ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 278/2024)

 

8 Ιανουαρίου 2025

 

[Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

SHIMON MISTRIEL AYKOUT

Εφεσείων

 

v.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εφεσίβλητης

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 317/2024)

 

SHIMON MISTRIEL AYKOUT

Εφεσείων

 

v.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εφεσίβλητης

 

---------------------------------------------------------

 

Ν. Χαραλαμπίδου (κα) για Νικολέττα Χαραλαμπίδου Δ.Ε.Π.Ε. και Μ. Νεοφύτου (κα) για Μ. Νεοφύτου Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσείοντα

Α. Αριστείδης για Γενικόν Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη

 

        ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(Ex Tempore)

 

        ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Ο Εφεσείων αντιμετωπίζει ενώπιον του Κακουργοδικείου Λευκωσίας 242 κατηγορίες οι οποίες αφορούν δόλιες συναλλαγές σε ακίνητη περιουσία άλλων, παράνομη κατοχή και νομή γης άλλων, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και συνωμοσίες εν σχέσει με τα προαναφερθέντα αδικήματα.

 

        Προτού απαντήσει στο κατηγορητήριο, προέβαλε προδικαστικές ενστάσεις ισχυριζόμενος ότι επειδή οι επίδικες περιουσίες ευρίσκονται στα Κατεχόμενα, άρα σε μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές, έπεται ότι η Δημοκρατία δεν έχει κανονιστική δικαιοδοσία ή δικαιοδοσία επιβολής σε σχέση με τα ακίνητα, οπότε η άσκηση ποινικής δικαιοδοσίας από το Κακουργοδικείο είναι παράνομη αφού αρμοδιότητα έχουν μόνο τα ούτω καλούμενα «δικαστήρια» της κατοχικής δύναμης, η δε ανάληψη δικαιοδοσίας από το Κακουργοδικείο παραβιάζει τα δικαιώματα του Εφεσείοντος (Άρθρα 5, 6 και 18 της ΕΣΔΑ).

 

        Αφού άκουσε αγορεύσεις, το Κακουργοδικείο εξέδωσε ενδιάμεση απόφαση στις 8.11.24, απορρίπτοντας τις προδικαστικές ενστάσεις. Εναντίον της απόφασης ο Εφεσείων καταχώρισε την υπ' αρ. 278/24 έφεση στις 18.11.24.

 

        Σε επόμενη δικάσιμο, και πάλι προτού απαντήσει στο κατηγορητήριο, ο Εφεσείων ήγειρε και άλλη ένσταση, ισχυριζόμενος ότι η υπόθεση συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας και αιτούμενος την αναστολή ή τη διακοπή της σε αυτό το στάδιο. Το Κακουργοδικείο εξέτασε αυθημερόν την ένσταση και την απέρριψε, στις 20.12.24 με ενδιάμεση απόφασή του. Εναντίον αυτής της απόφασης ο Εφεσείων καταχώρισε την υπ' αρ. 317/24 στις 30.12.24.

 

        Εν όψει της φύσης των πρωτόδικων αποφάσεων, πριν από οτιδήποτε άλλο ζητήσαμε με τη σειρά μας προδικαστικά τις απόψεις των συνηγόρων ως προς το κατά πόσον οι δύο πιο πάνω ενδιάμεσες αποφάσεις είναι εφέσιμες. Έχουμε ακούσει με προσοχή τα όσα έχουν προβληθεί εκατέρωθεν.

 

        Το θέμα πραγματεύεται ο πρώην πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου Εντ. κ. Γεώργιος Μ. Πικής στο σύγγραμμά του «Ποινική Δικονομία στην Κύπρο», αναφέροντας στις σελ. 287 και 288 τα εξής:

 

«Υπήρξαν αμφιβολίες κατά πόσο οι πρόνοιες του Άρθρου 25(2) του Ν 14/60 παρείχαν δικαίωμα έφεσης κατά κάθε απόφασης του δικάζοντος δικαστηρίου, ανεξάρτητα από τις πρόνοιες του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου. Συν τω χρόνω αποφασίστηκε εμφαντικά ότι οι πρόνοιες του Άρθρου 25(2) πρέπει να διαβάζονται και να τυγχάνουν εφαρμογής υπό την αίρεση των προνοιών του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου. Στη Hji Demetriou v. «Telegraphos», κρίθηκε ότι ενδιάμεσες αποφάσεις πρωτόδικου Δικαστηρίου υπόκεινται σε έφεση κατά το πέρας της δίκης».

(Έμφαση δοθείσα)

 

        Και πιο κάτω:

 

«Στη Christofi v. The Police αποφασίστηκε ότι το Άρθρο 25(2) του Ν 14/60 δεν παρέχει απεριόριστο δικαίωμα έφεσης εναντίον αποφάσεων του δικάζοντος πρωτόδικου δικαστηρίου. Εκτός στον βαθμό που γίνεται ειδική πρόνοια στο Άρθρο 25(2), εφέσιμες είναι οι αποφάσεις που καθορίζει το Κεφ. 155».

(Έμφαση δοθείσα)

 

        Ουσιαστικά πρόκειται για την πρόνοια του Άρθρου 131 της Ποινικής Δικονομίας, το οποίο προβλέπει πως δεν χωρεί έφεση από απόφαση ή διάταγμα Δικαστηρίου που ασκεί ποινική δικαιοδοσία εκτός όπως προβλέπεται στον περί Ποινικής Δικονομίας Νόμο. Δεν εντοπίζουμε όμως καμμιά διάταξη του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, η οποία να επιτρέπει ή να δίδει δικαίωμα έφεσης εναντίον ενδιάμεσης απόφασης ποινικού Δικαστηρίου, με εξαίρεση τις πρόνοιες του Άρθρου 137Α, οι οποίες έχουν θεσπίσει το δικαίωμα έφεσης εναντίον απόφασης σε σχέση με την προφυλάκιση ή απόλυση ενός κατηγορουμένου μέχρι εκδίκασης της υπόθεσής του. Όπως τονίστηκε στην C.T. Tobacco Ltd κ.ά. ν. Τμήματος Τελωνείων (2003) 2 Α.Α.Δ. 212:

 

«Δεν χωρεί έφεση κατά ενδιάμεσων αποφάσεων ποινικού δικαστηρίου, δηλαδή αποφάσεων που εκδίδονται στο πλαίσιο της δίκης συναφών προς τη διεξαγωγή της (Βλ. μεταξύ άλλων Κυριάκου ν. Δήμου Έγκωμης (1992) 2 Α.Α.Δ. 414. Ευαγγέλου ν. Αστυνομίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 252)».

 

        Στην Kazaryan v. Δημοκρατίας (2016) 2(Β) Α.Α.Δ. 1000, υιοθετήθηκε η προηγούμενη νομολογία και λέχθηκε ότι:

 

«Κατά κανόνα έφεση επιτρέπεται μόνο κατά των οριστικών αποφάσεων που περατώνουν τη δίκη, τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νομοθετήματος (βλ. Ψύλλας ν. Δημοκρατίας (Αρ.2) (2002) 2 AAΔ 357)».

 

        Η τροποποίηση του 2001, με την οποία προστέθηκε το Άρθρο 137Α στον περί Ποινικής Δικονομίας Νόμο, καταδεικνύει αφ' εαυτής ότι όπου ο Νομοθέτης είχε τη βούληση να προσθέσει κάποιο ένδικο μέσο ή να διευρύνει κάποιο υφιστάμενο, το έχει πράξει. Συνεπώς δεν προσθέτει κάτι το επιχείρημα ότι ο εν λόγω Νόμος ανάγεται στην εποχή της αποικιοκρατίας και πρέπει να εκσυγχρονιστεί.

 

        Ούτε συμφωνούμε ότι υπάρχει οποιοσδήποτε επηρεασμός δικαιώματος ή παραβίαση της δίκαιης δίκης, καθότι όλα αυτά τα ζητήματα δύνανται να εγερθούν στο πλαίσιο της ακροαματικής διαδικασίας και να τύχουν εξέτασης στην όποια τελική απόφαση, εναντίον της οποίας ούτως ή άλλως υφίσταται δικαίωμα έφεσης.

 

        Παρομοίως δεν συμφωνούμε με την εισήγηση ότι η ΕΣΔΑ δημιουργεί η ίδια οποιοδήποτε ένδικο μέσο στην έννομη τάξη κάποιου κράτους (βλ. «Law of the European Convention on Human Rights», Harris, O' Boyle and Warbrick, 5η έκδοση, σ. 468: «Article 6(1) does not guarantee a right of appeal from a decision by a court complying with Article 6 in either criminal or civil rights and obligations' cases»). Πράγμα το οποίο ισχύει και για το Σύνταγμα της Δημοκρατίας, αφού όπως τονίστηκε στην C.T. Tobacco Ltd (ανωτέρω) «.το Σύνταγμα δεν κατοχυρώνει δικαίωμα έφεσης» [βλ. Attorney-General v. Georghiou (1984) 2 C.L.R. 251 (πλειοψηφία)].

 

        Στη βάση των πιο πάνω είναι προφανές ότι και οι δύο εφέσεις έχουν ασκηθεί χωρίς να υπήρχε τέτοιο δικαίωμα και ως εκ τούτου απορρίπτονται.

 

 

 

Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.

 

 

                                                                             Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.

 

 

                                                                             Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο