ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Ποινική Έφεση Αρ.: 20/25)

 

10 Φεβρουαρίου 2025

[Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]

                                    1.    ΚΡΙΣΤΗ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ

                                    2.    ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΕΤΡΟΥ

Εφεσείοντες

v.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Εφεσίβλητης

‑‑‑‑‑‑‑-------------‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑-----‑‑‑‑‑‑‑‑‑-----

Κ. Ανδρέου, για τους Εφεσείοντες

Α. Αντωνίου για Γενικόν Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη

 

        ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από την Παπαδοπούλου, Δ.


Α Π Ο Φ Α Σ Η

        ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Οι Εφεσείοντες, κατηγορούμενοι 2 και 3 αντίστοιχα,  παραπέμφθηκαν σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λάρνακας όπου αμφότεροι αντιμετωπίζουν κατηγορίες συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος (Κατηγορία 1) και παροχής συνδρομής για τη διαφυγή προσώπου που τελεί υπό νόμιμη κράτηση (Κατηγορία 3). Επιπλέον η Εφεσείουσα 1 αντιμετωπίζει την κατηγορία της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (Κατηγορία 7) και ο Εφεσείων  2 τις κατηγορίες της κατάχρησης εξουσίας ως μέλος της Αστυνομίας (Κατηγορία 4) και των συναλλαγών με αντιπροσώπους οι οποίες υποδηλώνουν διαφθορά (Κατηγορία 5). Η Αστυνομία υπέβαλε αίτημα για κράτηση και των δύο Εφεσειόντων στη βάση του κινδύνου φυγοδικίας και του κινδύνου επηρεασμού μαρτύρων. Το παραπέμψαν Δικαστήριο με απόφαση του ενέκρινε το αίτημα καταλήγοντας ότι συνέτρεχαν αμφότεροι οι πιο πάνω κίνδυνοι.

 

        Η Πρωτόδικη Απόφαση προσβάλλεται (μετά την απόσυρση του Πρώτου Λόγου Έφεσης), με εννέα Λόγους Έφεσης, ειδικότερα προβάλλεται ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο: (i) Παρερμήνευσε θέση της Υπεράσπισης σε σχέση με την πιθανότητα καταδίκης (Λόγος Έφεσης 2), (ii) Δεν αξιολόγησε ορθά τη βαρύτητα των δεσμών των Εφεσειόντων με τη Δημοκρατία και απομόνωσε τη σοβαρότητα των αδικημάτων (Λόγοι Έφεσης 3 και 4), (iii) Δεν αποτίμησε αυτόν καθ' αυτόν τον κίνδυνο φυγοδικίας αλλά προέβη στην αποτίμηση γενικών ενδεχομένων, περιλαμβανομένου του κινδύνου διαφυγής μέσω των κατεχομένων περιοχών (Λόγοι Έφεσης 5 και 6), (iv) Εσφαλμένα έκρινε ότι ο χρόνος κράτησης μέχρι την εμφάνιση των Εφεσειόντων δεν είναι υπερβολικός (Λόγος Έφεσης 7), (v) Εσφαλμένα κατέληξε ότι υπήρξε κίνδυνος επηρεασμού μαρτύρων, ο οποίος συνάγεται από τον προσχεδιασμό της όλης εγκληματικής ενέργειας (Λόγοι Έφεσης 8 και 9), και (vi) Εσφαλμένα δεν αιτιολόγησε τις εναλλακτικές λύσεις που προτάθηκαν από την Υπεράσπιση.

 

        Ενώπιον μας ο ευπαίδευτος συνήγορος για τους Εφεσείοντες δήλωσε ότι δεν αμφισβητεί ούτε τη σοβαρότητα των αδικημάτων που  αντιμετωπίζουν οι Εφεσείοντες, ούτε και το ότι με βάση το ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου μαρτυρικό υλικό, κρινόμενο ασφαλώς στην όψη του, δικαιολογείτο και η κατάληξη περί πιθανότητας καταδίκης τους. Ουσιαστικά, όσον αφορά στον κίνδυνο φυγοδικίας, εστίασε στην ύπαρξη ισχυρών δεσμών των Εφεσειόντων με την Κύπρο ώστε να θεωρείται απομακρυσμένο το ενδεχόμενο φυγοδικίας.

 

        Όσον αφορά στον Δεύτερο Λόγο Έφεσης, είναι πάγια νομολογημένο ότι στο στάδιο αυτό το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε αξιολόγηση του μαρτυρικού υλικού. Υπενθυμίζουμε ότι το Δικαστήριο σε αυτό το στάδιο εξετάζει το μαρτυρικό υλικό στην όψη του, με μόνο σκοπό να ελέγξει το ενδεχόμενο καταδίκης, χωρίς δηλαδή να εξετάζει θέματα αποδεκτότητας μαρτυρίας ή αξιοπιστίας μαρτύρων ή πιθανές υπερασπίσεις και χωρίς συμπεράσματα ή οριστικές απαντήσεις σε ερωτήματα (Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 290/24, ημερ. 9.12.2024, Μαλά v. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 135, Γιωργαλλίδης ν. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 526). Συναφώς, το γεγονός ότι υπήρχε διαφορά μεταξύ των δύο καταθέσεων που έδωσε ο συγκατηγορούμενος των Εφεσειόντων δεν ήταν παράγοντας που μπορούσε να επηρεάσει ιδιαίτερα, εφόσον υπήρχε ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου μαρτυρία συγκατηγορούμενου (ο οποίος κατηγορείται ότι απέδρασε), η οποία τους ενέπλεκε και την οποία εξέτασε, ως καταγράφει, σε συνάρτηση με «εκτεταμένη περιστατική μαρτυρία αναφορικά με συναλλαγές, επαφή και επικοινωνία μεταξύ των Κατηγορούμενων που εμπλέκει τους Κατηγορούμενους 2 και 3 στην συνδρομή βοήθειας προς τον Κατηγορούμενο 1». Κατ' επέκταση, και με δεδομένη τη δήλωση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για τους Εφεσείοντες ως προς την πιθανότητα καταδίκης, ο Δεύτερος Λόγος Έφεσης δεν μπορεί να πετύχει.

 

        Κρίνουμε χρήσιμο να εξετάσουμε πρώτα τους Λόγους Έφεσης που αφορούν στον κίνδυνο επηρεασμού μαρτύρων, αφού τυχόν κρίση περί ύπαρξης τέτοιου κινδύνου θα είναι καταλυτική ως προς το αποτέλεσμα της Έφεσης. Όπως λέχθηκε στην Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109:

 

        «.. από τη στιγμή που διαπιστώνεται η πιθανότητα διάπραξης νέων αδικημάτων και η πιθανότητα επηρεασμού μαρτύρων δεν παρέχεται πεδίο εξέτασης της εξασφάλισης της παρουσίας του κατηγορουμένου με εγγυήσεις. Η διασφάλιση της απρόσκοπτης πορείας της δικαιοσύνης και η αποτροπή διάπραξης νέων αδικημάτων αποτελούν ζητήματα υψίστου δημοσίου συμφέροντος έναντι των οποίων πρέπει να υποχωρούν τα συμφέροντα των κατηγορουμένων περιλαμβανομένου και εκείνου της ατομικής ελευθερίας».

 

        Στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Bourel κ.ά., Ποιν. Έφ. 206/21 κ.ά., ημερ. 28.12.2021 τέθηκαν οι αρχές που διέπουν την εξέταση αιτήματος για κράτηση στη βάση του κινδύνου επηρεασμού μαρτύρων:

 

        «Εκείνο που εξετάζει το Δικαστήριο όσον αφορά τον κίνδυνο επηρεασμού μαρτύρων είναι κατά πόσο οι φόβοι της Αστυνομίας για τέτοιο επηρεασμό είναι εύλογα δικαιολογημένοι στη βάση, βεβαίως, της μαρτυρίας που τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου (Σιημητρά ν. Αστυνομίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 397). Κριτήριο είναι οι πιθανοί κίνδυνοι να επηρεαστούν μάρτυρες. Στη Μακαρίτης ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 90, τονίστηκε πως η Κατηγορούσα Αρχή δεν έχει υποχρέωση να αποδείξει ότι θα υπάρξει επηρεασμός μαρτύρων κατηγορίας αν ο κατηγορούμενος αφεθεί ελεύθερος. Το Δικαστήριο θα διατάξει την κράτηση ενός υποδίκου, αν ικανοποιηθεί ότι υπάρχουν ουσιαστικοί λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν σε συμπέρασμα ότι υπάρχει κίνδυνος/πιθανότητα επηρεασμού μαρτύρων Το ζητούμενο δεν είναι αν θα υπάρξει επηρεασμός μαρτύρων αλλά η πιθανολόγηση επηρεασμού μαρτύρων (Χολίεφ ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 302/2018, ημερ. 4/2/2019, ECLI:CY:AD:2019:B31, ECLI:CY:AD:2019:B31). Ο κίνδυνος επηρεασμού μαρτύρων δεν αποτιμάται ως να είναι η δίκη του ατόμου, αλλά περί πιθανότητας ο λόγος, δικαιολογημένης βεβαίως, όπως έχει λεχθεί, μεταξύ άλλων στη Χριστούδια ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 689, Μακαρίτης ν. Δημοκρατίας, πιο πάνω, Φανιέρος ν. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 472 και Χουσεΐν ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 80/2019, ημερ.8/7/2019. Η προσπάθεια ή η εκδήλωση επηρεασμού μαρτύρων σαφώς και καθιστά τον εν λόγω κίνδυνο υπαρκτό».

 

        Στη Ζορπάς ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 103/24, ημερ. 3.6.2024 αναφέρθηκε ότι, ναι μεν μια γενική δήλωση ότι κατηγορούμενος θα επέμβει στην πορεία της δικαιοσύνης δεν είναι αρκετή, αλλά από την άλλη δεν απαιτείται απόδειξη ότι θα υπάρξει επηρεασμός μαρτύρων. Όπως δε, λέχθηκε στην Μακαρίτης ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 90, η Κατηγορούσα Αρχή δεν έχει την υποχρέωση να αποδείξει ότι θα υπάρξει επηρεασμός μαρτύρων κατηγορίας αν ο κατηγορούμενος αφεθεί ελεύθερος. Το Δικαστήριο θα διατάξει την κράτηση ενός κατηγορουμένου αν ικανοποιηθεί ότι υπάρχουν ουσιαστικοί λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν σε συμπέρασμα ότι υπάρχει κίνδυνος επηρεασμού μαρτύρων. Όπως λέχθηκε και στην Χριστούδια ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 689  «.εκείνο που πρέπει να εξετάσει το Δικαστήριο είναι κατά πόσο οι φόβοι της Αστυνομίας για την ύπαρξη τέτοιου κινδύνου είναι «εύλογα δικαιολογημένοι με βάση τα υπάρχοντα δεδομένα».

 

        Δεν αμφιβάλλουμε ότι, στις κατάλληλες περιπτώσεις, η ύπαρξη του κινδύνου επηρεασμού μαρτύρων είναι δυνατόν  να εκληφθεί με βάση  τα ίδια τα περιστατικά της υπόθεσης ως  εύλογα δικαιολογημένη. Η παρούσα όμως δεν ήταν μία τέτοια περίπτωση. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο στηρίχθηκε απλώς στην επαγγελματική ιδιότητα του κάθε  Εφεσείοντος, καταλήγοντας ότι την είχαν χρησιμοποιήσει για να ενεργήσουν με τρόπο που καταδεικνύει «πονηριά». Η κατάληξη αυτή αποτελούσε ανεπίτρεπτο άλμα και δεν δικαιολογείτο μόνο από τα όσα είχαν τεθεί ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου.

 

        Ως εκ τούτου οι Λόγοι Έφεσης 8 και 9 επιτυγχάνουν.

 

        Στρεφόμενοι στους Λόγους Έφεσης που αφορούν στον κίνδυνο φυγοδικίας (Λόγοι Έφεσης 3 έως 6) επαναλαμβάνουμε την καλά εδραιωμένη αρχή ότι το πεδίο επέμβασης του Εφετείου στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι περιορισμένο και το Εφετείο δεν επεμβαίνει παρά μόνο εκεί όπου διαπιστώνεται ότι η εξουσία αυτή δεν ασκήθηκε κατά τρόπο δικαστικό, είτε διότι εμφιλοχώρησαν εξωγενή στοιχεία, είτε επειδή παραγνωρίστηκαν κριτήρια που καθορίστηκαν από τη νομολογία ως προαπαιτούμενα (βλ. Dydi κ.ά. v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 103/20 κ.ά., ημερ. 3.9.2020).

       

        Δεν θα συμφωνήσουμε ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο απομόνωσε τη σοβαρότητα και τη φύση των αδικημάτων (Λόγος Έφεσης 4) ή ότι προέβη στην αποτίμηση γενικών ενδεχομένων χωρίς να αποτιμήσει τον κίνδυνο φυγοδικίας (Λόγος Έφεσης 5). Προκύπτει από το ίδιο το κείμενο της Απόφασης ότι το Δικαστήριο κατέγραψε όσα του είχαν αναφερθεί σε σχέση με τις προσωπικές συνθήκες των Εφεσειόντων, καταλήγοντας παρά ταύτα ότι ο κίνδυνος φυγοδικίας υφίστατο.

 

        Εντούτοις, θεωρούμε ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε στην βαρύτητα που έδωσε στις συγκεκριμένες προσωπικές περιστάσεις και δεσμούς των συγκεκριμένων Εφεσειόντων με την Κύπρο. Αποτελεί εδραιωμένη αρχή, την οποία κατέγραψε και το ίδιο το Πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι ο κανόνας πως οι υπόδικοι αφήνονται ελεύθεροι κάμπτεται μόνο εφόσον συντρέχουν συγκεκριμένοι κίνδυνοι. Στην Πρωτόδικη Απόφαση σημειώνονται μεν οι δεσμοί εκάστου Εφεσείοντος με την Κύπρο, όμως η μόνη αιτιολογία ως προς το γιατί αυτοί δεν ήσαν ικανοποιητικοί για να αποτρέψουν τους Εφεσείοντες από το να φυγοδικήσουν ήταν ότι «δεν μπορούν οι προσωπικές συνθήκες και οι δεσμοί των Κατηγορούμενων με την Κύπρο να επενεργούν ως ασπίδα ώστε να υπερφαλαγγιστεί η σοβαρότητα των αδικημάτων και κατ' επέκταση να εξαλείψουν τον κίνδυνο φυγοδικίας τους». Δεν έγινε, συναφώς, η απαραίτητη συνεκτίμηση όλων των αντικειμενικών και υποκειμενικών δεδομένων, για να αποτιμηθεί η πιθανότητα να διαφύγουν οι συγκεκριμένοι Εφεσείοντες. Όπως αναφέρθηκε στην  Θεοχάρους κ.ά. ν. Δημοκρατίας, (2002) 2 Α.Α.Δ. 48:

 

        «Το εγχείρημα συνίσταται όχι απλώς στην αποτίμηση γενικών ενδεχομένων από την κατ΄ ισχυρισμόν διάπραξη αδικήματος ορισμένης σοβαρότητας για το οποίο μπορεί να καταδικαστεί ο κατηγορούμενος αλλά στην αποτίμηση της πιθανότητας να διαφύγει ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος».

(Έμφαση δοθείσα)

 
        Όπως τέθηκε, αμφότεροι οι Εφεσείοντες είναι Κύπριοι πολίτες, η Εφεσείουσα 1 εργάζεται ως δικηγόρος και ο Εφεσείων 2 ως Αστυνομικός και είναι και οι δύο ιδιοκτήτες ακίνητης περιουσίας στην Κύπρο. Η Εφεσείουσα 1 είναι μονογονιός και ο Εφεσείων 2 πατέρας τριών παιδιών, ενώ φροντίζει και την άρρωστη μητέρα του. Ούτε και τέθηκε οποιαδήποτε σχέση των Εφεσειόντων με κάποια άλλη χώρα πλην της Κύπρου.

 

        Στη βάση των ιδιαίτερων περιστάσεων της υπόθεσης και ιδίως επειδή δεν έχει εξεταστεί δεόντως το ζήτημα από το πρωτόδικο Δικαστήριο στη βάση των καθιερωμένων αρχών, θεωρούμε ότι οι δεσμοί των Εφεσειόντων με την Κύπρο και οι προσωπικές τους περιστάσεις θα μπορούσαν να γείρουν την πλάστιγγα υπέρ της απόλυσης υπό όρους. Ζυγίζοντας τα όσα καταγράφονται πιο πάνω με τη σοβαρότητα των αδικημάτων που αντιμετωπίζουν θεωρούμε πως η όποια σκέψη διαφυγής είναι μειωμένη.

 

        Στη βάση των πιο πάνω ο Λόγος Έφεσης 3 επιτυγχάνει. Η κατάληξη μας αυτή καθιστά αχρείαστη την εξέταση των λοιπών Λόγων Έφεσης. Οι Εφεσείοντες 1 και 2 αφήνονται ελεύθεροι υπό τους πιο κάτω όρους:

 

        1.    Θα καταθέσει έκαστος ποσόν €15.000 σε μετρητά.

        2.    Θα παραδώσουν όλα τα ταξιδιωτικά τους έγγραφα στην Αστυνομία.

        3.    Το όνομά τους θα τεθεί στον κατάλογο προσώπων των οποίων απαγορεύεται η έξοδος από τη Δημοκρατία (stop list) και ή η διέλευση στις Κατεχόμενες περιοχές.

        4.    Θα παρουσιάζονται στον Αστυνομικό Σταθμό Κιτίου κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή μεταξύ των ωρών 17:00‑20:00.

 

 

                                                                            Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.

 

 

                                                                            Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.

 

 

                                                                            Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο