ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


 

ΕΦΕΤΕΙΟ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                         (Γενική Αίτηση Αρ. 1/2024 i-justice)

 

29 Νοεμβρίου, 2024

 

     [ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

Αναφορικά με το Mέρος 41.22 των Κανονισμών της Πολιτικής Δικονομίας

 

                                                               και

 

Αναφορικά με την αίτηση του Χρήστου Χρυσικού για παραχώρηση άδειας για καταχώρηση έφεσης εναντίον της απόφασης και/ή διαταγής του Διοικητικού Δικαστηρίου ημερομηνίας 10 Ιουλίου 2024 ως προς τα έξοδα της προσφυγής αρ.67/2023 (i-justice).

 

 

--------------------

Χ. Γ. Χρυσικός, Αιτητής.

Φ. Χριστοφίδης εκ μέρους του Γενικού  Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Καθ'ης η Αίτηση.

--------------------

ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου   

   θα δοθεί από την υποφαινόμενη.

-----------------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕYΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Ο αιτητής αιτείται άδειας για την καταχώρηση έφεσης εναντίον της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου ημερομηνίας 10/07/2024, αναφορικά με τα έξοδα της Προσφυγής Αρ. 67/2023 (i-justice).

 

Η υπό αναφορά Προσφυγή, την οποία ο αιτητής χειρίστηκε αυτοπροσώπως, απεσύρθη και απερρρίφθη με διάταγμα του Διοικητικού Δικαστηρίου ημερομηνίας 10/07/2024.

 

Στο σχετικό διάταγμα του Δικαστηρίου σε σχέση με τα έξοδα αναφέρονται τα εξής:

«Τα έξοδα της Προσφυγής υπολογίστηκαν από τον Πρωτοκολλητή και εγκρίθηκαν από το Δικαστήριο στο ποσό των €136 για Πραγματικά έξοδα υπέρ του Αιτητή και εναντίον της Καθ'ης η Αίτηση».

 

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε το επίδικο διάταγμα κατά παράβαση των προϋποθέσεων που τίθενται τόσο στο Μέρος 41.22(1) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας όσο και κατά παράβαση του Μέρους 39.3(1)(2)(3) και 39.4(1)(β) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας καθώς και του Τροποποιητικού Διαδικαστικού Κανονισμού 3/2017 (Αρ.5) της Πολιτικής Δικονομίας.

 

Επισημαίνει δε ότι η παλαιά Διαταγή 35 Θεσμός 20 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας για τη χορήγηση άδειας σε σχέση με τα επιδικασθέντα δικαστικά έξοδα, δεν τυγχάνει εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση.

 

Η πλευρά της Καθ'ης η αίτηση αντιτείνει ότι, η παρούσα διαδικασία δεν αποτελεί πολιτική διαδικασία αλλά αναθεωρητική.  Ως εκ τούτου ισχύουν οι πρόνοιες του Μέρους 41.22 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, οι Διαδικαστικοί Κανονισμοί του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αναθεωρητική Δικαιοδοσία) (3/1962) και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015 (6/2015).  Συνεπώς, ορθά επιδικάστηκαν ως πραγματικά έξοδα το ποσό των €136 ευρώ.  Εν πάση δε περιπτώσει, κατά την καθ'ης η αίτηση, ο αιτητής δεν έχει αποδείξει με ποιο τρόπο παραβιάστηκε ο Κανονισμός 39 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, αφού επιδικάστηκαν υπέρ του τα αποδεδειγμένα πραγματικά έξοδα που έχει υποστεί.

Έχουμε εξετάσει τις εκατέρωθεν θέσεις και έχουμε καταλήξει ως ακολούθως:

 

Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Μέρους 41.22 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023:

«41.22. Έφεση σε σχέση με τα έξοδα

(1) Έφεση που ασκείται επί αποφάσεως με μόνο λόγο εφέσεως τις λανθασμένες οδηγίες ως προς τα έξοδα, ή επί διατάγματος που αφορά στον υπολογισμό ή την αναθεώρηση του υπολογισμού των εξόδων δεν επιτρέπεται παρά μόνο κατόπιν αδείας του Εφετείου ή Δικαστή αυτού.

(2) Άδεια χορηγείται κατόπιν αιτήσεως χωρίς ειδοποίηση μόνο εάν προκύψει ότι οι οδηγίες ή το διάταγμα είναι αντίθετο προς τις πρόνοιες οποιουδήποτε νόμου ή κανονισμού, ή βασίζεται σε παρανόηση γεγονότος ή διατάσσει οποιοδήποτε διάδικο να καταβάλλει έξοδα που προκλήθηκαν χωρίς επαρκή αιτία, από άλλο διάδικο.».

 

 

 

 

 

Το Μέρος 41. 22 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας ταυτίζεται με το λεκτικό των παλαιότερων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, Δ.35, θ.20.  Επομένως καθοδήγηση μπορεί να αντληθεί από τη νομολογία   αναφορικά με την εν λόγω Διαταγή.

 

Στη Διγενής Ακρίτας Μόρφου ν. Τυπογραφεία Κ. Γιαλλουρής & Υιοί Λτδ, Πολιτική Έφεση Αρ. 36/2019, ημερομηνίας 31/05/2019, ECLI:CY:AD:2019:B209, επαναλήφθηκε το θεσμικό πλαίσιο παροχής άδειας για καταχώριση έφεσης σε σχέση με  επιδικασθέντα έξοδα και λέχθηκαν τα εξής:

«Το θεσμικό πλαίσιο παροχής άδειας εξηγήθηκε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Μάριου Ρούσου και της Τασούλλας Χριστοφή (1999) 1 ΑΑΔ 360, με αναφορά σε προηγούμενη νομολογία. Η εξουσία του Δικαστηρίου να επιτρέψει έφεση αποκλειστικά σε σχέση με τα έξοδα είναι περιορισμένη.

 

Η παροχή άδειας δικαιολογείται, όπως προκύπτει από το κείμενο της Δ.35 θ.20, μόνο εφόσον καθίσταται εμφανές ότι η απόφαση για τα έξοδα (α) αντίκειται προς το νόμο ή διαδικαστικό κανονισμό, (β) βασίζεται σε παρανόηση των γεγονότων ή (γ) όπου διατάσσεται ένας διάδικος να καταβάλει τα έξοδα του άλλου, χωρίς επαρκή λόγο (βλ., επίσης, Αναφορικά με την Αίτηση της Ελένης Στεφάνου - Μετζίτη (2010) 1 ΑΑΔ 891).

 

Η παροχή άδειας δεν αφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, αλλά συναρτάται με τη στοιχειοθέτηση από τον αιτητή τουλάχιστον μιας των προϋποθέσεων που καθορίζει η Δ.35 θ.20.».

 

 

(βλ. επίσης απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου S.A.H και S.M.B., Έφεση Αρ. 25/2022, ημερομηνίας 26/01/2023, απόφαση Εφετείου (Πολιτική Δικαιοδοσία) Ελένης Α. Γεωργίου, Πολιτική Αίτηση Αρ. 82/23 i-justice ημερομηνίας 24/10/2023, απόφαση Εφετείου στην Πολιτική Αίτηση Αρ. 84/2023 Αναφορικά με την τελική απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών στην υπόθεση υπ' αρ. 407/2015 και Αναφορικά με την αίτηση της εταιρείας Μavropoulos Construction Developments Ltd, ημερομηνίας 21.12.2023).

 

Αναφορικά με το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο σε σχέση με τα έξοδα διάδικου ο οποίος χειρίζεται αυτοπροσώπως την υπόθεσή του, καθοδηγητικά είναι τα νομολογηθέντα στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Χατζηγεωργίου και Κυπριακό Συμβούλιο Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών (ΚΥΣΑΤΣ), Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 152/13, ημερομηνίας 28/07/2020, ECLI:CY:AD:2020:C273, τα οποία παρατίθενται κατωτέρω:

«Όσον αφορά τα έξοδα διαδίκου ο οποίος χειρίζεται αυτοπροσώπως την υπόθεση του, στην Γρηγορίου ν. Τράπεζα Κύπρου Λτδ (1996) 1 Α.Α.Δ. 1111, αποφασίστηκε ότι "το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο δεν επιτρέπει την παροχή εξόδων σε διάδικο, ο οποίος χειρίζεται αυτοπροσώπως την υπόθεση του, για νομική προετοιμασία και ανάπτυξη της υπόθεσης του ενώπιον του Δικαστηρίου."  (βλ. επίσης Βούρος κ.α. ν. Τεγγεράκη (2003) 1 Α.Α.Δ. 485).  Δεν τίθεται επίσης θέμα ανισότητας με τα έξοδα που επιδικάζονται όταν εμφανίζεται δικηγόρος κατά το Άρθρο 28 του Συντάγματος ως ήτο η εισήγηση του Εφεσείοντα καθότι πρόκειται περί ανόμοιων πραγμάτων».

 

Με γνώμονα τα πιο πάνω, κρίνουμε ότι στην εξεταζόμενη περίπτωση στην οποία εφαρμογής τυγχάνουν οι πρόνοιες του Μέρους 41.22 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, δεν έχει στοιχειοθετηθεί οποιαδήποτε από τις τρεις πιο πάνω τεθείσες προϋποθέσεις, έτσι ώστε να δικαιολογείται η παροχή άδειας για καταχώρηση έφεσης σε σχέση με τα επιδικασθέντα έξοδα.

 

Ο αιτητής με το Περίγραμμα Αγόρευσής του αιτιάται το πρωτόδικο           Δικαστήριο διότι επιδίκασε υπέρ του το ποσό των €136 ευρώ ως            πραγματικά έξοδα, ενώ θα έπρεπε να επιδικάσει υπέρ του το ποσό των €1676 ευρώ στη βάση του υποβληθέντος καταλόγου δικαστικών εξόδων                ημερομηνίας 05/07/2024, τον οποίο ο αιτητής υπέβαλε πρωτόδικα.  Προβάλλει ότι ο εφεσιβαλλόμενος επιδικασμός εξόδων παραβαίνει το   Μέρος 39.3 και 39.4(1)(β) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας και είναι αναιτιολόγητος.

 

Δεν συμφωνούμε με την πιο πάνω προσέγγιση του ζητήματος από τον        αιτητή, εφόσον η εκδίκαση υποθέσεων ενώπιον του Διοικητικού             Δικαστηρίου διέπεται από τους περί της Λειτουργίας του                Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 2015 (ως τροποποιήθηκαν), οι οποίοι ρυθμίζουν κάποια δικονομικά      θέματα αφ' εαυτών και κατά τα λοιπά παραπέμπουν (Κανονισμός 2), στον Διαδικαστικό Κανονισμό του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, ο οποίος στον Κανονισμό 18 προνοεί τα ακόλουθα:

«18. Ο κατά την ημέραν της εκδόσεως του παρόντος Κανονισμού ισχύων εν τη Δημοκρατία περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικός Κανονισμός θα εφαρμόζεται τηρουμένων των αναλογιών και εφ' όσον αι περιστάσεις επιτρέπουν τούτο, εις πάσαν διαδικασίαν ενώπιον του Δικαστηρίου, εκτός εάν άλλως προβλέπεται εις τον παρόντα Κανονισμόν ή εκτός το Δικαστήριον ή Δικαστής άλλως ήθελεν ορίσει.».

 

 

Επομένως, όπου οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού                   Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015  ή ο                      Διαδικαστικός  Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού                Δικαστηρίου του 1962 ρυθμίζουν ρητώς και αφ' εαυτών ένα δικονομικό θέμα, εφαρμόζονται ως lex specialis και δεν εφαρμόζεται η τυχόν             ανάλογη διάταξη του περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικού        Κανονισμού.

 

Το θέμα της επιδίκασης εξόδων ρυθμίζεται ειδικά από τους Κανονισμούς 22 και 22Α του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου               Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962.  Ο μεν Κανονισμός 22     ρυθμίζει τα δικαστικά έξοδα, επαφίοντάς τα στην κρίση του             εκδικάζοντος Δικαστηρίου, ενώ ο Κανονισμός 22Α ρυθμίζει τα                δικηγορικά έξοδα. Η συνεπαγόμενη διάκριση μεταξύ δικαστικών και       δικηγορικών εξόδων βρίσκεται σε αρμονία με τις ρυθμίσεις του περί       Δικηγόρων Νόμου (Κεφ. 2), κατά τις οποίες η άσκηση δικηγορίας δεν διενεργείται από οποιονδήποτε εμφανίζεται ενώπιον δικαστηρίου, εκτός αν αυτός πληροί τις προϋποθέσεις του Κεφ. 2 για να αναγνωρίζεται και ενεργεί ως δικηγόρος.

 

Εφόσον ο αιτητής εμφανίστηκε στην πρωτόδικη διαδικασία προσωπικά, τότε δεν δικαιούται δικηγορικά έξοδα βάσει του πιο πάνω Κανονισμού 22Α , αφού αυτά τα έξοδα επιδικάζονται μόνο υπέρ δικηγόρου. Συνάγεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε πραγματικά έξοδα υπέρ του αιτητή στη βάση του πιο πάνω Κανονισμού 22, ο οποίος συνιστά την σχετική δικονομική βάση για αυτό τον επιδικασμό, παρά το ότι δεν τον                     επικαλέστηκε ρητά, αφού -στο πλαίσιο της αρχής lex novit curia- το       Δικαστήριο θεωρείται ότι γνωρίζει και σιωπηρά τηρεί τους δικονομικούς κανόνες, εκτός αν αποδειχθεί το αντίθετο.  

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η αίτηση απορρίπτεται.  Υπό τις περιστάσεις δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

 

 

 

                                                        Α. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ. 

                                                                                  

                                                         Γ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Δ.

 

                                                         Δ. ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο