ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε39/2019)

 

5 Φεβρουαρίου, 2025

 

[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, ΣΤ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ - ΜΕΣΣΙΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

ZURAB JINCHARADZE

 

Εφεσείοντας/Εναγόμενος 1/Αιτητής

v.

 

CBR CAPITAL LIMITED

 

Εφεσίβλητοι/Ενάγοντες/Καθ' ων η Αίτηση

 

----------------------------

 

Α. Λύτρας για Μιχαλάκης Κυπριανού & Σία Δ.Ε.Π.Ε. για τον αιτητή

Μ. Μάρκου για Σκορδής, Παπαπέτρου & Σία Δ.Ε.Π.Ε. για τους καθ' ων η αίτηση

 

 

 

 

ΑΙΤΗΣΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΑΣ 20.9.2024

 

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί                        από τη Δικαστή Στ. Χριστοδουλίδου-Μέσσιου.

  

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

          ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΜΕΣΣΙΟΥ, Δ.: Μετά την απόρριψη της αίτησης τροποποίησης ημερομηνίας 17.4.2024, με την οποία ο αιτητής V. K., υπό την ιδιότητα του ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα Z. J., τέως από τη Γεωργία, αιτείτο 1) διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάσσει την αντικατάσταση του εφεσείοντα στην παρούσα έφεση, αποβιώσαντος Z. J., από τον ίδιο, υπό την ιδιότητα του διαχειριστή της περιουσίας του εν λόγω αποβιώσαντα και 2) τη συνακόλουθη τροποποίηση του τίτλου της έφεσης με την απάλειψη του ονόματος του αποβιώσαντα και αντικατάσταση του με το όνομα του αιτητή, καταχωρήθηκε και πάλι από τον αιτητή η υπό κρίση αίτηση. Αντικείμενο της είναι η έκδοση διαταγμάτων με τα οποία 1) να διατάσσεται η αντικατάσταση του αποβιώσαντα Z. J. από τον αιτητή V. K. υπό την ιδιότητα του διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντα Z. J., 2) η αντικατάσταση της εφεσίβλητης CBR Capital Limited από την Olavarria Trading Limited, 3) η συνακόλουθη τροποποίηση του τίτλου της έφεσης με την απάλειψη του ονόματος του αποβιώσαντα Z. J. και αντικατάσταση του με το όνομα του αιτητή, καθώς και την απάλειψη του ονόματος της CBR Capital Limited και αντικατάσταση της με το όνομα της Olavarria Trading Limited και 4) η τροποποίηση της ειδοποίησης έφεσης ούτως ώστε να αποτυπώνεται σε αυτή η νέα κατάσταση πραγμάτων ως αναφέρεται ανωτέρω.   

         Την αίτηση συνοδεύουν δύο ένορκες δηλώσεις. Η μία εκ πλευράς του αιτητή V. K. και η άλλη της δικηγόρου M.Κ. στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τον αιτητή, και οι δύο ημερομηνίας 20.9.2024. Η καθ' ης η αίτηση καταχώρισε ένσταση στην αίτηση στις 24.10.2024, η οποία υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση της Χ. Μ. ίδιας ημερομηνίας.

 

Κρίνουμε ορθό στο σημείο αυτό να αναφερθούμε στα γεγονότα που πλαισιώνουν την αίτηση ως προκύπτουν μέσα από το κείμενο της υπό κρίση αίτησης και ένστασης, της προηγούμενης απόφασης του Δικαστηρίου ημερομηνίας 12.9.2024, αλλά και τον φάκελο της υπόθεσης.

 

Στις 12.5.2016, στο πλαίσιο της αγωγής 5870/2015 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, εκδόθηκε ερήμην απόφαση εναντίον του Z. J., νυν αποβιώσαντα, o οποίος καταχώρισε αίτηση τόσο για παραμερισμό της επίδοσης του κλητηρίου εντάλματος της αγωγής 5870/15, καθώς και της απόφασης ημερομηνίας 12.5.2016, η οποία απορρίφθηκε με απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 30.1.2019. Εναντίον της απόφασης καταχωρήθηκε από τον Z. J. η παρούσα έφεση στις 13.2.2019.

 

Την 2.3.2021 απεβίωσε στη Γεωργία ο εφεσείων Z. J.. Την 20.4.2024, εκδόθηκε διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στο πλαίσιο της αίτησης διαχείρισης με αριθμό 245/24, με το οποίο ο αιτητής διορίστηκε διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα για περιορισμένο σκοπό (limited grant). Όπως προκύπτει από το διάταγμα, ο αιτητής ενεργεί ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα για τον αποκλειστικό σκοπό της συνέχισης και προώθησης της έφεσης και της αγωγής. Εν τω μεταξύ, η CBR Capital Ltd αντικαταστάθηκε από την Olavarria Trading Limited, η οποία τη διαδέχθηκε  δυνάμει διασυνοριακής συγχώνευσης που επιβεβαιώθηκε με διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ημερομηνίας 18.12.2020, στο πλαίσιο της αίτησης με αριθμό 864/20. Δυνάμει διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερομηνίας 10.2.2021, η Olavarria Trading Limited κατέστη ενάγουσα στην αγωγή 5870/2015, αντικαθιστώντας τη CBR Capital Limited.

 

Ως ισχυρίζεται ο αιτητής, η υπό κρίση αίτηση είναι ουσιαστικά μία αίτηση τροποποίησης που κατέστη αναγκαία λόγω αφ' ενός, του θανάτου ενός διαδίκου, και, αφ' ετέρου, της διαδοχής μιας νομικής οντότητας, επίσης διαδίκου, από άλλη νομική οντότητα. Η αίτηση έχει καταχωρηθεί ακριβώς για να μπορέσουν τα ουσιαστικά ζητήματα να επιλυθούν στη συνέχεια στο κατάλληλο τους πλαίσιο. Αναφέρει ότι το θέμα έχει να κάνει και με το γενικότερο δικαίωμα διαδίκου να έχει πρόσβαση στη δικαιοσύνη.

 

Το πρώτο ζήτημα που θα μας απασχολήσει είναι το μέρος της ένστασης των καθ' ων η αίτηση ότι η απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 12.9.2024, δημιουργεί δεδικασμένο, και, η συνακόλουθη θέση τους, ότι κωλύεται ο αιτητής να προωθεί την υπό κρίση αίτηση.

 

Η θέση του αιτητή είναι βεβαίως αντίθετη. Υποστηρίζει ότι η απόρριψη της αρχικής αίτησης ημερομηνίας 17.4.2024, με την απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 12.9.2024, δεν δημιουργεί δεδικασμένο, ούτε και οποιοδήποτε κώλυμα στην προώθηση της υπό κρίση αίτησης. Αναφέρει, υποστηρίζοντας την εν λόγω θέση του, ότι οι λόγοι της απόρριψης της αίτησης ημερομηνίας 17.4.2024 ήταν, όπως φαίνεται και από την απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 12.9.2024, 1) η απουσία από τη νομική βάση εκείνης της αίτησης του Μέρους 18 των Νέων Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας που διέπει το ζήτημα της τροποποίησης δικογράφων και 2) η απουσία αιτητικού για αντικατάσταση της CBR Capital Limited με την Olavarria Trading Limited που είχε ως αποτέλεσμα να επιζητείται η συνέχιση της έφεσης εναντίον ανύπαρκτου νομικού προσώπου και επομένως τυχόν διάταγμα τροποποίησης που θα εκδιδόταν θα ήταν μάταιο.

 

Είναι, συναφώς, η θέση του αιτητή ότι η εν λόγω λόγοι απόρριψης της αίτησης ημερομηνίας 17.4.2024 είναι διαδικαστικής φύσεως και δεν δημιουργούν δεδικασμένο, ούτε και οποιοδήποτε κώλυμα στην προώθηση της παρούσας αίτησης. Ισχυρίζεται συγκεκριμένα, ότι δεδικασμένο δημιουργείται μόνο εκεί όπου υπάρχει η έκφραση γνώμης από το Δικαστήριο με τρόπο καθοριστικό επί νομικού ή πραγματικού ζητήματος, και παραπέμπει σχετικά στις υποθέσεις K. S. R. Comercio S.A. v. Blue Coral Navigation Ltd (1995) 1 A.A.Δ. 309, Salaman v. Κυριάκου (1997) 1 Α.Α.Δ. 1741 και Νικολάου v. Σκουτέλλα (2008) 1 Α.Α.Δ. 1125.

 

Είναι, σχετικά, η θέση του ότι οι διαδικαστικής φύσεως λόγοι για τους οποίους απερρίφθη η αίτηση ημερομηνίας 17.4.2024, δηλαδή η ελλιπής νομική βάση της αρχικής αίτησης και η παράλειψη συμπερίληψης αιτητικού αναφορικά με αντικατάσταση της εφεσίβλητης από την Olavarria Trading Limited, δεν είναι ικανοί να δημιουργήσουν δεδικασμένο ως προς την ουσία του αιτήματος για τροποποίηση της έφεσης, η οποία είναι αναγκαία ούτως ώστε αυτή να αντικατοπτρίζει την υφιστάμενη κατάσταση πραγμάτων και να μπορεί να προωθηθεί.

 

Στον αντίποδα, οι καθ' ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι η καταχώριση της υπό κρίση αίτησης είναι έκνομη, παράτυπη και καταχρηστική και, συναφώς, το δικονομικό διάβημα στο οποίο προέβηκε ο αιτητής συνιστά ξεκάθαρη περίπτωση κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας, περιφρόνηση του Δικαστηρίου και των δεσμευτικών ευρημάτων της προηγούμενης ενδιάμεσης απόφασης του ημερομηνίας 12.9.2024. Παραπέμπουν στο σύγγραμμα «Το Δίκαιο της Απόδειξης: Δικονομικές και Ουσιαστικές Πτυχές» (2014) Τάκης Ηλιάδης και Νικόλας Σάντης στις σελίδες 914, 928‑930 και στις αποφάσεις Χάσικος και Άλλοι v. Χαραλαμπίδη (1990) 1 Α.Α.Δ. 389, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Tudor (2011) 1(B) A.A.Δ. 1176, Αναφορικά με την Αίτηση του Χρίστου Σιμιανού (2004) 1 (Α) Α.Α.Δ. 657, Panpa Estates & Investments Ltd και Άλλοι v. Rodou Charalambous & Son Ltd (2013) 1 Α.Α.Δ. 1897 (Πολ. Έ. 18/10, ημερομηνίας 11.9.2013), Recnex Trading Limited κ.ά. v. Τράπεζας Πειραιώς (Κύπρου) Λίμιτεδ (2014) 1 Α.Α.Δ. 866 (Πολ. Έ. 71/11, ημερομηνίας 16.4.2014) και Αντρέας Δημητριάδης v. Αδούλας Κυριάκου Κούντουρου (2006) 1 Α.Α.Δ. 368. Ισχυρίζονται συγκεκριμένα ότι δημιουργήθηκε δεδικασμένο, ως η νομολογία αναφέρει, όχι μόνο σε σχέση με όσα προβλήθηκαν στην πρώτη διαδικασία, αλλά και σε σχέση με εκείνα που θα μπορούσαν να είχαν προβληθεί ως ενταγμένα στο πλαίσιο του αντικειμένου της, αλλά δεν προβλήθηκαν.

 

Ειδικότερα, με την εισήγηση τους αυτή, αναφέρουν ότι ο αιτητής μπορούσε, στο πλαίσιο της προηγούμενης αίτησης που απερρίφθη από το Εφετείο, να προωθήσει το θέμα αντικατάστασης των εναγομένων, δηλαδή της CBR Capital Limited από την Olavarria Trading Limited και το γεγονός αυτό έχει δημιουργήσει δεδικασμένο.

 

Σε σχέση με το θέμα του δεδικασμένου και τις αρχές που το πλαισιώνουν, παραπέμπουμε στην πρόσφατη απόφαση του Εφετείου Χρήστος Χ" Γεωργίου & Υιοί Λίμιτεδ v. Ονούφριος Παπασάββα, Πολ. Έφεση Αρ. Ε83/2019 ημερομηνίας 14.1.2025, όπως αναφέρονται τα ακόλουθα:    

«Στην πρόσφατη απόφαση μας ALPHA PANARETI PUBLIC LTD v.  A. ΑΡΑΠΗ κ.α. Πολ. Έφ. Αρ. Ε125/2019 ημερ.15.11.2024 αναφέρουμε τα ακόλουθα σε σχέση με τις αρχές του κωλύματος λόγω δεδικασμένου:

 

«Το κώλυμα λόγω δεδικασμένου συναρτάται με την αρχή της τελεσιδικίας που είναι προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος (βλ. K.S.R. Commercio S.A. κ.α. v. Bluecoral Navigation Ltd. (1995) 1 Α.Α.Δ. 309 και Χαραλάμπους v. Χαραλάμπους (2008) 1(Β) Α.Α.Δ.). Έχει δύο εκφάνσεις. Το κώλυμα λόγω αιτίας αγωγής (cause of action estoppel) και το κώλυμα επίδικου θέματος (issue estoppel). Ανεξαρτήτως έκφανσης, για να πετύχει η επίκληση του κωλύματος θα πρέπει (α) η απόφαση στην προηγηθείσα διαδικασία να είναι τελεσίδικη, να υπάρχει (β) ταύτιση διαδίκων, (γ) ταύτιση ιδιότητας διαδίκων και (δ) ταύτιση επιδίκων θεμάτων (βλ. Χριστοφίδης κ.α. ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας (2011) 1Γ Α.Α.Δ. 2166 , Μιχαήλ ν. Σκουτέλλα (2008) 1 Α.Α.Δ. 1125).

 

Μια από τις θεμελιακές επί του ζητήματος αποφάσεις είναι η Παμπορίδης v. Κτηματικής Τραπέζης Λτδ. (1995) 1 Α.Α.Δ. 670, 677 όπου αναφέρθηκαν τα εξής:

 

«...δημιουργείται δεδικασμένο όχι μόνο σε σχέση με όσες αξιώσεις περιλήφθηκαν στην πρώτη αγωγή αλλά και σε σχέση με εκείνες που μπορούσαν να προβληθούν ως ενταγμένες στο πλαίσιο του αρχικού αντικειμένου της αντιδικίας, αλλά δεν προβλήθηκαν. Είναι θεμελιωμένο πως αυτή η προέκταση ισχύει και ως προς τις δύο εκφάνσεις του δεδικασμένου δηλαδή και για κώλυμα αναφορικά με την αιτία της αγωγής και για κώλυμα αναφορικά με επίδικο θέμα. Στην υπόθεση Arnold v. NatWest Bank PLC (ανωτέρω) αποφασίστηκε πως όπου εξαιρετικές περιστάσεις δείχνουν ότι η άκαμπτη εφαρμογή των κανόνων ως προς το δεδικασμένο θα οδηγούσε σε αδικία ενώ, αντίστροφα, η παράκαμψη τους δεν θα απέληγε σε κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας, δικαιολογείται η συζήτηση θέματος σε νέα δικαστική διαδικασία έστω και αν αυτό το θέμα πράγματι αποφασίστηκε σε προηγούμενη ή ενώ δεν είχε προβληθεί για να αποφασιστεί, θα μπορούσε να είχε προβληθεί...».

 

Στην K.S.R. Commercio S.A. (ανωτέρω) καθορίστηκαν τα όρια μέχρι τα οποία εκτείνεται η αρχή. Το ακόλουθο απόσπασμα από τη σελ. 312 είναι διαφωτιστικό:

 

«Σαν θέμα γενικής πολιτικής του δικαίου η παράλειψη διαδίκου να εγείρει σε προηγούμενη δικαστική διαδικασία στα δικογραφήματα του ή την επιχειρηματολογία που ανέπτυξε ή να προσκομίσει μαρτυρία αναφορικά με οτιδήποτε θα μπορούσε να στηρίξει την υπόθεση ή υπεράσπιση του δε δικαιολογεί ούτε επιτρέπει νέο δικαστικό αγώνα με αντικείμενο ό,τι παραλείφθηκε. Αυτό θα σήμαινε την τμηματική εκδίκαση των διαφορών κατ΄ επιλογή του διαδίκου και τη διαιώνιση τους. Έτσι η αρχή της τελεσιδικίας, που είναι κοινωνικά επιβεβλημένη, θα υφίστατο καίριο πλήγμα».

 

Δέστε επίσης Χριστοφή (Παπέττας) v. Σ. & Μ. Φλοκκάς Λτδ κ.ά. (2001) 1 Α.Α.Δ. 1703, Κλεόπα v. Αντωνίου (2002) 1 Α.Α.Δ. 58, Υπουργός Εσωτερικών v. Μυλωνά (2002) 1 Α.Α.Δ. 120, Χαραλάμπους v. Χαραλάμπους (2008) 1 Α.Α.Δ. 1298 και Χωματένος v. Σταυρινού (2015) 1 Α.Α.Δ. 2825.

 

Απαραίτητη και απαρέγκλιτη προϋπόθεση για επιτυχή επίκληση κωλύματος λόγω δεδικασμένου είναι να υπήρξε τελική απόφαση από Δικαστήριο που έχει δικαιοδοσία να επιληφθεί του θέματος, ασχέτως αν η απόφαση από την οποία προκύπτει το δεδικασμένο πάρθηκε μετά από ακρόαση ή κατόπιν συμφωνίας των μερών (βλ. Εταιρεία «Ο Φιλελεύθερος Λτδ» v. Σοφοκλέους (2003) 1 Α.Α.Δ. 549). Η αρχή αυτή πηγάζει από τη θεμελιακή υπόθεση Henderson v Henderson (1843) 3 Hare 100, 67 ER 313 στην οποία ο Vice Chancellor, Sir James Wigram ανάφερε:

 

«where a given matter becomes the subject of litigation in, and of adjudication by, a Court of competent jurisdiction, the Court requires the parties to that litigation to bring forward their whole case, and will not (except under special circumstances) permit the same parties to open the same subject of litigation in respect of matter[s] which might have been brought forward as part of the subject in contest, but which was not brought forward, only because they have, from negligence, inadvertence, or even accident, omitted part of their case. The plea of res judicata applies, except in special cases, not only to points upon which the Court was actually required by the parties to form an opinion and pronounce a judgment, but to every point which properly belonged to the subject of litigation, and which the parties, exercising reasonable diligence, might have brought forward at the time.»

 

Αργότερα στην υπόθεση Thoday v Thoday [1964] 1 All ER 341 at 352, ο Δικαστής Diplock LJ ερμήνευσε το κώλυμα λόγω αιτίας αγωγής ως ακολούθως:

 

'[A cause of action estoppel] is that which prevents a party to an action from asserting or denying, as against the other party, the existence of a particular cause of action, the non-existence or existence of which has been determined by a court of competent jurisdiction in previous litigation between the same parties. If the cause of action was determined to exist, i.e., judgment was given on it, it is said to be merged in the judgment. If it was determined not to exist, the unsuccessful plaintiff can no longer assert that it does; he is estopped per rem judicatam.'

 

Πιο πρόσφατα στην Nayif v High Commission of Brunei Darussalam [2015] 4 All ER 159, 160:

 

«The claimant could pursue his negligence claim in the High Court. The underlying principle was that there should be finality and matters which had been litigated, or would have been but for a party being unwilling to put them to the test, should not be re-opened. However, there was no justification for the principle applying in circumstances where there had been no actual adjudication of any issue and no action by a party which would justify him as having consented, either expressly or by implication, to having conceded the issue by choosing not to have the matter formally determined. The principle was rooted in a legitimate concern for finality which would generally make it unjust for a claimant to pursue the same point in two sets of proceedings, but there was no justification for treating, as though it had been the final disposal of a claim, a determination that the issue could not be considered at all. The fact that a court had only dealt with a jurisdictional issue would be enough to counter a submission that the party had chosen of his own free will not to pursue the claim and therefore had to be deemed to have unsuccessfully fought it. However, it would not prevent issue estoppel being raised where there had, in fact, been an adjudication of a relevant issue albeit in the context of a jurisdictional issue. The fact that there had, in the instant case, been a hearing on the jurisdiction issue had not been enough to have brought the principle of res judicata into play. The order striking out the High Court claim would be quashed (see [27]-[30], [32], [40]-[42], below).»

 

Σε σχέση ειδικά με την προϋπόθεση αρμοδιότητας/δικαιοδοσίας του πρώτου Δικαστηρίου σχετικά είναι τα όσα αναφέρονται στο σύγγραμμα Spencer Bower and Handley «Res Judicata» 5η έκδοση (2019), σελίδα 19, παρ. 2.15 υπό τον τίτλο «Decisions on Jurisdiction», δηλαδή ότι:

 

«A decision by a tribunal that it has no jurisdiction will not support a plea of res judicata on any other question for the reasons given by Lord Russell of Killowen in an Indian appeal:

 

'The res judicata here was the lack of jurisdiction. not the reason for that decision. A Court which declines jurisdiction cannot bind parties by its reasons for declining jurisdiction: such reasons are not decisions, and are certainly not decisions by a court of competent jurisdiction. It would indeed be strange if on a dispute as to the jurisdiction of a Court to try an issue, that Court by its reasons for holding that it had no jurisdiction, could, on the principle of res judicata decide and bind the parties upon the very issue it was incompetent to try.'

 

A landlord brought eviction proceedings in the court of the Rent Controller which upheld the submission of the tenant that it had no jurisdiction. The landlord then brought proceedings in the ordinary courts which upheld the tenant's submission that the Rent Controller's court had exclusive jurisdiction and the Supreme Court of India agreed a: 'A court which has no jurisdiction in law cannot be conferred with the jurisdiction by applying principles of res judicata'. Council Regulation 44/2001 applies to a judgment declining jurisdiction because of a jurisdiction clause. Where a judge declined to deal with a claim for interest because he had not been the trial judge, there was no res judicata because there had been no adjudication. However a decision by a tribunal denying jurisdiction makes that question res judicata in that tribunal, unless jurisdiction is latter conferred by statute. A wrong decision by a court that it has jurisdiction is res judicata in that court.»

 

(όλες οι υπογραμμίσεις δικές μας)»

 

Σε ό,τι αφορά τη θέση ότι το αιτητικό για αντικατάσταση των καθ' ων η αίτηση από την Olavarria Trading Limited στα πλαίσια της προηγούμενης αίτησης, είναι η θέση του αιτητή ότι αυτό δεν ισχύει γιατί ουδέποτε πριν την καταχώριση της ένστασης από πλευράς καθ' ων η αίτηση στην αίτηση τροποποίησης ημερομηνίας 17.4.2024, ο αιτητής ενημερώθηκε για τη διαδοχή των εφεσίβλητων από την Olavarria Trading Limited. Ισχυρίζεται, συγκεκριμένα, ότι ενημερώθηκε για το γεγονός αυτό μόνο μετά την καταχώριση και επίδοση της αρχικής αίτησης και παραπέμπει στην παράγραφο 18(στ) της ένορκης δήλωσης V. K. και απορρίπτει την περί αντιθέτου θέση των καθ' ων η αίτηση και ειδικά τις παραγράφους 14(ii), 36 και 37 της ένορκης δήλωσης Χ. Μ. αφού σε αυτή δεν προσκομίζεται οποιαδήποτε απόδειξη προς επίρρωση αυτού του ισχυρισμού.

 

Ουδείς εκ των ενόρκως δηλούντων αντεξετάστηκαν στα πλαίσια της παρούσας και επομένως θεωρούμε ότι ισχύει η θέση του αιτητή ότι δεν είχε πληροφορηθεί προηγουμένως για τη διασυνοριακή συγχώνευση και διαδοχή των καθ' ων η αίτηση από την Olavarria Trading Limited, εξ' ου και δεν είχε περιληφθεί σχετικό αιτητικό στην πρώτη αίτηση.

 

Με αυτά τα δεδομένα, ότι δηλαδή δεν μπορούσε εύλογα να ζητηθεί στο πλαίσιο της αίτησης ημερομηνίας 17.4.2024 η αντικατάσταση των καθ' ων η αίτηση και κατ' εφαρμογή των αρχών της νομολογίας που αναφέρονται πιο πάνω κρίνουμε ότι με την απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 12.9.2024 δεν έχει εκφραστεί από το Δικαστήριο τελική κρίση του Δικαστηρίου επί της ουσίας οποιουδήποτε θέματος νομικού ή πραγματικού.

 

Παραπέμπουμε επίσης στην απόφαση Ιωάννη Πιριπίτση ν. Παρασκευά Κωνσταντίνου κ.ά. ημερομηνίας 9.2.2024, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε61/2018, όπου το Εφετείο έχει αναφερθεί στην παράμετρο του δεδικασμένου στο πλαίσιο εκδίκασης ενδιάμεσων αιτήσεων. Συγκεκριμένα, σημειώνονται τα ακόλουθα:

                  

«Από τα λεχθέντα  στην υπόθεση Recnex Trading Ltd κ.α V Τράπεζα Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ, Πολιτική Έφεση Αρ. 71/11, ημερομηνίας 16.04.2014  εξάγεται η αρχή ότι τα αποτελέσματα από εκδίκαση ενδιάμεσων αιτήσεων, πλην ειδικών περιπτώσεων, δεν παράγουν δεδικασμένο, στη βάση της λογικής ότι το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της ουσίας της διαφοράς, και ως εκ τούτου τέτοιες αποφάσεις δεν θεωρούνται τελεσίδικες. Εναπόκειται βέβαια στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου αν θα εγκρίνει μία μεταγενέστερη αίτηση ή αν θα την απορρίψει ελλείψει νέων στοιχείων. Διαφαίνεται ταυτόχρονα, σύμφωνα με την υπόθεση KSR Comercio S.A V Blue Coral Navigation Ltd (1995) 1 ΑΑΔ 309, πως οι αρχές του δεδικασμένου εφαρμόζονται σε κάθε δικαστική διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης και της εκδίκασης ενδιάμεσων αιτήσεων, στις οποίες έχει εκδοθεί παρεμπίπτουσα διαταγή. Όπως αποφασίστηκε «...Η μόρφωση και έκφρασης γνώμης από το δικαστήριο με τρόπο καθοριστικό επί νομικού ή πραγματικού αιτήματος και η ενασχόληση του με την ουσία του επίδικου θέματος, αποτελεί τη βάση για την εφαρμογή του δόγματος res judicada». Συνεπώς, όπου σε ενδιάμεση απόφαση το Δικαστήριο προβαίνει σε μόρφωση και έκφραση γνώμης, με σαφή και καθοριστικό τρόπο, αναφορικά με οποιοδήποτε νομικό ή πραγματικό ζήτημα, τότε είναι εφικτή η δημιουργία δεδικασμένου, εκτός, βέβαια, και αν στη νέα διαδικασία τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου νέα πραγματικά γεγονότα, οπότε να δικαιολογείται η εξέτασή τους, παρά την προηγούμενη ενδιάμεση απόφαση.»

 

Θεωρούμε ότι ο λόγος ένστασης αναφορικά με το δεδικασμένο δεν ισχύει και απορρίπτεται και επομένως θα προχωρήσουμε και θα εξετάσουμε την ουσία της αίτησης.      

Η αντικατάσταση διαδίκου, ο οποίος έχει αποβιώσει, από τον διαχειριστή της περιουσίας του, σε εκκρεμούσα δικαστική διαδικασία διέπεται από το Μέρος 20 των νέων Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας. Σύμφωνα με τις πρόνοιες του εν λόγω κανονισμού, σε περίπτωση που ένας διάδικος πεθαίνει εκκρεμούσης δικαστικής διαδικασίας μπορεί να αντικατασταθεί από τον διαχειριστή της περιουσίας του, o οποίος διορίζεται από το Δικαστήριο στη βάση είτε γενικού είτε περιορισμένου παραχωρητηρίου διαχείρισης σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Διαχείρισης Κληρονομιών Αποθανόντων Νόμου (Κεφ. 189). Είναι η θέση του αιτητή ότι έχει δεόντως διοριστεί ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα με περιορισμένο παραχωρητήριο, δυνάμει διατάγματος διαχείρισης στη βάση των προνοιών του άρθρου 19 του Κεφ. 189. Επομένως, η αντικατάσταση του αποθανόντος από τον αιτητή ως διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντα είναι όχι απλώς επιτρεπτή, αλλά και αναγκαία ούτως ώστε να μπορεί να προωθηθεί η υπό κρίση έφεση με την παρουσία όλων των αναγκαίων διαδίκων. Γίνεται παραπομπή στην υπόθεση Kalken Holdings Ltd κ.α. v. Vitaly Ivanovich Smagin, Πολιτικές Εφέσεις αρ. 114/2020 και Ε24/2021, απόφαση ημερομηνίας 24.11.2023, στην οποία έχει αποφασιστεί ότι ο Κανονισμός 20 των νέων Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας αντιστοιχεί στη Δ.12 των προηγούμενων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και σκοπό έχει την παρουσία ενώπιον του Δικαστηρίου όλων των αναγκαίων διαδίκων κατά την εκδίκαση οποιασδήποτε διαφοράς.

 

Η νομολογιακή ανάλυση της Δ.12 των προηγούμενων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας είναι εκτενής και χρήσιμη στην παρούσα υπόθεση. Σύμφωνα με αυτή τη νομολογία, και ειδικά την υπόθεση Σπανού άλλως Καφφά κ.ά. v. Καφφά (1999) 1 Α.Α.Δ. 544, το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε ότι εφόσον το επίδικο θέμα δεν είναι προσωπικής φύσης, αυτό δεν τερματίζεται και δεν επηρεάζεται από τον θάνατο διαδίκου και ότι το κριτήριο για μη τερματισμό του επίδικου θέματος και για συνέχιση της διαδικασίας δεν είναι το πρόσωπο του διαδίκου, αλλά η συνεχιζόμενη ύπαρξη επίδικου θέματος. Παραπομπή γίνεται επίσης στην υπόθεση Ζηντίλη v. Νεοκλέους (2005) 1 Α.Α.Δ. 762. Υπάρχει εξάλλου, σύμφωνα με τη νομολογία, η δυνατότητα αντικατάστασης διαδίκου μετά την έκδοση απόφασης και δη κατά τη διαδικασία έφεσης. Σχετικές είναι οι αγγλικές αποφάσεις Salt v. Cooper [1880] 16 Ch.D. 544, C.A. και Haywood v. Faraker [1915] W.N. 11, όπου επιβεβαιώνουν τη δυνατότητα αντικατάστασης διαδίκου κατ' έφεση. Χρήσιμη αναφορά επίσης γίνεται στην Prescott v. Dunwoody Sports Marketing [2007] EWCA Civ 461.

 

Είναι ακόμη θέση του αιτητή ότι η αντικατάσταση της CBR Capital Limited από την Olavarria Trading Limited είναι αναγκαία, αφού σύμφωνα με το αδιαμφισβήτητο υπόβαθρο γεγονότων η Olavarria Trading Limited έχει διαδεχθεί πλήρως τη CBR Capital Limited δυνάμει διασυνοριακής συγχώνευσης και έχει απορροφήσει όλα τα δικαιώματα, απαιτήσεις και υποχρεώσεις της CBR Capital Limited. Το θέμα και πάλι ρυθμίζεται από το Μέρος 20 των νέων Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας και ιδιαίτερα τον Κανονισμό Δ.20.2(4).

 

Εισηγείται ο αιτητής ότι ως αποτέλεσμα των προνοιών των νέων Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας και ειδικά του  Μέρους 20 Κανονισμός 20.10, 20.6(3) και 20.2(4), αλλά και στη βάση των προνοιών του άρθρου 19 του Κεφ. 189, δηλαδή το γεγονός ότι ο αιτητής έχει διοριστεί διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα, με περιορισμένο παραχωρητήριο, υπάρχει δικονομική ευχέρεια επιτυχίας της αίτησης.           

 

Οι τέταρτος και πέμπτος λόγος ένστασης των καθ' ων η αίτηση αφορούν τη νομιμοποίηση του αιτητή να διοριστεί διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα και κατ' επέκταση και τη νομιμοποίηση του να προωθεί την υπό κρίση αίτηση. Στην προηγούμενη απόφαση μας ημερομηνίας 12.9.2024, στη σελίδα 14 είχαμε αναφέρει τα ακολούθα:       

«Είναι ορθή η θέση του αιτητή ότι η παρούσα διαδικασία δεν προσφέρεται για να αμφισβητηθεί η ορθότητα του διατάγματος διαχείρισης που έχει εκδοθεί στα πλαίσια αίτησης διαχείρισης. Η διαδικασία αυτή, αν η καθ' ης η αίτηση θέλει να την προωθήσει, θα πρέπει να γίνει στα πλαίσια της αίτησης διαχείρισης. Επομένως, δεν θα ασχοληθούμε με το θέμα αυτό και τις θέσεις των μερών και ούτε με το κατά πόσο το Γεωργιανό ή το Κυπριακό Δίκαιο έχουν εφαρμογή στο ζήτημα διορισμού διαχειριστή του αποβιώσαντα, καθ' ότι δεν είναι στο πλαίσιο της αίτησης αυτής που θα πρέπει να αποφασιστούν τα θέματα αυτά.»

 

Η ορθότητα του διορισμού του αιτητή, ως διαχειριστή για τον περιορισμένο σκοπό της προώθησης της αγωγής και της έφεσης, δεν μπορεί να προσβληθεί στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας και δεν μπορεί η διαδικασία της παρούσας αίτησης να μεταβληθεί σε διαδικασία έφεσης εναντίον του διατάγματος διαχείρισης. Επίσης, με βάση το άρθρο 52 του Κεφ. 189, παρέχεται εξουσία στο Δικαστήριο να παύσει οποιοδήποτε εκτελεστή ή διαχειριστή για παράλειψη ή παράπτωμα σχετικά με τη διαχείριση της κληρονομιάς και να χορηγήσει έγγραφο διαχείρισης σε άλλο πρόσωπο, είτε αυτεπάγγελτα είτε μετά από αίτηση οποιουδήποτε προσώπου που έχει συμφέρον στην κληρονομιά. Τίθεται εν αμφιβόλω κατά πόσο οι καθ' ων η αίτηση έχουν λόγο (locus standi) να αμφισβητούν την ορθότητα του διατάγματος διαχείρισης και τον διορισμό του αιτητή ως διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντα, εφόσον δεν φαίνεται να έχουν συμφέρον στην κληρονομιά.

Απασχόλησε επίσης τους συνηγόρους το ζήτημα του δικαίου που διέπει τον διορισμό διαχειριστή για τον ειδικό σκοπό της προώθησης της έφεσης. Θέση του αιτητή είναι ότι το ζήτημα αυτό διέπεται από το Κυπριακό Δίκαιο, σε αντίθεση με τη θέση των καθ' ων η αίτηση που προβάλλουν ότι το ζήτημα νομιμοποίησης του αιτητή για να διοριστεί διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντα διέπεται από το Γεωργιανό Δίκαιο στη βάση του οποίου δεν νομιμοποιείται, εφόσον, η διαχείριση του αποβιώσαντα στη Γεωργία ολοκληρώθηκε και κανείς δεν νομιμοποιείται πλέον να διοριστεί ως διαχειριστής.

 

Βασίζουν δε τη θέση τους αυτή στη γνωμάτευση Sarajishvili  επί ζητημάτων Γεωργιανού Δικαίου. Αντίθετη, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, είναι η θέση του αιτητή, o οποίος ισχυρίζεται ότι το ζήτημα του διορισμού διαχειριστή του αποβιώσαντα για σκοπούς προώθησης της αγωγής και της έφεσης, διέπεται από το Κυπριακό Δίκαιο και όχι από το δίκαιο της Γεωργίας.

 

Σύμφωνα με τις αρχές του Κοινοδικαίου, το ζήτημα του διορισμού διαχειριστή της περιουσίας προσώπου που απεβίωσε στην αλλοδαπή, για σκοπούς προώθησης δικαστικής διαδικασίας στην Αγγλία, διέπεται από το Αγγλικό Δίκαιο και όχι από το δίκαιο της χώρας όπου ο αποβιώσαντας είχε την κατοικία του (domicile) και ο λόγος είναι ότι το δίκαιο που διέπει τη διαχείριση της περιουσίας αποβιώσαντα, είναι το δίκαιο της χώρας που βρίσκεται η συγκεκριμένη περιουσία και επομένως και τα συναφή δικονομικά θέματα διέπονται από το δίκαιο εκείνης της χώρας. Οι συνήγοροι του αιτητή παραπέμπουν σχετικά στην πρόσφατη απόφαση Ali Abdullah Alesayi Will Establishment v. Hasim Ali Alesayi [2023] EWHC 3150 (Ch). Είναι ορθή η θέση του αιτητή, ότι από την αγγλική απόφαση ανωτέρω, προκύπτει ότι το δικαίωμα προώθησης της έφεσης συνιστά στοιχείο της περιουσίας του αποβιώσαντα και πως, ως εκ τούτου, θεωρείται ότι βρίσκεται στην Κύπρο και επομένως το δίκαιο που διέπει τη διαχείριση του αποβιώσαντα στον βαθμό που αφορά στην προώθηση της έφεσης είναι το Κυπριακό Δίκαιο και όχι το δίκαιο της Γεωργίας, όπου ο αποβιώσαντας είχε την κατοικία του.    

Όπως έχει ήδη αναφερθεί, σύμφωνα με το Κυπριακό Δίκαιο και ειδικότερα το άρθρο 19 του Κεφ. 189, είναι δυνατή η έκδοση περιορισμένου παραχωρητηρίου για ειδικό σκοπό, περιλαμβανομένου και του σκοπού προώθησης δικαστικής διαδικασίας. Παραπέμπουμε επίσης στην απόφαση Ανδρομάχη Μηνά υπό την ιδιότητα της ως Διαχειρίστριας της Περιουσίας του Αποβιώσαντος Ανδρέα Μηνά ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 376/2011, ημερομηνίας 17.11.2017, ECLI:CY:AD:2017:A406.

 

Επομένως, πέραν της αρχικής μας θέσης ότι η παρούσα έφεση δεν μπορεί να λειτουργήσει ως έφεση κατά του διατάγματος διαχείρισης και διορισμού του αιτητή ως διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντα, με περιορισμένο παραχωρητήριο (limited grant), για τον αποκλειστικό σκοπό προώθησης της διαδικασίας της έφεσης και της αγωγής, φαίνεται ότι υπήρχε η δυνατότητα για έκδοση του εν λόγω διοριστηρίου, τόσο στη βάση του Νόμου όσο και της νομολογίας.   

Σύμφωνα με το Κυπριακό Δίκαιο, ο ενδεδειγμένος τρόπος για προώθηση της έφεσης είναι ο διορισμός διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντα με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 19 του Κεφ. 189 και η αντικατάσταση του αποβιώσαντα στην έφεση από τον εν λόγω διαχειριστή σύμφωνα με το Μέρος 20 των νέων Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας. Το ζήτημα της εξουσιοδότησης του αιτητή έχει κριθεί και αποφασιστεί με την έκδοση του διατάγματος διαχείρισης και  επαναλαμβάνουμε ότι δεν μπορεί να εφεσιβληθεί στο πλαίσιο της υπό κρίση αίτησης.

 

Έτσι οι τέταρτος και πέμπτος λόγοι ένστασης δεν ευσταθούν και απορρίπτονται.

 

Το ίδιο ισχύει και για τον έκτο λόγο ένστασης που είναι καταδικασμένος σε αποτυχία, δεδομένου του λεκτικού των άρθρων 34(7) και 2 συνδυαστικά του Κεφ. 189.

 

Ερχόμαστε, τέλος, να πραγματευτούμε τον λόγο ένστασης 2 που αφορά την κατ' ισχυρισμό υπέρμετρη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην καταχώριση της αίτησης μετά το θάνατο του αποβιώσαντα.

 

Σύμφωνα με τη νομολογία, τροποποίηση δικογράφων επιτρέπεται ακόμα και αν είναι αποτέλεσμα αμέλειας ή καθυστέρησης νοουμένου ότι είναι καλόπιστη και δεν προκαλείται αδικία στην άλλη πλευρά που δεν θα μπορούσε να αποζημιωθεί με χρήμα. Η νομολογία που δημιουργήθηκε σύμφωνα με τους παλιούς Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας είναι χρήσιμη και στην παρούσα υπόθεση. Παραπέμπουμε στην υπόθεση Χριστοδούλου v. Χριστοδούλου κ.ά. (1991) 1 Α.Α.Δ. 934, αλλά και στην υπόθεση Federal Bank of Lebanon (S.A.L.) ν. Nίκου K. Σιακόλα (1999) 1 Α.Α.Δ. 44.

 

Δεν έχει τεθεί ενώπιον μας οτιδήποτε που να δείχνει ότι η αίτηση έχει υποβληθεί κακόπιστα. Επίσης, οι καθ' ων η αίτηση δεν έχουν προσκομίσει οποιαδήποτε μαρτυρία ότι έχουν υποστεί οποιαδήποτε ζημιά εξαιτίας της καθυστέρησης στην καταχώριση της αίτησης με το δεδομένο ότι η έφεση είχε καταχωρηθεί ενόσω ο αποβιώσας βρισκόταν εν ζωή στις 13.2.2019 και μέχρι την ημέρα που ορίστηκε για πρώτη φορά για προδικασία, 7.2.2024, δεν απαιτήθηκε οποιοδήποτε διάβημα. Ο θάνατος του αποβιώσαντα έλαβε χώρα στις 2.3.2021 και οι δικηγόροι του ισχυρίζονται ότι το πληροφορήθηκαν 3 χρόνια μετά όταν η αίτηση ορίστηκε για προδικασία. Αμέσως μόλις έγιναν γνωστά τα πιο πάνω, ο αιτητής, μετά που έλαβε νομική συμβουλή, εξουσιοδότησε τους δικηγόρους του να λάβουν μέτρα για την έκδοση διατάγματος διαχείρισης, πράγμα το οποίο και έγινε.

 

Ως εκ των ανωτέρω, θεωρούμε ότι δεν μπορεί από μόνος του ο ισχυρισμός για καθυστέρηση στην καταχώριση αίτησης, δεδομένων των δικαιολογητικών που υπάρχουν ενώπιον μας να οδηγήσουν στην απόρριψη της για τον σκοπό αυτό.

 

Παρέμεινε, επίσης, αδιαμφισβήτητο ενώπιον μας ότι όσον αφορά την αντικατάσταση της CBR Capital Limited από την Olavarria Trading Limited, αυτό έγινε γνωστό στον αιτητή κατά την ακρόαση διαδικαστικών οδηγιών της αρχικής αίτησης ενώπιον του Εφετείου. Ο χρόνος που παρήλθε μεταξύ πρώτης και δεύτερης αίτησης τροποποίησης δεν είναι κατά την άποψη μας τόσο μεγάλος που να δικαιολογεί το δραστικό δικονομικό διάβημα απόρριψης της αίτησης για σκοπούς καθυστέρησης.

 

Ως εκ των ανωτέρω, η ένσταση είναι καταδικασμένη σε αποτυχία και απορρίπτεται. Εκδίδονται διατάγματα ως οι παράγραφοι α, β, γ και δ της Αίτησης. Τροποποιημένη έφεση να καταχωρηθεί εντός 10 ημερών από σήμερα. Ακολούθως, να εφαρμοστούν οι πρόνοιες του Μέρους 23 των νέων Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας.

 

Επιδικάζονται υπέρ των αιτητών και εναντίον των καθ' ων η αίτηση τα έξοδα της παρούσας διαδικασίας που ανέρχονται στο ποσό των €4.800,00 πλέον ΦΠΑ.        

 

 

 

Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.

 

 

Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.

 

                           

ΣΤ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΜΕΣΣΙΟΥ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο