ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


 

ΕΦΕΤΕΙΟ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                            (Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 12/2024)

 

15 Οκτωβρίου, 2024

 

[ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

AHMED SHBIB

                                                                                                                Εφεσείων,

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ                                                   ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

                                                                                                          Εφεσίβλητης.

 

--------------------

  Ν. Ζένιου & Κ. Γιαννακού (κα), για Α. Χρίστου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε, για

 Εφεσείοντα.

 Π. Βρυωνίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας εκ μέρους του Γενικού  

Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Εφεσίβλητη.

--------------------

ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του                 Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Δ. Λυσάνδρου.

-----------------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ.:  Η Εφεσίβλητη εξέδωσε στις 31.8.2023 διατάγματα απέλασης και κράτησης κατά του Εφεσείοντα, τον οποίο κήρυξε απαγορευμένο μετανάστη δυνάμει του Άρθρου 6(1)(ζ) των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμων (εφεξής «το Κεφ. 105»).

 

Ο Εφεσείων προσέβαλε το διάταγμα απέλασης με την Προσφυγή Αρ. 3260/2023 ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας.  Με την Προσφυγή Αρ. 1578/2023, ο Εφεσείων προσέβαλε τόσο την κήρυξή του ως απαγορευμένου μετανάστη όσο και το διάταγμα κράτησης, ζητώντας στις αιτούμενες θεραπείες την ακύρωση αμφότερων.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την Προσφυγή Αρ. 1578/2023, με την απόφασή του ημερ. 18.12.2023 την οποία ο Εφεσείων εφεσιβάλλει με την παρούσα Έφεση, προβάλλοντας πέντε λόγους έφεσης (ο έκτος αποσύρθηκε κατά την ενώπιόν μας ακρόαση). 

 

Πρώτον, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε εσφαλμένα ότι δεν είχε τη δικαιοδοσία να εξετάσει τη νομιμότητα κήρυξης του Εφεσείοντα ως απαγορευμένου μετανάστη.

Δεύτερον, με το ως άνω του σφάλμα, το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέβη το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής το οποίο κατοχυρώνεται από το Άρθρο 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (εφεξής «η ΕΣΔΑ») και το Άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης

 

Τρίτον, το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε ότι δεν παραβιάστηκε το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του Εφεσείοντα  και οι αρχές της φυσικής δικαιοσύνης.

 

Τέταρτον, το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα συμπέρανε ότι το προσβαλλόμενο διάταγμα κράτησης ήταν απότοκο δέουσας αιτιολογίας. 

 

Πέμπτον, το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα συμπέρανε ότι δεν θίγεται η Αρχή της αναλογικότητας ή/και οι Αρχές της χρηστής διοίκησης, σε σχέση με την αναλογία και αναγκαιότητα κράτησης του Εφεσείοντα και του επιδιωκόμενου σκοπού.

 

 

Α.  Η κήρυξη του Εφεσείοντα ως απαγορευμένου μετανάστη:

Πρώτος Λόγος Έφεσης:

Με επιστολή της ημερ. 31.8.2023 προς τον Εφεσείοντα, η Εφεσίβλητη τον ενημέρωσε πως (για εκείνην) είναι απαγορευμένος μετανάστης βάσει του Άρθρου 6(1)(ζ) του Κεφ. 105, οπότε αποφάσισε να τον απελάσει βάσει του Άρθρου 29 των περί Προσφύγων Νόμων, λόγω της καταδίκης του σε ποινή φυλάκισης και, κατά προέκταση, εξέδωσε σε βάρος του τα διατάγματα απέλασης και κράτησης της ίδιας ημερομηνίας.  Η κήρυξη του Εφεσείοντα ως απαγορευμένου μετανάστη αιτιολογείται στο σώμα του διατάγματος απέλασης στη βάση όχι της διάπραξης ποινικού αδικήματος ως αναφέρει η προρρηθείσα επιστολή, αλλά της τοποθέτησης των κρατικών υπηρεσιών ασφαλείας πως ο Εφεσείων εμπλέκεται σε κύκλωμα εμπορίας προσώπων.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τον ενώπιόν του λόγο ακύρωσης περί του ότι ήταν παράνομη η κήρυξή του ως απαγορευμένου μετανάστη, με το σκεπτικό ότι δεν έχει δικαιοδοσία να εξετάσει κατά πόσο ο Εφεσείων (ως κάτοχος του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει των περί Προσφύγων Νόμων) κατέστη νόμιμα απαγορευμένος μετανάστης.

 

Αυτό, διότι -εκκρεμούσης της Προσφυγής Αρ. 3260/2023 ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας κατά του διατάγματος απέλασης- το διάταγμα απέλασης είναι νόμιμο, δικαιολογόν την κράτηση ως μέτρο υλοποίησης της εκτέλεσής του. 

 

Κατά το πρωτόδικο Δικαστήριο, η νομιμότητα της κήρυξης του Εφεσείοντα ως απαγορευμένου μετανάστη (ήτοι, το κατά πόσο αυτή η κήρυξη είναι νόμιμη ως συμβατή με το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας το οποίο υπείχε ο Εφεσείων) εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, εξεταζόμενη  στο πλαίσιο της Προσφυγής Αρ. 3260/2023, κατά τον δικαστικό έλεγχο του συναφούς διατάγματος απέλασης.

 

Ο Εφεσείων αιτιάται την ανωτέρω πρωτόδικη προσέγγιση ως εσφαλμένη.  Κατ' αυτόν, το διάταγμα απέλασης δεν είναι καθοριστικό για την υπόστασή του, διότι παραμένει κάτοχος του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, αφού η (καθ' ύλην αρμόδια) Υπηρεσία Ασύλου ουδέποτε απέσυρε αυτό το καθεστώς με απόφασή της.

 

 

 

Ο πρώτος λόγος έφεσης κρίνεται βάσιμος και επιτυγχάνει, για τους εξής λόγους:

 

Η κήρυξη του Εφεσείοντα ως απαγορευμένου μετανάστη συνιστά πράξη διακριτή από τα διατάγματα απέλασης και κράτησης (Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 147/2012 Stoyanov ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 2.7.2018), παρότι αυτά τα διατάγματα έχουν αυτή την κήρυξη ως υπόβαθρο.  Το συμπέρασμα ότι η κήρυξη του Εφεσείοντα συνιστά διακριτή (και αυτοτελώς προσβαλλόμενη) πράξη από τα διατάγματα απέλασης και κράτησης δεν αναιρείται από το γεγονός ότι η Εφεσίβλητη επέλεξε εν προκειμένω να παραθέσει την κήρυξη και την αιτιολογία της στο σώμα του διατάγματος απέλασης.

 

Η κήρυξη του Εφεσείοντα ως απαγορευμένου μετανάστη προσβάλλεται ρητά στην Προσφυγή Αρ. 1578/2023 και, συνεπώς, το πρωτόδικο Δικαστήριο υποχρεούτο να ελέγξει τη νομιμότητά της, εκτός αν όντως εξέπιπτε της δικαιοδοσίας του ως αποφάνθηκε.

 

Η δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου καλύπτει -με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος και τους περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμους (ο Νόμος 131(Ι) του 2015 ως τροποποιήθηκε)- τον δικαστικό έλεγχο εκτελεστών διοικητικών πράξεων, με εξαίρεση τις εκτελεστές διοικητικές πράξεις οι οποίες υπάγονται στη δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας βάσει των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων (εφεξής «ο Νόμος 73(Ι) του 2018»). 

 

Το Άρθρο 11 του Νόμου 73(Ι) του 2018, το οποίο προσδιορίζει τις πράξεις για τoν έλεγχο των οποίων απονέμει δικαιοδοσία στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, δεν συγκαταλέγει σε αυτές την κήρυξη αλλοδαπού ως απαγορευμένου μετανάστη δυνάμει του Άρθρου 6 του Κεφ. 105.

 

Συνάγεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε δικαιοδοσία να προβεί σε έλεγχο νομιμότητας της κήρυξης του Εφεσείοντα ως απαγορευμένου μετανάστη και, συνεπώς, εσφαλμένα έκρινε το αντίθετο.

 

Ως απόρροια της κρίσης μας, η Προσφυγή Αρ. 1578/2023 πρέπει να επιστραφεί στο πρωτόδικο Διοικητικό Δικαστήριο, ώστε το τελευταίο να κρίνει τη νομιμότητα της κήρυξης του Εφεσείοντα ως απαγορευμένου μετανάστη, καθότι το Εφετείο δεν προβαίνει σε πρωτογενή κρίση (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 134/2018 Δημοκρατία ν. Τσιγαρίδας, απόφαση ημερ. 5.6.2024).   

 Επισημαίνουμε στο σημείο αυτό ότι, το ποιες είναι οι συνέπειες (για τη νομιμότητα του επίδικου διατάγματος κράτησης) της -μετά την έκδοση της εφεσιβαλλόμενης απόφασης ημερ. 18.12.2023- ακύρωσης του συναφούς διατάγματος απέλασης διά της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας ημερ. 5.2.2024 στην Προσφυγή Αρ. 3260/2023, αποτελεί ζήτημα εξέτασης (αν ήθελε απαιτηθεί) από το πρωτόδικο Δικαστήριο.

 

Ενόψει της επιτυχούς έκβασης του πρώτου λόγου έφεσης, παρέλκει η εξέταση του δεύτερου λόγου έφεσης.

 

Β. Το επίδικο διάταγμα κράτησης:

1.Προδικαστική ένσταση της Εφεσίβλητης περί απώλειας του αντικειμένου της παρούσας Έφεσης:

Η Εφεσίβλητη διατείνεται πως η παρούσα έφεση χρήζει απόρριψης λόγω της επελεύσασας απώλειας του αντικειμένου της στη βάση των εξής γεγονότων:

 

Ως προαναφέρθηκε, τα διατάγματα απέλασης και κράτησης κατά του Εφεσείοντα εκδόθηκαν στις 31.8.2023 ενόσω ο Εφεσείων τελούσε ήδη σε κράτηση βάσει διαταγμάτων προσωποκράτησης η οποία αποσκοπούσε στη διερεύνηση ποινικών αδικημάτων (ενδεχομένως συναφών με την εμπορία προσώπων η οποία είναι ο λόγος κήρυξης του Εφεσείοντα ως απαγορευμένου μετανάστη από την Εφεσείουσα).  Ο Εφεσείων συνέχισε, λοιπόν, να τελεί υπό κράτηση (από τις 31.8.2023 και εντεύθεν) βάσει του επίδικου διατάγματος κράτησης.

 

Στις 18.12.2023, εξεδόθη η εφεσιβαλλόμενη απόφαση με την οποία το πρωτόδικο Διοικητικό Δικαστήριο έκρινε νόμιμο το προσβαλλόμενο διάταγμα κράτησης.

 

Ως προαναφέρθηκε, την 5.2.2024, το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας αποδέχτηκε την Προσφυγή Αρ. 3260/2023 του Εφεσείοντα, ακυρώνοντας ως παράνομο το διάταγμα απέλασης του οποίου η υλοποίηση αποσκοπείτο με το προσβαλλόμενο διάταγμα κράτησης.

 

Ως εκ τούτου, στις 7.2.2024 η Εφεσίβλητη αποφάσισε να ακυρώσει το προσβαλλόμενο διάταγμα κράτησης και να εκδώσει νέο διάταγμα κράτησης κατά του Εφεσείοντα, και πάλι για τον σκοπό υλοποίησης διατάγματος απέλασης.

 

To νέο διάταγμα κράτησης ημερ. 7.2.2024 προσβλήθηκε διά της Προσφυγής Αρ. 295/2024 ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου το οποίο έκρινε ότι δεν είχε δικαιοδοσία και, ως εκ τούτου, παρέπεμψε την υπόθεση στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, πλην όμως και το τελευταίο αποφάνθηκε ομοίως (με την απόφασή του ημερ. 26.4.2024 στην Προσφυγή Αρ. 1106Α/2024) ότι δεν κέκτηται δικαιοδοσία προς δικαστικό έλεγχο του εν λόγω διατάγματος. 

 

Τελικώς, το νέο διάταγμα κράτησης ημερ. 7.2.2024 υποκαταστήθηκε από την Εφεσίβλητη, με εφαρμογή εναλλακτικών της κράτησης μέτρων.  Συγκεκριμένα, την 11.6.2024 η Εφεσίβλητη απελευθέρωσε τον Εφεσείοντα επιβάλλοντάς του την υποχρέωση τακτικής παρουσίασής του στις αστυνομικές αρχές. 

 

Βάσει των προρρηθέντων γεγονότων, η Εφεσίβλητη ισχυρίζεται πως ο Εφεσείων δεν έχει πλέον έννομο συμφέρον για προώθηση της παρούσας έφεσης η οποία, συνεπώς, κατέστη ακαδημαϊκή και απορριπτέα. 

 

Η προδικαστική ένσταση της Εφεσίβλητης κρίνεται αβάσιμη και  απορρίπτεται, για τους εξής λόγους:

 

Για την επιτυχή έκβαση έφεσης αναθεωρητικής δικαιοδοσίας καταχωρισθείσας από τον πρωτοδίκως προσφεύγοντα, προϋποτίθεται η διατήρηση του εννόμου συμφέροντός του και στο στάδιο της έφεσης (Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 32/2014 Χριστοφόρου κ.ά. ν.  Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 30.1.2020). 

Η κατάργηση, ανάκληση, ακύρωση, εξ υπαρχής εξαφάνιση ή εκπνοή της ισχύος της προσβαλλόμενης πράξης μεσούσης της δίκης (πρωτόδικα ή κατ' έφεση), στερεί την τελευταία από το αντικείμενό της, εκτός εάν εγείρεται θέμα κατάλοιπου ζημίας διεκδικήσιμης βάσει του Άρθρου 146.6 του Συντάγματος (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 59/2018 Μιχαήλ ν. Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου κ.ά., απόφαση ημερ. 11.1.2024).  Κατάλοιπο ζημιάς προκύπτον ευθέως από την προσβαλλόμενη πράξη και αναδεικνυόμενο, τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως, από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 104/2017 Λακκοτρύπη ν. Κοινοτικού Συμβουλίου Πελενδρίου κ.ά., απόφαση ημερ. 12.12.2023).

 

Στην περίπτωση της ανάκλησης διαταγμάτων απέλασης και κράτησης, ο θιγόμενος αλλοδαπός διατηρεί έννομο συμφέρον για προώθηση της υπόθεσης του (πρωτόδικα και κατ' έφεση) εξαιτίας της κράτησής του (έστω και ολιγοήμερης), διότι μόνο έτσι δύναται να διεκδικήσει αποζημίωση -στη βάση του Άρθρο 146.6 του Συντάγματος- για την (κατ' ισχυρισμόν παράνομη) αποστέρηση της ελευθερίας του (Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 147/2012 Stoyanov ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω).

 

Δηλαδή, η αποστέρηση της ελευθερίας είναι αυταπόδεικτο ζημιογόνο κατάλοιπο, τουλάχιστον στο απαιτούμενο επίπεδο του εκ πρώτης όψεως για σκοπούς του παραδεκτού της Προσφυγής Αρ. 1578/2023 και κατ' επέκταση, της παρούσας έφεσης.  Εν προκειμένω, η πραγματική κράτηση του  Εφεσείοντα βάση του επίδικου διατάγματος κράτησης δεν αμφισβητείται από την Εφεσείουσα, τουναντίον επιβεβαιώνεται εμμέσως από την απελευθέρωση του Εφεσείοντα σε χρόνο (11.6.2024) μεταγενέστερο και αυτής της (εκ της Εφεσίβλητης) ακύρωσης του επίδικου διατάγματος κράτησης.

 

Συνεπώς, η πραγματική κράτηση του Εφεσείοντα στη βάση του εδώ επίδικου διατάγματος κράτησης συνιστά το εκ πρώτης όψεως κατάλοιπο ζημίας που δικαιολογεί την εκδίκαση της παρούσας έφεσης και σε σχέση με τη νομιμότητα του επίδικου διατάγματος κράτησης, παρά τη μεσολάβουσα ακύρωση του από την Εφεσίβλητη.

 

Συνάγεται ότι η παρούσα έφεση δεν απώλεσε το αντικείμενό της σε σχέση με το επίδικο διάταγμα κράτησης η οποία, εν πάση περιπτώσει, αφορά και την επίδικη κήρυξη του Εφεσείοντα ως απαγορευμένου μετανάστη, βάλλοντας επιτυχώς κατά της εφεσιβαλλόμενης απόφασης, ως καταδεικνύεται ανωτέρω.

 

2. Τρίτος Λόγος Έφεσης:

Με τον τρίτο λόγο έφεσης, ο Εφεσείων προβάλλει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο απέτυχε να διαγνώσει πως η Εφεσίβλητη παρέβη το δικαίωμα του Εφεσείοντα να ακουστεί (και την κατ' αντανάκλαση υποχρέωση της Εφεσίβλητης να τον ακούσει) πριν εκδώσει το επίδικο διάταγμα κράτησης.

 

Ο τρίτος λόγος έφεσης κρίνεται θνησιγενής εξ αυτής και μόνο της αιτιολογίας του.

 

Συγκεκριμένα, στην αιτιολογία του τρίτου λόγου έφεσης, ο Εφεσείων δήλωσε ότι «Εντός εύλογου χρόνου, ήτοι στις 31/08/23 και πριν την έκδοση του Προσβαλλόμενου Διατάγματος Κράτησης, υπέβαλε τις γραπτές του παρατηρήσεις.» (στην Εφεσίβλητη, εννοείται).

 

Αφού, λοιπόν, ο ίδιος ο Εφεσείων δηλώνει ότι υπέβαλε παραστάσεις στην Εφεσίβλητη πριν την έκδοση του επίδικου διατάγματος κράτησης (καίτοι αυτό εκδόθηκε κατά την ίδια ημερομηνία στην οποία λήφθηκε η συναφής επιστολή των δικηγόρων του), τότε είναι εξ ορισμού αβάσιμος ο ισχυρισμός του για παράβαση του δικαιώματος ακρόασης.  Κατά δε το τεκμήριο κανονικότητας, τεκμαίρεται ότι αυτές οι παραστάσεις λήφθηκαν υπόψη κατά την έκδοση του επίδικου διατάγματος κράτησης.  Σημειώνεται ότι ούτε από τα στοιχεία του οικείου διοικητικού φακέλου προκύπτει οτιδήποτε το αντίθετο από το ότι ο ίδιος ο Εφεσείων δηλώνει.

 

3. Τέταρτος Λόγος Έφεσης:

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τον εκ του Εφεσείοντα προβαλλόμενο λόγο ακύρωσης περί του ότι το επίδικο διάταγμα κράτησης εκδόθηκε άνευ της δέουσας αιτιολογίας.

 

Ενόψει της -εντός του διοικητικού φακέλου- επιστολής της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αστυνομίας κατά την οποία η προσωπική συμπεριφορά του Εφεσείοντα αποτελούσε κίνδυνο για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια της Δημοκρατίας, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε (εσφαλμένα, κατά τον Εφεσείοντα) πως υπήρχε η δέουσα αιτιολογία.

 

Η επιτυχία του πρώτου λόγου έφεσης συμπαρασύρει σε επιτυχία και τον τρίτο λόγο έφεσης.  Χωρίς να κριθεί η νομιμότητα της κήρυξης του Εφεσείοντα ως απαγορευμένου μετανάστη που, μαζί με το διάταγμα απέλασης, συνιστά το υπόβαθρο του διατάγματος κράτησης, εξ ορισμού το τελευταίο δεν μπορεί να θεωρείται ως επαρκώς αιτιολογημένο, αφού η αιτιολογία την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ικανοποιητική στην ουσία αφορά τον λόγο αυτής της κήρυξης.

 

4. Πέμπτος Λόγος Έφεσης:

Με τον πέμπτο λόγο έφεσης, ο Εφεσείων προβάλλει ότι η Εφεσίβλητη διέταξε την κράτησή του σε παράβαση της Αρχής της Αναλογικότητας και των Αρχών της χρηστής διοίκησης.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε (εσφαλμένα κατά τον Εφεσείοντα) την άνω θέση, διότι η Εφεσίβλητη είχε τη δυνατότητα (βάσει του Άρθρου 18ΟΘ(4) του Κεφ. 105) να τον απελάσει χωρίς να του δώσει την ευκαιρία για οικειοθελή επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του (άλλωστε, ο ίδιος δεν εξέφρασε τέτοια πρόθεση), το οποίο Άρθρο δεν υπερφαλαγγίζεται από την Αρχή της καλής πίστης.  Επιπλέον, δεδομένου ότι ο Εφεσείων δεν έχει ουσιαστικό δεσμό με τη Δημοκρατία (πέραν της συμπληρωματικής προστασίας που του είχε χορηγηθεί) και ενόψει της (ως η θέση της Εφεσίβλητης) εμπλοκής του σε κύκλωμα παράνομης διακίνησης παράτυπων μεταναστών, υφίστατο -κατά το πρωτόδικο Δικαστήριο- κίνδυνος διαφυγής που διακύβευε την εκτέλεση του διατάγματος απέλασης.

 

Στο πλαίσιο του υπ' εξέταση λόγου έφεσης, ο Εφεσείων προβάλλει πως η αναλογικότητα της διαταχθείσας κράτησης δεν προκύπτει από την αιτιολογία του διατάγματος κράτησης ή από τον οικείο διοικητικό φάκελο, αλλά συνιστά ανεπίτρεπτο πρωτόδικο εύρημα, υπό την έννοια ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε πρωτογενές εύρημα περί κινδύνου διαφυγής, εξερχόμενο έτσι της δικαιοδοσίας του. 

 

Ο πέμπτος λόγος έφεσης κρίνεται βάσιμος και επιτυγχάνει, για τον εξής λόγο:

 

Η επιτυχία του πρώτου λόγου συμπαρασύρει σε επιτυχία και τον πέμπτο λόγο έφεσης.  Χωρίς να ασκηθεί (ο εκ του Εφεσείοντα αιτηθείς) δικαστικός έλεγχος επί της κήρυξής του ως απαγορευμένου μετανάστη, εξ ορισμού το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εδύνατο να καταλήξει σε ασφαλή κρίση ως προς το νόμιμο του διατάγματος κράτησης (περιλαμβανομένης και της συμβατότητάς του με την Αρχή της αναλογικότητας).

 

Καταληκτική κρίση του Δικαστηρίου:

Η έφεση επιτυγχάνει και παραμερίζεται η εφεσιβαλλόμενη απόφαση ημερ. 18.12.2023 (περιλαμβανομένης της διαταγής για έξοδα) επί της Προσφυγής Αρ. 1578/2023.

Η Προσφυγή Αρ. 1578/2023 επιστρέφεται στο Διοικητικό Δικαστήριο για εκδίκασή της στη βάση του δεδικασμένου το οποίο γεννάται με την παρούσα απόφασή μας.

 

Επιδικάζεται το ποσό των 4500 ευρώ, ως πρωτόδικα και κατ' έφεση έξοδα, υπέρ του Εφεσείοντα και κατά της Εφεσίβλητης.

 

 

 

                                                        Α. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ-ΝΙΚΟΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, Δ. 

                                                                                  

                                                         Γ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Δ.

 

                                                         Δ. ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ, Δ.

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο