ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση αρ. E162/18)

Ως τροποποιήθηκε δυνάμει Διατάγματος του Εφετείου ημερ. 26.01.2024

 

17 Ιουνίου, 2024


[ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Πρόεδρος]

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ/στές]

 

1.   CROLANTACO LIMITED

2.   CARMOUNT LIMITED

Εφεσείοντες/Εναγόμενοι

v.

 

1.       Ν.ANASTASIOU INVESTMENTS LIMITED

2.       ΜΙΧΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΜΟΝΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΝΙΚΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ

 

Εφεσίβλητων/Εναγόντων

-----------------------------

 

Α. Πετρίδης για Πολύκαρπος Πετρίδης & Σία, για τους Εφεσείοντες.

Στ. Σκορδής για Σκορδής και Στεφάνου ΔΕΠΕ για τους Εφεσίβλητους.

 

-----------------------------

          ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από την Μ. Παπαδοπούλου, Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

         ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η υπό κρίση Έφεση στρέφεται κατά απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία οριστικοποιήθηκε διάταγμα που είχε εκδοθεί μονομερώς σε προηγούμενη ημερομηνία. Με δύο Λόγους Έφεσης προσβάλλεται η παράλειψη από μέρους του πρωτόδικου Δικαστηρίου να εξετάσει τον ισχυρισμό των Εφεσειόντων περί απόκρυψης ουσιωδών στοιχείων από μέρους των Εφεσιβλήτων.

 

         Με Γενικώς Οπισθογραφημένο Κλητήριο Ένταλμα οι Εφεσίβλητοι αξιούσαν εναντίον των Εφεσειόντων θεραπείες που αφορούσαν σε Πωλητήριο Έγγραφο με το οποίο η Εφεσείουσα αρ. 1 πώλησε στην Εφεσίβλητη αρ. 1 ακίνητο στα Λατσιά (εφεξής καλούμενο το «Ακίνητο»). Με μονομερή αίτηση οι Εφεσίβλητοι αιτήθηκαν και πέτυχαν την έκδοση διατάγματος που απαγόρευε στους Εφεσείοντες την, με οποιοδήποτε τρόπο, αποξένωση του Ακινήτου μέχρι τελικής εκδίκασης της αγωγής.

         Απαραίτητη, για σκοπούς εξέτασης του κατά πόσο ευσταθούν οι Λόγοι Έφεσης, καθίσταται η σύνοψη των θέσεων που προβλήθηκαν στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση για προσωρινό διάταγμα. Σε αυτήν ο Εφεσίβλητος αρ. 2 ισχυρίστηκε ότι, μετά από σειρά συμφωνιών, η Εφεσείουσα αρ. 1 κατέληξε να έχει ως μοναδικά περιουσιακά στοιχεία 2 αποθήκες. Ο Εφεσίβλητος αρ. 1 διατηρούσε 15% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας Τσακκάλι Εμπορική Εταιρεία Λτδ (εφεξής η «Τσακκάλι») στην οποία η Εφεσείουσα αρ. 1 ενοικίαζε τις αποθήκες. Το 2013 συμφωνήθηκε όπως η Εφεσείουσα αρ. 1 πωλήσει την μία αποθήκη, ήτοι το Ακίνητο, στην Εφεσίβλητη αρ. 1 έναντι ποσού €610.000. Το τίμημα αυτό θα καταβάλλετο με δύο τρόπους: (α) με την μεταβίβαση από τον Εφεσίβλητο αρ. 2 των μετοχών που αυτός κατείχε στην Εφεσείουσα αρ. 1 προς την Εφεσείουσα αρ. 2, οι οποίες κοστολογήθηκαν σε €400.000, και (β) με την καταβολή επιπλέον ποσού €210.000 από τους Εφεσίβλητους στους Εφεσείοντες σε τρεις δόσεις των €70.000 έκαστη. Η δόση που ήταν πληρωτέα στις 30.1.2013 δεν καταβλήθηκε αλλά η μεταβίβαση των μετοχών έγινε, ενώ το Πωλητήριο Έγγραφο δεν κατατέθηκε στο Κτηματολόγιο. Αποτέλεσε ισχυρισμό των Εφεσιβλήτων ότι, παρά τις οχλήσεις τους προς τους Εφεσείοντες και την ετοιμότητα τους να καταβάλουν το ποσό των €210.000 και να λάβουν ιδιοκτησία του Ακινήτου, οι Εφεσείοντες συμφώνησαν με την Τράπεζα Κύπρου να παραδώσουν σε αυτήν το Ακίνητο με βάση συμφωνία διακανονισμού. Οι Εφεσείοντες ισχυρίστηκαν ότι η συμφωνία για πώληση του Ακινήτου είχε παύσει να ισχύει.

 

         Με την ένορκη δήλωση που συνόδευε την Ένσταση οι Εφεσείοντες προέβαλαν τη θέση ότι οι μετοχές που ο Εφεσίβλητος αρ. 2 κατείχε στην Εφεσίβλητη αρ. 1 είχαν αγοραστεί από την Εφεσείουσα αρ.2 στις 25.1.2013 έναντι ποσού €210.000, ποσό το οποίο του είχε καταβληθεί. Προς τούτο επισύναψαν Πιστοποιητικά Μετόχων της Εφεσείουσας αρ. 1 ημερ. 5.5.2010 και 5.3.2013 όπου φαίνεται η μεταβίβαση των μετοχών στο όνομα της Εφεσείουσας αρ. 2, καθώς και Έγγραφο Μεταβίβασης Μετοχών ημερ. 25.1.2013 στο οποίο αναγράφεται ότι αυτές πωλούνται έναντι ποσού €210.000, ποσό που ο Εφεσίβλητος αρ. 2 αναγνωρίζει ότι του έχει ήδη πληρωθεί. Η Συμφωνία Πώλησης του Ακινήτου έγινε στις 30.1.2013 και αποτέλεσε θέση των Εφεσειόντων ότι ουδεμία σχέση ή συσχετισμό έχει με την συμφωνία πώλησης των μετοχών. Η Συμφωνία Πώλησης του Ακινήτου προνοούσε ότι εάν μέχρι την 31.3.2013 εξ υπαιτιότητας της Εφεσίβλητης αρ. 1 δεν ολοκληρωνόταν η μεταβίβαση, θα έπαυε να ισχύει. Οι Εφεσίβλητοι ουδέποτε κατέβαλαν το τίμημα αγοράς ή οποιοδήποτε ποσό έναντι αυτού, με αποτέλεσμα η Συμφωνία να μην έχει ολοκληρωθεί. Θέση των Εφεσειόντων ήταν ότι οι Εφεσίβλητοι απέκρυψαν από το Δικαστήριο τα έγγραφα που αφορούσαν στην μεταβίβαση των μετοχών, αλλά και τα πραγματικά γεγονότα.

 

         Μελέτη της πρωτόδικης Απόφασης καταδεικνύει ότι δεν απασχόλησε καθόλου το πρωτόδικο Δικαστήριο το κατά πόσο υπήρξε ή όχι πλήρης αποκάλυψη από μέρους των Εφεσιβλήτων. Προχώρησε και έκρινε ότι οι δύο πρώτες προϋποθέσεις του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου Ν14/1960 είχαν ικανοποιηθεί εκ της ύπαρξης της Συμφωνίας Πώλησης του Ακινήτου, αναφέροντας ότι η αμφισβήτηση της αξίωσης από μέρους των Εφεσειόντων είναι θέμα το οποίο θα αποφασίσει το Δικαστήριο στο πλαίσιο της αγωγής.

 

         Θεωρούμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε στο σημείο αυτό. Η εξέταση του κατά πόσο υπήρξε ή όχι απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων από μέρους των Εφεσιβλήτων σε μονομερή αίτηση επηρέαζε αυτή καθ' αυτή τη συνέχιση σε ισχύ του εκδοθέντος διατάγματος και άρα ήταν απαραίτητο να γίνει. Η απουσία τέτοιας διεργασίας καθιστά από μόνη της την Απόφαση ακροσφαλή. Έπεται πως ο Λόγος Έφεσης 2 ευσταθεί.

 

         Όπως αναφέρεται στην απόφαση Castelli v Cook (1849) 7 Hare 89, η οποία υιοθετήθηκε στην Κυπριακή απόφαση Fedossova Larissa (αρ. 2) (1997) 1 Α.Α.Δ. 1333:

 

«A plaintiff applying ex parte comes (as it has been expressed) under a contract with the Court that he will state the whole case fully and fairly to the Court. If he fails to do that, and the Court finds, when the other party applies to dissolve the injunction, that any material fact has been suppressed or not properly brought forward, the plaintiff is told that the Court will not decide on the merits, and that, as he has broken faith with the Court, the injunction must go».

 

                             (έμφαση δοθείσα)

        

         Όπως μάλιστα λέχθηκε στην Bloczek Limited v Vianova Holding Limited (2013) 1 Α.Α.Δ. 1460:

 

«.Παράλειψη  παρουσίασης ουσιωδών γεγονότων ενώπιον του δικαστηρίου, σε μονομερή αίτηση, θεωρείται ως  είδος εξαπάτησης του δικαστηρίου και το δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να ακυρώσει ένα, μονομερώς εκδοθέν, παρεμπίπτον διάταγμα, για το λόγο της μη αποκάλυψης ουσιωδών γεγονότων, χωρίς καν να εξετάσει την ουσία της αίτησης. Επομένως, τέτοιο θέμα, όταν εγείρεται, εξετάζεται κατά προτεραιότητα. Το τι συνιστά ουσιώδες θέμα είναι αντικειμενικό.».

 

                   (έμφαση δοθείσα)

 

Δεδομένου του ότι ενώπιον μας υπάρχουν όλα τα απαραίτητα δεδομένα, παρέχεται η δυνατότητα να προχωρήσουμε στην εξέταση του κατά πόσο τα όσα οι Εφεσείοντες επικαλούνται αποτελούσαν τέτοια ουσιώδη στοιχεία που να έπρεπε να οδηγήσουν στην ακύρωση του μονομερώς εκδοθέντος διατάγματος.

 

         Παραθέτουμε απόσπασμα από την απόφαση Commerzbank Auslandsbanken Holdings A.G. v Adeona Holding Ltd (2015) 1 Α.Α.Δ.386  όπου λέχθηκαν τα εξής:

 

«Κριτής του τι είναι ουσιώδες, είναι ο δικαστής ο οποίος έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια και δεν διστάζει να ακυρώσει το ήδη εκδοθέν μονομερές διάταγμα, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που διαπιστώνει κακοπιστία και πρόθεση απόκρυψης ή παραπλάνησης του δικαστηρίου.  Οδηγός είναι πάντοτε τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης στο πλαίσιο της αντιδικίας των διαδίκων.

 

Βέβαια δεν είναι κάθε παράλειψη αποκάλυψης που οδηγεί σε ακύρωση.  Αν το δικαστήριο ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια κρίνει ότι η παράλειψη αφορούσε σε ουσιώδες γεγονός, τότε κατά κανόνα ακυρώνει το διάταγμα, προσπαθώντας με αυτό τον τρόπο να αφαιρέσει κάθε όφελος που απεκόμισε ο αιτητής.  Στην αγγλική υπόθεση Bank Mellat v. Nikpour (Mohammad Ebrahaim) (1985) F.S.R. 87 CA, αναφέρθηκε ότι το δικαστήριο ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια, σύμφωνα με την αρχή του locus poenitentiae (ευκαιρία για μεταμέλεια ή διόρθωση), μπορεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ιδιαίτερα όταν η μη αποκάλυψη είναι αθώα, να ακυρώσει το προηγούμενο διάταγμα και να εκδώσει νέο, υπό όρους (βλ. επίσης Recnex Trading Ltd κ.α. v. Tράπεζας Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ, ECLI:CY:AD:2014:A269, Πολιτική Έφεση Αρ. 71/11, ημερ. 16.4.2014).  Όμως αυτή η διακριτική ευχέρεια θα πρέπει να ασκείται με αρκετή περισυλλογή, ώστε να μην εξουδετερώνει το μοναδικό κόστος ή «τιμωρία» για μη αποκάλυψη, που δεν είναι άλλο από την ακύρωση του διατάγματος».

 

         Οι Εφεσίβλητοι δεν αμφισβήτησαν τον ισχυρισμό των Εφεσειόντων πως είχαν στην κατοχή τους αντίγραφο του Εγγράφου Μεταβίβασης Μετοχών και άρα θα μπορούσαν να το είχαν αποκαλύψει. Δεν έχουμε κανένα ενδοιασμό να αναφέρουμε ότι η ύπαρξη του εν λόγω εγγράφου ήταν ουσιαστικής σημασίας στην υπόθεση, δεδομένου ότι άπτεται της ίδιας της ικανοποίησης των πρώτων δύο προϋποθέσεων που θέτει το Άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου Ν14/1960. Αυτό ένεκα του ότι αποτέλεσε θέση των Εφεσιβλήτων πως η μεταβίβαση των μετοχών του Εφεσιβλήτου αρ. 2 στην Εφεσείουσα αρ. 2 ήταν μέρος του ανταλλάγματος για την πώληση του Ακινήτου, το οποίο μάλιστα ισχυρίστηκαν ότι ανέρχετο σε αξία €400.000, γεγονός που επικαλέστηκαν για να δικαιολογήσουν τη μην καταβολή του ποσού των €70.000 ως προκαταβολή λέγοντας ότι «Η προκαταβολή των 70,000 ευρώ.δεν καταβλήθηκε αφού αφενός είχαν μεταβιβαστεί οι μετοχές μου που αποτελούσαν και το μεγαλύτερο μέρος του τιμήματος.». Το μη αποκαλυφθέν Έγγραφο Μεταβίβασης Μετοχών, όμως, τείνει να παρουσιάσει μία διαφορετική εκδοχή, εφόσον εκ πρώτης όψεως και χωρίς φυσικά να προβαίνουμε σε οποιαδήποτε ευρήματα στο στάδιο αυτό, φαίνεται να αποτελεί μία ξεχωριστή συμφωνία για πώληση των μετοχών έναντι ποσού €210.000, οι δε συμβαλλόμενοι είναι άλλοι από τους συμβαλλόμενους στη Συμφωνία Πώλησης του Ακινήτου. Ως τέτοιο αποτελούσε ουσιώδες στοιχείο το οποίο οι Εφεσίβλητοι είχαν υποχρέωση στο πλαίσιο αίτησης υψίστης πίστεως να αποκαλύψουν. Η μη αποκάλυψη του θα έπρεπε να είχε οδηγήσει πρωτοδίκως στην ακύρωση του μονομερώς εκδοθέντος προσωρινού διατάγματος.

 

         Έπεται πως και ο Λόγος Έφεσης 1 ευσταθεί.

 

         Η πρωτόδικη Απόφαση παραμερίζεται και το Διάταγμα ημερ. 29.1.2018 ακυρώνεται.

 

          Επιδικάζονται έξοδα υπέρ των Εφεσειόντων και εναντίον των Εφεσιβλήτων €3.500 πλέον Φ.Π.Α. εάν υπάρχει.

 

 

 

                                                                   Αλ. Παναγιώτου, Π.

 

 

 

                                                                   Μ. Παπαδοπούλου, Δ.

 

 

 

                                                                   Ι. Στυλιανίδου, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο