ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(Ποινική Έφεση Αρ.: 231/2023)
13 Δεκεμβρίου 2023
[Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Γ. ΚΥΡΙΑΚΙΔΟΥ, Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΧΑΜΠΗ
Εφεσείων
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εφεσίβλητης
------------------------------
Α. Κληρίδης για Φοίβος, Χρίστος Κληρίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για Εφεσείοντα
Α. Αντωνίου, Δημόσιος Κατήγορος για Γενικόν Εισαγγελέα, για Εφεσίβλητη
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Γ. Κυριακίδου, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΥΡΙΑΚΙΔΟΥ, Δ.: Ο Εφεσείων (κατηγορούμενος 1) αντιμετωπίζει μαζί με άλλο πρόσωπο (κατηγορούμενος 2) ενώπιον του Κακουργοδικείου Λάρνακας δυο κατηγορίες που αφορούν το αδίκημα της κατοχής με σκοπό την προμήθεια ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β ήτοι ποσότητας 2 κιλών και 507 γραμμαρίων κάνναβης (3η κατηγορία) και 1 κιλό και 726,1 γραμμαρίων ρητίνης κάνναβης (4η κατηγορία)). Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες των εν λόγω κατηγοριών, τα υπό αναφορά αδικήματα διαπράχθηκαν στις 25.3.23 στην Αραδίππου. Σε άλλες δύο κατηγορίες κατηγορείται μόνος ότι κατείχε 2,3 γραμμάρια κάνναβης και 51,21 γραμμάρια ρητίνης κάνναβης παράνομα (κατηγορίες 1, 2).
Προκύπτει από την πρωτόδικη διαδικασία ότι πριν την καταχώριση της παρούσας υπόθεσης αντιμετώπιζε για τις ίδιες κατηγορίες, υπόθεση Κακουργοδικείου η οποία ανεστάλη αφού ο Εφεσείων είχε παραμείνει υπό κράτηση για 7 μήνες. Επανακαταχωρήθηκε νέα υπόθεση και παραπέμφθηκε στο Κακουργοδικείο που συνεδρίαζε στις 27.10.23.
Κατά την πρώτη εμφάνιση τους ενώπιον του Κακουργοδικείου, οι κατηγορούμενοι ζήτησαν χρόνο για να απαντήσουν στις κατηγορίες. Η υπόθεση ορίστηκε για απάντηση στις 3.11.23 και το Κακουργοδικείο διέταξε την κράτησή τους μέχρι τότε. Παρέμεινε δε το ζήτημα της κράτησης για να εξεταστεί την επόμενη δικάσιμο.
Την ημέρα εκείνη αφού ο Εφεσείων απάντησε μη παραδοχή η υπόθεση ορίστηκε για ακρόαση στις 18.12.23. Για σκοπούς εξασφάλισης της παρουσίας του Εφεσείοντος, η Κατηγορούσα Αρχή υπέβαλε νέο αίτημα όπως ο Εφεσείων παραμείνει υπό κράτηση. Το αίτημα στηρίχθηκε στον κίνδυνο φυγοδικίας του, ως κατ΄ ισχυρισμόν προέκυπτε με βάση τη σοβαρότητα των αδικημάτων, την πιθανότητα καταδίκης (με βάση το υπάρχον μαρτυρικό υλικό) και τις ποινές που ενδεχομένως θα επιβληθούν σε περίπτωση καταδίκης. Ο συνήγορος του Εφεσείοντος έφερε ένσταση στο αίτημα, προτάσσοντας ως λόγο τον χρόνο που είχε παραμείνει υπό κράτηση αφού ζήτησε να συνυπολογιστούν οι επτά μήνες που παρέμεινε υπό κράτηση για την πρώτη υπόθεση που αντιμετώπιζε για τα ίδια αδικήματα και είχε ανασταλεί, επισημαίνοντας τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα δυο ανήλικα του τέκνα από την απουσία του. Ήταν περαιτέρω η θέση του ότι ο οποιοσδήποτε κίνδυνος φυγοδικίας μπορεί να θεραπευθεί με κατάλληλους όρους εγγύησης. Το Κακουργοδικείο αφού έλαβε υπόψη τις προσωπικές του περιστάσεις και τα όσα αναφέρθηκαν από τον συνήγορο του έκρινε ότι υφίστατο κίνδυνος φυγοδικίας και διέταξε την κράτηση του Εφεσείοντος μέχρι την επόμενη δικάσιμο. Επεσήμανε στην απόφαση του ότι ο χρόνος που παρέμεινε υπό κράτηση ο Εφεσείων, συνυπολογίζοντας και τους επτά μήνες, δεν μπορούσε να κριθεί ανεπίτρεπτα μεγάλος κρίνοντας ότι ο συνολικός χρόνος των 8,5 μηνών δεν ξεφεύγει από τα λογικά πλαίσια και δεν είναι αποφασιστικής σημασίας σε συνδυασμό με τους άλλους παράγοντες.
Με την παρούσα Έφεση ο Εφεσείων προσβάλλει την απόφαση του Κακουργοδικείου προβάλλοντας: (α) ότι έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στη σοβαρότητα των ποινικών αδικημάτων χωρίς να ασχοληθεί με τις προσωπικές περιστάσεις του Εφεσείοντος και (β) ότι εσφαλμένα αποφάσισε ότι υπάρχει κίνδυνος μη προσέλευσης του στη δίκη του αφού δεν υπήρχε τέτοια μαρτυρία.
Ο συνήγορος του Εφεσείοντος με την αγόρευσή του ανέπτυξε τους λόγους έφεσης, υποστηρίζοντας ότι ο Εφεσείων θα πρέπει να παραμείνει ελεύθερος με όρους. Αντίθετη ήταν η θέση του συνηγόρου της Δημοκρατίας.
Σημειώνουμε ότι τα όσα αναφέρονται στους λόγους έφεσης για μη εξέταση των προσωπικών περιστάσεων του Εφεσείοντος και τα όσα υποστηρίχθηκαν και ενώπιον μας δεν αποτέλεσαν λόγους που επικαλέστηκε ο Εφεσείων κατά την πρωτόδικη διαδικασία. Παρά ταύτα το Κακουργοδικείο στην απόφαση του εξέτασε και τα υποκειμενικά κριτήρια που αφορούσαν τον Εφεσείοντα, δηλαδή ότι ο Εφεσείων είναι Κύπριος πολίτης με δεσμούς στη Δημοκρατία, καταλήγοντας όμως ότι «οι δεσμοί αυτοί δεν μπορούν να επενεργήσουν ως ασπίδα έτσι ώστε να υπερφαλαγγιστεί η σοβαρότητα των αδικημάτων που αντιμετωπίζουν σε συνάρτηση με τη μαρτυρία που υπάρχει κάτι που καθιστούν τον κίνδυνο φυγοδικίας υπαρκτό» θεωρώντας ότι είχε στοιχειοθετηθεί και το υποκειμενικό κριτήριο.
Ως είχαμε την ευκαιρία να επισημάνουμε πρόσφατα στην υπόθεση Abdulhadi Smaisam v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. αρ. 224/2023, 06/12/2023 για την στοιχειοθέτηση του υποκειμενικού κριτηρίου:
«Όπως έχει επανειλημμένως τονιστεί η σημασία της ύπαρξης δεσμών έγκειται στο ότι ενδέχεται να λειτουργήσουν αποτρεπτικά ως προς το ενδεχόμενο διαφυγής κάποιου από τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου για να μην εμφανιστεί στη δίκη του. Δεν υπερφαλαγγίζουν όμως τη σοβαρότητα του αδικήματος και υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις στις οποίες ακόμα και πιο ισχυροί δεσμοί δεν υπερίσχυσαν της σοβαρότητας (βλ. ενδεικτικά Hua ν. Αστυνομίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 152, A.A.S v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 193/22, ημερ. 14.9.22, B.T.T. v. Δημοκρατίας, ημερ. 23.6.23). Δεν συμφωνούμε ότι η αναγκαία εξισορρόπηση και η διακριτική ευχέρεια έχουν ασκηθεί πέραν των επιτρεπτών ορίων του πρωτόδικου Δικαστηρίου το οποίο ήταν και το αρμόδιο να αποφασίσει».
Το Κακουργοδικείο στην απόφαση του συνεκτίμησε όλους τους σχετικούς παράγοντες. Δεν παρέλειψε στα πλαίσια εξέτασης των δεδομένων της υπόθεσης να συνυπολογίσει τους δεσμούς του Εφεσείοντος με τη Δημοκρατία καταλήγοντας ότι ήταν υπαρκτός ο κίνδυνος διαφυγής.
Στην υπόθεση Κουτσούδης κ.α. ν. Αστυνομία, Ποιν. Έφ. αρ. 131/2020 και 132/2020, ημερ. 20/8/2020 επισημάνθηκαν τα εξής:
«Αφετηρία είναι η ατομική ελευθερία. Η κράτηση αποτελεί (sic) μέτρο κατ΄ εξαίρεση. Η αναγκαία εξισορρόπηση εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η οποία δεν αναθεωρείται με γνώμονα την υποκειμενική αντίληψη των μελών του Εφετείου για την ορθότητα της ή μη. Επέμβαση επιτρέπεται εάν η διακριτική ευχέρεια του αρμοδίου δικαστηρίου ασκηθεί έξω από τα επιτρεπτά όρια «είτε διότι εμφιλοχώρησαν εξωγενείς παράγοντες είτε διότι παραγνωρίστηκαν παράγοντες και κριτήρια που καθιερώθηκαν από την νομολογία ως προαπαιτούμενα για την άσκηση της (Μαυρομιχάλης ν. Αστυνομίας (2014) 2 ΑΑΔ 256, 262)».
Σχετικά με τη χρονική διάρκεια της κράτησης, ως υποδείχθηκε στην υπόθεση D.R.M. v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. αρ. 138/2023, ημερ. 30/6/2023, ECLI:CY:AD:2023:B233:
«Οι προεκτάσεις της χρονικής διάρκειας της κράτησης αποτελεί θέμα που ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου και εξετάζεται μέσα στα πλαίσια των ιδιαίτερων περιστατικών της κάθε περίπτωσης (βλ. Adnan v. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 183, Κρασοπούλης ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 450)».
Εν προκειμένω, ο χρόνος που μεσολαβούσε μέχρι την ημερομηνία ακρόασης (1,5 μήνας), αφού συνυπολογιστεί και ο χρόνος των επτά μηνών που τελούσε υπό κράτηση στην πρώτη υπόθεση, ορθά κρίθηκε εύλογος. Ο συνολικός χρόνος κράτησης του Εφεσείοντος δηλαδή 8,5 μήνες, δεν θεωρείται υπερβολικός (βλέπε και Γενικός Εισαγγελέας v. Μανουσαρίδη (2001) 2 Α.Α.Δ. 639, Salib v. Αστυνομίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 49). Δεν διαπιστώνουμε σφάλμα αρχής στον τρόπο που το Κακουργοδικείο άσκησε τη διακριτική του εξουσία.
Η έφεση απορρίπτεται.
Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.
Γ. ΚΥΡΙΑΚΙΔΟΥ, Δ.
Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ.