ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ - ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                  (Ποινική Έφεση Αρ.: 271/2023)

 

24 Ιανουαρίου 2024

 

[Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Γ. ΚΥΡΙΑΚΙΔΟΥ, Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

                                                          Εφεσείων

v.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

                                                          Εφεσίβλητης

 

------------------------------

 

Κ. Σιαηλής, για Σιαηλή & Σιαηλή Δ.Ε.Π.Ε., για Εφεσείοντα

Ε. Μανώλη (κα), Δημόσιος Κατήγορος, για Γενικόν Εισαγγελέα, για Εφεσίβλητη

Εφεσείων παρών

 

      ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη.

 

                                          Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

      ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Ο Εφεσείων προσβάλλει την απόφαση κράτησης του μέχρι την επόμενη δικάσιμο (25.1.24), την οποία εξέδωσε το Ε.Δ. Πάφου στις 15.12.23, δεχόμενο ότι συνέτρεχε ο κίνδυνος διάπραξης άλλων αδικημάτων (σε αντίθεση με τον κίνδυνο φυγοδικίας τον οποίο απέρριψε).

 

      Στην έφεση του συμπεριέλαβε δύο λόγους, τους οποίους ο ευπαίδευτος συνήγορος του ανέπτυξε ενώπιον μας από κοινού, δεδομένου ότι όντως αλληλοσυμπλέκονται. Ειδικότερα προβάλλει ότι ο πρωτόδικος Δικαστής εσφαλμένα αφενός θεώρησε ότι υπήρχε πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων εάν αφήνετο ελεύθερος και αφετέρου δεν έλαβε υπ΄ όψιν ότι η Κατηγορούσα Αρχή δύο μέρες προηγουμένως, στα πλαίσια άλλης υπόθεσης ενώπιον του Κακουργοδικείου και σε σοβαρότερη υπόθεση, δεν ζήτησε την κράτηση του.

 

      Το κατηγορητήριο ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου περιέχει οκτώ κατηγορίες και σε αυτό έχουν συμπεριληφθεί τα φερόμενα αδικήματα τριών ανακριτικών φακέλων, ως εξής:

 

1.   Σ/627/23

 

      Τέσσερις κατηγορίες οι οποίες ανά ζεύγη αφορούν (i) κλοπή υπό αντιπροσώπου και (ii) νομιμοποίηση παράνομων εσόδων, με φερόμενο χρόνο διάπραξης το πρώτο εξάμηνο του 2023. Στο πρώτο ζεύγος κατηγοριών ο Εφεσείων φέρεται να οικειοποιήθηκε το ποσό των €25.000, το οποίο εισέπραξε από εξουσιοδοτημένη πώληση οχήματος, ιδιοκτησίας του Π.Α. ενώ στο δεύτερο ζεύγος κατηγοριών φέρεται να οικειοποιήθηκε το ποσό των €13.180 το οποίο τού είχε δώσει η Μ.Α. για να τής αγοράσει αυτοκίνητο.

 

2.   Σ/628/23

 

      Δύο κατηγορίες για κλοπή υπό αντιπροσώπου και νομιμοποίηση παράνομων εσόδων αντίστοιχα, τα οποία φέρονται να έχουν διαπραχθεί μεταξύ 5.7.23 έως 16.10.23 και να αφορούν οικειοποίηση ποσού €17.000 που τού είχε εμπιστευθεί ο Θ.Θ. για να τού αγοράσει αυτοκίνητο.

 

3.   Σ/629/23

 

      Δύο κατηγορίες για κλοπή υπό αντιπροσώπου και νομιμοποίηση παράνομων εσόδων αντίστοιχα, τα οποία φέρονται να έχουν διαπραχθεί μεταξύ 14.7.23 έως 16.10.23 και να αφορούν οικειοποίηση ποσού €23.000 που του είχε εμπιστευθεί ο Γ.Μ. για να του αγοράσει αυτοκίνητο.

 

      Αποτελούσε κοινό υπόβαθρο ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο Εφεσείων αντιμετωπίζει άλλες πέντε ποινικές υποθέσεις, ήτοι τέσσερις ενώπιον Επαρχιακού Δικαστηρίου και μια ενώπιον Κακουργοδικείου, ως τα κατηγορητήρια που είχαν τεθεί ενώπιον του (Παράρτημα Β). Ειδικότερα με βάση τη σειρά καταχώρισης εκκρεμούν εναντίον του οι υποθέσεις:

 

1.   1532/22 Ε.Δ. Πάφου

 

      Πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης, στις 18.5.19.

 

2.   3819/22 Ε.Δ. Πάφου

 

      Επίθεση κατά αστυνομικού οργάνου εν ώρα καθήκοντος, απειλή, πρόκληση σε μονομαχία, οχληρία και δημόσια εξύβριση στις 3.6.22.

 

3.   3340/22 Ε.Δ. Πάφου

 

      Καλλιέργεια φυτού κάνναβης, κατοχή 38,05γρ. κάνναβης με σκοπό την προμήθεια και παράνομη χρήση τέτοιου φαρμάκου στις 23.3.20.

 

4.   3352/22 Κακουργοδικείο Πάφου

 

      Στη βάση του ανακριτικού φακέλου Σ/337/22, συνωμοσία προς κακούργημα, ληστεία, κλοπή, κάλυψη προσώπου με προσωπίδα, απαγωγή προσώπου επί σκοπώ υποβολής του σε βαριά σωματική βλάβη, μεταφορά μάχαιρας εκτός οικίας και στη βάση του φακέλου Σ/82/2022 καλλιέργεια και κατοχή φυτού κάνναβης με σκοπό την προμήθεια, καθώς και χρήση, μεταξύ Μαρτίου και 24.5.22.

 

5.   454/23 Ε.Δ. Πάφου

 

      Άσκηση του επαγγέλματος του φύλακα χωρίς άδεια στις 20.9.19.

 

      Οι αρχές εξέτασης παρόμοιων αιτημάτων έχουν σχετικά πρόσφατα συνοψιστεί στην υπόθεση Σάρρου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 81/23, ημερ. 10.5.23 ως εξής:

 

        Είναι περαιτέρω νομολογημένο ότι ο κίνδυνος διάπραξης νέων αδικημάτων, αποτελεί ένα από τους τρεις αυτοτελείς λόγους για τους οποίους το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την κράτηση ενός υπόδικου μέχρι τη δίκη του.   Για την ύπαρξη πιθανότητας διάπραξης άλλων αδικημάτων, δεν απαιτείται ακριβής μαρτυρία.  Αρκεί, αν  με βάση όλα τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, δημιουργείται η ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει τέτοια πιθανότητα, (βλ. Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 ΑΑΔ 130 και Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας, (2015) 2(Α) ΑΑΔ 405),  η πρόβλεψη της οποίας δεν μπορεί παρά να στηρίζεται είτε σε στοιχεία που προέρχονται από το ιστορικό του υπόδικου ή της υπόθεσης, είτε σε εγγενείς ενδείξεις που χαρακτηρίζουν την ιδιαίτερη υφή της  (βλ. Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 ΑΑΔ 45, Νικολάου ν. Δημοκρατίας (2013) 2 ΑΑΔ 227 και  Ιωάννου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 25/2022 ημερ. 4.2.2022, ECLI:CY:AD:2022:B50».

 

      Με το ίδιο θέμα ασχοληθήκαμε πιο πρόσφατα στην υπόθεση Γενικού Εισαγγελέα ν. Νίκου, Ποιν. Έφ. 145/23, ημερ. 21.7.23, επισημαίνοντας ότι αναφορικά με τον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων δεν επαρκεί μια γενική δήλωση και ότι ο κίνδυνος πρέπει να είναι εύλογος. Αναφορά η οποία συνάδει με σχετική κρίση του ΕΔΑΔ στην υπόθεση Clouth v. Belgium (1991) App. 12718/87, (παρ. 40), περί του ότι ο κίνδυνος διάπραξης νέων αδικημάτων πρέπει να είναι ευλογοφανής (". the danger of repetition must be a plausible one"). Όπως συνάγεται από την υπόθεση Τσιάκκας κ.α. ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 164, η κράτηση στη βάση ενός τέτοιου κινδύνου σχετίζεται με την πολιτική του Δικαίου για την πρόληψη του εγκλήματος. Με παραπομπή στην προηγηθείσα νομολογία του ΕΔΑΔ παρατίθενται στο σύγγραμμα Law of the European Convention on Human Rights, των Harris, O' Boyle and Warbrick, έκδοση 2023, σελ. 356 και τα εξής:

 

      "Accordingly, public interest in the prevention of crime may justify detention on remand where there are good reasons to believe that the accused, if released, will commit an offence or offences of the same serious kind with which he is already charged. It is not necessary that there be a reasonable suspicion that any particular, identifiable offence will be committed".

 

      Όπως είχε αναφερθεί στην υπόθεση Σιακαλλής ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 130, η εκτίμηση περί της πιθανότητας διάπραξης νέων αδικημάτων στο μέλλον αναφέρεται σε τάση για συγκεκριμένη συμπεριφορά για την οποία το Δικαστήριο δύναται να καταλήξει σε κάποια συμπεράσματα βασιζόμενο, μεταξύ άλλων, στο ιστορικό του ή σε διάφορες άλλες περιστάσεις. Σύμφωνα με τη νομολογία μας τόσον το ποινικό μητρώο ενός κατηγορούμενου όσον και οι τυχόν εκκρεμείς υποθέσεις, είναι στοιχεία τα οποία δύνανται να ληφθούν υπ΄ όψιν και να συσταθμιστούν (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Κυριάκου (2001) 2 Α.Α.Δ. 373, Ν.Ι. ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 246/22, ημερ. 14.11.22, ECLI:CY:AD:2022:B448). Στη Σιακαλλής (ανωτέρω) διευκρινίστηκε πως η πιθανότητα διάπραξης άλλου αδικήματος δεν περιορίζεται κατ΄ ανάγκη σε παρόμοιο με το εκδικαζόμενο αδίκημα. Προσθέτουμε πως σε κατάλληλες περιπτώσεις, συμπεράσματα για την τάση ή τη ροπή ενός κατηγορουμένου δύνανται να εξαχθούν ακόμα και στη βάση του μαρτυρικού υλικού (το οποίο ευρίσκεται ενώπιον του εκδικάζοντος Δικαστηρίου) για τη συγκεκριμένη υπόθεση, όπως ήταν οι υποθέσεις Κωνσταντινίδη ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109, Χριστούδια ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 689, καθώς και η υπόθεση του ΕΔΑΔ Matznetter v. Austria (1969) App. 2178/64.

 

      Παραμένει μόνο να υπενθυμίσουμε πως η εξουσία ρύθμισης της εμφάνισης ενός υποδίκου κατά τη δίκη του (κράτηση ή όροι) εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου και ότι η άσκηση της εξουσίας αυτής δεν αναθεωρείται με γνώμονα την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης κατά την υποκειμενική κρίση των μελών του Εφετείου. Επέμβαση του Εφετείου χωρεί μόνο αν διαπιστωθεί ότι αυτή η εξουσία δεν ασκήθηκε κατά τρόπο δικαστικό είτε διότι παρεισέφρησαν εξωγενή στοιχεία είτε επειδή παραγνωρίστηκαν προαπαιτούμενα νομολογιακά κριτήρια (Γενικός Εισαγγελέας v. Bourel κ.α., Ποιν. Έφ. 306/21 κ.α., ημερ. 28.12.21).

 

      Σε ό,τι αφορά την παρούσα υπόθεση, το πρωτόδικο Δικαστήριο προτού καταλήξει, έλαβε υπόψιν του ότι το ενώπιον του κατηγορητήριο καλύπτει σε διάστημα έξι μηνών τέσσερις διαφορετικές περιπτώσεις αδικημάτων συγκεκριμένης φύσεως, καθώς και το περιεχόμενο των πέντε υποθέσεων που εκκρεμούν προς εκδίκαση για σοβαρής φύσεως αδικήματα. Αποτέλεσε διαπίστωση του πως σωρευτικά ιδωμένα είναι αρκετά για να δημιουργείται η ισχυρή εντύπωση ότι σε περίπτωση που ο Εφεσείων αφεθεί ελεύθερος υπάρχει ο κίνδυνος διάπραξης από μέρους του άλλων αδικημάτων.

 

      Ο κ. Σιαηλής από δικής του πλευράς αναγνώρισε ότι οι σχετικές αρχές είχαν τεθεί σωστά. Μάλιστα συμφώνησε με την αρχή ότι σε κατάλληλες περιπτώσεις ασφαλώς λαμβάνονται υπόψιν και οι τυχόν εκκρεμείς υποθέσεις. Πλην όμως ήταν η θέση του, πέραν της προβολής του τεκμηρίου της αθωότητος, ότι οι εκκρεμείς υποθέσεις δεν σχετίζονται, ότι δεν είναι για παρόμοια αδικήματα (εκτός η μια του Κακουργοδικείου) και ότι αποδίδουν αδικήματα του 2019 ενώ καταχωρίστηκαν κατά το 2022 και 2023.

 

      Με κάθε σεβασμό δεν θα συμφωνήσουμε με τις εισηγήσεις του κ. Σιαηλή. Από πλευράς χρόνου διάπραξης των κατ΄ ισχυρισμόν αδικημάτων η συνολική εικόνα ενώπιον του Δικαστηρίου ήταν πως ο Εφεσείων αντιμετώπιζε αδικήματα που αφορούσαν μια μακρά και διαρκή χρονική περίοδο, η οποία ξεκινούσε μεν από το 2019, πλην όμως συνέχιζε στα έτη 2020, 2022 και κατέληγε στο 2023. Οι καταχωρισθείσες υποθέσεις είναι μεν συνολικά έξι αλλά θα πρέπει να σημειωθεί πως από πλευράς διερευνηθέντων περιστατικών βάσει των ανακριτικών φακέλων, πρόκειται συνολικά για δύο υποθέσεις εντός του 2019, μια εντός του 2020, τρεις εντός του 2022 και τρεις εντός του 2023 ενώ τα περιστατικά που διερευνήθηκαν είναι δέκα (αφού στην Σ/627/23 διερευνήθηκαν δύο παράπονα). Είναι αλήθεια ότι δεν αφορούν όλες οι υποθέσεις ομοειδή αδικήματα. Κάτι τέτοιο όμως ούτε αφαιρεί από τη σοβαρότητα, όπως προέβαλε ο κ. Σιαηλής, ούτε αποδυναμώνει την εκτίμηση για τον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων. Εν συντομία τα φερόμενα αδικήματα θα μπορούσαν να διακριθούν σε αδικήματα κατά προσώπου (βία, απαγωγή, απειλή, επίθεση κ.λπ.) κατά περιουσίας (ληστεία, κλοπές υπό αντιπροσώπου, διάρρηξη κ.λπ.) και σε άλλης φύσης (ναρκωτικά, οχληρία κ.λπ.).

 

      Στην πραγματικότητα λοιπόν κατά την τελευταία τετραετία το όνομα του Εφεσείοντος ενεπλάκη σε εννέα ανακριτικούς φακέλους για δέκα διερευνηθέντα περιστατικά για διάφορα αδικήματα, ορισμένα εκ των οποίων πολύ σοβαρά, με αποκορύφωμα τα τέσσερα περιστατικά της κρινόμενης υπόθεσης, τα οποία σχετίζοντο με την οικειοποίηση χρημάτων (€78.180) άλλων πολιτών στα πλαίσια εξουσιοδοτήσεων τους είτε για αγορά είτε για πώληση αυτοκινήτων. Υπενθυμίζουμε ότι τόσο ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου όσο και ενώπιον μας ήταν κοινό υπόβαθρο ότι είχαν παραληφθεί τα χρήματα από τρίτους για αγορά και εισαγωγή οχημάτων, πράγμα που εν τέλει δεν έγινε. Σημειώνουμε βέβαια και τη θέση του ότι για αυτό τον σκοπό αναγκάστηκε να μεταβεί στο εξωτερικό εντός Οκτωβρίου 2023, για να διαπιστώσει τι έγινε, χωρίς αυτό να διαφοροποιεί κάτι από τις προηγούμενες μας επισημάνσεις. Καταληκτικά, δεν συμμεριζόμαστε την άποψη ότι ήταν εσφαλμένη η εκτίμηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Έχουμε τη γνώμη ότι το σύνολο των υποθέσεων, υπό τις περιστάσεις, εμπεριείχε το στοιχείο της ροπής προς εμπλοκή με δράσεις της πιο πάνω αναφερθείσας φύσης και δικαιολογημένα το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε την ύπαρξη κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων.

 

      Δεν θα συμφωνήσουμε ούτε με την άλλη εισήγηση του κ. Σιαηλή ότι επειδή δύο μέρες προηγουμένως ενώπιον του Κακουργοδικείου (στο πλαίσιο της υπ΄ αρ. 3352/22) η Κατηγορούσα Αρχή δεν επικαλέστηκε αυτό τον κίνδυνο, έπεται πως κωλύετο να το πράξει ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου (στο πλαίσιο της υπ΄ αρ. 10397/23). Είναι γεγονός πως η υπόθεση του Κακουργοδικείου εκκρεμούσε από πιο παλιά (9.6.22) και ότι όντως είχε υπάρξει εκεί εμφάνιση δύο μέρες προηγουμένως. Η κρινόμενη όμως εδώ υπόθεση του Επαρχιακού Δικαστηρίου δεν είχε ακόμα τότε καταχωριστεί. Ο Εφεσείων είχε μόλις προ ολίγων ημερών επιστρέψει από το εξωτερικό και η παρούσα, που αφορούσε τις αγοραπωλησίες αυτοκινήτων καταχωρίστηκε την προηγούμενη της απόφασης (14.12.23), οπότε υπεβλήθη το αίτημα κράτησης στη βάση του κινδύνου διάπραξης νέων αδικημάτων. Προφανώς και είχε τη σημασία της η συμπλήρωση των ανακρίσεων και η έγκριση καταχώρισης (για συνοπτική εκδίκαση) ακόμα μιας υπόθεσης που αφορούσε πρόσφατη δράση σε τέσσερα νέα περιστατικά, στα οποίο ο φερόμενος χρόνος διάπραξης έφτανε μέχρι τις 16.10.23. Κατ΄ αναλογίαν προς ό,τι είχε λεχθεί στην υπόθεση Καλλής κ.α. ν. Αστυνομίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 677, θα μπορούσε να λεχθεί πως το γεγονός ότι το αίτημα υπεβλήθη μεταγενέστερα δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον της έκδοσης της διαταγής κράτησης αφού αντίθετα καταδεικνύει πως παρά την ύπαρξη των ανακριτικών φακέλων η Κατηγορούσα Αρχή αποφάσισε να ζητήσει την κράτηση μόνο ύστερα από την ολοκλήρωση της διερεύνησης, ιδίως μετά την καταχώριση και αφού έκρινε ότι κατά την άποψη της συνέτρεχε ο κίνδυνος. Ο οποίος κίνδυνος ούτως ή άλλως και υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις υπέκειτο και πάλι στον δικαστικό έλεγχο των σχετικών προϋποθέσεων. Δεν συμφωνούμε λοιπόν ότι δημιουργήθηκε κώλυμα εξαιτίας του χρόνου υποβολής του αιτήματος.

 

      Για όλους τους πιο πάνω λόγους η έφεση κρίνεται αβάσιμη και απορρίπτεται.

 

       

 

X.B. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.

 

 

                                                        Γ. ΚΥΡΙΑΚΙΔΟΥ, Δ.

 

 

                                                        Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο