ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
24 Σεπτεμβρίου 2024
[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/στες]
(Πολιτική Έφεση Αρ. 347/2018
σχ. με 348/2018)
Εφεσείοντες
v.
ΑΝΔΡΕΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
Εφεσίβλητου
(Πολιτική Έφεση Αρ. 348/2018
σχ. με 347/2018)
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΔΑΜΟΥ,
Εφεσείων
v.
ΑΝΔΡΕΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
Εφεσίβλητου
Σ. Μαυρομάτης για Μαυρομάτης & Χριστοδουλίδου ΔΕΠΕ για Εφεσείοντες στην 347/2018
Χρ. Πουτζιουρής για Χρίστος Πουτζιουρής & Συνεργάτες ΔΕΠΕ για Εφεσείοντα στην 348/2018
Κ. Κουκούνης με Χρ. Ζαντή (κα) για Γεώργιος Κουκούνης ΔΕΠΕ για Εφεσίβλητο σε αμφότερες τις εφέσεις
------------------------
ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Αμπίζα, Δ.
----------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ: Η μετάβαση του εφεσίβλητου σε πολυκατοικία, την 31.3.2010, προς τον σκοπό εγκατάστασης κεραίας, είχε ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό του. Συγκεκριμένα, έχοντας ανεβεί στην οροφή της διώροφης οικοδομής, ο εφεσίβλητος έπεσε, μέσω οπής στην οροφή, στο μπαλκόνι διαμερίσματος του δεύτερου ορόφου. Η πτώση του αυτή προκάλεσε τον τραυματισμό του.
Με αγωγή του, ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, αναζήτησε, εναντίον των εφεσειόντων στις δύο εφέσεις, αποζημιώσεις. Μετά από ακροαματική διαδικασία, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον των εφεσειόντων στις εφέσεις (εναγομένων 1 και 2, αντιστοίχως), αλληλεγγύως και/ή κεχωρισμένως για ποσό €24.500 (€35.000 σε ποσοστό 70%) ως γενικές αποζημιώσεις, πλέον νόμιμο τόκο από 31.3.2010 μέχρι εξόφλησης, ποσό €14.000 για απώλεια μελλοντικών απολαβών (€20.000 σε ποσοστό 70%), ως γενικές αποζημιώσεις, χωρίς τόκο, ποσό €12.706 ως ειδικές αποζημιώσεις για τα διάφορα έξοδα στα οποία ο εφεσίβλητος υποβλήθηκε και για την απώλεια απολαβών ενόσω βρισκόταν σε αναρρωτική άδεια (€18.151,84 σε ποσοστό 70%), πλέον ½ νόμιμου τόκου από 31.3.2010, ως εκάστοτε ίσχυε μέχρι έκδοσης απόφασης και με νόμιμο τόκο από την ημερομηνία της απόφασης μέχρι εξόφλησης και έξοδα, μειωμένα κατά ποσοστό 30%.
Ως είναι αντιληπτό, το πρωτόδικο Δικαστήριο απέδωσε στον εφεσίβλητο ποσοστό 30% συντρέχουσας αμέλειας. Στους εφεσείοντες στις εφέσεις, το πρωτόδικο Δικαστήριο απέδωσε αμέλεια, ως κατόχων των υποστατικών, οι οποίοι είχαν ευθύνη έναντι του εφεσίβλητου κατά την παρουσία του στον χώρο. Είναι χρήσιμο να λεχθεί, για σκοπούς καλύτερης αντίληψης των γεγονότων, ότι οι εφεσείοντες στην έφεση 347/2018 (εναγόμενοι 1 στην αγωγή) ήταν αγοραστές του σχετικού μέρους της οροφής και του διαμερίσματος στον δεύτερο όροφο όπου ο εφεσίβλητος έπεσε, ενώ ο εφεσείων στην έφεση 348/2018 (εναγόμενος 2 στην αγωγή) ήταν αγοραστής διαμερίσματος στον πρώτο όροφο για το οποίο θα γινόταν η εγκατάσταση της κεραίας στην οροφή του κτιρίου.
Η πρωτόδικη απόφαση εφεσιβλήθηκε από αμφότερους τους εναγόμενους στην αγωγή. Η έφεση 347/2018 αφορά δεκαεννέα λόγους έφεσης, ενώ η έφεση 348/2018 αφορά εννέα λόγους έφεσης.
Αναφορικά με την έφεση 347/2018, αριθμός λόγων έφεσης προσβάλλει την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την κατοχή και ευθύνη από μέρους των εφεσειόντων (λόγοι έφεσης 1 - 5, 7 και 15), ενώ αριθμός λόγων έφεσης προσβάλλει την, από μέρους του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αξιολόγηση μαρτυρίας (λόγοι έφεσης 6, 8 - 11 και 14). Θέματα παραγνώρισης μαρτυρίας (λόγος έφεσης 12), συντρέχουσας αμέλειας και επιμερισμού ευθύνης (λόγοι έφεσης 13 και 18), αποζημιώσεων (λόγοι έφεσης 16 και 17) και τόκου (λόγος έφεσης 19) συμπληρώνουν τα εγειρόμενα στην έφεση ζητήματα, αποδίδοντας σφάλμα στην κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Αναφορικά με την έφεση 348/2018, ζητήματα σχετικά με την αξιολόγηση μαρτυρίας (λόγοι έφεσης 1 και 8), ευθύνης και αμέλειας του εφεσείοντα (λόγοι έφεσης 2 και 4), έλλειψης επαρκούς αιτιολόγησης και αποτυχίας κατάληξης σε ουσιαστικά ευρήματα γεγονότων (λόγοι έφεσης 3 και 6), αποζημιώσεων (λόγος έφεσης 5), λανθασμένης καθοδήγησης από τη νομολογία (λόγος έφεσης 7) και συντρέχουσας αμέλειας (λόγος έφεσης 9) συνθέτουν το τι αποδίδεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο από τον εφεσείοντα.
Έχουμε μελετήσει διεξοδικά κάθε τι που αφορά τις εξεταζόμενες εφέσεις, συμπεριλαμβανομένων των εγειρόμενων λόγων έφεσης, την αιτιολογία αυτών και την επιχειρηματολογία των αντιδίκων πλευρών σε κάθε μία από τις παρούσες εφέσεις. Πρόσφορη κρίνουμε την παράλληλη ενασχόλησή μας με συναφή εγειρόμενα ουσιώδη ζητήματα, προς αποφυγή αχρείαστης επανάληψης.
Αλληλένδετη προκύπτει να είναι η θεώρηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την από μέρους των εφεσειόντων κατοχή του επίδικου μέρους της οροφής, με την αξιολόγηση και ευρήματα αξιοπιστίας μαρτυρίας. Σχετικά δε, προκύπτει να κρίθηκαν τα Τεκμήρια 10 και 11, τα οποία κατατέθηκαν από τη μάρτυρα επιθεωρήτρια του Γραφείου Εργασίας και τα οποία αναφέρονται, το μεν Τεκμήριο 10, μεταξύ άλλων, σε παράδοση του διαμερίσματος στον δεύτερο όροφο, ως έχει, και παραλαβή των κλειδιών από τους εφεσείοντες στην 347/2018, κατά τη 13.11.2009, το δε Τεκμήριο 11, μεταξύ άλλων, σε παράδοση του διαμερίσματος στον πρώτο όροφο, ως έχει, και παραλαβή των κλειδιών από τον εφεσείοντα στην 348/2018, κατά τη 12.3.2010. Στο Τεκμήριο 10 γίνεται πρόνοια για δικαίωμα πρόσβασης του εφεσείοντα στην 348/2018 στην οροφή που αγόρασαν οι εφεσείοντες στην 347/2018.
Χρήσιμη, θεωρούμε, την παράθεση αποσπασμάτων από την αξιολόγηση της μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Με αναφορά στην επιθεωρήτρια του Γραφείου Εργασίας, το πρωτόδικο Δικαστήριο εξήγησε ότι:
«Η Μ.Ε.1 κα Κρανιδιώτου, μου έκανε πολύ καλή εντύπωση, πρόκειται για πρόσωπο χωρίς κανένα συμφέρον στην υπόθεση, η οποία με ευθύτητα εξηγούσε και δικαιολογούσε τις απαντήσεις της και δεν είχε κανένα ενδοιασμό να παραδεχθεί πράγματα τα οποία η ίδια δεν θυμόταν. Επρόκειτο για ανεξάρτητη μάρτυρα, η οποία και στηρίχθηκε στα όσα ανέφερε σε περιεχόμενο εγγράφων το οποίο φρόντισε να συλλέξει. Δεν θα ασχοληθώ με το εάν θα έπρεπε να λάβει καταθέσεις και από τους Εναγόμενους, εφόσον αυτό αφορούσε σε έρευνα που γινόταν για άλλους σκοπούς στα πλαίσια της εργασίας της. Θεωρώ ότι τα όσα ανέφερε ήταν αληθή και μπορώ να τα αποδεχθώ στο σύνολό τους. Όσον αφορά βεβαίως τις καταθέσεις των προσώπων που δεν παρουσιάστηκαν στο Δικαστήριο, δηλαδή των κ. Ιωάννου Οκκά και του κ. Χατζηχριστοφή αποδίδω σε αυτές ελάχιστη έως μηδενική βαρύτητα. Δεν ήταν μάρτυρες για καμία πλευρά στο Δικαστήριο και δεν ζητήθηκε βάσει του άρθρου 26 του Περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9 να αντεξεταστούν.»
Με αναφορά στους μάρτυρες για τους εναγόμενους, εξηγήθηκε ότι:
«Ο Μ.Υ.1.1. δεν με έπεισε για την αλήθεια του ισχυρισμού του ότι δεν έλαβε κατοχή του διαμερίσματος. Επέμεινε να εκφράζει τη θέση ότι η πολυκατοικία δεν κατοικείτο όταν επισυνέβηκε το ατύχημα. Όμως, ως ανέφερε η Μ.Ε.1 και το δέχομαι ως αληθές, το διαμέρισμα του Εναγόμενου 2 ήταν επιπλωμένο. Το Τεκμήριο 11 δε, δείχνει ότι το διαμέρισμα είχε παραδοθεί στον Εναγόμενο 2 στις 12/3/2010. Επίσης δεν δέχομαι τη δικαιολογία που προέβαλε σε σχέση με το Τεκμήριο 10, ότι δηλαδή ήταν εικονικό για να βοηθήσει τη Megarich να λάβει χρηματοδότηση για το έργο της. Το Τεκμήριο 10 περιέχει και άλλες πρόνοιες που έχουν να κάνουν με την οροφή και την πρόσβαση του Εναγόμενου 2 σε αυτήν. Αν δε ήταν απλά για σκοπούς παρουσίασης στην Τράπεζα, τι σχέση μπορεί να είχαν τα άλλα διαλαμβανόμενα στο Τεκμήριο 10 για την οροφή; Επιπλέον δεν μου έδωσε ο Μ.Υ.1.1. την εντύπωση του αφελούς που δεν ήξερε τι υπέγραφε. Μπορεί να μην δέχομαι ως αληθή την εκδοχή του για το διαμέρισμα, αλλά μου έδωσε την εντύπωση μίας συγκροτημένης προσωπικότητας, με εμπειρία στο χώρο των κατασκευών, που πάσχιζε να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της εταιρείας του και δε διανοούμαι ότι θα υπέγραφε κάτι εν λευκώ, χωρίς να προσέξει τις πρόνοιές του ως ισχυρίστηκε. Δεν αμφιβάλλω ότι υπήρχαν εργασίες οι οποίες ακόμα γίνονταν στην πολυκατοικία και ότι δεν ήταν ολοκληρωμένοι οι χώροι. Όμως καλώς ή κακώς αποδέχθηκαν να αναλάβουν κατοχή των διαμερισμάτων οι Εναγόμενοι 1 μέσω του Τεκμηρίου 10. Όσον αφορά την περιγραφή της πολυκατοικίας και ειδικά της οροφής βάσει της μακέτας Τεκμήριο 69 δεν μπορώ να την αποδεχθώ ως αντιπροσωπευτική, αφού ως λέχθηκε από τον ίδιο υπάρχουν και λάθη και δεν θεωρώ ότι απέδειξε να έχει κάποια εμπειρογνωμοσύνη στην κατασκευή μακέτων.»
...
«Ο Μ.Υ.1.3 Νεκτάριος Κανίκλης μου έκανε πάρα πολύ καλή εντύπωση και δέχομαι την μαρτυρία του ως αληθή. Το σε ποιο βαθμό ήταν ολοκληρωμένη η πολυκατοικία έχει κάποια σημασία αλλά δεν σημαίνει ότι δεν είχαν αναλάβει κατοχή των διαμερισμάτων τους οι Εναγόμενοι 1 και 2. Οπότε μπορώ να δεχτώ ότι υπήρχαν εργασίες οι οποίες ακόμα γίνονταν στην πολυκατοικία ακόμα και να δεχθώ ότι δεν υπήρχε ανελκυστήρας. Σε μέρος της πολυκατοικίας υπήρχε παροχή ρεύματος και σε άλλο μέρος, π.χ. εκεί που γίνονταν οι εργασίες του κ. Κανίκλη δεν υπήρχε. Όσον αφορά τη φράση του κ. Οκκά ότι «θα πάνε φυλακή», δεν θεωρώ ότι μεταβάλλει τα συμπεράσματά μου, αφού δεν σημαίνει ευθύνη για την αγωγή και δεν μπορώ να ξέρω τι ακριβώς εννοούσε, αφού ούτε μάρτυρας ήταν, ούτε ζητήθηκε από κάποιον να τον αντεξετάσει σε σχέση με αρχική δήλωση με βάση το άρθρο 26 του Περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9.
Ο Μ.Υ.1.4 και Μ.Υ.2.1 θεωρώ επίσης ότι ήταν μάρτυρας της αλήθειας. Η μαρτυρία του δεν αντικρούεται ως προς το ότι έλαβε χώρα το ατύχημα ότι υπήρχαν ακόμα σε εξέλιξη οικοδομικές εργασίες στην πολυκατοικία.
Αντίθετα ο Μ.Υ.2.2 - Εναγόμενος 2, δεν θεωρώ ότι είπε στο Δικαστήριο την αλήθεια σε σχέση με το εάν κατοικούσε στο διαμέρισμα και το εάν είχε αυτό ηλεκτρική παροχή. Κατά πρώτο λόγο σύμφωνα με την μαρτυρία της Μ.Ε. 1 και του Ενάγοντα, την οποία θεωρώ αληθή, το διαμέρισμα του Εναγόμενου 2 ήταν επιπλωμένο και επιπλέον θεωρώ απίθανο να ζητά κάποιος να του εγκατασταθεί κεραία χωρίς να έχει ηλεκτρική παροχή για να ελεγχθεί κατά πόσο υπάρχει σωστή λήψη σήματος. Επιπλέον, σημειώνω ότι με βάση τη μαρτυρία του Μ.Ε.3, ο ίδιος ζήτησε όπως του τοποθετηθεί κεραία κατά την Μ. Εβδομάδα, περίοδο που οι πλείστοι δεν εργάζονται. Προς τι η τόση σπουδή; Τέλος, δεν έδωσε πειστικές εξηγήσεις για το ότι υπέγραψε το Τεκμήριο 11 με το οποίο δηλώνεται η παραλαβή από εκείνον του διαμερίσματος στα μέσα του Μαρτίου 2010. Οπότε δεν μπορώ να βασιστώ στη μαρτυρία του και δεν τον θεωρώ αξιόπιστο μάρτυρα.»
Με δεδομένη την πιο πάνω αξιολόγηση της μαρτυρίας, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στα πιο κάτω συμπεράσματα:
«Από τη μαρτυρία της Μ.Ε.1 αλλά κα του Μ.Υ.1.3 και Μ.Υ.1.4 δέχομαι ότι υπήρχαν εργασίες που εκκρεμούσαν στην πολυκατοικία. Όμως, τόσο οι Εναγόμενοι 1 όσο και ο Εναγόμενος 2 ανέλαβαν την κατοχή των διαμερισμάτων τους. Αδιάφορο σε πιο βαθμό την ασκούσαν ή επέλεγαν να την ασκούν. Για το διαμέρισμα 2 του Εναγόμενου 2, μπορώ να προβώ σε ευρήματα ότι ήταν και επιπλωμένο και ότι είχε ηλεκτρισμό (άλλως γιατί να επιθυμεί άρον-άρον να τοποθετήσει κεραία στο διαμέρισμα του;).
Επίσης από ό,τι διεφάνη, η οροφή ήταν αδιαχώριστος χώρος το Μάρτιο του 2010, όπου οι διαμένοντες στην πολυκατοικία είχαν πρόσβαση και έλεγχο του χώρου και εκεί υπήρχαν ντεπόζιτα, όπου τοποθετούνταν και κεραίες.
Η Εναγόμενη 1 ήταν κάτοχος και αγοραστής του μέρους της οροφής όπου επεσυνέβηκε το ατύχημα ως έχει διαπιστωθεί πιο πάνω στα ευρήματα μου. Έλαβε κατοχή σύμφωνα με το Τεκμήριο 10 κατά το τέλος του 2009.
Ο Εναγόμενος 2 ήταν επίσης κάτοχος της οροφής. Συγκεκριμένα σύμφωνα με το Τεκμήριο 11 ανέλαβε κατοχή του διαμερίσματος από τις 12/3/2010. Είχε πρόσβαση στην οροφή και έδωσε οδηγίες στον Ενάγοντα. Είχε δε και πρόσβαση και έλεγχο στο μέρος της οροφής που είχε πωληθεί στον Εναγόμενο 1 με ρητή πρόνοια μεταξύ του κατασκευαστή και της Εναγόμενης 1 (βλ. Τεκμήριο 10). Επίσης, βρίσκω ότι είχε κατοχή γιατί υπήρχε ελεύθερη πρόσβαση στην οροφή για τους κάτοικους της πολυκατοικίας, δεν ήταν διαχωρισμένο το μέρος και δεν ήταν πλήρως αυτονομημένο από το χώρο όπου απέστειλε τον Ενάγοντα για να του τοποθετήσει την κεραία του. Όφειλε, ειδικά εφόσον θα έστελνε πρόσωπο στην οροφή, είτε να είχε ο ίδιος καλύψει την οπή, είτε να τοποθετήσει κάποιο προειδοποιητικό σήμα ή σε κάθε περίπτωση εφόσον έδινε οδηγίες στον Ενάγοντα για να τοποθετήσει την κεράια σε χώρο στην οροφή, όφειλε να τον προειδοποιήσει για την ύπαρξη της οπής.
Κρίνω επίσης ότι ο Εναγόμενος 2, γνώριζε για την ύπαρξη της οπής. Τούτο συνάγεται έμμεσα από το ψεύδος του για το ότι είχε κατοχή του διαμερίσματος 2 (αφού αυτό ήταν επιπλωμένο και ηλεκτροδοτημένο).
Ο Ενάγοντας δεν προσκλήθηκε απευθείας από τον Εναγόμενο 2 για να του εγκαταστήσει την κεραία στο διαμέρισμα του. Ο Εναγόμενος 2 όμως είδε τον Ενάγοντα και έδωσε σε εκείνον οδηγίες για να ανεβεί στην οροφή και να τοποθετήσει την κεραία. Οπότε, δίδοντας τις σχετικές οδηγίες προς τον Ενάγοντα, ουσιαστικά τον κατέστησε προσκεκλημένο του. Είτε είχε συμβληθεί με εκείνον για την τοποθέτηση της κεραίας, είτε με τον κ. Πούλλο, δεν έχει σημασία.
Όφειλε λοιπόν να προειδοποιούσε τον Ενάγοντα. Η οπή δε, ήταν κίνδυνος ο οποίος ήταν κρυμμένος και απρόβλεπτος. Σύμφωνα και με τη μαρτυρία του Μ.Ε.3 Α. Πούλλου, δεν ήταν διακριτή και ο ίδιος είδε την κεραία πεσμένη χάμω για να την αντιληφθεί. Το να υπάρχει κάποια ακάλυπτη μεγάλη οπή σε μία οροφή μίας πολυκατοικίας η οποία είναι κατοικημένη, δεν είναι κίνδυνος φυσιολογικός ή αναμενόμενος, ακόμα και σε πολυκατοικία όπου εκκρεμούν εργασίες. Ένα πρόσωπο το οποίο καλείται να εγκαταστήσει μία κεραία από κάποιον, δεν μπορεί να αναμένεται ότι θα θεωρήσει ότι θα παραμένει μία οπή στην οροφή (ακάλυπτη).
Σε κάθε περίπτωση, και να μην γνώριζε για την οπή ο Εναγόμενος 2, εφόσον έστελνε τον Ενάγοντα σε χώρο υπό τον έλεγχό του όφειλε να γνωρίζει για την τυχόν επικινδυνότητα του χώρου.
Ο Ενάγοντας ήταν απλώς αδειούχος ως προς την Εναγόμενη 1, αφού δεν ενεργούσε για συμφέροντα της, ως άλλωστε είναι και η θέση που υποβάλλεται από τον ευπαίδευτο συνήγορο του Ενάγοντα.
....
Είχε λοιπόν υποχρέωση η Εναγόμενη 1 εταιρεία σε σχέση με τον απλό δικαιούχο-αδειούχο Ενάγοντα όσον αφορούσε στη στατική κατάσταση του ακινήτου, ώστε να τον προειδοποιούσε για τον κρυμμένο ή λανθάνοντα κίνδυνο της οπής. Όφειλε π.χ. να είχε μια προειδοποιητική πινακίδα δίπλα από την οπή.»
Είναι προφανής ο καθοριστικός ρόλος που διαδραμάτισαν τα Τεκμήρια 10 και 11 στον συλλογισμό του πρωτόδικου Δικαστηρίου, τόσο αναφορικά με την αξιοπιστία των σχετικών μαρτύρων, όσο και κατ' επέκταση την κατάληξη περί κατοχής από τους εφεσείοντες. Καθοριστικός, σε βαθμό που προβάλλει η εικόνα και εντύπωση ότι, στη διεργασία αυτή, παραγνωρίστηκαν άλλα στοιχεία που θα μπορούσαν να προβλημάτιζαν το Δικαστήριο, έχοντας τεθεί ως μαρτυρία.
Έχει αναφερθεί ανωτέρω ότι από τα Τεκμήρια 10 και 11 προβάλλονται και έγιναν αποδεκτές από το πρωτόδικο Δικαστήριο, ως ημερομηνίες παράδοσης των διαμερισμάτων και ανάληψης κατοχής, η 13.11.2009 για τους εφεσείοντες στην 347/2018 και η 12.3.2010 για τον εφεσείοντα στην 348/2018. Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, είχαν τεθεί, όμως, από την επιθεωρήτρια του Γραφείου Εργασίας (ΜΕ 1) και οι καταθέσεις των διευθυντών της ιδιοκτήτριας του έργου εταιρείας και της εργοληπτικής εταιρείας στην οποία ανατέθηκε το έργο (Τεκμήρια 4 και 5 αντιστοίχως). Ο διευθυντής της ιδιοκτήτριας εταιρείας και διευθυντής εταιρείας στην οποία δόθηκε υπεργολαβία, ανέφερε στην κατάθεσή του, μεταξύ άλλων ότι «μέσα Φεβρουαρίου, αρχές Μαρτίου όλοι οι υπεργολάβοι παρέδωσαν στη MEGA RICH την πολυκατοικία και αυτομάτως η MEGA RICH πληρώθηκε από τους ιδιοκτήτες και τους παρέδωσε τα διαμερίσματα. Τον Μάρτιο εγώ παρέδωσα τα διαμερίσματα στους αγοραστές. Εγώ παρέδωσα τα διαμερίσματα, με εξόφλησαν οι αγοραστές των διαμερισμάτων το Μάρτιο του 2010, όμως τα κάγκελα.». Ας σημειωθεί ότι το εν λόγω πρόσωπο ανέφερε, επίσης, στην κατάθεσή του ότι υπεργολάβος εταιρεία του «ανέλαβε τους υπεργολάβους, υδραυλικό, ηλεκτρολόγο, πελεκάνο, αλουμινιτζιή, εγκατάσταση ασανσέρ». Για παράδοση του έργου, δηλαδή των εργασιών, στον ιδιοκτήτη περί το τέλος Φεβρουαρίου 2010, αναφέρθηκε και ο διευθυντής της εργολήπτριας εταιρείας στην κατάθεσή του.
Οι ως άνω αναφορές, από μόνες τους, φαίνεται να συγκρούονται με το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 10 (παράδοση του διαμερίσματος στις 13.11.2009) το οποίο υπογράφεται από την ιδιοκτήτρια εταιρεία. Ακόμα, όμως και αν θεωρηθεί ότι δεν συγκρούονται με το Τεκμήριο 11 και ότι, εν πάση περιπτώσει, αναφέρονται σε παράδοση πριν την ημερομηνία του ατυχήματος (31.3.2010), προκύπτει εξίσου σημαντικό θέμα προς εξέταση. Η αναφορά σε παράδοση των διαμερισμάτων είναι, ως προκύπτει από τα λεγόμενα του καταθέτοντος, άρρηκτα συνδεδεμένη με την αναφερόμενη παράδοση του έργου από όλους τους υπεργολάβους και την εργοληπτική εταιρεία. Όμως, μέρος της μαρτυρίας αποκάλυπτε ότι οι εργασίες, όπως το ασανσέρ, οι σκάλες ή τα ηλεκτρολογικά, δεν είχαν ολοκληρωθεί κατά την ημερομηνία του ατυχήματος. Επί τούτου, σχετική είναι και η μαρτυρία των ΜΥ1. 3 και 4, οι οποίοι, μάλιστα, αξιολογήθηκαν ως αξιόπιστοι.
Επομένως, διαπιστώνεται ότι υπήρχαν στοιχεία που μπορούσαν να προβληματίσουν ώστε η πρωτόδικη κρίση, κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας, να μην περιορίζετο, ουσιαστικά, στην επίδραση των Τεκμηρίων 10 και 11. Είναι χρήσιμο, άλλωστε, να τεθεί ότι, ως προκύπτει, τα ως άνω Τεκμήρια 4 και 5, ως και τα Τεκμήρια 10 και 11, κατατέθηκαν από την ίδια μάρτυρα, μάρτυρα για την πλευρά του ενάγοντα. Έγιναν δε δεκτά από το πρωτόδικο Δικαστήριο, ως Τεκμήρια, ως εξ ακοής μαρτυρία, ώστε η αποδεικτική τους αξία να αξιολογηθεί κατά τον δέοντα χρόνο. Κάτι που δεν φαίνεται να έγινε. Η αναφορά σε μη κλήση ή αντεξέταση των μαρτύρων δεν εξαντλεί το θέμα.
Είναι γνωστές οι αρχές της νομολογίας ότι το Εφετείο δεν επεμβαίνει, κατά κανόνα, στην αξιολόγηση και τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το οποίο έχει την ευκαιρία να παρατηρήσει και να εξετάσει τη μαρτυρία ενώπιον του στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης, με όλα τα συνακόλουθα ευεργετήματα. Επέμβαση στα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου δικαιολογείται όταν αυτά αντιστρατεύονται τη λογική ή έρχονται σε σύγκρουση με την αποδεκτή από το ίδιο το Δικαστήριο μαρτυρία ή η κρίση επί της αξιοπιστίας των μαρτύρων παρουσιάζεται προβληματική, ενόψει λογικής ανακολουθίας ή πλημμελούς αξιολόγησης των δεδομένων (Γιάλλουρος v. Ψύλλου (2009) 1 ΑΑΔ 1552, Μάρκαρη v. Παρασκευά (2012) 1(Β) ΑΑΔ 1493, Μιχαήλ v. Λαπίθη κ.ά., ECLI:CY:AD:2018:A13, Πολιτική Έφεση 336/2011, ημερομηνίας 12.01.2018), ECLI:CY:AD:2018:A13.
Έχουμε την άποψη ότι, υπό το φως των όσων αναφέρονται ανωτέρω, δικαιολογείται επέμβαση μας. Όχι για να υποκαταστήσουμε δική μας κρίση επί των γεγονότων. Κρίνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλλε στον τρόπο που προσέγγισε το όλο θέμα της εξέτασης και αξιολόγησης της μαρτυρίας. Δεν εντοπίζουμε να έχουν απασχολήσει τα ως άνω στοιχεία, ώστε να προβληματίσουν, με αποτέλεσμα η πρωτόδικη κρίση να παρουσιάζεται ελλιπής και προβληματική.
Δεδομένης δε, συνεπεία της αξιολόγησης αυτής, της επακόλουθης κατάληξης σε συμπέρασμα ότι οι εφεσείοντες είχαν κατοχή του επίδικου χώρου και, ως τέτοιοι κάτοχοι, είχαν ευθύνη έναντι του εφεσίβλητου, καθίσταται εμφανές το ακροσφαλές του συμπεράσματος αυτού.
Επαναλαμβάνουμε ότι το ζήτημα απολήγει να είναι σφάλμα στην πληρότητα της αξιολόγησης της μαρτυρίας από μέρους του πρωτόδικου Δικαστηρίου, χωρίς το Εφετείο να είναι σε θέση να υποκαταστήσει, με τη δική του κρίση, την πρωτόδικη κρίση. Δεν θεωρούμε ότι θα ήταν ορθό να προβεί, το Εφετείο, σε αξιολόγηση της μαρτυρίας, έργο που ανήκει στο πρωτόδικο Δικαστήριο. Ώστε αυτό να μπορέσει να καταλήξει στα συμπεράσματα του επί των γεγονότων και, κατ' εφαρμογή της νομικής πτυχής της υπόθεσης, να καταλήξει επί του επίδικου θέματος της ευθύνης.
Έπεται των ως άνω ότι οι συναφείς λόγοι έφεσης επιτυγχάνουν, συμπαρασύροντας κάθε τι άλλο στις εξεταζόμενες εφέσεις. Παρά την παρέλευση τόσο μεγάλου χρονικού διαστήματος στην εκκρεμοδικία, θεωρούμε ότι είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης όπως η υπόθεση παραπεμφθεί στο πρωτόδικο Δικαστήριο για επανεκδίκαση.
Συνακόλουθα, αμφότερες οι εφέσεις επιτυγχάνουν και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Παραμερίζεται, επίσης, η πρωτόδικη διαταγή για έξοδα.
Η υπόθεση παραπέμπεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο για επανεκδίκαση. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας θα παραμείνουν στην πορεία της αγωγής.
Επιδικάζονται εναντίον του εφεσίβλητου και υπέρ κάθε ενός από τους εφεσείοντες, στην έφεση που τον αφορά, €3.100,00, πλέον ΦΠΑ (εάν υπάρχει), ως έξοδα.
Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.
Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.
Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.