ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ ‑ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                                 

                                                          (Ποινική Αίτηση Αρ.: 11/22)

 

20 Δεκεμβρίου 2023

 

[Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Γ. ΚΥΡΙΑΚΙΔΟΥ, Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

1. ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΑΓΑΠΙΟΥ

2. ΣΥΛΒΙΑ ΑΓΑΠΙΟΥ

                                          Αιτήτριες

 v.

 

ΑΝΔΡΕΑ ΣΑΛΑΤΑ

                                                  Καθ' ου η Αίτηση

 

‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑‑

Αίτηση ημερ. 7.10.22 για Παράταση Προθεσμίας Έφεσης

 

Κ. Σοφοκλέους (κα), για Αιτήτριες

Σ. Χατζησέργης, για Καθ' ου η Αίτηση 

 

      ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη.

 

                                          Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

      ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.: Με την αίτησή τους οι Αιτήτριες ζητούν παράταση 15 ημερών για την καταχώριση έφεσης εναντίον απόφασης του Ε.Δ. Λευκωσίας ημερ. 28.9.22 με την οποία είχε απορρίψει λόγω μη προώθησης την ιδιωτική ποινική υπόθεση που είχαν καταχωρίσει εναντίον του Καθ' ου, τον οποίο και αθώωσε.

 

      Η υπόθεση είχε καταχωριστεί εντός του 2019 και αφορούσε αδικήματα ψευδούς βεβαίωσης (Π.Κ. 117), απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις (Π.Κ. 297) και εξασφάλισης πίστωσης με ψευδείς παραστάσεις (Π.Κ. 301). Σχετίζονται όλα με δηλώσεις του Καθ' ου σε τράπεζα κατά τα έτη 2007‑2008, στα πλαίσια εξασφάλισης πιστώσεων, στις οποίες οι Αιτήτριες υπέγραψαν εγγυήσεις.

 

      Στις 28.9.22 η υπόθεση ήταν ορισμένη για ακρόαση και η δικηγόρος που (τότε) εκπροσωπούσε τις Αιτήτριες ζήτησε όπως αναβληθεί επί τω ότι η πρώτη μάρτυρας (Αιτήτρια 1) ευρίσκετο στο εξωτερικό για προσωπικούς λόγους. Ο δεύτερος και μοναδικός μάρτυρας ήταν τραπεζικός υπάλληλος. Το Δικαστήριο ζήτησε διευκρινίσεις ως προς το πότε προέκυψε η ανάγκη για μετάβαση στο εξωτερικό και έδειξε την απροθυμία του να εγκρίνει το αίτημα αφού ήταν από τις παλαιότερες υποθέσεις του προγράμματός του. Αναμένοντας να εξεταστεί κατά πόσον μπορούσε να προχωρήσει με άλλον μάρτυρα έδωσε χρόνο λέγοντας πως θα επιλαμβάνετο της υπόθεσης μετά από 20 λεπτά, δηλαδή στις 10:30π.μ. που ήταν ορισμένη η ακρόαση.

 

      Στις 10:40π.μ. η υπόθεση εκφωνήθηκε ξανά πλην όμως ήταν παρών μόνον ο κατηγορούμενος (Καθ' ου). Το Δικαστήριο διέκοψε ξανά για 10 λεπτά προκειμένου να προσέλθουν οι συνήγοροι, πλην όμως αυτό δεν έγινε, οπότε στις 10:50π.μ. κατόπιν αιτήματος του Καθ' ου απέρριψε την υπόθεση λόγω μη προώθησης και τον αθώωσε σε όλες τις κατηγορίες. Προφανώς άσκησε τη διακριτική ευχέρεια που είχε με βάση το Άρθρο 89(2) της Ποινικής Δικονομίας το οποίο προνοεί πως εάν κατά την ακρόαση ο κατηγορούμενος εμφανίζεται αλλά ο κατήγορος παραλείπει να εμφανιστεί τότε το Δικαστήριο «... αθωώνει τον κατηγορούμενο εκτός αν για κάποιον λόγο θεωρεί ορθό να αναβάλει» την ακρόαση για μερικές μέρες.

 

      Στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση η εκ των (τότε) δικηγόρων των Αιτητριών, κα Κάζη, αναφέρει ότι είχαν ζητήσει την ίδια μέρα τα πρακτικά τα οποία όμως παρέλαβαν στις 4.10.22 και προσθέτει ότι:

 

        «4. Το προσχέδιο της Έφεσης έχει ετοιμαστεί από τους Δικηγόρους του γραφείου μας, όμως ενόψει της αναμονής έγκρισης, του Αιτήματος μας από τον Γενικό Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως προνοεί το Άρθρο 132 (sic) της Ποινικής Δικονομίας Κεφ. 155 να μας δοθεί έγκριση καταχώρησης Έφεσης, δεν μπορούμε να προχωρήσουμε σε καταχώρηση της.

        5. Πέραν τούτων η Αιτήτρια 1 έχει προσβληθεί με τον ιό του Covid‑19 και δεν υπάρχει δυνατότητα να συζητηθεί λεπτομερώς το περιεχόμενος (sic) της Έφεσης.

        6. Σε κάθε περίπτωση, το διάστημα που χρειάζεται για να εξεταστεί το Αίτημα μας και να λάβουμε την απάντηση του Γενικού Εισαγγελέα, είναι μεγαλύτερο των 10 ημερών και θα παρέλθει ο προβλεπόμενος χρόνος, για την καταχώρηση της εν λόγω Έφεσης».

 

      Στη συνέχεια της ένορκης δήλωσης προστίθεται ότι εγείρονται σοβαρά ζητήματα αναφορικά με την ορθότητα της απόφασης και της διαδικασίας που ακολουθήθηκε τα οποία θα αναλυθούν λεπτομερώς στην έφεση εάν εξασφαλιστεί παράταση.

 

      Στην ένστασή του ο Καθ' ου προβάλλει εννέα λόγους προς απόρριψη της αίτησης, οι οποίοι συνοψίζονται αφενός στο ότι η αίτηση είναι ελαττωματική από δικονομικής πλευράς και αφετέρου στο ότι δεν συντρέχουν οι απαραίτητες νομολογιακές προϋποθέσεις για τη χορήγηση παράτασης. Στη συνοδεύουσα ένορκη δήλωσή του ο Καθ' ου επαναλαμβάνει τους λόγους ένστασης και για ό,τι ενδιαφέρει προσθέτει στην §7 αυτής τα εξής:

 

        «7. Αρνούμαι κατηγορηματικά τον ισχυρισμό της Ενόρκως Δηλούσας που αναφέρεται στην παράγραφο 6 της Ενόρκου Δηλώσεως της και καλώ αυτή σε αυστηράν απόδειξη των εν λόγω ισχυρισμών της. Η ενόρκως Δηλούσα τεχνηέντως παραλείπει να αναφέρει πότε αποτάθηκαν στον Γενικό Εισαγγελέα για να λάβουν την σχετική άδεια για καταχώρηση της Έφεσης και αν όντως το έπραξαν. Περαιτέρω δεν έχει προσκομιστεί ως Τεκμήριο η αίτηση για άδεια κάτι που επίσης θα ήταν απόλυτα λογικό και πολύ εύκολο να πράξουν για να αποδείξουν τον εν λόγω ισχυρισμό τους. Ως εκ τούτου και αυτός ο ισχυρισμός είναι αβάσιμος και έχει παραμείνει απόλυτα αστήρικτος και μετέωρος και ουδόλως μπορεί να αποτελέσει βάσιμο λόγο για να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα».

 

      Οι σχετικές νομολογιακές αρχές θεωρούμε ότι συνοψίζονται επαρκέστατα στην υπόθεση Rolandos Enterprises Public Ltd κ.ά v. Frou Frou Investments Ltd, Ποιν. Αίτ. 5/20,  ημερ. 3.2.21 ως εξής:

 

        «Διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να παρατείνει το χρόνο καταχώρισης έφεσης δυνάμει του άρθρου 134 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, ασκείται κατόπιν απόδειξης «βάσιμου λόγου» στη βάση των γεγονότων της κάθε υπόθεσης και συναρτάται με τα συμφέροντα της δικαιοσύνης. Θεωρούμε χρήσιμο να υπομνήσουμε τη βασική νομολογιακή αρχή ότι παράταση δίδεται όταν συντρέχει ουσιαστική αδυναμία του εφεσείοντα να ενεργήσει έγκαιρα και ορθά για την καταχώριση έφεσης (βλ. Komurgu & Άλλος ν Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ 83), τα χρονικά δε πλαίσια που θέτει ο νομοθέτης για τη λήψη δικονομικών μέτρων είναι σημαντικά και σχετίζονται με το δημόσιο συμφέρον που συνυπάρχει στην τελεσιδικία και στο τελέσφορο της διαδικασίας.

        Οι σχετικές αρχές επαναλήφθηκαν πρόσφατα από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση LGS HANDLING LTD, Ποιν. Αιτ. 22/2018, ημερ. 22 Φεβρουαρίου 2019, ECLI:CY:AD:2019:B125 στην οποία λέχθηκε ότι:

        «...η προεξάρχουσα αρχή που λαμβάνεται υπόψη είναι η ανάγκη για τελεσιδικία χάριν του δημοσίου συμφέροντος. Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου για τη χορήγηση παράτασης χρόνου ασκείται με φειδώ και λαμβάνει υπόψη τους λόγους αδυναμίας έγκαιρης καταχώρησης της έφεσης, τόσο κατά το χρόνο εντός του οποίου έπρεπε αυτή να είχε καταχωρηθεί, όσο και κατά τη διάρκεια της περιόδου από την εκπνοή της προθεσμίας, μέχρι την καταχώρηση της αίτησης για παράταση, (Delincyp Company Ltd v. Wogang κ.ά. Ποινική Αίτηση υπ' αρ. 10/2018, ημερ. 15.10.2018). Η αδυναμία καταχώρησης πρέπει να είναι ουσιαστική και πρέπει να εμπίπτει εντός του εξαιρετικού εκείνου μέτρου το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί ως αντισταθμίζον την ανάγκη για τελεσιδικία, (Δημοκρατία ν, Γεωργίου Ποινική Αίτηση αρ. 9/2015, ημερ. 26.1.2016 και Λουκαΐδης ν. Αστυνομικής Διεύθυνσης Λευκωσίας, Ποινική Αίτηση αρ. 15/2017, ημερ. 13.3.2018), ECLI:CY:AD:2018:B107».

        Αν οι συνθήκες της υπόθεσης το δικαιολογούν, το δικαστήριο μπορεί, χαλαρώνοντας τον κανόνα, να δεχθεί το αίτημα για παράταση (Ηλιάδη ν Δήμου Λάρνακας (1996) 2 ΑΑΔ 236)».  

 

      (Βλ. και E&G Electricplus Ltd v. Ορφανίδης Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά Ποιν. Αίτ. 5/18, ημερ. 16.5.18, ECLI:CY:AD:2018:B234, Επί τοις αφορώσι τους Άκουα Σολ Mythos Τουριστικές Επιχειρήσεις Α.Ε. Ποιν. Αίτ. 2/21, ημερ. 20.5.21).

 

      Αν χρειάζεται να τονίσουμε κάτι είναι αυτό που έχει επεξηγηθεί στην υπόθεση Χρύσικου v. Δήμου Λάρνακας, Ποιν. Αίτ. 14/17, ημερ. 15.1.18 ότι η έννοια του «καλού λόγου» έχει τη σημασία της παροχής επαρκούς και πειστικής αιτιολογίας για αδυναμία ενέργειας και όχι απλής δυσκολίας. Για δε την αδυναμία η οποία αφορά τη μη καταχώριση έφεσης θα πρέπει να καταδεικνύεται ότι επέδρασε ουσιωδώς καθόλη τη διάρκεια του κρίσιμου χρόνου ως παράγων ανασταλτικός στην άσκηση έφεσης (Naydenov v. Δημοκρατίας (2015) 2(Β) Α.Α.Δ. 607).

 

      Έχουμε εξετάσει με ιδιαίτερη προσοχή τα αναφερθέντα εκ μέρους των Αιτητριών στην παρούσα. Για λόγους τους οποίους εξηγούμε κατωτέρω δεν συμφωνούμε ότι έχει καταδειχθεί τέτοιος καλός ή βάσιμος ή εύλογος λόγος για παράταση της προθεσμίας.

 

      Εν πρώτοις θα πρέπει να πούμε ότι παρά το ότι στην αίτηση όντως δεν είχαν αναφερθεί ημερομηνίες για τις διάφορες επιμέρους ενέργειες των Αιτητριών, εντούτοις κατά τη συζήτηση της αίτησης δηλώθηκαν τέτοιες ημερομηνίες και υπήρξε παραπομπή σε συγκεκριμένη αλληλογραφία με τον Γενικόν Εισαγγελέα, αντίγραφα της οποίας δόθηκαν και στον συνήγορο του Καθ' ου, χωρίς να αμφισβητηθούν οι ενέργειες αυτές.   

 

      Η πρωτόδικη απόφαση εκδόθηκε στις 28.9.22 και δεδομένου ότι ήταν αθωωτική υπήρχε, σύμφωνα με το Άρθρο 137(2) της Ποινικής Δικονομίας, προθεσμία 14 ημερών για την άσκηση έφεσης και όχι 10 ημερών, ως εσφαλμένα αναφέρουν στην αίτησή τους οι Αιτήτριες. Εν πάση περιπτώσει η εν λόγω απόφαση ήταν μια απλή και σύντομη (ολίγων γραμμών) απόφαση με την οποία το Δικαστήριο αθώωσε τον κατηγορούμενο (Καθ' ου) λόγω μη εμφάνισης των κατηγόρων (Αιτητριών) στην ακρόαση. Οι δε Αιτήτριες είχαν δικηγόρους από τότε, οι οποίοι ασφαλώς και πληροφορήθηκαν αυθημερόν για την εξέλιξη αφού, ως αναφέρεται, ζήτησαν την ίδια μέρα τα πρακτικά, όταν έμαθαν την κατάληξη της υπόθεσης.

 

      Δεν εξηγείται όμως και ούτε εντοπίζουμε κάποιον λόγο για τον οποίο άφησαν να παρέλθει χρόνος οκτώ ημερών μέχρι την υποβολή του αιτήματός τους στον Γενικόν Εισαγγελέα. Η αναμονή του πρακτικού της δικασίμου δεν δικαιολογεί την πάροδο τέτοιου χρόνου χωρίς τη δέουσα σπουδή για την υποβολή του αιτήματος, ιδιαίτερα εν όψει του ότι γνώριζαν τι είχε γίνει και ούτως ή άλλως είχαν, ως αναφέρουν, ετοιμάσει το προσχέδιο της έφεσής τους. Η μεταγενέστερη δισέλιδη αναλυτική επιστολή τους προς τον Γενικόν Εισαγγελέα επιβεβαιώνει πως και χωρίς το πρακτικό είχαν γνώση των διαδραματισθέντων.

 

      Ούτε εν πάση περιπτώσει εξηγείται η πάροδος άλλων δύο ημερών από τη λήψη του πρακτικού στις 4.10.22 μέχρι την υποβολή του αιτήματος για έγκριση στις 6.10.22. Η προσβολή της Αιτήτριας 1 από τον ιό Covid-19 δεν μπορεί επίσης να συνιστά λόγο για οποιαδήποτε καθυστέρηση, δεδομένου ότι υπήρχε ήδη ειλημμένη απόφαση για καταχώριση έφεσης (αφού ζητήθηκε το πρακτικό και ετοιμάστηκε προσχέδιο). Κατά τη δική μας αντίληψη οι Αιτήτριες συνειδητοποιούν την απουσία οποιασδήποτε εξήγησης για την οκταήμερη αυτή απραξία τους και τη βραδύτητα με την οποίαν είχαν κινηθεί, (ιδιαίτερα μάλιστα ενόσω θεωρούσαν πως η προθεσμία για έφεση ήταν 10 μέρες). Έχουμε την άποψη πως η συνειδητοποίηση αυτή συνιστά και τον λόγο για τον οποίο δεν είχαν αναφερθεί σε συγκεκριμένη ημερομηνία στην ένορκη δήλωσή τους (§4), θέμα για το οποίο έχει παραπονεθεί ο Καθ' ου με την ένστασή του.

 

      Η ουσία βέβαια είναι πως δεν είχαν κινηθεί εγκαίρως και πως δεν έχει καταδειχθεί καμμιά ουσιαστική αδυναμία για να το έπρατταν. Βασικά δεν υπάρχει καμμιά επαρκής ή πειστική αιτιολογία όχι μόνο περί αδυναμίας ενέργειάς τους αλλά ούτε καν για δυσκολία, η οποία να επέδρασε ουσιωδώς κατά την προθεσμία που ο Νόμος εν τη σοφία του παραχώρησε για την άσκηση έφεσης, έχοντας βεβαίως και ο νομοθέτης υπ' όψιν όσα επιβάλλονται να γίνουν για την καταχώριση έφεσης εναντίον αθωωτικής απόφασης.

 

      Εν πάση δε περιπτώσει, όπως μας έχει δηλωθεί, εν τέλει οι Αιτήτριες είχαν εξασφαλίσει την έγκριση του Γενικού Εισαγγελέως στις 12.10.22, δηλαδή εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των 14 ημερών. Πλην όμως και πάλι δεν προχώρησαν με την έφεσή τους. Η εσφαλμένη εντύπωση δικηγόρου ή και πολίτη για την προθεσμία δεν συνιστά βάσιμο λόγο για παράταση (βλ. Andreou v. Republic (1972) 2 C.L.R. 4, Papadopoulos v. Police (1982) 2 C.L.R. 217, Λάππα v.  Αστυνομίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 228). Ούτως ή άλλως όμως, στην παρούσα, η εσφαλμένη εντύπωση για την προθεσμία θα έπρεπε να ήταν λόγος για επιτάχυνση των ενεργειών και όχι απραξίας.

 

      Στη βάση των πιο πάνω δεν συμφωνούμε ότι υπήρξε ουσιαστική αδυναμία καταχώρισης της έφεσης και ούτε ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις για την έγκριση της αίτησης, η οποία και απορρίπτεται.

 

 

                                                        X.B. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.

 

 

                                                        Γ. ΚΥΡΙΑΚΙΔΟΥ, Δ.

 

 

                                                        Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο