ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 76/2019)
12 Δεκεμβρίου, 2024
[ΣΤΑΥΡΟΥ, ΚΟΝΗΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΜΕΣΣΙΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ
SAVU GIGI GIGEL
Εφεσείοντα/Εναγόμενου
και
ΑΝΔΡΕΑ ΑΒΡΑΑΜ ΑΝΗΛΙΚΟΥ ΔΙΑ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΣΙΕΣΤΕΡΩΝ ΣΥΓΓΕΝΩΝ ΚΑΙ ΦΙΛΩΝ/Ή ΤΩΝ ΑΣΚΟΥΝΤΩΝ
ΤΗΝ ΓΟΝΙΚΗ ΜΕΡΙΜΝΑ ΑΥΤΟΥ ΠΑΝΙΚΟΥ ΑΒΡΑΑΜ ΚΑΙ
ΧΡΥΣΤΑΛΛΑΣ ΑΒΡΑΑΜ
Εφεσίβλητου/Ενάγοντα
------------------------------
Γιώργος Τρίγγας για Θεόδωρος Ιωαννίδης Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσείοντα.
Στέλιος Κ. Στυλιανού, για τον Εφεσίβλητο.
[Η ακρόαση διεκπεραιώθηκε χωρίς την παρουσία δικηγόρων, κατόπιν σχετικής παράκλησης που διαβιβάστηκε δυνάμει του περί Ηλεκτρονικής Δικαιοσύνης (Ηλεκτρονική Επικοινωνία) Διαδικαστικού Κανονισμού του 2021]
-------------------------------
ΣΤΑΥΡΟΥ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί
από τον κ. Κονή.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΟΝΗΣ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας έφεσης είναι η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού («το πρωτόδικο Δικαστήριο») ημερομηνίας 30/1/2019 με την οποία επιδίκασε υπέρ του ανήλικου ενάγοντα/εφεσίβλητου και εναντίον του εναγομένου/ εφεσείοντα €2.000 ως γενικές αποζημιώσεις, πλέον €62 ως ειδικές αποζημιώσεις, πλέον τόκους και έξοδα.
Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης στις 23/5/2014, ο εφεσίβλητος, ηλικίας έξι ετών τότε, ήταν επιβάτης σε όχημα που οδηγούσε η μητέρα του το οποίο συγκρούστηκε με όχημα που οδηγούσε ο εφεσείων.
Στην Έκθεση Απαίτησης ο εφεσίβλητος ισχυρίστηκε ότι υπεύθυνος για την επίδικη σύγκρουση ήταν ο εφεσείων. Ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι συνεπεία της σύγκρουσης ο ίδιος υπέστη σωματικές βλάβες και ειδικές ζημιές.
Ο εφεσείων στην Υπεράσπιση του ισχυρίστηκε ότι η επίδικη σύγκρουση οφειλόταν στην αποκλειστική ή και συντρέχουσα αμέλεια ή και παράβαση των νόμιμων καθηκόντων της μητέρας του εφεσίβλητου και οδηγού του οχήματος στο οποίο επέβαινε. Αρνήθηκε επίσης τις κατ΄ ισχυρισμό σωματικές βλάβες και ειδικές ζημιές του εφεσίβλητου.
Ο εφεσείων αν και εξασφάλισε άδεια για έκδοση και επίδοση ειδοποίησης τριτοδιαδίκου προς τη μητέρα του εφεσείοντος και παρόλο που η τελευταία εμφανίστηκε και ανταλλάγησαν δικόγραφα μεταξύ τους, κατά την ημερομηνία ακρόασης της αγωγής η διαδικασία τριτοδιαδίκου διακόπηκε μετά από σχετικό αίτημα του εφεσείοντος.
Η αγωγή εκδικάστηκε με βάση τη διαδικασία ταχείας εκδίκασης, εφόσον η κλίμακα της δεν υπερέβαινε τις €3.000. Έτσι η ακρόαση της αγωγής διεξάχθηκε στη βάση έγγραφης μαρτυρίας.
Προς απόδειξη της απαίτησης καταχωρήθηκε έγγραφη μαρτυρία από τη μητέρα του εφεσίβλητου. Από πλευράς εφεσείοντος δεν προσφέρθηκε μαρτυρία. Ακολούθησαν οι τελικές αγορεύσεις των δικηγόρων των μερών.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο μετά από αξιολόγηση της μαρτυρίας προέβηκε σε ευρήματα με βάση τα οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι την αποκλειστική ευθύνη για την επίδικη σύγκρουση την έφερε ο εφεσείων. Όσον αφορά το θέμα των γενικών αποζημιώσεων, έχοντας υπόψη τις νομολογιακές αρχές που διέπουν το θέμα, την ταλαιπωρία και τις βλάβες που υπέστη ο εφεσίβλητος, θεώρησε ως εύλογο και δίκαιο το ποσό των €2.000. Περαιτέρω κατέληξε ότι ο εφεσίβλητος, με βάση τα στοιχεία που είχαν προσκομιστεί, δικαιούτο το ποσό των €62 ως ειδικές αποζημιώσεις. Τέλος αποφάσισε όπως επιδικάσει τόκους από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής.
Με βάση τα πιο πάνω προχώρησε στην έκδοση της εκκαλούμενης απόφασης.
Ο εφεσείων προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση με ένα και μοναδικό λόγο έφεσης. Προβάλλει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα επιδίκασε στον εφεσίβλητο το ποσό των €2.000 ως γενικές αποζημιώσεις για πόνο και ταλαιπωρία και σωματικές βλάβες, ποσό το οποίο είναι υπερβολικό και εκτός των νομολογιακών αρχών. Προς υποστήριξη του λόγου έφεσης αναφέρει ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο εύρημα ότι οι σωματικές βλάβες που υπέστη ο εφεσίβλητος επιβεβαιώνονται από το ιατρικό πιστοποιητικό του Γενικού Νοσοκομείου Λεμεσού ημερομηνίας 8/12/2014. Στο εν λόγω ιατρικό πιστοποιητικό αναφέρεται ότι ο εφεσίβλητος υποβλήθηκε σε βιοχημικό έλεγχο και ακτινογραφίες χωρίς παθολογικά ευρήματα. Επίσης αναφέρεται ότι ο εφεσίβλητος κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του παρέμεινε φυσιολογικός και δεν παρουσίασε μεταβολή της νευρολογικής εικόνας. Ο εφεσείων αναφέρει περαιτέρω ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατάληξε σε εύρημα ότι οι σωματικές βλάβες που υπέστη ο εφεσίβλητος επιβεβαιώνονται από το ιατρικό πιστοποιητικό του ιδιώτη παιδιάτρου ημερομηνίας 17/11/2015, αφού στο εν λόγω πιστοποιητικό δεν αναφέρεται οποιαδήποτε σωματική βλάβη του εφεσίβλητου.
Έχουμε μελετήσει με προσοχή τα όσα αναφέρουν οι δύο πλευρές στα περιγράμματα αγορεύσεων τους.
Υποδεικνύουμε καταρχάς ότι τα όσα αναφέρονται στην αιτιολογία του λόγου έφεσης δεν υποστηρίζουν τον λόγο έφεσης. Ο εφεσείοντας με το λόγο έφεσης αμφισβητεί το ύψος των επιδικασθέντων αποζημιώσεων χωρίς να αμφισβητεί ότι ο εφεσίβλητος υπέστη σωματικές βλάβες. Αντίθετα στην αιτιολογία του λόγου έφεσης αμφισβητείται το εύρημα του Δικαστηρίου ότι οι σωματικές βλάβες που υπέστη ο εφεσίβλητος επιβεβαιώνονται από το ιατρικό πιστοποιητικό του Γενικού Νοσοκομείου Λεμεσού και την ιατρική βεβαίωση του ιδιώτη παιδιάτρου. Αμφισβητείται ουσιαστικά το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος υπέστη τις σωματικές βλάβες τις οποίες αναφέρει το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφαση του.
Παρά την πιο πάνω διαπίστωση μας, υποδεικνύουμε περαιτέρω ότι το ζήτημα αυτό που προβάλλεται μέσω της αιτιολογίας του λόγου έφεσης τέθηκε και ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου το οποίο προσέγγισε το ζήτημα ως εξής:
«Όσον αφορά τους ισχυρισμούς της σε σχέση με την περίθαλψη του Ενάγοντα αλλά και τις σωματικές βλάβες που υπέστη, επιβεβαιώνονται από το ιατρικό πιστοποιητικό του Γενικού Νοσοκομείου Λεμεσού ημερομηνίας 08.12.14 καθώς επίσης και από την ιατρική βεβαίωση του Ιδιώτη παιδίατρου ημερομηνίας 17.11.15. Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εναγόμενου στην αγόρευση του εισηγείται ότι η ιατρική βεβαίωση ημερ. 17.11.15 δεν περιλαμβάνει διαπιστώσεις στις οποίες κατέληξε o ίδιος ο παιδίατρος αναφορικά με τις ανασφάλειες, την ενούρηση και τις φοβίες, αλλά καταγραφή των ισχυρισμών της M.E.1. Κατά συνέπεια, ο συνήγορος του Εναγόμενου υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει ιατρική επιβεβαίωση των αναφορών της Μ.Ε.1. Η εν λόγω εισήγηση δεν με βρίσκει σύμφωνο. Ασφαλώς ο παιδίατρος ενημερώθηκε για τα εν λόγω προβλήματα από τη μητέρα του Ενάγοντα. Από την ιατρική βεβαίωση ωστόσο προκύπτει ότι οι εν λόγω αναφορές αποτελούν διαπιστώσεις και του παιδίατρου και όχι απλώς αναπαραγωγή των ισχυρισμών της M.E. 1. Σημειώνω ότι δεν αναφέρεται οπουδήποτε στην εν λόγω βεβαίωση ότι τα όσα έχουν καταγραφεί στηρίζονται απλά σε πληροφορίες που λήφθηκαν από τη M.E.1. Αυτό επιβεβαιώνεται, κατά την άποψη μου, και από το γεγονός ότι ο παιδίατρος στην καταληκτική του πρόταση συστήνει τρόπους αντιμετώπισης του προβλήματος. Θεωρώ ότι αν δεν διαπίστωνε και ο ίδιος το πρόβλημα, δεν θα μπορούσε να εισηγηθεί και τρόπους για την αντιμετώπιση του.»
Κρίνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προσέγγισε το όλο ζήτημα στη σωστή του διάσταση και ότι τα συμπεράσματα του ήταν υπό τις περιστάσεις εύλογα.
Πράγματι στο ιατρικό πιστοποιητικό του Γενικού Νοσοκομείου Λεμεσού ημερομηνίας 8/12/2014 αναφέρεται ότι ο εφεσίβλητος κατά τον ουσιώδη χρόνο (23/5/2014) όταν διεκομίσθει στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του νοσοκομείου, κατά την κλινική του εκτίμηση ανέφερε ζάλη και τάση για εμετό. Υποβλήθηκε σε αιματολογικό και βιοχημικό έλεγχο και ήταν χωρίς παθολογικά ευρήματα. Υποβλήθηκε επίσης σε ακτινογραφίες κρανίου, θώρακος και στέρνου που ήταν επίσης χωρίς παθολογικά ευρήματα. Εισήχθηκε στην χειρουργική κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Λεμεσού για παρακολούθηση. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του παρέμεινε αιμοδυναμικά φυσιολογικός και δεν παρουσίασε μεταβολή της νευρολογικής του εικόνας και εξήλθε του νοσοκομείου στις 24/5/2014 σε βελτίωση με οδηγίες. Κρίνουμε ότι το περιεχόμενο του εν λόγω πιστοποιητικού δεν επιβεβαιώνει, ως η θέση του εφεσείοντος, ότι ο εφεσίβλητος δεν είχε τραυματιστεί. Το γεγονός ότι εξήλθε του νοσοκομείου «σε βελτίωση με οδηγίες» δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο ανήλικος δεν είχε τραυματιστεί ή ότι δεν είχε υποστεί οποιαδήποτε σωματική βλάβη ή ζημιά. Άλλωστε, αν δεν είχε υποστεί οτιδήποτε δεν θα δίδονταν οδηγίες.
Στο άρθρο 2 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου Κεφ.148 αναφέρεται ότι «ζημιά» σημαίνει την απώλεια ή μείωση της ιδιοκτησίας άνεσης, σωματικής ευεξίας, υπόληψης ή άλλη παρόμοια απώλεια ή μείωση. Προκύπτει από τα πιο πάνω αλλά και από την σχετική νομολογία ότι η σωματική βλάβη είναι ευρεία έννοια στην οποία δεν περιλαμβάνονται μόνο οι σωματικές κακώσεις αλλά και ο επηρεασμός της ψυχολογικής ή και της ψυχικής κατάστασης ως επίσης ο ψυχικός πόνος του ατόμου (βλ. μεταξύ άλλων Lankuttis v. Nικόλα (2002) 1(Β) Α.Α.Δ. 1128, Ανδρέου ν. Θεμιστοκλέους (2004) 1(Α) Α.Α.Δ. 355 και Ανδρέου ν. Ιakovou Brothers (Constructions) Ltd κ.ά. (2014) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2851).
Στην ιατρική βεβαίωση του ιδιώτη παιδιάτρου ημερομηνίας 17/11/2015 ο τελευταίος αναφέρει ότι από τον χρόνο του δυστυχήματος και τη νοσηλεία του εφεσίβλητου στο Γενικό Νοσοκομείο αυτός παρουσίαζε φοβίες, ανασφάλειες, έγινε πολύ προσκολλημένος στη μητέρα του, στο αυτοκίνητο δεν ένιωθε άνετα, δεν ήθελε να ταξιδεύει, παρουσίαζε ανωμαλίες ύπνου και περιστασιακά είχε ενούρηση και χρειαζόταν παρακολούθηση και στήριξη από το περιβάλλον του μέχρι να ξεπεράσει το πρόβλημα. Από τα πιο πάνω δεν προκύπτει ότι ο παιδίατρος απλώς κατέγραψε τους ισχυρισμούς της μητέρας (ΜΕ1) του εφεσίβλητου ως είναι η θέση του εφεσείοντος. Αν ίσχυε κάτι τέτοιο τότε ο παιδίατρος δεν θα σύστηνε τρόπους αντιμετώπισης των προβλημάτων που αντιμετώπιζε ο εφεσίβλητος. Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ότι ο εφεσίβλητος κατά τον χρόνο του δυστυχήματος ήταν 6 ετών και επομένως είναι φυσιολογικό ο παιδίατρος να ενημερώθηκε από τη μητέρα του εφεσίβλητου για τα προβλήματα που αντιμετώπιζε και προφανώς για το ιατρικό του ιστορικό. Όμως από το περιεχόμενο της ιατρικής βεβαίωσης του παιδιάτρου δεν φαίνεται ο τελευταίος να αναφέρει ότι οι φοβίες και οι ανασφάλειες, οι ανωμαλίες ύπνου και η περιστασιακή ενούρηση που παρουσίαζε ο εφεσίβλητος βασίζονται αποκλειστικά σε πληροφορίες που έλαβε από τη μητέρα του.
Το γεγονός ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν πείστηκε, μη αποδεχόμενο σχετικό ισχυρισμό της ΜΕ1, ότι ο εφεσίβλητος, κατά το χρόνο εκδίκασης της αγωγής, εξακολουθούσε να παρουσιάζει ανασφάλειες, ανωμαλίες ύπνου και περιστασιακή ενούρηση λόγω του ότι δεν επιβεβαιωνόταν από ιατρική μαρτυρία, δεν αναιρούσε τα πιο πάνω εύλογα συμπεράσματά του.
Εν πάση περιπτώσει, υπενθυμίζουμε ότι η ακρόαση της αγωγής έγινε στη βάση έγγραφης μαρτυρίας δυνάμει της Δ.30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας (ως ίσχυαν τότε) και ότι μόνο η πλευρά του εφεσίβλητου παρουσίασε τέτοια μαρτυρία μέσω ένορκης δήλωσης της μητέρας του (ΜΕ1). Η πλευρά του εφεσείοντος δεν παρουσίασε οποιαδήποτε μαρτυρία προς αντίκρουση της ενώ δεν αιτήθηκε στο Δικαστήριο για λήψη άδειας για αντεξέταση της ΜΕ1 δυνάμει της Δ.30 θ.7 ή των συντακτών των ιατρικών πιστοποιητικών δυνάμει του άρθρου 26(1) του περί Αποδείξεως Νόμου Κεφ.9. Η μαρτυρία επομένως που παρουσιάστηκε εκ μέρους του εφεσίβλητου παρέμεινε αναντίλεκτη.
Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω κρίνουμε ότι η πλευρά του εφεσείοντος δεν έχει καταφέρει να καταδείξει ότι τα συμπεράσματα αυτά του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι εσφαλμένα (βλ. μεταξύ άλλων Πολάτογλου v. Μασούρα (2004) 1(Α) Α.Α.Δ. 150, T.J.S. Enterpr. Ltd κ.ά. v. Λαικής Κυπρ. Τράπ. (Χρηματ.) Λτδ (2005) 1(Α) Α.Α.Δ.108 και Χ' Μάρκου ν. Widehorizon (Cap. Market) Ltd (2010) 1(Α) Α.Α.Δ. 108).
Όσον αφορά το ύψος του ποσού το οποίο επιδίκασε το δικαστήριο ως γενικές αποζημιώσεις στην Ανδρέου v. Iacovou Brothers (Constructions) Ltd κ.ά. (ανωτέρω) λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Το Εφετείο δεν επεμβαίνει στα πρωτόδικα ευρήματα αναφορικά με το ύψος των γενικών αποζημιώσεων εκτός εάν πεισθεί είτε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο ενήργησε κάτω από λανθασμένη αντίληψη του νόμου είτε ότι το επιδικασθέν ποσό είναι τόσο υπερβολικό ή ανεπαρκές ούτως ώστε να καθίσταται παντελώς λανθασμένος ο υπολογισμός των αποζημιώσεων των οποίων ο ενάγων δικαιούται (Βλ. Σολομωνίδης ν. Ζεβλού κ.ά. (2000) 1(Α) Α.Α.Δ. 228)».
Έχουμε επίσης υπόψη μας ότι στην υπόθεση Lankuttis v. Nικόλα (ανωτέρω) λέχθηκε ότι:
«Η πρόσφατη σταθερή νομολογία μας θέλει τις αποζημιώσεις για σωματική αναπηρία, φυσικό και ψυχικό πόνο να αυξάνονται εξελικτικά. Η τάση αυτή της νομολογίας δεν οφείλεται σε συναισθηματική απόκλιση προς τα θύματα. Βασίζεται στις πραγματικότητες της ζωής. Τα δικαστήρια έχουν επίγνωση της υψηλής αξίας που συνεχώς αποδίδεται από πολιτισμένες κοινωνίες στη σωματική ακεραιότητα και ψυχική υγεία του ατόμου μέλους της.»
Κρίνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έχοντας υπόψη τις σωματικές βλάβες τις οποίες υπέστη ο εφεσίβλητος, αντίκρυσε το θέμα στη σωστή του διάσταση και ότι το ποσό των €2000 το οποίο επιδίκασε προς όφελος του εφεσίβλητου ως γενικές αποζημιώσεις ήταν υπό τις περιστάσεις εύλογο και δίκαιο.
Με βάση τα πιο πάνω ο λόγος έφεσης κρίνεται ανεδαφικός και απορρίπτεται.
Συνεπεία των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται με €1900 έξοδα πλέον Φ.Π.Α. υπέρ του εφεσίβλητου και σε βάρος του εφεσείοντος.
ΣΤ. Ν. ΣΤΑΥΡΟΥ, Δ.
Α. ΚΟΝΗΣ, Δ.
ΣΤ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΜΕΣΣΙΟΥ, Δ.