ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση αρ. 46/2023)

 

21 Ιουνίου, 2024

 

[ΣΤΑΥΡΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΜΕΣΣΙΟΥ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Εφεσείουσα

και

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

Εφεσίβλητου

-----------------------------

 

Α. Σπάταλος, για την Εφεσείουσα.

Ε. Α. Κυριάκου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.

 

ΣΤΑΥΡΟΥ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από  

                     την κα Στυλιανίδου, Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ.:  Η παρούσα έφεση προσβάλλει απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή της εφεσείουσας εναντίον του εφεσιβλήτου σε υπόθεση κατ' ισχυρισμό ιατρικής αμέλειας από μέρους ιατρών του δημοσίου.

 

Η εφεσείουσα απώλεσε την όραση του δεξιού της ματιού λόγω μόλυνσης και νέκρωσης του οπτικού νεύρου, σε ηλικία 73 ετών. Σύμφωνα με τη διάγνωση των εμπειρογνωμόνων ιατρών που κλήθηκαν ως μάρτυρες από αμφότερες τις πλευρές των διαδίκων, έπασχε από κυτταρίτιδα κόχγου, συνεπεία ηθμοειδίτιδας, ιγμορίτιδας και μετωπιαίας κολπίτιδας δεξιά. Το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε ότι σύμφωνα με την ενώπιον του μαρτυρία, η τύφλωση είναι μία από τις εγγενείς συνέπειες κυτταρίτιδας κόγχου. Προέβη σε εύρημα ότι οι ιατροί του Τμήματος Πρώτων Βοηθειών του νοσοκομείου Αμμοχώστου, όπου προσέφυγε η εφεσείουσα επέδειξαν αμέλεια,  όμως έκρινε ότι η εφεσείουσα απέτυχε να αποδείξει αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της αμέλειας και της τύφλωσης του δεξιού της ματιού και προχώρησε έτσι στην απόρριψη της αγωγής.

 

Τέλος, το πρωτόδικο Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη την περίπτωση που η ως άνω κατάληξη του, ήθελε κριθεί εσφαλμένη, καθόρισε τις γενικές αποζημιώσεις που θα δικαιούτο η εφεσείουσα επί πλήρους ευθύνης, σε €70.000. Η απόφαση του αναφορικά με το ύψος του εν λόγω ποσού, δεν εφεσιβλήθηκε.

 

Με τους λόγους έφεσης 1-5, ουσιαστικά προσβάλλεται η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με το ζήτημα της αιτιώδους συνάφειας της αμέλειας των γιατρών του Τμήματος Πρώτων Βοηθειών και της βλάβης της εφεσείουσας. Συνεπώς θεωρούμε ευχερές να εξεταστούν μαζί.

 

Ξεκινούμε με την παράθεση μερικών εκ των ευρημάτων του Δικαστηρίου αναφορικά με τα κρίσιμα γεγονότα, καθώς και ορισμένων στοιχείων που προκύπτουν από τα ενώπιον μας τεκμήρια που κατατέθηκαν στην πρωτόδικη διαδικασία: Η εφεσείουσα «. στις  24.6.2012, [ημέρα Κυριακή] . μεταφέρθηκε από τον γιο της, στο Γενικό Νοσοκομείο Αμμοχώστου στο Παραλίμνι . και τα κύρια συμπτώματα που ανέφερε ήταν πονοκέφαλος και φουσκωμένο το δεξί μάτι . Στο σημείο του ιστορικού-κλινικής εικόνας καταγράφεται, μεταξύ άλλων, αναφορά σε κεφαλαλγία δεξιά από δύο ημέρες, η οποία περνά με Panadol, έγινε νευρολογική εξέταση, έλεγχος καρδίας τα οποία ήταν κανονικά και τις δόθηκαν οδηγίες για να επισκεφθεί τα εξωτερικά ιατρεία για περαιτέρω διερεύνηση, CT Scan, εάν υπήρχε επιδείνωση της κατάστασης της. Της χορηγήθηκαν επίσης τα φάρμακα που καταγράφονται στο τεκμήριο 3, [Diclofenac, Buscopan και Valium]. Από το ίδιο τεκμήριο φαίνεται ότι έγινε, μεταξύ άλλων, έλεγχος αρτηριακής πίεσης, της θερμοκρασίας της, τα οποία ήταν κανονικά, με διάγνωση ημικρανία . Το βράδυ της ίδιας ημέρας, 24.6.2012, η ενάγουσα, ενόψει επιδείνωσης της κατάστασης του ματιού της και έντονου πόνου, επισκέφθηκε εκ νέου το Γενικό Νοσοκομείο Αμμοχώστου, από όπου έφυγε τις πρωινές ώρες, δηλαδή στις 25.6.2012 . αλλά αποτελεί παραδεκτό γεγονός ότι διαγνώστηκε ήπιας μορφής μόλυνση στο δεξιό μάτι/οίδημα βλεφάρου δεξιού ματιού. Παρά του ότι η κατάσταση της υγείας της ενάγουσας επιδεινώνετο και είχε αφόρητους πόνους, αποφάσισε να μην επιστρέψει αργότερα το ίδιο πρωί στα εξωτερικά ιατρεία του νοσοκομείου Αμμοχώστου για περαιτέρω εξετάσεις και το απόγευμα της ίδιας μέρας, δηλαδή στις 25.6.2012 επισκέφθηκε τον ιδιώτη χειρούργο οφθαλμίατρο Δρ. Σωτήρη Ψαρά.  Την ίδια μέρα ο Δρ. Ψαράς την εξέτασε και την έστειλε και για ακτινολογικό έλεγχο ιγμορείων ... στη βάση των οποίων διέγνωσε κυτταρίτιδα κόγχου δεξία. Της συνέστησε επίσης, λόγω της σοβαρότητας του περιστατικού, εισαγωγή στο νοσοκομείο . Η ενάγουσα επέστρεψε και πάλιν με τον γιο της στο νοσοκομείο Αμμοχώστου με τη διάγνωση του Δρ. Ψαρά για κυτταρίτιδα κόγχου (Orbital Cellulitis), από όπου, εφόσον είχε μαζί της ακτινογραφία ιγμορείων, την παρέπεμψαν στο νοσοκομείο Λάρνακας, λόγω του ότι στο νοσοκομείο Αμμοχώστου δεν υπήρχε θάλαμος εισαγωγών για οφθαλμολογικά περιστατικά ... Ακολούθως, ο γιος της την μετέφερε στο νοσοκομείο Λάρνακας, εφόσον δεν κρίθηκε αναγκαίο να την μεταφέρουν με ασθενοφόρο. Εκεί τις πρώτες πρωινές ώρες στις 26.6.2012 εισήχθη στην ωτορινολαρυγγολογική κλινική του εν λόγω νοσοκομείου, . ο ΜΥ1 [ιατρός ωτορινολαρυγγολόγος] εξέτασε επίσης την ενάγουσα πριν την εισαγωγή της και επιβεβαίωσε την πιο πάνω διάγνωση ... Ακολούθησε αποσυμφόρηση του μέσου ρινικού πόρου, ο οποίος ήταν πλήρης εκκρίσεων και έγινε ανάρτηση ιγμορείου εκ του κάτω ρινικού πόρου από όπου λήφθηκε δείγμα για καλλιέργεια. Το ιγμόρειο, ήταν πλήρες φλεγμονωδών μαζών. Η ενάγουσα τέθηκε σε ενδοφλέβια τριπλή αντιβιοτική αγωγή . Το πρωί της ίδιας ημέρας, στις 26.6.2012 ζητήθηκε οφθαλμολογική εκτίμηση . Έγινε παράλληλα και αξονική τομογραφία.».

 

Ήταν επίσης εύρημα του Δικαστηρίου ότι τα φάρμακα που δόθηκαν στην εφεσείουσα ήταν παυσίπονα, αντιφλεγμονώδη, και ηρεμιστικά και πως οι επίδικες επισκέψεις στο Νοσοκομείο Αμμοχώστου ήταν στο τμήμα Πρώτων Βοηθειών.

 

Όπως προαναφέραμε, το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε εύρημα αναφορικά με την αμέλεια του Τμήματος Πρώτων Βοηθειών. Συγκεκριμένα, ανέφερε τα εξής: «Κατά συνέπεια, λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω και έχοντας υπόψη τη μαρτυρία του ΜΕ4, η οποία έχει κριθεί αποδεκτή επί του συγκεκριμένου θέματος, οι γιατροί των Πρώτων Βοηθειών, ως γενικοί γιατροί, στη βάση της εκπαίδευσης που λαμβάνουν από ειδικούς γιατρούς όπως είναι και ο ίδιος, βλέποντας φουσκωμένο βλέφαρο/μάτι, εξόφθαλμο, όπως ήταν της ενάγουσας, συνοδευόμενο από πόνο, έπρεπε να τεθούν σε εγρήγορση, να οδηγηθούν και να σκεφτούν κυτταρίτιδα κόγχου, η οποία είναι πολύ σοβαρή πάθηση με εγγενείς κινδύνους που χρήζει άμεσης αντιμετώπισης. Έπρεπε ένα τέτοιο περιστατικό να παραπεμφθεί άμεσα σε οφθαλμίατρο ή σε ωτορινολαρυγγολόγο ή να γίνουν εκεί όλες οι εξετάσεις, να γίνει έγκαιρα η ορθή διάγνωση για να είναι πιο εύκολη η παραπομπή και/ή χορήγηση άμεσα της ορθής θεραπείας. Θεωρώ ότι υπό τις περιστάσεις οι γιατροί των Πρώτων Βοηθειών δεν επέδειξαν τη δέουσα επιμέλεια προς την ενάγουσα παραλείποντας να προβούν σε περαιτέρω εξετάσεις, πέραν εκείνων που καταγράφονται στο τεκμήριο 3, εκείνη την ώρα ή να καλέσουν οφθαλμίατρο ή ωτορινολαρυγγολόγο, ώστε να προχωρήσουν στην ορθή διάγνωση που ήταν η κυτταρίτιδα κόγχου με την οποία διαγνώστηκε την επόμενη ημέρα, ώστε να ληφθούν τα δέοντα μέτρα για την χορήγηση της ορθής φαρμακευτικής αγωγής, που όπως προκύπτει είναι η αντιβίωση ή και εισαγωγή της στο νοσοκομείο για περίθαλψη. Οι γιατροί των Πρώτων Βοηθειών όφειλαν πέραν του να υποπτεύονταν την συγκεκριμένη πάθηση να υπέβαλλαν την ενάγουσα σε όλες τις δέουσες εξετάσεις με ακτινογραφία ή CT SCAN ή να καλούσαν οφθαλμίατρο ή ωτορινολαρυγγολόγο και όχι να την παραπέμψουν για περαιτέρω εξετάσεις την επόμενη το πρωί εάν η κατάσταση της επιδεινώνετο, με δεδομένο ότι η ενάγουσα τους είχε επισκεφθεί δύο φορές την ίδια ημέρα. Από τη στιγμή που στο νοσοκομείο λειτουργεί Τμήμα Πρώτων Βοηθειών ο εναγόμενος έχει υποχρέωση να παρέχει υπηρεσίες για επείγοντα περιστατικά που μπορεί να προκύψουν, όπως στην περίπτωση της ενάγουσας.».

 

Ως προς την αιτιώδη συνάφεια το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι η εφεσείουσα δεν την απέδειξε στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι η ζημιά δεν θα παρουσιαζόταν παρά την ως άνω αμέλεια των Πρώτων Βοηθειών. Βασίσθηκε σε αγγλική νομολογία αναφορικά με παραλείψεις, θεωρώντας ότι το κρίσιμο ερώτημα ήταν, τι θα συνέβαινε αν ένα γεγονός το οποίο δεν συνέβη, είχε συμβεί. Με άλλα λόγια, εφάρμοσε το γνωστό «but for test of causation». Παρέπεμψε δε σχετικά, μεταξύ άλλων, στην απόφαση της Δικαστικής Επιτροπής των Λόρδων, Wilsher v. Essex Area Health Authority [1988] 1 All ER 871, την οποία επικαλείται και η συνήγορος του εφεσιβλήτου ενώπιον μας.

 

Επισημαίνουμε σχετικά, ότι όπως προκύπτει από τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, τη θέση του ιδίου του εφεσίβλητου περί της ορθής πρακτικής για την αντιμετώπιση της πάθησης της εφεσείουσας και την αναντίλεκτη μαρτυρία, στα οποία θα αναφερθούμε εκτενώς πιο κάτω, στην παρούσα υπόθεση συνυπήρχαν πέραν του ενός παράγοντες οι οποίοι δυνητικά θα μπορούσαν να προκαλέσουν τη βλάβη της εφεσείουσας: Αφενός ο εγγενής κίνδυνος της ασθένειας και αφετέρου η αμέλεια των Πρώτων Βοηθειών, και δη το γεγονός ότι η πάθηση δεν αντιμετωπίσθηκε αμέσως, στοιχείο που σαφώς βάσει της μαρτυρίας, ενισχύει την πραγμάτωση του εγγενούς κίνδυνου. Σε περιπτώσεις δε, όπως η παρούσα, όπου η μη άμεση αντιμετώπιση αποτελεί μια από τις αιτίες που συνέδραμαν στην πρόκληση της βλάβης της εφεσείουσας, η αποτυχία της να ικανοποιήσει το «but for test», δεν είναι μοιραία για την επιτυχία της αγωγής της.

 

Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα Medical Negligence, Michael A. Jones, 5η έκδοση, Sweet & Maxwell, σελίδες 563 και 564, σε περιπτώσεις, όπως η παρούσα, όπου εντοπίζονται σωρευτικές αιτίες για την πρόκληση της βλάβης, η εφαρμοζόμενη αρχή είναι ότι είναι αρκετό όπως ο ενάγων αποδείξει, στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων, ότι η αμέλεια αποτέλεσε μία ουσιώδη συνδρομή στην πρόκληση της βλάβης, με την έννοια του «ουσιώδους» («material») να συνίσταται απλώς σε κάτι περισσότερο από de minimis:

 

«. in a case involving cumulative causes, where the inadequacies of medical science mean the relative potency of the causes cannot be established, a claimant merely has to establish that the defendant's breach of duty was a 'material' contribution, meaning something more than de minimis.».

 

Στην απόφαση Bailey v Ministry of Defence [2008] ECWCA Civ 883, το Εφετείο της Αγγλίας, διέκρινε ρητώς τα νομολογηθέντα περί αιτιώδους συνάφειας στην Wilsher (ανωτέρω), όπου βασίσθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο, εφόσον δεν αφορούσε περίπτωση πέραν της μίας αιτίας που συνέδραμε στην πρόκληση της ζημιάς. Έθεσε δε τον πιο κάτω εξειδικευμένο κανόνα περί αιτιώδους συνάφειας σε περιπτώσεις όπου συντρέχουν πέραν της μιας αιτίας πρόκλησης της βλάβης:

 

«I would summarise the position in relation to the cumulative cause cases as follows. If the evidence demonstrates on a balance of probabilities that the injury would have occurred as a result of a non-tortious cause or causes in any event, the claimant will have failed to establish that the tortious cause contributed. If the evidence demonstrates that 'but for' the contribution of the tortious cause the injury would probably not have occurred, the claimant will (obviously) have discharged the burden. In a case where medical science cannot establish the probability that 'but for' an act of negligence the injury would not have happened but can establish that the contribution of the negligent cause was more than negligible, the 'but for' test is modified, and the claimant will succeed.».

 

(Η υπογράμμιση έγινε από το Δικαστήριο)

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε τη μαρτυρία του ΜΕ4, ο οποίος κλήθηκε εν τέλει να περιθάλψει την εφεσείουσα από το Μακάρειο Νοσοκομείο Λευκωσίας, ως ειδικός συνεργάτης βάσει σύμβασης, εν όψει του ότι ήταν οφθαλμίατρος ειδικός στην ως άνω πάθηση της εφεσείουσας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε και σημείωσε στην απόφασή του, τη μαρτυρία του ΜΕ4 ως προς τη σοβαρότητα της συγκεκριμένης ασθένειας και την ανάγκη να γίνει αμέσως η διάγνωση της πάθησης και να αντιμετωπιστεί αμέσως, με δεδομένους τους εγγενείς κινδύνους που τη συνοδεύουν μεταξύ των οποίων ήταν η τύφλωση.

 

Από τη γραπτή δήλωση του ΜΕ4 στην πρωτόδικη διαδικασία, καταγράφουμε τα πιο κάτω, τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν από τον  εφεσίβλητο, υπογραμμίζοντας τις εκφάνσεις της μαρτυρίας του από όπου προκύπτει, ότι αν δεν αντιμετωπιστεί αμέσως η πάθηση, αυτό αποτελεί παράγοντα που ενδεχομένως συνδράμει στην πρόκληση της τύφλωσης.

 

«Όπως διαπιστώθηκε από τις χειρουργικές επεμβάσεις, τις κλινικές και εργαστηριακές εξετάσεις που έγιναν και τα ευρήματα που προέκυψαν από αυτές, η κύρια αιτία της ολικής τύφλωσης του δεξιού ματιού της εν λόγω ασθενούς, ήταν κυτταρίτιδα κόγχου από την οποία είχε προσβληθεί το εν λόγω μάτι. Πρόκειται για μια οξεία και πολύ επικίνδυνη λοίμωξη των μαλακών ιστών που βρίσκονται πίσω και γύρω από το βολβό του οφθαλμού. Η λοίμωξη αυτή έχει ταχεία και σοβαρή εξέλιξη προκαλώντας ακόμα και απώλεια της όρασης, γι' αυτό αποτελεί μια επικίνδυνη κατάσταση που απαιτεί επείγουσα αντιμετώπιση. Αν η πάθηση αυτή δεν διαγνωστεί έγκαιρα και τύχει άμεσα της κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής, μπορεί να οδηγήσει σε τύφλωση ή ακόμη και να τεθεί σε άμεσο κίνδυνο και η ζωή του πάσχοντος.».

 

(Η υπογράμμιση έγινε από το παρόν Δικαστήριο)

 

Διατρέχοντας στη μαρτυρία του ΜΕ4, διαπιστώνουμε περαιτέρω, ότι αντεξεταζόμενος κατέστησε σαφές ότι στην παρούσα υπόθεση, η αιτία για την κυτταρίτιδα κόγχου ήταν η μόλυνση στις ηθμοειδείς κυψέλες, δηλαδή ιγμορίτιδα λόγω ηθμοειδίτιδας. Όπως προαναφέραμε, μόλυνση διαγνώστηκε κατά τη δεύτερη επίσκεψη της εφεσείουσας στις Πρώτες Βοήθειες, πλην όμως δεν αντιμετωπίστηκε αμέσως.

 

Μάλιστα σημειώνουμε ότι ο ΜΕ4 αντεξετάστηκε από τη συνήγορο του εφεσιβλήτου ως προς το ποια ήταν τα «σωστά» που έπρεπε να γίνουν κατά το στάδιο όπου τελικά διαγνώστηκε η κυτταρίτιδα κόγχου στο Νοσοκομείο Λάρνακας τα χαράματα της 26.6.2012 και ως προς το ποια ήταν η «ορθή πρακτική» . Όπως κατέθεσε ο ΜΥ1, ιατρός ωτορινολαρυγγολόγος στο Νοσοκομείο Λάρνακας, εξέτασε την εφεσείουσα τα ξημερώματα την 26.6.2012, την έθεσε σε ενδοφλέβια τριπλή αντιβιοτική αγωγή και το πρωί της ίδιας ημέρας ζήτησε να γίνει αξονική τομογραφία. Υπάρχει δε σύγκλιση στη μαρτυρία των ΜΕ4 και ΜΥ1 ότι τα σωστά βήματα και η ορθή πρακτική ήταν όπως παρασχεθεί αμέσως το άνω τριπλό σχήμα αντιβίωσης και να διεξαχθεί η αξονική τομογραφία οφθαλμού, αγωγή που δεν χορηγήθηκε αμέσως στις Πρώτες Βοήθειες.

 

Όπως δε σημείωσε και το πρωτόδικο Δικαστήριο, ο ΜΕ4 σε ερώτηση του συνηγόρου της εφεσείουσας για το πώς ένας γενικός ιατρός στις Πρώτες Βοήθειες, θα χειριζόταν ασθενή ο οποίος παρουσιάζεται με φουσκωμένο μάτι, οδυνηρούς πόνους στην περιοχή του ματιού και εξόφθαλμο, όπως δηλαδή στην προκειμένη περίπτωση, είπε ότι θα πρέπει να σκεφτεί κυτταρίτιδα κόγχου, η οποία είναι πολύ σοβαρή πάθηση που πρέπει να αντιμετωπιστεί αμέσως εφόσον μπορεί να προκαλέσει, μεταξύ άλλων, τύφλωση. Συμπλήρωσε ότι ένα τέτοιο περιστατικό θα πρέπει να παραπεμφθεί αμέσως σε ειδικό οφθαλμίατρο ή σε ωτορινολαρυγγολόγο και ίσως θα πρέπει να γίνει αμέσως εισαγωγή σε νοσηλευτήριο για να γίνουν περαιτέρω διαδικασίες και εξετάσεις. Μία από τις ενδεδειγμένες πρακτικές αντιμετώπισης ήταν η χορήγηση αντιβιοτικής αγωγής σχήματος τριπλού και η διενέργεια αξονικής τομογραφίας.

 

Είναι φανερό ότι κανένα από τα πιο πάνω δεν έγινε κατά τις επισκέψεις της εφεσείουσας στις Πρώτες Βοήθειες. Σύμφωνα με την αναντίλεκτη μαρτυρία του ΜΕ4, στην προκειμένη περίπτωση, με δεδομένο το φουσκωμένο βλέφαρο, τον πόνο και εξόφθαλμο σε οξεία φάση, θα έπρεπε στις Πρώτες Βοήθειες οι ιατροί να σκεφθούν κυτταρίτιδα κόγχου.  Σύμφωνα δε με τη θέση του ίδιου του Εφεσίβλητου όπως τέθηκε κατά την αντεξέταση του ΜΕ4, και σύμφωνα με τον ΜΥ1, όταν έγινε εν τέλει  η διάγνωση κυτταρίτιδας κόγχου στο νοσοκομείο Λάρνακας, τα ως άνω που έγιναν μεν στο νοσοκομεία Λάρνακας, αλλά όχι στις Πρώτες Βοήθειες, ήταν τα «σωστά».

 

Τονίζουμε ιδιαίτερα, ότι κατά τη δεύτερη επίσκεψη της εφεσείουσας στις Πρώτες Βοήθειες διαγνώστηκε η μόλυνση, πλην όμως δεν παρασχέθηκε το ενδεδειγμένο σχήμα τριπλών αντιβιοτικών, το οποίο και πάλι σύμφωνα με τη συγκλίνουσα μαρτυρία των ΜΕ4 και ΜΥ1, έπρεπε να παρασχεθεί αμέσως με βάση την ορθή πρακτική.

 

Είμαστε της άποψης, ότι από το σύνολο της πιο πάνω μαρτυρίας προκύπτει, συνεπώς, ότι το γεγονός ότι η πάθηση δεν αντιμετωπίσθηκε αμέσως, ενισχύει την πραγμάτωση του εγγενούς κίνδυνου. Με αυτή την έννοια, η αμελής μη διάγνωση και συνακόλουθα το γεγονός ότι δε αντιμετωπίστηκε η πάθηση αμέσως όπως απαιτείται από την ορθή πρακτική, καθώς και η αργοπορημένη  αντιμετώπιση της μόλυνσης που διαγνώστηκε κατά τη δεύτερη επίσκεψη της εφεσείουσας στις Πρώτες Βοήθειες, αποτελούν αιτίες που συνέδραμαν κατά τρόπο μη αμελητέο, στην πρόκληση της βλάβης της εφεσείουσας. Με άλλα λόγια, βάσει της ορθής καθοδήγησης από τη νομολογία, σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσαν οι ως άνω παραλείψεις να θεωρηθούν ότι συνέδραμαν στην πρόκληση της βλάβης της εφεσείουσας μόνον σε βαθμό de minimis.

 

Επομένως, εν όψει των πιο πάνω, το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν καθοδηγήθηκε σωστά και ως η κρατούσα αντίληψη της νομολογίας, ως προς το ζήτημα της αιτιώδους συνάφειας. Τίθεται ως εκ τούτου το ερώτημα κατά πόσον το Εφετείο δύναται να αποφασίσει το ίδιο, επί των γεγονότων, το ζήτημα της αιτιώδους συνάφειας στη βάση της ορθής νομολογιακής καθοδήγησης.

 

Στην Liubisa Golubovic v. Manipro Construction Ltd, Πολιτική Έφεση αρ. 181/2018, ημερομηνίας 11/4/2024 λέχθηκαν τα εξής σχετικά:

«Σημειώνεται επίσης ότι σύμφωνα με το Μέρος 41.12(1) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023, το Εφετείο έχει όλες τις εξουσίες του κατώτερου δικαστηρίου, μεταξύ των οποίων και την δικαιοδοσία να διαφοροποιεί απόφαση ή διάταγμα που εκδόθηκε από το κατώτερο δικαστήριο.Συνοψίζοντας όλα τα πιο πάνω, κρίνουμε ότι από τη μαρτυρία που προσκομίστηκε πρωτοδίκως, προκύπτει ότι η εφεσίβλητη ήταν κατά τον κρίσιμο χρόνο εργοδότης του εφεσείοντα, στο επίδικο εργοτάξιο. Είχε ως εκ τούτου καθήκον επιμέλειας προς τον εφεσείοντα να του παράσχει ασφαλές σύστημα εργασίας. Η εφεσίβλητη παρέβηκε το πιο πάνω καθήκον επιμέλειας που είχε έναντι του εφεσείοντα, με αποτέλεσμα να επισυμβεί το επίδικο ατύχημα και ο συνεπακόλουθος τραυματισμός του εφεσείοντα. Σύμφωνα με την μαρτυρία του ιατρού Μ.Ε 3 που έγινε πρωτοδίκως αποδεκτή, υπήρξε εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου το οποίο δεν έχει εφεσιβληθεί, ότι από το ατύχημα ο εφεσείων υπέστη κάταγμα αντίχειρα δεξιού χεριού που ακινητοποιήθηκε με γύψο για 15 ημέρες ενώ για συνολικό χρόνο δύο μηνών, έκανε φυσιοθεραπεία και κινησιοθεραπεία. Δεν υπάρχουν μόνιμα κατάλοιπα στον εφεσείοντα από το τραύμα αφού μετά από ακτινολογικό έλεγχο, διαπιστώθηκε ικανοποιητική θέση του κατάγματος και καλή πώρωση.

 

Δυνάμει της εξουσίας που δίνεται στο Εφετείο από το Μέρος 41.12 (1) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023 και την προαναφερθείσα νομολογία, είμαστε σε θέση να καθορίσουμε τις γενικές αποζημιώσεις που ο εφεσείων δικαιούται από τον πόνο και ταλαιπωρία που υπέστη λόγω των πιο πάνω τραυμάτων. Σχετική είναι κατ' αναλογία η πρόσφατη απόφαση Zilha Ozay Oguz κα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας κα  Πολ. Έφεση 271/18, ημ. 15.3.2024 όπου αυξήθηκαν από το Εφετείο οι αποζημιώσεις για παράνομη επέμβαση σε ακίνητο, στην βάση μαρτυρίας που έγινε αποδεκτή πρωτοδίκως.»

 

Με το ίδιο σκεπτικό, κρίνουμε με βάση τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου και την ενώπιον του μαρτυρία, αποδείχθηκε στον απαιτούμενο βαθμό η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της αμέλειας των Πρώτων Βοηθειών και της βλάβης της εφεσείουσας.

 

Οι πιο πάνω λόγοι έφεσης επιτυγχάνουν. Εν όψει τούτου, οι λόγοι έφεσης 6 και 7 δεν χρήζουν εξέτασης.

 

Η πρωτόδικη απόφαση ως προς το ζήτημα της ευθύνης του  εφεσίβλητου παραμερίζεται. Εν όψει της κρίσης του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με το ύψος των αποζημιώσεων, εκδίδεται απόφαση υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον του εφεσίβλητου για το ποσό €70.000.

 

Περαιτέρω, ως προς το ζήτημα του τόκου που δέον να επιδικαστεί επί του ως άνω ποσού σημειώνονται τα ακόλουθα:

 

Σύμφωνα με εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, την 29.6.2012 η εφεσείουσα δεν είχε αντίληψη φωτός, και από εκεί και πέρα δεν θα μπορούσε να υπάρξει βελτίωση στην όρασή της. Η υπό κρίση αγωγή της εφεσείουσας καταχωρίστηκε την 18.12.2013. Δεδομένου του ευρήματος του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η εφεσείουσα πήρε εξιτήριο από το  νοσοκομείο την 23.7.2012, ότι η εφεσείουσα πέρασε και συνέχισε να περνά πόνο και ταλαιπωρία μέχρι και την ημέρα της μαρτυρίας της ενώπιον του, και τέλος δεδομένης της μαρτυρίας που προσκόμισε η υπεράσπιση ως προς το ότι η εφεσείουσα επιβλέπετο στο πλαίσιο δημόσιου βοηθήματος, από τις υπηρεσίες κοινωνικής ευημερίας κατά την περίοδο που μεσολάβησε μεταξύ του ζημιογόνους γεγονότος και την καταχώριση της αγωγής, κρίνουμε δικαιολογημένη την όποια καθυστέρηση στην καταχώριση της αγωγής, (βλ. Φοινικαρίδης κ.ά. v. Γεωργίου κ.ά (1991) 1 ΑΑΔ 475 και Miller Roza Maria κ.ά v. Ute Petek (1999) ΙΓ ΑΑΔ 2091).

 

Ως εκ τούτου, επιδικάζεται περαιτέρω, υπέρ της εφεσείουσας, νόμιμος  τόκος επί του ποσού των €70.000 όπως αυτός μεταβλήθηκε και ενδεχομένως να μεταβάλλεται από την 29.6.2012, μέχρι την καταβολή του στην εφεσείουσα.

 

Παραμερίζεται επίσης η διαταγή του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας, τα οποία επιδικάστηκαν εναντίον της εφεσείουσας και υπέρ του εφεσίβλητου.  

 

Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το πρωτόδικο Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον του εφεσίβλητου, στην ανάλογη με το επιδικασθέν ποσό κλίμακα.

 

Τα έξοδα της έφεσης ύψους €4.100, πλέον ΦΠΑ, επιδικάζονται υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον του εφεσίβλητου.

 

                                        ΣΤ. Ν. ΣΤΑΥΡΟΥ, Δ.

 

 

                                           ΣΤ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΜΕΣΣΙΟΥ, Δ.

 

 

                                           Ι. ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο