ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση αρ. E196/2021)
26 Φεβρουαρίου 2025
[ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ/στής]
Εφεσείουσας /Ενάγουσας
Και
1. ΚΑΙΤΗΣ ΧΑΤΖΙΑΝΤΩΝΗ ΤΣΟΥΠΑΝΗ
2. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΤΔ
Εφεσιβλήτων/Εναγομένων
--------------------------
Χρ. Χρυσάνθου για Λ. Παπαφιλίππου & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για εφεσείουσα.
Φ. Χατζηιωάννου για Α. Κ. Χατζηιωάννου & Σία, για εφεσίβλητους.
Στυλιανίδου, Δ.: Η παρούσα εκδικάζεται σε μονομελή σύνθεση δυνάμει των προνοιών του Άρθρου 25.1 του Περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60) και του Άρθρου 11.5 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλες Διατάξεις) Νόμου του 1964 (Ν. 33/1964).
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Στυλιανίδου, Δ.: Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας έκρινε ότι τα δικόγραφα σε αγωγή αναφορικά με τροχαίο ατύχημα είχαν κλείσει την 02/05/2020 και η κλήση για οδηγίες ήταν οφειλόμενη μέχρι και την 31/08/2020. Ως εκ τούτου, έκρινε ότι η κλήση για οδηγίες που εξέδωσε την 02/03/2021 η ενάγουσα-εφεσείουσα, ήταν εκπρόθεσμη. Συνακόλουθα, αποφάσισε ότι νομοτελειακή επίπτωση αυτής του της διαπίστωσης, ήταν η απόρριψη της αγωγής, βάσει της Διαταγής 30 των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσιβλήτων, ήγειρε στο πλαίσιο της παρούσας έφεσης ως «προδικαστικές ενστάσεις» δύο ζητήματα.
Πρώτον, ότι η παρούσα έφεση δεν αφορά «ενδιάμεση απόφαση» και ως εκ τούτου το παρόν Δικαστήριο με μονομελή σύνθεση, στερείται δικαιοδοσίας να την εκδικάσει.
Καταρχάς, επισημαίνω ότι το κάθε Δικαστήριο έχει εξουσία να εξετάζει σε οποιοδήποτε στάδιο, ζήτημα που αφορά τη δικαιοδοσία του (βλ. Γεωργίου Άννα Γ. ν. Γεώργιου Αντωνίου Γεωργίου (2001) 1 ΑΑΔ 1592).
Επί της ουσίας του θέματος, παραπέμπω στην υπόθεση ΣΑΒΒΑΣ ΣΑΒΒΑ v ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΤΣΟΥΡΑΣ ΚΑΙ ΥΙΟΣ ΛΙΜΙΤΕΔ, E30/2020, ημερ. 21/2/2025. Επισημαίνω ότι δυνάμει του Άρθρου 25 του περί Δικαστηρίων Νόμου, μια απόφαση λογίζεται ως ενδιάμεση, ανεξαρτήτως του κατά πόσον αυτή είναι καθοριστική ή δηλωτική για τα δικαιώματα των διαδίκων. Περαιτέρω στην ΣΑΒΒΑ, ανωτέρω, λέχθηκε πως καθοριστικό στοιχείο για το κατά πόσον μία απόφαση είναι ενδιάμεση, αποτελεί η σύνδεσή της με άλλη διαδικασία. Είμαι της άποψης, ότι η εκκαλούμενη απόφαση είναι ενδιάμεση εν τη εννοία της σχετικής νομοθεσίας, εφόσον εκδόθηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας αγωγής και είναι άρρηκτα συνυφασμένη με τη διαδικασία αυτή. Ως εκ τούτου, το παρόν Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει την παρούσα.
Δεύτερον, ο ευπαίδευτος συνήγορος εγείρει ζήτημα κατάχρησης της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου εφόσον η εφεσείουσα προωθεί την παρούσα έφεση, ενώ κατόπιν της απόρριψης της αγωγής που αποτελεί το αντικείμενο της, καταχώρισε νέα αγωγή για τα ίδια επίδικα θέματα εναντίον των εφεσιβλήτων. Υποστηρίζει ότι εφαρμόζεται στις περιστάσεις της παρούσας, το σκεπτικό της υπόθεσης Κοζάκη Σοφία ν. Γεώργιου Κοζάκη (2002) 1 ΑΑΔ 1710. Στην εν λόγω απόφαση, το Ανώτατο Δικαστήριο υιοθέτησε και επικύρωσε το πιο κάτω σκεπτικό του πρωτόδικου Δικαστηρίου:
«Η δική μας νομολογία έχει υιοθετήσει τόσο το μέτρο της απόρριψης (βλ. Περέλλα, πιο πάνω) όσο και το μέτρο της αναστολής (βλ. Κωνσταντινίδης και Υψαρίδης, πιο πάνω). Χωρίς να επιχειρούμε τη διατύπωση ενός άκαμπτου κανόνα θεωρούμε ότι εκεί που η μεταγενέστερη διαδικασία καλύπτει ουσιωδώς τα ίδια ζητήματα αυτή πρέπει να απορρίπτεται. Εκεί που καλύπτει ζητήματα τα οποία δεν εγείρονται καθόλου στην προγενέστερη διαδικασία τότε πρέπει να αναστέλλεται μέχρι την εκδίκαση της προγενέστερης διαδικασίας."
Με κάθε σεβασμό, είμαι της άποψης πως προκύπτει από την εν λόγω απόφαση, ότι ζήτημα κατάχρησης θα πρέπει να εγερθεί στην περίπτωση επιτυχίας της έφεσης, ενώπιον του Δικαστηρίου που εκδικάζει τη μεταγενέστερη αγωγή. Στο παρόν στάδιο δεν επιδιώκεται η ίδια θεραπεία με την έφεση και την μεταγενέστερη αγωγή. Με την έφεση επιζητείται η επαναφορά της αγωγής του 2018. Σε περίπτωση που η έφεση πετύχει, τότε θα είναι το κατάλληλο στάδιο να εγερθεί ζήτημα κατάχρησης της διαδικασίας.
Παράλληλα, ο συνήγορος των εφεσιβλήτων υποστηρίζει ότι η καταχώριση της νέας αγωγής καθιστά την έφεση άνευ αντικειμένου. Ως προς το επιχείρημα αυτό, παραπέμπω στην υπόθεση ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΧΑΤΖΗΣΩΦΡΟΝΙΟΥ v. GORDIAN HOLDINGS LTD, Αρ. Αίτησης 4/2023, 21/11/2024, βάσει της οποίας θεωρώ ότι η εκκαλούμενη απόφαση έχει προεκτάσεις ως προς τα δικαιώματα της εφεσείουσας και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να θεωρηθεί άνευ αντικειμένου.
Εν όψει των πιο πάνω διαπιστώσεων, θα εξετάσω την ουσία της έφεσης. Η πρωτόδικη απόφαση προσβάλλεται με τρεις λόγους έφεσης. Θα εξεταστεί κατά προτεραιότητα ο δεύτερος λόγος έφεσης, εφόσον, τυχόν επιτυχία του, καθιστά αχρείαστη την εξέταση των υπολοίπων. Με αυτόν υποστηρίζεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ερμήνευσε τη Διαταγή 30 με υπέρμετρη αυστηρότητα και/ή άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια εσφαλμένα.
Στην αιτιολογία του δεύτερου λόγου έφεσης, υποστηρίζεται από την εφεσείουσα, μεταξύ άλλων, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η εφεσείουσα, προωθούσε συνεχώς την αγωγή της. Δεν έλαβε επίσης υπόψη ότι στη διαδικασία λήφθηκαν, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, βήματα από τους εναγόμενους-εφεσίβλητους. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσιβλήτων, με την εμπεριστατωμένη γραπτή του αγόρευση, υποστηρίζει ότι με την πιο πάνω αιτιολογία επιχειρείται προσθήκη λόγου έφεσης εφόσον τα σημεία που εγείρονται με την αιτιολογία, δεν καλύπτονται από τον λόγο έφεσης. Παραπέμπει δε σχετικά στα λεχθέντα στην υπόθεση ΕΛΕΝΗ ΘΕΟΧΑΡΟΥΣ v. ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΑΡΚΤΙΝΟΣ ΛΤΔ» κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 285/2014, 27/2/2024.
Με κάθε σεβασμό, δεν συμφωνώ με τη θέση του συνηγόρου, εφόσον με τον δεύτερο λόγο έφεσης εγείρεται ουσιαστικά ζήτημα εσφαλμένης ερμηνείας της Διαταγής 30 και εσφαλμένης άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, στο πλαίσιο αυτής. Οι δε πιο πάνω εξειδικεύσεις στην αιτιολογία του υπό εξέταση δεύτερου λόγου έφεσης, αποτελούν εκφάνσεις του ζητήματος που τίθεται προς εξέταση, οι οποίες ουδόλως ξεφεύγουν από το εύρος του εγειρόμενου ζητήματος. Καταλήγω επομένως, ότι τα λεχθέντα στην Θεοχάρους (ανωτέρω), δεν τυγχάνουν εφαρμογής στις περιστάσεις της παρούσας.
Περαιτέρω, ο ευπαίδευτος συνήγορος παραπονείται ότι τα εγειρόμενα με την αιτιολογία σημεία, δεν ηγέρθησαν πρωτοδίκως. Από μελέτη των πρακτικών προκύπτει ότι ο συνήγορος της εφεσείουσας ζήτησε προφορικώς, κατά την ημέρα που η κλήση για οδηγίες ήταν ορισμένη για ακρόαση ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, παράταση του χρόνου, εν όψει των περιστάσεων της υπόθεσης, εξ ου και το πρωτόδικο Δικαστήριο επεσήμανε, λανθασμένα, κατά την άποψή μου, ότι το αίτημά του αυτό δεν μπορούσε να προωθηθεί διαζευκτικά με τη θέση του ότι δεν είχε παρέλθει η επίδικη προθεσμία. Καταλήγω, λοιπόν, πως οι ενστάσεις του ευπαίδευτου συνηγόρου των εφεσιβλήτων, ως προς το κατά πόσον μπορεί να εξεταστεί η ουσία του δεύτερου λόγου έφεσης, δεν ευσταθούν.
Η Διαταγή 30 έχει ερμηνευθεί και εφαρμοστεί προσφάτως από το Εφετείο. Στην υπόθεση Go Ahead Insurance Consultants Ltd v. Πέτρος Πινδάρου Κούλας κ.α., Πολιτική Έφεση αρ. Ε23/19, 17/2/2025, συνοψίσθηκε και εφαρμόστηκε η προγενέστερη νομολογία από τον Πρόεδρο του Εφετείου ως ακολούθως:
«Στην παρούσα περίπτωση, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι με την παρέλευση της προθεσμίας των 90 ημερών και την μη υποβολή αίτησης από τους εναγομένους για απόρριψη της αγωγής εντός των επόμενων 15 ημερών, η αγωγή έπρεπε να θεωρηθεί ως εγκαταληφθείσα και δεν είχε διακριτική ευχέρεια για παράταση των προθεσμιών, προκειμένου να διασωθεί η διαδικασία. Κατέληξε στην πιο πάνω διαπίστωση, τονίζοντας ότι δεν χρειαζόταν να τεθεί ο φάκελος του Δικαστηρίου ενώπιον του για απόρριψη δυνάμει της επιφύλαξης της Δ.30 Θ.1 (γ) και ανεξάρτητα του γεγονότος, ότι ακολούθησαν τα παραρτήματα και άλλες προδικαστικές διαδικασίες από τους τους διαδίκους.
Δεν συμφωνώ με αυτή την θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Από την στιγμή που ο φάκελος της υπόθεσης δεν τέθηκε ενώπιον του για απόρριψη ως προβλέπεται από την επιφύλαξη της Δ.30 Θ.1 (γ), το πρωτόδικο Δικαστήριο διατηρούσε διακριτική ευχέρεια να παρατείνει την προθεσμία των 90 ημερών δυνάμει της Δ.30 Θ.2.
Είναι σαφές ότι με την περαιτέρω τροποποίηση της Δ.30 στις 28.7.2017, η πλήρης αυστηρότητα στις προθεσμίες έχει καμφθεί. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Δ.30 Θ.2 (β):
(β) Οι προθεσμίες που προβλέπονται στον Κανονισμό 1(α) και 2(α) ανωτέρω, δύνανται να παραταθούν, εάν καταδειχθεί στο Δικαστήριο ότι υπήρχε αντικειμενική αδυναμία συμμόρφωσης με τις εν λόγω προθεσμίες ή άλλος καλός λόγος που να δικαιολογεί την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για παράτασή τους.
Η απόφαση Στέλιου Χαραλάμπους ν. Έλενα Γεωργίου, (ανωτέρω) στην οποία παραπέμπει το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν οδηγεί σε διαφορετική αντίκριση. Αντιθέτως, επιβεβαιώνεται η αρχή ότι με την τροποποίηση της Δ.30 ημερ. 28.7.2017, η αυστηρότητα της προθεσμίας των 90 ημερών έχει καμφθεί.
Μεταγενέστερη νομολογία επιβεβαιώνει την θέση ότι η πιο πάνω προθεσμία δεν είναι άκαμπτη. Ακολούθησε η απόφαση Αντώνη Χουβαρτά, Πολ. Αίτηση 45/18, ημ. 18.5.2018, ECLI:CY:AD:2018:D240, ECLI:CY:AD:2018:D240 που αφορούσε αίτηση προνομιακού εντάλματος. Στην εν λόγω υπόθεση , το Επαρχιακό Δικαστήριο στα πλαίσια της διακριτικής του ευχέρειας, θεώρησε δικαιολογημένη την παράταση της προθεσμίας της κλήσης για οδηγίες, λόγω του ότι είχε προηγηθεί η εκδίκαση ενδιάμεσης αίτησης του εναγομένου για διαγραφή συγκεκριμένων παραγράφων και φράσεων της έκθεσης απαίτησης ως αχρείαστων, σκανδαλωδών κ.λ.π. Λέχθηκε επί του προκειμένου ότι η εκδίκαση της ως άνω αίτησης για διαγραφή και η επιμονή του αιτητή σε αυτή, οδήγησε εν μέρει στη χρονική εκτροπή ενώ εν πάση περιπτώσει, το Πρωτοκολλητείο δεν ενήργησε στα προβλεπόμενα χρονικά πλαίσια για να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου το φάκελο για απόρριψη, υπό το πρίσμα της Δ.30.
Κρίθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ότι η εν λόγω απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου, αφορούσε άσκηση διακριτικής ευχέρειας και έτσι η ορθότητα της δεν μπορούσε να κριθεί στο πλαίσιο προνομιακού εντάλματος. Λέχθηκαν όμως ταυτόχρονα από το Ανώτατο Δικαστήριο, τα πιο κάτω ως προς την αυστηρότητα των προθεσμιών της Δ.30 Θ.1:
« Η υπόθεση Χαραλάμπους ν. Γεωργίου κ.ά. δεν οδηγεί σε διαφορετική αντίκριση αφού ακριβώς επισημάνθηκε ότι με την τροποποίηση της Δ.30, η πλήρης αυστηρότητα στις προθεσμίες έχει καμφθεί. Εν προκειμένω, η ίδια η ενασχόληση του Δικαστηρίου και των διαδίκων με εκκρεμούσα αίτηση που αφορούσε τη δικογραφία έδιδε έρεισμα στην επίκληση της Δ.30 θ.2(β) και οδήγησε το Δικαστήριο να τη χρησιμοποιήσει σε συνδυασμό με τη Δ.64 για να δώσει παράταση κατά τη διακριτική ευχέρεια που του παρείχετο στα πλαίσια της πιο πάνω Διαταγής.»
Ακολούθησαν δύο αποφάσεις του Εφετείου, οι οποίες επιβεβαιώνουν την νομολογιακή αρχή ότι παραβίαση των προθεσμιών της Δ.30 από μόνη της, δεν οδηγεί χωρίς άλλο στην απόρριψη της αγωγής. Στην υπόθεση Ασφαλιστική Εταιρεία η «Κεντρική» Λτδ κα ν. Agridiotis Insurance Agents, Sub-Agents And Consultants Ltd Πολ. Έφεση Ε79/23 ημ. 26.9.24, λέχθηκε ότι η μη καταχώριση κλήσης για οδηγίες δυνάμει της Δ.30 από μόνη της, ελλείψει περιστάσεων που να δικαιολογούσαν συμπέρασμα εγκατάλειψης του διαδικαστικού διαβήματος, δεν θα ήταν ορθό, άνευ ετέρου, να οδηγούσε σε απόρριψη του διαβήματος.
Η πιο πάνω αρχή, είχε τεθεί με απόλυτη σαφήνεια στην προγενέστερη απόφαση Ασφαλιστική Εταιρεία η «Κεντρική» Λτδ κ.α. v. Naso Eliadou Insurance Agents And Consultants Ltd, Πολ. Έφεση Ε80/2023, ημ. 23.9.2024, όπου λέχθηκαν από το Εφετείο τα εξής χαρακτηριστικά:
«Σε συνέχεια με τα προλεχθέντα, θεωρούμε καθήκον να επισημάνουμε ότι το περιεχόμενο της Δ.30 δεν υπαγόρευε την απόρριψη της Κύριας Αίτησης, ως μονόδρομο, λόγω μη καταχώρισης Κλήσης για Οδηγίες, όταν υποβλήθηκε προφορικό αίτημα από τους εφεσείοντες 1, αλλά παρεχόταν η ευχέρεια στο Δικαστήριο να περισώσει την Κύρια Αίτηση, ούτως ή άλλως, θεωρώντας το αίτημα απόρριψης ως Κλήση για Οδηγίες, και, επειδή ήταν προφορικό, να δώσει οδηγίες για καταχώρηση Κλήσης για Οδηγίες, αν επιθυμούσαν οι διάδικοι να ζητήσουν κάτι συγκεκριμένο, ούτως ώστε να προχωρήσει η διαδικασία. Η μη καταχώριση Κλήσης για Οδηγίες από μόνη της, ελλείψει περιστάσεων που να δικαιολογούν συμπέρασμα εγκατάλειψης του διαδικαστικού διαβήματος, από το πρόσωπο που το εγείρει, δεν είναι ορθό, άνευ ετέρου, να οδηγεί σε απόρριψη του.»
Στην συνέχεια το Εφετείο, αναφέρει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο όφειλε να μην απορρίψει την κυρίως αίτηση ως έπραξε, δεδομένου και του αδιαμφησβήτητου γεγονότος ότι εκκρεμούσε κατά τον χρόνο υποβολής του προφορικού αιτήματος των εφεσειόντων 1, η έκδοση απόφασης επί άλλης ενδιάμεσης γραπτής αίτησης για παραμερισμό της κυρίως αίτησης. Πρόκειται κατά το Εφετείο για ένα σοβαρό στοιχείο που καταδεικνύει ότι η διαδικασία ήταν εκκρεμούσα και όχι εγκαταληφθείσα.
Έγινε επίσης παραπομπή στην υπόθεση του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου Μ.Φ.Χ. v. Μ.Κ.Χ., Έφεση 28/2021, ημερ. 23.06.2022 όπου εξετάστηκαν παρόμοια θέματα. Στην εν λόγω απόφαση, το Ανώτατο Δικαστήριο ως Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο, επιβεβαίωσε την πρωτόδικη κρίση με την οποία δεν απορρίφθηκε αίτηση διατροφής παρότι η κλήση για οδηγίες, εκδόθηκε πέραν των 90 ημερών που προβλέπει η Δ.30 Θ.1. Λέχθηκαν συγκεκριμένα τα εξής:
«Η Αίτηση είχε καταχωριστεί την 16.3.2018 και η Υπεράσπιση την 9.5.2018. Δεν ακολούθησε Απάντηση. Καταχωρίστηκε την 19.9.2018 τροποποιημένη Αίτηση. Κατά τον Εφεσείοντα θα έπρεπε μέσα σε 90 ημέρες από 16.5.2018 που θεωρείται ότι συμπληρώθηκε η δικογραφία (Δ.21, Θ.14(1) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας) να καταχωριστεί από την Εφεσίβλητη κλήση για οδηγίες (Δ.30, Θ.1(α)) που εφόσον δεν έγινε η Αίτηση θα έπρεπε να είχε θεωρηθεί ως εγκαταληφθείσα (Δ.30, Θ.1(γ) των Θεσμών και να απορριφθεί με έξοδα. Το ζήτημα ήγειρε ο Εφεσείων στην «Τροποποιημένη Υπεράσπιση» που καταχώρισε την 5.11.2018. Γεγονός είναι ότι, όχι μόνο ουδέποτε είχε η Αίτηση τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου για να απορριφθεί, αλλά τουναντίον σε διάφορες ημερομηνίες δόθηκαν οδηγίες, καταχωρίστηκε η τροποποιημένη Αίτηση, η δικογραφία συμπληρώθηκε και σε αυτή τη βάση η υπόθεση εκδικάστηκε. Κρίνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο επιλαμβανόμενο της Αίτησης και δίδοντας οδηγίες, θεωρούσε τη διαδικασία εκκρεμούσα και αναμφίβολα όχι εγκαταληφθείσα.»
Στην παρούσα υπόθεση παρά την παρέλευση άπρακτης της προθεσμίας των 90 ημερών χωρίς να καταχωρηθεί κλήση για οδηγίες, ο φάκελος δεν τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου από το Πρωτοκολλητείο για απόρριψη. Ούτε οι εναγόμενοι αποτάθηκαν στο Δικαστήριο ως είχαν δικαίωμα, για απόρριψη της αγωγής εντός 15 ημερών από την λήξη της πιο πάνω προθεσμίας. Αντιθέτως μετά την καταχώρηση της εκπρόθεσμης κλήσης για οδηγίες, η αγωγή προχώρησε κανονικά με την καταχώρηση Παραρτημάτων και την έκδοση προσεπίκλησης τριτοδιαδίκου, για την οποία επίσης εκδόθηκε κλήση οδηγιών. Μόνο όταν τέθηκαν οι δύο κλήσεις οδηγιών ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, προβλήθηκε από πλευράς εναγομένων και τριτοδιαδίκου, το ζήτημα του εκπρόθεσμου, της κλήσης οδηγιών στην αγωγή.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα κατά την κρίση μου, αποφάσισε ότι δεν είχε άλλη επιλογή παρά να θεωρήσει την αγωγή ως εγκαταληφθείσα και έκθετη σε απόρριψη. Είναι όμως σαφές από τις προαναφερθείσες αρχές ότι είχε διακριτική ευχέρεια να διασώσει την αγωγή, εφόσον έκρινε ότι εφαρμόζονταν στην περίπτωση, οι προϋποθέσεις της Δ.30 Θ.2 (β). Σύμφωνα με την εν λόγω διαταγή, οι προθεσμίες που προβλέπονται στην Δ.30 δύνανται να παραταθούν εάν καταδειχθεί ότι υπήρχε αντικειμενική αδυναμία συμμόρφωσης ή άλλος καλός λόγος που να δικαιολογεί την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για παράταση τους. Εκδικάζοντας το αίτημα της εφεσείουσας για παράταση της προθεσμίας, το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε την υπό κρίση ενδιάμεση απόφαση με την οποία απέρριψε την αγωγή, δίδοντας έμφαση στην αυστηρή διατύπωση της Δ.30 Θ.1 ως προς την τήρηση των προθεσμιών, και κρίνοντας λανθασμένα ότι δεν του παρεχόταν διακριτική του ευχέρεια για εξέταση παράτασης της προθεσμίας, στο πλαίσιο της Δ.30 Θ.2 (β).
Κατάληξη μου είναι ότι υπό τας περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης δεν δικαιολογείτο χωρίς άλλο η απόρριψη της αγωγής ως εγκαταληφθείσας σε εκείνο το στάδιο και το πρωτόδικο Δικαστήριο όφειλε να εξετάσει την εισήγηση της εφεσείουσας για παράταση της προθεσμίας των 90 ημερών, στο πλαίσιο της διακριτικής εξουσίας που του έδινε η Δ.30 Θ.2 (β).
Η εν λόγω παράλειψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ενεργοποιεί κατά την κρίση μου τις εξουσίες του Εφετείου δυνάμει του Μέρους 41.12 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023 και του Άρθρου 25.3 του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60. Σύμφωνα με τις πιο πάνω πρόνοιες, το Εφετείο στο πλαίσιο εκδίκασης της έφεσης, έχει όλες τις εξουσίες του κατώτερου Δικαστηρίου και δύναται να τις ασκήσει, σε σχέση με ολόκληρο ή μέρος της πρωτόδικης απόφασης.
Ως εκ των πιο πάνω, θα εξετάσω στην συνέχεια κατά πόσον δικαιολογείται υπό τας περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, η παράταση της προθεσμίας των 90 ημερών στο πλαίσιο της διακριτικής εξουσίας που καθορίζει η Δ.30 Θ.2 (β). Όπως προαναφέρθηκε, σύμφωνα με την εν λόγω διαταγή, η παράταση της προθεσμίας δικαιολογείται όταν καταδεικνύεται αντικειμενική αδυναμία συμμόρφωσης με τις προθεσμίες της Δ.30 ή άλλος καλός λόγος που να δικαιολογεί την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για παράτασή της προθεσμίας.»
Προκύπτει από τα πιο πάνω ότι και στην υπό κρίση απόφαση, το πρωτόδικο Δικαστήριο, λανθασμένα θεώρησε ότι δεν μπορούσε να λάβει υπόψη τις περιστάσεις της υπόθεσης, ώστε να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ της παράτασης της προθεσμίας για κλήση για οδηγίες. Παρομοίως επομένως, όπως και στην υπόθεση Go Ahead, ανωτέρω, θα εξετάσω τις περιστάσεις της υπόθεσης, με σκοπό να διαπιστωθεί από το Εφετείο κατά πόσο δικαιολογείται η παράταση του χρόνου καταχώρισης της κλήσης για οδηγίες.
Το ιστορικό της υπόθεσης που ενδιαφέρει εν προκειμένω, έχει ως εξής: Μετά την καταχώριση της Απάντησης στην Υπεράσπιση την 02/06/2020, η εφεσείουσα την 22/07/2020 καταχώρισε τροποποιημένη Έκθεση Απαίτησης. Την 03/09/2020 η εφεσείουσα καταχώρισε αίτηση για απόφαση λόγω παράλειψης των εφεσιβλήτων να καταχωρίσουν τροποποιημένη Υπεράσπιση, η οποία ορίστηκε για ακρόαση την 26/11/2020. Εν τω μεταξύ οι εφεσίβλητοι την 14/09/2020 κατόπιν αίτησης, προχώρησαν στην προσεπίκληση τριτοδιάδικου. Την 27/10/2020, οι εφεσίβλητοι καταχώρισαν ειδοποίηση τριτοδιάδικου. Την 25/11/2020, ημερομηνία κατά την οποία σημειωτέο, σύμφωνα με την ενώπιον μου θέση των εφεσιβλήτων, είχε ήδη παρέλθει η προθεσμία για κλήση για οδηγίες, ο συνήγορος των εφεσιβλήτων, μέσω ηλεκτρονικού μηνύματος προς το Δικαστήριο, δήλωσε αυτολεξεί τα εξής:
«Εντιμοτάτη,
Αναφορικά με την ως άνω αγωγή, εμφανιζόμαστε για τους Εναγόμενους. Αύριο είναι ορισμένη η αίτηση ημερ. 03/09/2020 για απόφαση λόγω μη καταχώρησης τροποποιημένης υπεράσπισης. Η Έκθεση Υπεράσπισης των Εναγομένων 1 και 2 καταχωρήθηκε στις 29/05/2020 και η τροποποιημένη Έκθεση Απαίτησης δυνάμει της νέας Δ.25 στις 22/07/2020.
Η αίτηση για απόφαση ημερ. 03/09/2020 λόγω μη καταχώρησης τροποποιημένης έκθεσης υπεράσπισης είναι άνευ αντικειμένου καθώς αφού παρήλθε η προθεσμία σύμφωνα με τους θεσμούς για καταχώρηση τροποποιημένης υπεράσπισης η ήδη καταχωρηθείσα υπεράσπιση των Εναγομένων 1 και 2 ισχύ. Εν πάση περιπτώση η αίτηση ημερ. 03/09/2020 καταχωρήθηκε πρόωρα αφού δεν είχαν παρέλθει οι 15 ημέρες σύμφωνα με τους θεσμούς και προσθέτω ότι οι Εναγόμενοι δεν επιθυμούν να καταχωρήσουν τροποποιημένη υπεράσπιση. Ενόψει του ότι υπάρχει υπεράσπιση στο φάκελο του Δικαστηρίου, η αίτηση ημερ. 03/09/2020 θα πρέπει να απορριφθεί με έξοδα υπερ των Εναγόμενων. Αν η Ενάγουσα επιμένει στην αίτηση της, ζητούμε χρόνο να καταχωρήσουμε την ένσταση μας. Το παρόν ηλεκτρονικό μήνυμα κοινοποιείται και στους δικηγόρους της Ενάγουσας για τις δικές τους θέσεις.»
Τονίζεται στο σημείο αυτό, παρενθετικά, πως προκύπτει, κατά την άποψή μου, από το περιεχόμενο του πιο πάνω ηλεκτρονικού μηνύματος, ότι οι εφεσίβλητοι θεωρούσαν ότι η διαδικασία προχωρούσε και υφίστατο κανονικά.
Εν όψει της επικοινωνίας των διαδίκων, το Δικαστήριο όρισε την αίτηση της εφεσείουσας ημερομηνίας 03/03/2020 για οδηγίες την 08/01/2021. Η εν λόγω δικάσιμος αναβλήθηκε λόγω των μέτρων προς αντιμετώπιση του κορονοϊού για την 26/02/2021. Την 19/2/2021 οι εφεσίβλητοι καταχώρισαν ένσταση αναφορικά με την πιο πάνω αίτηση της εφεσείουσας, η οποία αποσύρθηκε από την εφεσείουσα την 26/02/2021. Η εφεσείουσα καταχώρισε την επίδικη κλήση για οδηγίες την 02/03/2021 η οποία ορίστηκε για την 13/05/2021. Μετέπειτα, οι εφεσίβλητοι καταχώρισαν αίτηση για παραμερισμό της κλήσης για οδηγίες την 07/04/2021 η οποία ορίστηκε την 31/05/2021. Την επομένη, την 08/04/2021 οι εφεσίβλητοι καταχώρισαν ένσταση στην κλήση για οδηγίες και απέστειλαν στον Πρωτοκολλητή επιστολή ζητώντας την απόρριψη της αγωγής λόγω μη συμμόρφωσης της εφεσίβλητης με τη Διαταγή 30. Περαιτέρω, οι εφεσίβλητοι καταχώρισαν το Παράρτημα, Τύπος 25, την 09/04/2021. Τα πιο πάνω διαβήματα τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, στην απουσία των συνηγόρων, κατά διάφορες ημερομηνίες μέχρι την 15/10/2021, οπότε εμφανίστηκαν προσωπικώς ενώπιον του Δικαστηρίου αμφότεροι οι συνήγοροι των διαδίκων και συμφώνησαν όπως η πιο πάνω αναφερόμενη ένσταση και αίτηση των εφεσιβλήτων ακουστούν μαζί την 25/10/2021. Κατόπιν ακρόασης δια αγορεύσεων, εκδόθηκε αυθημερόν η εκκαλούμενη με την παρούσα έφεση απόφαση.
Επισημαίνεται, επίσης, ότι ο φάκελος δεν τέθηκε από τον Πρωτοκολλητή ενώπιον του Δικαστηρίου για απόρριψη. Είναι δε προφανές ότι οι εφεσίβλητοι, δεν αποτάθηκαν στο Δικαστήριο ως είχαν δικαίωμα, για απόρριψη της αγωγής εντός 15 ημερών από τη λήξη της προθεσμίας, την οποία οι ίδιοι επικαλούνται. Σημειώνω επίσης ότι η αγωγή αφορά τροχαίο ατύχημα κατά το οποίο η εφεσείουσα κατ' ισχυρισμό υπέστη σοβαρή σωματική βλάβη εξαιτίας της αμέλειας της εφεσίβλητης 1, υπεβλήθη σε χειρουργική επέμβαση, νοσηλεύθηκε σε νοσοκομείο και σε κέντρο αποκατάστασης. Υπάρχει δε ισχυρισμός για μόνιμα κατάλοιπα.
Εν όψει όλων των πιο πάνω υιοθετώ και εφαρμόζω στην παρούσα, το εξής σκεπτικό του Εφετείου στην Go Ahead, (ανωτέρω):
«Από το σύνολο του υλικού που τέθηκε ενώπιον μου, δεν θεωρώ ότι διαφαίνεται οπουδήποτε πρόθεση εγκατάλειψης της αγωγής από την εφεσείουσα ή πεποίθηση από οιονδήποτε μέρος της διαδικασίας ότι εγκαταλείφθηκε η αγωγή, ώστε να πρέπει να απορριφθεί η απαίτηση της εφεσείουσας λόγω παραβίασης των προθεσμιών. Ανεξαρτήτως του ότι η εφεσείουσα θα μπορούσε να καταχωρήσει νέα αγωγή δυνάμει της Δ.30 Θ1 (δ), στο στάδιο που βρισκόταν η υπόθεση, μια τέτοια εξέλιξη θα δημιουργούσε κόστος και ταλαιπωρία, η οποία δεν συνάδει με τον σκοπό της Δ.30, που είναι η σύντομη ολοκλήρωση των διαδικασιών.
Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με το είδος και το ύψος της απαίτησης της εφεσείουσας και το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης, θα μπορούσε να κατατάξει την απόρριψη της αγωγής ως δυσανάλογη παρέμβαση στο δικαίωμα της εφεσείουσας να προσφύγει στη δικαιοσύνη. Σημειώνω ότι ουδέποτε ο σκοπός της Δ.30 ήταν να προκαλέσει ταλαιπωρία ή αδικία σε οποιονδήποτε διάδικο, ιδιαίτερα σε αυτόν που με την συμπεριφορά του δεν επέδειξε πλήρη αδιαφορία ή περιφρόνηση για τις διαδικασίες. Συντρέχει ως εκ τούτου κατά την κρίση μου, καλός λόγος για να επεκταθεί η προθεσμία έκδοσης κλήσης για οδηγίες από την εφεσείουσα και να συνεχίσει η αγωγή από το στάδιο που διακόπηκε όταν απορρίφθηκε.
Συνοψίζοντας όλα τα πιο πάνω και έχοντας υπόψη τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης, στα πλαίσια της διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται στο Εφετείο από το Μέρος 41.12(1) των Περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2023, και του Άρθρου 25.3 του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/1960, κρίνω ότι υπάρχει καλός λόγος για παράταση της προθεσμίας της κλήσης για οδηγίες από την εφεσείουσα, ώστε η αγωγή να μην θεωρηθεί ως εγκαταληφθείσα και η επίδικη κλήση οδηγιών που καταχώρησε η εφεσείουσα να λογιστεί ως εμπρόθεσμη.»
Κρίνω επομένως, εν όψει όλων των πιο πάνω περιστάσεων της παρούσας υπόθεσης, ότι υπάρχει καλός λόγος για παράταση της προθεσμίας για κλήση για οδηγίες, ώστε η αγωγή να μην θεωρηθεί ως εγκαταληφθείσα και η επίδικη κλήση οδηγιών που καταχώρισε η εφεσείουσα να λογιστεί ως εμπρόθεσμη.
Συνακόλουθα, ο δεύτερος λόγος έφεσης επιτυγχάνει και η εξέταση των υπόλοιπων λόγων έφεσης καθίσταται αχρείαστη. Η πρωτόδικη ενδιάμεση απόφαση με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή ακυρώνεται στο σύνολό της, συμπεριλαμβανομένης και της πρωτόδικης διαταγής για τα έξοδα. Όσον αφορά την πρωτόδικη διαδικασία, δεν εκδίδεται καμία διαταγή για έξοδα.
Δίδεται παράταση της προθεσμίας καταχώρησης, της επίδικης κλήσης της εφεσείουσας για οδηγίες στην αγωγή. Ο φάκελος να επιστραφεί στο πρωτόδικο Δικαστήριο, προκειμένου να συνεχίσει το συντομότερο δυνατό η προδικασία και η εκδίκαση της ουσίας της αγωγής από άλλο Δικαστή, από το στάδιο που αυτή διακόπηκε λόγω της πρωτόδικης εκκαλούμενης απόφασης.
Επιδικάζονται €3.000,00 έξοδα της παρούσας έφεσης υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον των εφεσιβλήτων, πλέον Φ.Π.Α. εάν υπάρχει.
Ι. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ.