ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 228/2019)

 

4 Φεβρουαρίου 2025

 

[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ,  Δ/στες]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ (ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΑΠΟΠΛΗΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΑΠΑΛΛΑΓΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ) ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2015,          Ν. 65(I)/2015

 

ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ,

Εφεσείοντες

v.

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΑΛΛΙΩΤΗ,

Εφεσίβλητου

 

Μ. Παναγιώτου για Στέλιος Στυλιανίδης & Σία ΔΕΠΕ για Εφεσείοντες

Εφεσίβλητος αυτοπροσώπως

Καμία εμφάνιση για την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας

------------------------------

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Αμπίζα, Δ.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ:  Μονομερώς εκδοθέν Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών, με το οποίο ο εφεσίβλητος απαλλασσόταν από χρέος ύψους €18.553,74 προς Συνεργατικό Ίδρυμα αντιμετώπισε την, δυνάμει του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμου του 2015, Ν 65(I)/2015, προνοούμενη ένσταση εκ μέρους των εφεσειόντων. Οι λόγοι που οι εφεσείοντες προέβαλαν πρωτόδικα, προς υποστήριξη της ένστασης τους, ήταν ότι το εν λόγω χρέος δεν είχε καταστεί πληρωτέο, καθότι δεν είχε γίνει τερματισμός ή απαίτηση επί της συμφωνίας δανείου σε τρεχούμενο λογαριασμό, ενώ δεν είχαν τηρηθεί οι διαδικασίες που προβλέπει ο νόμος για τους λόγους που προτάχθηκαν.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού παρέθεσε τις ισχύουσες, στην υπό κρίση περίπτωση, νομοθετικές πρόνοιες, περιλαμβανομένης και αυτής του Άρθρου 10 (το οποίο μεταγενέστερα τροποποιήθηκε επί του προκειμένου), εξήγησε το σκεπτικό του (παραπέμποντας και σε προηγούμενη απόφασή του), με βάση το οποίο κατέληξε ότι η αναφορά στο εν λόγω άρθρο σε χρέος, το οποίο είναι άμεσα πληρωτέο, περιλαμβάνει και χρέος για το οποίο, ενόψει της ύπαρξης καθυστερήσεων, ο χρεώστης βρίσκεται αντιμέτωπος με τον κίνδυνο να ζητηθεί η άμεση πληρωμή του από τους πιστωτές. Ως εξήγησε, «Συνεπώς, η πρόνοια για χρέος το οποίο είναι άμεσα πληρωτέο, θεωρώ ότι περιλαμβάνει δάνειο, η πληρωμή του οποίου δύναται να ζητηθεί άμεσα από τους πιστωτές αλλά και δάνειο το οποίο λόγω καθυστέρησης στην καταβολή δόσεων ο χρεώστης βρίσκεται αντιμέτωπος με την απαίτηση για άμεση πληρωμή από τον πιστωτή.»  Δέχτηκε, το πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι, στην προκειμένη περίπτωση, οι πιστωτές δεν τερμάτισαν τον λογαριασμό, όμως είχαν το δικαίωμα, οποτεδήποτε αποφασίσουν, να ζητήσουν άμεση καταβολή του ποσού. Ο δε μη τερματισμός και απαίτηση άμεσης πληρωμής δεν μπορούσαν να καταστούν εμπόδιο για τον χρεώστη να επωφεληθεί των προνοιών του νόμου. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, συναφώς, έκρινε ότι αντίθετη προσέγγιση και ερμηνεία θα οδηγούσε σε μη αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου και θα έθετε τους πιστωτές σε πλεονεκτικότερη θέση. Στη βάση αυτή, απέρριψε την υποβληθείσα ένσταση.

 

          Η πρωτόδικη απόφαση προσβάλλεται με δύο λόγους έφεσης, οι οποίοι αφορούν το ίδιο ζήτημα που ηγέρθη και πρωτόδικα. Συγκεκριμένα, αποδίδεται, στο πρωτόδικο Δικαστήριο, σφάλμα στην ερμηνευτική του κατάληξη  ότι το Άρθρο 20 του νόμου παραπέμπει μόνο στο Άρθρο 11 του νόμου, αναφορικά με τα κριτήρια επιλεξιμότητας ενός χρεώστη, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το Άρθρο 10 του νόμου και συγκεκριμένα ο όρος «χρέος» (πρώτος λόγος έφεσης). Σφάλμα αποδίδεται και στην πιο πάνω ερμηνευτική κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου του όρου «πληρωτέο άμεσα» (δεύτερος λόγος έφεσης).

 

          Έχουμε εξετάσει καθετί σχετικό με το υπό κρίση ζήτημα, ως προβάλλει από τους λόγους έφεσης, περιλαμβανομένων των όσων οι εφεσείοντες και ο εφεσίβλητος ανέπτυξαν στο περίγραμμα αγόρευσης τους, προς υποστήριξη των θέσεων τους.

 

          Σε σχέση με τον πρώτο λόγο έφεσης, παρά το ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, όντως, εξέφρασε την άποψη ότι ο λόγος ο οποίος προβλήθηκε με αναφορά στο Άρθρο 10 δεν περιλαμβάνεται στο Άρθρο 20, εντούτοις, προχώρησε και εξέτασε το ζήτημα, ως ανωτέρω εξηγείται. Θεωρούμε ότι ορθά έπραξε να εξετάσει το εγειρόμενο ζήτημα. Συνοπτικά, υποδεικνύεται η συμπερίληψη, στους περιοριστικά επιτρεπόμενους λόγους ένστασης του Άρθρου 20(3) του νόμου, του να μην τηρήθηκαν οι διαδικασίες που προβλέπονται στις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου. Ως προκύπτει από το Άρθρο 16(2)(α) του νόμου, το Δικαστήριο πρέπει να ικανοποιηθεί ότι τα κριτήρια επιλεξιμότητας που προβλέπονται στο Άρθρο 11(2) πληρούνται, ώστε να εκδώσει διάταγμα απαλλαγής οφειλών σε σχέση με τα χρέη που αναφέρονται στην αίτηση που υποβάλλεται, για τα οποία έχει ικανοποιηθεί ότι αποτελούν επιλέξιμα χρέη. Επομένως, αποτελεί βασική προϋπόθεση, για έκδοση τέτοιου διατάγματος, το να είναι επιλέξιμο χρέος αυτό για το οποίο ζητείται το διάταγμα.

 

          Ως προς το ουσιαστικό ζήτημα της παρούσας έφεσης, πανομοιότυπο θέμα, με βάση, μάλιστα, πανομοιότυπη συμβατική πρόνοια, μας απασχόλησε, σχετικά πρόσφατα, στην ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ (ΚΕΔΙΠΕΣ) ν. ΝΙΚΟΛΑ, Πολιτική Έφεση 157/2019, ημερομηνίας 29.11.2024. Λόγω, ακριβώς, της ομοιότητας του εξεταζόμενου θέματος, επαναλαμβάνουμε τα εξής σχετικά:

 

«Κατ' αρχάς, είναι, θεωρούμε, χρήσιμο να διαχωρίσουμε τις λέξεις «απαιτητό» και «πληρωτέο» εννοιολογικά. Αφενός, η πρώτη παραπέμπει σε δικαίωμα απαίτησης, ενώ η δεύτερη σε υποχρέωση πληρωμής. Οι δύο έννοιες, σε καμία περίπτωση δεν είναι ταυτόσημες και σύγχυση τους τείνει να οδηγεί σε λανθασμένα συμπεράσματα.

 

          Σύμφωνα με το Άρθρο 10 του Ν. 65(I)/2015, ως ίσχυε κατά τον επίδικο χρόνο για το υπό κρίση διάταγμα, χρέος, σε σχέση με χρεώστη, σημαίνει χρέος για πραγματικά  εξακριβωμένο ποσό το οποίο, κατά την ημερομηνία αίτησης, είναι πληρωτέο άμεσα. Με δεδομένο, στην παρούσα περίπτωση, ότι επρόκειτο για εξακριβωμένο ποσό, το ζητούμενο παρέμενε να είναι κατά πόσο το εν λόγω ποσό ήταν άμεσα πληρωτέο.

          ......

          Με κάθε σεβασμό προς τον ευπαίδευτο πρωτόδικο Δικαστή, διατηρούμε αντίθετη άποψη. Εκείνο που ο όρος 5 της Συμφωνίας Δανείου προνοεί είναι ότι «Μόλις το αναφερόμενο δάνειο ή οποιοδήποτε μέρος του ήθελε ζητηθεί από τη Συνεργατική θα καθίσταται απαιτητό και θα εξοφλείται αμέσως και ο χρεώστης οφείλει να καταβάλει προς τη Συνεργατική κάθε οφειλόμενο ποσό, συμπεριλαμβανομένου του κεφαλαίου, του τόκου.». Παρά το ότι το λεκτικό της εν λόγω πρόνοιας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί και το καλύτερο, εκείνο που μπορεί ξεκάθαρα να διαπιστωθεί είναι η αναγκαιότητα ολόκληρο ή μέρος του δανείου να ζητηθεί. Δεν υφίσταται, στους όρους του δανείου, οποιαδήποτε πρόνοια ότι παράλειψη πληρωμής δόσεων καθιστά ολόκληρο το ποσό του δανείου άμεσα πληρωτέο. Επομένως, για να μπορούσε να διαπιστωθεί ότι η μη καταβολή δόσεων καθιστούσε το ποσό του δανείου άμεσα πληρωτέο, θα έπρεπε να υπήρχε στην ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου μαρτυρία περί τέτοιας απαίτησης, ώστε να ενεργοποιούντο οι από μέρους του χρεώστη υποχρεώσεις εξόφλησης. Κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να υπήρξε, ως προκύπτει από τον πρωτόδικο φάκελο.

          Κατά συνέπεια, διαπιστώνεται ότι δεν δικαιολογείτο το ως άνω σχετικό καταληκτικό συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Με τα δεδομένα ως προέκυπταν, ήτοι τους όρους της μεταξύ των μερών Συμφωνίας Δανείου και το ότι, παρά τη μη πληρωμή δόσεων του δανείου, ουδέποτε αυτό τερματίστηκε ή αναζητήθηκε η πληρωμή ολόκληρου του οφειλόμενου ποσού, αναπόφευκτο συμπέρασμα είναι ότι το ποσό του δανείου, για το οποίο εκδόθηκε το Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών, δεν ήταν, κατά την ημερομηνία της αίτησης, άμεσα πληρωτέο. Και επομένως, δεν μπορούσε να αποτελεί επιλέξιμο χρέος για το οποίο να μπορούσε να εκδοθεί το υπό κρίση Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών.»

 

          Δεν χρειάζεται να λεχθούν πολλά περαιτέρω. Ούτε στην υπό κρίση περίπτωση υπήρξε, με βάση τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, είτε τερματισμός είτε αναζήτηση πληρωμής ολόκληρου του οφειλόμενου ποσού, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί άμεσα πληρωτέο. Η δε πιο πάνω ερμηνεία που το πρωτόδικο Δικαστήριο απέδωσε στη νομοθετική ρύθμιση, με κάθε σεβασμό, βρίσκουμε ότι προσκρούει στην ξεκάθαρη πρόθεση, τότε, του νομοθέτη περί «άμεσα πληρωτέου» ποσού.

 

          Έπεται ότι βάσιμοι προκύπτει να είναι οι λόγοι έφεσης. Η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση, στο μέρος που δεν αφορά τα έξοδα, παραμερίζεται.

 

          Με βάση δε, τις ως άνω διαπιστώσεις, αναπόφευκτη καθίσταται η ακύρωση του εκδοθέντος Διατάγματος Απαλλαγής Οφειλών. Ανάλογη είναι η διαταγή μας. Ως προς τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας, δεδομένης της φύσης της και της μη ουσιαστικής εμπλοκής του εφεσίβλητου σ' αυτήν, αντιπροσωπευόμενου αυτοπροσώπως, επικυρώνεται η μη διαταγή για έξοδα.

 

          Ως προς τα έξοδα της έφεσης, επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων και εναντίον του εφεσίβλητου €2.500.-, πλέον ΦΠΑ (εάν υπάρχει), ως έξοδα.

 

 

Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.              Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ. Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο