ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                               (Πολιτική Έφεση Αρ.: 84/2019)

9 Δεκεμβρίου, 2024

 

 [ΣΤΑΥΡΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ‑ΜΕΣΣΙΟΥ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

    ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΕΩΝ ΠΑΦΟΥ 

Εφεσείοντες / Εναγόμενοι 

και

ΠΑΥΛΟΣ ΑΣΠΡΟΜΑΛΛΗΣ 

Εφεσίβλητος / Ενάγοντας


----------------------------------

 

Αντώνης Φ. Παπαγεωργίου, για τους Εφεσείοντες.

Σοφία Χ" Νεοφύτου (κα) για Γ. Χ" Νεοφύτου & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσίβλητο.

 

----------------------------------

 

 

ΣΤΑΥΡΟΥ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί   

                       από την κα Στυλιανίδου, Δ.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ.:  Η παρούσα έφεση προσβάλλει απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου με την οποία επιδικάστηκαν προς όφελος του εφεσιβλήτου και εναντίον των εφεσειόντων γενικές αποζημιώσεις, ύψους €8.000 στη βάση του αστικού αδικήματος της ιδιωτικής οχληρίας. Ο εφεσίβλητος ήταν κάτοχος γεωργικής γης όπου είχε φυτέψει και καλλιεργούσε περιβόλι κυρίως με εσπεριδοειδή, λαμβάνοντας εισόδημα από την πώληση των καρπών. Οι εφεσείοντες ήταν υπεύθυνοι για τη δημιουργία και λειτουργία βιολογικού σταθμού επεξεργασίας των λυμάτων της πόλης της Πάφου, δίπλα από τη γη που κατείχε ο εφεσίβλητος.

 

Σύμφωνα με το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατά την περίοδο 2006-2008, η οχληρία συνίστατο σε δυσοσμία, οφειλόμενη στον τρόπο λειτουργίας του σταθμού και κατά το έτος 2009, σε σκόνη που δημιουργείτο σε σχέση με τις εργασίες επέκτασης του εν λόγω έργου. Η απαίτηση για αποζημιώσεις αναφορικά με τη μειωμένη καρποφορία της φυτείας απορρίφθηκε, επειδή κρίθηκε ότι τα στοιχεία που προσκομίστηκαν από πλευράς εφεσιβλήτου, καθιστούσαν την εκτίμηση σχετικής ζημιάς, ασαφή και ακροσφαλή. Παρά την απόρριψη αυτής της απαίτησης, το πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε στον εφεσίβλητο το πιο πάνω ποσόν ως γενικές αποζημιώσεις, εν όψει του ότι αποδέχθηκε τη θέση του  ότι η δυσοσμία και η σκόνη επηρέασαν την παροχή πλήρους καλλιεργητικής φροντίδας από τον ίδιο στη φυτεία του. Μάλιστα σημείωσε ότι η παρεμπόδιση του εφεσίβλητου να παρέχει καλλιεργητικές φροντίδες δεν ήταν υπό τις περιστάσεις περιορισμένη αλλά εκτεταμένη, με αναφορά στην υπόθεση Α.Ν. STASIS ESTATES LTD v. JEAN GRIFFIN κ.ά. (2006) 1 Α.Α.Δ. 104. Προκύπτει από την αναφορά του πρωτόδικου Δικαστηρίου στην υπόθεση Χριστοδουλίδου v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2008) 1 Α.Α.Δ. 746, ότι  βασίσθηκε στην εκεί διατυπωμένη αρχή σύμφωνα με την οποία, για το αστικό αδίκημα της οχληρίας προβλέπεται στο δίκαιο η επιδίκαση γενικών αποζημιώσεων αναφορικά με παρεμπόδιση της απόλαυσης της περιουσίας του ενάγοντα.

 

Με τον πρώτο λόγο έφεσης προσβάλλεται η επιδίκαση ειδικών αποζημιώσεων προς όφελος του εφεσιβλήτου αναφορικά με την αμοιβή που κατέβαλε σε εμπειρογνώμονα, γεωπόνο, για να υπολογίσει τη ζημιά  του σε σχέση με την κατ' ισχυρισμό μειωμένη καρποφορία της φυτείας του.  Υποστηρίζεται ότι η επιδίκαση του εν λόγω ποσού είναι λανθασμένη δεδομένου ότι η εκτίμηση του εν λόγω εμπειρογνώμονα κρίθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο «πλασματική».

 

Επισημαίνουμε σχετικά, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, αποδέχτηκε τη μαρτυρία του εν λόγω μάρτυρα ως προς τα προβλήματα που προκάλεσε η σκόνη στην καρποφορία των δέντρων του εφεσιβλήτου. Εν όψει τούτου, όπως καταγράφεται ρητώς στην απόφασή του, θεώρησε δικαιολογημένη την αναζήτηση από τον εφεσίβλητο γνώμης και ετοιμασίας εκτίμησης όσον αφορά το ύψος της ζημιάς του, και γι' αυτό τον λόγο, επιδίκασε τα εν λόγω έξοδα ετοιμασίας της σχετικής έκθεσης, ως ειδικές αποζημιώσεις.  

 

Συμφωνούμε με τη θεώρηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Το ζητούμενο ήταν εάν τα εν λόγω έξοδα, αποτελούσαν ζημιά την οποία υπέστη ο εφεσίβλητος εξαιτίας της οχληρίας, εφαρμόζοντας τις γενικές αρχές περί αιτιώδους συνάφειας. Στην υπόθεση Χρίστος Αγαθοκλέους Λτδ. v. Φωτεινής Σοφοκλέους (2000) 1 Α.Α.Δ. 1953, λέχθηκε πως είναι «δυνατή η ανάκτηση ζημίας που λογικά απέρρευσε ως συνέπεια της οχληρίας».  Έγινε δε σε αυτή, ρητή αναφορά στα όσα αναφέρει πιο κάτω ο A. I. Ogus, στο σύγγραμμα The Law of Damages, (1973), σελ. 166:

 

«In general the principles as to consequential loss developed in relation to damage to chattels apply also to damage to land. Thus the plaintiff is entitled to (i) any reasonable expenses he incurred as a result of the tort; (ii) any loss of profits which was prevented from earning though the damage to his land; (iii) damages for the loss of use of the property to the extent that his use and enjoyment of the property was impaired by the tort.»

(Η υπογράμμιση έγινε από το Δικαστήριο)

 

Είμαστε της άποψης ότι τα πιο πάνω επίδικα έξοδα εμπίπτουν στην παράγραφο (i) ανωτέρω και επομένως ορθώς επιδικάστηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο.

 

Εν όψει των πιο πάνω, ο πρώτος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

Για καλύτερη κατανόηση των επίδικων θεμάτων χρήζει εξέτασης στο σημείο αυτό ο τέταρτος λόγος έφεσης, με τον οποίο προβάλλεται ότι το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου πως υπήρξε παρεμπόδιση του εφεσίβλητου λόγω της οχληρίας να παρέχει πλήρεις καλλιεργητικές φροντίδες στη φυτεία του, ήταν αυθαίρετο.

 

Παρατίθενται από τους εφεσείοντες διάφορες πτυχές της μαρτυρίας των μαρτύρων που κάλεσε ο εφεσίβλητος, για να καταδειχθεί ότι δεν προκύπτει από αυτές μαρτυρία που να στηρίζει το εν λόγω συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, εφόσον δεν εξέφρασαν γνώμη, ούτε και θα μπορούσαν εξάλλου, αναφορικά με το κατά πόσον ο εφεσίβλητος εμποδιζόταν να παρέχει πλήρεις καλλιεργητικές φροντίδες.  Παρατίθενται επίσης πτυχές της μαρτυρίας των εφεσειόντων απ' όπου προκύπτει ότι ο εφεσίβλητος πώλησε κατά τα επίδικα έτη «μεγάλες ποσότητες φρούτων». Συμφωνούμε με τη επισήμανση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το ζήτημα της ύπαρξης της δυσοσμίας και της σκόνης δεν αποτελεί αντικείμενο πραγματογνωμοσύνης. Επί τούτου, έγινε αποδεχτή η μαρτυρία του εφεσιβλήτου, και των μαρτύρων που κάλεσε, ήτοι του εμπειρογνώμονα γεωπόνου, του κοινοτάρχη Αχέλειας και του πρώην δημάρχου Γεροσκήπου. Ιδίως, αναφορικά με τη μαρτυρία του τελευταίου, το Δικαστήριο επεσήμανε ότι αυτή θεμελιώνει την εκδοχή του εφεσίβλητου. Με αυτό το υπόβαθρο, το πρωτόδικο Δικαστήριο, δέχτηκε τη θέση του εφεσιβλήτου ότι η δυσοσμία και η σκόνη επηρέασαν την παροχή πλήρους καλλιεργητικής φροντίδας από μέρους του. Η δε αποδοχή της μαρτυρίας που προσκόμισαν οι εφεσίβλητοι αναφορικά με πώληση ποσοτήτων φρούτων, δεν δημιουργεί,  κατά την άποψης μας, οποιαδήποτε αντίφαση.

 

Συνεπώς, ο τέταρτος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

 Με τους λόγους έφεσης 2, 3, 5 και 9 προσβάλλεται η επιδίκαση των γενικών αποζημιώσεων.

 

Ειδικότερα, με τον δεύτερο λόγο έφεσης, προωθείται το επιχείρημα ότι εφόσον απορρίφθηκε η απαίτηση του εφεσίβλητου για ειδικές αποζημιώσεις σχετικά με τη ζημιά που υπέστη η φυτεία του επειδή η έκθεση του εμπειρογνώμονα κρίθηκε «πλασματική», θα έπρεπε αυτό από μόνο του, να καταδεικνύει παντελή έλλειψη αξιοπιστίας από μέρους του εφεσίβλητου ως προς την ύπαρξη της ζημιάς που τελικά αποδέχθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο για να επιδικάσει γενικές αποζημιώσεις.

 

Είμαστε της άποψης, ότι εφαρμόζεται η γενική αρχή, ότι η απόρριψη κάποιων πτυχών της μαρτυρίας δεν οδηγεί αναγκαστικά σε απόρριψη του συνόλου της μαρτυρίας (βλ. σύγγραμμα Το Δίκαιο της Απόδειξης, Ηλιάδη και Σάντη, έκδοση 2014, σελ.140, με αναφορά στην  υπόθεση Αυξεντίου v. Δίγκλη (2007) 1 (Β) Α.Α.Δ. 1367.) 

 

Στην υπό κρίση υπόθεση αν και η μαρτυρία του πραγματογνώμονα, αναφορικά με τον υπολογισμό της ζημιάς λόγω μείωσης της καρποφορίας, απορρίφθηκε, (για λόγους που θα αναλύσουμε περαιτέρω στο πλαίσιο του έκτου λόγου έφεσης), έγινε αποδεκτή η μαρτυρία του ως προς την ύπαρξη της δυσοσμίας και της σκόνης αλλά και των προβλημάτων που η σκόνη προκάλεσε στην καρποφορία των δέντρων. Επίσης, ενώ οι εκδοχές που δόθηκαν κατά τη μαρτυρία του ίδιου του εφεσιβλήτου αναφορικά με τις πωλήσεις των καρπών του απορρίφθηκαν, η θέση του ότι η δυσοσμία και η σκόνη επηρέασαν την παροχή από μέρους του πλήρους καλλιεργητικής φροντίδας, έγινε δεχτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο.

 

Δεν διαπιστώνουμε οτιδήποτε μεμπτό στη διεργασία αξιολόγησης της πιο πάνω μαρτυρίας και της συνακόλουθης κατάληξης του Δικαστηρίου αναφορικά με το ζήτημα των γενικών αποζημιώσεων, η οποία στηρίχθηκε στην εν λόγω μαρτυρία.

 

Συνεπώς ο δεύτερος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

Με τον τρίτο λόγο έφεσης υποστηρίζεται ότι η επιδίκαση των γενικών αποζημιώσεων είναι εσφαλμένη επειδή η απαίτηση του εφεσίβλητου δεν περιελάβανε ισχυρισμό ότι επηρεάστηκε ή μειώθηκε η ποιότητα ζωής του.

 

Στην υπόθεση Καλότυχος Χρίστος v. Cypsun Holidays Co Ltd (2002) 1 Α.Α.Δ. 1681 λέχθηκαν τα εξής σχετικά:

 

«Υπάρχει όμως και το άλλο είδος της ιδιωτικής οχληρίας που δεν συνίσταται στην πρόκληση φυσικής ζημιάς αλλά στην παρέμβαση με την άνετη χρήση και απόλαυση της περιουσίας και που περιλαμβάνει τέτοιας μορφής περιπτώσεις όπως ο θόρυβος, η οσμή και η σκόνη. Αυτή είναι και η θέση στο κοινοδίκαιο.Ο ευπαίδευτος Δικαστής, θεωρώντας ότι η περίπτωση ενώπιον του μπορούσε να εμπίπτει μόνο στο είδος της ιδιωτικής οχληρίας που συνίσταται σε φυσική ζημιά, παρέλειψε να εξετάσει την άλλη παράμετρο του πράγματος.»

 

Τα δε γεγονότα της Καλότυχος, ανωτέρω, διαφωτίζουν ως προς το ότι η απόλαυση περιουσίας υπό την εννοία της νομολογίας, δεν έχει τη στενή έννοια που προωθούν οι εφεσείοντες με την αγόρευσή τους, ήτοι την απόλαυση της ζωής σε κατοικία. Στην εν λόγω απόφαση, η κατ' ισχυρισμό οχληρία συνίστατο στη δημιουργία σκόνης προκαλούμενης από επιχείρηση αλόγων που οι εφεσίβλητοι διατηρούσαν σε ακίνητο εφαπτόμενο ακινήτου του εφεσείοντος. Ο εφεσείων ζητούσε με την αγωγή και αποζημιώσεις για κατ' ισχυρισμό  ζημιά στα δένδρα που καλλιεργούσε στο κτήμα του.

 

Περαιτέρω, όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα Bullen & Leake, Precedents of Pleadings, 12η έκδοση, σελ. 708  με αναφορά σε αγγλική νομολογία, η οχληρία συνίσταται και στο ότι η συνήθης χρήση της ιδιοκτησίας του ενάγοντα επηρεάζεται ουσιωδώς ή η συνήθης άνεση της ανθρώπινης ύπαρξης επ' αυτής μειώνεται ουσιωδώς. In order to constitute a nuisance, it must appear that . the ordinary use of the plaintiff's property is materially interfered with, or that ordinary comfort or healthfulness of human existence thereon is materially diminished. »). Τα δε δείγματα αγωγών που παρατίθενται στο εν λόγω σύγγραμμα περιλαμβάνουν και παραδείγματα όπου υπάρχει ισχυρισμός για επηρεασμό στον χώρο εργασίας του ενάγοντος,  με αναφορές π.χ. στις φράσεις, «carrying on their business at offices» και «carrying on their practice».

 

Εν πάση περιπτώσει, πέραν της πιο πάνω διαπίστωσης, είμαστε της άποψης ότι προκύπτει από τις αποφάσεις Καλότυχος και Αγαθοκλέους ανωτέρω, πως όταν η συνήθης χρήση της επηρεαζόμενης ιδιοκτησίας είναι αυτή της καλλιέργειας γης, όπως εν προκειμένω, η ζημιά που απορρέει από την απώλεια αυτού του είδους χρήσης και απόλαυσης, τυγχάνει αποζημίωσης, βλ. παράγραφο (iii), από το σύγγραμμα The Law of Damages, ανωτέρω:

 

«damages for the loss of use of the property to the extent that his use and enjoyment of the property was impaired by the tort».

 

Εν όψει όλων των πιο πάνω ο τρίτος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

Με τον πέμπτο λόγο έφεσης υποστηρίζεται ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι αυθαίρετη και αναιτιολόγητη ως προς τους λόγους επιδίκασης γενικών αποζημιώσεων. Ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στη θέση ότι το συμπέρασμα του Δικαστηρίου είναι αντιφατικό με το ότι  αποδέχθηκε ότι ο εφεσίβλητος παρέδωσε κατά συγκεκριμένα έτη «μεγάλες» ποσότητες φρούτων.

 

Επισημαίνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας αποδέχθηκε τη θέση του εφεσιβλήτου ότι η δυσοσμία και η σκόνη επηρέασαν την παροχή πλήρους καλλιεργητικής φροντίδας από μέρους του στη φυτεία του. Μάλιστα σημείωσε ότι η παρεμπόδιση του εφεσίβλητου να παρέχει καλλιεργητικές φροντίδες δεν ήταν υπό τις περιστάσεις περιορισμένη, αλλά εκτεταμένη με αναφορά στην υπόθεση Α.Ν. STASIS ESTATES LTD v. JEAN GRIFFIN κ.ά. (2006) 1 Α.Α.Δ. 104. Δεν διαπιστώνουμε  αντίφαση μεταξύ του ευρήματος αυτού και των επί μέρους διαπιστώσεων του Δικαστηρίου αναφορικά με την παράδοση των ποσοτήτων φρούτων που αφορούσε η ενώπιον του μαρτυρία.

 

Υποστηρίζεται επίσης ότι το επιδικασθέν ποσό είναι υπερβολικό. Στην υπόθεση Αγαθοκλέους, ανωτέρω, λέχθηκαν τα εξής αναφορικά με το μέτρο αποζημίωσης για το αδίκημα της ιδιωτικής οχληρίας:

 

«Το ότι το μέτρο αποζημίωσης δεν περιορίζεται στην ανάκτηση ποσού αντιπροσωπεύοντoς τη μείωση της αξίας της περιουσίας που πλήγηκε προκύπτει και από το παρακάτω σύντομο απόσπασμα από τον Clerk & Lindsell on Torts, 16η έκδοση στη σελ. 1366 (24-16):

 

«Where the nuisance interferes with amenity and enjoyment of property, the measure of damages may be assessed more by analogy with personal injury than diminution in property value.»»

 

Στην Σαββιτζιήκκης - Καρπασίτης Γιάννης και Άλλη ν. Γεώργιου Α. Σιόκουρου (2002) 1 Α.Α.Δ. 472 , λέχθηκαν τα εξής σχετικά:

 

«Όσον αφορά την υγεία και άνεση, η ζημιά που πρέπει να αποδεικνύεται δεν είναι αναγκαίο να ισοδυναμεί με άμεση βλάβη, αλλά είναι αρκετό αν κάποιος εμποδίζεται σε υπολογίσιμη έκταση από την απόλαυση των συνηθισμένων ανέσεων της ζωής.  Το επίπεδο δε αυτό των συνηθισμένων ανέσεων είναι ανάλογο με τη φύση και τη θέση της περιουσίας.Πρέπει πάντοτε να τηρείται ένα ισοζύγιο μεταξύ του δικαιώματος του κατόχου να κάνει εκείνο που θέλει με την περιουσία του και του δικαιώματος του γείτονα να μην υφίσταται παρεμβάσεις στη χρήση και απόλαυση της δικής του περιουσίας

 

Στην παρούσα υπόθεση, έχοντας κατά νου την πιο πάνω κατεύθυνση αναφορικά με το ισοζύγιο των εκατέρωθεν δικαιωμάτων, θεωρούμε βαρύνουσας σημασίας τη διάρκεια της οχληρίας (περί τα 3 έτη), το ότι η περιουσία του εφεσίβλητου βρισκόταν σε γεωργική περιοχή (εξ ου και η επίδικη γη αποτελούσε «γεωργικό κλήρο» που είχε ενοικιασθεί στον εφεσίβλητο από το 1980 από τη Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Γεροσκήπου για 30 χρόνια με δικαίωμα ανανέωσης για περαιτέρω περίοδο 10-20), καθώς και το ότι προκύπτει από την αντεξέταση του εφεσιβλήτου, πως το επίδικο περιβόλι ήταν η μοναδική του ασχολία και δεν είχε καμία άλλη περιουσία. Εν όψει όλων των πιο πάνω,  θεωρούμε ότι το επιδικασθέν ποσόν αποζημίωσης ήταν, υπό τις περιστάσεις, εύλογο.

 

Επομένως, ο πέμπτος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

Με τον ένατο λόγο έφεσης υποστηρίζεται ότι δεν δικαιολογείτο η επιδίκαση αποζημιώσεων επειδή δεν προσήχθη μαρτυρία εμπειρογνώμονα ως προς το ποια μέτρα θα έπρεπε οι εφεσείοντες να λάβουν υπό τις περιστάσεις ως συνετοί και λογικοί άνθρωποι, για τη μη πρόκληση ζημιάς στο εφεσίβλητο. Προς υποστήριξη της πιο πάνω θέσης τους οι εφεσείοντες παραπέμπουν στην υπόθεση Νικήτα Ανδρέας v. Medcon Construction Limited και Άλλου (1997) 1 Α.Α.Δ. 643.  Στην εν λόγω απόφαση, κρίθηκε ορθή η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν αποδείχθηκε η αμέλεια της  εφεσίβλητης, ελλείψει μαρτυρίας εμπειρογνώμονα ως προς τα μέτρα που έπρεπε να λάβει  για να αποφύγει την εκπομπή σκόνης κατά την κατασκευή δρόμου. Επισημαίνουμε όμως, πως οι εφεσείοντες παραγνωρίζουν ότι η πιο πάνω διαπίστωση στην Νικήτα, ανωτέρω,  αφορούσε στο αστικό αδίκημα της αμέλειας που ήταν μία εκ των εκεί τριών βάσεων αγωγής. Το ζήτημα αυτό δεν αφορούσε την επιπλέον βάση αγωγής για οχληρία, η οποία απορρίφθηκε για διαφορετικούς λόγους. Ως εκ τούτου, το πιο πάνω επιχείρημα των εφεσειόντων δεν εφαρμόζεται στην παρούσα υπόθεση, η οποία αφορά μόνο ιδιωτική οχληρία.

 

Ο ένατος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

Με τον έκτο λόγο έφεσης υποστηρίζεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα έκρινε τον εφεσίβλητο αξιόπιστο μάρτυρα. Προβάλλεται ότι η κρίση του Δικαστηρίου είναι αντίθετη με την επί μέρους απόρριψη εκφάνσεων της μαρτυρίας του εφεσιβλήτου. Υπενθυμίζουμε συναφώς, τα όσα αναφέραμε πιο πάνω από το σύγγραμμα το Δίκαιο της Απόδειξης. Οι εφεσείοντες δίδουν ιδιαίτερη έμφαση στο ότι ο εφεσίβλητος, κάλεσε ως μάρτυρα γεωπόνο η έκθεση του οποίου κρίθηκε «πλασματική». Με κάθε σεβασμό, είμαστε της άποψης ότι οι εφεσείοντες, λανθασμένα, θεώρησαν ότι με τη χρήση της λέξης αυτής, το Δικαστήριο απέδωσε οποιαδήποτε κακοπιστία ή ψεύδος στον μάρτυρα αυτό και κατ' επέκταση στον εφεσίβλητο. Αντιθέτως, το Δικαστήριο ρητώς διευκρίνισε ότι δεν διατηρεί αμφιβολίες ή αναστολές ως προς την αλήθεια των λεγόμενων του εν λόγω μάρτυρα. Παράλληλα, κατέγραψε ότι φρονεί ότι ο εν λόγω μάρτυρας δεν είχε ενώπιον του τα απαραίτητα στοιχεία που να προσδίδουν πειστικότητα αλλά και ορθότητα στον τρόπο υπολογισμού ή καθορισμού του ύψους της ζημιάς του εφεσιβλήτου. Μάλιστα το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέθεσε σχετικά παραδείγματα όπως, μεταξύ άλλων, ότι ο εν λόγω μάρτυρας παρέλειψε να λάβει υπόψη την ποσότητα παραγωγής ενός εκάστου δέντρου. Η αναφορά λοιπόν στη λέξη «πλασματική» σε σχέση με την έκθεσή του, έχει την έννοια της μη ανταποκρινόμενης στην πραγματικότητα και όχι σε ψεύδος ή κακοπιστία.

 

Εν όψει όλων των πιο πάνω ο έκτος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

         

Ο έβδομος λόγος έφεσης αφορά το ίδιο ως άνω ζήτημα της αξιοπιστίας του εμπειρογνώμονα και απορρίπτεται με το ίδιο σκεπτικό.

 

Με τον όγδοο λόγο έφεσης υποστηρίζεται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε τους μάρτυρες των εφεσειόντων ΜΥ1 και ΜΥ2 αναξιόπιστους.  Υποστηρίζεται συναφώς ότι το Δικαστήριο τους έκρινε αναξιόπιστους επειδή βρίσκονταν στην υπηρεσία των εφεσειόντων. Η πιο πάνω θέση είναι παντελώς ανυπόστατη. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανάλωσε χρόνο στην αξιολόγηση διαφόρων εκφάνσεων της μαρτυρίας αμφοτέρων,  για να υποδείξει τους λόγους που το οδήγησαν στην απόρριψη της μαρτυρίας τους. Αρκεί να επισημάνουμε ότι π.χ. αναφορικά με τον ΜΥ1, υπέδειξε έκφανση της μαρτυρίας του που αντιβαίνει την κοινή λογική, και αναφορικά με τον ΜΥ2 υπέδειξε σοβαρή αντίφαση μεταξύ της κυρίως εξέτασης του και της αντεξέτασης του, επί ουσιώδους στοιχείου.

 

Ο όγδοος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

Με τον δέκατο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι η κατάθεση φωτογραφικού υλικού (που αφορούσε το ζήτημα της σκόνης), το οποίο ενώ βρισκόταν στην κατοχή του εφεσιβλήτου δεν είχε αποκαλυφθεί στο στάδιο της αποκάλυψης εγγράφων, πλήττει το δικαίωμα των εφεσειόντων για δίκαιη δίκη. Διαπιστώνουμε από τα πρακτικά της υπόθεσης ότι υποβλήθηκε σχετική ένσταση αναφορικά με την πιο πάνω κατάθεση τεκμηρίων και το Δικαστήριο με εκτενώς αιτιολογημένο σκεπτικό, επέτρεψε την κατάθεσή τους. Επεσήμανε ότι το φωτογραφικό υλικό αποκαλύφθηκε με συμπληρωματική ένορκη δήλωση αποκάλυψης περίπου ένα μήνα πριν την κατάθεσή του, επομένως οι εφεσείοντες δεν κατελήφθησαν εξαπίνης. Αυτό εξάλλου επιδιώκεται και από τη σχετική Δ.28. θ.1 των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.  Επεσήμανε, επίσης ότι εν προκειμένω, ενώ οι εφεσείοντες είχαν στη διάθεσή τους περίπου ένα μήνα για να ζητήσουν επιθεώρηση του εν λόγω υλικού, εντούτοις δεν το έπραξαν.

 

Είμαστε της άποψης ότι προκύπτει ξεκάθαρα από τα πιο πάνω ότι καμία παραβίαση του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη δεν εξειδίκευσαν ή υπέδειξαν οι εφεσείοντες, ούτε και το Εφετείο διαπιστώνει οτιδήποτε σχετικό. Σημειώνουμε τα πιο κάτω λεχθέντα στην ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση αρ. 208/2015, ημερ. 12/6/2019, ECLI:CY:AD:2019:B229 :

 

«Συναφώς παρατηρούμε ότι οι ισχυρισμοί για παράβαση του δικαιώματος της δίκαιης δίκης δεν εξετάζονται αόριστα (in abstracto) αλλά συγκεκριμένα (in concreto).»

 

Στην πρόσφατη απόφαση του Εφετείου ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ v. ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΛΛΙΚΑ κ.ά,. Πολιτική Έφεση Αρ. 135/2018, ημερ. 28/11/2024, τονίσθηκε ότι διαπίστωση ενδεχόμενης παραβίασης του θεμελιώδους δικαιώματος για δίκη εντός ευλόγου χρόνου δεν εξετάζεται αόριστα ή αφηρημένα (in abstracto) αλλά κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο (in concreto) στη βάση, των ειδικών περιστάσεων της κάθε περίπτωσης.  Έγινε δε η πιο κάτω παραπομπή:

 

«Όπως χαρακτηριστικά έχει λεχθεί στην «Αλήθεια» Εκδοτική Εταιρεία Λτδ ν. Thamira Food Manufacturers Ltd (2012) 1(Γ) A.Α.Δ. 2276:

 

«Το κατά πόσο η δίκη ήταν δίκαιη αποτιμάται στο πλαίσιο του συνόλου της δίκης (Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 104, 135), ενώ ισχυρισμός περί μη δίκαιης δίκης δεν αποφασίζεται με τρόπο αφηρημένο (in abstracto) (Kouppis ν. The Republic (1977) 2 C.L.R. 361, 388). Ο παραπονούμενος θα πρέπει πράγματι να αποδείξει ότι έχει επηρεαστεί δυσμενώς (Re Κορέλλης (1998) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1718).»

 

Στην παρούσα υπόθεση, δεν έχουμε πεισθεί ότι δεδομένου του συνόλου των περιστάσεων της δίκης, υπήρξε δυσμενής επηρεασμός των δικαιωμάτων των εφεσειόντων για δίκαιη δίκη.

 

Εν όψει όλων των πιο πάνω, ο δέκατος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

Με τον ενδέκατο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε τους ΜΕ2 (Κοινοτάρχη Αχέλειας) και ΜΕ4 (πρώην Δήμαρχο Γεροσκήπου), αξιόπιστους μάρτυρες.

 

Στην πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΝΤΕΛΗ v. IACOVOU BROTHERS (CONSTRUCTION) LIMITED κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ.111/2017, ημερ. 13/3/2024, υπεμνήσθησαν τα πιο κάτω αναφορικά με το πεδίο επέμβασης του Εφετείου αναφορικά με ευρήματα αξιοπιστίας:

 

«Αρχίζοντας από το ζήτημα της αξιοπιστίας παραπέμπουμε στην πάγια αρχή ότι η αξιολόγηση της αξιοπιστίας ανήκει κατ' εξοχήν στο πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο έχει τη δυνατότητα να ακούσει και να παρακολουθήσει τους μάρτυρες ενόσω καταθέτουν.

 

Όπως ελέχθη στην υπόθεση Μιχαηλίδης ν. Οικονομίδη, Πολιτική Έφεση Αρ. 94/2013, ημερ. 30/6/2022, ECLI:CY:AD:2022:D288, ECLI:CY:AD:2022:D288:

 

«Ουκ ολίγες φορές έχει λεχθεί ότι θέματα που σχετίζονται με την αξιοπιστία των μαρτύρων εμπίπτουν εντός της αρμοδιότητας των Πρωτόδικων Δικαστηρίων αφού αυτά είναι που βλέπουν και παρακολουθούν τους μάρτυρες την ώρα που αυτοί καταθέτουν (Ζερβού κ.α. ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία (2011) 1(Γ) ΑΑΔ, 2192). Η αξιοπιστία ενός μάρτυρα κρίνεται σε ένα πολύ ευρύ πλαίσιο, περιλαμβάνει δε και την υποκειμενική αντίληψη φιλαλήθειας των μαρτύρων εκ μέρους του εκδικάζοντος Δικαστή (Χριστοφόρου ν. Αστυνομίας (2002) 2 ΑΑΔ, 407). Ισχυρισμοί ενώπιον του Εφετείου ότι η πρωτόδικη αξιολόγηση της μαρτυρίας είναι εσφαλμένη ή αδικαιολόγητη θα πρέπει να τεκμηριώνονται με πειστικά επιχειρήματα. Εάν ήταν εύλογα επιτρεπτό για το Πρωτόδικο Δικαστήριο να προβεί στα συγκεκριμένα ευρήματα αξιοπιστίας, το Εφετείο δεν επεμβαίνει. Επεμβαίνει μόνο όταν αυτά εξ αντικειμένου εμφανίζονται ανυπόστατα ή παράλογα ή αυθαίρετα ή συγκρούονται με την κοινή λογική (Ψωμάς ν. Δημοκρατίας (1993) 2 ΑΑΔ, 312) και Μαγκλή ν. Δήμου Γερμασόγειας (1999) 2 ΑΑΔ, 244).Περαιτέρω τυχόν αντιφάσεις ή αδυναμίες που υπάρχουν στη μαρτυρία δεν αποτελούν λόγο επέμβασης του Εφετείου, εκτός αν είναι τόσο ουσιώδεις ώστε να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα αποδέχθηκε τη μαρτυρία ως αξιόπιστη.»

 

Με επίγνωση των νομολογιακών αρχών αναφορικά με το πεδίο επέμβασης του Εφετείου στο έργο της αξιολόγησης της μαρτυρίας, οι εφεσείοντες παραπονούνται ότι η αποδοχή της μαρτυρίας των εν λόγω μαρτύρων είναι αυθαίρετη και παράλογη, εφόσον δεν λήφθηκε υπόψη το ότι ουδείς εξ αυτών δεν παραπονέθηκε με τρόπο επίσημο σε οποιαδήποτε Αρχή, αναφορικά με την επίδικη οχληρία. Κατ' αρχάς επισημαίνουμε πως αμφότεροι μάρτυρες κατέθεσαν  αντεξεταζόμενοι ότι ενημέρωσαν σχετικά με το ζήτημα προφορικώς τον Γενικό Διευθυντή των εφεσειόντων που ήτα το καθ' ύλην αρμόδιο σώμα να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Άρα, η θέση των εφεσειόντων ότι ουδέν διάβημα έλαβαν δεν ευσταθεί.

 

Εν πάση περιπτώσει, με κάθε σεβασμό, δεν θεωρούμε ότι η έλλειψη γραπτού παραπόνου από πλευράς των εν λόγω μαρτύρων, πλήττει καθ΄ οποιονδήποτε τρόπο την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του ζητήματος της αξιοπιστίας τους.

 

          Εν όψει όλων των πιο πάνω, ο ενδέκατος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

Με τον δωδέκατο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι επειδή επετράπη η  τροποποίηση του δικογράφου του εφεσιβλήτου τον Απρίλιο του 2016, (η αγωγή καταχωρίστηκε το 2009) με την προσθήκη, δηλαδή, κυρίως των ισχυρισμών αναφορικά με τη σκόνη, παραβιάστηκε το δικαίωμα των εφεσειόντων σε δίκαιη δίκη τόσο λόγω καθυστέρησης στην εκδίκαση της υπόθεσης όσο και λόγω του ότι βρέθηκαν αντιμέτωποι με διαφορετική αιτία αγωγής χωρίς να έχουν την ευκαιρία να μεριμνήσουν για την εξασφάλιση μαρτυρίας εμπειρογνωμόνων.

 

Με όλο τον σεβασμό απορρίπτεται η πιο πάνω θέση των εφεσειόντων. Αφενός, δεν προστέθηκε νέα βάση αγωγής. Προστέθηκαν ισχυρισμοί γεγονότων  μεταγενεστέρων της καταχώρισης της αγωγής, στο πλαίσιο πάντα του αστικού αδικήματος της οχληρίας. Αφετέρου, η ακροαματική διαδικασία άρχισε περίπου δύο έτη μετά την τροποποίηση, στοιχείο που αφήνει έκθετο σε απόρριψη τον ισχυρισμό περί έλλειψης χρόνου, ώστε οι εφεσείοντες να μεριμνούσαν για εξασφάλιση μαρτυρίας.

 

Ο δωδέκατος λόγος έφεσης στερείται ερείσματος, δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

Η έφεση απορρίπτεται στην ολότητα της και η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €2.400 υπέρ του εφεσιβλήτου και εναντίον των εφεσειόντων.

 

 

ΣΤ. Ν. ΣΤΑΥΡΟΥ, Δ.  

 

ΣΤ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΜΕΣΣΙΟΥ, Δ. 

 

Ι. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο