ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
(Έφεση Αρ.: 40/2022)
15 Απριλίου 2024
[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/στες]
Α. Ι.,
Εφεσείουσα,
v.
Χ. Κ.,
Εφεσιβλήτου.
Μ. Χατζηκωνσταντή (κα) με Ι. Ανδρέου (κα) (ασκούμενη δικηγόρο) για κ.κ. Γιώργος Φ. Πιττάτζης Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσείουσα.
Χρ. Καραμανλή (κα), για κ.κ. Ν. Γ. Νικολάου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσίβλητο.
ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από την Τουμαζή, Δ.
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.: Οι διάδικοι υπήρξαν σύζυγοι και από το γάμο τους απέκτησαν ένα παιδί, την Κ., η οποία γεννήθηκε στις 12.12.2013. Η συνεισφορά του εφεσίβλητου στη διατροφή της Κ. καθορίστηκε στις 16.01.2018, με εκ συμφώνου διάταγμα, στο ποσό των €250 μηνιαίως από 01.01.2018.
Ο εφεσίβλητος, με αίτηση του στο Οικογενειακό Δικαστήριο που καταχώρισε στις 10.03.2020, αιτήθηκε, μεταξύ άλλων θεραπειών, τη μείωση του ποσού του πιο πάνω εκ συμφώνου διατάγματος το οποίο κατέβαλλε μηνιαία για τη διατροφή της ανήλικης θυγατέρας του, στο ποσό των €160 μηνιαίως. Ζήτησε επίσης την κατάργηση της αυτόματης αύξησης του 10%, δηλαδή της νομοθετικής πρόβλεψης για την αύξηση του ποσού της διατροφής κάθε δύο χρόνια (Άρθρο 38(2), Ν.216/1990). Η εφεσείουσα καταχώρησε υπεράσπιση και στη συνέχεια καταχωρήθηκε απάντηση από τον εφεσίβλητο.
Η ακρόαση της αίτησης, πρωτόδικα, έγινε με την καταχώριση και ανταλλαγή της έγγραφης μαρτυρίας με ένορκες δηλώσεις των διαδίκων, δυνάμει της Δ.30 των τότε ισχυόντων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Σημειώνεται, ότι αντεξετάστηκε μόνο η εφεσείουσα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού προέβη σε αξιολόγηση της δοθείσας μαρτυρίας, εξέδωσε απόφαση στις 13.7.2022 με την οποία τροποποίησε το αρχικό εκ συμφώνου διάταγμα, μειώνοντας το ύψος της συνεισφοράς του εφεσίβλητου, από €250 μηνιαίως στα €200 μηνιαίως, με την έναρξη του διαφοροποιημένου ποσού να ανατρέχει την 01.04.2020. Σε σχέση με το αίτημα για κατάργηση της νόμιμης αύξησης του 10%, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στα ακόλουθα: «Η αίτηση αναφορικά με τη μη επιβολή της αύξησης του 10% από την πιο πάνω ημερομηνία γίνεται αποδεκτή». Διατάχθηκε επίσης όπως ποσά, τα οποία τυχόν είχαν καταβληθεί από τον εφεσίβλητο πέραν του ποσού των €200 μηνιαίως, να πιστώνονταν σε μελλοντικές διατροφές. Ως προς τα έξοδα, λόγω μερικής επιτυχίας της αίτησης, καταδίκασε την εφεσείουσα στα 4/5 των εξόδων του εφεσίβλητου.
Η εφεσείουσα, με τρεις λόγους έφεσης, αμφισβητεί την πρωτόδικη απόφαση. Συγκεκριμένα, παραπονείται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε λανθασμένα ευρήματα που δεν αιτιολογούντο με την ενώπιον του τεθείσα μαρτυρία (πρώτος λόγος), ότι λανθασμένα απέρριψε την ενδιάμεση αίτηση της ημερομηνίας 29.12.2021 με την οποία ζητούσε να προσθέσει στην έγγραφη μαρτυρία της με ένορκη δήλωση, αποδείξεις για τα ιδιαίτερα και τις δραστηριότητες της ανήλικης (δεύτερος λόγος) και ότι με την ενώπιον του τεθείσα μαρτυρία όφειλε και ήτο ορθό και δίκαιο να απορρίψει την αίτηση του εφεσίβλητου για μείωση της διατροφής (τρίτος λόγος). Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την αύξηση του 10% και τα έξοδα της αίτησης, δεν εφεσιβλήθηκε.
Σύμφωνα με το Άρθρο 33(1) του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Ν.216/1990), οι γονείς έχουν υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους από κοινού, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του.
Το Άρθρο 38 του Ν.216/1990 προνοεί τα ακόλουθα:
«(1) Αν αφότου εκδόθηκε η απόφαση που προσδιορίζει τη διατροφή μεταβλήθηκαν οι όροι της, το Δικαστήριο μπορεί να τροποποιήσει την απόφαση του ή και να διατάξει τον τερματισμό της διατροφής.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), το ύψος του ποσού της διατροφής αυξάνεται αυτόματα κατά δέκα τοις εκατόν (10%) ανά περίοδο εικοσιτεσσάρων μηνών:
Νοείται ότι, το Δικαστήριο μπορεί, κατόπιν αίτησης του υπόχρεου διατροφής, να διατάξει όπως μη ισχύσει η αυτόματη αύξηση και/ή το ύψος αυτής περιοριστεί. Σε περίπτωση υποβολής τέτοιας αίτησης, αναστέλλεται η υποχρέωση καταβολής οποιουδήποτε ποσού αύξησης:
Νοείται περαιτέρω ότι, η απόφαση του Δικαστηρίου δυνάμει του παρόντος εδαφίου εκδίδεται εντός τριών μηνών από την καταχώρηση της αίτησης και δυνατόν να έχει αναδρομική εφαρμογή από την ημερομηνία κατά την οποία η αυτόματη αύξηση θα είχε εφαρμογή δυνάμει του παρόντος εδαφίου.»
Οι βασικές αρχές οι οποίες διέπουν το θέμα της τροποποίησης διατάγματος διατροφής, έχουν συνοψιστεί στην απόφαση Χριστοδουλίδου v. Πολυβίου, Έφεση Αρ. 27/2020, ημερομηνίας 15.12.2021, ECLI:CY:DOD:2021:31, ως ακολούθως:
«Στην Αντρέου ν. Τσίρου, Έφ. Αρ.16/2013, ημερ.21.12.2016, αναφέρθηκε ότι η νομολογία έχει καθορίσει ότι μόνο γεγονότα τα οποία ανακύπτουν μετά την έκδοση του αρχικού διατάγματος είναι δυνατό να ληφθούν υπόψη προς αναθεώρηση του υφιστάμενου διατάγματος και πως: «Είναι η μεταβολή των όρων που καθιστά την αρχική απόφαση μεταρρυθμιστέα». Ο αιτητής έχει το βάρος απόδειξης ότι οι όροι του υφιστάμενου διατάγματος διατροφής έχουν μεταβληθεί ούτως ώστε να είναι αναγκαία η τροποποίηση του (βλ. ακόμα Μέγας ν. Kvasnikova, Αρ. Έφ. 26/2019, ημερ.10.7.2020 και Πετρή ν. Γρηγοριάδου Αρ. Έφ. 28/2019, ημερ.4.6.2021, ECLI:CY:DOD:2021:13). Στην Σ.Κ. ν. Ε.Ζ., Αρ. Έφ.39/2016, ημερ.5.3.2020, ECLI:CY:DOD:2020:9, αναφέρθηκε ότι ο αιτητής είχε υποχρέωση να καταδείξει τις περιστάσεις εκείνες οι οποίες μεσολάβησαν από την έκδοση του διατάγματος και δικαιολογούσαν την τροποποίηση του, αναλόγως. Δεν ήταν, όμως, συγχρόνως, αναγκαίο να αποδειχθούν οι περιστάσεις που οδήγησαν, αρχικά, στην έκδοσή του, δεδομένου, μάλιστα, ότι αυτό είχε εκδοθεί εκ συμφώνου.»
(Βλ. επίσης Λ.Μ. v. Γ.Τ., Έφεση Αρ. 22/2021, ημερομηνίας 23.06.2022, ECLI:CY:DOD:2022:17, M.F. v. Σ.Χ., Έφεση Αρ. 33/2020, ημερομηνίας 19.07.2022, ECLI:CY:DOD:2022:28).
Ο εφεσίβλητος, με τη μαρτυρία του, προσπάθησε να πείσει το Δικαστήριο ότι το εκ συμφώνου εκδοθέν διάταγμα θα έπρεπε να τροποποιηθεί με μείωση του ποσού διατροφής, λόγω του ότι, κατά τη θέση του, ανέκυψαν γεγονότα μετά την έκδοση, που επέβαλλαν τροποποίηση. Προς τούτο, επικαλέστηκε ότι η εφεσείουσα είχε προαχθεί και τα εισοδήματα της αυξήθηκαν, ότι είχε στο όνομα της ακίνητη περιουσία μεγάλης αξίας, μέρος της οποίας ενοικίαζε, ότι τα κονδύλια που αφορούσαν τη φοίτηση της ανήλικης σε ιδιωτικό σχολείο και τα ιατρικά έξοδα δεν υπήρχαν πλέον, ότι στη βάση εκ συμφώνου διατάγματος γονικής μέριμνας ημερομηνίας 14.10.2019, μετά δηλαδή την έκδοση του εκ συμφώνου διατάγματος διατροφής, είχε συχνή επικοινωνία με τη θυγατέρα του και είχε άμεση συνεισφορά στα έξοδα της κατά τον χρόνο που αυτή ήταν μαζί του και ότι τέλεσε νέο γάμο και απέκτησε άλλο παιδί.
Η εφεσείουσα, ήταν βεβαίως αντίθετη στην οποιαδήποτε μείωση του ποσού διατροφής. Υποστήριξε ότι οι ανάγκες της ανήλικης είχαν αυξηθεί από την έκδοση του εκ συμφώνου διατάγματος.
Θα εξετάσουμε πρώτα τον δεύτερο λόγο έφεσης, ο οποίος είναι δικονομικής φύσεως και αφορά στην έγγραφη μαρτυρία με ένορκο δήλωση της εφεσείουσας, στη βάση της οποίας, μαζί με την έγγραφη μαρτυρία με ένορκη δήλωση του εφεσίβλητου, το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε στη δίκη.
Η εφεσείουσα, μετά την κατάθεση της έγγραφης μαρτυρίας της και αφού ορίστηκε η υπόθεση για ακρόαση και εκδόθηκε διάταγμα αντεξέτασης της, καταχώρισε στις 29.12.2021 αίτηση δια κλήσεως με τη οποία ζητούσε άδεια του Δικαστηρίου για «τροποποίηση ή και διόρθωση της Γραπτής Δήλωσης ή και της Ένορκης Δήλωσης ημερ. 27.9.21» της εφεσείουσας με την επισύναψη ως τεκμηρίων, διαφόρων αποδείξεων που αφορούσαν το απογευματινό σχολείο και τα φροντιστήρια της ανήλικης.
Η εφεσείουσα, για να δικαιολογήσει το αίτημα της, επικαλέστηκε, μέσω ένορκης δήλωσης γραμματέως η οποία εργάζετο στο γραφείο των νέων δικηγόρων της πως, μετά από μελέτη της υπόθεσης με τους νέους δικηγόρους, διαφάνηκε ότι στην ένορκη της δήλωση δεν επισυνάφθηκαν ως τεκμήρια, έγγραφα ή και βεβαιώσεις που αφορούσαν τα έξοδα σχετικά με τις δραστηριότητες της ανήλικης. Ο εφεσίβλητος καταχώρισε ένσταση.
Η αίτηση στηριζόταν στη Δ.39 θ.16 των τότε ισχυόντων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, η οποία προνοεί τα εξής: «A defective or erroneous affidavit may be amended by leave of the Court, which may be obtained ex-parte».
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε, με ενδιάμεση απόφαση ημερομηνίας 10.05.2022, ότι η Δ.39 θ.16 δεν είχε εφαρμογή στη προκειμένη περίπτωση και απέρριψε την αίτηση, τονίζοντας ότι έτσι εξυπηρετείτο και η απονομή της δικαιοσύνης ταχύτερα, εφόσον επρόκειτο για υπόθεση ταχείας εκδίκασης και ήτο ήδη έτοιμη και ορισμένη για ακρόαση.
Σύμφωνα με τη Δ.30 θ.10(2) των τότε ισχυόντων Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, όλες οι υποθέσεις διατροφής, ανεξάρτητα από το χρηματικό ποσό της αξίωσης, εκδικάζοντο στην κατηγορία της ταχείας εκδίκασης.
Στην απόφαση Ρουσουνίδης v. Ρουσουνίδη, Έφεση Αρ. 25/2019, ημερομηνίας 15.12.2021, ECLI:CY:DOD:2021:30, επεξηγήθηκε η διαδικασία που ακολουθείτο στις υποθέσεις διατροφής, με βάση τη Δ.30 θ.6, των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας:
«Επρόκειτο για υπόθεση «Ταχείας Εκδίκασης», όπως καθορίζεται στην Δ.30, Θ.6 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Η εκδίκαση τέτοιων υποθέσεων γίνεται στη βάση των αντίστοιχων μαρτυριών όπως έχουν κατατεθεί στο Δικαστήριο και εκτός αν το Δικαστήριο επιτρέψει την εισαγωγή προφορικής μαρτυρίας, η υπόθεση ορίζεται για αγορεύσεις, προφορικές ή γραπτές κατά την κρίση του Δικαστηρίου, αφού ακούσει προς τούτο προηγουμένως τους διαδίκους. Σύμφωνα με το θεσμό 7, το Δικαστήριο δύναται να εκδίδει για τις υποθέσεις που καλύπτονται από το θεσμό 6, κατ' εξαίρεση και μόνο, διαταγή ως προς την παρουσίαση προφορικής μαρτυρίας από διάδικο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Μια από αυτές, την οποία και επικαλείται ο Εφεσείων, είναι: «(β) Όπου οποιοσδήποτε των διαδίκων υποβάλει στο Δικαστήριο τουλάχιστον ένα μήνα πριν την ημερομηνία κατά την οποία είναι ορισμένη η υπόθεση για ακρόαση, αίτηση για να επιτραπεί η προφορική εξέταση ή αντεξέταση οποιουδήποτε μάρτυρα είτε του ιδίου, είτε του αντιδίκου του».»
Στην υπό κρίση περίπτωση, στη νομική βάση της αίτησης δεν περιλαμβάνετο η Δ.30 θ.7(β) η οποία αφορά στην παρουσίαση, κατ' εξαίρεση, προφορικής μαρτυρίας από διάδικο, και εν προκειμένω, προς το σκοπό κατάθεσης των τεκμηρίων που επιθυμούσε η εφεσείουσα, όπως θα ήτο η ορθή διαδικασία. Η Δ.39 θ.16 δεν κάλυπτε το αίτημα που προωθούσε η εφεσείουσα, εφόσον δεν επρόκειτο για διόρθωση λανθασμένης ή ελαττωματικής ένορκης δήλωσης, αλλά προσκόμιση πρόσθετης μαρτυρίας. Η αίτηση, έπρεπε να τύχει ανάλογης νομοθετικής θεμελίωσης (βλ. Dora Holdings Ltd κ.ά. v. Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (Αρ. 1) (2010) 1 Α.Α.Δ. 649, Καρυδά v. Λυκούργου, Πολιτική Έφεση Αρ. 33/2013, ημερομηνίας 22.09.2023, Ντάγκλας v. Ropaco Shoes Trading Ltd κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. Ε99/2021, ημερομηνίας 17.11.2023).
Καταλήγουμε ότι δικαιολογημένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στην απόρριψη της ενδιάμεσης αίτησης ημερομηνίας 29.12.2021. Κατά συνέπεια, ο δεύτερος λόγος έφεσης απορρίπτεται.
Ο πρώτος και ο τρίτος λόγος έφεσης θα εξεταστούν μαζί, λόγω του ότι πραγματεύονται θέματα αξιολόγησης και ευρημάτων του Δικαστηρίου.
Όπως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί, η αξιολόγηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων είναι έργο κατ' εξοχή του πρωτόδικου Δικαστηρίου το οποίο είχε την ευκαιρία να ακούσει τους μάρτυρες και να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα. Το Εφετείο, κατά κανόνα, σπάνια επεμβαίνει. Η επέμβαση του στην αξιολόγηση από το πρωτόδικο Δικαστήριο της μαρτυρίας καθώς επίσης στα ευρήματα στα οποία αυτό έχει οδηγηθεί δικαιολογείται μόνο, όταν τα ευρήματα είναι εξ' αντικειμένου ανυπόστατα ή όταν είναι παράλογα ή αυθαίρετα ή δεν υποστηρίζονται από τη μαρτυρία που έγινε αποδεχτή ως αξιόπιστη. Εάν ήταν εύλογα επιτρεπτό στο πρωτόδικο Δικαστήριο να κάμει τα ευρήματα τα οποία έκαμε σε σχέση με την αξιοπιστία, το Εφετείο δεν επεμβαίνει (Βλ. Αθανασίου v. Κουνούνη (1997) 1 ΑΑΔ 614, Σολωμού v. Vineyard View Tourist Enterprises Ltd (1998) 1(Α) ΑΑΔ 300, Γ.Μ.Β v. T.A Έφεση Αρ. 15/2020, 24.11.22 ECLI:CY:DOD:2022:32, Χατζηχαραλάμπους v. A.CH. TRAVEL & TOURS LTD, Πολιτική Έφεση Αρ. 70/2018, ημερ. 24.10.2023).
Στην αιτιολογία των πιο πάνω λόγων έφεσης, η εφεσείουσα προβάλλει ότι ο εφεσίβλητος δεν απέδειξε ότι αυτή είχε αποκτήσει, μετά την έκδοση του αρχικού διατάγματος ημερομηνίας 16.01.2018, περιουσία και ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα κατέληξε στο εύρημα ότι η περιουσία της αυξήθηκε, ένεκα απόκτησης ακινήτου «στο [ ]».
Ο εφεσίβλητος, στην έγγραφη μαρτυρία του, ανέφερε ότι η εφεσείουσα είχε εγγεγραμμένη επ' ονόματι της ακίνητη περιουσία στην παραθαλάσσια περιοχή Π........, συμπεριλαμβανομένων ακινήτων τα οποία ενοικίαζε. Ανέφερε επίσης ότι πριν τη διάσταση, προέβησαν σε αγορά δύο χωραφιών στην επαρχία Λ......, τα οποία ενέγραψαν στο όνομα τους, ανά ½ μερίδιο. Ο εφεσίβλητος επεσύναψε ως Τεκμήριο Η πιστοποιητικό έρευνας ακίνητης ιδιοκτησίας της εφεσείουσας.
Η εφεσείουσα, στη δική της μαρτυρία, παραδέχθηκε την αγορά των χωραφιών στην επαρχία Λ.... από κοινού με τον εφεσίβλητο. Διευκρίνισε δε ότι τα ακίνητα στο Π....., στα οποία είναι ιδιοκτήτρια ανά 1/6 μερίδιο, κληρονομιά από τον πατέρα της, δεν μπορούσε να τα εκμεταλλευτεί, ένεκα του ότι δεν ήταν ο απόλυτος ιδιοκτήτης. Λόγω αυτής της κληρονομιάς, την οποία απέκτησε πριν την έκδοση του διατάγματος, δεν λάμβανε επίδομα τέκνων, μονογονιού, αλλά ούτε και τη φοιτητική χορηγία για τον γιο της από πρώτο γάμο, ο οποίος σπούδαζε. Παραδέχθηκε όμως ότι έπαιρνε €500 μηνιαίως ως ενοίκιο από αυτά, το οποίο, ισχυρίστηκε ότι το χρησιμοποιούσε για να πληρώνει μέρος των εξόδων του γιού της που σπούδαζε, καθ' ότι ο πρώτος σύζυγος της δεν συνεισέφερε οικονομικά.
Ο πρωτόδικος Δικαστής, στην απόφαση του, σε σχέση με τη μαρτυρία του εφεσίβλητου για τα ακίνητα της εφεσείουσας, ανέφερε τα εξής:
«Επισύναψε δε, στην ένορκο δήλωση του ως Τεκμ. (Η) πιστοποιητικό έρευνας στο οποίο φαίνεται η ακίνητη περιουσία που έχει η Καθής η Αίτηση στο όνομα της.
..............................
Όμως στο Τεκμ. Η φαίνεται ότι τα ακίνητα στο χωριό [ ] ενεγράφηκαν στο όνομα της στις 4.6.2018».
Είναι φανερό ότι, εκ παραδρομής, το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε ότι μέρος της ακίνητης περιουσίας της εφεσείουσας βρίσκετο στο Λ...., εφόσον παρέπεμψε στο Τεκμήριο Η, στο οποίο φαίνεται ξεκάθαρα ότι επρόκειτο για ακίνητα που βρίσκοντο στο Π....... Το λάθος αυτό, είναι κατά την κρίση μας τυπικό, και άνευ οποιασδήποτε σημασίας στην υπόθεση.
Η δε διαπίστωση του Δικαστηρίου ότι τα κληρονομικά ακίνητα ενεγράφησαν στο όνομα της εφεσείουσας στις 04.06.2018 είναι ορθή. Ως προκύπτει από το πιστοποιητικό έρευνας ακίνητης ιδιοκτησίας (Τεκμήριο Η), η εγγραφή των εν λόγω ακινήτων, με αριθμό φακέλου του 2017, έγινε στις 04.06.2018. Όμως, όπως διαπίστωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, η εφεσείουσα έπαιρνε ενοίκιο €500 μηνιαίως από ενοικίαση της εν λόγω περιουσίας και πριν την έκδοση του διατάγματος διατροφής, αποδεχόμενο δηλαδή ότι η εφεσείουσα κατείχε την περιουσία στο Π...... και πριν την έκδοση του διατάγματος. Αυτό φαίνεται να είναι τελικά παραδεκτό και από τις δύο πλευρές, όπως φαίνεται από το σχετικό απόσπασμα από την αντεξέταση της εφεσείουσας:
«Ε. Πέστε μου, κυρία μάρτυς, εγώ σας υποβάλλω κυρία μάρτυς ότι εκάμετε την αρχική σας αίτηση να εκδοθεί το διάταγμα διατροφής και είχατε δείξει ότι έχετε εισοδήματα από ενοίκια.
Α. Δεν το θυμάμαι το 2017 που ήταν το διάταγμα όμως ήταν κάτι το οποίο υπήρχε από πριν και ο πελάτης σας το γνώριζε.»
Εν πάση περιπτώσει, το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν συμπεριέλαβε στα τελικά του ευρήματα την περιουσία της εφεσείουσας και το ενοίκιο ως λόγους διαφοροποίησης του διατάγματος. Συνεπώς, το πιο πάνω παράπονο της εφεσείουσας δεν ευσταθεί.
Ως αιτιολόγηση του πρώτου και τρίτου λόγου έφεσης, επιπροσθέτως αναφέρεται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο εύρημα ότι τα έξοδα για το σχολείο και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη είχαν μειωθεί κατά €50 μηνιαίως, ενώ τα συνολικά έξοδα της ανήλικης είχαν αυξηθεί. Σημειώνεται ότι η θέση της εφεσείουσας ήτο ότι τα έξοδα της ανήλικης όχι μόνο δεν μειώθηκαν από τη φοίτηση της στο δημοτικό σχολείο, αλλά αυξήθηκαν, λόγω της φοίτησης της και σε απογευματινό σχολείο, με δίδακτρα €65 μηνιαίως και σε ιδιαίτερα μαθήματα αγγλικών και ολυμπιακής γυμναστικής ως επίσης και στο κατηχητικό, για τα οποία κατέβαλλε €100 μηνιαίως, και €110 μηνιαίως για αγορά βιβλίων και άλλων εξόδων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, έλαβε υπόψη την αναφορά του εφεσίβλητου ότι στην αρχική αίτηση που υπέβαλε η εφεσείουσα στην οποία εκδόθηκε το εκ συμφώνου διάταγμα διατροφής, αυτή καθόρισε ότι τα έξοδα της ανήλικης για το νηπιαγωγείο, ανέρχονταν στα €150 μηνιαίως και για την ιατροφαρμακευτική της περίθαλψη στα €50 μηνιαίως. Η εφεσείουσα στην υπεράσπιση της, στην υπό κρίση αίτηση, παραδέχθηκε ότι τότε ζητούσε αυτά τα ποσά.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, έλαβε επίσης υπόψη το παραδεκτό γεγονός ότι η ανήλικη από το Σεπτέμβριο του 2019 δεν φοιτούσε στο νηπιαγωγείο, αλλά στο δημοτικό σχολείο, επομένως δεν κατεβάλλοντο πλέον τα εν λόγω δίδακτρα. Πρόσθεσε δε, τα εξής: «Ασφαλώς, η ανήλικη έχει και άλλα έξοδα που αφορούν την εκπαίδευση της.». Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στη μείωση του ποσού για το κονδύλι αυτό, από €150 μηνιαίως με βάση το αρχικό διάταγμα, στα €125 μηνιαίως.
Περαιτέρω, με βάση το μη αμφισβητούμενο γεγονός ότι μετά την έκδοση του εκ συμφώνου διατάγματος διατροφής, η ανήλικη είναι δικαιούχος του ΓΕΣΥ και λαμβάνοντας υπόψη και τη θέση της εφεσείουσας ότι δεν καλύπτοντο όλες οι ανάγκες της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης της ανήλικης από το ΓΕΣΥ, το Δικαστήριο προχώρησε στη μείωση της εν λόγω ανάγκης, από το ποσό των €50 μηνιαίως, που ήτο η απαίτηση της εφεσείουσας στην αρχική διαδικασία, στο ποσό των €25 μηνιαίως.
Παραπονείται, επίσης, η εφεσείουσα ότι ο εφεσίβλητος δεν απέδειξε πως η απόκτηση νέου παιδιού τον επηρέασε οικονομικά.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, παρέπεμψε στη σχετική νομολογία (Δημητρίου v. Περδίου (2005) 1(Β) Α.Α.Δ. 1418 και Χριστοδουλίδου v. Πολυβίου (ανωτέρω)) και σωστά υπέμνησε ότι εφόσον το δεύτερο παιδί αποκτήθηκε μετά την έκδοση του διατάγματος, αυτό λαμβάνετο υπόψη. Είναι κοινή λογική και πείρα ότι ο εφεσίβλητος θα είχε οικονομικές υποχρεώσεις και έναντι αυτού του παιδιού πλέον, που δεν τις είχε προηγουμένως. Η προσέγγιση του Δικαστηρίου επί του θέματος ήτο ορθή.
Το Δικαστήριο, αφού έκρινε αβάσιμο τον ισχυρισμό του εφεσίβλητου ότι η εφεσείουσα πήρε προαγωγή μετά την έκδοση του διατάγματος, κατέληξε στο εύρημα ότι και οι δύο διάδικοι, οι οποίοι ήταν κυβερνητικοί υπάλληλοι, είχαν αύξηση στο μισθό τους. Το Δικαστήριο κατέληξε, επίσης, στο εύρημα ότι η μείωση των εξόδων της ανήλικης με την παύση της φοίτησης στο νηπιαγωγείο και την εγγραφή της στο ΓΕΣΥ, καθώς και η απόκτηση από τον εφεσίβλητο ενός νέου παιδιού, δικαιολογούσαν τη μείωση του ποσού διατροφής που αυτός κατέβαλλε, κατά €50 μηνιαίως.
Ο ισχυρισμός που προέβαλε η εφεσείουσα ότι το Δικαστήριο έκρινε ότι η μη κατάθεση ανταπαίτησης από την εφεσείουσα ισοδυναμεί με μη αύξηση των εξόδων της ανήλικης, δεν ευσταθεί. Το Δικαστήριο έκανε τη διαπίστωση, ως πραγματικό γεγονός, ότι παρά τους ισχυρισμούς της εφεσείουσας για αύξηση των εξόδων της ανήλικης, εντούτοις δεν καταχώρισε ανταπαίτηση, με την οποία να ζητά διαφοροποίηση του ποσού της διατροφής.
Κρίνουμε ότι η μαρτυρία αξιολογήθηκε ορθά από το πρωτόδικο Δικαστήριο και δεν υπάρχει λόγος παρέμβασης μας. Ο εφεσίβλητος απέδειξε αλλαγή των περιστάσεων, ώστε να ενεργοποιηθεί η δικαιοδοσία για αναθεώρηση του διατάγματος.
Ως εκ των ανωτέρω, οι λόγοι έφεσης ένα και τρία απορρίπτονται.
Συνακόλουθα, η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται.
Επιδικάζονται υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον της εφεσείουσας €1.500,00, πλέον Φ.Π.Α., εάν υπάρχει, έξοδα.
Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.
Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.
Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.