ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ ‑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Έφεση Αρ.: Ε99/2021)

 

17 Νοεμβρίου 2023

 

[Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ/στες]

 

ΝΤΕΡΕΚ ΝΤΑΓΚΛΑΣ,

Εφεσείοντας,

v

1.  ROPACO SHOES TRADING LTD

2.  COMMERCIAL UNION ASSURANCE (CYPRUS) LTD

3.  ΡΩΤΗ ΚΥΛΙΛΗ

   Εφεσιβλήτων.

 

Όπως τροποποιήθηκε δυνάμει διατάγματος του Δικαστηρίου Ημερομηνίας 15.9.2008

 

ΝΤΕΡΕΚ ΝΤΑΓΚΛΑΣ,

Εφεσείοντας,

v

1.  ROPACO SHOES TRADING LTD

2.  COMMERCIAL GENERAL INSURANCE LTD

3.  ΡΩΤΗ ΚΥΛΙΛΗ

   Εφεσιβλήτων.

 

____________________

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Εφεσείοντας, εμφανίζεται προσωπικά.

Α. Μερακλής για Α. Μερακλής Δ.Ε.Π.Ε.,  για τον Εφεσίβλητο αρ. 3.

 

ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από την Τουμαζή, Δ.

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.:   Ο εφεσείοντας, με την υπό κρίση έφεση, προσβάλλει την ορθότητα της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 28.5.2021 με την οποία απέρριψε αίτηση του ημερ. 10.2.2021.  Ο εφεσείοντας ζητούσε τον παραμερισμό «των αποφάσεων ημερομηνίας 2.5.2014 και 24.10.2016» που εκδόθηκαν στα πλαίσια της Αγωγής αρ. 887/08. 

 

Ο εφεσείοντας, ο οποίος είναι ιδιοκτήτης δύο αποθηκών, με την αγωγή ζητούσε από τους εφεσίβλητους - ενοικιαστές του, ειδικές αποζημιώσεις για το ποσό των €239.204,00 ως έξοδα για αποκατάσταση των ζημιών που προκλήθηκαν από πυρκαγιά, το ποσό των €5.980,00 ως απωλεσθέντα ενοίκια και το ποσό των €1.196,00 μηνιαίως ως απώλεια τρεχόντων ενοικίων μέχρι την καταβολή αποζημιώσεων για την επισκευή των αποθηκών του, νόμιμο τόκο, έξοδα, έξοδα επίδοσης και ΦΠΑ. 

Στις 2.5.2014, απόντος του εφεσείοντα αλλά στην παρουσία του δικηγόρου του, του δικηγόρου των εφεσιβλήτων 1 και 3 και του εφεσίβλητου 3 προσωπικά παρόντος και ως Διευθυντής της εφεσίβλητης 1, ζητήθηκε η άδεια του Δικαστηρίου από τον δικηγόρο του εφεσείοντα, να αποσυρθεί η αγωγή ανεπιφύλακτα εναντίον των εφεσιβλήτων 1 και 3 και προσφέρθηκε το ποσό των €4.000,00 πλέον ΦΠΑ, με νόμιμο τόκο από 2.5.2014, έναντι των εξόδων των εφεσιβλήτων 1 και 3, με αναστολή εκτέλεσης μέχρι 31.12.2014. Από την αναστολή εξαιρέθηκε το δικαίωμα καταχώρησης memo στην περιουσία του εφεσείοντα. Ο δικηγόρος των εφεσιβλήτων 1 και 3, συμφώνησε και δήλωσε ότι το ποσό των  €4.000,00 πλέον ΦΠΑ με νόμιμο τόκο, αποτελεί μέρος των εξόδων του. Το Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή εναντίον των εφεσιβλήτων 1 και 3, ως αποσυρθείσα ανεπιφύλακτα και εξέδωσε τη σχετική διαταγή για έξοδα εναντίον του εφεσείοντα και την αναστολή εκτέλεσης μέχρι 31.12.2014, από την οποία εξαιρέθηκε το δικαίωμα καταχώρησης memo στην περιουσία του εφεσείοντα. 

 

Στις 18.1.2016, οι δικηγόροι των εφεσιβλήτων 1 και 3, καταχώρησαν αίτηση για οικονομική εξέταση του εφεσείοντα, αναφορικά με το ποσό των εξόδων το οποίο είχε επιδικαστεί εναντίον του και δεν το είχε ακόμα καταβάλει. Μετά από ακροαματική διαδικασία, το Δικαστήριο εξέδωσε, στις 24.10.2016, διάταγμα εναντίον του εφεσείοντα με το οποίο διατάχθηκε να καταβάλλει το ποσό των €50,00 μηνιαίως από 1.11.2016, μέχρι εξοφλήσεως του εξ' αποφάσεως χρέους, πλέον τα έξοδα της διαδικασίας της αίτησης έρευνας, όπως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.  Ο εφεσείοντας κατέβαλε το ποσό των €50,00 στις 11.11.2016 και δεύτερο ποσό €50,00 στις 11.1.2017.

 

Ο εφεσείοντας καταχώρησε, στις 22.2.2018, αυτοπροσώπως, μονομερή αίτηση με την οποία ζητούσε ακύρωση ή παραμερισμό της απόφασης του Δικαστηρίου ημερομηνίας 2.5.2014, διάταγμα το οποίο να διατάσσει τον δικηγόρο των εφεσιβλήτων να του επιστρέψει το ποσό των €100,00 που έλαβε σε δύο δόσεις ως μέρος των εξόδων του και απόφαση του Δικαστηρίου που να διατάσσει έρευνα του φακέλου της αγωγής 887/08, διότι πίστευε πως είχε δοθεί στον ίδιο ένα ποσό ως αποζημίωση από τους εφεσίβλητους και ότι πιθανόν κάποιος να κατείχε τα χρήματα παράνομα. Το Δικαστήριο, με άλλη σύνθεση από τη σύνθεση της υπό κρίση πρωτόδικης απόφασης, στις 12.3.2019 εξέδωσε απόφαση με την οποία απέρριψε την εν λόγω αίτηση, με έξοδα σε βάρος του εφεσείοντα. 

 

Ο εφεσείοντας καταχώρησε την παρούσα έφεση προβάλλοντας ως λόγους έφεσης ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη ότι ο ίδιος δεν έδωσε άδεια στο δικηγόρο του να αποσύρει την αγωγή (πρώτος λόγος), ότι δεν έλαβε υπόψη ότι το διάταγμα ημερ. 2.5.2014 «επέτρεπε στο δικηγόρο των Εναγομένων να πλουτίζει αδίκως στα έξοδα €4.000» (δεύτερος λόγος), ότι δεν έλαβε υπόψη ότι ο εφεσίβλητος 3 καταχώρησε την 1.8.2014 memo στην περιουσία του (τρίτος λόγος), ότι δεν έλαβε υπόψη ότι δεν είχε εξουσία να εκδικάσει την αίτηση έρευνας των εφεσιβλήτων 1 και 3 ημερ. 18.1.2016 σχετικά με την οικονομική του κατάσταση (τέταρτος λόγος), ότι δεν έλαβε υπόψη ότι οι εφεσίβλητοι 1 και 3 στις 23.10.2015 καταχώρησαν ένταλμα εκποίησης της κινητής του περιουσίας το οποίο επεστράφη ανεκτέλεστο (πέμπτος λόγος) και ότι το Δικαστήριο για δικούς του λόγους θέλησε να απορρίψει την αίτηση (έκτος λόγος). 

 

Θα εξετάσουμε ως πρώτο θέμα το νομότυπο της υπό κρίση αίτησης του εφεσείοντα με το οποίο ασχολήθηκε ως πρώτο και το πρωτόδικο Δικαστήριο.  Ο εφεσείοντας βασίζει την αίτηση του στα εξής:  «Η αίτηση βασίζεται στο ότι είσαστε Δικαστήριο της Δικαιοσύνης και το δίκαιο είναι υπεράνω του Νόμου.  Στον κανόνα ότι αποφάσεις που εξαπατούν ή εκδόθηκαν από Δικαστήριο που δεν είχε την δικαιοδοσία να τις εκδώσει παραμερίζονται ακόμα και πρωτόδικα και στο Άρθρο 30.3 του Συντάγματος και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου".  

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, έκρινε ότι η αίτηση ήτο καταδικασμένη σε αποτυχία λόγω του ότι δεν είχε καμία νομική βάση που να αφορά τον παραμερισμό απόφασης.  Πράγματι, η αίτηση δεν στηρίζεται σε  οποιαδήποτε νομική βάση, παρά μόνο στο Άρθρο 30.3 του Συντάγματος που αφορά τη διασφάλιση της δίκαιης δίκης και όχι τον παραμερισμό απόφασης.  Γίνεται επίσης, επίκληση των συμφυών εξουσιών του Δικαστηρίου. 

 

Η αίτηση, εφόσον αφορά πολιτική διαδικασία, έπρεπε να τύχει της ανάλογης νομικής θεμελίωσης (βλ. Dora Holdings Ltd κ.α. v. Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (Αρ. 1) (2010) 1 Α.Α.Δ. 649). 

 

Κατανοούμε ότι ο εφεσείοντας καταχώρησε την αίτηση του προσωπικά, χωρίς δικηγόρο. Όμως, η διαδικασία του Δικαστηρίου καθορίζεται με κανονισμούς οι οποίοι πρέπει να τηρούνται. Παραθέτουμε σχετικό απόσπασμα από την απόφαση Πετρίχου v. Χατζηιωσήφ (1998) 1 (Α) Α.Α.Δ. 81:

 

«Στο περίγραμμα αγόρευσης των δικηγόρων της εφεσείουσας αναφέρεται πως με την απόρριψη του αιτήματός της για τροποποίηση του κλητηρίου εντάλματος στερείται του δικαιώματος της να παρουσιάσει στο Δικαστήριο, βάσει του άρθρου 30 του Συντάγματος, την υπόθεση της. Τα ατομικά δικαιώματα που διασφαλίζονται στο Σύνταγμα είναι πολύ σοβαρή υπόθεση.  Εξίσου όμως σοβαρός είναι κι ο ισχυρισμός παραβίασης τους, που ως εκ τούτου αναμένεται να τεκμηριώνεται με βάσιμα επιχειρήματα. Εδώ, δεν εμποδίζεται η εφεσείουσα να προωθήσει την υπόθεση της στο Δικαστήριο, εξ' ου και καταχώρισε σχετική αγωγή και την επίδικη αίτηση η οποία συζητήθηκε πρωτόδικα και εδώ. Η διαδικασία όμως του Δικαστηρίου καθορίζεται με κανονισμούς, οι οποίοι θεσπίστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 163 του Συντάγματος, και πρέπει να τηρούνται.»

 

Ο εφεσείοντας βασίζει την αίτηση του και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.  Όπως προσφάτως έχει τονιστεί στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Καρυδά v. Λυκούργου, Πολιτική Έφεση Αρ. 33/2013, ημερ. 22.9.2023, το Δικαστήριο, κατά την ενάσκηση της σύμφυτης του εξουσίας, οφείλει να διασφαλίσει την εγκυρότητα και νομιμότητα της διαδικασίας ενώπιον του ως απαραίτητη προϋπόθεση για την προώθηση και εξέταση της ενώπιον του αίτησης.

 

Με βάση τα πιο πάνω, θεωρούμε ότι δεν υπήρχε ενώπιον του Δικαστηρίου νομότυπη αίτηση.  Η αίτηση πολύ ορθά απερρίφθη από το πρωτόδικο Δικαστήριο για το λόγο αυτό και θα μπορούσε να απορριφθεί, δίχως άλλο. Όμως, το πρωτόδικο Δικαστήριο, για σκοπούς πληρότητας της απόφασης του, προχώρησε στην κρίση της ουσίας της αίτησης του εφεσείοντα, την οποία και εμείς θα εξετάσουμε σε συνάρτηση με τους λόγους έφεσης.

 

Δεν συμφωνούμε με τον πρώτο και δεύτερο λόγο έφεσης με τον οποίο ο εφεσείοντας παραπονείται ότι το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τη θέση του ότι ο ίδιος δεν έδωσε άδεια στο δικηγόρο του να αποσύρει την αγωγή του, αλλά ούτε και να αποδεχθεί θέμα εξόδων εναντίον του.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέγραψε με λεπτομέρεια όλες τις θέσεις του εφεσείοντα αναφορικά με τον ισχυρισμό του ότι η αγωγή απεσύρθη χωρίς την έγκριση του, ως επίσης και ότι η διαταγή για τα έξοδα εναντίον του εκδόθηκε χωρίς την έγκριση του. 

 

Είναι νομολογημένο ότι οι δηλώσεις δικηγόρων ενώπιον Δικαστηρίων δεσμεύουν τους πελάτες τους (Πήττα κ.ά. v. Δήμου Στροβόλου (2015) 1 Α.Α.Δ. 867).  Συνεπώς, όλες οι δηλώσεις του δικηγόρου του ενώπιον του Δικαστηρίου στις 2.5.14 αναφορικά με την απόσυρση της αγωγής και τα έξοδα, τον δεσμεύουν. 

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, επίσης ορθά τόνισε ότι η αγωγή, στις 2.5.2014, είχε αποσυρθεί από το δικηγόρο του ανεπιφύλακτα με εκ συμφώνου διαταγή για τα έξοδα €4.000,00 εναντίον του, και ο ίδιος δεν προέβη σε οποιοδήποτε δικονομικό διάβημα τότε για ακύρωση ή παραμερισμό.  Κατά συνέπεια, η εκ συμφώνου απόφαση κατέστη τελεσίδικη. Κατ' ακολουθία, ο πρώτος και δεύτερος λόγος έφεσης απορρίπτονται.

 

Το δικαίωμα καταχώρησης memo στην περιουσία του εφεσείοντα προνοείτο στην εκ συμφώνου απόφαση ημερομηνίας 2.5.2014.  Η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η καταχώριση memo ήταν ορθό και δικαιολογημένο βήμα με βάση την εκ συμφώνου απόφαση, είναι απόλυτα ορθή. Ο τρίτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Ορθή είναι και η θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι εφόσον ο εφεσείοντας δεν πλήρωσε το ποσό των εξόδων μέχρι την ημερομηνία που προνοείτο με την αναστολή, δηλαδή μέχρι 31.12.14, οι εφεσίβλητοι 1 και 3 είχαν κάθε δικαίωμα να προχωρήσουν σε μέτρα εκτέλεσης της απόφασης που εκδόθηκε υπέρ τους και ότι πρώτα καταχωρήθηκε αίτηση εκποίησης της περιουσίας του εφεσείοντα και, όταν αυτή επιστράφηκε ανεκτέλεστη, καταχωρήθηκε η αίτηση μηνιαίων δόσεων ημερομηνίας 18.1.2016, δηλαδή μετά που εξέπνευσε η περίοδος αναστολής.  Συνακόλουθα, ο πέμπτος λόγος έφεσης ακυρώνεται.

 

Η απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 24.10.2016 στην αίτηση μηνιαίων δόσεων ημερομηνίας 18.1.2016 με την οποία ο εφεσείοντας διατάχθηκε να καταβάλλει €50,00 μηνιαίως πλέον έξοδα, δεν εφεσιβλήθηκε από τον εφεσείοντα, συνεπώς κατέστη τελεσίδικη και δεν μπορούσε να εξεταστεί η θέση του εφεσείοντα ότι το Δικαστήριο δεν είχε εξουσία να εκδικάσει την αίτηση λόγω διαγραφής της εφεσίβλητης 1.  Συμφωνούμε με τη θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν είναι δικονομικά επιτρεπτό να αναθεωρήσει απόφαση ομοβάθμιου Δικαστηρίου η οποία κατέστη τελεσίδικη (Τράπεζα Κύπρου Λτδ v. Μακρίδη κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ 1218). Συνεπώς και ο τέταρτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.  

 

Ως προς τον έκτο λόγο έφεσης και την αιτιολογία που ο εφεσείοντας προέβαλε ότι το Δικαστήριο βρήκε ως πρόσχημα να απορρίψει την αίτηση του επειδή δεν βασιζόταν στην ορθή νομική βάση, επαναλαμβάνουμε  ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, με πλήρη αιτιολόγηση, κατέληξε ότι δεν υπήρχε οποιαδήποτε δικαιοδοτική βάση που θα του επέτρεπε να εξετάσει την ενώπιον του αίτηση.  Ο έκτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Καταληκτικά, θεωρούμε σκόπιμο να αναφέρουμε ότι η υπό κρίση αίτηση σε ότι αφορά τον παραμερισμό της εκ συμφώνου απόφασης ημερομηνίας 2.5.2014 είναι απορριπτέα και λόγω κατάχρησης της διαδικασίας, εφόσον υποβλήθηκε προηγούμενη αίτηση που περιείχε, μεταξύ άλλων, το ίδιο αίτημα και απερρίφθη με απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 12.3.2019.  Μέσα στη σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου είναι και η διακριτική του εξουσία να αποτρέπει την κατάχρηση των διαδικασιών (Όξυνος κ.ά. v. Ρόλη Λου (2011) 1 Α.Α.Δ. 1066).

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η έφεση απορρίπτεται.

 

Τα έξοδα επιδικάζονται εναντίον του εφεσείοντα τα οποία ανέρχονται στο ποσό των €1.700,00 πλέον Φ.Π.Α., εάν υπάρχει.

 

 

                                             Δ. ΚΙΤΣΙΟΣ, Δ.

 

                                             Μ. ΑΜΠΙΖΑΣ, Δ.

 

                                             Μ. ΤΟΥΜΑΖΗ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο