ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση αρ. E211/19)
15 Ιουλίου 2024
[ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Πρόεδρος]
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ - ΜΕΣΣΙΟΥ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ/στές]
ΑΡΧΗ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
Εφεσείουσα/Ενάγουσα
v.
PLUMBATE TRADING LIMITED
Εφεσίβλητης/Εναγόμενης
-----------------------------
Π. Κωνσταντινίδου (κα) για Ιωαννίδης Δημητρίου Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσείουσα.
Χρ. Ευσταθίου για Ευσταθίου & Ευσταθίου Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσίβλητη.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Στυλιανίδου, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ.: Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, δοθείσα ex tempore, σε αίτηση με την οποία οι εφεσείοντες ζητούσαν την εξέταση της εφεσίβλητης εταιρείας σε σχέση με την οικονομική της κατάσταση, δυνάμει του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6 («ο Νόμος»). Ζητείτο επίσης η έκδοση συναφών διαταγμάτων δυνάμει του Νόμου.
Το εξ αποφάσεως χρέος της εφεσίβλητης ανερχόταν σε €28.377,04 πλέον τόκους από 10/5/2016 και έξοδα. Αφορούσε συμφωνία αποπληρωμής συσσωρευμένου ρεύματος λογαριασμού ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι την 3/3/2014, και επιπλέον λογαριασμό κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος που εξέδωσε η εφεσείουσα, για την περίοδο 2014 με 2015, για υποστατικό στο οποίο η εφεσίβλητη εταιρεία λειτουργούσε εστιατόριο, κατά παραδοχή της, για την περίοδο 2003-2008.
Κατόπιν της εξέτασης της διευθύντριας της εφεσίβλητης, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι εν όψει του πιστοποιητικού ακύρωσης της εγγραφής της εφεσίβλητης από το Μητρώο Φ.Π.Α. από την 23/06/2008, το οποίο κατατέθηκε ως τεκμήριο, η εφεσίβλητη δεν είχε οποιαδήποτε εισοδήματα με βάση τα οποία να μπορούσε να εκδοθεί διάταγμα όπως εισηγούντο με την αγόρευσή τους οι εφεσείοντες, ήτοι για ένα ποσό της τάξης των €100-150.
Με τον δεύτερο λόγο έφεσης, υποστηρίζεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ουσιαστικά προέβη σε ελλιπή έρευνα της οικονομικής κατάστασης της εφεσίβλητης, καθότι αγνόησε τις πρόνοιες του Άρθρου 84(2) του Νόμου.
Επισημαίνεται ότι κατατέθηκε από την εφεσείουσα έγγραφο, σύμφωνα με το οποίο η εφεσίβλητη ήταν ακόμη εγγεγραμμένη κατά το 2018 στο Μητρώο Εταιρειών που τηρείται από τον Έφορο Εταιρειών. Επίσης υπεβλήθη στη μάρτυρα της εφεσίβλητης από τον συνήγορο των εφεσειόντων ότι παρά το πιο πάνω πιστοποιητικό διαγραφής από το μητρώο Φ.Π.Α. από το 2008, εντούτοις υπεγράφη κατά το 2014 η πιο πάνω συμφωνία αποπληρωμής, μεταξύ των διαδίκων. Περαιτέρω, η μάρτυρας εξετάστηκε από τον συνήγορο των εφεσειόντων αναφορικά με τις συνθήκες και τους όρους της ισχυριζόμενης μεταβίβασης της επιχείρησης της εφεσίβλητης κατά το 2008. Επισημάνθηκε στη μάρτυρα από τον συνήγορο ότι δεν προσκόμισε οικονομικές καταστάσεις που κατά παραδοχή της ετοιμάστηκαν από τους λογιστές της εταιρείας, ούτε και καταστάσεις τραπεζικών λογαριασμών. Για όλα τα πιο πάνω σημεία, το πρωτόδικο Δικαστήριο σχολίασε ότι οι απαντήσεις της μάρτυρος κινήθηκαν στην γραμμή «δεν θυμάμαι» και «δεν γνωρίζω». Είναι χαρακτηριστικό θεωρούμε, ότι ερωτηθείσα η μάρτυρας πώς ονομάζεται το πρόσωπο στο οποίο μεταβίβασε η εφεσίβλητη την επιχείρηση, απάντησε ότι δεν θυμάται.
Στην απόφαση μας NICODEMOU & GAVRIAS CONSTRUCΤION COMPANY LTD v. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΧΑΡΙΔΗΜΟΥ, Πολιτική Έφεση αρ. 363/18, 12/7/2024 παραπέμψαμε στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, S.X. v. X.X., Έφεση αρ.31/2015, 19/10/2018 όπου λέχθηκαν τα εξής:
«Στο σημείο αυτό θα θέλαμε να τονίσουμε ότι με βάση τη νομοθεσία και τον επιτακτικό προσδιορισμό της υποχρέωσης ενός εξ' αποφάσεως οφειλέτη να παρουσιάσει στοιχεία, το δικαστήριο θα έπρεπε να επιμείνει σ' αυτό έτσι ώστε να επιτευχθεί ο σκοπός της νομοθεσίας που δεν είναι άλλος παρά η εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων, στοιχείο που συνάπτεται άμεσα με το κύρος της δικαστικής διαδικασίας. Η αξιοπιστία της δικαιοσύνης εξαρτάται από την αποτελεσματικότητα της. Σ' αντίθετη περίπτωση, δημιουργείται δυσπιστία με ανάλογες επιπτώσεις. Τα προβλεπόμενα μέσα αναγκαστικής εκτέλεσης δεν πρέπει να καταντούν ατελέσφορα, εκτός σε απόλυτα δικαιολογημένες περιπτώσεις. Πρέπει να υπάρχει μια εξισορρόπηση μεταξύ της αναγκαιότητας εκτέλεσης, με την προοπτική αξιοπρεπούς διαβιώσεως του εξ' αποφάσεως οφειλέτη. (Βλ. Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ν. Κωνσταντίνου (άνω)).»
Σημειώσαμε ότι στην εν λόγω απόφαση, το Ανώτατο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι «παρόλο που ο εφεσίβλητος κλήθηκε να προσκομίσει στοιχείο επιβεβαίωσης της μισθοδοσίας του, αυτός παρέλειψε να το κάμει, δίδοντας ως δικαιολογία τις οδηγίες του δικηγόρου του.»
Στην παρούσα υπόθεση, διαπιστώνουμε ότι ο ευπαίδευτος συνήγορος κατά την εξέταση δεν κάλεσε τη μάρτυρα να καταθέσει τα πιο πάνω έγγραφα, εντούτοις επεσήμανε το καθήκον που είχε να τα προσκομίσει στο Δικαστήριο. Στις σχετικές υποβολές του συνηγόρου των εφεσειόντων, η μάρτυρας ουσιαστικά δεν έδωσε καμία απολύτως απάντηση, από την οποία να εξάγεται το οποιοδήποτε στοιχειώδες νόημα.
Στο σημείο αυτό, θεωρούμε ορθό να τονίσουμε ότι το ως άνω Άρθρο 84(2) του Κεφ. 6, προβλέπει ρητώς ότι ο εξ αποφάσεως οφειλέτης «εξετάζεται ενόρκως από ή εκ μέρους του εξ αποφάσεως πιστωτή και από το Δικαστήριο αναφορικά με, . (β) την αποκάλυψη περιουσιακών στοιχείων τα οποία μπορούν να διατεθούν για την πληρωμή του χρέους.»
(Η υπογράμμιση έγινε από το Δικαστήριο)
Στην παρούσα περίπτωση, όπως και στην υπόθεση Nicodemou, ανωτέρω, η παράλειψη του ευπαίδευτου συνηγόρου να επιμένει επί όλων των πιο πάνω σημείων, μας προβλημάτισε, ως προς τον βαθμό που ο ίδιος προώθησε τη θέση του ότι η εφεσίβλητη είχε περιουσιακά στοιχεία και εισοδήματα που θα μπορούσαν να διατεθούν για την πληρωμή του χρέους.
Προβληματίζει όμως, παράλληλα και η απαξίωση της μάρτυρος της εφεσίβλητης, όσον αφορούσε τη διαδικασία εξέτασής της. Δεν δήλωνε απλώς άγνοια, αλλά επέδειξε και παντελή αδιαφορία για την όλη διαδικασία.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφαση του, σημείωσε ότι «κατά την αντεξέταση της καθ' ης η αίτηση δεν βοήθησε με οποιοδήποτε τρόπο το Δικαστήριο καθότι υπήρξε από μέρους της καθ' ης η αίτηση μια γενική άρνηση και άγνοια για τις ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν.»
Ενόψει των πιο πάνω, διαπιστώνουμε ότι παρέμεναν κενά αναφορικά με την οικονομική κατάσταση της εφεσίβλητης εφόσον δεν προσκομίσθηκαν ούτε τα ελάχιστα στοιχεία τα οποία προβλέπεται ρητώς στο Άρθρο 84(2) του Νόμου ότι πρέπει να προσκομίζονται ούτε και τα αντίγραφα των καταστάσεων τραπεζικών λογαριασμών, όπως ειδικά προβλέπεται στο Άρθρο 84 (3)(γ) του Νόμου.
Παρά τα πιο πάνω κενά, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έθεσε κανένα απολύτως ερώτημα στη μάρτυρα, ως είχε δικαίωμα εκ του Νόμου προκειμένου να προβεί στην δέουσα έρευνα αναφορικά με την οικονομική κατάσταση της καθ' ης η αίτηση εταιρείας.
Για τους πιο πάνω λόγους, είμαστε της άποψης ότι στην παρούσα υπόθεση δεν έχει επιτευχθεί ο σκοπός του Νόμου όπως περιγράφεται στο πιο κάτω απόσπασμα από την Gesico Photographic v. JK Video (1991) 1 ΑΑΔ 134:
«Ο σκοπός του Μέρους IX του ΚΕΦ. 6 συνίσταται στην παροχή εξεταστικής ευχέρειας στο δικαστήριο να προβεί σε διερεύνηση των μέσων του εξ αποφάσεως χρεώστη ως εφόδιο για την κατίσχυση της δικαστικής διαδικασίας και των αποτελεσμάτων της. Συντρέχουν οι ίδιοι ακριβώς λόγοι για την άσκηση της εξουσίας τόσο στην περίπτωση φυσικών, όσο και νομικών προσώπων που ανήκουν στην κατηγορία των εξ αποφάσεως οφειλετών.»
Να σημειώσουμε στο σημείο αυτό ότι τα πρωτόδικα Δικαστήρια δεν πρέπει να διστάζουν ή να δείχνουν απροθυμία να ασκούν την εξεταστική ευχέρεια που τους παρέχει ο Νόμος, προκειμένου να διερευνήσουν την οικονομική δυνατότητα του εξ αποφάσεως χρεώστη να εξοφλήσει το εξ αποφάσεως χρέος του.
Εν όψει του ότι έχουν παρέλθει έξι χρόνια από την έκδοση της εκκαλούμενης απόφασης, συμμεριζόμαστε τα όσα λέχθηκαν στην S. X. ανωτέρω, όπου το Ανώτατο Δικαστήριο διαπίστωσε με βάσει τα ενώπιον του γεγονότα, ότι βρισκόταν, δυστυχώς, προ ενός σοβαρού κενού στην εξέταση του εφεσιβλήτου αναφορικά με τη δυνατότητα του να αποπληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος του με δόσεις και αναπόφευκτα η υπόθεση θα έπρεπε να επανεκδικαστεί, όσο ανεπιθύμητο κι αν ήταν αυτό.
Θεωρούμε ότι εν όψει των πιο πάνω κενών, ενδείκνυται η επανεκδίκαση της υπό κρίση αίτησης.
Ο δεύτερος λόγος έφεσης επιτυγχάνει. Διατάζεται επανεκδίκαση της αίτησης από άλλο Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού. Εν όψει τούτου, η εξέταση των λοιπών λόγων έφεσης καθίσταται άνευ αντικειμένου.
Λαμβάνοντας υπόψη τη φύση της παρούσας διαδικασίας, δεν εκδίδεται καμία διαταγή αναφορικά με τα έξοδα.
Αλ. Παναγιώτου, Π.
Στ. Χριστοδουλίδου - Μέσσιου, Δ.
Ι. Στυλιανίδου, Δ.