ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ.: 150/24)
22 Ιανουαρίου 2025
[Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ ΑΝΔΡΕΟΥ
Εφεσείων
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Εφεσίβλητης
---‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑---------------
Κ. Σιαηλής για Σιαηλής & Σιαηλή Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσείοντα
Ν. Νεοκλέους για Γενικόν Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από την Παπαδοπούλου, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο Εφεσείων αντιμετώπιζε αρχικά τέσσερεις κατηγορίες και συγκεκριμένα δύο κατηγορίες για διάρρηξη αποθήκης και δύο κατηγορίες κλοπής, μετά από προηγούμενη καταδίκη για κλοπή. Στις 23.5.2024 προστέθηκε κατηγορία για κλεπταποδοχή κατά παράβαση του Άρθρου 306(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 (εφεξής «Π.Κ.»), την οποία ο Εφεσείων παραδέχτηκε και η Κατηγορούσα Αρχή προχώρησε με την αναστολή της ποινικής δίωξης εναντίον του για τις λοιπές κατηγορίες. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο στις 3.6.2024 επέβαλε στον Εφεσείοντα άμεση ποινή φυλακίσεως 15 μηνών, η οποία και προσβάλλεται από μέρους του ως έκδηλα υπερβολική.
Από τα πρακτικά και την Πρωτόδικη Απόφαση προκύπτει ότι τα γεγονότα που περιβάλλουν την κατηγορία έχουν ως εξής:
· Μεταξύ των ημερομηνιών 16 προς 17.3.2024 και 19.3.2024 καταγγέλθηκε από τον Παραπονούμενο ότι είχε διαρρηχθεί η αποθήκη του στην Κισσόνεργα, την οποία χρησιμοποιούσε και ως γκαράζ. Ο Παραπονούμενος είχε καταφέρει να κρατήσει κάποιους αριθμούς εγγραφής οχήματος.
· Στο πλαίσιο περαιτέρω διερεύνησης της υπόθεσης, στην οικία, στο γκαράζ και σε βαν του Εφεσείοντος εντοπίστηκαν δύο κομπρεσόροι (ένας μικρός και ένας μεγάλος), ένα παλάγκο, μία μηχανή για την αλλαγή λαδιού των αυτοκινήτων, μια σιδερένια πρόσοψη αυτοκινήτου, σκελετός αυτοκινήτου και διάφορα καλώδια.
· Πέραν των πιο πάνω αντικειμένων, στην κατοχή του Εφεσείοντος υπήρξαν για μικρό χρονικό διάστημα και διάφορα εργαλεία μηχανικού, μια εργαλειοθήκη, ένα βυθόμετρο, ένα φλεξ, μια ηλεκτροκόλληση, δύο τράπανα, ένας κρίκος χεριού, ένα διαγνωστικό χειρός, πέντε καλάμια ψαρέματος, ένας τραβηκτήρας ρουλεμάν, μια γκρίζα βαλίτσα ψαρέματος και διάφορα ειδικά εξαρτήματα για αυτοκίνητα. Η συνολική αξία των αντικειμένων ανερχόταν στα €3.900.
· Τα αντικείμενα ήταν περιουσία του Παραπονούμενου και ο Εφεσείων τα κρατούσε γνωρίζοντας ότι αποτελούσαν προϊόντα κλοπής. Σε κατάθεση του ο Εφεσείων ανέφερε ότι είχε μεταβεί στην περιοχή της αποθήκης στην Κισσόνεργα κατά τον επίδικο χρόνο και παρέλαβε από τρίτα άτομα τα πιο πάνω αντικείμενα. Από τα συνολικά 17 τεκμήρια κάποια ήταν στην κατοχή του Εφεσείοντος για λίγο χρόνο, ενώ τα υπόλοιπα, που ανευρέθηκαν από την Αστυνομία στην κατοχή του, τα κατείχε για περισσότερο χρόνο.
Ο Παραπονούμενος είχε εμφανιστεί ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου και δήλωσε ότι ο Εφεσείων του επέστρεψε τα αντικείμενα που κλάπηκαν από την αποθήκη του και ότι κανένα παράπονο δεν είχε πλέον από αυτόν.
Όπως προκύπτει από την αιτιολογία του Λόγου Έφεσης 1, θέση του Εφεσείοντα αποτελεί ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε επαρκώς υπόψιν σοβαρούς μετριαστικούς παράγοντες και, ειδικότερα, το ότι ο Παραπονούμενος δεν έχει παράπονο, το ότι το αδίκημα της κλεπταποδοχής δεν παρουσιάζει έξαρση, τις συνέπειες που η φυλάκιση θα έχει στη συμβία του Εφεσείοντος και στα έξι παιδιά τους (ενώ κατά τον χρόνο επιβολής της ποινής αναμένετο η γέννηση και έβδομου παιδιού), τη διάγνωση του Εφεσείοντος με καρκίνο κατά τα έτη 2018 έως 2022, την ομολογία και συνεργασία του με τις Αρχές, καθώς και την άμεση παραδοχή του, την επανόρθωση της ζημιάς και τον χρόνο για τον οποίο τελούσε υπό κράτηση ως υπόδικος. Επιπλέον, εισήγηση της πλευράς του Εφεσείοντος αποτελεί ότι δεν λήφθηκε υπόψη από το Πρωτόδικο Δικαστήριο το μεγάλο χρονικό διάστημα που είχε παρέλθει σε σχέση με τις προηγούμενες του καταδίκες.
Θα επαναλάβουμε την εδραιωμένη αρχή πως το Εφετείο δεν κρίνει πρωτογενώς το ύψος της ποινής που επιβλήθηκε αλλά απλώς εξετάζει το κατά πόσον αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο που καθορίζεται από τη νομολογία και που αρμόζει στα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης. Εξουσία επέμβασης παρέχεται μόνον όπου η επιβληθείσα ποινή, αντικειμενικά κρινόμενη, είναι είτε έκδηλα υπερβολική είτε έκδηλα ανεπαρκής (βλ. μεταξύ άλλων, Γενικός Εισαγγελέας ν. Terzelaki κ.ά., Ποιν. Έφ. 6/23, ημερ. 4.6.2024, S.J.L. v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 129/21, ημερ. 27.10.2022 και Ττόκκαλλου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 264/23, ημερ. 19.7.2024). Όπως δε λέχθηκε στην Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525 η υπερβολή στην ποινή θα πρέπει να είναι έκδηλη, η οποία μπορεί να τεκμηριωθεί με αναφορά σε πασιφανή έλλειψη αντιστοιχίας μεταξύ της σοβαρότητας του αδικήματος και της επιβληθείσας ποινής ή και σε ουσιώδη απόκλιση από το πλαίσιο ποινής που οριοθετεί η Νομολογία.
Η προσπάθεια υποβίβασης της σοβαρότητας του αδικήματος της κλεπταποδοχής που παραδέχτηκε ο Εφεσείων δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Στο Άρθρο 306(α) του Π.Κ. για το αδίκημα της Κλεπταποδοχής προβλέπεται ποινή φυλακίσεως μέχρι πέντε έτη. Ούτε και είναι ορθή η επιχειρούμενη αποστασιοποίηση του αδικήματος της Κλεπταποδοχής από τα αδικήματα κλοπής και διαρρήξεων. Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα Sentencing in Cyprus του κ. Γ.Μ. Πική, 2η έκδοση στη σελ. 148, πρόκειται για αδίκημα ίσης σοβαρότητας, υπό την έννοια ότι το όφελος των κλεφτών δεν θα ήταν τόσο ελκυστικό χωρίς τους κλεπταποδόχους, τα άτομα δηλαδή που κατά κανόνα αναλαμβάνουν την ευθύνη διοχέτευσης των κλοπιμαίων στην αγορά, πράγμα που κάνει και το όλο εγχείρημα επικερδές. Όπως επισημαίνεται και στην Mihaylov v. Αστυνομίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 837, «.ενδεχομένως η κλοπή να μην ήταν τόσο διαδεδομένη, αν δεν υπήρχε η κλεπταποδοχή».
Όσον αφορά στη βαρύτητα που έπρεπε να δοθεί στις προσωπικές περιστάσεις του Εφεσείοντος, τυγχάνουν εφαρμογής κατ' αναλογία τα πιο κάτω λεχθέντα στην Ξενοφώντος ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 9/24, ημερ. 19.7.2024:
«Σε τέτοιας φύσης αδικήματα η διαδικασία εξατομίκευσης της ποινής δεν οδηγεί σε εξουδετέρωση της αποτελεσματικότητας του νόμου και δη της ανάγκης για επιβολή αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών (βλ. Κάττου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 498). Όπως τονίστηκε στην Gheorghe v. Δημοκρατίας (ανωτέρω) «Η κατανόηση που το Δικαστήριο οφείλει να επιδεικνύει στις προσωπικές περιστάσεις του δράστη δεν υπερφαλαγγίζει την ανάγκη της αποτροπής υπό το φως των περιστατικών και της φύσης των ιδίων των αδικημάτων».
Δεν είναι ορθή η προβαλλόμενη θέση ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έδωσε βαρύτητα στους μετριαστικούς παράγοντες. Αντιθέτως, κατέγραψε το γεγονός ότι ο Παραπονούμενος δεν έχει οποιοδήποτε παράπονο από τον Εφεσείοντα, αντλώντας ορθή καθοδήγηση από τη Νομολογία πως μόνο μικρή βαρύτητα μπορούσε να αποδοθεί στη συμφιλίωση αυτήν (βλ. Ιωάννου ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 327 και Κάττος ν. Αστυνομίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 195). Ομοίως έλαβε υπόψη τις δύσκολες προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του Εφεσείοντος, σημειώνοντας όμως επίσης ορθά πως «.καλό θα ήταν ένας κατηγορούμενος, προτού εγκληματίσει, να αναλογιστεί τις συνέπειες των πράξεων του και το κακό που προκαλεί στους άλλους».
Όσον αφορά στο πρόβλημα υγείας που επικαλέστηκε ο Εφεσείων, παραθέτουμε απόσπασμα από την απόφαση στην Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 67/24, ημερ. 26.4.2024 όπου λέχθηκαν τα εξής:
«Τα οποιαδήποτε προβλήματα υγείας του καταδικασθέντος δεν μπορούν να αποτελέσουν λόγο για τη μη επιβολή ποινής φυλάκισης σε σοβαρά ποινικά αδικήματα όπου προέχει το στοιχείο της αποτροπής (βλέπε Attorney - General v. Mavrokefalos (1966) 2 C.L.R. 93, Asoltanei ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 742, Κυπριανού ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 28/14, ημερ. 24.2.2014). Εάν οι προσωπικές περιστάσεις του καταδικασθέντος είναι εξαιρετικές, τότε μπορούν να επενεργήσουν ως ελαφρυντικός παράγοντας ο οποίος δικαιολογεί μείωση της ποινής φυλάκισης. Τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις υφίστανται αν λόγω κάποιας σωματικής ανικανότητας ή ασθένειας η φυλάκιση θα προκαλέσει στον καταδικασθέντα ταλαιπωρία ασυνήθιστου βαθμού (βλ. Zewar (1990) 2 A.A.Δ. 384, Σοφοκλέους ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 144, Khalife v. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 315, Κώστα ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 205/20, ημερ. 22.12.2021).
Από την άλλη, όπως υποδεικνύεται στη Μαληκκίδη ν. Δημοκρατίας (2016) 2 Α.Α.Δ. 1186, τα προβλήματα υγείας των κρατουμένων μπορούν να αντιμετωπιστούν από το σωφρονιστικό ίδρυμα όπου παρέχεται τέτοια δυνατότητα. Στην Ιωάννου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 223/19, ημερ. 8.4.2020, λέχθηκε ότι οι αρχές των Φυλακών θα πρέπει να λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα και ενδεικνυόμενα μέτρα για τη διαφύλαξη της υγείας των κρατουμένων. Το ίδιο ισχύει κατ' αναλογία για φυλακισθέντα πρόσωπα. Στην Attorney - General v. Mavrokefalos (ανωτέρω) όπου κρίθηκε επιβεβλημένη η επιβολή άμεσης ποινής φυλάκισης αντί προστίμου, λέχθηκε ότι σε περίπτωση που η κατάσταση υγείας του Εφεσείοντος καθιστούσε αναγκαία τη νοσηλεία του, όλα τα αναγκαία μέτρα θα λαμβάνονταν από τη Διεύθυνση των Φυλακών προς αυτή την κατεύθυνση (βλ. και Alexandrou v. The Police (1969) 2 C.L.R. 165, Voudaskas v. The Republic (1967) 2 C.L.R. 109, Tsiolis v. The Police (1981) 2 C.L.R. 231, Γενικός Εισαγγελέας ν. Περατικού (1997) 2 Α.Α.Δ. 373). Κάτι το οποίο διαφάνηκε και στην πράξη στην παρούσα περίπτωση, όπου στον Εφεσείοντα παρέχεται κάθε απαραίτητη ιατρική βοήθεια».
Όπως διαφαίνεται από την Πρωτόδικη Απόφαση, τα όποια προβλήματα υγείας του Εφεσείοντα τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου μέσω της Έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας. Το Δικαστήριο επισήμανε ότι δεν προκύπτει αυτά να χρήζουν κάποιας άμεσης αντιμετώπισης, καθώς και ότι δεν είχε τεθεί ενώπιον του εισήγηση ότι η επιβολή ποινής φυλάκισης θα προκαλούσε στον Εφεσείοντα ταλαιπωρία ασυνήθιστου βαθμού ή θα επιδείνωνε την κατάσταση του.
Δεν διαπιστώνουμε οποιοδήποτε σφάλμα στον τρόπο εξέτασης των ζητημάτων υγείας του Εφεσείοντος από το Πρωτόδικο Δικαστήριο, ο οποίος ήταν μέσα στα ενδεδειγμένα από τη Νομολογία πλαίσια.
Τονίζουμε ότι ο Εφεσείων βαρύνετο κατά τον χρόνο επιβολής της ποινής με τρεις προηγούμενες καταδίκες, στο πλαίσιο των οποίων είχαν ληφθεί υπόψη και άλλες υποθέσεις. Ενδεικτικά σημειώνουμε ότι το 2017 στην υπόθεση αρ. 4058/16 ο Εφεσείων κρίθηκε ένοχος σε 15 κατηγορίες, μεταξύ των οποίων δύο κατηγορίες για διάρρηξη κατοικίας και επτά κατηγορίες κλοπής, ενώ λήφθηκαν υπόψη και άλλες 21 υποθέσεις, αδικήματα που διαπράχθησαν μεταξύ των ετών 2015 - 2016. Επιβλήθηκε σε αυτόν ποινή φυλακίσεως τεσσάρων χρόνων. Στην υπόθεση με αρ. 167/22 ο Εφεσείων καταδικάστηκε σε συντρέχουσες ποινές φυλακίσεως μέχρι και 10 μηνών για πέντε αδικήματα που αφορούσαν μεταξύ άλλων σε κλοπή μετά από προηγούμενη καταδίκη για κλοπή που είχε διαπράξει μεταξύ Μαΐου 2021 και Ιανουαρίου 2022. Τον δε Αύγουστο 2021 διέπραξε τα αδικήματα της εισόδου σε περιουσία με σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήματος και της κακόβουλης βλάβης, σε σχέση με τα οποία στο πλαίσιο της υπόθεσης αρ. 4187/21 του επιβλήθηκε ποινή φυλακίσεως τριών μηνών. Όπως φαίνεται, οι πιο πάνω καταδίκες αφορούσαν σε αδικήματα στρεφόμενα κατά της περιουσίας άλλων φιλήσυχων πολιτών, ήτοι παρόμοιας φύσης με το υπό εκδίκαση. Καθόλα επιτρεπτή, συνεπώς, ήταν η κατάληξη του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι προηγούμενες καταδίκες είναι ενδεικτικές της στάσης του ατόμου έναντι της νομιμότητας και ότι ο Εφεσείων «.όχι μόνο έδειξε να μην σωφρονίζεται, αλλά επανήλθε σε παράνομη συμπεριφορά της ίδιας φύσης». Είναι καλά νομολογημένο ότι η σημασία των προηγούμενων καταδικών περιορίζει τα περιθώρια επιείκειας που δύναται να επιδείξει το Πρωτόδικο Δικαστήριο (βλ. Vedat v. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 787).
Με δεδομένα όλα τα πιο πάνω καταλήγουμε ότι δεν παρέχεται οποιοδήποτε πεδίο επέμβασης μας στην επιβληθείσα ποινή, η οποία θα λέγαμε μάλιστα ότι υπό τις περιστάσεις θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως επιεικής.
Στη βάση όλων των ανωτέρω η Έφεση κρίνεται αβάσιμη και απορρίπτεται.
Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.
Μ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.
Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ.