ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Αίτηση αρ. 4/2024)

5 Δεκεμβρίου 2024

[ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Πρόεδρος]

                  

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 2, 3Α, 9(4) ΚΑΙ 11 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ 9.2, 41.22(1) και (2), 41.6(1) και 3.1(2)(α) ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 43 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1960 (Ν.14/1960).

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΧΩΡΙΣ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΜΑ ΓΙΑ
ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΕΦΕΣΗΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ 982/2015 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ
17/7/2024 ΛΟΓΩ ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΕΞΟΔΑ.

 

Για Αιτητή: κος Σ. Φασουλιώτης για Χρίστος Πουργουρίδης και Σία Δ.Ε.Π.Ε

Για Καθ' ων η Αίτηση: κος Σ. Σωφρονίου

               

ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Π.: Η παρούσα εκδικάζεται σε μονομελή σύνθεση δυνάμει των προνοιών του Άρθρου 25.1 του Περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60) και του Άρθρου 11.5 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλες Διατάξεις) Νόμου του 1964 (33/1964).

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Π.: Με την παρούσα ο αιτητής ζητά την άδεια του Εφετείου για την καταχώρηση έφεσης που θα στρέφεται αποκλειστικά εναντίον της διαταγής του Ε.Δ. Λάρνακας στην αγωγή, 982/15 αναφορικά με τα έξοδα.

Για να γίνει κατανοητή η φύση του αιτήματος, χρήζει κατά την γνώμη μου μια συνοπτική αναφορά στο ιστορικό της υπόθεσης. Την 27.5.2015 οι καθ' ων η αίτηση, 1. Μυριάνθη Λαζάρου, 2. Ψαροταβέρνα Μ.Κ. Μάμας Λτδ και 3. Μάμας Μάμα, καταχώρισαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας εναντίον της συζύγου του αιτητή Ελένης Χρίστου Λαζάρου ως εναγόμενης 1 και του ιδίου του αιτητή ως εναγόμενου 2, την αγωγή με αριθμό 982/2015. Εκτός από την υπεράσπιση των εναγομένων στην αγωγή, καταχωρήθηκε επίσης ανταπαίτηση από την εναγόμενη 1, μόνο εναντίον της ενάγουσας 1.

Κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας εξέδωσε την 17/7/2024 τελική απόφαση με την οποία απέρριψε τόσο την αγωγή όσον και την ανταπαίτηση ως ατεκμηρίωτες. Σε σχέση με τα έξοδα της αγωγής και της ανταπαίτησης λόγω της απόρριψης τους, το Δικαστήριο θεώρησε ορθό όπως η κάθε πλευρά επιβαρυνθεί με τα δικά της έξοδα. Συνεπώς δεν εξέδωσε καμία διαταγή για έξοδα ούτε για την αγωγή ούτε και για την ανταπαίτηση.

Είναι η θέση του αιτητή ότι από το κείμενο της απόφασης, προκύπτει έκδηλα η πλάνη του Δικαστηρίου ως προς το πραγματικό γεγονός αναφορικά με το ποιος είχε καταχωρήσει την ανταπαίτηση εναντίον ποιου. Ισχυρίζεται ότι το Δικαστήριο παρανόησε το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι διάδικοι στην ανταπαίτηση ήταν μόνο η εναγόμενη 1 και η ενάγουσα 1 και ότι ο ίδιος δεν σχετιζόταν με την καταχώρηση της ανταπαίτησης. Επομένως, από τη στιγμή που ο ίδιος προσωπικά δεν συνέδραμε καθ' οιονδήποτε τρόπο στην αχρείαστη διόγκωση των εξόδων της διαδικασίας, θεωρεί ότι κακώς το Δικαστήριο δεν επιδίκασε τα έξοδα της αγωγής υπέρ του και εναντίον των εναγόντων.

Παρότι η αίτηση καταχωρίστηκε μονομερώς, δόθηκαν οδηγίες όπως επιδοθεί στην άλλη πλευρά, προκειμένου να ακουστούν οι απόψεις της. Μετά την επίδοση, οι καθ' ων η αίτηση - ενάγοντες στην πρωτόδικη διαδικασία, καταχώρησαν ένσταση στο αίτημα. Με την ένσταση τους οι καθ' ων η αίτηση,  αναφέρουν μεταξύ άλλων ότι η υπεράσπιση αμφότερων των εναγόμενων και η ανταξίωση της εναγόμενης 1 συζύγου του εναγομένου 2 - αιτητή, συνεκδικάστηκαν ως μία υπόθεση και αδιαχώριστη "δέσμη". Ως εκ τούτου, ορθά στην απόφαση του το Επαρχιακό  Δικαστήριο, έκρινε όλα τα επίδικα θέματα αδιαχώριστα και κατ' ακολουθία, το ίδιο αποφάσισε και για τα έξοδα. Είναι επιπλέον η θέση των καθ' ων η αίτηση ότι ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο ασκώντας την διακριτική του ευχέρεια δεν επεδίκασε έξοδα στον αιτητή. Ως εκ τούτου, καμία παρανόηση δεν εντοπίζεται στην υπόθεση που να δικαιολογεί το αίτημα. Αντίθετα, το Δικαστήριο πλήρως και με σαφήνεια, έδωσε κάθε δυνατή επεξήγηση για το πώς και γιατί κατέληξε στην απόφαση του αυτή.

Νομική πτυχή

Η αίτηση βασίζεται στο Μέρος 41.22 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023 που έχει ως εξής:

«(1) Έφεση που ασκείται επί αποφάσεως με μόνο λόγο εφέσεως τις λανθασμένες οδηγίες ως προς τα έξοδα, ή επί διατάγματος που αφορά στον υπολογισμό ή την αναθεώρηση του υπολογισμού των εξόδων δεν επιτρέπεται παρά μόνο κατόπιν αδείας του Εφετείου ή Δικαστή αυτού.

(2) Άδεια χορηγείται κατόπιν αιτήσεως χωρίς ειδοποίηση μόνο εάν προκύψει ότι οι οδηγίες ή το διάταγμα είναι αντίθετο προς τις πρόνοιες οποιουδήποτε νόμου ή κανονισμού, ή βασίζεται σε παρανόηση γεγονότος ή διατάσσει οποιοδήποτε διάδικο να καταβάλλει έξοδα που προκλήθηκαν χωρίς επαρκή αιτία, από άλλο διάδικο.»

Η πιο πάνω διάταξη, ταυτίζεται με το λεκτικό της Δ.35, θ.20 των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Επομένως, καθοδήγηση ως προς το ζήτημα αυτό, μπορεί να αντληθεί από τη νομολογία που ερμηνεύει την εν λόγω Διαταγή (βλ. μεταξύ άλλων Ψαρούδης Μπετόν Λτδ Πολ. Αίτηση 6/24, ημ. 8.11.24).

 Έχει νομολογηθεί ότι η παροχή άδειας δεν αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, αλλά συναρτάται με τη στοιχειοθέτηση από τον αιτητή, τουλάχιστον μιας εκ των προϋποθέσεων που καθορίζουν οι διαδικαστικοί Κανονισμοί (βλ. Διγενής Ακρίτας Μόρφου ν. Τυπογραφεία K. Γιαλλουρής & Yιοί Λτδ, Πολ. Εφ. 36/19, ημ. 31.5.2019), ECLI:CY:AD:2019:B209.

Σύμφωνα με το Μέρος 41.22 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023 που όπως προαναφέρθηκε ταυτίζεται με την Δ.35, θ.20 των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, η παροχή άδειας δικαιολογείται, μόνο εφόσον καθίσταται εμφανές ότι η απόφαση για τα έξοδα:

·        αντίκειται προς το νόμο ή διαδικαστικό κανονισμό,

·        βασίζεται σε παρανόηση των γεγονότων ή

·        διατάσσεται ένας διάδικος να καταβάλει τα έξοδα του άλλου, χωρίς επαρκή λόγο.

(Βλ. επίσης, Μάριος Ρούσου και Τασούλλα Χριστοφή (1999) 1 Α.Α.Δ 360 και Ελένης Στεφάνου - Μετζίτη (2010) 1 Α.Α.Δ 891).

Έχει επισημανθεί στην απόφαση Ψαρούδης (ανωτέρω) ότι ενδείκνυται να εξειδικεύεται από τον αιτητή σε ποια από τις πιο πάνω προϋποθέσεις στηρίζει το αίτημα του για παραχώρηση άδειας (βλ. επίσης Mavropoulos Construction Deveopments Ltd, Πολ. Αίτηση. 84/23, 21.12.2023).

Στην παρούσα περίπτωση, ο αιτητής στηρίζει το αίτημα του σε κατ' ισχυρισμό παρανόηση του Δικαστηρίου ως προς τα πρόσωπα που εμπλέκονταν στην ανταπαίτηση ως διάδικοι. Ισχυρίζεται ότι το Δικαστήριο παρανόησε το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι διάδικοι στην ανταπαίτηση ήταν μόνο η εναγόμενη 1 και η ενάγουσα 1 και ότι ο ίδιος δεν σχετιζόταν με την καταχώρηση της ανταπαίτησης ούτε ήταν διάδικος σε αυτή.

Μελετώντας το σύνολο των δικογράφων αλλά και το σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης ως προς τα έξοδα, κρίνω ότι ο αιτητής δεν έχει δίκαιο ως προς το επιχείρημα του για παρανόηση, αναφορικά με τους διαδίκους της ανταπαίτησης.

Οι ενάγοντες επικαλούνται μεταξύ άλλων στην έκθεση απαίτησης τους, προφορική συμφωνία μεταξύ της εναγομένης 1 και της ενάγουσας 1 που είναι αδελφές και συνιδιοκτήτριες του επίδικου ακινήτου, ως προς την ισότιμη εκμετάλλευση του. Ισχυρίζονται παράβαση της εν λόγω συμφωνίας από την εναγομένη 1 σε συνεργασία με τον εναγόμενο 2 σύζυγο της. Οι εναγόμενοι στην υπεράσπιση τους αναφέρονται στην ίδια συμφωνία, ισχυριζόμενοι όμως παράβαση της από τους ενάγοντες. Τους ίδιους ισχυρισμούς, αναφέρει και η εναγομένη 1 στην ανταπαίτηση της, εναντίον της ενάγουσας 1. Προκύπτει από τα πιο πάνω ότι οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί των διαδίκων, περιστρέφονταν γύρω από την εν λόγω συμφωνία και από ποιους έχει παραβιαστεί. Στην απόφαση του το πρωτόδικο Δικαστήριο, απέρριψε τους πιο πάνω ισχυρισμούς τόσο των εναγόντων όσο και των εναγομένων, ως ατεκμηρίωτους.

Ανεξαρτήτως του πιο πάνω αποτελέσματος, είναι σαφές ότι η κοινή υπεράσπιση των δύο εναγομένων, ταυτίζεται με τους ισχυρισμούς που προβάλλονται στην ανταπαίτηση της εναγομένης 1 εναντίον της ενάγουσας 1 ως προς την παράβαση από την ενάγουσα 1 της πιο πάνω συμφωνίας για κοινή εκμετάλλευση του επίδικου ακινήτου. Το Δικαστήριο έχοντας υπόψη του το σύνολο των πιο πάνω ισχυρισμών των διαδίκων μετά την απόρριψη της αγωγής και της ανταπαίτησης ως ατεκμηρίωτες, έκρινε στο πλαίσιο της διακριτικής του ευχέρειας ότι δεν δικαιολογείτο η επιδίκαση εξόδων.

Είναι σαφές κατά την κρίση μου και προκύπτει ξεκάθαρα από τα επίδικα θέματα αλλά και το σχετικό λεκτικό της πρωτόδικης απόφασης, ότι η μη επιδίκαση εξόδων υπέρ του αιτητή, δεν οφείλεται σε καμία παρανόηση εκ μέρους του πρωτόδικου Δικαστηρίου αλλά στην απόρριψη των εκατέρωθεν ισχυρισμών που περιστρέφονταν γύρω από την εκμετάλλευση του επίδικου ακινήτου ως ατεκμηρίωτων.

Ενόψει όλων των πιο πάνω, η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ' ων η αίτηση ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

 

 

Αλ. Παναγιώτου, Π.

         


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο