αίτηση και την ανταπαίτηση επιδικάζονται προς όφελος του εφεσείοντα και εναντίον της εφεσίβλητης, ως θα υπολογισθούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από αρμόδιο Δικαστήριο. Ενόψει της συνεκδίκασης της αίτησης με την ανταπαίτηση, η οποία είχε επιτύχει πλην όμως συνεκδικάστηκε με την αίτηση, έχοντας ουσιαστικά το ίδιο αντικείμενο διαφοράς, αναμένεται ότι θα υπολογισθεί ένα σετ εξόδων. Πλην των προαναφερόμενων διαφοροποιήσεων, η εκκαλούμενη απόφαση παραμένει έγκυρη και σε ισχύ.
Τέλος, επιδικάζονται έξοδα της έφεσης, ύψους €2.000,00 πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, προς όφελος του εφεσείοντα και εναντίον της εφεσίβλητης. Καμία διαταγή για έξοδα στην αντέφεση, λόγω της συνάφειας της με την έφεση και λόγω του ότι δεν καταχωρίστηκε δεύτερο περίγραμμα αγόρευσης ενάντια στην αντέφεση.
Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.
Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.
Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.