ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 59/2018)

 

 23 Δεκεμβρίου 2024

 

[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ,  Δ/στες]

 

1. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΡ. ΦΙΛΙΠΠΟΥ

2. ΑΝΔΡΕΑΣ Π. ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ,

Εφεσείοντες

v.

 

ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ

(ΠΡΩΗΝ MARFIN POPULAR BANK PUBLIC CO LTD),

Εφεσιβλήτων

 

Ν. Τσιαπαλής για Εφεσείοντες

Μ. Καραγιαννίδου (κα) με Β. Καραγιαννίδη για Ιωάννης Παπαζαχαρία ΔΕΠΕ για Εφεσίβλητους

 

------------------------

 

 ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Αμπίζα, Δ.

 

----------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ: Με απόφαση του, ημερομηνίας 5.1.2018, το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου επιδίκασε, υπέρ των εφεσιβλήτων, εναγόντων στην πρωτόδικη αγωγή, και εναντίον του εναγομένου 1 στην πρωτόδικη αγωγή, ποσό €23.548,97, ως οφειλόμενο χρεωστικό υπόλοιπο σε τρεχούμενο λογαριασμό, πλέον τόκο. Ο εναγόμενος 1 ήταν ο πρωτοφειλέτης της εν λόγω τραπεζικής διευκόλυνσης. Ταυτόχρονα, εξέδωσε απόφαση εναντίον των εφεσειόντων 1 και 2, εναγομένων 2 και 3 στην αγωγή, ως εγγυητών του πρωτοφειλέτη, για ποσό €8.543,01 (αντίστοιχο του ποσού των ΛΚ5.000.-), πλέον τόκο.

 

Αποτελούσαν, μεταξύ άλλων, μη αμφισβητούμενα γεγονότα, ως αποτυπώνονται στην πρωτόδικη απόφαση, τα εξής:

 

«...

(7)    Στις 27.04.04 ο Εναγόμενος 1 αποτάθηκε στην πρώην Λαϊκή Τράπεζα στην Πάφο όπου υπέβαλε αίτηση για να του παραχωρηθούν πιστωτικές διευκολύνσεις (Τεκμήριο 8).

(8)    Κατόπιν έγκρισης της πιο πάνω αίτησης στις 22.06.04 στη βάση προτεινόμενων όρων και εξασφαλίσεων (Τεκμήριο 12), η πρώην Λαϊκή Τράπεζα δημιούργησε τον τρεχούμενο λογαριασμό υπ' αρ. 136-11-002273 στον οποίον παραχώρησαν προς όφελος του Εναγομένου 1 (πρωτοφειλέτη) πιστωτικές διευκολύνσεις ύψους Λ.Κ.£4.000, όπως ήταν τότε το νόμισμα της Κυπριακής Δημοκρατίας (ισότιμο σε €6.834,40), υπό την μορφή ορίου λειτουργίας.

(9) Για την παροχή των πιο πάνω πιστωτικών διευκολύνσεων, συνομολογήθηκε και υπεγράφη στην Πάφο σχετικό συμφωνητικό έγγραφο ημερομηνίας 22.06.04 μεταξύ της πρώην Λαϊκής Τράπεζας και του Εναγομένου 1 (Τεκμήριο 9).

(10)  Την εξασφάλιση των υποχρεώσεων του Εναγομένου 1 που πηγάζουν μέσα από τη λειτουργία του πιο πάνω τρεχούμενου λογαριασμού από τον ίδιο εγγυήθηκαν οι Εναγόμενοι 2 και 3 (εγγυητές) δυνάμει σχετικών εγγράφων εγγύησης ημερομηνίας 22.06.04 που συνομολογήθηκαν και υπεγράφησαν στην Πάφο (Τεκμήρια 10 και 11).

(11)  Σε σχέση με την παραχώρηση πιστωτικών διευκολύνσεων υπό τη μορφή ανοίγματος και λειτουργίας τρεχούμενου λογαριασμού με όριο Λ.Κ.£4.000 προς όφελος του Εναγομένου 1 με εξασφάλιση την παροχή εγγύησης ύψους Λ.Κ.£5.000 (ισότιμο σε €8.543), στις 22.06.04 η πρώην Λαϊκή Τράπεζα ενημέρωσε γραπτώς τον Εναγόμενο 2 (Τεκμήριο 13).

(12)  Ο εν λόγω τρεχούμενος λογαριασμός τέθηκε σε λειτουργία από υποκατάστημα της πρώην Λαϊκής Τράπεζας στην επαρχία Πάφου και χρησιμοποιείτο από τον Εναγόμενο 1 προς εξυπηρέτηση προσωπικών του υποχρεώσεων.

(13)  Στις 29.06.05 ο Εναγόμενος 1 αποτάθηκε εκ νέου στην πρώην Λαϊκή Τράπεζα στην Πάφο όπου υπέβαλε αίτηση για να του παραχωρηθούν επιπλέον πιστωτικές διευκολύνσεις (Τεκμήρια 14 και 15).

(14)  Κατόπιν έγκρισης της πιο πάνω αίτησης στις 07.07.05 στη βάση προτεινόμενων όρων και εξασφαλίσεων (Τεκμήριο 15), η πρώην Λαϊκή Τράπεζα παραχώρησε προς όφελος του Εναγομένου 1 αύξηση ορίου του τρεχούμενου λογαριασμού υπ' αρ. 136-11-002273 (στο εξής ο 'επίδικος λογαριασμός').

(15)  Στις 04.04.07 συνομολογήθηκε και υπογράφτηκε στην Πάφο σχετικό συμφωνητικό έγγραφο μεταξύ της πρώην Λαϊκής Τράπεζας και του Εναγομένου 1 (Τεκμήριο 16) με το οποίο η πρώτη παραχωρούσε στο δεύτερο επιπλέον πιστωτικές διευκολύνσεις ύψους Λ.Κ.£10.500 (ισότιμο σε €17.940).

(16)  Με επιστολή της ημερομηνίας 11.03.11 (Τεκμήριο 17) η πρώην Λαϊκή Τράπεζα κάλεσε τον Εναγόμενο 1 να ομαλοποιήσει τον επίδικο λογαριασμό εντός 21 ημερών.

(17)  Με επιστολές της ημερομηνίας 11.03.11 (Τεκμήρια 18 και 19) η πρώην Λαϊκή Τράπεζα ενημέρωσε τους Εναγομένους 2 και 3 ότι ο επίμαχος λογαριασμός που εξασφαλίζεται δυνάμει των εγγράφων εγγύησης παρουσίαζε καθυστερήσεις και τους κάλεσε να συμμορφωθούν με τις συμβατικές τους υποχρεώσεις εντός 21 ημερών.

(18)  Με επιστολή της ημερομηνίας 05.04.11 η πρώην Λαϊκή Τράπεζα γνωστοποιεί στον Εναγόμενο 1 ότι τερματίζει τη συμφωνία λειτουργίας του επιδίκου λογαριασμού με όριο παροχής πιστωτικών διευκολύνσεων και παράλληλα απαιτεί την εξόφληση του ισχυριζόμενου οφειλόμενου ποσού (Τεκμήριο 20).

(19)  Με επιστολές της ημερομηνίας 05.04.11 η πρώην Λαϊκή Τράπεζα πληροφορεί τους Εναγομένους 2 και 3 ότι έχει τερματιστεί η συμφωνία λειτουργίας του επιδίκου λογαριασμού με όριο παροχής πιστωτικών διευκολύνσεων στον Εναγόμενο 1 και παράλληλα απαιτεί την πληρωμή ολόκληρου του ποσού εγγύησης πλέον τόκους και έξοδα εντός 10 ημερών (Τεκμήρια 21 και 22).

(20)  Με επιστολή του ημερομηνίας 13.05.11 προς τον Εναγόμενο 1 και κοινοποίηση του περιεχομένου της στους Εναγομένους 2 και 3, ο δικηγόρος της πρώην Λαϊκής Τράπεζας ζητεί την εξόφληση του ισχυριζόμενου χρεωστικού υπολοίπου στον επίδικο λογαριασμό (Τεκμήριο 23).

(21)  Το ότι από τις 29.03.13 οι Ενάγοντες ανέλαβαν ως αποκτών πρόσωπο τις τραπεζικές εργασίες και δραστηριότητες της πρώην Λαϊκής Τράπεζας, την οποία και υποκατέστησαν σε οποιαδήποτε νομική ή άλλη διαδικασία η οποία σχετίζεται με τίτλους, περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα ή υποχρεώσεις, τα οποία και μεταβιβάζονται αμέσως στους Ενάγοντες, οι οποίοι με αυτόν τον τρόπο απέκτησαν την ιδιότητα του Ενάγοντα στην παρούσα αγωγή (Τεκμήρια 1 και 2).»

 

          Ως παραδεκτά από τις διάδικες πλευρές, δηλώθηκαν, κατά την ακροαματική διαδικασία, τα ακόλουθα:

 

«(1)      Η παραχωρηθείσα στις 22.6.2004, από τους ενάγοντες στον Εναγόμενο 1, πιστωτική διευκόλυνση, αφορούσε τον επίδικο τρεχούμενο λογαριασμό με όριο Λ.Κ.£4.000 (€6.834,45).

(2)      Αντιπαροχή της εγγύησης που παρείχαν οι Εναγόμενοι 2 και 3 προς τους ενάγοντες ήταν η επίδικη συμφωνία παροχής πιστωτικών διευκολύνσεων σε τρεχούμενο λογαριασμό προς τον χρεώστη - Εναγόμενο 1.

(3)      Το υπόλοιπο του τρεχούμενου λογαριασμού κατά 07.07.05 ανήρχετο στο χρεωστικό ποσό των €5.647,99 (Λ.Κ.£3.305,62).

(4)      Για τα έγγραφα ημερομηνίας 07.07.05 για αύξηση του ορίου του τρεχούμενου λογαριασμού τα οποία υπογράφτηκαν μεταξύ εναγόντων και Εναγομένου 1 δεν δόθηκε γραπτή συγκατάθεση των Εναγομένων 2 και 3.

(5)      Για τα έγγραφα ημερομηνίας 04.04.07 για αύξηση του ορίου του τρεχούμενου λογαριασμού τα οποία υπογράφτηκαν μεταξύ εναγόντων και Εναγόμενου 1 δεν δόθηκε γραπτή συγκατάθεση των Εναγομένων 2 και 3.

(6)      Στις 13.10.10 στον επίδικο λογαριασμό κατατέθηκε το ποσό των €104.168,94 και αυθημερόν μεταφέρθηκε για εξόφληση άλλου λογαριασμού δανείου του Εναγόμενου αρ. 1 με αρ. 136-12-003559.

(7)      Οι Εναγόμενοι 2 και 3 δεν είχαν ενημερωθεί ή δώσει τη συγκατάθεση τους για την μεταφορά του ποσού των €104.168,94 από τον επίδικο λογαριασμό για εξόφληση του άλλου δανείου του Εναγόμενου αρ. 1.

(8)      Μετά την μεταφορά του ποσού των €104.168,94 στις 13.10.10 ως ανωτέρω, ο επίδικος λογαριασμός επανήλθε σε χρεωστικό υπόλοιπο €22.312,55 και έκτοτε παρέμεινε ανενεργός μέχρι τον τερματισμό του από τους ενάγοντες στις 05.04.11 με σχετικές επιστολές.»

 

          Είναι, ουσιαστικά, με αυτό το πραγματικό υπόβαθρο που εκδόθηκε η υπό κρίση απόφαση, την οποία, οι εφεσείοντες 1 και 2, προσβάλλουν με επτά λόγους έφεσης.

 

          Με τον πρώτο λόγο έφεσης, προσβάλλεται, ως ανεδαφικό και/ή προϊόν λανθασμένης ανάγνωσης και/ή ερμηνείας των επιδίκων εγγράφων και/ή των προθέσεων των μερών, ως αυτή αποτυπώνεται στα επίδικα έγγραφα, το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η εγγύηση των εφεσειόντων 1 και 2 είναι ξεχωριστή μέχρι του ποσού των ΛΚ5.000.- πλέον τόκους και έξοδα, για έκαστον από αυτούς.

 

          Με τον δεύτερο λόγο έφεσης, προσβάλλεται, ως εσφαλμένη και/ή αυθαίρετη και/ή αναιτιολόγητη, η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η αύξηση του ορίου του επίδικου τρεχούμενου λογαριασμού από ΛΚ4.000.- σε ΛΚ7.000.- «αποτελεί επουσιώδη μεταβολή ενός εκ των όρων του τεκμ.9», ενώ, με τον τρίτο λόγο έφεσης, η άποψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι σκοπός των συμβαλλομένων - εναγομένων 2 και 3 ήταν να καλυφθούν υποχρεώσεις του εναγομένου 1 προς τους ενάγοντες οι οποίες απορρέουν από τη λειτουργία του επιδίκου τρεχούμενου λογαριασμού, περιλαμβανομένης κάθε αύξησης στο συμφωνημένο όριο κίνησης του, με το οποίο ουσιαστικά επιτυγχάνεται παράταση ή ανανέωση της λειτουργίας του, προσβάλλεται ως ανεδαφική, ατεκμηρίωτη, λανθασμένη και/ή προϊόν λανθασμένης ερμηνείας των επιδίκων εγγράφων.

 

          Με τον τέταρτο λόγο έφεσης, προβάλλεται ότι η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο όρος 2 των τεκμηρίων 10 και 11 (εγγυητηρίων εγγράφων) αποτελεί, αφενός, απεμπόληση, εκ μέρους των εφεσειόντων 1 και 2, της νομοθετικής προστασίας που τους παρέχει το Άρθρο 91 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ.149 και , αφετέρου, αναγνώριση του δικαιώματος της τράπεζας να προβαίνει σε αύξηση του ορίου του επίδικου τρεχούμενου λογαριασμού, χωρίς κάτι τέτοιο να επηρεάζει την εγγύηση τους, είναι ανεδαφική, ατεκμηρίωτη, αυθαίρετη και λανθασμένη και/ή προϊόν λανθασμένης ερμηνείας των επιδίκων εγγράφων.

 

          Με τον πέμπτο λόγο έφεσης προσβάλλεται η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι εξασφαλίσεις για την παροχή επιπλέον πιστωτικών διευκολύνσεων, η οποία επιτεύχθηκε με την αύξηση του ορίου του επίδικου τρεχούμενου λογαριασμού, αποτελούσαν οι εγγυήσεις των εφεσειόντων 1 και 2, ως αυθαίρετη, ανεδαφική και λανθασμένη, ενώ, με τον έκτο λόγο έφεσης, προσβάλλεται το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με τη φύση της συμφωνίας που αποτυπώνεται στο τεκμήριο 16, η οποία, εν πάση περιπτώσει, λανθασμένα κρίθηκε ότι δεν επηρέαζε τις εγγυητικές υποχρεώσεις των εφεσειόντων.

 

          Τέλος, με τον έβδομο λόγο έφεσης, προσβάλλεται, ως λανθασμένο, αυθαίρετο και/ή αναιτιολόγητο, το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το χρεωστικό υπόλοιπο του επίδικου λογαριασμού ανέρχεται στο ποσό των €23.548,97.

 

Έχουμε μελετήσει διεξοδικά τους εγειρόμενους λόγους έφεσης, την αιτιολογία αυτών και την επιχειρηματολογία της πλευράς των εφεσειόντων 1 και 2, αλλά και την αντίθετη επιχειρηματολογία της πλευράς των εφεσιβλήτων, οι οποίοι υπεραμύνονται της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης.

 

Σύγχυση προκαλείται από τα όσα αφορούν τον πρώτο λόγο έφεσης. Είναι γεγονός ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, επιλαμβανόμενο του κατά πόσον η δέσμευση εγγύησης των εφεσειόντων 1 και 2 είναι ξεχωριστή ή κοινή, ανέλυσε το θέμα και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η δέσμευση αυτή ήταν ξεχωριστή μέχρι ποσού ΛΚ5.000.-, πλέον τόκους και έξοδα για έκαστο από αυτούς. Εξήγησε δε, ότι αυτό σημαίνει ότι έκαστος από τους εφεσείοντες 1 και 2 δεσμεύτηκε να εγγυηθεί από ΛΚ5.000.- ξεχωριστά και όχι αμφότεροι μαζί, συνολικά ΛΚ5.000.-. Όμως, αφού αναφέρθηκε στο συνεχές της εγγύησης και τη συμπερίληψη σ' αυτήν κάθε αύξησης στο όριο κίνησης του λογαριασμού, σημείωσε ότι «το πιο πάνω συμπέρασμα αυτό δεν επηρεάζει την κοινή και/ή κεχωρισμένη ευθύνη που οι Εναγόμενοι 2 και 3 θα έχουν στην περίπτωση που ο Εναγόμενος 1 παραβιάσει τις υποχρεώσεις του που πηγάζουν από τα Τεκμήρια 9 και 16». Εν τέλει, μάλιστα, εξέδωσε απόφαση εναντίον των εφεσειόντων 1 και 2 αλληλεγγύως και/ή κεχωρισμένως για το αντίστοιχο των ΛΚ5.000.- ποσό σε ευρώ.

 

Η θέση των εφεσειόντων, ως ρητώς προβάλλει μέσα από το περίγραμμα αγόρευσης τους, καθώς επίσης και στην πρωτόδικη διαδικασία, είναι ότι η εγγύηση τους είναι κοινή για το ποσό των ΛΚ5.000.- και η ευθύνη τους για την πληρωμή του ποσού της εγγύησης αυτής αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένη.

 

Δεδομένου τούτου, αλλά και του ότι η πρωτόδικη καταλυκτική απόφαση περί τούτου δεν εφεσιβλήθηκε από τους εφεσίβλητους, οι οποίοι είχαν άλλη άποψη, δεν φαίνεται να υφίσταται ουσιαστικός λόγος ενασχόλησης με τον πρώτο λόγο έφεσης, ο οποίος, εκ των πραγμάτων, δεν φαίνεται να έχει, υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις, ουσιαστικό αντικείμενο  επί της πρωτόδικης καταληκτικής απόφασης. Ως τέτοιος δε, κρίνεται ακαδημαϊκής υφής και απορρίπτεται.

 

Η συνάφεια των θεμάτων που προβάλλονται με τους εγειρόμενους λόγους έφεσης 2, 3, 4 και 5 είναι τέτοια, ως διαφαίνεται από το τι ακολουθεί, που μας επιτρέπει την παράλληλη εξέταση τους, μέσω της ενιαίας ουσιαστικής εξέτασης της πρωτόδικης απόφασης και κρίσης επί των θεμάτων αυτών.

 

Το σχετικό μέρος της πρωτόδικης απόφασης, στο οποίο το πρωτόδικο Δικαστήριο πραγματεύεται το θέμα που αφορούν οι ως άνω λόγοι έφεσης είναι το ακόλουθο:

 

«Είναι η θέση των Εναγομένων 2 και 3 ότι η συμφωνία που υπήρξε μεταξύ της πρώην Λαϊκής Τράπεζας και του Εναγομένου 1 για αύξηση του συμφωνημένου ορίου λειτουργίας του επιδίκου τρεχούμενου λογαριασμού από Λ.Κ.£4.000 σε Λ.Κ.£7.000 ακυρώνει τα έγγραφα εγγύησης που υπέγραψαν απαλλάσσοντας τους από τις συμβατικές υποχρεώσεις τους που πηγάζουν από τα έγγραφα αυτά. Τη θέση αυτή απορρίπτουν οι Ενάγοντες. 

Δυνάμει του άρθρου 91 του Κεφ.149 κάθε μεταβολή των όρων της μεταξύ του πρωτοφειλέτη και πιστωτή σύμβασης, η οποία γίνεται χωρίς τη συναίνεση του εγγυητή, απαλλάσσει τον εγγυητή από κάθε ευθύνη για συναλλαγές μεταγενέστερες της μεταβολής. Βέβαια όπως λέχθηκε στην υπόθεση Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Μακράσυκας v. Καπετάνιου, Πολιτική Έφεση Αρ. 200/2009 ημερ. 09.01.14, τέτοια μεταβολή πρέπει να είναι ουσιώδης για να οδηγήσει σε απαλλαγή του εγγυητή από την ευθύνη του. Συνεπώς το Κεφ.149 δια του συγκεκριμένου άρθρου παρέχει νομοθετική προστασία σ' ένα εγγυητή στην περίπτωση που διαφοροποιηθεί ουσιωδώς το καθεστώς σύμβασης του πρωτοφειλέτη και του πιστωτή χωρίς την έγκριση του εγγυητή που συμφώνησε να παρέχει εξασφάλιση στις υποχρεώσεις του πρωτοφειλέτη που πηγάζουν μέσα από τη σύμβαση του τελευταίου με τον πιστωτή. 

Στην προκειμένη περίπτωση μπορεί να λεχθεί ότι το Τεκμήριο 9 σε συνάρτηση με το Τεκμήριο 12 συνομολογήθηκε με σκοπό τη λειτουργία του επιδίκου τρεχούμενου λογαριασμού με συμφωνημένο όριο παρατραβήγματος Λ.Κ.£4.000. Κατ' αναλογία, μπορεί να λεχθεί ότι τα Τεκμήρια 10 και 11 σε συνάρτηση με το Τεκμήριο 13 αποτυπώνουν τη ξεχωριστή δέσμευση των Εναγομένων 2 και 3 να παρέχουν εξασφάλιση στο βαθμό και την έκταση που τα έγγραφα εγγύησης καθορίζουν στις συμβατικές υποχρεώσεις του Εναγομένου 1 απέναντι στην πρώην Λαϊκή Τράπεζα, οι οποίες απορρέουν από το Τεκμήρια 9 και 12. Η μεταξύ του Εναγομένου 1 και πρώην Λαϊκής Τράπεζας συμφωνία για αύξηση του παραχωρηθέντος ορίου λειτουργίας του επιδίκου τρεχούμενου λογαριασμού από Λ.Κ.£4.000 σε Λ.Κ.£7.000 (Τεκμήρια 14 και 15) μπορεί να λεχθεί ότι αποτελεί επουσιώδη μεταβολή ένα εκ των όρων του Τεκμηρίου 9 υπό το φως του Τεκμηρίου 12 με βάση το οποίο και συνομολογήθηκε. Σε σχέση με την επουσιώδη μεταβολή αυτή είναι παραδεκτό γεγονός ότι οι Εναγόμενοι 2 και 3 δεν έδωσαν τη γραπτή τους συγκατάθεση. 

Ωστόσο η πιο πάνω μεταβολή σε καμία περίπτωση διαφοροποιεί την πρόθεση των μερών όταν συνομολογούσαν τα έγγραφα εγγύησης. Ούτε μεταβάλλει την ουσία και τη βάση της σύμβασης του πρωτοφειλέτη που βασικά είναι η λειτουργία του επιδίκου τρεχουμένου λογαριασμού με όριο, άσχετα αν αυτό διαφοροποιείται προκειμένου να διασφαλίσει συνέχιση της κίνησης του. Ούτε αλλοιώνει το σκοπό που τα έγγραφα εγγύησης συνομολογήθηκαν. Η πρόθεση αυτή αποτυπώνεται με τη συνομολόγηση συμφωνητικών εγγράφων που καθιστούν την εγγύηση των Εναγομένων 2 και 3 συνεχής (continuing guarantee). Σκοπός των συμβαλλομένων μερών ήταν να καλυφθούν υποχρεώσεις του Εναγομένου 1 προς τους Ενάγοντες, οι οποίες απορρέουν από τη λειτουργία του επιδίκου τρεχουμένου λογαριασμού, περιλαμβανομένου κάθε αύξησης στο συμφωνημένο όριο κίνησης του με το οποίο ουσιαστικά επιτυγχάνεται παράταση ή ανανέωση της λειτουργίας του (Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζας Λτδ vT.G. & Sons Importing Ltd κ.α. (πιο πάνω). 

Πέραν και ανεξαρτήτως του πιο πάνω, δυνάμει των προνοιών του όρου 2 στα Τεκμήρια 10 και 11, η διατύπωση των οποίων είναι σαφής, ρητή, κατηγορηματική και δεν επιδέχεται αμφισβήτηση ως προς το νόημα που το περιεχόμενο τους αποδίδει, οι Εναγόμενοι 2 και 3 απεμπόλησαν τη νομοθετική προστασία που τους παρέχει το άρθρο 91 του Κεφ.149. Η αναφορά ότι παρέχουν εξουσία στην πρώην Λαϊκή Τράπεζα κατά την απόλυτη κρίση της, χωρίς να απαιτείται συγκατάθεση τους και δίχως να επηρεάζεται η ξεχωριστή ευθύνη των Εναγομένων 2 και 3 να προχωρούν με ανανέωση και/ή παράταση δανείων και συναλλαγματικών, η οποία απορρέει από τα Τεκμήρια 10 και 11, με οδηγεί μονοδρομικά στο συμπέρασμα ότι δεν απαιτείτο πλέον η έγκριση των Εναγομένων 2 και 3 ως εγγυητών για να διατηρηθούν σε νομική ισχύ τα έγγραφα εγγύησης τους στην περίπτωση που επιδιωκόταν αύξηση του ορίου του επιδίκου τρεχούμενου λογαριασμού προκειμένου να παραταθεί η λειτουργία του υπό τη μορφή συνέχισης διεκπεραίωσης συναλλαγματικών. 

Κάτω από αυτά τα δεδομένα καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η αύξηση του ορίου λειτουργίας του επιδίκου τρεχούμενου λογαριασμού δεν επηρέασε την εγκυρότητα των Τεκμηρίων 10 και 11, η νομική ισχύ των οποίων παρέμεινε άθικτη. Ως εκ τούτου δεν τίθεται θέμα απαλλαγής των Εναγομένων 2 και 3 από τις υποχρεώσεις τους απέναντι στους Ενάγοντες.»

 

          Είναι προφανές ότι στην ως άνω κατάληξη και συμπέρασμα, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στη βάση της μαρτυρίας που προβάλλετο από τα έγγραφα της εγγύησης. Από αυτά συμπέρανε τις προθέσεις των μερών. Όμως, διαπιστώνεται ότι πουθενά στα έγγραφα που κατατέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, δεν περιλαμβανόταν οποιαδήποτε αναφορά σε δικαίωμα της τράπεζας να αυξάνει το όριο του τρεχούμενου λογαριασμού χωρίς τη συγκατάθεση των εγγυητών. Εκείνο το οποίο οι όροι εγγύησης προβλέπουν, στην προκειμένη περίπτωση, ως αποτυπώνεται στα τεκμήρια 10 και 11, είναι άλλο. Παρέχεται, συναφώς, εξουσία στην τράπεζα, κατά την απόλυτη κρίση της και χωρίς τη συγκατάθεση του εγγυητή, να ανανεώνει οποιοδήποτε δάνειο, να δίνει στον πρωτοφειλέτη παρατάσεις, να απέχει από λήψη μέτρων εναντίον του ή να προβαίνει σε συμβιβασμούς μ' αυτόν, να παρατείνει, ανανεώνει, ακυρώνει ή απαλλάσσει δάνεια, γραμμάτια, συναλλαγματικές, ομόλογα, υποθήκες ή άλλες επιβαρύνσεις, εγγυήσεις ή εξασφαλίσεις προερχόμενες από τον πρωτοφειλέτη και άλλα συναφή. Καμία αναφορά δεν γίνεται σε αύξηση του ορίου του εγγυούμενου τρεχούμενου λογαριασμού και, ασφαλώς, τα πιο πάνω δεν περιλαμβάνουν ή εννοούν κάτι τέτοιο.

 

Διαφωτιστική επί τούτου, καθίσταται και η νομολογία, αφού σε σχετικές υποθέσεις παρατηρείται η ύπαρξη σχετικού όρου που να απαλλάσσει την τράπεζα από αναζήτηση τέτοιας συγκατάθεσης. Στην ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΑΚΡΑΣΥΚΑΣ ν. ΓΕΡΟΛΕΜΟΥ ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΥ, (2014) 1 ΑΑΔ 32, παρείχετο στη Συνεργατική δικαίωμα να τερματίζει και/ή ελαττώνει και/ή αυξάνει το παρεχόμενο δάνειο σε τρεχούμενο ή άλλο λογαριασμό. Στην ΛΟΦΙΤΗΣ κα ν. ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ, ECLI:CY:AD:2019:A494, Πολιτική Έφεση 220/2013, ημερομηνίας 27.11.2019, ECLI:CY:AD:2019:A494, παρεχόταν τέτοια χωρίς συγκατάθεση των εγγυητών τροποποίηση, αντικατάσταση ή αλλοίωση των συμφωνιών, ακόμα και αν αυτές πιθανό να αύξαναν την ευθύνη των εγγυητών. Στην PRESTOS CONFECTIONERY LTD κα ν. ALPHA BANK CYPRUS LTD, Πολιτική Έφεση 114/2015, ημερομηνίας 30.4.2024, το ανάλογο δικαίωμα της τράπεζας αφορούσε δικαίωμα να τερματίζει και/ή ελαττώνει και/ή αυξάνει και/ή τροποποιεί τις χρηματοδοτήσεις και/ή τραπεζικές διευκολύνσεις προς τον πρωτοφειλέτη.

 

Η διαπίστωση ύπαρξης συνεχούς εγγύησης, αναφορικά με τον συγκεκριμένο τρεχούμενο λογαριασμό, δεν συνεπάγεται αποποίηση των δικαιωμάτων των εγγυητών από τα δικαιώματα τους δυνάμει του Άρθρου 91 του Κεφ. 149, ούτε η συνεχής εγγυητική κάλυψη τρεχούμενου λογαριασμού, μέχρι συγκεκριμένο ποσό, εξυπακούει συμπερίληψη κάθε μελλοντικής αύξησης του ορίου.

 

Τα ως άνω οδηγούν στην εξέταση κατά πόσον τέτοια μεταβολή στους όρους της μεταξύ της τράπεζας και του πρωτοφειλέτη, ως ήταν η αύξηση του ορίου του τρεχούμενου λογαριασμού, ήταν ουσιώδης και επηρέαζε τους εφεσείοντες, ως εγγυητές. Φρονούμε ότι η απάντηση στο ερώτημα, στην προκειμένη περίπτωση, θα πρέπει να είναι καταφατική. Ο εν λόγω λογαριασμός είχε όριο ΛΚ4.000.-. Η εγγύηση των εφεσειόντων ήταν για ΛΚ5.000.-. Προκύπτει, συνεπώς, ότι υφίστατο ενδεχόμενο, σε περίπτωση υπέρβασης του ορίου από τον πρωτοφειλέτη, οι εφεσείοντες να καλούντο να πληρώσουν οφειλή, δυνάμει της εγγύησης, χαμηλότερη του ποσού των ΛΚ5.000.-. Η μεταβολή του ορίου σε ΛΚ7.000.-, σαφώς άλλαξε τα δεδομένα, στην περίπτωση υπέρβασης του ορίου από τον πρωτοφειλέτη. Επομένως, διαφοροποιείται, η παρούσα, από άλλες υποθέσεις στις οποίες η ευθύνη του εγγυητή παρέμενε η ίδια, ασχέτως τυχόν αύξησης του ορίου, αφού το μέγιστο εγγυούμενο ποσό ταυτίζετο με το ποσό του ορίου.

 

Αποτέλεσμα των πιο άνω είναι ότι οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου περί αποποίησης της πρόνοιας του Άρθρου 91 του Κεφ. 149, περί κάλυψης της αύξησης του ορίου από τις συμφωνίες εγγύησης, ώστε να επιτευχθεί παράταση ή ανανέωση του λογαριασμού, και περί επουσιώδους μεταβολής δεν βρίσκουν έρεισμα στην προσκομισθείσα μαρτυρία. Επομένως, τα συμπεράσματα αυτά του πρωτόδικου Δικαστηρίου κρίνονται ακροσφαλή.

 

Με δεδομένη την παραδεκτή απουσία λήψεως σχετικής συναίνεσης από τους εφεσείοντες, αναφορικά με την αύξηση του ορίου από ΛΚ4.000.- σε ΛΚ7.000, στη βάση των προνοιών του Άρθρου 91 του Κεφ. 149, οι εφεσείοντες απαλλάχθηκαν από κάθε ευθύνη, ως εγγυητές, για συναλλαγές μεταγενέστερες της εν λόγω μεταβολής των όρων της μεταξύ του πρωτοφειλέτη και τράπεζας σύμβασης. Με βάση τα παραδεκτά γεγονότα, η μεταβολή αυτή επήλθε στις 7.7.2005, όταν το χρεωστικό υπόλοιπο του λογαριασμού ήταν ΛΚ3.305,62. Αυτό, συνεπώς, θα έπρεπε να κριθεί ως το ποσό για το οποίο οι εφεσείοντες εξακολούθησαν να έχουν ευθύνη, δυνάμει της εγγύησης τους, αφού για οτιδήποτε μεταγενέστερο, κατά την 7.7.2005, απαλλάχθηκαν. Δεν βρίσκουμε έρεισμα στην εισήγηση για πλήρη απαλλαγή των εφεσειόντων, υπό τα δεδομένα της παρούσας υπόθεσης.

 

Συνακόλουθα των πιο πάνω, κρίνουμε βάσιμους τους υπό εξέταση λόγους έφεσης.

 

Η ως άνω κατάληξη συμπαρασύρει τον έκτο λόγο έφεσης, αφού η κρίση περί απαλλαγής των εφεσειόντων από ευθύνη για συναλλαγές μεταγενέστερες της μεταβολής, αναπόφευκτα θέτει χρονικό τέρμα στην ευθύνη των εφεσειόντων. Υπό τα δεδομένα αυτά, παραμένει αχρείαστη η όποια ενασχόληση με τον έκτο λόγο έφεσης.

 

Ως τέθηκε η επιχειρηματολογία της πλευράς των εφεσειόντων, επιλαμβανόμαστε του έβδομου λόγου έφεσης, αφού προβάλλεται, μέσω αυτού, η θέση αδυναμίας έκδοσης απόφασης για οποιοδήποτε ποσό. Δεν μας βρίσκει σύμφωνους τέτοια θέση. Ως τίθεται ανωτέρω, το ποσό του υπολοίπου του εν λόγω λογαριασμού, τόσο κατά την κρίσιμη ημερομηνία μεταβολής του ορίου και απαλλαγής των εφεσειόντων από ευθύνη για μεταγενέστερες συναλλαγές, όσο και κατά την 13.10.2010, από την οποία ο λογαριασμός παρέμεινε ανενεργός μέχρι τον τερματισμό του, δηλώθηκε ως παραδεκτό γεγονός. Αυτό οδηγεί, αναπόφευκτα, στο συμπέρασμα οφειλής από μέρους του πρωτοφειλέτη και ευθύνης των εγγυητών του. Το ακριβές ποσό που ενδεχομένως αφορά τον πρωτοφειλέτη, στην προκειμένη περίπτωση, δεν αφορά τους εφεσείοντες, εφόσον, δεδομένο παραμένει, ως αποτέλεσμα λογικής, ότι ο κατ' ισχυρισμόν εσφαλμένος ανατοκισμός, δεν είναι ικανός να επηρεάσει το περιορισμένο ποσό για το οποίο ευθύνονται οι εφεσείοντες. Επομένως, αβάσιμο κρίνουμε τον έβδομο λόγο έφεσης, τον οποίο και απορρίπτουμε.

 

Συνακόλουθα των πιο πάνω, η έφεση επιτυγχάνει αναφορικά με τους λόγους 2, 3, 4 και 5. Η πρωτόδικη απόφαση, στο μέρος που αφορά τους εφεσείοντες 1 και 2, διαφοροποιείται ως προς το αναφερόμενο ποσό, ώστε, αντί για ποσό €8.543,01, πλέον τον αποδιδόμενο τόκο, θα είναι για ποσό €5.647,99 (ΛΚ3.305,62) πλέον τον αποδιδόμενο τόκο.

         

Επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων και εναντίον των εφεσιβλήτων €2.000.-, πλέον ΦΠΑ, εάν υπάρχει, ως έξοδα της παρούσας έφεσης.

 

 

 

 

 

Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.      

 

 

 

Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.   

 

 

 

Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο