ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Ποινική Έφεση Αρ. 256/22)

 

27 Φεβρουαρίου 2025

 

[Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ

Εφεσείων

v.

 

ΜΙΧΑΛΗ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗ

Εφεσιβλήτου

 

(Ποινική Έφεση Αρ.: 258/22)

 

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ

Εφεσείων

v.

 

ΕΛΕΝΗΣ ΚΥΡΙΣΑΒΒΑ

Εφεσίβλητης

 

(Ποινική Έφεση Αρ.: 259/22)

 

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ

Εφεσείων

v.

 

ΒΙΚΤΩΡΙΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ

Εφεσίβλητης

 

                                                                   (Ποινική Έφεση Αρ.: 260/22)

 

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ

Εφεσείων

v.

 

ΠΩΛΙΝΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Εφεσίβλητης

 

(Ποινική Έφεση Αρ.: 261/22)

 

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ

Εφεσείων

v.

 

ΧΑΡΗΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ ΔΕΠΕ

Εφεσίβλητης

 

(Ποινική Έφεση Αρ.: 262/22)

 

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ

Εφεσείων

v.

 

SKALENS DIRECTORS LTD

Εφεσίβλητης

 

 

(Ποινική Έφεση Αρ.: 263/22)

 

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ

Εφεσείων

v.

 

SKALENS SERVICES LTD

Εφεσίβλητης

 

(Ποινική Έφεση Αρ.: 264/22)

 

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ

Εφεσείων

v.

 

SKALENS TRUSTEES LTD

Εφεσίβλητης

 

‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑

 

Ν. Κέκκος για Γενικόν Εισαγγελέα, για τους Εφεσείοντες

Η. Στεφάνου με Ε. Καπαρδή (κα), για τον Εφεσίβλητο στην Π.Ε. 256/22

Π. Σταύρου, για τις Εφεσίβλητες στις Π.Ε. 258/22, 259/22 και 260/22

M. Πογιατζής με Π. Στυλιανού και Ι. Σολωμού (κα), για τις Εφεσίβλητες στις Π.Ε. 261/22, 262/22, 263/22 και 264/22

 

        ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Πική, Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

        ΠΙΚΗΣ, Δ.: Η παρούσα έφεση στρέφεται κατά της απόφασης του Μόνιμου Κακουργοδικείου Λάρνακας ημερομηνίας 4.11.2022, με την οποία οι Εφεσίβλητοι αθωώθηκαν και απαλλάχτηκαν σε όλες τις εναντίον τους κατηγορίες. Στο σύνολο υπήρχαν 34 κατηγορίες οι οποίες αφορούσαν σε αδικήματα συνωμοσίας για καταδολίευση, πλαστογραφία και κυκλοφορία πλαστών εγγράφων, εξασφάλισης εγγραφής με ψευδείς παραστάσεις, παροχής ψευδών πληροφοριών, συγκάλυψη περιουσίας, ψευδούς βεβαίωσης, και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

 

        Στο επίκεντρο της υπόθεσης βρίσκεται η απόκτηση Κυπριακής υπηκοότητας με κατ' ισχυρισμό δόλια πολιτογράφηση (8.6.2017) του Tony Newman (εφεξής «Τ.Ν.») βάσει του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος. Η βασική θέση της Εφεσείουσας πρωτοδίκως και κατ' έφεση είναι ότι το όνομα Τ.Ν., η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης, τα οποία δηλώθηκαν στην αίτηση για κατ' εξαίρεση πολιτογράφηση ήταν ψευδή. Συνακόλουθα υποστηρίζεται ότι το πραγματικό του όνομα είναι Mehdi Ebrahimieshratabadi (εφεξής «Μ.Ε.»), με ημερομηνία γέννησης την 6.6.1981 και τόπο γέννησης το Ιράν.

 

         Για σκοπούς καλύτερης κατανόησης της υπόθεσης και των λόγων έφεσης που έχουν προβληθεί, θεωρούμε χρήσιμο να αναφερθούμε συνοπτικά στη φύση και λεπτομέρειες των κατηγοριών τις οποίες αντιμετώπισαν πρωτοδίκως οι Εφεσίβλητοι, οι οποίες έχουν ως εξής:

 

        (Α)   Οι κατηγορίες συνωμοσίας αφορούσαν την δόλια εξασφάλιση προς όφελος του Μ.Ε., (α) της Κυπριακής υπηκοότητας (κατηγορία 1), (β) του ανοίγματος τραπεζιτικών λογαριασμών στην Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (κατηγορία 2) και (γ) της εγγραφής στον Έφορο Εταιρειών της εταιρείας Sorpyk Ltd (κατηγορία 3), δηλώνοντας σε όλες τις περιπτώσεις το ψευδές όνομα Τ.Ν., ψευδή ημερομηνία γεννήσεως και τόπο γεννήσεως, ενώ γνώριζαν ότι αυτά δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα.

 

        (Β)   Οι κατηγορίες πλαστογραφίας εγγράφου αφορούσαν: (α) τον καταρτισμό πλαστών εγγράφων μαζί με τον Μ.Ε. με σκοπό την καταδολίευση αριθμού τραπεζών (Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Astrobank Public Company Ltd, Κυπριακή Τράπεζα Αναπτύξεως Δημόσια Εταιρεία Λτδ) κατά τη διαδικασία ανοίγματος τραπεζιτικών λογαριασμών προς όφελος των εταιρειών Newman Holding Ltd, Givolo Properties Ltd, Capostelo Holdings Ltd, Avolo Properties Ltd, Q.N. Developing Holding Company Ltd, συμπληρώνοντας σε όλες τις περιπτώσεις ψευδή στοιχεία για τον δικαιούχο των λογαριασμών, ήτοι το ψευδές όνομα Τ.Ν., ψευδή ημερομηνία γεννήσεως και τόπο γεννήσεως, ενώ γνώριζαν ότι αυτά δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα (κατηγορίες 4, 6, 8, 10, 12, 14, 16, 18, 20), (β) τον καταρτισμό πλαστών εγγράφων μαζί με τον Μ.Ε. με σκοπό την καταδολίευση της Κυπριακής Δημοκρατίας κατά την εγγραφή της εταιρείας Sorpyk Ltd αναγράφοντας το ψευδές όνομα Τ.Ν. και ψευδή ημερομηνία γέννησης (κατηγορία 22), (γ) καταρτισμός πλαστού εγγράφου με σκοπό την καταδολίευση της Κυπριακής Δημοκρατίας κατά τη διαδικασία της αίτησης πολιτογράφησης προς όφελος του Μ.Ε., ήτοι συμπλήρωσαν την αίτηση "Application by alien for a certificate of naturalization" γράφοντας εν γνώσει τους το ψευδές όνομα Τ.Ν., ψευδή ημερομηνία και τόπο γέννησης και ψευδή ονόματα γονέων (κατηγορία 25).

 

        (Γ)   Για όλες τις κατηγορίες πλαστογραφίας υπήρχαν οι αντίστοιχες κατηγορίες κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου (κατηγορίες 5, 7, 9, 11, 13, 15, 17, 19, 21, 23, 26).

 

        (Δ)   Εξασφάλιση εγγραφής με ψευδείς παραστάσεις προς όφελος του Μ.Ε., δηλώνοντας ψευδώς στην αίτηση πολιτογράφησης το όνομα Τ.Ν. ψευδή ημερομηνία και τόπο γέννησης και ψευδή ονόματα γονέων, ενώ γνώριζαν ότι τα στοιχεία αυτά δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα (κατηγορία 24).

 

        (Ε)   Παροχή ψευδών πληροφοριών για την ταυτότητα του πελάτη τους (κατά παράβαση του Ν.188(Ι)/2007) σε υπόχρεη οντότητα στο πλαίσιο προσδιορισμού ταυτότητας και δέουσας επιμέλειας που θα διενεργούσε η υπόχρεη οντότητα σε σχέση με τον πελάτη, δηλαδή κατά την διαδικασία ανοίγματος τραπεζιτικών λογαριασμών προς όφελος εταιρειών του Μ.Ε., στην Astrobank Public Company Ltd, στην Κυπριακή Τράπεζα Αναπτύξεως Δημόσια Εταιρεία Λτδ, και στην Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, παρουσιάζοντας εν γνώσει τους ψευδή στοιχεία και πληροφορίες, αναφέροντας ως δικαιούχο των λογαριασμών τον Τ.Ν, ενώ γνώριζαν ότι αυτό δεν ήταν το πραγματικό του όνομα (κατηγορίες 27, 28, 29, 30).

 

        (ΣΤ) Συγκάλυψη περιουσίας που αποκτήθηκε με παράνομο τρόπο κατά παράβαση του Ν.188(Ι)/2007, ήτοι: (α) ενώ όφειλαν να γνωρίζουν ότι τα ποσά €723.541,99 και US$188.184,24 αποτελούσαν έσοδα από την διάπραξη γενεσιουργού αδικήματος βοήθησαν τον Μ.Ε. να συγκαλύψει την παράνομη προέλευση τους, βοηθώντας τον να ανοίξει τραπεζιτικούς λογαριασμούς στην Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, προς όφελος του με άλλο όνομα, δίνοντας ψευδή στοιχεία και πληροφορίες για τον πελάτη τους (κατηγορία 31), (β) ενώ όφειλαν να γνωρίζουν ότι το ποσό των €5.000.000 αποτελούσε έσοδο από τη διάπραξη γενεσιουργού αδικήματος βοήθησαν τον Μ.Ε. να συγκαλύψει την παράνομη προέλευση του βοηθώντας τον αγοράσει με το εν λόγω ποσό μετοχές της εταιρείας Givolo Properties Ltd προς όφελος του μέσω της εταιρείας Newman Holding Ltd δίδοντας ψευδή στοιχεία και πληροφορίες για τον πελάτη τους (κατηγορία 32), (γ) ενώ όφειλαν να γνωρίζουν ότι το ποσό των €2.200.000 αποτελούσε έσοδο από τη διάπραξη γενεσιουργού αδικήματος βοήθησαν τον Μ.Ε. να συγκαλύψει την παράνομη προέλευση του βοηθώντας τον να αγοράσει μετοχές της εταιρείας Capostelo Holdings Ltd προς όφελος του μέσω της εταιρείας Newman Holding Ltd, δίδοντας ψευδή στοιχεία και πληροφορίες για τον πελάτη τους (κατηγορία 33), (δ) ενώ όφειλαν να γνωρίζουν ότι το ποσό των €2.500.000 αποτελούσε έσοδο από τη διάπραξη γενεσιουργού αδικήματος βοήθησαν τον Μ.Ε. να συγκαλύψει την παράνομη προέλευση του, συνδράμοντας στην αγορά Κυπριακών ομολόγων αντίστοιχης αξίας και στη συνέχεια τον βοήθησαν να τα μετακινήσει, δίδοντας οδηγίες στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου για την ρευστοποίηση τους (κατηγορία 34).

 

        (Ζ)   Ψευδής βεβαίωση κατά την διαδικασία της αίτησης πολιτογράφησης προς όφελος του Μ.Ε. βεβαιώνοντας ότι γνώριζαν προσωπικά τον αιτητή με το όνομα Τ.Ν., ότι διατηρούσαν στενές σχέσεις για διάστημα δυο χρόνων και βεβαίωσαν για τον καλό του χαρακτήρα, ενώ γνώριζαν ότι αυτά δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα (κατηγορία 35).

 

        (Η)  Νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες αποκτώντας το ποσό των €73.560,82 ενώ γνώριζαν ότι αυτό αποτελούσε έσοδο από τη διάπραξη γενεσιουργών αδικημάτων των κατηγοριών 4 - 30 (κατηγορία 36). 

 

        Οι Εφεσίβλητοι 1 - 9 με βάση το κατηγορητήριο το οποίο αντιμετώπισαν κατά την δίκη, ήσαν οι Κατηγορούμενοι 1 - 9. Ο Εφεσίβλητος 1 μαζί με τον πρώην Εφεσίβλητο 2 αντιμετώπιζαν από κοινού 35 κατηγορίες (κατηγορίες 1-34, 36), η Εφεσίβλητη 3 αντιμετώπιζε 12 κατηγορίες (1, 3, 18, 19, 20, 21-28), η Εφεσίβλητη 4 αντιμετώπιζε 31 κατηγορίες (1, 2, 4-21, 24-34), η Εφεσίβλητη 5 αντιμετώπιζε 4 κατηγορίες (1, 24-26), η Εφεσίβλητη 6 αντιμετώπιζε 21 κατηγορίες (1, 2, 4, 5, 14-21, 25, 26, 28, 29, 31-34, 36), η Εφεσίβλητη 7 αντιμετώπιζε 25 κατηγορίες (2, 4-21, 27-30, 31, 33), η Εφεσίβλητη 8 αντιμετώπιζε 14 κατηγορίες (3, 6-13, 22, 23, 27, 30, 36), και η Εφεσίβλητη 9 αντιμετώπιζε 13 κατηγορίες (2, 4, 6, 7, 10, 11, 12, 13, 27-30, 31).

 

        Σημειώνουμε πως υπήρχε και έφεση κατά του Εφεσείοντα 2 (257/22), η οποία αποσύρθηκε καθότι απεβίωσε μετά την καταχώριση της.

 

        Κατά τη δίκη οι Εφεσίβλητοι 1, 2, 3, 4, προέβηκαν σε ανώμοτη δήλωση αρνούμενοι τις εναντίον τους κατηγορίες και η Εφεσίβλητη 5 άσκησε το δικαίωμα της σιωπής. Στο ανακριτικό στάδιο οι Εφεσίβλητοι 1, 3, 4 και 5 αρχικά έδωσαν καταθέσεις απαντώντας σε αριθμό ερωτήσεων ενώ στην πορεία των ανακρίσεων άσκησαν το δικαίωμα της σιωπής, θεωρώντας προειλημμένη την απόφαση για ποινική τους δίωξη. Για την απόδειξη της υπόθεσης η κατηγορούσα αρχή κάλεσε 32 μάρτυρες, έγιναν σωρεία παραδεκτών γεγονότων και κατατέθηκαν 441 τεκμήρια.

 

ΤΑ ΟΥΣΙΩΔΗ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ

 

        Τα ουσιώδη γεγονότα της υπόθεσης προκύπτουν μέσα από τα ευρήματα και μαρτυρία η οποία έγινε δεκτή πρωτοδίκως.

 

        Ο Εφεσίβλητος 1 ασκεί το επάγγελμα του δικηγόρου και ήταν μέτοχος και διευθύνων σύμβουλος της δικηγορικής εταιρείας Χάρης Κυριακίδης Δ.Ε.Π.Ε. (Εφεσίβλητης 6) μαζί με τον πρώην Εφεσίβλητο 2. Επίσης, μαζί με τον πρώην Εφεσίβλητο 2 ήταν οι πραγματικοί ιδιοκτήτες των Εφεσίβλητων εταιρειών 7, 8 και 9. Από το 2014 μέχρι τον Δεκέμβρη του 2018, ο Εφεσίβλητος 1 ήταν ο λειτουργός συμμόρφωσης των Εφεσίβλητων 6, 7, 8 και 9, οι οποίες διατηρούσαν εσωτερικό εγχειρίδιο για σκοπούς συμμόρφωσης με τον Ν.188(Ι)/2007 και τις εκάστοτε οδηγίες και εγκυκλίους του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου.  

 

        Η Εφεσίβλητη 3 εργοδοτείτο από την Εφεσίβλητη 8 ως διαχειρίστρια (administrator) στο Εταιρικό Τμήμα (Corporate Department) με καθήκοντα ανοίγματος και διαχείρισης εταιρειών, ετοιμασίας εταιρικών εγγράφων και ανοίγματος τραπεζικών λογαριασμών.

 

        H Εφεσίβλητη 4 ήταν διοικητική υπεύθυνη (administrator) της Εφεσίβλητης 6 με πρόσθετα καθήκοντα την παροχή διευθυντικών υπηρεσιών σε διάφορες εταιρείες για τις οποίες λάμβανε επιπλέον εισόδημα. Ήταν επίσης η προσωπική βοηθός του Εφεσίβλητου 1. Η Εφεσίβλητη 5 εργοδοτείτο από την Εφεσίβλητη 6 στο τμήμα εταιρειών.

 

        Στο επίκεντρο της υπόθεσης βρίσκεται η απόκτηση Κυπριακής υπηκοότητας με κατ' ισχυρισμό δόλια πολιτογράφηση του Tony Newman (εφεξής «Τ.Ν.») βάσει του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος.

 

        Συμφώνως των ευρημάτων του Κακουργοδικείου στο ίδιο πρόσωπο  ανήκαν τα ακόλουθα διαβατήρια, σελ. 117:

 

No

Name

Date of Birth

Place of Birth

Country of Issuance

Passport Number

Date of issuance

Date ot expiry

Βασικά Τεκμήρια Αναφοράς

1

Mehdi

Ebrahimie

shratabadi

 

16/6/1981

 

Mashhad

Islamic Rebublic

of Iran

Place of issue: Kuala Lumpur

 

I95755889

 

19/11/2014

 

19/11/2019

 

T.257-8

2

Mehdi

Ebrahimie

shratabadi

 

16/6/1981

 

Iran

Commonwealth of Dominica Plade of issue: Roseau

 

R0104347

 

10/11/2015

 

9/11/2025

 

T.258

3

Mike Robertson

 

16/6/1981

 

Iran

Commonwealth of Dominica Plade of issue: Roseau

 

R0106627

 

18/2/2016

 

17/2/2026

 

T.257-8

4

Tony Newman

 

24/9/1991

 

Malaysia

Commonwealth of Dominica Plade of issue: Roseau

 

R0117480

 

1/11/2016

 

31/10/2026

 

T.257-8

5

Tony Newman

 

24/9/1991

 

Labuan

Republic of Cyprus

 

K00354649

 

10/08/2017

 

10/08/2027

 

T.257-8

6

Tony Newman

 

24/9/1991

 

Malaysia

 

Dominica

 

R0115278

 

 

 

31/10/2016

 

T.188, 198

 

        Το εύρημα για την ύπαρξη του 6ου διαβατηρίου αμφισβητείται με ξεχωριστό λόγο έφεσης.

 

        Τον Μάϊο του 2016 το εν λόγω πρόσωπο ως Μ.R. ήρθε στην Κύπρο με σκοπό την εξασφάλιση Κυπριακού διαβατηρίου μέσω του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος. Αρχικά επικοινώνησε με τον Μ.Κ.8 δικηγόρο Ιωσήφ Φράγκο. Σε κατ' ιδίαν συνάντηση τού ανέφερε ότι είναι Ιρανός με διαβατήριο της Δομινικανής Κοινοπολιτείας, ο οποίος άλλαξε το όνομα του και ενδιαφερόταν να προβεί σε επενδύσεις στην Κύπρο και να αποκτήσει την Κυπριακή Υπηκοότητα. Για σκοπούς πολιτογράφησης ο Μ.R. αντάλλαξε σειρά ηλεκτρονικών μηνυμάτων με το δικηγορικό γραφείο του Μ.Κ.8. Σε ένα από αυτά (15.5.2016), ο Μ.R. ανέφερε ότι γεννήθηκε στο Ιράν, είναι κάτοχος Ιρανικού διαβατηρίου, εδώ και 10 χρόνια κατοικεί στην Μαλαισία, λόγω επενδύσεων στις 26.10.2015 έλαβε την υπηκοότητα της Δομινικανής Κοινοπολιτείας, στη συνέχεια άλλαξε με official deed poll (11.12.2015) το Ιρανικό του όνομα σε M.R., και στις 18.2.2016 απέκτησε διαβατήριο της Δομινικανής Κοινοπολιτείας στο νέο του όνομα. Ενδιαφερόταν να απευθυνθεί στις Κυπριακές Αρχές με το νέο του όνομα για σκοπούς πολιτογράφησης.

 

        Σε άλλο ηλεκτρονικό του μήνυμα (17.5.2016) ο M.R. ανέφερε ότι στο Ιράν είναι αδύνατο να γίνει αλλαγή ονόματος. Η απάντηση την οποία έλαβε ήταν ότι σύμφωνα με το Υπουργείο Εσωτερικών το όνομα στο Κυπριακό διαβατήριο θα είναι το όνομα που αναγράφεται στο πιστοποιητικό γέννησης. Του ζητήθηκε να αποστείλει το Ιρανικό πιστοποιητικό γεννήσεως, καθώς και πιστοποιημένο αντίγραφο της αλλαγής ονόματος, αλλά ουδέποτε επανήλθε. Ως εκ τούτου το γραφείο του Μ.Κ.8 δεν ανέλαβε την πολιτογράφηση του Μ.R. Προέβη όμως στην εγγραφή (18.7.2016) της εταιρείας 5Μ Investments Ltd με μέτοχο τον M.R., η οποία διεγράφη με αίτηση του M.R. ημερομηνίας 3.7.2017.

 

        Στη συνέχεια ο Μ.R., μέσω γυναίκας η οποία ενεργούσε ως αντιπρόσωπος του, απευθύνθηκε για τον ίδιο σκοπό πολιτογράφησης του, στο δικηγορικό γραφείο της Εφεσίβλητης 6. Σε ηλεκτρονικό μήνυμα ημερομηνίας 31.5.2016 (Τεκμήριο 271), το οποίο απέστειλε η Εφεσίβλητη 4 προς την Μ.Κ.7, Χ. Καούλλα του Υπουργείου Εσωτερικών, με κοινοποίηση στον Εφεσίβλητο 1, αναφέρονταν τα ακόλουθα:

 

        «Επικοινωνώ μαζί σας αναφορικά με ένα νέο επενδυτή τα δεδομένα του οποίου έχουν ως εξής:

 

-ο πελάτης έχει γεννηθεί στο Ιράν και το όνομα του είναι Mehdi Ebrahimieshratabadi

 

-έχει επίσης αποκτήσει την Δομινικανή ιθαγένεια και έχει αλλάξει το όνομα του σε Mike Robertson.

 

-έχει στην κατοχή του όλα τα σχετικά έγγραφα αλλαγής του ονόματός του, καθώς το Δομινικανό διαβατήριο του, η Δομινικανή άδεια και ταυτότητά του φέρουν το καινούριο του όνομα.

 

ωστόσο δεν έχει αλλάξει το όνομα του στο πιστοποιητικό γέννησης του καθώς, όπως μας έχει ενημερώσει, είναι αδύνατο να αλλάξει το όνομα του πιστοποιητικού γέννησης στο Ιράν.

 

- Επίσης μας ενημέρωσε ότι η διαδικασία αποκήρυξης της Ιρανικής υπηκοότητας είναι μια χρονοβόρα διαδικασία που μπορεί να διαρκέσει το λιγότερο 6 χρόνια.

 

Το ερώτημα είναι κατά πόσο το Πιστοποιητικό Πολιτογράφησης, το Κυπριακό διαβατήριο και ταυτότητα μπορούν να εκδοθούν με το καινούριο του όνομα, εφόσον δεν χρησιμοποιεί πλέον το όνομα που αναγράφεται στο πιστοποιητικό γέννησής του».

 

        Εις απάντηση, σε ηλεκτρονικό μήνυμα ημερομηνίας 1.6.2016, η  Μ.Κ.7, ανέφερε ότι σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία το Κυπριακό διαβατήριο θα εκδιδόταν στη βάση του πιστοποιητικού γεννήσεως (δηλαδή στο όνομα Μ.Ε.). Ακολούθως, θα μπορούσε να υποβάλει αίτηση στον Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης για αλλαγή ονόματος και έκδοσης διαβατηρίου και ταυτότητας με το νέο του όνομα (M.R.).

 

        Στις 24.6.2016 υπήρξε τηλεφωνική επικοινωνία από το δικηγορικό γραφείο της Εφεσίβλητης 6 προς την Μ.Κ.12 (Ε. Καλλή) του IBU της Τράπεζας Κύπρου, για το άνοιγμα λογαριασμού ενός μεγάλου επενδυτή για σημαντικό ποσό, ο οποίος ενδιαφερόταν να αποκτήσει διαβατήριο. Η συνάντηση διευθετήθηκε αυθημερόν. Στις 24.6.2016 η Εφεσίβλητη 3 επισκέφτηκε το ΙΒU της Τράπεζας Κύπρου μαζί με τον Μ.Ε./Μ.R. όπου συνάντησαν την Μ.Κ.11 (Μ. Ρώσσου), και την Μ.Κ.12. Ο Μ.Ε./Μ.R. έδωσε στις Μ.Κ.11 και Μ.Κ.12, τα δυο διαβατήρια στο όνομα Μ.Ε., το ένα Ιρανικό και το άλλο της Κοινοπολιτείας της Δομινίκης (τα οποία κρατήθηκαν στο αρχείο της Τράπεζας) και τους προσκόμισε διάφορα άλλα αποδεικτικά στοιχεία για το άνοιγμα λογαριασμού. Tου ζητήθηκαν επιπρόσθετα στοιχεία προς τεκμηρίωση της πηγής του πλούτου του, και η απάντηση ερωτηματολογίου. Το αίτημα ανοίγματος λογαριασμού εν τέλει απορρίφθηκε επειδή δεν προσκομίστηκαν τα έγγραφα που ζητήθηκαν από την Τράπεζα Κύπρου. Η Εφεσίβλητη 3 ενημερώθηκε σχετικώς από την Μ.Κ.11, με ηλεκτρονικό μήνυμα ημερομηνίας 2.7.2016.

 

        Στις 28.6.2016, ο Μ.R. αποτάθηκε προσωπικά χωρίς διαμεσολαβητή υποβάλλοντας αίτηση στην Cyprus Development Bank (εφεξής «CDB») για άνοιγμα λογαριασμών σε δολάρια και ευρώ, χρησιμοποιώντας το διαβατήριο της Δομινικανής Κοινοπολιτείας στο όνομα M.R. Οι λογαριασμοί στην CDB ανοίχτηκαν στις 14.7.2016. Συμφώνως των ευρημάτων κατά την υποβολή της αίτησης στην CDB ο M.R. υπέβαλε για την πηγή του πλούτου του, τις ίδιες βεβαιώσεις της Τράπεζας Asian Trade Investment Bank Ltd («ΑΤΙΒ LTD») και εταιρείας Nexus Management Group SDN BHN, τις οποίες υπέβαλε λίγες μέρες προηγουμένως στην Τράπεζα Κύπρου στο όνομα M.E.   

 

        Στις 19.7.2016 ο Μ.R. μέσω της Εφεσίβλητης 6 υπέβαλε αίτηση αγοράς μη εισηγμένων εξαετών ομολόγων της Κυπριακής Δημοκρατίας για φυσικά πρόσωπα, αξίας 2.500.000. Η αίτηση (Τεκμήρια 17, 18) συμπληρώθηκε από την Εφεσίβλητη 4. Μαζί με την αίτηση επισυνάφθηκε: (α) φωτοαντίγραφο του Δομινικανού διαβατηρίου του M.R. [R0106627], ημερομηνία γέννησης 16.6.1981, και τόπος γέννησης Ιράν, στο οποίο υπήρχε φωτογραφία προσώπου, (β) φωτοαντίγραφο λογαριασμού ηλεκτρικού ρεύματος όπου φαίνεται η διεύθυνση διαμονής του στη Μελβούρνη της Αυστραλίας, (γ) φωτοαντίγραφο της CDB ημερομηνίας 19.7.2016 όπου αναγραφόταν το  ΙΒΑΝ των λογαριασμών που τηρεί ο Μ.R., και (γ) φωτοαντίγραφο μεταφοράς χρημάτων (swift) ημερομηνίας 19.7.2016, ποσού 2.500.000 στην Κεντρική Τράπεζας της Κύπρου, από τον λογαριασμό του M.R. στην CDB, με δικαιολογία «Purchase of Government Bonds (not listed) for Mike Robertson».

 

        Με επιστολή ημερομηνίας 1.8.2016 το Χ.Α.Κ. ενημέρωσε τον Μ.R. ότι η αίτηση του εγκρίθηκε. Η αγορά των Κυβερνητικών ομολόγων αποτελούσε μέρος της διαδικασίας πολιτογράφησης του M.R., ως προκύπτει από αλληλογραφία του ιδίου με την CDB ημερομηνίας 9.10.2017 [βλ. έκθεση Λοχ. Ηρώ Συμεού (ΓΔΟΕ) - έγγραφο Λ(1), σελ. 27].

 

        Στις 5.10.2016 φαίνεται ότι εκδόθηκε το πιστοποιητικό γέννησης του Τ.Ν. στην Δομινικανή Κοινοπολιτεία, στο οποίο αναγράφεται ότι γεννήθηκε στις 24.9.1991 στην Labuan Malaysia, με πατέρα τον Carl Newman και μητέρα την Rose Tobino. Ακολούθησε η έκδοση του διαβατηρίου (ημερομηνίας 1.11.2016) της Δομινικανής Κοινοπολιτείας [R0117480] επ' ονόματι του Τ.Ν., όπου αναφέρεται η ως άνω ημερομηνία και τόπος γέννησης.

 

        Περί τον Οκτώβριο  του 2016 ο Εφεσίβλητος 1 τηλεφώνησε στον Μ.Κ.31 (ιδιοκτήτη και διευθυντή του Ομίλου Quality) και του ανέφερε ότι βρισκόταν στην Κύπρο η ιδιαιτέρα ενός πολύ μεγάλου επενδυτή ο οποίος ενδιαφερόταν για επενδύσεις στην Κύπρο, την οποία ο Μ.Κ.31 συνάντησε μετά από λίγες μέρες.

 

        Στις 18.11.2016, πραγματοποιήθηκε συνάντηση στα γραφεία της Εφεσίβλητης 6, στην οποία συμμετείχαν ο Εφεσίβλητος 1 και ο πρώην Εφεσίβλητος 2, ο Τ.Ν. και ο Μ.Κ.31, Η συνάντηση αφορούσε, μεταξύ άλλων, την αγορά και ανάπτυξη του ακινήτου «Κίτιον».

 

        Από το σημείο αυτό, σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση, αρχίζει η επαγγελματική συνεργασία μεταξύ του Τ.Ν., του Μ.Κ.31 και των Εφεσιβλήτων.

 

        Στις 29.11.2016 ενεγράφη η εταιρεία Newman Holding Ltd στον Έφορο Εταιρειών με διεύθυνση εγγεγραμμένου γραφείου τη διεύθυνση της Εφεσίβλητης 6, μέτοχο την Εφεσίβλητη 9 και διευθυντή και γραμματέα την Εφεσίβλητη 7. Με βάση έγγραφο εμπιστεύματος ιδίας ημερομηνίας πραγματικός δικαιούχος των μετοχών είναι ο Τ.Ν.

 

        Την 1.12.2016, ο T.N., χωρίς τη διαμεσολάβηση των Εφεσίβλητων, υπέβαλε στη ΣΠΕ Μακράσυκας αίτηση για άνοιγμα δυο λογαριασμών, ήτοι ενός προσωπικού και ενός στο όνομα της εταιρείας Newman Holding Ltd, χρησιμοποιώντας το διαβατήριο [R0117480] της Δομινικανής Κοινοπολιτείας στο όνομα Τ.Ν. Προς τούτο επισύναψε λογαριασμό κοινής ωφέλειας, πιστοποιητικό λογιστή και άλλα έγγραφα. Οι λογαριασμοί άνοιξαν αυθημερόν.

 

        Στις 21.12.2016 στα πλαίσια ικανοποίησης των οικονομικών κριτηρίων για πολιτογράφηση του Τ.Ν., υπογράφηκε συμφωνία μεταξύ της Τράπεζας Κύπρου ως πωλητή αφενός και των εταιρειών Newman Holding Ltd και Gretia Investments Ltd (με διευθύνοντα σύμβουλο τον Μ.Κ.31) ως αγοραστών αφετέρου, για την πώληση 1.002 μετοχών της Givolo Properties Ltd, ιδιοκτησίας της Τράπεζας Κύπρου. Η Givolo Properties Ltd ήταν ιδιοκτήτρια ακίνητης περιουσίας (ακίνητο στο όνομα ΚΙΤΙΟΝ). Το τίμημα αγοράς ήταν 7.350.000 εκ των οποίων το ποσό των 5.000.000 ήταν καταβλητέο από την Newman Holding Ltd (έλαβε 68,03% των μετοχών) και πληρώθηκε από τον λογαριασμό του Τ.Ν. στη ΣΠΕ Μακράσυκας, και το ποσό των €2.350.000 ήταν καταβλητέο από την Gretia Investments Ltd (έλαβε το 31,97% των μετοχών). Την υλοποίηση αγοράς της Givolo Properties Ltd ανέλαβαν εκ μέρους της Εφεσίβλητης 6, ο Εφεσίβλητος 1 και ο πρώην Εφεσίβλητος 2.

 

        Στις 27.12.2016 η Εφεσίβλητη 6 απέστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα προς την Τράπεζα Κύπρου για άνοιγμα λογαριασμού στην εταιρεία Newman Holding Ltd το ταχύτερο δυνατόν. Την επομένη ημέρα ζητήθηκαν από την Τράπεζα Κύπρου διάφορα έγγραφα για τον έλεγχο του Τ.Ν. περιλαμβανομένης της πηγής του πλούτου του. Ζητήθηκε επίσης προσωπική συνάντηση με τον Τ.Ν. για σκοπούς δέουσας επιμέλειας (KYC). Στις 4.1.2017 ο Εφεσίβλητος 1 με ηλεκτρονικό μήνυμα επισύναψε τα έγγραφα που ζητήθηκαν για τον Τ.Ν.

 

        Στις 5.1.2017 πραγματοποιήθηκε συνάντηση στα γραφεία της Εφεσίβλητης 6, στην οποία ήταν παρόντες ο Εφεσίβλητος 1, ο Τ.Ν., ο Μ.Κ.6 (Α. Γιώρκας) διευθυντής του IBU της Τράπεζας Κύπρου στη Λάρνακα, και ο Μ.Κ.15, υπάλληλος της Τράπεζας Κύπρου, κατά την οποία ανοίχτηκαν αυθημερόν λογαριασμοί για την εταιρεία Newman Holding Ltd και προσωπικός λογαριασμός του Τ.Ν. Διαμεσολαβητής για το άνοιγμα των λογαριασμών ήταν η Εφεσίβλητη 6. Κατά τη συνάντηση ο Μ.Κ.15 έλαβε αντίγραφο του Δομινικανού διαβατηρίου του Τ.Ν.

 

        Στις 9.1.2017 η ΜΟ.Κ.Α.Σ. έλαβε αναφορά με βάση το αυτοματοποιημένο σύστημα goAML από την Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ. Ως αναφέρεται στην πρωτόδικη απόφαση (σελ. 131) «Σύμφωνα με την αναφορά ο T.N. την 1.12.2016 άνοιξε δύο λογαριασμούς με την Τράπεζα. Στις 9.12.2016 έγιναν 2 εμβάσματα, €1.399.960 και €200.000, από την ATIB LTD, ενώ εκκρεμούσε το ποσό των €4.599.980 στην εν λόγω τράπεζα, για αγορά υποθηκευμένης σε άλλη τράπεζα ακίνητης ιδιοκτησίας. Λόγω της ηλικίας του Τ.Ν., 25 ετών, και με τα δεδομένα που είχαν συλλεγεί για το οικονομικό του προφίλ, η Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ θεώρησε ότι προέκυπτε υποψία ότι ο Τ.Ν. δεν ήταν ο τελικός δικαιούχος του ποσού».

 

        Στις 18.1.2017, ο Μ.Κ.15 ενημέρωσε τον Τ.Ν. ότι ήταν έτοιμες οι κάρτες του και μπορούσε να περάσει από την Τράπεζα να τις πάρει. Όταν την ίδια ημέρα ο Τ.Ν. μετέβη στα γραφεία του IBU της Τράπεζας Κύπρου για να παραλάβει τις κάρτες του, αναγνωρίστηκε από την Μ.Κ.12 ότι είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Μ.Ε., τον οποίο είχαν απορρίψει λίγους μήνες προηγουμένως, και πληροφόρησε τον Μ.Κ.6. Ακολούθως σε κάποιο χρόνο πριν τις 27.1.2017, ο Μ.Κ.6 ενημέρωσε τηλεφωνικώς είτε τον Εφεσίβλητο 1 είτε τον πρώην Εφεσίβλητο 2 (δεν θυμόταν ποιον εκ των δυο), ότι η Τράπεζα Κύπρου θα προέβαινε σε κλείσιμο των λογαριασμών του Τ.Ν. λόγω μη ικανοποίησης της, γιατί εντοπίστηκαν δυο διαφορετικά διαβατήρια του πελάτη, το ένα Ιρανικό «που είναι εκτός πολιτικής της τράπεζας», με δυο διαφορετικά ονόματα.

 

        Στις 24.1.2017 ο Τ.Ν. με διαβατήριο της Δομινικανής Κοινοπολιτείας, παραχώρησε ειδικό πληρεξούσιο έγγραφο στους Εφεσίβλητους 1 και 4 και στον Σ. Μάρκου, για να ενεργούν εκ μέρους του για σκοπούς της πολιτογράφησης του. Η υπογραφή του Τ.Ν. πιστοποιήθηκε από πιστοποιούντα  υπάλληλο. Την ίδια ημερομηνία υπέγραψε επίσης εξουσιοδότηση παραλαβής εγγράφων, για χρήση, στο Τμήμα Αρχείου και Μετανάστευσης προς την Εφεσίβλητη 4.

 

        Αυθημερόν (24.1.2017) η Εφεσίβλητη 4 συμπλήρωσε έντυπο αίτησης για την πολιτογράφηση του Τ.Ν. Παραθέτουμε απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση, όπου φαίνονται ουσιώδη στοιχεία της αίτησης, σελ. 133:

 

       «(α)  Αν το αρχικό όνομα του αιτητή έχει αλλάξει (σημείο 2)

 

(β) Στοιχεία οποιουδήποτε άλλου ονόματος τυχόν χρησιμοποιείται για ιδιωτικούς σκοπούς (σημείο 3).

            Στα πιο πάνω ο αιτητής έθεσε το αρχικά Ν/Α not applicable.

                   Επιπλέον, κατέγραψε ως χώρα καταγωγής τη Μαλαισία.

            Στο σημείο 09, ως υπηκοότητα που έλαβε κατά τη γέννηση καταχώρησε τη Δομινικανή.

            Στο σημείο 10 όπου έπρεπε να καταγράψει την υφιστάμενη υπηκοότητα, εάν αυτή διέφερε από την αρχική, κατέγραψε εκ νέου ότι είναι Δομινικανής υπηκοότητας.  

            Επιπλέον, άφησε κενό το ερώτημα στο σημείο 11 όπου καλείτο να απαντήσει σε περίπτωση αλλαγής υπηκοότητας τον λόγο.

            Ακόμη στη σελίδα 4 οι κατηγορούμενοι 3, 4 και 5 δήλωσαν ότι γνώριζαν τον Τ.Ν. για δύο χρόνια πριν τις 24.1.2017, στοιχείο που ήταν αναληθές.

            Επίσης, έθεσε ως όνομα πατέρα: C.N. και  μητέρας R.T.

            Επισυνάπτεται επίσης (βλ. Τεκμήριο 1) και πιστοποιητικό γεννήσεως εκδοθέν στην Δομινικανή Κοινοπολιτεία  (με apostille) ότι γεννήθηκε στη Μαλαισία το 1991».

 

        Στις 25.1.2017, λήφθηκε  στη ΜΟ.Κ.Α.Σ. αναφορά με go AML από την Τράπεζα Κύπρου σχετικά με την ταύτιση του Τ.Ν. ως Μ.Ε. Συγκεκριμένα, από περαιτέρω έρευνα που διενεργήθηκε από την Υπηρεσία Συμμόρφωσης της Τράπεζας διεφάνη ότι τα έντυπα που προσκόμισε στην Τράπεζα προς επιβεβαίωση της πηγής πλούτου του είναι κατασκευασμένα  (πλαστά). Η δε υποτιθέμενη συστατική επιστολή για τον πελάτη (reference letter) από την ASIA INVESTMENT BANK LTD η οποία αποστάλθηκε στην Τράπεζα Κύπρου αναφορικά με το αίτημα του Μ.Ε., εντοπίζεται να υπάρχει ακριβώς η ίδια στην ΣΠΕ ΜΑΚΡΑΣΥΚΑΣ, μόνο που στη δεύτερη η συστατική επιστολή αναφέρεται στον Τ.Ν. Οι δυο επιστολές παρουσιάζουν το ίδιο λάθος στο σημείο που αναγράφεται "swift address".

 

        Στις 26.1.2017 στα πλαίσια ικανοποίησης των οικονομικών κριτηρίων για πολιτογράφηση του Τ.Ν. υπογράφηκε συμφωνία αγοράς διαμερίσματος μεταξύ του Τ.Ν. και της V.K.C.A. Quality Ltd για 500.000. Το αγοραπωλητήριο έγγραφο κατατέθηκε στο Κτηματολόγιο Λάρνακας κατόπιν σχετικής αίτησης ημερομηνίας 31.1.2017, υποβληθείσας από την Εφεσίβλητη 6, ως δικηγόρο του Τ.Ν. Με επιστολή του Τ.Ν. ημερομηνίας 7.8.2017, ζητήθηκε η απόσυρση της συμφωνίας.

 

        Στις 27.1.2017 αποστάλθηκαν από την Τράπεζα Κύπρου ταυτόσημες επιστολές προς την Newman Holdings Ltd και τον Τ.Ν., με τις οποίες πληροφορούνται ότι οι λογαριασμοί τους αναθεωρήθηκαν πρόσφατα και δεν πληρούν τα ισχύοντα τραπεζικά πρότυπα (banking standards). Δίνεται 60 ημερών προειδοποίηση για το κλείσιμο των λογαριασμών με την Τράπεζα και τον τερματισμό της σχέσης Τράπεζας και πελάτη. Σχετική ενημέρωση με επισύναψη των επιστολών εστάλη από την Τράπεζα Κύπρου στην Εφεσίβλητη 5, με ηλεκτρονικό μήνυμα ιδίας ημερομηνίας.

 

        Στις 30.1.2017, αφότου ενημερώθηκε το γραφείο της Εφεσίβλητης 6 για το κλείσιμο των λογαριασμών της Newman Holdings Ltd και του Τ.Ν., συμπληρώθηκαν αιτήσεις για εμβάσματα από τους λογαριασμούς που διατηρούσαν στην Τράπεζα Κύπρου, με οδηγίες να μεταφερθούν τα χρήματα στη ΣΠΕ Μακράσυκας. Οι συγκεκριμένες οδηγίες υπογράφηκαν από τον Τ.Ν. και η υπογραφή του επιβεβαιώθηκε από τον Εφεσίβλητο 1.

 

        Στις 2.2.2017 τα δυο εμβάσματα τα οποία στάλθηκαν στην ΣΠΕ Μακράσυκας (723.541,99 και US$199.142.74) δεν έγιναν αποδεκτά για λόγους συμμόρφωσης και τα χρήματα επέστρεψαν στην Τράπεζα Κύπρου.

 

        Στις 8.2.2017 η Εφεσίβλητη 6 υπέβαλε την αίτηση για πολιτογράφηση του Τ.Ν. βάσει του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος, με συνοδευτική επιστολή υπογραφείσα από τον Εφεσίβλητο 1.

 

        Στις 9.2.2017 ο Μ.Κ.15 της Τράπεζας Κύπρου απέστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα στον Εφεσίβλητο 1, ότι δεν έγιναν αποδεκτά τα εμβάσματα προς τη ΣΠΕ Μακράσυκας. Στις 7.3.2017, ο Τ.Ν. έδωσε οδηγίες προς την Τράπεζα Κύπρου όπως τα χρήματα του μεταφερθούν στην Saxo Bank στη Δανία. Η υπογραφή του επί των οδηγιών επιβεβαιώθηκε από τον Εφεσίβλητο 1.  

 

        Στις 15.2.2017 ενεγράφη η εταιρεία Medville Investments Ltd με μετόχους (500 μετοχές έκαστος) τους Maleksabet Ebrahimi και Mohammad Ebrahimiestratabadi, οι οποίοι είναι πατέρας και αδελφός του Μ.Ε., βάσει παραδεκτού γεγονότος. Η εταιρεία συστάθηκε από την Εφεσίβλητη 8. Για τη συγκεκριμένη εταιρεία εκδόθηκαν δυο τιμολόγια από την Εφεσίβλητη 6, εκ των οποίων το ένα, ημερομηνίας 8.2.2017 προς τον Τ.Ν., για ποσό 2.744,62 και, το άλλο, ημερομηνίας 15.9.2017 προς την Medville Investments Ltd, για ποσό 120. Και τα δυο τιμολόγια πληρώθηκαν στις 8.2.2017 και 6.10.2017 αντίστοιχα, από τον Τ.Ν. 

 

        Την 1.3.2017 η Εφεσίβλητη 6 απέστειλε επιστολή (τεκμήριο 8) την οποία υπέγραψε ο Εφεσίβλητος 1, προς το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης με θέμα αναθεώρηση εισόδου εκ μέρους των Maleksabet Ebrahimi και της συζύγου του Khadijeh Taghavisabzevari. Στην εν λόγω επιστολή αναφέρεται ότι οι ως άνω εντολείς είναι ευκατάστατα πρόσωπα, συνταξιούχοι, οι οποίοι ήρθαν στην Κύπρο με σκοπό να αξιολογήσουν την πιθανότητα επένδυσης και απόκτησης διαβατηρίου μέσω κατ' εξαίρεση πολιτογράφησης. Εισήλθαν στην Κυπριακή Δημοκρατία στις 3.12.2016 με σχετική θεώρηση εισόδου για επισκέπτες διάρκειας τριών  μηνών.

 

        Στις 10.3.2017 λήφθηκε στη ΜΟ.Κ.Α.Σ. επιπρόσθετη αναφορά με goAML για τον Τ.Ν. από την Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα, στην οποία αναφέρεται ότι στις 28.2.2017 προχώρησαν στο κλείσιμο των λογαριασμών του Τ.Ν.

 

        Στις 8.6.2017 η αίτηση πολιτογράφησης του Τ.Ν. εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο.

 

        Στις 8.6.2017 η Εφεσίβλητη 8, μέσω της Εφεσίβλητης 4, υπέβαλε στον Έφορο Εταιρειών το έντυπο Η.Ε.57, για τη μεταβίβαση των μετοχών της εταιρείας Yavilane Holdings Ltd στον Τ.Ν. Στα στοιχεία που αφορούν τον Τ.Ν., στη χώρα υπηκοότητας, γράφει «Ιράν». Το εν λόγω έντυπο υπογράφεται από την Εφεσίβλητη 4.

 

        Στις 23.6.2017 υπεγράφη έγγραφο εμπιστεύματος μεταξύ της Εφεσίβλητης 9 και του Liu Peng, βάσει του οποίου ο Liu Peng ήταν ο τελικός δικαιούχος της Intermore Holdings Ltd. H εν λόγω εταιρεία ενεγράφη στις 23.6.2017. Μέτοχος ήταν η Εφεσίβλητη 9 από 23.6.2017 μέχρι 26.9.2017, και από 26.9.2017 μέχρι 26.10.2020, η Newman Holding Ltd. Διευθυντής και γραμματέας ήταν η Εφεσίβλητη 7 από 23.6.2017 μέχρι 25.2.2019, και από 25.2.2019 ήταν ο Τ.Ν. 

 

        Στις 18.7.2017 ο Μ.R. υπέγραψε πληρεξούσιο έγγραφο προς τους Εφεσίβλητους 1 και 4 και τον Χ. Χρίστου, μαζί με αντίγραφα των δελτίων ταυτότητας τους και του διαβατηρίου της Κοινοπολιτείας της Δομινίκης στο όνομα του [R0117480] (με ημερομηνία γέννησης την 16.6.1981 και τόπο γέννησης το Ιράν) στο οποίο υπάρχει η φωτογραφία προσώπου του. Το πληρεξούσιο, πιστοποιήθηκε στην παρουσία του M.R.

 

        Στις 10.8.2017 εκδόθηκε το πιστοποιητικό πολιτογράφησης του Τ.Ν.

 

        Στις 24.8.2017 υπεγράφη συμφωνία αγοραπωλησίας των μετοχών της εταιρείας Avolo Properties Ltd με την εταιρεία Intermore Holdings Ltd για το ποσό των 7.500.000. Οι διαδικασίες αγοράς έγιναν από την Εφεσίβλητη 6. Το μετοχικό κεφάλαιο της Avolo Properties Ltd ανήκε στην Τράπεζα Κύπρου. Από 27.9.2017 μέχρι 12.2.2019, η ιδιοκτήτρια ήταν η Intermore Holdings Ltd.

 

        Στις 28.8.2017 ενεγράφη από την Εφεσίβλητη 8 η εταιρεία Sorpyk Ltd, μαζί με βεβαίωση της Εφεσίβλητης 3 προς τον Έφορο Εταιρειών, ότι ο Τ.Ν. υπέγραψε στην παρουσία της ως διευθυντής και γραμματέας της εταιρείας.

 

        Στις 29.8.2017 υποβλήθηκε στο Χ.Α.Κ. αίτηση πρόωρης αποπληρωμής (Τεκμήριο 214) των εν λόγω Κυβερνητικών Ομολόγων. Η αίτηση υπεγράφη από τον Εφεσίβλητο 1 δυνάμει του προαναφερθέντος πληρεξουσίου εγγράφου.

 

        Στις 2.10.2017 υπεγράφη συμφωνία αγοράς των μετοχών της Capostelo Holdings Ltd μεταξύ της Newman Holding Ltd και της D4A2 Ltd, η οποία ήταν εταιρεία της Ελληνικής Τράπεζας για το ποσό των 2.200.000, το οποίο καταβλήθηκε από τον Τ.Ν. Πραγματικός δικαιούχος της Capostelo Holdings Ltd ήταν ο Τ.Ν, σύμφωνα με έγγραφο εμπιστεύματος μεταξύ της Εφεσίβλητης 9 και του Τ.Ν. (τεκμήρια 4 και 202). Οι διαδικασίες πώλησης και οι διαπραγματεύσεις με την Ελληνική Τράπεζα έγιναν από το γραφείο της Εφεσίβλητης 6.

 

        Την 1.11.2017 υπεγράφη έγγραφο εμπιστεύματος (τεκμήριο 6) μεταξύ της Newman Holdings Ltd και του Maleksabet Ebrahimi, συμφώνως του οποίου η Newman Holding Ltd κατέχει ως εμπιστευματοδόχος όλες τις μετοχές του Maleksabet Ebrahimi στην Capostelo Holdings Ltd.

 

        Στις 14.11.2017 ο Maleksabet Ebrahimi και η σύζυγος του Khadijeh Taghavisabzevari ορκίστηκαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας για τις αιτήσεις πολιτογράφησης τους.

 

        Στις 27.12.2017 ο Maleksabet Ebrahimi αγόρασε διαμέρισμα από την V.K.C.A. Quality αξίας €500.000.

 

        Στις 14.2.2018 ο Maleksabet Ebrahimi και η σύζυγος του Khadijeh Taghavisabzevari υπέβαλαν αίτηση για πολιτογράφηση βάσει του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος, με εκπρόσωπο την εταιρεία ανάπτυξης γης Quality Group του Μ.Κ.31.

 

        Την 1.11.2018 εγκρίθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο οι αιτήσεις πολιτογράφησης των Maleksabet Ebrahimi και της συζύγου του Khadijeh Taghavisabzevari, και στις 15.11.2018 εκδόθηκαν τα πιστοποιητικά πολιτογράφησης τους.

 

        Από τις 29.12.2017 μέχρι τις 4.4.2018 ακολούθησε άνοιγμα λογαριασμών εταιρειών με δικαιούχο τον Τ.Ν. (Capostelo Holdings Ltd, Avolo Properties Ltd Givolo Properties Ltd, Newman Holding Ltd) στην Astro Bank με διαμεσολαβητή τις Εφεσίβλητες 6 και 8, καθώς και προσωπικού λογαριασμού του Τ.Ν. στην ίδια Τράπεζα με διαμεσολαβητή την Εφεσίβλητη 6. Για το άνοιγμα των λογαριασμών της Givolo Properties στην Astro Bank, υπήρξε συνάντηση του Εφεσίβλητου 1 και του Τ.Ν. με υπαλλήλους της Τράπεζας στα γραφεία της Εφεσίβλητης 6.

 

        Επίσης, από τις 17.7.2018 μέχρι τις 23.7.2018, ανοίχτηκαν λογαριασμοί εταιρειών με δικαιούχο τον Τ.Ν. (Givolo Properties Ltd, Capostelo Holdings Ltd), καθώς και προσωπικού του λογαριασμού στην CDB με διαμεσολαβητή την Εφεσίβλητη 6. Την αίτηση της Capostelo Holdings Ltd, καθώς και της Yavilane Holdings Ltd, για άνοιγμα λογαριασμού στην CDB, υπέγραψαν, μεταξύ άλλων, οι Εφεσίβλητοι 1 και 4.

 

        Στις 27.12.2018 η Astro Bank έστειλε αναφορά με goAML προς την ΜΟ.Κ.Α.Σ. ότι δεν έμεινε ικανοποιημένη για την πηγή του πλούτου του Τ.Ν., τόσο σε προσωπικό όσο και σε εταιρικό επίπεδο, με αποτέλεσμα να προχωρήσει σε κλείσιμο όλων των λογαριασμών του.

 

        Στις 11.1.2019 κατόπιν αιτήματος των Ιρανικών αρχών εκδόθηκε Ερυθρά Αγγελία της Ιντερπόλ για τη σύλληψη του M.E. με σκοπό την έκδοση του στο Ιραν. Το οποίο επαναλαμβάνεται σε ταυτόσημη Ερυθρά Αγγελία ημερομηνίας 29.4.2019 (Τεκμήριο 257). Συμφώνως των όσων αναφέρονται στην Ερυθρά Αγγελία ο Μ.Ε. στην πραγματικότητα γεννήθηκε στο Ιράν στις 16.6.1981, το όνομα του πατέρα του είναι Maleksabet Ebrahimi και της μητέρας του Khadijeh Taghavisabzevari. Επίσης, τα στοιχεία ταυτότητας του Τ.Ν. με τα οποία απέκτησε την Δομινικανή και Κυπριακή ιθαγένεια, καθώς και τα στοιχεία ταυτότητας του M.R., με τα οποία απέκτησε την Δομινικανή ιθαγένεια είναι ψευδή. Κατηγορείται για απάτη, κατάχρηση εμπιστοσύνης, πλαστογραφία τραπεζικών εγγράφων και ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Συγκεκριμένα, φέρεται να χρησιμοποίησε δόλια μέσα για να καταχραστεί ποσό US$71.754.083 από τη Μαλαισιανή εταιρεία Petrochemical Commercial Company Ltd (PCCI Ltd) και την Ιρανική εταιρεία Navak Asia Kish Trading Co. Επίσης για τα ίδια αδικήματα εκδόθηκε από την Ιντερπόλ Ερυθρά Αγγελία κατά του Maleksabet Ebrahimi (ημερομηνίας 9.1.2019) και κατά της Khadijeh  Taghavisabzevari (ημερομηνίας 14.11.2019).

 

        Στις 7.1.2019 και 12.2.2019 καταχωρήθηκαν από την δικηγορική εταιρεία Μαρκίδη, Μαρκίδη & Σία Δ.Ε.Π.Ε. οι αγωγές 8/2019 και 136/2019 αντίστοιχα εκ μέρους της Petrochemical Commercial Company Ltd και της Navak Asia Kish Trading Co., οι οποίες στρέφονταν, μεταξύ άλλων, κατά των Εφεσίβλητων 7 και 9. Με μονομερείς αιτήσεις εκδόθηκαν ενδιάμεσα διατάγματα παγοποίησης περιουσιακών στοιχείων και αποκάλυψης.  Αντικείμενο και των δυο αγωγών ήταν απαίτηση για αποζημιώσεις ύψους US$71.754.083,04 για δόλιες και ή άλλες αδικοπραξίες και παράνομες ενέργειες. Τα ενδιάμεσα δικαστικά διατάγματα συνοδεύονταν από λεπτομερείς ένορκες δηλώσεις με συνημμένα τεκμήρια στις οποίες αποκαλύπτονταν όλα τα σχετικά γεγονότα και κατ' ισχυρισμό αδικήματα ως και τα πραγματικά στοιχεία ταυτότητας του Τ.Ν.

 

        Στις 18.3.2019, μετά την επίδοση των εν λόγω αγωγών, η Εφεσίβλητη 6 υπέβαλε μέσω του συστήματος goAML στη ΜΟ.Κ.Α.Σ. λεπτομερή αναφορά σε σχέση με τον Τ.Ν., τον πατέρα, τον αδελφό του και τις εταιρείες με τις οποίες σχετίζονται, στις οποίες παρείχε διοικητικές υπηρεσίες ο όμιλος «SKALENS» (Εφεσίβλητες 7, 8, 9). Η αναφορά στηρίζεται στα όσα αποκαλύφθηκαν με την επίδοση των εν λόγω αγωγών και ενδιάμεσων διαταγμάτων (τα οποία όμως ανέφερε ότι δεν είναι σε θέση να επιβεβαιώσει παρότι δημιουργούν εύλογη υποψία) για την κλοπή του χρηματικού ποσού ύψους US$71.754.083,04 και διοχέτευση του σε δίκτυο εταιρειών στον Καναδά, Μαλαισία, Αυστραλία και Κύπρο, προκειμένου να νομιμοποιήσουν τα παράνομα έσοδα τους και να αποφύγουν τις συνέπειες οποιασδήποτε απόφασης η οποία λαμβάνεται εναντίον τους. Αναφέρεται επίσης ότι ως αποτέλεσμα της εν λόγω πληροφόρησης, ο όμιλος «SKALENS» τερμάτισε τη σχέση του με τα εν λόγω άτομα και έχουν παραιτηθεί από αξιωματούχοι σε νομικές οντότητες με τις οποίες σχετίζονται τα εν λόγω άτομα 

 

        Για τις υπηρεσίες τις οποίες οι Εφεσίβλητες 6 και 8 πρόσφεραν στον Τ.Ν. και τις εταιρείες του, περιλαμβανομένων των εταιρειών στις οποίες μέτοχοι ήταν άλλα πρόσωπα,  έλαβαν ως αμοιβή  το συνολικό ποσό των 999.739,77.

 

        Παρότι η Αστυνομία αποτάθηκε στις αρχές της Κοινοπολιτείας της Δομινίκης για να πληροφορηθεί περί της αυθεντικότητας του διαβατηρίου στο όνομα Τ.Ν. [R0117480] (ημερομηνία έκδοσης 1.11.2016) δεν έλαβαν καμία απάντηση.

 

        Με διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 3.3.2022 κατόπιν εξουσιοδότησης από το Υπουργικό Συμβούλιο με την απόφαση του ημερομηνίας 15.9.2021, η οποία επιβεβαίωσε προηγούμενη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 7.10.2020, αποστερήθηκε η Κυπριακή υπηκοότητα από τον Μ.Ε. (Τεκμήριο 285), και από τους Maleksabet Ebrahimi και Khadijeh Taghavisabzevari (Τεκμήριο 286), καθότι, ως διεφάνη, η απόκτηση της ήταν προϊόν δόλου, απάτης και απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων.  

 

        Στις 14.12.2020 εκδόθηκε κατά του Μ.Ε. και των γονέων του δικαστικό ένταλμα σύλληψης από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας καθώς και Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης ημερομηνίας 4.3.2021, για αδικήματα σχετιζόμενα με την απόκτηση της Κυπριακής υπηκοότητας.  Ακολούθησε η έκδοση Ερυθράς Αγγελίας της Ιντερπόλ ημερομηνίας 24.3.2021, κατόπιν αιτήματος των αρχών της Κυπριακής Δημοκρατίας.

 

        Παρά την έκδοση των προαναφερθεισών Ερυθρών Αγγελιών από την Ιντερπόλ, o M.E. και οι γονείς του παραμένουν καταζητούμενα πρόσωπα.

 

ΛΟΓΟΙ ΕΦΕΣΗΣ

 

        Οι λόγοι έφεσης αφορούν την κατ΄ ισχυρισμό πλημμελή εφαρμογή του Νόμου επί των πραγματικών γεγονότων (λόγοι 1, 2, 3, 5, 6) και ότι δεν υπήρξε απόδειξη βάσει της οποίας το Δικαστήριο μπορούσε εύλογα να διαπιστώσει πραγματικό γεγονός (λόγος 4).

 

        Με τον πρώτο και δεύτερο λόγο προσβάλλεται ως πλημμελής ο τρόπος προσέγγισης της περιστατικής μαρτυρίας, με αποτέλεσμα το πρωτόδικο Δικαστήριο: (α) «να καταλήξει λανθασμένα στο συμπέρασμα ότι δεν αποδείχθηκε ότι το όνομα του Tony Newman, η ημερομηνία και τόπος γέννησης του καθώς και το όνομα των γονέων του, που δηλώθηκαν από τους κατηγορούμενους στην αίτηση πολιτογράφησης, στον Έφορο Εταιρειών και σε Τράπεζες ήταν ψευδή» (1ος λόγος), και (β) «να καταλήξει εσφαλμένα στο συμπέρασμα ότι οι κατηγορούμενοι δεν γνώριζαν ότι το όνομα Tony Newman, η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης του καθώς και το όνομα των γονέων του ήταν ψευδή και ότι ο Mehdi Ebrahimieshratabadi, o Mike Robertson, και ο  Tony Newman ήταν το ίδιο πρόσωπο» (2ος λόγος).

 

        Ο τρίτος λόγος έφεσης αφορά την πλημμελή εφαρμογή του Άρθρου 60 του Νόμου 188(Ι)/2007, «επί των πραγματικών γεγονότων με αποτέλεσμα να προβεί σε λανθασμένο συμπέρασμα ότι η υποβολή αίτησης από μέρους των κατηγορουμένων για άνοιγμα μερίδας στο ΧΑΚ στο όνομα του Mike Robertson, για αγορά Κρατικών Ομολόγων αξίας 2.500.000 ευρώ, δεν εντασσόταν στις επαγγελματικές υπηρεσίες της κατηγορούμενης 6» (Εφεσίβλητης 6). Προσβάλλεται επίσης ως εσφαλμένο το συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε από μέρους της Εφεσίβλητης 6, καθήκον δέουσας επιμέλειας εν σχέσει με τους πραγματικούς γονείς του Τ.Ν., ονόματι Malksabet Ebhrahimi και Khadijeh Teghavisabzevari, παραγνωρίζοντας ότι η Εφεσίβλητη 6 είχε εμπλακεί στην επένδυση η οποία χρησιμοποιήθηκε για την πολιτογράφηση τους, καθώς και στην εγγραφή της εταιρείας Medville Investments Ltd με μετόχους τον πατέρα και τον αδελφό του Τ.Ν.

 

        Με τον τέταρτο λόγο έφεσης προσβάλλεται το συμπέρασμα ότι ο Τ.Ν. ήταν κάτοχος διαβατηρίου της Δομινικανής Κοινοπολιτείας από τις 7.10.2014, χωρίς να υπάρχει εύλογη απόδειξη βάσει της οποίας το Δικαστήριο μπορούσε να διαπιστώσει αυτό ως πραγματικό γεγονός.

 

        Με τον πέμπτο λόγο έφεσης προσβάλλεται ως εσφαλμένη η μη εφαρμογή των διατάξεων του Άρθρου 85(4) του Κεφ. 155, για την προσθήκη κατηγορίας και καταδίκης της Εφεσίβλητης 3 για το αδίκημα της ψευδούς δήλωσης, εν όψει της παραδοχής της ότι βεβαίωσε την υπογραφή του Τ.Ν. σε έγγραφο του Εφόρου Εταιρειών (Τεκμήριο 209) εν τη απουσία του.

 

        Ο έκτος λόγος έφεσης στρέφεται κατά του συμπεράσματος ότι οι αναφορές από τις Τράπεζες στη ΜΟ.Κ.Α.Σ. αποτελούν εξ ακοής μαρτυρία, ενώ στην πραγματικότητα ορισμένες εξ αυτών είναι δηλώσεις προσώπων που κατέθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Επίσης, όσες δηλώσεις είναι εξ ακοής μαρτυρία, εσφαλμένα δεν έτυχαν αξιολόγησης βάσει των κριτηρίων που θέτει το Άρθρο 27 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9.

 

        Με την έφεση επιζητείται η ακύρωση της αθωωτικής απόφασης και η έκδοση διαταγής για επανεκδίκαση της υπόθεσης.

 

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΕΦΕΣΗΣ ΚΑΤΑ ΑΘΩΩΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

 

        Το πρώτο το οποίο θα πρέπει να εξεταστεί, προτού ασχοληθούμε με τους λόγους έφεσης, είναι το δικαίωμα του Γενικού Εισαγγελέα να εφεσιβάλει αθωωτική απόφαση, το οποίο περιορίζεται στις περιπτώσεις που καθορίζει το Άρθρο 137(1)(α) του Κεφ. 155, ήτοι:

 

«(ι) ότι δεν υπήρξε απόδειξη βάσει της οποίας το Δικαστήριο μπορούσε εύλογα να διαπιστώσει πραγματικό γεγονός ή γεγονότα αναγκαία για τη θεμελίωση της απόφασης αυτής

(ιι) ότι απόδειξη έγινε πλημμελώς δεκτή ή αποκλείστηκε

(ιιι) ότι ο νόμος εφαρμόστηκε πλημμελώς επί των πραγματικών γεγονότων

(ιν) ότι υπήρξε αντικανονικότητα διαδικασίας».

 

        Η εμβέλεια του Άρθρου 137(1)(α) αναλύθηκε διεξοδικά από την πλήρη ολομέλεια στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Ευσταθίου κ.ά. (2010) 2 Α.Α.Δ. 94, με ανασκόπηση όλης της προηγούμενης νομολογίας. Σχετικό είναι το κάτωθι απόσπασμα:

 

        «Είναι θεμελιωμένο πως η φύση του θέματος, που αφορά στη δυνατότητα ανατροπής αθωωτικής απόφασης προς επανάκριση, επιβάλλει στενή ερμηνεία και αυστηρή τήρηση των προϋποθέσεων. Κατά την εξέταση του θέματος, για να αντλήσουμε τα βασικά από τη νομολογία μας, θα πρέπει να διαγιγνώσκεται και να αποκλείεται η συγκαλυμμένη επιδίωξη της αμφισβήτησης και του παραμερισμού της αξιολόγησης της μαρτυρίας που, βεβαίως, βρίσκεται εκτός της εμβέλειας του άρθρου. Το οποίο, στην ουσία, εισάγει τη δυνατότητα έφεσης επί θεμάτων που ουσιαστικά ενέχουν νομικό σημείο, ώστε η διαπίστωση γεγονότος στη βάση της αξιολόγησης της μαρτυρίας ή θέματος σχετικού προς αυτή να αποκλείεται. (Βλ. Αttorney General v. Schizas (1983) 2 C.L.R. 328, Γενικός Εισαγγελέας ν. Χριστοδούλου (1990) 2 Α.Α.Δ. 133, Γενικός Εισαγγελέας ν. Δημοσθένους (1990) 2 Α.Α.Δ. 152, Γενικός Εισαγγελέας ν. Μανώλη (1995) 2 Α.Α.Δ. 207, Γενικός Εισαγγελέας ν. Σωφρονίου (2000) 2 Α.Α.Δ. 151, Δήμος Αγίας Νάπας ν. Χαμάλη (2000) 2 Α.Α.Δ. 241, Γενικός Εισαγγελέας ν. Χριστοδούλου κ.ά. (2002) 2 Α.Α.Δ. 67, Γενικός Εισαγγελέας ν. Γεωργίου (2006) 2 Α.Α.Δ. 217).

 

        Προσεγγίζουμε εδώ τον όρο «νομικό σημείο»,  όπως ακριβώς τον βρίσκουμε στη νομολογία μας κατά την αναφορά στο Άρθρο 137(1)(α), έχοντας υπόψη και τα εν γένει νομολογηθέντα ως προς το τι μπορεί να περιλαμβάνει αυτός ο όρος. Δεν υπάρχει εξαντλητικός ορισμός αλλά είναι στοιχειώδες πως δεν περιλαμβάνει τις διαπιστώσεις του Δικαστηρίου επί των γεγονότων, εκτός αν, όπως εξηγήθηκε, αυτές προκύπτουν από λανθασμένη καθοδήγηση ως προς το νόμο. Έπεται πως η απόφανση προϋποθέτει δοσμένη κατάσταση πραγμάτων αλλά δεν προϋποθέτει πάντοτε και κάποια ιδιαίτερη νομοθετική διάταξη με ζητούμενο το κατά πόσο αυτά τα γεγονότα καλύπτονται ή όχι από αυτή. Είναι ευρύτερη η έννοια του όρου και περιλαμβάνει, όπως ρητά αναγνωρίστηκε σε σειρά υποθέσεων, την εξαγωγή συμπερασμάτων που είναι αντίθετα ή δεν συνάδουν με τη μαρτυρία που προσάχθηκε ή ακόμα και άποψη πάνω στα πρωτογενή γεγονότα που δεν μπορεί εύλογα να υποστηριχθεί αλλά και, ειδικότερα, εκτίμηση περί της αποτυχίας απόσεισης του βάρους απόδειξης στη βάση των διαπιστωνόμενων γεγονότων (βλ. In Re HjCostas (1984) 1 C.L.R. 513, Stylianides v. Paschalides (1985) 1 C.L.R.49, Kυριακίδης (1992) 1 A.A.Δ. 26, Λοΐζου ν. Stylson Engin. Co. Ltd (1998) 1 A.A.Δ. 2077, Tρύφωνος ν. Τakis Vashiotis Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 1953, Οικονόμου Αρχ. & Μηχ. κ.ά. ν. Δημητρίου (2000) 1 Α.Α.Δ. 853). Μαζί με αυτά, κατά την πιο πάνω νομολογία, δικαστική ενέργεια χωρίς μαρτυρία αλλά και λανθασμένη αποδοχή ή απόρριψη αποδεικτικού υλικού. Περιπτώσεις που συσχετίζονται και με το Άρθρο 137(1)(α) (ι) και (ιι). Κατά την (ι) είναι δυνατή η άσκηση έφεσης για το ότι δεν υπήρξε απόδειξη, εννοείται μαρτυρία (evidence), βάσει της οποίας το Δικαστήριο μπορούσε εύλογα να διαπιστώσει πραγματικά γεγονότα ή γεγονότα αναγκαία για τη θεμελίωση της απόφασης αυτής. Και κατά την (ιι) για το ότι απόδειξη (evidence) πλημμελώς έγινε δεκτή ή αποκλείστηκε. Όπως εξηγήσαμε, όχι ως το αποτέλεσμα της αξιολόγησης της ως αναξιόπιστης αφού προηγουμένως έγινε δεκτή ως μαρτυρία. Αλλά ως το αποτέλεσμα κρίσης πως ήταν ή δεν ήταν αποδεκτή ως μαρτυρία κατά το δίκαιο της απόδειξης.  Όρος που πρέπει να θεωρηθεί ότι εκτείνεται σε κάθε αρχή δικαίου που καθορίζει την αποδοχή της προσαγωγής ορισμένης μαρτυρίας ή τον αποκλεισμό της.

[Έμφαση δοθείσα]

 

        [βλ. και Λοϊζίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 965 (απόφαση ολομέλειας), Corina Snacks Ltd v. Ορφανίδη, Ποιν. Έφ. 212/15, ημερ. 29.5.2018].

 

        Η ανάγκη αυστηρής ερμηνείας του δικαιώματος έφεσης κατά αθωωτικών αποφάσεων, ως εξηγείται στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Δημοσθένους (1990) 2 Α.Α.Δ. 152, επιβάλλεται από τη θεμελιακή αρχή την οποία ενσωματώνει το Άρθρο 12.2 του Συντάγματος ότι «ο απαλλαγείς ή καταδικασθείς δεν δικάζεται εκ δευτέρου διά το αυτό αδίκημα». Στην Μ. And A. Christaki Christodoulou Ltd v. Ορφανίδης Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά., Ποιν. Έφ. 291/2015, ημερ. 3.7.2017, ECLI:CY:AD:2017:B238, αναφέρεται ότι ακριβώς λόγω της πιο πάνω ανάγκης πρέπει να αποκλείεται η συγκαλυμμένη επιδίωξη της αμφισβήτησης της αξιολόγησης της μαρτυρίας, στοιχείο που κινείται εκτός των ορίων του Άρθρου 137(1)(α).

 

        Το ότι συμφώνως της αυστηρής ερμηνείας του Άρθρου 137(1)(α) αποκλείεται η προσβολή της αξιολόγησης της μαρτυρίας και ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί των γεγονότων, αποφασίστηκε στις υποθέσεις Γενικός Εισαγγελέας ν. Σωφρονίου (ανωτέρω) και Δήμος Αγίας Νάπας ν. Χαμάλη (ανωτέρω), οι οποίες ακολουθούνται, μεταξύ άλλων, στις υποθέσεις Γενικός Εισαγγελέας ν. Ευσταθίου (ανωτέρω), Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών ν. Καπετάνιου κ.ά., Ποιν. Έφ. 190/21, ημερ. 19.1.2023, ECLI:CY:AD:2023:B12, και A. Tembriotis & Co. Ltd v. V.P. Motors Ltd κ.ά, Ποιν. Έφ. 105/21, ημερ. 19.1.2023, ECLI:CY:AD:2023:B11.

 

        Ως προς τη σημασία του όρου «γεγονότα» στο Άρθρο 137(1)(α)(iii) σχετική είναι η ακόλουθη περικοπή από την υπόθεση Δήμος Αγίας Νάπας ν. Χαμάλη (ανωτέρω):

 

«Η παράγραφος (iii) του Άρθρου 137(1)(α) παρέχει δικαίωμα έφεσης οποτεδήποτε οι σχετικές διατάξεις του νόμου τυγχάνουν εσφαλμένης εφαρμογής στα γεγονότα της υπόθεσης.  Τα γεγονότα είναι εκείνα τα οποία συνθέτουν τα ευρήματα του δικαστηρίου. Ο όρος "γεγονότα" (facts) αντιδιαστέλλεται, στο πλαίσιο του Άρθρου 137(1)(α), προς τον όρο "μαρτυρία" (evidence)· υποδηλώνει δε παραδεκτά γεγονότα, ή γεγονότα τα οποία διαπιστώνει το δικαστήριο ως υπαρκτά».

 

        Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Παπανικόλα, Ποιν. Έφ. 214/21, ημερ. 21.12.2023, εξηγείται από το Εφετείο η διάκριση μεταξύ «πρωτογενών γεγονότων» και «συμπερασμάτων»:

 

        «Ως προς τη διάκριση μεταξύ «πρωτογενών γεγονότων», αφενός και «συμπερασμάτων» αφετέρου, πολύτιμη βοήθεια παρέχει η υπόθεση Λοϊζίδης κ.ά v. Δημοκρατίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 965 (συνεκδικασθείσα με εφέσεις του Γ.Ε.), στην οποία μάλιστα όλη η προηγούμενη νομολογία χαρακτηρίστηκε ως καθιερωθέν «δεσμευτικό προηγούμενο». Παρατηρήθηκε δε πως η δικαστική εργασία προϋποθέτει αξιολόγησή της μαρτυρίας και στη συνέχεια την εξαγωγή ευρημάτων, τα οποία απολήγουν στη διαπίστωση από το πρωτόδικο Δικαστήριο των πρωτογενών ή αληθών, κατά την κρίση του, γεγονότων, τα οποία αυτά ευρήματα (γεγονότων) υπαγάγονται στον νόμο και με αυτό τον τρόπο οδηγούν στα καταληκτικά συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί της ενοχής. Τονίστηκε ακριβώς πως ό,τι εκεί τέθηκε προς κρίση ήταν τα συμπεράσματα (του Κακουργοδικείου) και όχι τα πρωτογενή ευρήματα επί των γεγονότων, πορεία που καλύπτεται από το Άρθρο 137(1)(α)(iii) επισημαίνοντας ότι: «Το Εφετείο στην περίπτωση διατύπωσης συμπερασμάτων, είναι στην ίδια καλή θέση με το πρωτόδικο Δικαστήριο να προβεί στα δικά του συμπεράσματα που προκύπτουν από τα πρωτογενή ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου» (Γενικός Εισαγγελέας v. Μανώλη (1995) 2 Α.Α.Δ. 207)».

[Ιδία υπογράμμιση]

 

ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ

 

        Επειδή η εσφαλμένη αξιολόγηση της περιστατικής μαρτυρίας αποτελεί το αντικείμενο του πρώτου και δεύτερου λόγου έφεσης, θεωρούμε χρήσιμο να αναφερθούμε στις βασικές αρχές οι οποίες διέπουν τη φύση και σημασία της για την απόδειξη της ενοχής του κατηγορούμενου, οι οποίες συγκεφαλαιώνονται στην Παφίτης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 102:

 

       «Όπως έχει επανειλημμένα διακηρυχθεί η περιστατική μαρτυρία δεν αποτελεί υποδεέστερη μορφή ή κατηγορία μαρτυρίας της άμεσης μαρτυρίας, δηλαδή μαρτυρίας η οποία αφεαυτής τείνει να αποδείξει το έγκλημα (όπως μαρτυρία αυτόπτων μαρτύρων). Όχι μόνον δεν υπάρχει προκατάληψη, και αυτό είναι η δεύτερη διαπίστωση που θέλουμε να κάμουμε, εναντίον της περιστατικής μαρτυρίας αλλά τουναντίον όταν είναι συμπερασματική τείνει να αφανίσει την πιθανότητα του ανθρώπινου λάθους. Όμως η περιστατική μαρτυρία δεν πρέπει να συγχύζεται με τις περιστάσεις της υπόθεσης γενικά. Τα γεγονότα τα οποία την συνιστούν πρέπει να αποδεικνύονται όπως και κάθε άλλο πρωτογενές γεγονός. Η ενοχή του κατηγορουμένου πρέπει να προκύπτει από την σύνθεση της περιστατικής μαρτυρίας πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Το σωρευτικό αποτέλεσμα της περιστατικής μαρτυρίας πρέπει για να δικαιολογεί την καταδίκη του κατηγορουμένου να συνάδει συμπερασματικά με την ενοχή του κατηγορουμένου. Η αιτιώδης σχέση μεταξύ της περιστατικής μαρτυρίας και της ενοχής του κατηγορουμένου πρέπει να είναι άμεση αφενός και να μην μπορεί να συμβιβαστεί αφετέρου με άλλη λογική ερμηνεία της περιστατικής μαρτυρίας. (Βλ. μεταξύ άλλων Fournides v. Republic (1986) 2 C.L.R., 73p. 79 και Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 172).

Η περιστατική μαρτυρία μπορεί να αποτελέσει βάση για την καταδίκη του κατηγορουμένου μόνον όταν τεκμηριώνει ως θέμα λογικής συνέπειας μέσα στα πλαίσια της ανθρώπινης εμπειρίας την ενοχή του».

 

        Στην Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 172, τονίστηκε ότι:

 

        «Ξεχωριστά (individual) μέρη της περιστατικής μαρτυρίας συχνά παρομοιάζονται με τους κρίκους αλυσίδας. Όπως οι κρίκοι της αλυσίδας πρέπει να είναι συνεκτικοί και αλληλένδετοι με τους υπόλοιπους κρίκους, έτσι και τα ιδιαίτερα τμήματα της περιστατικής μαρτυρίας πρέπει να συναρτώνται μεταξύ τους ως θέμα λογικής συνέπειας ώστε να συγκροτούν ένα αδιάσπαστο σύνολο. Άλλες αποφάσεις παρομοιάζουν την περιστατική μαρτυρία με δίκτυ στερεά συνδεδεμένο, ώστε να συγκρατεί χωρίς κίνδυνο πτώσης το περιεχόμενο του».

 

        Για τη σημασία της ανθρώπινης εμπειρίας στην απόδειξη της ενοχής του κατηγορούμενου βάσει περιστατικής μαρτυρίας, σχετική είναι η ακόλουθη περικοπή από το σύγγραμμα Wills on Circumstantial Evidence (ανωτέρω) σελ. 332:

 

        "... The doubt, however, must be not a trivial one, such as speculative ingenuity may raise, but a conscientious one which may operate upon the mind of a rational man acquainted with the affairs of life".

 

        Πιο πρόσφατα, στην Δημοκρατία ν. Νικολάου, Ποιν. Έφ. 59/20, ημερ. 27.5.2021, λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

        «Η περιστατική μαρτυρία σύμφωνα με τη νομολογία αξιολογείται συνολικά με ενιαία προσέγγιση και όχι κατά τρόπο μικροσκοπικό ή αποσπασματικό (Αθηνής ν. Δημοκρατίας (1990) 2 ΑΑΔ 41 και Αγγελή ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 70/2017, ημερομηνίας 27.2.2018, ECLI:CY:AD:2018:B90, ECLI:CY:AD:2018:B90).Το κάθε στοιχείο περιστατικής μαρτυρίας μπορεί από μόνο του να μην είναι αρκετό για να οδηγήσει σε καταδίκη, αλλά το σωρευτικό αποτέλεσμα όλων των στοιχείων περιστατικής μαρτυρίας να οδηγεί αναπόφευκτα σε συμπέρασμα ενοχής, μη επιδεχόμενη λογικά άλλη ερμηνεία ή εξήγηση και μη ούσα συμβατή με άλλη άποψη των πραγμάτων (Καΐμης ν. Δημοκρατίας (1999) 2 ΑΑΔ 662)».

 

        Οι αρχές οι οποίες διέπουν την απόδειξη της ενοχής του κατηγορούμενου στη βάση περιστατικής μαρτυρίας, εξηγούνται επίσης από το Αγγλικό Εφετείο στην JSC BTA Bank v. Ablyazov (2013) 2 All E.R. 515:

 

        "[52] It is, however, the essence of a successful case of circumstantial evidence that the whole is stronger than individual parts. It becomes a net from which there is no escape. That is why a jury is often directed to avoid piecemeal consideration of a circumstantial case (see R v Hillier (2007) 228 CLR 618, (2007) 233 ALR 634, cited in Archbold 2012 at para 10-3). Or, as Lord Simon of Glaisdale put it in DPP v Kilbourne [1973] 1 All ER 440 at 462, [1973] AC 729 at 758, 'Circumstantial evidence . works by cumulatively, in geometrical progression, eliminating other possibilities'".The matter is well put in Shepherd v. The Queen (1990) 170 CLR 573 (HCA) at 579/580 (but also passim):

 

".the prosecution bears the burden of proving all the elements of the crime beyond reasonable doubt. That means that the essential ingredients of each element must be so proved. It does not mean that every fact - every piece of evidence - relied upon to prove an element by inference must itself be proved beyond reasonable doubt. Intent, for example, is, save for statutory exceptions, an element of every crime. It is something which, apart from admissions, must be proved by inference. But the jury may quite properly draw the necessary inference having regard to the whole of the evidence, whether or not each individual piece of evidence relied upon is proved beyond reasonable doubt, provided they reach their conclusion upon the criminal standard of proof. Indeed, the probative force of a mass of evidence may be cumulative, making it pointless to consider the degree of probability of each item of evidence separately".

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΩΝ ΛΟΓΩΝ ΕΦΕΣΗΣ

 

ΠΡΩΤΟΣ ΛΟΓΟΣ

 

        Με τον πρώτο λόγο έφεσης προσβάλλεται το συμπέρασμα του Κακουργοδικείου ότι «δεν αποδείχθηκε ότι το όνομα του Tony Newman, η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης του καθώς και το όνομα των γονέων του, που δηλώθηκαν από τους κατηγορούμενους στην αίτηση πολιτογράφησης, στο(ν) έφορο εταιρειών και σε τράπεζες ήταν ψευδή». Το εν λόγω συμπέρασμα κατά τον Εφεσείοντα οφείλεται στην πλημμελή εφαρμογή του Νόμου επί των πραγματικών γεγονότων ένεκα της αποσπασματικής θεώρησης της περιστατικής μαρτυρίας.

 

        Τα πιο κάτω αποσπάσματα είναι ενδεικτικά της προσέγγισης του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

 

        Στη σελ. 169

 

        «..ο T.N. παρουσίασε διαβατήριο της Δομινικανής Κοινοπολιτείας το οποίο έγινε apostille και για το οποίο ουδεμία μαρτυρία υπάρχει ότι δεν είναι έτσι ή ότι είναι πλαστό ή ότι ακυρώθηκε από τη Δομινικανή Κοινοπολιτεία σε οποιοδήποτε χρόνο και δη πριν τις 18.11.2016. Το Ιρανικό διαβατήριο του με το όνομα M.Ε. είναι ίδιας αποδεικτικής αξίας, αν όχι υποδεέστερο από το Δομινικανό, επειδή αυτό έγινε apostille, αφού πρόκειται και στις δύο περιπτώσεις (sic) εξ ακοής μαρτυρία. Η αναφορά που έκαναν οι αρχές του Ιράν τον Ιανουάριο του 2019, όπως την καταγράφουμε ανωτέρω, στην Interpol και εκδόθηκε ερυθρά αγγελία εναντίον του M.Ε., του M.R. και του T.Ν., όπως και εναντίον δύο άλλων προσώπων δεν προσθέτει, αποδεικτικά, στην υπόθεση καθότι ήταν μεταγενέστερη και αποτελεί απλό ισχυρισμό. .».

 

        Στη σελ. 172:

 

        «Περαιτέρω η ύπαρξη δύο διαφορετικών διαβατηρίων, έστω και αν το ένα είναι Ιρανικό, δεν σημαίνει οτιδήποτε. Ένα πρόσωπο μπορεί να έχει περισσότερα από ένα διαβατήρια. Το διαβατήριο που είχαν υπόψη τους στο όνομα T.N. ήταν της Δομινικανής Κοινοπολιτείας, είχε γίνει apostille με το αποδεικτικό βάρος που φέρει, όπως διαφορετικά λέγεται, η σφραγίδα της Σύμβασης της Χάγης».

 

        Στη σελ. 214:

 

        «Συμφωνούμε με την Κατηγορούσα Αρχή ότι τα διαβατήρια περιέχουν συγκρουόμενες πληροφορίες. Όμως έπρεπε να προσφερθεί μαρτυρία που να θέτει εν αμφιβόλω τη γνησιότητα του διαβατηρίου της Κοινοπολιτείας της Δομινίκης. Διότι αν εκδόθηκε γνήσια τότε παραμένει εικασία το τί οδήγησε στην καταχώριση των συγκεκριμένων δεδομένων, όπως η ημερομηνία και τόπος γέννησης. Επίσης δεν έχει καταδειχθεί ότι το πιστοποιητικό γέννησης, με ημερομηνία γέννησης 24.9.1991, δεν είναι γνήσιο.

        Όπως, κατ΄ επανάληψη έχουμε αναφέρει ανωτέρω, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η αναφορά του Ιράν είναι η ορθή και της Δομινίκης όχι».

 

        Και στη σελ. 235:

 

        «.Το κυριότερο και ουσιαστικότερο στοιχείο που δεσπόζει σε όλες τις κατηγορίες είναι ότι δεν ήταν το πραγματικό του όνομα το T.N.. Όμως, δεν δόθηκε μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου ότι το T.N. δεν ήταν το πραγματικό του όνομα. Όσης αποδεικτικής αξίας είναι το Ιρανικό διαβατήριο με το όνομα M.Ε. αν όχι και περισσότερης, είναι και το Δομινικανό, το οποίο έγινε apostille. Αν η Κατηγορούσα Αρχή πίστευε ότι ο M.E. είναι το πραγματικό και T.N. είναι το ψεύτικο όνομα, όφειλε να παρουσιάσει και την κατάλληλη μαρτυρία. H αστυνομία αποτάθηκε στις αρχές της Δομινίκης γι΄ αυτό το θέμα, χωρίς όμως να λάβει απάντηση. Αντί αυτού η Κατηγορούσα Αρχή θεώρησε, όπως αναφέραμε ανωτέρω, το ζητούμενο, δεδομένο».

 

        Στην απόφαση παρατίθενται με επιδοκιμασία οι παραπομπές του συνηγόρου του Εφεσίβλητου 1, ως προς τη σημασία του διαβατηρίου στο διεθνές δίκαιο [Adam I. Muchmore, Passports and Nationality in International Law (2004)]. Στην υπόθεση Haig v. Agee, 435 U.S. 280 (1981) Court of Appeals for the District of Columbia Circuit, λέχθηκαν τα εξής, στις σελ. 293-294:

 

        "A passport is a document, which, from its nature and object, is addressed to foreign powers; purporting only to be a request that the bearer of it may pass safely and freely; and is to be considered rather in the character of a political document by which the bearer is recognised, in foreign countries, as an American citizen; and which, by usage and the law of nations, is received as evidence of fact" Urtetiqui v D' Arcy, 9 Pet. 692, 34 U.s. 698 (1835)".

 

        Παρατίθεται επίσης απόσπασμα από την υπόθεση Hussein a.o. v. Secretary of State for the Home Department [2020] UKUT (IAC) 00250, στο οποίο αναφέρεται ότι:

 

        "1.3. . A document detected as deceptive will not have the effect of a genuine passport. But the converse is also true: a document not detected as a forgery does not have that effect, both at the diplomatic level and in the way its holder is perceived in a country that is not his country of nationality".

 

        Δεν θεωρούμε ότι οι πιο πάνω αυθεντίες, αφορώσες στη σημασία του διαβατηρίου ως διεθνώς αναγνωρισμένου ταξιδιωτικού εγγράφου, εξετάζουν ή προκρίνουν περίπτωση ανάλογη με την παρούσα. Εδώ, συμφώνως των ευρημάτων, το ίδιο πρόσωπο κατέχει τρία διαβατήρια, ένα Ιρανικό και δυο της Κοινοπολιτείας της Δομινίκης στο όνομα Μ.Ε. και M.R., επί των οποίων η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης του διαφέρουν από τα αντίστοιχα καταγραφόμενα στο διαβατήριο της Κοινοπολιτείας της Δομινίκης στο όνομα Τ.Ν., ημερομηνίας 1.11.2016, το οποίο χρησιμοποιήθηκε για σκοπούς πολιτογράφησης του στην Κύπρο. Για την εξακρίβωση της αλήθειας το Δικαστήριο όφειλε να εξετάσει το σύνολο της ενώπιον του περιστατικής μαρτυρίας. Το ίδιο ισχύει και για το πιστοποιητικό γέννησης της Κοινοπολιτείας της Δομινίκης. Το ότι τα εν λόγω έγγραφα φέρουν την σφραγίδα Apostille, αποτελεί επίσημη βεβαίωση ότι η σφραγίδα ή η υπογραφή επί των δημοσίων εγγράφων είναι αυθεντική. Δεν επιβεβαιώνει όμως την αλήθεια των πληροφοριών που περιέχονται στα δημόσια έγγραφα ως εξηγείται στο Apostille Handbook - A Handbook on the Practical Operation of the Apostille Convention 2nd edn. (2023) (Published by the Hague Conference on Private International Law) (βλ. σελ. 9 - The (limited) effect of an Apostille). Σημαντική είναι η ακόλουθη αναφορά στη σελίδα 32:

 

        «D. No effect on admissibility or probative value.

 

        25. The Convention does not affect the right of the State of destination to determine the admissibility and probative value of foreign public documents. For example, the authorities in the State of destination may determine whether a document fulfils necessary requirements under domestic law or policy and whether the document has been forged or altered.

        26. Contracting Parties may establish time limits on the acceptance of foreign public documents (e.g., the document must be produced within a certain period of time after its execution). These limits cannot be imposed on the acceptance of the Apostille itself.

        27. It remains for the laws of evidence of the State of destination to determine the extent to which a foreign public document may be used to establish the existence of a fact.

[Ιδία υπογράμμιση]

 

        Τo Κακουργοδικείο στην απόφαση του εσφαλμένα θεωρεί ότι εάν το διαβατήριο της Κοινοπολιτείας της Δομινίκης στο όνομα Τ.Ν. (ημερομηνίας 1.11.2016) είναι γνήσιο, τότε παραμένει εικασία το «τι οδήγησε στην καταχώρηση των συγκεκριμένων δεδομένων». Αντιθέτως, εάν η ενώπιον του περιστατική μαρτυρία αθροιστικά αποτιμώμενη αποδεικνύει ότι τα εν λόγω στοιχεία είναι ψευδή, τότε η γνησιότητα του διαβατηρίου και του πιστοποιητικού γέννησης δεν μεταβάλλει την ουσία του πράγματος.

 

        Το πιο πάνω σφάλμα είχε ως αποτέλεσμα το Κακουργοδικείο να μην εξετάσει ουσιαστικές πτυχές της περιστατικής μαρτυρίας την οποία είχε αποδεχθεί. Επίσης, έσφαλε στον τρόπο αξιολόγησης των στοιχείων που περιέχονταν στην καταγγελία των Ιρανικών Αρχών, τα οποία οδήγησαν στην έκδοση Ερυθράς Αγγελίας από την Ιντερπόλ κατά του Μ.Ε. Ακολουθεί παράθεση στοιχείων περιστατικής μαρτυρίας τα οποία είτε παραγνωρίστηκαν εντελώς είτε δεν λήφθηκαν δεόντως υπόψη.

 

        Πρώτον, ότι στον  φάκελο του Υπουργείου Εσωτερικών (Τεκμήριο 3) για κατ' εξαίρεση πολιτογράφηση των Maleksabet Ebrahimi και Khadijeh Taghavisabzevari στη βάση του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος, αναγράφονται τα ονόματα των τριών παιδιών τους, μεταξύ των οποίων είναι ο Μ.Ε., με ημερομηνία γέννησης 16.6.1981, στην πόλη Mashad του Ιράν.

 

        Δεύτερον, ότι ο Μ.Ε. είναι το παιδί του Maleksabet Ebrahimi και αυτό είχε δηλωθεί ως παραδεκτό γεγονός και καταγράφηκε ως εύρημα από το Κακουργοδικείο, όπως εύρημα αποτέλεσε και το ότι ο Mohammad Ebrahimieshratabadi είναι αδελφός του Μ.Ε.

 

        Τρίτον, ότι το όνομα, ημερομηνία και τόπος γέννησης στο Ιρανικό  Διαβατήριο του Μ.Ε. ταυτίζονται με τα όσα σχετικώς αναγράφονται στα πιστοποιητικά γέννησης των γονέων του, δηλαδή ότι γεννήθηκε στις 16.6.1981 στην πόλη Mashad του Ιράν.

 

        Τέταρτον, ότι η ημερομηνία και τόπος γέννησης ενός προσώπου είναι εξ αντικειμένου σταθερά και αμετάβλητα στοιχεία.

 

        Πέμπτον, η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης που καταγράφονται στο Δομινικανό διαβατήριο και πιστοποιητικό γέννησης του Τ.Ν., διαφέρουν από τα αντίστοιχα στοιχεία που καταγράφονται στο Ιρανικό διαβατήριο του Μ.Ε. στο πιστοποιητικό γέννησης των γονέων του, και σε προηγούμενο Δομινικανό διαβατήριο στο όνομα Μ.Ε., και στο όνομα M.R.

 

        Έκτον, ότι στην Ερυθρά Αγγελία της Interpol (Τεκμήριο 257), τα στοιχεία του Μ.Ε. συνάδουν με την ημερομηνία και τον τόπο γέννησης που αναγράφονται στο Ιρανικό του διαβατήριο και σε προηγούμενο Δομινικανό διαβατήριο του M.E. Συνάδουν επίσης με αυτά που αναφέρονται στο Δομινικανό διαβατήριο στο όνομα M.R.

 

        Εσφαλμένα το Κακουργοδικείο θεώρησε την Ερυθρά Αγγελία ως «απλό ισχυρισμό», ενώ αποτελούσε επίσημο αίτημα Κράτους (βλ. σχετικώς μαρτυρία Μ.Κ.2), χωρίς να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους δεν την αξιολογεί ως εξ ακοής μαρτυρία, βάσει των διαλαμβανομένων στο Άρθρο 27 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9 για να αποφασίσει αν θα της αποδώσει βαρύτητα (βλ. Λευκόνικο Χρηματιστηριακή Λτδ ν. Χριστοδούλου (2016) 1 Α.Α.Δ. 1779). Ειδικότερα, δεν έστρεψε την προσοχή του στο πλαίσιο μέσα στο οποίο έγιναν οι συγκεκριμένες δηλώσεις, και δη κατά πόσο συμφώνως του Άρθρου 27(2): (α) «οποιοδήποτε εμπλεκόμενο πρόσωπο είχε οποιοδήποτε κίνητρο να αποκρύψει ή να παραποιήσει τα γεγονότα», και (β) αν «υπήρχε πιθανότητα τα γεγονότα να είχαν παραποιηθεί ως αποτέλεσμα των διαφόρων βαθμών εξ ακοής μαρτυρίας» (βλέπε, κατ' αναλογία Αρτέμης Χατζηβαρνάβα κ.ά. ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 54/20 κ.ά., ημερ. 5.10.2022).

 

        Έβδομον, παραγνωρίστηκαν οι δηλώσεις του Μ.Ε. σε συνάντηση την οποία είχε μαζί με τον Μ.Κ.8 και σε αλληλογραφία με το δικηγορικό γραφείο του Μ.Κ.8, όπου αναφέρει ότι είναι Ιρανός και κάτοχος Ιρανικού διαβατηρίου, ο οποίος λόγω επενδύσεων απέκτησε την Δομινικανή ιθαγένεια, άλλαξε το όνομα του σε M.R. και στη συνέχεια απέκτησε Δομινικανό διαβατήριο με το νέο του όνομα (M.R.).

 

        Όγδοον, παραγνωρίστηκε το περιεχόμενου του προαναφερθέντος ηλεκτρονικού μηνύματος της Εφεσίβλητης 4 προς την Μ.Κ.7 όπου επίσης αναφέρεται η Ιρανική καταγωγή και Ιρανικό πιστοποιητικό γέννησης του Μ.Ε., ο οποίος στο μεταξύ απέκτησε την Δομινικανή ιθαγένεια και άλλαξε το όνομα του σε Μ.R. Αναφέρεται επίσης ότι είναι αδύνατη η αλλαγή ονόματος στο Ιρανικό πιστοποιητικό γέννησης, και ότι η διαδικασία αποκήρυξης της Ιρανικής υπηκοότητας μπορεί να διαρκέσει το λιγότερο έξι χρόνια.

 

        Ένατον, δεν συνυπολογίστηκε η χρονική εξέλιξη των γεγονότων και ότι η έκδοση του Δομινικανού πιστοποιητικού γέννησης και Δομινικανού διαβατηρίου στο όνομα Τ.Ν. έλαβε χώρα λίγους μήνες μετά που ο Μ.Ε./Μ.R. πληροφορήθηκε ότι το Κυπριακό διαβατήριο θα εκδιδόταν στη βάση του Ιρανικού πιστοποιητικού γέννησης του.

 

        Δέκατον, σε ό,τι αφορά το όνομα Τ.Ν. το ότι στην Κύπρο δύναται  να γίνει αλλαγή ονόματος του κατόχου διαβατηρίου μετά την έκδοση του, δεν εξυπακούει απαραιτήτως ότι στη Δομινικανή Κοινοπολιτεία υπήρξε νόμιμη αλλαγή ονόματος. Το Κακουργοδικείο όφειλε να εξετάσει το αληθές ή ψευδές του ονόματος του Τ.Ν. σε συνάρτηση με το αληθές ή ψευδές των υπολοίπων στοιχείων επί του Δομινικανού διαβατηρίου [R0117480] και Δομινικανού πιστοποιητικού γέννησης στο οποίο, μεταξύ άλλων, ως γονείς του αναφέρονται ο Carl Newman και η Rose Tobino.

 

        Ο συνήγορος του Εφεσείοντος επικαλείται επίσης τη μαρτυρία της Μ.Κ.14 ιδιαιτέρας του Τ.Ν., η οποία ανέφερε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αντελήφθη ότι είχε και άλλο όνομα (Mehdi) και ότι η πραγματική ημερομηνία γενεθλίων του δεν ήταν αυτή που αναγράφεται στο διαβατήριο της Δομινίκης. Από μελέτη της πρωτόδικης απόφασης παρατηρούμε ότι η εν λόγω μαρτυρία δεν έγινε αποδεκτή στο στάδιο της αξιολόγησης και επομένως δεν μπορεί να εξεταστεί στο πλαίσιο έφεσης κατά αθωωτικής απόφασης με βάση την προαναφερθείσα νομολογία.

 

        Όσον αφορά τη ψευδή δήλωση των Εφεσίβλητων 3, 4 και 5 στην αίτηση πολιτογράφησης του Τ.Ν. ότι τον γνώριζαν για δυο χρόνια, την οποία επίσης επικαλείται η Εφεσείουσα ως στοιχείο περιστατικής μαρτυρίας εναντίον των Εφεσιβλήτων καθότι έγινε με σκοπό να παραπλανήσει τις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, θεωρούμε ότι δεν σχετίζεται με τον πρώτο αλλά με τον δεύτερο λόγο έφεσης, στο πλαίσιο του οποίου εξετάζεται.

 

        Υπό το φως των ανωτέρω διαπιστώνουμε ότι υπήρξε αποσπασματική θεώρηση της περιστατικής μαρτυρίας στο πλαίσιο της οποίας δεν συνυπολογίστηκαν ουσιώδη στοιχεία.

 

        Ο πρώτος λόγος έφεσης επιτυγχάνει.

 

ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ

 

        Ο δεύτερος λόγος έφεσης αφορά στην πλημμελή εφαρμογή του Νόμου επί των πραγματικών γεγονότων λόγω της αποσπασματικής θεώρησης της περιστατικής μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο, με αποτέλεσμα να καταλήξει στο εσφαλμένο συμπέρασμα ότι οι Εφεσίβλητοι δεν γνώριζαν, κατά τον επίδικο χρόνο, ότι το όνομα Τ.Ν., η ημερομηνία και τόπος γέννησης του καθώς και το όνομα των γονέων του ήταν ψευδή και ότι ο M.E., o M.R. και ο Τ.Ν. ήταν το ίδιο πρόσωπο.

 

(Ι)    Κατά πόσο υπήρχε οικονομικό κίνητρο

 

        H σημασία του κινήτρου ως στοιχείου περιστατικής μαρτυρίας εξηγείται, μεταξύ άλλων, στην Παφίτης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω):

 

        «Όπως έχει επανειλημμένα τονισθεί το ελατήριο δεν  αποτελεί συστατικό στοιχείο του εγκλήματος· γίνεται όμως δεκτή μαρτυρία για την ύπαρξη του, επειδή τείνει να διαφωτίσει ως προς την κινητήρια δύναμη που τον ώθησε να δράσει όπως έδρασε. Κανένας δεν γνωρίζει με βεβαιότητα, όπως έχει πολλές φορές λεχθεί, τις νοητικές διεργασίες του άλλου. (Βλ. μεταξύ άλλων Anastassiades ν. Republic (1977) 2 C.L.R. 97, Fournides (ανωτέρω), Hadjisawas v. Republic (1988) 2 C.L.R. 37, και Μιχαηλίδης (ανωτέρω)). Το συμφέρον όμως, όπως καταδεικνύει η ανθρώπινη εμπειρία, αποτελεί ισχυρή κινητήρια δύναμη η οποία οδηγεί τον άνθρωπο σε δράση. Η επίτευξη του, όχι σπάνια, επιδιώκεται με φαινομενικά αθώες πράξεις. Ο μανδύας της αθωότητας μπορεί να αποβληθεί όταν γίνουν γνωστά τα συμφέροντα και επιδιώξεις εκείνου που τον φέρει».

 

        [βλ. και Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), Wills on Circumstantial Evidence, 7th edn., σελ. 64].

 

        Το πρώτο το οποίο το Κακουργοδικείο απορρίπτει κατά την εξέταση της περιστατικής μαρτυρίας είναι την ύπαρξη χρηματικού κινήτρου. Η σχετική εισήγηση της Κατηγορούσας Αρχής στηριζόταν στο ότι οι Εφεσίβλητες 6 και 8 γνώριζαν το μέγεθος του πλούτου που κατείχε ο  Μ.Ε. και τις επενδύσεις στις οποίες είχε σκοπό να προβεί, το οποίο αποδεικνύεται από το ποσό του ενός σχεδόν εκατομμυρίου ευρώ (999.739,77), το οποίο εν τέλει εισέπραξαν ως δικηγορική αμοιβή. Το Κακουργοδικείο απέρριψε την ύπαρξη κινήτρου με το σκεπτικό ότι (σελ. 164 - 165) «κανείς δεν γνώριζε πόσα θα επένδυε, πλην για σκοπούς πολιτογράφησης, και το ποσό που αναφέρθηκε ήταν υπηρεσίες για σωρεία εταιρειών σε εύρος χρόνου». Είναι η θέση του συνηγόρου του Εφεσείοντος ότι το συμπέρασμα αυτό είναι εσφαλμένο καθότι αγνοήθηκε ουσιώδης μαρτυρία.

 

        Σύμφωνα με τα ευρήματα του Κακουργοδικείου περί τις αρχές Οκτωβρίου του 2016, ο Εφεσίβλητος 1 επικοινώνησε με τον Μ.Κ.31, λέγοντας του ότι βρισκόταν στην Κύπρο  η ιδιαιτέρα (ονόματι  Kate)  ενός πολύ μεγάλου επενδυτή ο οποίος ενδιαφερόταν για επενδύσεις στην Κύπρο, την οποία στη συνέχεια ο Μ.Κ.31 συνάντησε. Ακολούθησε συνάντηση ημερομηνίας 18.1.2016 στα γραφεία της Εφεσίβλητης 6, κατά την οποία, σύμφωνα με πρακτικό ιδίας ημερομηνίας, παρευρέθηκαν, μεταξύ άλλων, οι Εφεσίβλητοι 1 και 2, ο Μ.Κ.31 και ο  Τ.Ν.

 

        Τα όσα καταγράφονται στο πρακτικό θα έπρεπε να τύχουν εξέτασης ως προς το κατά πόσον είναι αποκαλυπτικά του μεγέθους των επενδύσεων στις οποίες προτίθετο να προβεί ο Τ.Ν. σε συνεργασία με τον Μ.Κ.31. Ειδικότερα, η συνάντηση αφορούσε, μεταξύ άλλων, την αγορά και ανάπτυξη του ακινήτου «Κίτιον», ούτως ώστε να καταστεί έμβλημα της Λάρνακας. Ο Μ.Κ.31 περιέγραψε το έργο ως κτίριο 7.700τ.μ. με προοπτική επέκτασης της καλυμμένης περιοχής και αύξηση του αριθμού των ορόφων σε 25 και συμφώνησε να αποστείλει έγγραφα για έξοδα €3.000.000. 

 

        Σχετικώς αναφέρεται στην κατάθεση του Μ.Κ.31 (σελ.2), η οποία, αποτέλεσε μέρος της κυρίως του εξέτασης [έγγραφο «ΛΑ(4)»], ότι μετά τη συνάντηση της 18.11.2016, οι Εφεσίβλητοι 1 και 2 τού ανάφεραν ότι «ο συγκεκριμένος επενδυτής ήταν μεγάλης εμβέλειας και ότι θα έπρεπε να δημιουργήσει για την εταιρεία μας δηλαδή για τον όμιλο ένα μοντέλο (structure) μεγάλου αριθμού εταιρειών για να υλοποιηθούν έργα και επενδύσεις που αφορούν τον Tony Newman». Του έθεσαν μάλιστα ως όρο «ότι θα έπρεπε να είναι οι αποκλειστικοί δικηγόροι του Tony Newman όσο και οποιονδήποτε επενδύσεων θα γίνονταν από τον ίδιο στην Κύπρο και αφορούσαν τον όμιλο Quality». Σε άλλο σημείο της κατάθεσης, ο Μ.Κ.31 αναφέρει (σελ. 4): «Θυμούμαι μάλιστα όταν με ενημέρωσαν περίπου το Καλοκαίρι του 2017 ότι ο Tony Newman είχε πολιτογραφηθεί ως Κύπριος, δια μέσω τους θα υλοποιόντο (sic) μεγάλος αριθμός επενδύσεων αφού, πέραν των ήδη υφιστάμενων επενδύσεων που είχαν γίνει, προγραμμάτιζε και άλλες μεγάλες επενδύσεις στην Λάρνακα».

 

        Η πιο πάνω μαρτυρία θα έπρεπε να είχε εξεταστεί για σκοπούς κατάληξης του Κακουργοδικείου περί της ύπαρξης οικονομικού κινήτρου και εσφαλμένα δεν εξετάστηκε με αυτή την προοπτική ως μέρος της περιστατικής μαρτυρίας. Ενδεικτικό είναι το ότι τα δικηγορικά έξοδα της Εφεσίβλητης 6 ανήλθαν περί το  €1.000.000. Το συμπέρασμα και η συλλογιστική του Κακουργοδικείου επί του προκειμένου υπήρξε εσφαλμένη.

 

(ΙΙ)   Κατά πόσο περιήλθε σε γνώση του Εφεσίβλητου 1 η αλληλογραφία της Εφεσίβλητης 4 με την Μ.Κ.7 για την πολιτογράφηση του Μ.Ε. 

 

        Άλλο στοιχείο περιστατικής μαρτυρίας το οποίο επικαλείται ο Εφεσείων, είναι η κοινοποίηση στον Εφεσίβλητο 1, με διαβάθμιση  υψηλής σημασίας («Importance: High»), της προαναφερθείσας ηλεκτρονικής αλληλογραφίας ημερομηνίας 31.5.2016, μεταξύ της Εφεσίβλητης 4 και της Μ.Κ.7 του Υπουργείου Εσωτερικών (Τεκμήριο 271). Προσβάλλεται ως εσφαλμένο το ακόλουθο συμπέρασμα, στη σελ. 188 της απόφασης:

 

        «..Ο κατηγορούμενος 1 όπως εξηγήσαμε ανωτέρω λάμβανε κοινοποίηση από τις κατηγορούμενες 3 και 4, κάτι όμως που δεν σήμαινε, όπως ανέφερε και ο Μ.Κ.8, ότι λάμβανε γνώση όλων των ηλεκτρονικών μηνυμάτων με κάθε λεπτομέρεια και μπορούσε να θυμάται το καθετί, όπως π.χ. το πρόσωπο κάποιου που φαινόταν στο διαβατήριο με τις αλλοιώσεις που υπήρχαν λόγω του ότι ήταν αντίγραφο ένεκα του μεγάλου αριθμού ηλεκτρονικών μηνυμάτων που λάμβανε».

 

        Το σφάλμα το οποίο αποδίδεται στο Κακουργοδικείο είναι ότι «παρόλο που δεν υπήρχε ενώπιον του μαρτυρία από τους Εφεσίβλητους, στηρίχτηκε στην αόριστη και καθόλα υποκειμενική θέση του Μ.Κ.8, δικηγόρου σε άλλο δικηγορικό γραφείο, ότι ο ίδιος δεν λάμβανε γνώση όλων των emails που του διαβιβάζονταν, κατέληξε στο άτοπο συμπέρασμα ότι κατ' αναλογία ο 1ος Εφεσίβλητος δεν εξυπακούεται ότι έλαβε γνώση του Τεκμηρίου 271 που του είχε κοινοποιηθεί».

 

        Εις απάντηση, ο συνήγορος του Εφεσίβλητου 1 αντιτείνει ότι το ανωτέρω συμπέρασμα δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο έφεσης κατά αθωωτικής απόφασης, καθότι αποτελεί μέρος της αξιολόγησης της μαρτυρίας.

 

        Στην κατάθεση του στην Αστυνομία (Τεκμήριο 268) ο Εφεσίβλητος 1 αναφέρει ότι ενδεχομένως να του κοινοποιήθηκε ηλεκτρονική αλληλογραφία σχετική με τον M.R., χωρίς να μπορεί να ενθυμηθεί, αλλά γενικά «τα ηλεκτρονικά μηνύματα που του κοινοποιούνται καθημερινώς είναι ένας τεράστιος αριθμός που σε κάποιες περιπτώσεις υπερβαίνει τα 400 ημερησίως και ως εκ τούτου είναι αδύνατο να τα ελέγχει και να τα μελετά με λεπτομέρεια όλα αυτά» (βλ. απόφαση σελ. 95 - 96). Κατά την αξιολόγηση το Κακουργοδικείο αναφέρει (σελ. 103) πως η θέση του Εφεσίβλητου 1 ότι δεν μπορούσε να ελέγχει όλα τα ηλεκτρονικά μηνύματα που λάμβανε καθημερινά επιβεβαιώνεται από τη μαρτυρία του Μ.Κ.8.

 

        Σε αντίθεση με τον Εφεσίβλητο 1, ο Μ.Κ.8 δεν ήταν λειτουργός συμμόρφωσης της δικηγορικής του εταιρείας. Επομένως, η «επιβεβαιωθείσα» μαρτυρία δεν σχετίζεται με τον έλεγχο των ηλεκτρονικών μηνυμάτων που κοινοποιούνταν στον Εφεσίβλητο 1, υπό την ιδιότητα και στο πλαίσιο των καθηκόντων του ως Λειτουργού Συμμόρφωσης της Εφεσίβλητης 6. Επίσης, καμία αναφορά δεν έγινε από τον Μ.Κ.8 σε ηλεκτρονικά μηνύματα με συνημμένα αντίγραφα διαβατηρίων στα οποία φαίνεται το πρόσωπο του κατόχου του διαβατηρίου με ή χωρίς αλλοιώσεις, ούτε, ως ορθά υποδεικνύει ο συνήγορος του Εφεσείοντος, οι Εφεσίβλητοι προώθησαν τέτοια θέση κατά τη δίκη. Το οποίο επίσης συναρτάται με τα καθήκοντα του Λειτουργού Συμμόρφωσης.

 

        Συνακόλουθα το προαναφερθέν συμπέρασμα δύναται  να τύχει εξέτασης στο πλαίσιο της έφεσης. Τονίζεται ότι με βάση την απόφαση της ολομέλειας στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Ευσταθίου (ανωτέρω), ο όρος «νομικό σημείο» στο Άρθρο 137(α)(iii) της Ποινικής Δικονομίας, περιλαμβάνει «την εξαγωγή συμπερασμάτων που είναι αντίθετα ή δεν συνάδουν με τη μαρτυρία που προσάχθηκε ή ακόμα και άποψη πάνω στα πρωτογενή γεγονότα που δεν μπορεί εύλογα να υποστηριχθεί».

 

        Με κάθε σεβασμό είμαστε της γνώμης ότι το προαναφερθέν συμπέρασμα είναι λανθασμένο. Δεν φαίνεται να απασχόλησε το ότι επρόκειτο για κοινοποίηση ηλεκτρονικής αλληλογραφίας από την Εφεσίβλητη 4 με σημείωση: «υψηλής σημασίας», αφορώσα πελάτη Ιρανικής καταγωγής, ο οποίος, σύμφωνα με το εσωτερικό εγχειρίδιο της Εφεσίβλητης 6 και τις Οδηγίες του Π.Δ.Σ., προερχόταν από χώρα υψηλού κινδύνου.

 

(ΙΙΙ)  Κατά πόσο η Εφεσίβλητη 3 γνώριζε ότι ο Μ.R. και ο Τ.Ν. ήταν το ίδιο πρόσωπο

 

        Σύμφωνα με τη μαρτυρία στις 24.6.2016 η Εφεσίβλητη 6 μέσω υπαλλήλου της, διευθέτησε τηλεφωνικώς συνάντηση με την Μ.Κ.12 του IBU της Τράπεζας Κύπρου για το άνοιγμα τραπεζικού λογαριασμού του Μ.Ε., η οποία πραγματοποιήθηκε αυθημερόν. Η Εφεσίβλητη 6 ενεργούσε ως επαγγελματίας διαμεσολαβητής (approved introducer). Τον Μ.Ε. συνόδευσε η Εφεσίβλητη 3, η οποία (ανεξαρτήτως του κατά πόσο τον γνώρισε ως M.E. ή M.R.) τον συνάντησε και γνώριζε το πρόσωπο του.

 

        Στις 23.8.2017 ο Τ.Ν. υπέγραψε σειρά εγγράφων στην παρουσία της Εφεσίβλητης 3, ως προκύπτει από βεβαίωση υπογραφής του από την Εφεσίβλητη 3 (Τεκμήριο 209) επί εντύπου του Εφόρου Εταιρειών (Τεκμήριο 208), για σκοπούς εγγραφής της εταιρείας Sorpyk Ltd (σελ. 142 απόφασης). Το Τεκμήριο 209 αφορά «Υπεύθυνη δήλωση μάρτυρα υπογραφών για ηλεκτρονική εγγραφή της εταιρείας» στο οποίο, μεταξύ άλλων, αναφέρεται: «(δ) Έχει τεθεί ενώπιον του δηλούντος η ιδιόχειρη υπογραφή του αξιωματούχου στα έντυπα ΗΕ2, ΗΕ 3, ΗΕ4». Στην κατάθεση στην αστυνομία και στην ανώμοτη δήλωσή της, η Εφεσίβλητη 3 ανάφερε ότι μετά τη εν λόγω συνάντηση στην Τράπεζα «ουδέποτε στη συνέχεια τον γνώρισε ως Τ.Ν.».

 

        Στο διάγραμμα αγόρευσης του συνηγόρου του Εφεσείοντος αναφέρεται ότι (σελ. 30): «Παρά ταύτα το Δικαστήριο, χωρίς ένορκη μαρτυρία ενώπιον του περί του αντιθέτου στηρίχτηκε στη θέση ενός άλλου τρίτου δικηγόρου, του ΜΚ.8 ο οποίος είχε προβεί κατά την ένορκη μαρτυρία του, σε μια γενική, αόριστη και αυθαίρετη τοποθέτηση, ότι στο δικό του γραφείο σε κάποιες περιπτώσεις υπάρχει πιθανότητα, η υπογραφή πελατών να βεβαιώνεται από υπάλληλο σε άλλο χρόνο από την υπογραφή». Προς τούτο παραπέμπει στις σελ. 251-2 της απόφασης όπου αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

        «Ήταν η θέση του συνηγόρου της Κατηγορούσας Αρχής ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να προσθέσει κατηγορία εναντίον της κατηγορούμενης 4 για ψευδή δήλωση σε περίπτωση που το Δικαστήριο κρίνει ότι η κατηγορούμενη 4 επιβεβαίωσε την υπογραφή του Τ.Ν. χωρίς να είναι στην παρουσία του.

        Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με την εισήγηση αυτή γιατί το Δικαστήριο δεν προέβη σε εύρημα ότι η κατηγορούμενη 4 επιβεβαίωσε την υπογραφή του Τ.Ν. χωρίς να υπογράψει ενώπιον της. Το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν μπορούσε να αποκλείσει αυτό το ενδεχόμενο ενόψει της μαρτυρίας του Μ.Κ.8, ο οποίος ανέφερε ότι ήταν πιθανόν να συνέβαινε κάτι τέτοιο και ως εκ τούτου δημιουργήθηκε αμφιβολία στο Δικαστήριο υπό ποιες συνθήκες η κατηγορούμενη 4 προέβη στην επιβεβαίωση της υπογραφής του Τ.Ν.».

 

        Είναι η θέση του Εφεσείοντος ότι εσφαλμένα γίνεται αναφορά στην κατηγορούμενη 4 αντί στην κατηγορούμενη 3. Με την  οποία θέση  συμφωνεί ο συνήγορος των Εφεσιβλήτων 3 και 4. Κρίνουμε ότι το σφάλμα είναι προφανές καθότι πρωτοδίκως όντως η σχετική επιχειρηματολογία και τοποθέτηση της Κατηγορούσας Αρχής για την προσθήκη κατηγορίας αφορούσε την Εφεσίβλητη 3.

 

        Με κάθε σεβασμό είμαστε της γνώμης ότι δεν δικαιολογείται το προαναφερθέν συμπέρασμα του Κακουργοδικείου. Εν όψει της έγγραφης βεβαίωσης ότι ο Τ.Ν. υπέγραψε στην παρουσία της Εφεσίβλητης 3 για την εγγραφή της εν λόγω εταιρείας, η γενική τοποθέτηση του Μ.Κ.8 για την πρακτική η οποία ακολουθείτο στο δικό του δικηγορικό γραφείο δεν ήταν άνευ ετέρου σχετική με την πρακτική που ακολουθείτο από άλλα δικηγορικά γραφεία, και έπρεπε να προβληματίσει ως προς τη δυνατότητα της να αποτελέσει υπόβαθρο για την εξαγωγή γενικότερου συμπεράσματος. Έχουμε την άποψη πως με τον τρόπο που έγινε εσφαλμένα λήφθηκε υπόψη.

 

(IVΚατά πόσο οι Εφεσίβλητοι 1 και 3 όφειλαν να δώσουν πειστική εξήγηση για ζήτημα το οποίο ήταν στη δική τους αποκλειστική γνώση

  

        Το Κακουργοδικείο αναφέρει τα ακόλουθα κατά την εξέταση της περιστατικής μαρτυρίας, στη σελ. 166

 

        «Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε από πού προκύπτει ως λογική συνέχεια των γεγονότων ότι προηγήθηκε συνάντηση του ως άνω προσώπου με την κατηγορούμενη 3 πριν τη συνάντηση στην Τράπεζα Κύπρου στις 24.6.2016. Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι επειδή η κατηγορούμενη 6 ενήργησε ως διαμεσολαβητής και είχε υποχρέωση να συναντήσει τον πελάτη, ότι τον συνάντησε η κατηγορούμενη 3, πριν τον συστήσει ως πελάτη στην Τράπεζα Κύπρου. Έτερο, εκάτερο. Ούτε η αναφορά της Μ.Κ.12 ότι δέχθηκε τηλεφώνημα από πλευράς της κατηγορούμενης 6, ότι είχαν ένα μεγάλο επενδυτή που επιθυμούσε να ανοίξει λογαριασμό σημαίνει ότι τον συνάντησε. Η κατηγορούμενη 3, εξήγησε στην κατάθεση της ότι κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας συμφώνησαν να βρεθούν στην Τράπεζα».

 

        O Εφεσείων προσβάλλει ως λανθασμένη την απόρριψη της θέσης της Κατηγορούσας Αρχής ότι λογικά προηγήθηκε συνάντηση του M.E./Μ.R. με την Εφεσίβλητη 3 πριν τη συνάντηση της 24.6.2016, καθότι η Εφεσίβλητη 6 ενεργούσε ως επαγγελματίας διαμεσολαβητής (approved introducer) και επομένως όφειλε να δει τον πελάτη προσωπικά για σκοπούς ταυτοποίησης στοιχείων και άσκησης δέουσας επιμέλειας.

 

        Σύμφωνα με το διάγραμμα αγόρευσης του Εφεσείοντος (σελ. 31, 32): «Η εν λόγω θέση τέθηκε διότι κανένας από τους εμπλεκόμενους, δηλαδή οι εφεσίβλητοι 1 και 3 δεν έδωσαν οποιαδήποτε πειστική εξήγηση κάτω από ποιες συνθήκες διευθετήθηκε από πλευράς εταιρείας η εν λόγω συνάντηση, νοουμένου ότι επρόκειτο για Ιρανό επενδυτή που επεδίωκε να αποκτήσει Κυπριακό διαβατήριο . Επρόκειτο για ζήτημα που ήταν στη δική τους αποκλειστική γνώση, πλην όμως, δεν διαφώτισαν το Δικαστήριο για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες προέκυψε η συνάντηση».

 

        Δεν συμφωνούμε ότι οι Εφεσίβλητοι 1 και 3 όφειλαν να δώσουν πειστική εξήγηση για θέμα το οποίο ενέπιπτε στη δική τους αποκλειστική γνώση. Όπως τονίστηκε στην Ανδρέας Νικολεττής κ.ά. ν. Μήλου, Ποιν. Έφ. 26/24 κ.ά, ημερ. 3.7.2024: «δεν υπάρχει οτιδήποτε υπό μορφή γενικού κανόνα ότι το βάρος απόδειξης γεγονότων τα οποία βρίσκονται στην αποκλειστική γνώση του κατηγορούμενου μετατίθεται στους ώμους του», με εξαίρεση «νομοθετήματα τα οποία απαγορεύουν την τέλεση πράξης εκτός σε καθορισμένες περιπτώσεις ή από άτομα συγκεκριμένης τάξης ή με καθορισμένα προσόντα ή με άδεια ή έγκριση καθορισμένων αρχών» (βλ. Cross on Evidence, 12η έκδοση, (2010), σελ. 140, R v. Edwards (1974) 2 All E.R. 1085, R v. Hunt (1987) 1 All E.R. 1, Σιδηρόπουλος ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 15) .». Επομένως δεν υπήρχε καμία μετάθεση του αποδεικτικού βάρους (evidential burden) στους ώμους των Εφεσίβλητων 1 και 3 για το εν λόγω ζήτημα.

 

(V)   Κατά πόσο οι Εφεσίβλητοι 1, 4 και 6 συνάντησαν τον Μ.R. στο πλαίσιο της αγοράς και πρόωρης αποπληρωμής των κρατικών ομολόγων αξίας €2.500.000

 

        Άλλο στοιχείο περιστατικής μαρτυρίας στο οποίο ο Εφεσείων δίνει ιδιαίτερη έμφαση, είναι η αίτηση ημερομηνίας 19.7.2016 για την αγορά μη εισηγμένων κρατικών ομολόγων από το Χ.Α.Κ. αξίας €2.500.000, σε συνδυασμό με την αίτηση για πρόωρη αποπληρωμή τους ημερομηνίας 25.8.2017, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας πολιτογράφησης του Τ.Ν. Τα γεγονότα τα οποία περιβάλλουν τις εν λόγω διαδικασίες τα έχουμε αναφέρει  σε προηγούμενο μέρος της απόφασης. Ο συνήγορος του Εφεσείοντος αναπτύσσει εκτενή επιχειρηματολογία κατά των  συμπερασμάτων  του Κακουργοδικείου: (α) ότι δεν υπάρχει μαρτυρία συνάντησης των Εφεσίβλητων 1, 4 και 6 με τον M.R., σε οποιοδήποτε στάδιο της αγοραπωλησίας των ομολόγων, και (β) ότι στο στάδιο υποβολής της αίτησης για πρόωρη αποπληρωμή των κρατικών ομολόγων οι εν λόγω Εφεσίβλητοι δεν αντιλήφθηκαν ότι ο M.R. και ο Τ.Ν. είναι το ίδιο πρόσωπο.

 

        Ακολουθεί σχετικό απόσπασμα της απόφασης από την εξέταση της περιστατικής μαρτυρίας, στις σελ. 166-167:

 

        «Όσον αφορά την αγορά Ομολόγων της Κυπριακής Δημοκρατίας €2.500.000 στο όνομα M.R., η θέση των Κατηγορουμένων 1, 4 και 6 ότι δεν είχαν συναντήσει τον πελάτη, M.R., σε κανένα στάδιο της αγοραπωλησίας των ομολόγων, είναι σε κάθετη σύγκρουση με τον Ν.188(Ι)/2007, με το εσωτερικό εγχειρίδιο (Τεκμήριο 265) και στερείται παντελώς οποιουδήποτε βαθμού πειστικότητας. Η κατηγορούμενη 4 χειρίστηκε το ζήτημα της πολιτογράφησής του δύο μήνες πριν την αγορά των ομολόγων και, συνεπώς, γνώριζε ήδη τον M.R. Η χρονική εξέλιξη των γεγονότων δεικνύει ότι η αγορά των ομολόγων αποτελεί συνέχεια της επαφής, που είχε ο M.E. με τους κατηγορούμενους 1, 4 και 6, αναφορικά με το ζήτημα της πολιτογράφησής του, που απαιτούσε όπως αυτός προβεί σε επένδυση €2.500.000 για να αποκτήσει το διαβατήριο.

        Πάλι ο συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής εκλαμβάνει την εκ του νόμου υποχρέωση τους για αυξημένα μέτρα δέουσας επιμέλειας και, ότι στα πλαίσια αυτά έγινε και συνάντηση με τον πελάτη. Δεν υπάρχει μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου για τέτοια συνάντηση.

        Περιστατική μαρτυρία αποτελούν, κατά την Κατηγορούσα Αρχή, επίσης, τα Τεκμήρια 17 και 18 για την αγορά των ομολόγων. Τα εν λόγω έγγραφα συμπληρώθηκαν από την κατηγορούμενη 4, η οποία είχε στην κατοχή της το διαβατήριο του M.R. και άλλα σχετικά έγγραφα. Συνεπώς, ο ισχυρισμός της περί άγνοιας του προσώπου αυτού είναι ψευδής, αφού ήδη αυτή όταν συνέτασσε το Τεκμήριο 271 αναφέρθηκε στο όνομα του M.R.

        Ήδη εξηγήσαμε, κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας, ότι το διαβατήριο με τη φωτογραφία εξετάζεται ως ένα από τα στοιχεία που πρέπει να συνοδεύσουν την αίτηση και όχι για σκοπούς αναγνώρισης του προσώπου που φαίνεται στη φωτογραφία.

        Επίσης, κατά την Κατηγορούσα Αρχή, το Τεκμήριο 40 που αφορά την Ειδοποίηση για Πρόωρη Αποπληρωμή, το υπέγραψε ο κατηγορούμενος 1, βάσει πληρεξουσίου (Τεκμήριο 19), το οποίο υπέγραψε ο M.R. Η Πρόωρη Αποπληρωμή έλαβε χώρα στις 25/08/2017. Κατά τον εν λόγω χρόνο, ο T.N. ήταν ήδη πελάτης των Κατηγορουμένων εταιρειών και είναι εξωπραγματικό να ισχυρίζονται ότι δήθεν και πάλι δεν το είχαν αντιληφθεί ότι αυτός ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον M.R. και τον M.E.

        Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με τον συνήγορο της Κατηγορούσας Αρχής ότι είναι εξωπραγματικό να μην αντιλήφθηκε κάποιος κατηγορούμενος ότι ο Tony ήταν το ίδιο πρόσωπο με τον Mehdi και τον Mike, αφού δεν υπάρχει μαρτυρία ότι οποιοσδήποτε από αυτούς συνάντησε τούτον με τα τρία ή τα δύο ως άνω ονόματα. Όσο εύλογες και αν είναι τέτοιες υποψίες ή υποθέσεις, δεν μπορούν να φτάσουν στο επίπεδο της απόδειξης.

        Είναι φανερό, κατά την Κατηγορούσα Αρχή, ότι η πρόωρη αποπληρωμή των ομολόγων έγινε, λόγω του ότι είχε ήδη αποκτήσει το κυπριακό διαβατήριο ως T.N. και ο αρχικός στόχος για πολιτογράφησή του ως M.R. εγκαταλείφθηκε. Μπορεί εύλογα να τεθεί το ερώτημα, γιατί εν τέλει επέλεξε να πολιτογραφηθεί ως T.N.; Επειδή, ως T.N., είχε αποβάλει οτιδήποτε τον συσχέτιζε με τον M.E., ήτοι το όνομα, την ημερομηνία γέννησης, τον τόπο γέννησης, τα ονόματα γονέων και ήταν πλέον δύσκολο να εντοπισθεί και να εκδοθεί στο Ιράν. Και πάλι όσο εύλογοι ή λογικοφανείς φαίνεται να είναι αυτοί οι συλλογισμοί, χωρίς τη δέουσα μαρτυρία παραμένουν μετέωροι χωρίς αποδεικτική αξία». [Ιδία έμφαση]

 

        Είναι η θέση του Εφεσείοντος ότι παρότι δεν υπήρχε άμεση μαρτυρία, υπήρχε σωρεία περιστατικής μαρτυρίας υποστηρίζουσα το συμπέρασμα ότι έγινε συνάντηση μεταξύ των Εφεσίβλητων 1, 4 και 6 με τον M.E./M.R., η οποία δεν λήφθηκε υπόψη. Υποστηρίζει ότι το εν λόγω συμπέρασμα (σελ. 166 απόφασης) είναι εξωπραγματικό και ενάντια σε κάθε λογική επειδή, μεταξύ άλλων:

 

        (α)   Η Εφεσίβλητη 6 υπέβαλε αίτηση για αγορά Κρατικών ομολόγων αξίας €2.500.000 μέρους του M.R. ως εξουσιοδοτημένη αντιπρόσωπος του, με συνημμένο αντίγραφο του Δομινικανού του διαβατηρίου και άλλων εγγράφων. Την αίτηση υπογράφει ο ίδιος ο M.R., ενώπιον πιστοποιούντος υπαλλήλου. Η αίτηση συμπληρώθηκε από την Εφεσίβλητη 4.

 

        (β)   Υπήρχε καθήκον ταυτοποίησης στοιχείων και άσκησης δέουσας επιμέλειας από την Εφεσίβλητη 6 καθότι επρόκειτο για μεμονωμένη συναλλαγή άνω των €15.000.000, η οποία εμπίπτει στο πλαίσιο του Άρθρου 60 του Ν.188(Ι)/2007. Το καθήκον δέουσας επιμέλειας ήταν μάλιστα αυξημένο εν όψει της Ιρανικής καταγωγής του πελάτη.

 

        (γ)   Η αγορά των Κρατικών ομολόγων έγινε από τον Μ.R., στο πλαίσιο του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος για σκοπούς απόκτησης Κυπριακού διαβατηρίου.

 

        (δ)   Ήταν η δεύτερη φορά που η Εφεσίβλητη 4 ασχολείτο με το Δομινικανό διαβατήριο του M.R. Η πρώτη ήταν στο πλαίσιο αλληλογραφίας (31.5.2016) με την Μ.Κ.7.

 

        (ε)   Ο Εφεσίβλητος 1 μαζί με την Εφεσίβλητη 4 και τον Χρίστο Χρίστου, εξουσιοδοτήθηκαν από τον Μ.R. να ενεργούν εκ μέρους του βάσει πληρεξουσίου εγγράφου ημερομηνίας 18.8.2017 (Τεκμήριο 19), υπογραφέντος από τον M.R., ενώπιον πιστοποιούντος υπαλλήλου, με συνημμένο αντίγραφο του Δομινικανού διαβατηρίου του M.R.

 

        (στ) Στις 29.8.2017, ο Εφεσίβλητος 1, ο οποίος ήταν και λειτουργός συμμόρφωσης, υπέγραψε το αίτημα για την πρόωρη αποπληρωμή των εν λόγω Κρατικών ομολόγων του M.R. Κατά τον χρόνο εκείνο ο Τ.Ν. ήταν ήδη πελάτης της Εφεσίβλητης 6 από τον Νοέμβριο του 2016. Είναι δε εξωπραγματικό ο Εφεσίβλητος να μην είχε συναντήσει τον πελάτη για ταυτοποίηση στοιχείων και άσκηση δέουσας επιμέλειας προτού υπογράψει το εν λόγω αίτημα.

 

        (ζ)    Πρoηγήθηκε ενημέρωση από τον Μ.Κ.6 (η οποία εξετάζεται αργότερα) ότι ο Τ.Ν. ήταν κάτοχος και Ιρανικού διαβατηρίου με άλλο όνομα.  

       

        Προσβάλλεται επίσης ως εσφαλμένη η συμπερίληψη  στα ευρήματα του Κακουργοδικείου (σελ. 123-124): (α) ότι η φωτογραφία του M.R επί του αντιγράφου διαβατηρίου που επισυνάφθηκε στην αίτηση για αγορά των κρατικών ομολόγων δεν ήταν καθαρή και δεν φαίνονται με ευκρίνεια τα χαρακτηριστικά του προσώπου, και (β) ότι η φωτογραφία δεν επισυνάφθηκε για σκοπούς αναγνώρισης του προσώπου του εκ μέρους της Εφεσίβλητης 4. Σε σχέση με το πρώτο, ο Εφεσείων εισηγείται ότι κατά τη δίκη δεν τέθηκε θέμα κακής ποιότητας της φωτογραφίας και αδυναμίας αναγνώρισης. Για το δεύτερο, υποστηρίζει ότι αντίκειται στις πρόνοιες του Ν.188(Ι)/2007 (Άρθρα 60-64), καθότι επρόκειτο για μεμονωμένη συναλλαγή άνω των 15.000, για την οποία υπήρχε καθήκον προσδιορισμού ταυτότητας και άσκησης δέουσας επιμέλειας.

 

          Δεν διαλανθάνει την προσοχή μας το εύρημα του Κακουργοδικείου (σελ. 125) ότι από 31.5.2016 (επιστολή Εφεσίβλητης 4 προς Μ.Κ.7) μέχρι 18.8.2017 (υπογραφή πληρεξούσιου έγγραφου για πρόωρη αποπληρωμή κρατικών ομολόγων), οι Εφεσίβλητοι 1 και 4 δεν είχαν συναντήσει τον Μ.Ε./Μ.R. Το προαναφερθέν εύρημα στην πραγματικότητα αποτελεί συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει μετά από παράθεση γεγονότων (σελ. 123-125). Το ότι περιλαμβάνεται στο μέρος της απόφασης όπου καταγράφονται τα ευρήματα δεν μεταβάλλει την ουσία του ως συμπέρασμα. Κρίση η οποία ενισχύεται εκ του ότι το Κακουργοδικείο πραγματεύεται τα ίδια ακριβώς γεγονότα κατά την εξέταση της περιστατικής μαρτυρίας. Σε κάθε περίπτωση μπορεί να εξεταστεί κατά πόσο πρόκειται για «εξαγωγή συμπερασμάτων που είναι αντίθετα ή δεν συνάδουν με τη μαρτυρία που προσάχθηκε ή ακόμα και άποψη επί των πρωτογενών γεγονότων η οποία δεν μπορεί εύλογα να υποστηριχθεί» με βάση τα αποφασισθέντα στην Γενικός Εισαγγελέας ν. Ευσταθίου (ανωτέρω). Επομένως θεωρούμε ότι εμπίπτει στην εμβέλεια του Άρθρου 137(1)(α)(iii) της Ποινικής Δικονομίας.

 

        Για το ότι η Εφεσίβλητη 6 ενήργησε ως διαμεσολαβητής για το άνοιγμα λογαριασμών του Μ.Ε./M.R. στην Τράπεζα Κύπρου, το Κακουργοδικείο αναγνωρίζει ότι η Εφεσίβλητη 6 είχε την υποχρέωση να συναντήσει τον πελάτη. Το οποίο άπτεται του καθήκοντος προσδιορισμού ταυτότητας. Επίσης, η αγορά κρατικών ομολόγων αφορά επαγγελματική υπηρεσία για μεμονωμένη συναλλαγή άνω των 15.000 η οποία εμπίπτει στο Άρθρο 60 του Ν.188(Ι)/2007 και επομένως υπήρχε καθήκον προσδιορισμού ταυτότητας και δέουσας επιμέλειας, η οποία μάλιστα ήταν αυξημένη εν όψει της Ιρανικής καταγωγής του πελάτη. Το οποίο πραγματευόμαστε στον τρίτο λόγο έφεσης. Τούτο αποτέλεσε βασικό νομικό σφάλμα του Κακουργοδικείου το οποίο επηρεάζει ριζικά την εγκυρότητα των ευρημάτων και συμπερασμάτων του επί του προκειμένου.

 

        Σφάλμα εντοπίζουμε και στην εξέταση της περιστατικής μαρτυρίας που αφορά την πρόωρη αποπληρωμή των κρατικών ομολόγων στις 25.8.2017, και το κατά πόσον οι Εφεσίβλητοι 1 και 4 αντιλήφθηκαν ότι ο M.R. και ο Τ.Ν. ήταν το ίδιο πρόσωπο. Το Κακουργοδικείο αποκλείει τέτοιο συμπέρασμα επικαλούμενο την απουσία μαρτυρίας ότι οποιοσδήποτε από αυτούς συνάντησε το εν λόγω πρόσωπο ως Μ.E./M.R. Αποκλεισμός ο οποίος στηρίζεται σε εσφαλμένη προσέγγιση της περιστατικής μαρτυρίας. Αρκούμαστε επί του παρόντος στο να πούμε ότι  τα πιο πάνω θέματα, τα οποία επιμελώς θίγει ο συνήγορος για τον Εφεσείοντα, επέβαλλαν ειδικότερη ενασχόληση και επεξεργασία από το Κακουργοδικείο.

 

        Στο ίδιο πλαίσιο κατά την εξέταση της περιστατικής μαρτυρίας, το Κακουργοδικείο εσφαλμένα θεώρησε ως «μετέωρης αποδεικτικής αξίας» την ενημέρωση είτε του Εφεσίβλητου 1 είτε του  Εφεσίβλητου 2 από τον Μ.Κ.6, περί του ότι ο Τ.Ν. είχε και Ιρανικό διαβατήριο με άλλο όνομα και ότι η Τράπεζα Κύπρου επρόκειτο να κλείσει τους λογαριασμούς του ιδίου και της εταιρείας του, το οποίο εξετάζουμε στη συνέχεια. Περιπλέον, θα έπρεπε να εξεταστεί κατά πόσον η Εφεσίβλητη 6 έλαβε γνώση της ενημέρωσης από τον Μ.Κ.6, δεδομένου ότι και οι δυο πιο πάνω Εφεσίβλητοι ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο διευθυντές της.

 

        Εσφαλμένη θεωρούμε επίσης την αναφορά του Κακουργοδικείου σε εύλογους συλλογισμούς της Κατηγορούσας Αρχής «οι οποίοι χωρίς τη δέουσα μαρτυρία παρέμειναν μετέωροι χωρίς αποδεικτική αξία». Το σφάλμα επί του προκειμένου συμπλέκεται με την παραγνώριση ουσιαστικών πτυχών της περιστατικής μαρτυρίας αφορώσας την πραγματική ταυτότητα του Τ.Ν., τα οποία εξετάστηκαν στον πρώτο λόγο έφεσης. 

 

        Εν σχέσει με τη διαπίστωση ότι «η φωτογραφία δεν είναι καθαρή και δεν φαίνονται με ευκρίνεια τα χαρακτηριστικά του προσώπου», παρατηρούμε ότι, στο μέρος της απόφασης που αφορά την αξιολόγηση της μαρτυρίας, ουδεμία αναφορά γίνεται σε κακή ποιότητα της φωτογραφίας για σκοπούς αναγνώρισης. Ούτε τέθηκε τέτοιο θέμα κατά τη δίκη. Χωρίς να προηγηθεί αξιολόγηση δεν μπορούσε να υπάρξει εύρημα επί τούτου. Και εδώ πρόκειται «για άποψη πάνω στα πρωτογενή γεγονότα που δεν μπορεί εύλογα να υποστηριχθεί».

 

        Περαιτέρω, η αναφορά ότι η φωτογραφία δεν επισυνάφθηκε για σκοπούς αναγνώρισης από την Εφεσίβλητη 4, συμπλέκεται με την εσφαλμένη νομική αντίληψη του Κακουργοδικείου, ότι η υποβολή αίτησης για αγορά κρατικών ομολόγων επ' ονόματι του M.R., δεν εντάσσεται στις επαγγελματικές υπηρεσίες της Εφεσίβλητης 6 κάτω από το Άρθρο 60 του Ν.188(Ι)/2007. Εν πάση περιπτώσει εκείνο που θα έπρεπε να απασχολήσει δεν ήταν ο ειδικότερος σκοπός της όποιας πρόνοιας για επισύναψη φωτογραφίας, αλλά το κατά πόσον λόγω της ύπαρξης της φωτογραφίας υπήρξε ή όχι αναγνώριση προσώπου ή και παραγνώριση στοιχείων, εσκεμμένη ή μη.

 

(VIΥπηρεσίες προς τον Τ.Ν. πριν την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης

 

        Ο Εφεσείων αναφέρεται στην υπογραφή εγγράφου εμπιστεύματος (Trust deed) ημερομηνίας 29.11.2016 (Τεκμήριο 194), το οποίο καθιστά τον Τ.Ν. πραγματικό δικαιούχο των μετοχών της εταιρείας Newman Holding Ltd, οι οποίες ήταν εγγεγραμμένες στο όνομα της Εφεσίβλητης 9 (Skalens Trustees Ltd). Ως μάρτυρας της υπογραφής του T.N. υπέγραψε η Εφεσίβλητη 5. Εκ μέρους της Εφεσίβλητης 9 υπέγραψε η Εφεσίβλητη 4 και ως μάρτυρας της υπογραφής αυτής  υπέγραψε η Εφεσίβλητη 3. Ο Εφεσείων εισηγείται ότι από τα εν λόγω στοιχεία προκύπτει ότι οι Εφεσίβλητες 3, 4 και 5, είδαν τον Τ.Ν. πριν την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης, αφού υπέγραψε ενώπιον τους, ενώ πρωτοδίκως δεν υπήρξε κανένα εύρημα ή συμπέρασμα περί τούτου. Το μόνο συμπέρασμα στο οποίο προβαίνει το Κακουργοδικείο επί του προκειμένου είναι το κατά πόσο ο Τ.Ν. ήταν ή μη υπαρκτό πρόσωπο (σελ. 169). Το οποίο κατά την κρίση μας είναι εσφαλμένο βάσει των όσων αναφέρουμε κατά την εξέταση του πρώτου λόγου έφεσης.

 

        Παρατηρούμε ότι για τις υπογραφές των Εφεσιβλήτων  3, 4 και 5 επί του εγγράφου εμπιστεύματος, το Κακουργοδικείο περιορίζεται σε μια γενικόλογη αναφορά ότι «και σε αυτή την περίπτωση επικαλούνται την «πρακτική» που ίσχυε για τις υπογραφές». Χωρίς άλλη πρωτόδικη επεξήγηση δεν μπορούμε να εικάσουμε τι ακριβώς εννοεί. Η γενικότερη νομική αρχή είναι ότι στην  απουσία εξωγενούς μαρτυρίας (όπου επιτρέπεται), δεν χωρεί άλλο συμπέρασμα από αυτό το οποίο αναγράφεται σε κάποιο έγγραφο. Η δε γενικόλογη τοποθέτηση του Μ.Κ.8 για την πρακτική που ακολουθείτο στο δικό του δικηγορικό γραφείο, είναι άσχετη με τις συνθήκες υπογραφής του συγκεκριμένου έγγραφου εάν δεν συνοδεύεται από κατάλληλη μαρτυρία γενικότερης ακολουθούμενης πρακτικής.

 

        Επομένως εσφαλμένα το πιο πάνω στοιχείο δεν λήφθηκε υπόψη κατά την εξέταση της περιστατικής μαρτυρίας.  

 

(VII) Η ενημέρωση από τον Α. Γιώρκα (Μ.Κ.6)

 

        Το Κακουργοδικείο δεν έλαβε υπόψη τη μαρτυρία του Α. Γιώρκα (Μ.Κ.6) διευθυντή του IBU της Τράπεζας Κύπρου στην Λάρνακα, (τον οποίο αποδέχτηκε ως αξιόπιστο) επειδή ο μάρτυς δεν ήταν σε θέση να θυμηθεί ποιον από τους Εφεσίβλητους 1 και 2 ενημέρωσε για το ότι θα προχωρούσαν σε κλείσιμο των λογαριασμών του Τ.Ν., καθότι εντοπίστηκαν δυο διαφορετικά διαβατήρια με δυο διαφορετικά ονόματα, το ένα εκ των οποίων Ιρανικό που είναι εκτός πολιτικής της Τράπεζας. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα, σελ. 132-133:

 

        «Το γεγονός ότι ο Μ.Κ.6 δεν μπορούσε να ενθυμηθεί ποιον από τους κατηγορούμενους 1 και 2 ενημέρωσε, αφήνει ασαφές το πεδίο ποιος από τους δύο έλαβε γνώση του γεγονότος αυτού και μετέωρη την αξία του στοιχείου αυτού, αφού το Δικαστήριο, εν απουσία συγκεκριμένου και σαφούς ισχυρισμού για το ποιον από τους δύο ενημέρωσε για τα δύο διαφορετικά διαβατήρια με δύο διαφορετικά ονόματα, το Δικαστήριο όχι μόνο δεν μπορεί να κάνει εύρημα σε ποιον από τους κατηγορούμενους 1 και 2 ο Μ.Κ.6 ανέφερε τούτο, αλλά ούτε να εικάσει μπορεί, γιατί είναι ανεπίτρεπτο, νομικά, να πράξει τούτο».

[Ιδία υπογράμμιση]

 

        Τα ίδια επαναλαμβάνονται κατά την εξέταση της περιστατικής μαρτυρίας, όπου απορρίπτονται οι εισηγήσεις της Κατηγορούσας Αρχής περί συμπερασμάτων κατά του Εφεσίβλητου 1 (και πρώην Εφεσίβλητου 2) τα οποία μπορούσαν να εξαχθούν ένεκα της εν λόγω ενημέρωσης και δη το ότι προχώρησαν με την αίτηση πολιτογράφησης του Τ.Ν. Στη σελ. 172 της απόφασης αναφέρονται τα ακόλουθα:  

 

        «Ούτε αυτή η θέση του συνηγόρου της Κατηγορούσας Αρχής ευσταθεί. Όπως εξηγήσαμε κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας του Μ.Κ.6, από τη στιγμή που δεν μπορούσε να πει σε ποιον από τους δύο ανέφερε όσα καταγράφονται ανωτέρω, η μαρτυρία του αυτή ήταν μετέωρης αποδεικτικής αξίας. Περαιτέρω η ύπαρξη δύο διαφορετικών διαβατηρίων, έστω και αν το ένα είναι Ιρανικό, δεν σημαίνει οτιδήποτε. Ένα πρόσωπο μπορεί να έχει περισσότερα από ένα διαβατήρια. Το διαβατήριο που είχαν υπόψη τους στο όνομα T.N. ήταν της Δομινικανής Κοινοπολιτείας, είχε γίνει apostille με το αποδεικτικό βάρος που φέρει, όπως διαφορετικά λέγεται, η σφραγίδα της Σύμβασης της Χάγης».

[Ιδία υπογράμμιση και έμφαση]

 

        Κατά τον συνήγορο του Εφεσείοντος το σφάλμα έγκειται στο ότι, ανεξαρτήτως του ποιος από τους Εφεσίβλητους 1 και 2 ενημερώθηκε από τον Μ.Κ.6, παραγνωρίστηκε ότι η Εφεσίβλητη 6 εταιρεία έλαβε γνώση της ενημέρωσης, καθότι  αμφότεροι ήσαν διευθυντές κατά τον ουσιώδη χρόνο. Επίσης, το Κακουργοδικείο δεν πραγματεύτηκε καθόλου το ερώτημα γιατί ο ενημερωθείς εκ των Εφεσιβλήτων 1 και 2 παρέμεινε αδρανής και γιατί ως διευθυντής της Εφεσίβλητης 6 (και συνεπώς η ίδια, η εταιρεία) δεν έλαβε τα ευλόγως αναμενόμενα και ενδεικνυόμενα μέτρα για την προστασία τόσον της Εφεσίβλητης 6 όσον και του Κράτους γενικότερα, και αντ' αυτού λίγες μέρες αργότερα (8.2.2017) προχώρησαν σε καταχώρηση της αίτησης πολιτογράφησης του Τ.Ν. Έμφαση δίνεται και στο ότι δια πληρεξουσίου εγγράφου ημερομηνίας 24.1.2017, οι Εφεσίβλητοι 1 και 4 (μαζί με τον Σ. Μάρκου), εξουσιοδοτήθηκαν να εκπροσωπούν τον Τ.Ν. στη διαδικασία πολιτογράφησης.

 

        Εισηγείται ότι η καταχώρηση της αίτησης πολιτογράφησης μετά την πληροφόρηση από τον Μ.Κ.6, καταδεικνύει τον κοινό παράνομο σκοπό των Εφεσίβλητων 1 και 2. Συνακόλουθα το Κακουργοδικείο όφειλε να εξετάσει κατά πόσο τύγχανε εφαρμογής το Άρθρο 21 του Κεφ. 154. Η θέση της Κατηγορούσας Αρχής ήταν ότι οι Εφεσίβλητοι 1 και 2 ενεργούσαν βάσει κοινού παράνομου σκοπού και επομένως δεν είχε σημασία για τη στοιχειοθέτηση των κατηγοριών ποιος εκ των δυο ενημερώθηκε από τον Μ.Κ.6.

 

        Περαιτέρω, είναι η θέση του Εφεσείοντος ότι παραγνωρίστηκαν:

 

        (Α)   Η ιδιότητα του Εφεσίβλητου 1 ως Λειτουργού Συμμόρφωσης των Εφεσίβλητων εταιρειών με υποχρέωση προσδιορισμού ταυτότητας και δέουσας επιμέλειας με βάση τα διαλαμβανόμενα στον Ν.188(Ι)/2007 η οποία ήταν αυξημένη λόγω του Ιρανικού διαβατηρίου που κατείχε ο Τ.Ν.

 

        (Β)   Ότι ο Εφεσίβλητος 2, ως διευθυντής της Εφεσίβλητης 6, είχε υποχρέωση να ενημερώνει άμεσα τον Λειτουργό Συμμόρφωσης «σε περίπτωση που είχε υποπέσει στην αντίληψη του οτιδήποτε το ύποπτο σε σχέση με συναλλαγές σχετιζόμενες με ξέπλυμα βρώμικου χρήματος ή τρομοκρατία». Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη δεδηλωμένη θέση του Εφεσίβλητου 1 στην κατάθεση του στην Αστυνομία ότι η Εφεσίβλητη 6 είχε ευαισθησία σε θέματα συμμόρφωσης.

 

        Περιπλέον, ο Εφεσείων εισηγείται ότι το Κακουργοδικείο εσφαλμένα δεν έστρεψε την προσοχή και δεν συνυπολόγισε: (α) Τον τερματισμό λογαριασμών του Τ.Ν. και της εταιρείας Newman Holding Ltd από την Τράπεζα Κύπρου λόγω μη ικανοποίησης των τραπεζιτικών κριτηρίων, και (β) Ότι ένεκα τούτου στις 30.1.2017, ο Τ.Ν. υπέγραψε οδηγίες για μεταφορά των χρημάτων του (723.291,99) από την Τράπεζα Κύπρου στη ΣΠΕ Μακράσυκας, με βεβαίωση της υπογραφής του από τον Εφεσίβλητο 1. Εν συνεχεία η ΣΠΕ Μακράσυκας αρνήθηκε να αποδεχτεί τη μεταφορά του ποσού, πράγμα για το οποίο ενημερώθηκε ο Εφεσίβλητος 1 και η Εφεσίβλητη 6 από τον Δ. Χατζηλευτέρη (Μ.Κ.15) της Τράπεζας Κύπρου. Στις 3.3.2017 ο Εφεσίβλητος 1 μέσω ηλεκτρονικού μηνύματος ενημέρωσε τον Μ.Κ.6 για μεταφορά του ποσού σε Τράπεζα στη Δανία.

 

        Επίσης, εισηγείται ότι στην πραγματικότητα δεν υπήρξε δέουσα επιμέλεια από μέρους της Εφεσίβλητης 1 για τον Τ.Ν. καθότι εάν το έπραττε, το νεαρό της φερόμενης ηλικίας του (25 ετών) και το μέγεθος πλουτισμού του, ανερχόμενο σε €9.000.000  περίπου, θα δημιουργούσε αντικειμενικά εύλογες υποψίες για την προέλευση των χρημάτων. Θα αναμενόταν δε λογικά να είχαν προβεί σε αναφορά στη ΜΟ.Κ.Α.Σ., ως έπραξε η ΣΠΕ Μακράσυκας για τον ίδιο λόγο. Το ότι δεν το έπραξαν, ακόμη και μετά  από την ενημέρωση από τον Μ.Κ.6 εξυπακούει ότι οι Εφεσίβλητοι 1 και 2 ενήργησαν με σκοπό το κέρδος, εθελοτυφλώντας για τις υποχρεώσεις της Εφεσίβλητης 6 βάσει του Ν.188(Ι)/2007.

 

        Από την άλλη οι συνήγοροι των Εφεσίβλητων 1 και 6 υπεραμύνθηκαν της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, πλην του ευρήματος ότι ο Μ.Κ.6 τηλεφώνησε είτε στον Εφεσίβλητο 1 είτε στον Εφεσίβλητο 2, υποστηρίζοντας ότι η μνήμη του Μ.Κ.6 ήταν ελλιπής και δεν έπρεπε να γίνει αποδεκτό το μέρος αυτό της μαρτυρίας του.

 

        Παρότι δικονομικά δεν παρέχεται δικαίωμα αντέφεσης, οι συνήγοροι επικαλούνται τα όσα σχετικώς αποφασίστηκαν στις υποθέσεις Parris ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 186, και Ρίκκος Ερωτοκρίτου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 53/17 κ.ά., ημερ. 15.12.2017. Περαιτέρω, ο συνήγορος της Εφεσίβλητης 6 εισηγήθηκε ότι αφ' ης στιγμής το Κακουργοδικείο δεν προέβη σε εύρημα ποιος εκ των Εφεσιβλήτων 1 και 2 ενημερώθηκε από τον Μ.Κ.6, δεν παρεχόταν στέρεο έδαφος για εύρημα ότι υπήρξε ενημέρωση της Εφεσίβλητης 6.

 

        Είμαστε της γνώμης ότι τα νομολογηθέντα στις πιο πάνω υποθέσεις για τη δυνατότητα προσβολής ευρημάτων αξιοπιστίας και γεγονότων στην απουσία δικαιώματος αντέφεσης, δεν τυγχάνουν εφαρμογής σε εφέσεις κατά αθωωτικής απόφασης, ένεκα της στενής ερμηνείας του Άρθρου 137(1)(α) της Π.Δ., το οποίο δεν περιλαμβάνει οτιδήποτε άπτεται της αξιολόγησης μαρτυρίας ή ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Το Άρθρο 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου, δεν διευρύνει το δικαίωμα έφεσης κατά αθωωτικών αποφάσεων πέραν των διαλαμβανομένων στο Άρθρο 137(1)(α) της Π.Δ. Το δε πλαίσιο άσκησης έφεσης κατά καταδικαστικών αποφάσεων και αποφάσεων πρωτοδικών δικαστηρίων σε πολιτικές υποθέσεις, είναι σαφώς ευρύτερο. Επομένως, είμαστε της γνώμης ότι δεν έχουμε δικαιοδοσία να εξετάσουμε την εισήγηση των Εφεσιβλήτων κατά του συγκεκριμένου ευρήματος το οποίο άπτεται της αξιοπιστίας του Μ.Κ.6. Ωστόσο, και διαφορετική να ήταν η κατάληξη μας, τα όσα οι συνήγοροι των Εφεσίβλητων επικαλούνται στις αγορεύσεις τους, θεωρούμε ότι δεν αποτελούν βάσιμο λόγο επέμβασης του Εφετείου στο υπό συζήτηση εύρημα αξιοπιστίας με βάση τις καθιερωμένες αρχές της νομολογίας.

 

        Έχοντας λοιπόν ως βάση το πρωτογενές εύρημα ότι υπήρξε ενημέρωση, δεν συμφωνούμε ότι η αδυναμία κατάληξης ως προς το ποιον εκ των δυο διευθυντών της Εφεσίβλητης 6 ενημέρωσε ο Μ.Κ.6  καθιστούσε την ίδια την ενημέρωση «μετέωρης αποδεικτικής αξίας» (κρίση που ούτως ή άλλως αφ' εαυτής απαιτούσε επεξήγηση ως προς την ακριβή αποδιδόμενη σημασία στην έννοια «μετέωρη»). Τουναντίον το Κακουργοδικείο όφειλε να εξετάσει από το σύνολο της περιστατικής μαρτυρίας κατά πόσον οι Εφεσίβλητοι 1 και 2 έλαβαν εν τέλει γνώση, ασχέτως του ποιος εκ των δυο ενημερώθηκε αρχικά. Όφειλε επίσης να εξετάσει κατά πόσο, μέσω αυτού, του ενός ο οποίος είχε ενημερωθεί, έλαβε γνώση το νομικό πρόσωπο, ήτοι η Εφεσίβλητη 6. Εννοείται πως επειδή η έφεση κατά του Εφεσίβλητου 2 αποσύρθηκε, τα κατωτέρω επιμέρους σχόλια γίνονται ως σχετικά με την περιστατική μαρτυρία που αφορά τον Εφεσίβλητο 1, ασχέτως αν για σκοπούς καλύτερης κατανόησης παραμένουν κάποιες αναφορές και στον Εφεσίβλητο 2.

 

        Πρώτον, συμφώνως των ευρημάτων του Κακουργοδικείου, κατά τον χρόνο της ενημέρωσης από τον Μ.Κ.6, οι Εφεσίβλητοι 1 και 2 ήσαν διευθυντές και μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Εφεσίβλητης 6, το οποίο επόπτευε όλα τα υποστηρικτικά τμήματα και λάμβανε στρατηγικές αποφάσεις. Δεν εξετάστηκε από το Κακουργοδικείο κατά πόσον οι δυο Εφεσίβλητοι μπορούσαν βάσιμα να θεωρηθούν ως «ο ιθύνων νους και βούληση» της Εφεσίβλητης 6 για σκοπούς απόδοσης σε αυτήν ποινικής ευθύνης, με βάση την αρχή της ταύτισης (identification principle), η οποία υιοθετήθηκε στη θεμελιακή υπόθεση Tesco Supermarkets Ltd v. Nattrass [1972] AC 153, HL [βλ. Archbold 2021, παρ. 17-26, Blackstone's Criminal Practice 2023, A6.6, Meridian Global Funds v. Securities Commissioner (1995) 2 A.C. 500, P.C., Ερωτοκρίτου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 53/17, ημερ. 15.12.2017 (απόφαση Οικονόμου Δ)].

 

        Δεύτερον, επειδή δεν υπάρχει μαρτυρία ποιος εκ των Εφεσιβλήτων 1 και 2 ενημερώθηκε, το Κακουργοδικείο όφειλε να λάβει υπόψιν αφενός το καθήκον παροχής πληροφόρησης προς τον Λειτουργό Συμμόρφωσης Εφεσίβλητο 1 (σε περίπτωση που η ενημέρωση έγινε προς τον Εφεσίβλητο 2), υπό το φως των διαλαμβανομένων στο εσωτερικό εγχειρίδιο της Εφεσίβλητης 6 (Τεκμήριο 265) και τον Ν.188(Ι)/2007, και αφετέρου τη  δεδηλωμένη  θέση  του Εφεσίβλητου 1, στην κατάθεση του στην Αστυνομία (Τεκμήριο 377, σελ. 4), περί ευαισθησίας της Εφεσίβλητης 6 σε θέματα συμμόρφωσης με την πιο πάνω νομοθεσία.

 

        Η ενημέρωση στην οποία ο Εφεσίβλητος 2 όφειλε να προβεί, αφορά την υποχρέωση της Εφεσίβλητης 6 να συλλέξει τα ελλείποντα δεδομένα και πληροφορίες, βάσει της παραγράφου 5.5.2 του εσωτερικού εγχειρίδιου (Τεκμήριο 265), η οποία προνοεί τα ακόλουθα:

 

        "Despite the obligation described in point (1) above and while taking into consideration the level of risk, if at any time during the Business Relationship, the Company becomes aware that reliable or adequate data and information are missing from the identity and the economic profile of the Client, then the Company takes all necessary action by applying the Client identification and due diligence procedures according to the Manual to collect the missing data and information the soonest possible, so as to identify the Client and complete the Client's economic profile".

[Ιδία υπογράμμιση]

 

        Άμεσα σχετικό είναι και το Άρθρο 60(δ) του Ν.188(Ι)/2007, συμφώνως του οποίου υπάρχει καθήκον προσδιορισμού στοιχείων και δέουσας επιμέλειας:

 

        «όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ακρίβεια ή την επάρκεια των εγγράφων, στοιχείων ή πληροφοριών που συγκεντρώθηκαν προηγουμένως για την εξακρίβωση της ταυτότητας υφιστάμενου πελάτη.».

 

        Επίσης στο πλαίσιο του καθήκοντος πληροφόρησης θα έπρεπε να εξεταστεί το κατά πόσον η ύπαρξη Ιρανικού διαβατηρίου αφ' εαυτής  καθιστούσε τον πελάτη υψηλού κινδύνου βάσει του εσωτερικού εγχειρίδιου (παρ. 7.3.3.) της Εφεσίβλητης 6 και επέβαλλε τη διενέργεια αυξημένης δέουσας επιμέλειας.

 

        Σε περίπτωση που η ενημέρωση από τον Μ.Κ.6 έγινε απευθείας προς τον Εφεσίβλητο 1 τότε αυτός όφειλε να προβεί άμεσα στα εν λόγω διαβήματα και να εξετάσει κατά πόσο δικαιολογείτο η διακοπή της σχέσης με τον πελάτη και η αναφορά προς την MO.K.A.Σ., βάσει των διαλαμβανομένων στο εσωτερικό εγχειρίδιο της Εφεσίβλητης 6 και τις Οδηγίες του Π.Δ.Σ.

 

        Τρίτον, πέραν των ανωτέρω θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη ότι με βάση τη μαρτυρία επρόκειτο για επενδυτή μεγάλης εμβέλειας, ο οποίος ήδη επένδυσε €5.000.000 για την αγορά μετοχών της εταιρείας Givolo Properties Ltd, και ότι στη συνομολόγηση της συμφωνίας είχαν ουσιαστική εμπλοκή οι Εφεσίβλητοι 1 και 2. Ούτε απασχόλησε κατά πόσο οι τραπεζικοί λογαριασμοί, οι οποίοι επρόκειτο να κλείσουν, ενδεχομένως σχετίζονταν με την επενδυτική προοπτική του πελάτη.

 

        Τέταρτον, δεν εξετάστηκε η συμπεριφορά του Εφεσίβλητου 1 ως Λειτουργού Συμμόρφωσης, ιδωμένη υπό το πρίσμα των διαλαμβανομένων στο εσωτερικό εγχειρίδιο (βλ. μεταξύ άλλων, παρ. 8. Ongoing Monitoring Process, παρ. 9, Recognition and Reporting of Suspicious Transactions/Activities), (α) μετά τη γραπτή ενημέρωση (27.1.2017) από την Τράπεζα Κύπρου περί κλεισίματος των λογαριασμών του Τ.Ν. και της εταιρείας Newman Holding Ltd, (β) τις οδηγίες (30.1.2016) του Τ.Ν (με βεβαίωση της υπογραφής του από τον Εφεσίβλητο 1) για μεταφορά των χρημάτων από την Τράπεζα Κύπρου στην ΣΠΕ Μακράσυκας, και (γ) την μετέπειτα ενημέρωση του (9.2.2017) ότι δεν έγιναν αποδεκτά τα εμβάσματα  στην ΣΠΕ Μακράσυκας λόγω κλεισίματος των λογαριασμών. Είναι νομολογημένο ότι η συμπεριφορά ενός κατηγορούμενου πριν, κατά ή μετά τη διάπραξη αδικήματος δυνατόν να αποτελέσει περιστατική μαρτυρία εναντίον του (βλ. Cross on Evidence, 12th edn., σελ. 31-34, Andrews & Hirst on Criminal Evidence, 4th edn., σελ. 100 - 102).

 

        Πέμπτον, στην εκτίμηση της περιστατικής μαρτυρίας αποτελεί βασικό σφάλμα του Κακουργοδικείου, το ότι θεώρησε την ύπαρξη Ιρανικού διαβατηρίου ως ουδέτερο γεγονός.

 

(VIII) Η αναληθής δήλωση των Εφεσιβλήτων 3, 4 και 5

 

        Στις 24.1.2017  ο Τ.Ν. υπέγραψε ειδικό πληρεξούσιο έγγραφο στους Εφεσίβλητους 1, 2, 4 και σε κάποιον Σ.Ν. εργοδοτούμενο δικηγόρο στην Εφεσίβλητη 6, για να ενεργούν ως εκπρόσωποι του κατά τη διαδικασία πολιτογράφησης. Αυθημερόν η Εφεσίβλητη 4 συμπλήρωσε την πρωτότυπη αίτηση 127Ζ (Τεκμήριο 12). Στις 8.2.2017 ο Εφεσίβλητος 1 υπέβαλε την εν λόγω αίτηση για κατ' εξαίρεση πολιτογράφηση του Τ.Ν. βάσει του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος, αναφέροντας ότι ο αιτητής προέβη σε αρχική επένδυση 5.000.000. Στο έντυπο πολιτογράφησης (Τεκμήριο 12) στην 4η σελίδα υπό τον τίτλο References, οι Εφεσίβλητες 3, 4 και 5 υπέγραψαν βεβαίωση ημερ. 24.1.2017 ότι είχαν προσωπική γνώση και στενή γνωριμία με τον αιτητή για 2 χρόνια.

 

        Η θέση του συνηγόρου του Εφεσείοντος είναι ότι η ψευδής δήλωση έγινε για να πετύχουν την πολιτογράφηση του Μ.Ε. ως Τ.Ν. και για να παραπλανήσουν τις αρμόδιες Αρχές της Δημοκρατίας ότι ο Τ.Ν. ήταν υπαρκτό πρόσωπο, πράγμα που καταδεικνύει  τον δόλιο τρόπο με τον οποίο ενεργούσαν. Προσβάλλεται επίσης, ως εσφαλμένο και μη αποδίδον ορθά τη θέση της Μ.Κ.7, το συμπέρασμα του Κακουργοδικείου ότι το μέρος αυτό του εντύπου της αίτησης δεν είχε καμία σημασία για την αρμόδια αρχή. 

 

        Στην απόφαση του Κακουργοδικείου αναφέρονται τα ακόλουθα, στη σελ. 174:

 

        «Όσον αφορά τις ενέργειες που έγιναν για πολιτογράφηση του T.N. και από ποιους έγιναν και πότε έγιναν και ότι πράγματι οι κατηγορούμενοι 3, 4 και 5 κατέγραψαν ότι τον γνώριζαν για δύο (2) χρόνια, συμφωνούμε απόλυτα. Διαφωνούμε όμως στις υποθέσεις που κάνει και την ερμηνεία που δίνει στις ενέργειες των κατηγορουμένων και ότι υπογράφηκε από ανύπαρκτο πρόσωπο και ότι η καταγραφή στη σελίδα 4 της αίτησης ότι τον γνώριζαν δύο (2) χρόνια έγινε εκ μέρους τους για να μην κινήσουν υποψίες στην αρμόδια αρχή ότι πρόκειται για ανύπαρκτο πρόσωπο και ότι πρόκειται για πρόσωπο γνωστό σε τρεις Κύπριους. Κατά τον συνήγορο υπεράσπισης δεν υπάρχει άλλη λογική εξήγηση. Θα μπορούσε, ίσως, να ήταν και έτσι, αν το συγκεκριμένο μέρος της αίτησης αποτελούσε προϋπόθεση, ή λαμβάνετο υπόψη για την έγκριση της αίτησης. Η Μ.Κ.7 όμως εξήγησε ότι δεν ήταν υποχρεωτική η συμπλήρωση εκείνου του σημείου της αίτησης, ούτε και ήταν κάτι που λαμβανόταν υπόψη για να εγκριθεί η αίτηση. Άλλωστε είναι από αλλοδαπό που υποβάλλεται η αίτηση και το πιο πιθανόν είναι να μην γνωρίζει κανένα. Γι΄ αυτό και δεν ήταν υποχρεωτική η συμπλήρωση του. Άλλο είναι το θέμα γιατί έγραψαν δύο (2) χρόνια. Εν πάση περιπτώσει στην κατάθεση τους οι κατηγορούμενοι 3, 4 και 5 έδωσαν εξηγήσεις».

        Δεν προέκυπτε όμως από τη μαρτυρία της Μ.Κ.7 ότι η συμπλήρωση των «References» ήταν κάτι που δεν λαμβανόταν υπόψη. Αντεξεταζόμενη επί τούτου ανάφερε (σελ. 212 πρακτικών) «Ήταν μια πληροφορία ανάμεσα σε όλες όσες εμπεριέχονταν στην αίτηση αφορώσα την επιχειρηματική σχέση του αιτούντος επενδυτή με τη Δημοκρατία . Ακόμα και αν θεωρείτε ότι είναι τυπική διαδικασία, θεωρώ δεδομένο ότι ό,τι συμπλήρωναν ήταν ορθό, ακόμα και αν γνώριζαν για 1 βδομάδα κάποιον, όφειλαν να αναφέρουν ότι ήταν μια εβδομάδα . Θεωρούσα δεδομένη ότι η δήλωση ήταν αληθής».

 

        Επίσης διαφωνούμε με το σκεπτικό του Κακουργοδικείου ότι συμπεράσματα για την πρόθεση (mens rea) των Εφεσιβλήτων στη συμπλήρωση του συγκεκριμένου μέρους της αίτησης μπορούσαν να εξαχθούν μόνον αν τούτο αποτελούσε προϋπόθεση ή λαμβάνετο υπόψη για την έγκρισή τής. Αντιθέτως, θα έπρεπε να προβληματίσει ο λόγος για τον οποίον προέβησαν στην εν λόγω βεβαίωση εάν δεν ήταν υποχρεωτική η συμπλήρωση του μέρους αυτού της αίτησης, το γιατί δήλωσαν αναληθώς ότι γνώριζαν τον Τ.Ν. για δυο χρόνια και κυρίως το κατά πόσον τούτο έγινε με σκοπό να παραπλανήσει τις Αρχές της Δημοκρατίας ως προς την πραγματική ταυτότητα του Τ.Ν, εν όψει του ότι το διαβατήριο και το πιστοποιητικό γέννησης της Δομινικανής Κοινοπολιτείας που παρουσιάστηκαν για πολιτογράφηση του είχαν εκδοθεί σχετικά πρόσφατα, ήτοι τρείς περίπου μήνες προηγουμένως.

 

        Η Εφεσίβλητη 4 δήλωσε στην κατάθεση της στην Αστυνομία ότι  γνώριζε τον Τ.Ν. για μόνο δυο μήνες αντί για δυο χρόνια, προβάλλοντας ως δικαιολογία ότι το συγκεκριμένο μέρος της αίτησης ήταν τυπικού και όχι ουσιαστικού χαρακτήρα για σκοπούς πολιτογράφησης. Την ίδια δικαιολογία προέβαλαν στις καταθέσεις τους οι Εφεσίβλητες 3 και 5. Το Κακουργοδικείο περιορίζεται να αναφέρει ότι οι Εφεσίβλητες έδωσαν «εξηγήσεις» χωρίς να εξετάσει το βάσιμο των εξηγήσεων. Εν πάση δε περιπτώσει δεν απασχόλησε καθόλου το κατά πόσον η παροχή εξήγησης για κάποιο ψεύδος σε έγγραφο είναι δυνατόν να εξαφανίσει το ψεύδος ή να του προσδώσει άλλη φύση εκτός από αυτό που είναι (ψεύδος).

 

        Σε άλλο δε σημείο της απόφασης (σελ. 182), όπου πραγματεύεται το κατά πόσον η εν λόγω βεβαίωση αποτελούσε ψεύδος το οποίο μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως περιστατική  μαρτυρία εναντίον των Εφεσιβλήτων 3 - 5, αντίθετα προς τα όσα οι ίδιες δηλώνουν στις καταθέσεις τους λέγει: «Οτιδήποτε και να ανάφεραν, ήταν αυτά που πίστευαν ως την αλήθεια των γεγονότων». Πρόκειται για άποψη επί των γεγονότων η οποία δεν μπορεί εύλογα να υποστηριχτεί.

 

(IXΟι υπηρεσίες προς τους πραγματικούς γονείς του Τ.Ν.

 

        Άλλο στοιχείο περιστατικής μαρτυρίας το οποίο επικαλείται ο Εφεσείων είναι οι υπηρεσίες της Εφεσίβλητης 6 στο ζεύγος Malksabet Ebhrahimi και Khadijeh Teghavisabzevari. Παραθέτουμε το σχετικό μέρος της απόφασης, στη σελ. 175:

 

        «Περαιτέρω στοιχείο ήταν, κατά την Κατηγορούσα Αρχή, η συνεργασία κατηγορουμένων με τον Maleksabet Ebrahimi και Khadijeh Teghavisabzevari και τον Mohammad Ebrahimieshratabadi.  Σύμφωνα με τον συνήγορο υπεράσπισης (προφανώς εννοεί τον συνήγορο της Κατηγορούσας Αρχής) η άρνηση των κατηγορουμένων μέσω της κοινής υπερασπιστικής τους γραμμής ότι γνώριζαν την πραγματική σχέση μεταξύ Maleksabet Ebrahimi, Khadijeh Taghavisabzevari με τον T.N., καταρρίπτεται, με βάση όλα όσα ανέφερε στην αγόρευση του που σχετίζονταν με το σύνολο των εγγράφων που είχαν στην κατοχή τους οι κατηγορούμενοι, σε σχέση με αυτά τα πρόσωπα, η μαρτυρία της Μ.Κ.14 ότι παρέδωσε αυτά τα έγγραφα, η επιστολή που έστειλαν Τεκμήριο 8 και συνεπώς αποτελεί περιστατική μαρτυρία εναντίον τους».

        Δεν συμφωνούμε με τη θέση αυτή του συνηγόρου της Κατηγορούσας Αρχής. Η Μ.Κ.14 τελικά είπε ότι δεν θυμόταν να τα έστειλε στην κατηγορούμενη 4».

 

        Ο συνήγορος για τον Εφεσείοντα αναπτύσσει εκτενή επιχειρηματολογία για το ότι εσφαλμένα δόθηκε υπέρμετρη σημασία στην πιο πάνω μαρτυρία της Μ.Κ.14, ενώ αγνοήθηκε άλλο σημαντικό μέρος της όπου αναφέρεται σε επικοινωνία που είχε με την Εφεσίβλητη 6, στην οποία τής ζητούσαν στοιχεία των γονιών του Τ.Ν. για να προχωρήσουν με την αίτηση πολιτογράφησης τους, και ότι για τον σκοπό αυτό παρέδωσε στην Εφεσίβλητη 6 πρωτότυπα έγγραφα (πιστοποιητικά γεννήσεως κ.τλ.). Παρά την ισχύ της επιχειρηματολογίας του Εφεσείοντος γεγονός παραμένει ότι πρόκειται για αξιολόγηση μαρτυρίας η οποία εκφεύγει του πλαισίου του Άρθρου 137(1)(α) της Ποινικής Δικονομίας.

 

        Προβάλλεται επίσης η θέση ότι η εξέταση της περιστατικής μαρτυρίας είναι ελλιπής λόγω μη συνεκτίμησης των ακολούθων στοιχείων: (i) Aπό τα ευρήματα προκύπτει ότι την 1.3.2017, τρείς περίπου βδομάδες μετά την αίτηση πολιτογράφησης του Τ.Ν., η Εφεσίβλητη 6 απέστειλε επιστολή (υπογραφείσα από τον Εφεσίβλητο 1) προς το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης με θέμα την ανανέωση θεώρησης εισόδου εκ μέρους των Maleksabet Ebhrahimi και Khadijeh Teghavisabzevari (Τεκμήριο 8). Στην επιστολή επισυνάπτονται  αντίγραφα  των  διαβατηρίων  τους και αναφέρεται ότι οι ως άνω (εντολείς) «είναι ευκατάστατα πρόσωπα οι οποίοι έχουν έλθει στην Κύπρο με σκοπό να αξιολογήσουν την πιθανότητα επένδυσης και απόκτησης Κυπριακού διαβατηρίου μέσω κατ' εξαίρεση πολιτογράφησης». (ii) Tα έξοδα για την εγγραφή της εταιρείας Medville Investments Ltd καταβλήθηκαν από τον Τ.Ν. (iii) Στις 2.10.2017 υπεγράφη η συμφωνία αγοράς των μετοχών της Capostelo Holdings Ltd μεταξύ της Newman Holding Ltd και της D4A2 Ltd (εταιρεία της Ελληνικής Τράπεζας) για το ποσό των 2.200.000, το οποίο κατεβλήθη από τον Τ.Ν. (iv) Tην 1.11.2017 υπεγράφη έγγραφο εμπιστεύματος μεταξύ της Newman Holdings Ltd και του Maleksabet Ebhrahimi, συμφώνως του οποίου η πρώτη κατέχει της μετοχές του δεύτερου ως εμπιστευματοδόχος. (v) H επένδυση χρησιμοποιήθηκε για τις αιτήσεις πολιτογράφησης των Maleksabet Ebhrahimi και Khadijeh Teghavisabzevari, οι οποίες υποβλήθηκαν στις 14.11.2017.

 

        Από την άλλη οι συνήγοροι των Εφεσίβλητων αντιτείνουν ότι με βάση το μέρος της μαρτυρίας της Μ.Κ.14 το οποίο έγινε αποδεκτό, τα εν λόγω πρόσωπα παρουσιάστηκαν στην ίδια από τον Τ.Ν., ως νονός και νονά του, ενώ της ανέφερε ότι ήταν υιοθετημένος από Καναδούς. Ίδια υπήρξε η θέση του Μ.Κ.31, ο οποίος στη μαρτυρία του ανέφερε ότι ο Τ.Ν. τους σύστησε στον ίδιο και τους «συνάφερνε σαν godfather και godmother» (σελ. 778 - 779 πρακτικών). Ο Μ.Κ.31 γνώριζε ότι ο Τ.Ν. κατέβαλε το προαναφερθέν χρηματικό ποσό για την πολιτογράφηση τους (βλ. σελ. 781 πρακτικών), χωρίς όμως να γνωρίζει την πραγματική τους σχέση, την οποία πληροφορήθηκε εκ των υστέρων με την επίδοση των αγωγών. Επομένως, εισηγούνται, δεν δύναται να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα για την ύπαρξη γνώσης ότι τα εν λόγω πρόσωπα ήταν οι πραγματικοί γονείς του Τ.Ν.

 

        Θεωρούμε ότι τα πιο πάνω στοιχεία ήταν σημαντικά και θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη και να συνυπολογιστούν με την υπόλοιπη περιστατική μαρτυρία. Για τη δε εγγραφή της εταιρείας Medville Investments Ltd, η Εφεσίβλητη 6 είχε καθήκον προσδιορισμού ταυτότητας και δέουσας επιμέλειας, βάσει του Ν.188(Ι)/2007.

 

(X)   Η αναφορά σε Ιρανική υπηκοότητα του Τ.Ν. σε έντυπο του Εφόρου Εταιρειών

 

        Προσβάλλεται ως λανθασμένο το ακόλουθο συμπέρασμα του Κακουργοδικείου, στις σελ. 176-177:

 

        "Ένα επιπλέον στοιχείο, κατά την Κατηγορούσα Αρχή, είναι το Τεκμήριο 376, ήτοι η δήλωση ΗΕ57 ημερομηνίας 8.6.2017.

        Σύμφωνα με την εισήγηση του συνηγόρου της Κατηγορούσας Αρχής, το εν λόγω τεκμήριο αποτελεί έναν από τους κρίκους περιστατικής μαρτυρίας εναντίον των Κατηγορουμένων, αφού σε αυτό δήλωσε η κατηγορούμενη 4 ως χώρα υπηκοότητας του T.N. το Ιράν, παρά το γεγονός ότι ήταν κοινή θέση τους ότι αγνοούσαν ότι ο T.N. ήταν Ιρανός.

        Πράγματι στο Τεκμήριο 376, το οποίο είναι το έντυπο ΗΕ57, για μεταβίβαση μετοχών ιδιωτικής εταιρείας, η κατηγορούμενη 4 υπέγραψε ως γραμματέας της εταιρείας στο τέλος της δεύτερης σελίδας, όπου στο δεύτερο μέρος στην πρώτη σελίδα φαίνεται ως χώρα καταγωγής του T.N. το Ιράν. Όμως, πρώτο δεν σημαίνει ότι αυτή συμπλήρωσε το έντυπο ΗΕ57, Τεκμήριο 376 και δεύτερο τούτο δεν σημαίνει ότι γνώριζαν και οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι γι΄ αυτό που αναγραφόταν στο Τεκμήριο 376. Τούτο, επαναλαμβάνουμε ότι δεν οδηγεί, δίχως άλλο, ότι ήταν η κατηγορούμενη 4 που δακτυλογράφησε τα στοιχεία που βρίσκονται στο Τεκμήριο 376, ενόψει του ότι δεν τέθηκε τέτοια μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου, ιδίως ενόψει της θέσης που υποβλήθηκε κατά την αντεξέταση της Μ.Κ.26, ότι είχε προηγηθεί παρόμοιο έγγραφο για τον Maleksabet που ήταν από το Ιράν. Πράγματι με το Τεκμήριο 376, που αφορά μεταβίβαση μετοχών ιδιωτικής εταιρείας, θα μεταβιβάζονταν οι μετοχές που ήταν στο όνομα του Μ.Κ.28 στο όνομα του T.N. με ημερομηνία γέννησης 24.9.1991, τόπος γέννησης Μαλαισία και με αρ. διαβατηρίου R0117480 της Δομινικανής Κοινοπολιτείας. Διαπιστώνεται ότι όλα τα στοιχεία που αναφέρουμε αμέσως προηγουμένως έχουν καταγραφεί όπως αυτά συμπεριλαμβάνονται στο αναφερθέν διαβατήριο πλην της χώρας υπηκοότητας. Επομένως δεν μπορούμε να αποκλείσουμε ότι εκ λάθους αφέθηκε η λέξη Ιράν από προηγούμενη καταγραφή, ήτοι αυτή του Maleksabet που ήταν από το Ιράν".

 

        Είναι η θέση του συνηγόρου του Εφεσείοντος ότι η αναφορά στο Ιράν αποτελεί περιστατική μαρτυρία κατά των Εφεσίβλητων υποδηλώνοντας γνώση της Ιρανικής υπηκοότητας του Τ.Ν. Εισηγείται ότι το εν λόγω πρωτόδικο συμπέρασμα είναι εσφαλμένο καθότι: (α) αντίκειται στον αποδεικτικό κανόνα ότι ο υπογράφων δεσμεύεται από το περιεχόμενο του εγγράφου, και (β) εφόσον αποτελούσε θέση της Υπεράσπισης ότι επρόκειτο για καλόπιστο λάθος δακτυλογράφησης από άλλο άτομο, η Υπεράσπιση όφειλε να προσκομίσει ανάλογη μαρτυρία. Από την άλλη οι συνήγοροι των Εφεσίβλητων υποστηρίζουν την ορθότητα του εν λόγω συμπεράσματος και ότι αντεξεταζόμενη η ανακρίτρια της υπόθεσης (Μ.Κ.26) δέχτηκε ότι δεν διερευνήθηκαν οι συνθήκες ετοιμασίας του εγγράφου.

 

        Δεν συμφωνούμε με την προσέγγιση του Κακουργοδικείου. Δεν έχει σχέση ποιος δακτυλογράφησε το έγγραφο και θα έπρεπε να συνεκτιμηθεί το ότι  η Εφεσίβλητη 4 το υπέγραψε αποδεχόμενη το περιεχόμενο του. Ότι η αναφορά στο Ιράν δυνατόν να «ξεχάστηκε» από την προηγηθείσα δακτυλογράφηση των στοιχείων του Maleksabet (πραγματικού πατέρα του Τ.Ν.) από άλλο πρόσωπο, αποτελεί εικασία για την οποία δεν υπήρχε μαρτυρία ενώπιον του. Από την άλλη, είναι προφανές πως εγείρετο προς συζήτηση από το περιεχόμενο του εγγράφου το ότι, εφόσον αναφέρεται στο Κυπριακό διαβατήριο στο οποίο ο τόπος γέννησης είναι η Labuan, η αναφορά στο Ιράν είναι λανθασμένη. Κατά πόσο τούτο οφείλετο σε καλόπιστο λάθος, ή υποδηλώνει γνώση της Εφεσίβλητης 4 ότι ο Τ.Ν. κατάγεται από το Ιράν, θα έπρεπε να κριθεί επί του συνόλου της περιστατικής μαρτυρίας, αντί αποσπασματικά. Αποτελεί όμως στοιχείο περιστατικής μαρτυρίας και εσφαλμένα δεν λήφθηκε υπόψη ως τέτοιο.

 

        Υπό το φως των ανωτέρω ο δεύτερος λόγος έφεσης επιτυγχάνει.

 

ΤΡΙΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ

 

        Ο τρίτος λόγος έφεσης αφορά την εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου επί των πραγματικών γεγονότων. Ο Εφεσείων προβάλλει τις ακόλουθες θέσεις:

 

        Πρώτον, υποστηρίζεται ότι το Κακουργοδικείο εσφαλμένα ερμήνευσε το Άρθρο 60 του Ν.188(Ι)/2007 καταλήγοντας ότι η αγορά ομολόγων αξίας €2.500.000 δεν εντάσσεται στις επαγγελματικές υπηρεσίες της Εφεσίβλητης 6 και ως εκ τούτου δεν υπήρχε εκ του νόμου υποχρέωση για προσδιορισμό ταυτότητας και διενέργεια δέουσας επιμέλειας. Εισηγείται ότι το εν λόγω σφάλμα ήταν καταλυτικής σημασίας στην έκβαση της υπόθεσης.

 

        Απόρροια του νομικού σφάλματος, ήταν το εσφαλμένο εύρημα και συμπέρασμα ότι η επισύναψη αντιγράφου διαβατηρίου του M.R. κατά την υποβολή αίτησης για αγορά κρατικών ομολόγων από την Εφεσίβλητη 4, δεν έγινε για σκοπούς αναγνώρισης προσώπου αντίθετα προς τις διατάξεις των Άρθρων 61 και 62 του Ν.188(Ι)/2007.

 

        Δεύτερον, υποστηρίζεται ότι το Κακουργοδικείο εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι Εφεσίβλητοι δεν είχαν την υποχρέωση προσδιορισμού ταυτότητας και δέουσας επιμέλειας για τις υπηρεσίες που προσφέρθηκαν στους γονείς του Τ.Ν. Συγκεκριμένα ότι «παραγνώρισε παντελώς το γεγονός ότι οι Εφεσίβλητοι είχαν εγγράψει την εταιρεία Medville Ltd με μετόχους τον πατέρα και αδελφό του Μ.Ε., δηλαδή τον Meleksabet Ebrahimi και Mohammad Ebrahimiestrabadi. Περαιτέρω λανθασμένα, παραγνώρισε ότι οι Εφεσίβλητοι είχαν εμπλακεί στην επένδυση που έπρεπε να προβούν οι Ιρανοί Maleksabet Ebrahimi και η σύζυγος του Khadijeh Teghavisabzevari, γονείς του Mehdi Ebrahimiestrabadi, για σκοπούς πολιτογράφησης τους» (βλ. γραπτή αγόρευση Εφεσείοντος σελ. 75). Επί τούτου στην πρωτόδικη απόφαση αναφέρονται τα ακόλουθα (σελ. 182):

 

        «Η εισήγηση θέτει ως δεδομένο ότι την πολιτογράφηση τους ανέλαβαν οι κατηγορούμενοι, ενώ στην πραγματικότητα την υπέβαλε υπάλληλος της Quality, η οποία και πλήρωσε τα διάφορα ποσά που ζητήθηκαν από τις αρχές, όπως με λεπτομέρεια αναφέρουμε στα ευρήματα μας. Σε ό,τι αφορά την αίτηση για παράταση της θεώρησης, δεν εμπίπτει στις υποθέσεις που χρειάζετο να γίνει δέουσα επιμέλεια σύμφωνα με τον Ν.188(Ι)/2007, ως τροποποιήθηκε».

 

        Σχετικά με την πρώτη προβαλλόμενη θέση  και οι τρεις συνήγοροι των Εφεσίβλητων στα διαγράμματα αγόρευσής τους έδωσαν ιδιαίτερη έμφαση στην κατάθεση του Γιάννη Χατζηχάρου, λειτουργού εποπτείας του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, ότι η αγορά των ομολόγων δεν ενέπιπτε εντός της έννοιας των «άλλων δραστηριοτήτων» στο Άρθρο 2 του Ν.188(Ι)/2007. Υποστήριξαν ότι η εν λόγω κατάθεση έγινε από κοινού δεκτή για την αλήθεια του περιεχομένου της, πράγμα το οποίο εμποδίζει την πλευρά του Εφεσείοντος να προβάλλει διαφορετική θέση. Κατά την ενώπιον μας αγόρευση ο συνήγορος του Εφεσείοντος τόνισε ότι η εν λόγω κατάθεση όχι μόνο δεν κατατέθηκε από κοινού αλλά ουδέποτε κατέστη μαρτυρία στη δίκη. Με το οποίο συμφώνησε ο συνήγορος του Εφεσίβλητου 1. Έχουμε διεξέλθει το πρακτικό της δίκης και διαπιστώνομε ότι η επισήμανση του συνηγόρου του Εφεσείοντος είναι ορθή. Επομένως οι σχετικές αναφορές στα διαγράμματα αγόρευσης των Εφεσίβλητων θα αγνοηθούν.

 

        Επί της νομικής πτυχής, απαντώντας στις θέσεις του Εφεσείοντος, ο συνήγορος των Εφεσίβλητων 3, 4 και 5 υποστήριξε ότι τα «κυβερνητικά ομόλογα» δεν περιλαμβάνονται στις «χρηματοοικονομικές δραστηριότητες» ως αυτές ορίζονται εξαντλητικά στο Άρθρο 2 του Ν.188(Ι)/2007, και επομένως εσφαλμένα γίνεται παραπομπή στην ερμηνεία του όρου «αξιόγραφα» στο Άρθρο 2 του περί Διαχείρισης του Δημόσιου Χρέους Νόμου του 2012 (Ν.195(Ι)/2012). Ο δε συνήγορος των Εφεσίβλητων 6, 7, 8 και 9, επικεντρώνεται στην ερμηνεία του όρου «συναλλαγή» στο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη, καθώς και στον Ευρωπαϊκό Κανονισμό αρ. 549/2013 (Κανονισμός για το Ευρωπαϊκό Σύστημα Εθνικών και Περιφερειακών Λογαριασμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης) όπου ως «χρηματοοικονομικές συναλλαγές» ορίζονται αυτές που περιγράφουν την καθαρή απόκτηση χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων ή την ανάληψη υποχρεώσεων για κάθε είδος χρηματοοικονομικού μέσου. Είναι η θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου ότι εν προκειμένω, οι Εφεσίβλητοι δεν προέβησαν σε καμία χρηματοοικονομική συναλλαγή ή δραστηριότητα καθότι «ουδέποτε διαχειρίστηκαν, κατέβαλαν ή εισέπραξαν οποιοδήποτε χρηματικό ποσό, παρά μόνο υπέβαλαν δυο αιτήσεις τυπικού χαρακτήρα».

 

        Η απάντηση στο τεθέν ερώτημα έγκειται στη νομική ερμηνεία του Άρθρου 60 του Ν.188(Ι)/2007, το οποίο καθορίζει τις περιπτώσεις στις οποίες οι υπόχρεες οντότητες εφαρμόζουν τις διαδικασίες προσδιορισμού ταυτότητας και δέουσας επιμέλειας. Παραθέτουμε το σχετικό μέρος:

 

        «60. Πρόσωπα που διεξάγουν χρηματοοικονομικές ή άλλες δραστηριότητες εφαρμόζουν τις διαδικασίες προσδιορισμού ταυτότητας και τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη στις εξής περιπτώσεις:

(α) Όταν συνάπτουν επιχειρηματικές σχέσεις·

(β) όταν διενεργούν μεμονωμένη συναλλαγή που -

(i) ανέρχεται σε ποσό ίσο ή μεγαλύτερο από δεκαπέντε χιλιάδες ευρώ (€15.000), ανεξάρτητα από το αν η συναλλαγή διενεργείται με μία μόνη πράξη ή με περισσότερες πράξεις μεταξύ των οποίων φαίνεται να υπάρχει κάποια σχέση,

...............»

 

        Από το κείμενο της πρωτόδικης  απόφασης (σελ. 127) προκύπτει ότι το Κακουργοδικείο βασίστηκε στην ερμηνεία της φράσης «επιχειρηματικές σχέσεις» στην παράγραφο (α) του Άρθρου 60, η οποία, στο Άρθρο 2, έχει ως ακολούθως:

 

«"επιχειρηματική σχέση" σημαίνει επιχειρηματική, επαγγελματική ή εμπορική σχέση μεταξύ του πελάτη και της υπόχρεης οντότητας, η οποία συνδέεται με τις επαγγελματικές δραστηριότητες της υπόχρεης οντότητας και αναμένεται από την υπόχρεη οντότητα, κατά τον χρόνο σύναψης της επαφής, ότι θα έχει κάποια διάρκεια».

 

        Είναι προφανές ότι το Κακουργοδικείο δεν έστρεψε την προσοχή του στο κατά πόσο η παρεχόμενη υπηρεσία ενέπιπτε στην παράγραφο (β) του Άρθρου 60, αφορώσα τη διενέργεια μεμονωμένης συναλλαγής. Συμφώνως του Άρθρου 2, οι «άλλες δραστηριότητες» ορίζονται ως περιλαμβάνουσες, μεταξύ άλλων, «την άσκηση επαγγελματικών δραστηριοτήτων εκ μέρους ανεξάρτητων επαγγελματιών νομικών», όταν ενεργούν «εξ ονόματος και για λογαριασμό των πελατών τους στο πλαίσιο χρηματοοικονομικών συναλλαγών .». Ο δε όρος «μεμονωμένη συναλλαγή» ερμηνεύεται ως «οποιαδήποτε συναλλαγή εκτός από συναλλαγή η οποία διεξάγεται κατά τη διάρκεια καθιερωμένης επιχειρηματικής σχέσης που συνάπτεται στα πλαίσια χρηματοοικονομικής ή άλλης δραστηριότητας».

 

        Οι «χρηματοοικονομικές δραστηριότητες» περιλαμβάνουν τη «.(ζ) διεξαγωγή συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό ή λογαριασμό άλλου προσώπου που έχουν σχέση με .(v) αξιόγραφα». Ακολούθως, ο συνήγορος αναφέρεται στην ερμηνεία του όρου «κυβερνητικά ομόλογα», ο οποίος «περιλαμβάνει ομόλογα ανάπτυξης, βραχυπρόθεσμα κρατικά άτοκα ομόλογα, πιστοποιητικά αποταμίευσης και οποιοδήποτε άλλο τύπο αξιόγραφου το οποίο εκδίδεται στο όνομα συγκεκριμένου προσώπου, αλλά δεν περιλαμβάνει αξιόγραφο ταμιευτηρίου ή άλλο αξιόγραφο που δεν εκδίδεται στο όνομα του κομιστή». Πρόσθετα, προς επίρρωση παραπέμπει και στην ερμηνεία του όρου «αξιόγραφο» στο Άρθρο 2 του Ν.195(Ι)/2012, ο οποίος, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει «ομόλογα».

 

        Συμφωνούμε με την πιο πάνω νομική ερμηνεία και ανάλυση. Με κάθε σεβασμό η στενή ερμηνευτική προσέγγιση του όρου «συναλλαγή» την οποία προτείνει ο συνήγορος των Εφεσίβλητων 6-9, περιοριζόμενη στη διαχείριση, καταβολή ή είσπραξη χρηματικού ποσού εξ ονόματος πελάτη από επαγγελματίες νομικούς, δεν συνάδει με την ευρεία νομική ερμηνεία του όρου «άλλες δραστηριότητες», που περιλαμβάνει κάθε επαγγελματική δραστηριότητα επαγγελματιών δικηγόρων ενεργούντων εξ ονόματος και για λογαριασμό πελάτη στο πλαίσιο χρηματοοικονομικής συναλλαγής. Αναμφίβολά, η υπό συζήτηση επαγγελματική δραστηριότητα αφορώσα: (α) τη συμπλήρωση και υποβολή αίτησης για την αγορά Κρατικών Ομολόγων, και (β) τη συμπλήρωση και υποβολή αίτησης για το άνοιγμα μερίδας στο Χ.Α.Κ., είχε ως αντικείμενο τη διενέργεια χρηματοοικονομικής συναλλαγής.

 

        Περιπλέον, η προτεινόμενη στενή ερμηνευτική προσέγγιση εξαιρεί από την εμβέλειά του νόμου, οποιαδήποτε συναλλαγή η οποία διενεργείται απευθείας από τον πελάτη μέσω χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, ασχέτως εάν για την υλοποίηση της παρασχέθηκαν υπηρεσίες από επαγγελματίες νομικούς. Το οποίο αντίκειται στην σκέψη 9 της Οδηγίας 2015/849, όπου αναφέρεται ότι: «Οι επαγγελματίες νομικοί, όπως ορίζονται από τα κράτη μέλη, θα πρέπει να υπόκεινται στην παρούσα οδηγία, όταν συμμετέχουν σε χρηματοοικονομικές ή εταιρικές συναλλαγές .». Η έννοια του όρου «συμμετοχή» είναι αρκετά ευρεία ώστε να περιλαμβάνει την παροχή βοήθειας ή συμβουλής για τη διενέργεια χρηματοοικονομικής συναλλαγής. Το κείμενο της εν λόγω Οδηγίας την οποία μεταφέρει στο ημεδαπό δίκαιο ο Ν.188(Ι)/2007, είναι καθοριστικό στην ανεύρεση της πρόθεσης του νομοθέτη.

 

        Επακόλουθο της πιο πάνω κατάληξης είναι ότι το Κακουργοδικείο εσφαλμένα δεν εξέτασε την αίτηση της Εφεσίβλητης 6 για αγορά και πρόωρη αποπληρωμή των κρατικών ομολόγων επ' ονόματι του M.R.,   υπό το πρίσμα του καθήκοντος άσκησης δέουσας επιμέλειας και ταυτοποίησης στοιχείων που επιβάλλει ο Ν.188(Ι)/2007. Εσφαλμένα επίσης δεν εξέτασε υπό αυτό το πρίσμα την επισύναψη του αντιγράφου φωτογραφίας διαβατηρίου του M.R. στην αίτηση αγοράς των κρατικών ομολόγων. Το εν λόγω σφάλμα πλήττει την εγκυρότητα των ευρημάτων και θεώρηση της περιστατικής μαρτυρίας επί του προκειμένου.

 

        Στρεφόμενοι στη θέση του Εφεσείοντος περί υποχρέωσης προσδιορισμού ταυτότητας και άσκησης δέουσας επιμέλειας για τους πραγματικούς γονείς του Τ.Ν., η σύσταση εταιρειών ή άλλων νομικών προσώπων εμπίπτει στις «άλλες δραστηριότητες» του Άρθρου 60 του Ν.188(Ι)/2007. Το Κακουργοδικείο φαίνεται να μην ασχολήθηκε ούτε με αυτή την πτυχή της υπόθεσης. Η εταιρεία Medville Investments Ltd συστάθηκε από την Εφεσίβλητη 8. Για τη δε σύσταση της εκδόθηκαν δυο τιμολόγια από την Εφεσίβλητη 6 προς τον Τ.Ν.

 

        Επίσης, η Εφεσίβλητη 6 παρείχε επαγγελματικές υπηρεσίες για την απόκτηση περιουσίας από τον Maleksabet Ebrahimi, η οποία χρησιμοποιήθηκε για την ικανοποίηση των οικονομικών κριτηρίων πολιτογράφησης του ιδίου και της συζύγου του. Συγκεκριμένα, στις 2.10.2017 υπεγράφη συμφωνία μεταξύ της Newman Holding Ltd και της D4A2 Ltd (εταιρεία της Ελληνικής Τράπεζας) για την αγορά των μετοχών της Capostelo Holdings Ltd, έναντι ποσού 2.200.000. Οι διαδικασίες πώλησης και οι διαπραγματεύσεις με την Ελληνική Τράπεζα έγιναν από την Εφεσίβλητη 6. Πραγματικός δικαιούχος της Capostelo Holdings Ltd είναι ο Τ.Ν. βάσει έγγραφου εμπιστεύματος μεταξύ του Τ.Ν. και της Εφεσίβλητης 9. Την υπογραφή της συμφωνίας ακολούθησε υπογραφή εγγράφου εμπιστεύματος ημερομηνίας 1.11.2017, μεταξύ της Newman Holding Ltd και του Maleksabet Ebrahimi, συμφώνως του οποίου η πρώτη κατέχει τις μετοχές του δεύτερου ως εμπιστευματοδόχος.

 

        Παρότι τα πιο πάνω αποτελούν ευρήματα του Κακουργοδικείου εντούτοις δεν συνυπολογίστηκαν δεόντως κατά την εξέταση της περιστατικής μαρτυρίας.

 

        Υπό το φως των ανωτέρω ο τρίτος λόγος έφεσης επιτυγχάνει.

 

 

ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ

 

        Με τον τέταρτο λόγο έφεσης προσβάλλεται ως πλήρως αβάσιμο και ανεδαφικό το εύρημα του Κακουργοδικείου ότι ο Τ.Ν. είχε διαβατήριο υπ' αριθμό R0115278, της Κοινοπολιτείας της Δομινίκης, εκδοθέν στις 7.10.2014, με ημερομηνία γέννησης την 24.9.1991, και τόπο γέννησης την Μαλαισία. Προκύπτει από τη διατύπωση και αιτιολογία του λόγου έφεσης ότι στηρίζεται στο Άρθρο 137(1)(α)(i) της Ποινικής Δικονομίας, ότι δηλαδή «δεν υπήρξε απόδειξη βάσει της οποίας το Δικαστήριο μπορούσε εύλογα να διαπιστώσει πραγματικό γεγονός ή γεγονότα αναγκαία για τη θεμελίωση της απόφασης».

 

        Το εύρημα βασίζεται σε έγγραφα τα οποία ο Τ.Ν. επισύναψε στην αίτηση για άνοιγμα λογαριασμού στην ΣΠΕ Μακράσυκας Λτδ. Στη σελ. 117 της απόφασης αναφέρεται:

 

        «Να σημειωθεί ότι από την ημερομηνία κατάθεσης του εγγράφου της EBM Corporation σελίδα 16-18 του Τεκμηρίου 196 φαίνεται ότι υπήρχε διαβατήριο στο όνομα T.N. της Δομινικανής Κοινοπολιτείας με ημερομηνία 7.10.2014. Το εν λόγω έγγραφο το συναντούμε στο Τεκμήριο 188 σελίδες 2-4 και 8-9 (Κ465/3) και στις σελίδες 16-17 του Τεκμηρίου 387 (EBM Corporation)».

 

        Προσβάλλεται επίσης ως εντελώς αυθαίρετη η κάτωθι αναφορά στη σελ. 118:

 

        «Επίσης ήλθε στην Κύπρο με αριθμό διαβατηρίου R0115278 τόπος γέννησης Μαλαισία, ημερομηνία γέννησης 24.9.1991, το οποίο έληγε στις 31.10.2026 και το οποίο φαίνεται ότι ανανεώθηκε την 1.11.2016 με ημερομηνία λήξης 30.10.2026 με αριθμό διαβατηρίου R0117480 της Δομινικανής Κοινοπολιτείας».

 

        Από την άλλη ο συνήγορος του Εφεσίβλητου  1 υποστηρίζοντας την ορθότητα του ευρήματος, επικαλείται τη μαρτυρία του Μάριου Ξενίδη (Μ.Κ.25), ο οποίος προέβη σε συμπληρωματική αναφορά προς τη ΜΟ.Κ.Α.Σ. (Τεκμήριο 188), και αντεξεταζόμενος δέχτηκε ότι καταχώρησε τα δεδομένα αφού έκαμε τη δική του εξέταση και επιβεβαίωση. Από αυτό ο συνήγορος συνάγει ότι ο μάρτυς επιβεβαίωσε τα στοιχεία του υπό αναφορά διαβατηρίου. Επικαλείται επίσης τη μαρτυρία της ανακρίτριας Μ. Πόντου (Μ.Κ.26), η οποία συμφώνησε ότι το υπό αναφορά διαβατήριο αναφέρεται σε διάφορες πηγές, τουτέστιν πέραν του Τεκμηρίου 188, σε έγγραφο που συνάπτεται στο Τεκμήριο 196 (Φόρμα 13 του Labuan Companies Act 1990 - Return of Allotment of Shares) της εταιρείας ΑTIB Ltd, και σε ανάλογο έγγραφο (Φόρμα 13) τo οποίο παρουσίασε ο Τ.Ν. για την εταιρεία ΕBM Corporation, ημερομηνίας 15.12.2014 (Τεκμήριο 387). Σε ό,τι αφορά την καταγγελία των Ιρανικών αρχών κατά του Μ.Ε. για την οποία εκδόθηκε από την Interpol η Ερυθρά Αγγελία, ο συνήγορος επικαλείται τη μαρτυρία του Μ.Κ.2, ότι η καταγγελία είχε ετοιμαστεί από τις Ιρανικές αρχές αλλά η αυθεντικότητα των στοιχείων της δεν έχει ελεγχθεί από άλλη Αρχή. Τις πιο πάνω θέσεις υιοθέτησαν και οι υπόλοιποι Εφεσίβλητοι μέσω των συνηγόρων τους.

 

        Κατόπιν προσεκτικής εξέτασης της μαρτυρίας η οποία τέθηκε ενώπιον του Κακουργοδικείου και των εκατέρωθεν θέσεων των συνηγόρων, με κάθε σεβασμό κρίνουμε ότι δεν υπήρχε απόδειξη (μαρτυρία) βάση της οποίας το Κακουργοδικείο μπορούσε εύλογα να διαπιστώσει και να προβεί σε εύρημα για την ύπαρξη του υπό συζήτηση Δομινικανού διαβατηρίου, για τους ακόλουθούς λόγους:

 

        Πρώτον, δεν υπάρχει φωτοαντίγραφο παρά μόνο καταγραφή του αριθμού  διαβατηρίου  (R0115278) (χωρίς αναφορά σε ημερομηνία έκδοσης ή λήξης) σε έγγραφα παραχώρησης  μετοχών (allotment of shares) δυο εταιρειών (ΑΤΙΒ LTD και ΕΒΜ Corporation), τα οποία ο Τ.Ν. παρουσίασε στη ΣΠΕ Μακράσυκας στο πλαίσιο της διαδικασίας ανοίγματος λογαριασμών. Στα εν λόγω έγγραφα ως μέτοχος αναφέρεται ο Τ.Ν. και ως εθνικότητα του αναφέρεται η Δομινικανή. Η ημερομηνία παραχώρησης μετοχών της ATIB LTD είναι η 7.10.2014, και της  ΕΒΜ Corporation η 15.12.2014. To Κακουργοδικείο προέβη σε εύρημα ότι υπήρχε διαβατήριο της Δομινικανής Κοινοπολιτείας επ' ονόματι του Τ.Ν., εκδοθέν την 7.10.2014 και λήξαν την 31.10.2016.

 

        Σύμφωνα με τα ευρήματα, στις 9.1.2017 λήφθηκε στη ΜΟ.Κ.Α.Σ. αναφορά με βάση το αυτοματοποιημένο σύστημα goAML από τη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ, ότι «με τα δεδομένα που είχαν συλλεγεί για το οικονομικό του προφίλ, η Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ θεώρησε ότι προέκυπτε υποψία ότι ο Τ.Ν. δεν ήταν ο τελικός δικαιούχος του ποσού». Στην εν λόγω αναφορά προς τη ΜΟ.Κ.Α.Σ. (Τεκμήριο 188), υποβληθείσα από τον Μάριο Ξενίδη (Μ.Κ.25), αναφέρεται ότι το εμπορικό όνομα της ATIB LTD είναι Asian Trade Investment Bank Ltd. Στα δε έγγραφα που προσκόμισε ο Τ.Ν. στη ΣΠΕ Μακράσυκας Λτδ, περιέχεται συστατική επιστολή της ΑΤΙΒ LTD για την πηγή του πλούτου του. Σημειωτέον ότι όλα τα εμβάσματα του Τ.Ν. προς την ΣΠΕ Μακράσυκας έγιναν από την ΑΤΙΒ LTD.

 

        Ακολούθησε καταγγελία στην ΜΟ.Κ.Α.Σ. από την Τράπεζα Κύπρου στην οποία επισημαίνεται ότι ο Τ.Ν. χρησιμοποίησε πλαστά έγγραφα με ειδική αναφορά στην εν λόγω συστατική επιστολή της ΑΤΙΒ LTD, και στο ότι η συστατική επιστολή που είχε σταλεί από αυτήν στην Τράπεζα Κύπρου και στην ΣΠΕ Μακράσυκας ήταν η ίδια, απλώς στην ΣΠΕ αναφέρετο στον Τ.Ν. και στην Τράπεζα Κύπρου στον Μ.Ε., ενώ και οι δύο παρουσιάζουν το ίδιο λάθος στη διεύθυνση Swift.

 

        Η αναφορά της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ προς την ΜΟ.Κ.Α.Σ., για την οποία κατέθεσαν ενόρκως οι Μ.Κ.20 και Μ.Κ.25, δεν ήταν εξ ακοής μαρτυρία και εσφαλμένα θεωρήθηκε ως τέτοια από το Κακουργοδικείο. Επίσης εσφαλμένα δεν προσδόθηκε βαρύτητα στην πιο πάνω αναφορά της Τράπεζας Κύπρου ως εξηγούμε στον έκτο λόγο έφεσης.

 

        Οι εν λόγω αναφορές προς την ΜΟ.Κ.Α.Σ. καθιστούσαν μη εύλογη την πρόσδοση οποιασδήποτε βαρύτητας στην εξ ακοής μαρτυρία για ύπαρξη του υπό αναφορά διαβατηρίου, χωρίς να είχε προηγηθεί η επιβαλλόμενη αξιολόγηση με βάση τα αξιολογικά κριτήρια του Άρθρου 27 του περί Αποδείξεως Νόμου, τα οποία αγνοήθηκαν πλήρως. Συγκεκριμένα, βάσει του Άρθρου 27(2) πέραν του βαθμού εξ ακοής μαρτυρίας λαμβάνεται υπόψη το «κατά πόσο οποιοδήποτε εμπλεκόμενο πρόσωπο είχε οποιοδήποτε κίνητρο να αποκρύψει ή να παραποιήσει τα γεγονότα». Εν προκειμένω υπήρχε μαρτυρία εγείρουσα σοβαρά ερωτηματικά για τη γνησιότητα των συστατικών επιστολών της ΑΤΙΒ LTD για τον Τ.Ν., η οποία θα έπρεπε να συνεκτιμηθεί αντί να αγνοηθεί παντελώς.

 

        Στο ίδιο πλαίσιο το Κακουργοδικείο δεν φαίνεται να συνεκτίμησε ότι βάσει των ευρημάτων του η συστατική επιστολή (24.6.2016) της ΑΤΙΒ LTD και βεβαίωση από την εταιρεία Nexus Management Group Sdn Bhn, (22.6.2016) στο όνομα Μ.Ε., που στάλθηκαν στην Τράπεζα Κύπρου στις 24.6.2016, ήταν ταυτόσημες με αυτές που στάλθηκαν στο όνομα M.R. στην Τράπεζα CDB στις 28.6.2016. Το οποίο επίσης άπτεται της γνησιότητας των εγγράφων που το εν λόγω πρόσωπο επισύναπτε προς απόδειξη της πηγής του πλούτου του.

 

        Περιπλέον, η φερόμενη εγκληματική δράση του Μ.Ε. για την οποία καταζητείτο από τις Ιρανικές αρχές με έκδοση Ερυθράς Αγγελίας από την Ιντερπόλ, αφορώσα απάτη, κατάχρηση εμπιστοσύνης ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και πλαστογραφία τραπεζικών εγγράφων, δημιουργούσε αφ΄ εαυτής σοβαρά ερωτηματικά για την κατάληξη από μέρους του Κακουργοδικείο περί γνησιότητας όλων των εγγράφων τα οποία παρουσίασε προς απόδειξη της πηγής του πλούτου του (στα οποία περιλαμβανόταν αναφορά στο υπό συζήτηση διαβατήριο). Δεν εξετάστηκε επίσης πρωτοδίκως κατά πόσο υπό το φως της φερόμενης εγκληματικής του δράσης, υπήρχε κίνητρο απόκρυψης ή παραποίησης εγγράφων προς απόκρυψη της πραγματικής του ταυτότητας.  

 

        Δεύτερον, καθίσταται εμφανές από τα πρακτικά (σελ. 588-589), ότι η ταυτοποίηση των στοιχείων του υπό συζήτηση Δομινικανού διαβατηρίου στη συμπληρωματική αναφορά του Μάριου Ξενίδη (Μ.Κ.25), όπως και στην προηγηθείσα του Σωτήρη Παύλου, βασίζεται στα έγγραφα τα οποία παρουσίασε ο Τ.Ν. Πουθενά δεν προκύπτει από τη μαρτυρία ότι ο Μ.Κ.25 προέβη σε επιβεβαίωση και εξέταση των στοιχείων του Δομινικανού διαβατηρίου με αναφορά σε έγγραφα άλλα από αυτά που παρουσίασε ο Τ.Ν. Σε ό,τι δε αφορά τη μαρτυρία της Μ.Κ.26 αυτή δεν προσθέτει οτιδήποτε στα ανωτέρω καθότι απλώς συμφωνεί ότι τα στοιχεία του υπό συζήτηση διαβατηρίου αναφέρονται σε  έγγραφα τα οποία παρουσίασε ο Τ.Ν.

 

        Τρίτον, το εύρημα για κατοχή του υπό συζήτηση διαβατηρίου για το οποίο κρίθηκε ότι εκδόθηκε από την Κοινοπολιτεία της Δομινίκης στο όνομα Τ.Ν. στις 7.10.2014 με ημερομηνία λήξης την 31.10.2016, βρίσκεται σε αντινομία με το εύρημα ότι η Κοινοπολιτεία της Δομινίκης εξέδωσε (10.11.2015) διαβατήριο στο όνομα Μ.Ε., και επακόλουθα (18.2.2016) διαβατήριο στο όνομα Μ.R. Επίσης, έρχεται σε αντίθεση με τις δηλώσεις του M.R προς τον Μ.Κ.8, τις οποίες επαναλαμβάνει σε αλληλογραφία με το δικηγορικό του γραφείο, και στα ερωτήματα που έθεσε η Εφεσίβλητη 4 προς την Μ.Κ.7 μετά από συνάντηση με αντιπρόσωπο του Μ.Ε./M.R., στα οποία αναφερθήκαμε σε προηγούμενο μέρος της απόφασης.

 

        Τέταρτον, το εν λόγω εύρημα βρίσκεται σε αντινομία με την όλη εξέλιξη των γεγονότων τα οποία έγιναν δεκτά από το Κακουργοδικείο. Εκ των οποίων παρουσιάζεται ότι αρχικά ενδιαφέρθηκε να πολιτογραφηθεί ως M.R., επιχείρησε ανεπιτυχώς να ανοίξει λογαριασμό στην Τράπεζα Κύπρου παρουσιάζοντας Ιρανικό και Δομινικανό διαβατήριο στο όνομα Μ.Ε., αγόρασε κρατικά ομόλογα αξίας €2.500.000 ως Μ.R.. Προχώρησε δε στην υποβολή αίτησης πολιτογράφησης μέσω της Εφεσίβλητης 6, μετά την έκδοση στο όνομα Τ.Ν., Δομινικανού διαβατηρίου (ημερομηνίας 1.11.2016) και πιστοποιητικού γέννησης (5.10.2016). Τα πιο πάνω δεν αξιολογήθηκαν από το Κακουργοδικείο στο πλαίσιο των όσων εγείρονται με τον τέταρτο λόγο έφεσης.

 

        Πέμπτον, δεν υπάρχει καμία απολύτως μαρτυρία η οποία να υποστηρίζει το εύρημα ότι ως Τ.Ν. ήρθε στην Κύπρο με το υπό αναφορά διαβατήριο. 

 

        Υπό το φως όλων των ανωτέρω κρίνουμε ότι δεν υπήρχε απόδειξη (μαρτυρία) βάσει της οποίας το Κακουργοδικείο θα μπορούσε εύλογα να διαπιστώσει την ύπαρξη του υπό συζήτηση διαβατηρίου και επομένως ο τέταρτος λόγος έφεσης επιτυγχάνει.

 

ΕΚΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ

 

        Με τον έκτο και τελευταίο λόγο έφεσης προσβάλλεται ως πλημμελής εφαρμογή του νόμου επί των γεγονότων τόσον η κρίση του Κακουργοδικείου ότι οι αναφορές της ΜΟ.Κ.Α.Σ. που έγιναν από τις Τράπεζες ήταν εξ ακοής μαρτυρία όσον και   η μη αξιολόγηση της εξ ακοής μαρτυρία εκεί όπου υπήρχε.

 

        Σχετικό είναι το κάτωθι απόσπασμα της πρωτόδικης απόφασης, σελ. 155:

 

        «Όσον αφορά τις διάφορες αναφορές στη ΜΟ.Κ.Α.Σ. που έγιναν από τις τράπεζες, είναι εξ ακοής μαρτυρία, αφού αφορούν δηλώσεις προσώπων που δεν κατέθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Αν και γίνεται δεκτό ότι έγιναν αυτές οι αναφορές, αυτές παρέμειναν μόνο σε γνώση της ΜΟ.Κ.Α.Σ. και όχι σε άλλα πρόσωπα και δη των κατηγορουμένων».

 

        Για όλες τις αναφορές των Τραπεζών προς την ΜΟ.Κ.Α.Σ., κατέθεσε η επικεφαλής της Mονάδας, Αντιγόνη Χατζηξενοφώντος  (Μ.Κ.5).  Όλες οι εν λόγω δηλώσεις των Τραπεζών καταγράφονται αυτολεξεί στα ευρήματα του Κακουργοδικείου.

 

        Είναι η θέση του Εφεσείοντος ότι η θεώρηση της εν λόγω μαρτυρίας στο σύνολο της ως εξ ακοής είναι λανθασμένη καθότι: (α) για τις αναφορές της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας προς την ΜΟ.Κ.Α.Σ. κατέθεσαν οι ΜΚ.20 και Μ.Κ.25, λειτουργός και επικεφαλής του Τμήματος Κανονιστικής Συμμόρφωσης αντίστοιχα, οι οποίοι αντεξετάστηκαν, (β) Για την πρώτη δήλωση  της Τράπεζας Κύπρου, ημερομηνίας 25.1.2017, παρότι δεν κατέθεσε το πρόσωπο το οποίο την συνέταξε, κατέθεσαν οι λειτουργοί της Τράπεζας οι οποίοι είχαν πρωτογενή γνώση των γεγονότων (Μ.Κ.6, 11, 12, 13, 15), (γ) Η αναφορά της Astro Bank δεν αποτελεί εξ ακοής μαρτυρίας εφόσον κατέθεσε ο επικεφαλής του Τμήματος Κανονιστικής Συμμόρφωσης της Τράπεζας, Συμεών Συμεού ΜΚ.21.

 

        Από την άλλη ο συνήγορος του Εφεσίβλητου 1 αναφέρει ότι είχε τεθεί εξαρχής κατά τον χρόνο κατάθεσης της μαρτυρίας της ΜΟ.Κ.Α.Σ. και των τραπεζικών υπαλλήλων ότι η εξ ακοής μαρτυρία που περιλαμβανόταν σε αυτή δεν θα γινόταν αποδεκτή αν δεν αποδεικνυόταν με άμεση μαρτυρία. Ανατρέξαμε στα πρακτικά της μαρτυρίας της Μ.Κ.5 εκ των οποίων προκύπτει ότι ο Κατήγορος δεν αποδέχτηκε αυτή τη θέση, αναφέροντας ότι εάν η κατάθεση της περιλαμβάνει εξ ακοής μαρτυρία, αυτή θα αξιολογηθεί και θα της δοθεί η ανάλογη βαρύτητα. Η κατάθεση της Μ.Κ.5 στην Αστυνομία (Έγγραφο «Ε») κατατέθηκε ως μέρος της κυρίως εξέτασης.

 

        Με κάθε σεβασμό διαπιστώνουμε σφάλμα στην προσέγγιση του Κακουργοδικείου.

 

        Οι δηλώσεις  προς την ΜΟ.Κ.Α.Σ. από την Συνεργατική Τράπεζα και την Astro Bank δεν ήταν εξ ακοής μαρτυρία εφόσον, μεταξύ άλλων, κατέθεσαν οι επικεφαλής των Μονάδων Κανονιστικής Συμμόρφωσης.

 

        Στη μαρτυρία της η Μ.Κ.5 ανέφερε ότι μαζί με τις αναφορές αποστέλλονται όλα τα υποστηρικτικά έγγραφα από την υπόχρεη οντότητα, στα οποία η ίδια (η Μ.Κ.5) έχει πρόσβαση και δύναται  να τα διαβάσει βάσει του ηλεκτρονικού αυτοματοποιημένου συστήματος. Όλες οι πληροφορίες οι οποίες λαμβάνονται από την ΜΟ.Κ.Α.Σ. αξιολογούνται και οι ίδιοι προβαίνουν σε ανάλυση των πληροφοριών. Εκείνο το οποίο δεν ήταν σε θέση να επιβεβαιώσει ήταν τα γεγονότα τα οποία καταγράφονται στις αναφορές. Η Μ.Κ.5 δεν αντεξετάστηκε επί των εγγράφων τα οποία περιέχονται στις αναφορές πλην του εγγράφου εμπιστεύματος το οποίο περιέχεται στην αναφορά της Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ, ημερομηνίας 23.1.2017.

 

        Σε σχέση με τα πρωτογενή γεγονότα της αναφοράς της Τράπεζας Κύπρου ημερομηνίας 25.1.2017, κατέθεσαν όλοι οι μάρτυρες, οι οποίοι κρίθηκαν αξιόπιστοι. Για τα δε συμπεράσματα επί των εγγράφων τα οποία είχαν σταλεί στην ΜΟ.Κ.Α.Σ., η Μ.Κ.5 δεν αντεξετάστηκε. Επομένως εσφαλμένα θεωρήθηκε στο σύνολο ως περιέχουσα δηλώσεις προσώπων που δεν κατέθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

        Άλλο καίριο σφάλμα του Κακουργοδικείου είναι ότι δεν προέβη σε καμία αξιολόγηση της βαρύτητας της εξ ακοής μαρτυρίας βάσει των διαλαμβανομένων στο Άρθρο 27 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9. Το οποίο αποτελεί σοβαρή παράλειψη. Στην υπόθεση Ali Abdullah Hazzaz Assad v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 164/16, ημερ. 6.1.2017, ECLI:CY:AD:2017:B447, τονίστηκε ότι:  

 

        «Η αξιολόγηση της βαρύτητας εξ ακοής μαρτυρίας, σύμφωνα με το άρθρο 27 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9, γίνεται, προσεκτικά, από το πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο είναι ορθό να επεξηγεί τους λόγους για τους οποίους αποδίδει ή δεν αποδίδει βαρύτητα σε εξ ακοής μαρτυρία (Δέστε Πολιτική Έφεση αρ. 6/2011, Λευκόνικο Χρηματιστηριακή Λτδ v. Χρυστάλλα άλλως Στάλω Χριστοδούλου, ημερ. 15.7.2016 και Ανδρέου κ.α. v. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 152). Το Δικαστήριο οφείλει να λάβει υπόψιν του όλα τα περιστατικά της υπόθεσης και, ιδιαίτερα, το αν θα ήταν εύλογο και εφικτό να κλητευθεί, ως μάρτυρας στη διαδικασία, το πρόσωπο που έκανε την αρχική δήλωση, το διαρρεύσαν χρονικό διάστημα, ο βαθμός της εξ ακοής μαρτυρίας, το αν οποιοδήποτε εμπλεκόμενο πρόσωπο είχε κίνητρο να αποκρύψει ή να παραποιήσει τα γεγονότα (όπως στην παρούσα υπόθεση), το αν η αρχική δήλωση μεταφέρθηκε επ' ακριβώς ή όχι, το πλαίσιο μέσα στο οποίο έγινε η δήλωση, κτλ. Οι παράγοντες αυτοί, οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 27(2) του Κεφ. 9, δεν είναι βέβαια εξαντλητικοί, σύμφωνα με τη Νομολογία μας. Όμως επιβάλλεται όπως η διεργασία αξιολόγησης της βαρύτητας της εξ ακοής μαρτυρίας γίνεται με προσοχή και επεξηγείται από το Δικαστήριο, είτε η εξ ακοής μαρτυρία απορρέει από προφορική είτε από γραπτή μαρτυρία (Δέστε Γεωργίου v. Στυλιανού (2009) 1 Α.Α.Δ. 70 και Μονός κ.α. v. S. Xenides Trading Co Ltd κ.α. (2010) 1 Α.Α.Δ. 1002)».

 

        Υπό το φως των ανωτέρω ο έκτος λόγος έφεσης επιτυγχάνει.

 

        Είναι η θέση του Εφεσίβλητου 1 ότι η έφεση δεν μπορεί να επιτύχει επειδή: (α) για τις κατηγορίες της πλαστογραφίας και κυκλοφορίας πλαστού εγγράφου, δεν εφεσιβάλλεται η πρωτόδικη νομική ανάλυση του αδικήματος της πλαστογραφίας, (β) η μαρτυρία η οποία τέθηκε ενώπιον του Κακουργοδικείου ήταν ανεπαρκής για την στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης των εν λόγω αδικημάτων, και (γ) για το αδίκημα της εξασφάλισης εγγραφής με ψευδείς παραστάσεις δεν τέθηκε πουθενά στη μαρτυρία της Μ.Κ.7 ότι αυτή θα δρούσε διαφορετικά και με ποιο τρόπο.

 

        Διαφωνούμε με τις πιο πάνω θέσεις. Τα σφάλματα τα οποία διαπιστώσαμε κατά την εξέταση των λόγων έφεσης διαπερνούν το σύνολο της αθωωτικής απόφασης. Με την εκθεμελίωση των συμπερασμάτων του Κακουργοδικείου καταρρέει και καθίσταται άνευ υποβάθρου γεγονότων η επακολουθήσασα νομική ανάλυση. Είναι προφανές ότι η κατάληξη περί μη στοιχειοθέτησης των αδικημάτων της πλαστογραφίας είναι αλληλένδετη με την εσφαλμένη θεώρηση της περιστατικής μαρτυρίας.

 

        Υπό το φως των ανωτέρω τα σφάλματα του Κακουργοδικείου, τα οποία εξετάζονται στους λόγους έφεσης είναι τέτοιου βαθμού και έκτασης που  πλήττουν τον πυρήνα της αθωωτικής απόφασης σε όλες τις κατηγορίες.

 

        Εν όψει της επιτυχίας των λόγων έφεσης 1 έως 4 και 6,  δεν κρίνουμε αναγκαίο να αποφανθούμε επί του λόγου έφεσης 5.

 

        Για τους λόγους που εξηγούνται πιο πάνω, η αθωωτική απόφαση του Κακουργοδικείου για τους Εφεσίβλητους 1, 3, 4, 5, 6, 7, 8 και 9 ακυρώνεται στην ολότητα της.

 

ΔΙΑΤΑΓΗ ΓΙΑ ΕΠΑΝΕΚΔΙΚΑΣΗ

 

        Είναι θεωρούμε εμφανές ότι τα κενά, οι παραλείψεις και τα σφάλματα κατά την αξιολόγηση  είναι τέτοιας φύσης και έκτασης που δεν επιτρέπουν στο Εφετείο να προχωρήσει το ίδιο με την εξέταση της ποινικής ευθύνης των Εφεσιβλήτων. Το μόνο προς εξέταση θέμα είναι το κατά πόσον εν όψει της επιτυχίας των πιο πάνω λόγων έφεσης δικαιολογείται η έκδοση διαταγής για επανεκδίκαση βάσει του Άρθρου 145(3)(α)(ii) της Ποινικής Δικονομίας. Οι παράγοντες οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη στην άσκηση αυτής της διακριτικής εξουσίας του Εφετείου συνοψίζονται στο ακόλουθο απόσπασμα από την Γενικός Εισαγγελέας ν. Χριστοδούλου (1990) 2 Α.Α.Δ. 133:

 

        "Η εξουσία για την επανεκδίκαση υπόθεσης δεν επιβάλλει την αυτόματη έκδοση διαταγής οποτεδήποτε κρίνεται ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι ακροσφαλής. Η απόφαση για επανεκδίκαση ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου μετά την συνεκτίμηση των παραγόντων εκείνων που προσδιορίζουν τα συμφέροντα της δικαιοσύνης στη συγκεκριμένη υπόθεση. Οι παράγοντες αυτοί επεξηγούνται στις υποθέσεις Pierides v. Republic, (1971) 2 C.L.R. 263, Εκδοτική Εταιρεία Κόσμος ν. Της Αστυνομίας (1984) 2 C.L.R. 121, Charalambous v. The Republic (1985) 2 C.L.R. 97 και Ττοουλιάς ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 258. Συνεκτιμούνται και σταθμίζονται όλοι εκείνοι οι παράγοντες οι οποίοι τείνουν να διαμορφώσουν τα συμφέροντα της δικαιοσύνης στις ιδιαίτερες συνθήκες της υπόθεσης. Αφενός, τα συμφέροντα του κατηγορούμενου σε συνάρτηση με την αρχή του δικαίου ότι είναι κατά κανόνα ανεπιθύμητο για τον πολίτη να υποβάλλεται στη δοκιμασία της δίκης για περισσότερες της μιας φορές και αφετέρου, τα συμφέροντα του δημοσίου για την αποτελεσματική και ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Η σοβαρότητα και η συχνότητα του αδικήματος, το περίπλοκο της υπόθεσης, ο χρόνος ο οποίος έχει διαρρεύσει από την ισχυριζόμενη διάπραξη του αδικήματος, καθώς και η δαπάνη η οποία θα απαιτηθεί για τη νέα δίκη, είναι μεταξύ των παραγόντων που λαμβάνονται υπόψη στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου. Το αδίκημα για το οποίο κατηγορήθηκε ο εφεσίβλητος είναι σοβαρό . Δεν υποτιμούμε την αναπόφευκτη δυσχέρεια που θα προκληθεί στον εφεσίβλητο με την έκδοση διαταγής για την επανεκδίκαση της υπόθεσης, κρίνουμε όμως ότι αυτό επιβάλλουν τα συμφέροντα της δικαιοσύνης".

 

        (βλέπε, μεταξύ άλλων, Γενικός Εισαγγελέας ν. Κουρέα (2004) 2 Α.Α.Δ. 378, Porter v. Aegis Insurance Co. Ltd κ.ά. (2005) 2 A.A.Δ. 540, Γενικός Εισαγγελέας ν. Ευσταθίου κ.ά. (2010) 2 Α.Α.Δ. 94).

 

        Λαμβάνοντας υπόψη και συνεκτιμώντας όλους τους πιο πάνω παράγοντες κρίνουμε ότι εν όψει της σοβαρότητας των αδικημάτων για τα οποία κατηγορήθηκαν οι Εφεσίβλητοι, παρά την πάροδο μεγάλου χρονικού διαστήματος, τη δοκιμασία στην οποία θα υποβληθούν σε περίπτωση νέας δίκης και τη δαπάνη που αυτή συνεπάγεται, κρίνουμε ότι το συμφέρον της δικαιοσύνης επιβάλλει την έκδοση διαταγής για επανεκδίκαση.

 

        Εκδίδεται διαταγή για επανεκδίκαση της υπόθεσης το συντομότερο δυνατό, σε σχέση με τους Εφεσίβλητους 1, 3, 4, 5, 6, 7, 8 και 9, για όλες τις κατηγορίες τις οποίες αντιμετώπιζαν, από Κακουργοδικείο υπό διαφορετική σύνθεση.

 

 

 

                                                                            Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.

 

 

                                                                            Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.

 

 

                                                                            Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο