ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Αίτηση Αρ.: 14/2024)
6 Φεβρουαρίου 2025
[Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΛΟΪΖΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ
Αιτητής
v.
1. KMT VIP TRANSPORTATION LTD
2. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΟΛΗΣ
Καθ' ων η Αίτηση
-------------------------------------------------------
Αίτηση ημερ. 22.11.24 για Παράταση Προθεσμίας Έφεσης
Χ. Νεοφύτου για Νεοφύτου & Νεοφύτου Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή
Α. Αντωνίου για Κούσιος Κορφιώτης Παπαχαραλάμπους Δ.Ε.Π.Ε., για τους Καθ' ων η Αίτηση
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Ο Αιτητής ήταν ο κατήγορος εναντίον των Καθ' ων σε ιδιωτική ποινική υπόθεση για πρόκληση μη εξόφλησης επιταγής, η οποία υπόθεση πρωτοδίκως ολοκληρώθηκε στις 10.9.24 με την έκδοση αθωωτικής απόφασης. Ο Αιτητής καταχώρισε εμπρόθεσμα έφεση, πλην όμως χωρίς να είχε εξασφαλίσει την απαραίτητη έγκριση του Γενικού Εισαγγελέως (Ποιν. Εφ. 245/24). Το πρόβλημα το υποδείξαμε στους συνηγόρους του κατά την προδικασία της εν λόγω έφεσης στις 29.10.24. Παρά ταύτα όμως η έφεση δεν απεσύρθη την ημέρα εκείνη. Κατόπιν αιτήματός τους ορίστηκε στις 20.11.24, οπότε και απεσύρθη, άνευ βλάβης. Όπως είχε δηλωθεί, στο ενδιάμεσο είχαν εξασφαλίσει την έγκριση του Γενικού Εισαγγελέως και θα αποτείνοντο πλέον για εξασφάλιση παράτασης, με στόχο την καταχώριση νομότυπης έφεσης.
Η παρούσα συνιστά την αίτηση του Αιτητή για την παράταση. Στην πρώτη συνοδεύουσα την αίτηση ένορκη δήλωση, η εκ των δικηγόρων του, κα Νικολαΐδη‑Ταμπούρη, παραθέτει το ιστορικό, εξηγεί ότι εκ παραδρομής αρχικά είχε καταχωριστεί έφεση χωρίς τη λήψη της έγκρισης του Γενικού Εισαγγελέως και επισυνάπτοντας την εξασφαλισθείσα στις 11.11.24 έγκριση (Τεκμήριο Β), επισημαίνει ότι ο Αιτητής δεν επέδειξε ποτέ αδιαφορία και ότι οι Καθ' ων δεν θα υποστούν οποιαδήποτε βλάβη από τυχόν έγκριση της παρούσας.
Σε δική του, δεύτερη υποστηρικτική, ένορκη δήλωση ο ίδιος ο Αιτητής εκφράζει αφενός τη συμφωνία του με όσα αναφέρουν οι συνήγοροί του και αφετέρου τη θέση του ότι έχει σοβαρούς λόγους για να πετύχει την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης.
Οι Καθ' ων καταχώρισαν ένσταση, προβάλλοντας 10 λόγους προς απόρριψη της αίτησης, οι οποίοι συνοψίζονται στο ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Νόμου και της Νομολογίας για την έγκρισή της, ότι δεν υπήρξε ουσιαστική αδυναμία καταχώρισης της έφεσης, ότι υπήρξε υπέρμετρη αργοπορία και ότι δεν είναι προς το δημόσιο συμφέρον να εγκριθεί παράταση. Η ένσταση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση του Καθ' ου 2, ο οποίος παραθέτει επίσης το ιστορικό και υποστηρίζει ότι υπήρχε κάθε δυνατότητα καταχώρισης εμπρόθεσμα της έφεσης.
Οι σχετικές με αιτήματα παράτασης νομολογιακές αρχές είναι πολύ καλά γνωστές. Για σκοπούς της παρούσας αρκούμαστε στην παράθεση από την υπόθεση Rolandos Enterprises Public Ltd κ.ά. v. Frou Frou Investments Ltd, Ποιν. Αίτ. 5/20, ημερ. 3.2.21, του ακόλουθου αποσπάσματος:
«Διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να παρατείνει το χρόνο καταχώρισης έφεσης δυνάμει του άρθρου 134 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, ασκείται κατόπιν απόδειξης «βάσιμου λόγου» στη βάση των γεγονότων της κάθε υπόθεσης και συναρτάται με τα συμφέροντα της δικαιοσύνης. Θεωρούμε χρήσιμο να υπομνήσουμε τη βασική νομολογιακή αρχή ότι παράταση δίδεται όταν συντρέχει ουσιαστική αδυναμία του εφεσείοντα να ενεργήσει έγκαιρα και ορθά για την καταχώριση έφεσης (βλ. Komurgu & Άλλος ν. Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ 83), τα χρονικά δε πλαίσια που θέτει ο νομοθέτης για τη λήψη δικονομικών μέτρων είναι σημαντικά και σχετίζονται με το δημόσιο συμφέρον που συνυπάρχει στην τελεσιδικία και στο τελέσφορο της διαδικασίας.
Οι σχετικές αρχές επαναλήφθηκαν πρόσφατα από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση LGS HANDLING LTD, Ποιν. Αιτ. 22/2018, ημερ. 22 Φεβρουαρίου 2019, ECLI:CY:AD:2019:B125, ECLI:CY:AD:2019:B125 στην οποία λέχθηκε ότι:
".η προεξάρχουσα αρχή που λαμβάνεται υπόψη είναι η ανάγκη για τελεσιδικία χάριν του δημοσίου συμφέροντος. Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου για τη χορήγηση παράτασης χρόνου ασκείται με φειδώ και λαμβάνει υπόψη τους λόγους αδυναμίας έγκαιρης καταχώρησης της έφεσης, τόσο κατά το χρόνο εντός του οποίου έπρεπε αυτή να είχε καταχωρηθεί, όσο και κατά τη διάρκεια της περιόδου από την εκπνοή της προθεσμίας, μέχρι την καταχώρηση της αίτησης για παράταση, (Delincyp Company Ltd v. Wogang κ.ά. Ποινική Αίτηση υπ' αρ. 10/2018, ημερ. 15.10.2018). Η αδυναμία καταχώρησης πρέπει να είναι ουσιαστική και πρέπει να εμπίπτει εντός του εξαιρετικού εκείνου μέτρου το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί ως αντισταθμίζον την ανάγκη για τελεσιδικία, (Δημοκρατία ν, Γεωργίου Ποινική Αίτηση αρ. 9/2015, ημερ. 26.1.2016 και Λουκαΐδης ν. Αστυνομικής Διεύθυνσης Λευκωσίας, Ποινική Αίτηση αρ. 15/2017, ημερ. 13.3.2018, ECLI:CY:AD:2018:B107), ECLI:CY:AD:2018:B107."
Αν οι συνθήκες της υπόθεσης το δικαιολογούν, το δικαστήριο μπορεί, χαλαρώνοντας τον κανόνα, να δεχθεί το αίτημα για παράταση (Ηλιάδη ν. Δήμου Λάρνακας (1996) 2 ΑΑΔ 236)».
Ας σημειωθεί πως στην πιο πάνω υπόθεση η κατάληξη του Εφετείου ήταν πως «[Ο]ι δικηγόροι των Αιτητών όφειλαν να υπολογίζουν ορθά το χρόνο και, εφόσον έκριναν ότι η εντολή του Αιτητή 2 για την καταχώριση της έφεσης ήταν απαραίτητη, να επιδιώξουν να την εξασφαλίσουν έγκαιρα», παράλειψη η οποία και οδήγησε στην απόρριψη της αίτησης για παράταση. Το επισημαίνουμε δε, διότι και στην κρινόμενη εδώ περίπτωση ο μόνος λόγος ο οποίος προβάλλεται για τη μη καταχώριση έγκαιρα νομότυπης έφεσης είναι η παράλειψη εξασφάλισης της απαραίτητης έγκρισης του Γενικού Εισαγγελέως. Η οποία παράλειψη, ως θέμα λογικής δεν μπορεί αυστηρώς ομιλούντες, να αποδοθεί στον ίδιο τον Αιτητή. Αναμφίβολα πρόκειται για σφάλμα των συνηγόρων του, ως και οι ίδιοι αποδέχονται μέσω της δηλούσας δικηγόρου του γραφείου τους («εκ παραδρομής»).
Η γενικότερη νομολογιακή αρχή, ως έχει τονιστεί στην Βαρδιάνος v. Richards (1998) 1(Β) Α.Α.Δ. 698, είναι πως «[Ο] διάδικος δεν μπορεί, κατά κανόνα, να προβάλλει το λάθος, αμέλεια ή παράλειψη του δικηγόρου του για να πετυχαίνει την παράταση προθεσμιών ή την αναγέννηση δικαστικών διαδικασιών. Θα αποτελούσε εύσχημο τρόπο υπερφαλάγγισης των δικονομικών διατάξεων» (βλ. και Επί τοις αφορώσι τον Φ.Μ., Ποιν. Αίτ. 6/22, ημερ. 4.10.22, η οποία αφορούσε επίσης αίτηση παράτασης). Η αρχή αυτή έτυχε εφαρμογής κατά την απόρριψη παρόμοιου αιτήματος στην Andreou v. Republic (1972) 2 C.L.R. 4, όταν εξαιτίας εσφαλμένης αντίληψής του ο συνήγορος καθυστέρησε κατά μια μέρα να παρουσιάσει την έφεσή του στον πρωτοκολλητή («...counsel for the Applicant erroneously thought that one of the Sundays would not count in computing the time‑limit»).
Υπήρξαν όμως και περιπτώσεις στις οποίες το σφάλμα δικηγόρου υπό τις περιστάσεις κρίθηκε ως ικανοποιητικός λόγος για την παράταση (βλ. Αστυνομικός Διευθυντής Λεμεσού v. Heavens Garden Water Park Ltd κ.ά. (2004) 2 Α.Α.Δ. 194). Σε καμμιά περίπτωση όμως η επίκληση σφάλματος δεν αποτελεί αφ' εαυτού και αυτομάτως βάσιμο λόγο για παράταση (Pavlou v. Cacoyiannis (1963) 2 C.L.R. 405). Όπως είχε λεχθεί στην υπόθεση Eurohouse Finance Ltd κ.ά. v. Αστυνομικού Διευθυντή Επαρχίας Λεμεσού (2000) 2 Α.Α.Δ. 52:
«Όχι μόνο αδυναμία, οφειλόμενη σε ασθένεια του δικηγόρου, αλλά και σφάλμα του δικηγόρου θα μπορούσε να θεμελιώσει αίτηση για παράταση, νοουμένου ότι καταφαίνεται ότι η αδυναμία ή το σφάλμα επέδρασε ουσιωδώς, καθ' όλη τη διάρκεια του κρίσιμου χρόνου, ως παράγοντας ανασταλτικός της άσκησης έφεσης. Η παράλειψη πρέπει να αιτιολογείται τόσο σε σχέση με το χρόνο που αφορά την προθεσμία για την άσκηση έφεσης όσο και με το κενό που μεσολαβεί μεταξύ της εκπνοής του και της υποβολής του αιτήματος για την παράτασή του».
Στη δε παλαιότερη υπόθεση Χόππης v. Παναγή (1993) 1 Α.Α.Δ. 140 είχε τονιστεί πως ο αποκλειστικός οδηγός για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας για παράταση είναι το συμφέρον της δικαιοσύνης, καθώς και ότι «[Ό]σο μικρότερο είναι το χρονικό διάστημα που διαρρέει μεταξύ της εκπνοής της προθεσμίας και της κίνησης του μηχανισμού για παράταση ανάλογα μεγαλύτερη είναι και η πιθανότητα αποδοχής του αιτήματος».
Στις πιο πάνω δύο υποθέσεις βασίστηκε το Εφετείο στην προαναφερθείσα υπόθεση Αστυνομικός Διευθυντής Λεμεσού v. Heavens Garden Water Park Ltd κ.ά. (ανωτέρω) για να εγκρίνει παράταση όταν υπήρξε καθυστέρηση μιας ημέρας για έφεση κατά της αθώωσης σε θανατηφόρο εργατικό ατύχημα, αφού δέχθηκε ότι υπήρξε σύγχυση σε σχέση με δύο ποινικούς φακέλους που χειριζόταν τις ίδιες μέρες η υπεύθυνη δικηγόρος της Δημοκρατίας. Ήταν φανερό ότι στην απόφαση επέδρασε η αμελητέα καθυστέρηση και κυρίως η φύση της υπόθεσης σε συνδυασμό με το συμφέρον της δικαιοσύνης.
Επιστρέφοντας στα γεγονότα της παρούσας, τονίζουμε ότι άμεσα συνυφασμένο με τα πιο πάνω είναι το ότι μετά τις 29.10.24, που το Εφετείο υπέδειξε την απουσία της έγκρισης του Γενικού Εισαγγελέως, παρήλθε και περαιτέρω διάστημα άλλων 23 ημερών μέχρι την καταχώριση της αίτησης για παράταση. Ειδικότερα, παρήλθαν 10 μέρες μέχρι την υποβολή του αιτήματος στον Γενικόν Εισαγγελέα στις 8.11.24, καθώς και άλλες 11 ημέρες από την εξασφάλιση της έγκρισής του στις 11.11.24, μέχρι την υποβολή της παρούσας στις 22.11.24.
Μας έχει λεχθεί πως όλος αυτός ο άπρακτος χρόνος οφείλεται στο ότι εκκρεμούσε η καταχωρισθείσα χωρίς έγκριση αρχική έφεση. Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε πως αυτό συνιστούσε βάσιμο λόγο για όλη αυτή την καθυστέρηση. Κατ' αρχάς δεν δικαιολογείται η πάροδος 10 ημερών μέχρι την παράδοση μιας σύντομης επιστολής στον Γενικό Εισαγγελέα με επισυνημμένο αντίγραφο των λόγων έφεσης οι οποίοι υπήρχαν ήδη. Κατά δεύτερον είναι γνωστό ότι η έφεση κατά αθωωτικής απόφασης σε ιδιωτική ποινική υπόθεση είναι εξ υπαρχής άκυρη αν έχει καταχωριστεί χωρίς έγκριση του Γενικού Εισαγγελέως (βλ. Χατζημάμας v. Damalona Ltd κ.ά. (2009) 2 Α.Α.Δ. 11). Μια τέτοια εξ υπαρχής άκυρη διαδικασία θα μπορούσε (ή και έπρεπε) να αποσυρθεί αμέσως ή τις επόμενες ημέρες και εν πάση περιπτώσει η ύπαρξη ενός άκυρου μέτρου δεν αποτελούσε βάσιμο λόγο ούτε για την πάροδο 10 ημερών μέχρι την επιστολή προς τον Γενικόν Εισαγγελέα ούτε για την πάροδο άλλων 11 ημερών μέχρι την υποβολή της αίτησης για παράταση. Από αυτής της πλευράς εντοπίζονται ομοιότητες με την υπόθεση E & G Electricplus Ltd v. Ορφανίδης Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Ποιν. Αίτ. 5/18, ημερ. 16.5.18, ECLI:CY:AD:2018:B234, στην οποία το γεγονός ότι παρήλθαν έξι μέρες από τη λήξη της προθεσμίας μέχρι την εξασφάλιση της έγκρισης και την υποβολή αίτησης για παράταση, αποτέλεσε τη βάση για απόρριψη της αίτησης για παράταση.
Τα σχετικά όρια εντός των οποίων πρέπει να καταχωρείται η έφεση πρέπει να τηρούνται αυστηρά. Είναι σε πολύ εξαιρετικές περιπτώσεις και μόνον αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί από τον αιτητή ότι πραγματικά υπάρχει εύλογη αιτία, που μπορεί να επιτρέψει την παράταση (Λάππα v. Αστυνομίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 228). Δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι η παρούσα συνιστά εξαιρετική περίπτωση στην οποία να έχει καταδειχθεί τέτοια εύλογη αίτια.
Στη βάση όλων των πιο πάνω κρίνουμε πως δεν έχει καταδειχθεί βάσιμος λόγος για παράταση. Ως εκ τούτου η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα €800 συν Φ.Π.Α. προς όφελος των Καθ' ων η Αίτηση και εις βάρος του Αιτητή.
Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.
Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.
Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ.