ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΕΦΕΤΕΙΟ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. E30/2022)

 

24 Οκτωβρίου, 2023

 

[ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ/στές]

 

TAREK BARBIR

 

Εφεσείοντα/Εναγόμενου 7

v.

 

ΧΡΙΣΤΑΚΗ ΙΑΚΩΒΙΔΗ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ SOBOH PETROLEUΜ (CYPRUS) LTD

 

Εφεσιβλήτων/Εναγόντων

 

Ι. Οικονόμου με Ε. Οικονόμου και Μ. Ιωάννου, για Λοϊζίδης Οικονόμου ΔΕΠΕ,  για Εφεσείοντα.

Δ. Αραούζος με Μ. Πίττα (κα), για Χρύσης Δημητριάδης & Σία ΔΕΠΕ, για Εφεσίβλητους.

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα απαγγελθεί από την Δικαστή Μ. Παπαδοπούλου.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Έφεση ο Εφεσείοντας επιδιώκει την ανατροπή Πρωτόδικης Απόφασης ημερ. 19.1.2022 με την οποία απορρίφθηκε αίτηση του για παραμερισμό του Διατάγματος ημερ. 19.5.2021 για παράταση του χρόνου και ανανέωση του Κλητηρίου, παραμερισμό της αγωγής και του Κλητηρίου Εντάλματος, παραμερισμό και ακύρωση του Διατάγματος ημερ. 26.5.2021 για «υποκατάστατη» επίδοση στην αλλοδαπή και παραμερισμό της επίδοσης. Ενόψει της φύσης της Έφεσης κρίνουμε χρήσιμη μία περίληψη των όσων προηγήθηκαν και που αφορούν στα επίδικα ζητήματα.

 

Οι Εφεσίβλητοι την 10.11.2010 καταχώρισαν την αγωγή με αρ. 5432/10 σε Κλητήριο Ένταλμα Γενικώς Οπισθογραφημένο, αρχικά μόνο κατά τεσσάρων εναγομένων ενώ, μετά την έκδοση σχετικού διατάγματος, την 1.11.2013 ο τίτλος τροποποιήθηκε με την προσθήκη άλλων 4 εναγομένων μεταξύ αυτών και ο Εφεσείοντας (Εναγόμενος αρ. 7). Σημειώνουμε, παρενθετικά, ότι η Έκθεση Απαιτήσεως καταχωρίστηκε μόλις το 2017.

 

Την 4.12.2014 καταχωρίστηκε η πρώτη αίτηση με την οποία ζητείτο, αφενός, παράταση του χρόνου καταχώρισης αίτησης για ανανέωση του Κλητηρίου Εντάλματος και, αφετέρου, διάταγμα για ανανέωση αυτού για περίοδο 6 μηνών σε σχέση με τους εναγόμενους αρ. 5 έως 8, προβάλλοντας ως λόγο για την μη επίδοση του Κλητηρίου το γεγονός ότι στις 31.12.2013 είχε εκδοθεί διάταγμα εκκαθάρισης της Εφεσίβλητης εταιρείας - Ενάγουσας. Στο πλαίσιο εμφάνισης των συνηγόρων ενώπιον του Δικαστηρίου στις 24.3.2017 για άλλα ζητήματα ερωτήθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος για τους Εφεσίβλητους ως προς την πορεία της αγωγής για τους λοιπούς εναγόμενους, όπου δήλωσε ότι παρά την έκδοση του πρώτου Διατάγματος ανανέωσης του Κλητηρίου, μέχρι και την ημερομηνία εκείνη δεν είχε προχωρήσει σε επίδοση.  Θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για τους Εφεσίβλητους ήταν ότι περίμενε «να τακτοποιηθεί το θέμα των εξόδων για να αποφασίσει ο εκκαθαριστής να εξετάσει την ουσία της υπόθεσης και τότε εκείνος να αποφασίσει αν θα προωθήσει γενικά την υπόθεση» ενώ δηλώθηκε ότι ο εκκαθαριστής είχε πλέον λάβει την απόφαση να την προωθήσει.

 

Την 29.8.2017 καταχωρίστηκε άλλη αίτηση και πάλι με αιτήματα για παράταση του χρόνου καταχώρισης αίτησης για ανανέωση του Κλητηρίου Εντάλματος και ανανέωση του Κλητηρίου, ενώ την 28.9.2017 δόθηκε και πάλι άδεια για επίδοση αυτού εκτός δικαιοδοσίας. Παρά τα πιο πάνω επίδοση δεν έγινε και την 1.6.2018 καταχωρίστηκε εκ νέου αίτηση με τα ίδια αιτητικά για παράταση χρόνου και ανανέωση του κλητηρίου εντάλματος, που αφορούσε πλέον μόνο στον Εφεσείοντα. Όπως αναφέρετο στην ένορκη δήλωση που την συνόδευε, οι προσπάθειες για επίδοση στον Εφεσείοντα στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν είχαν ευδοκιμήσει καθώς οι Εφεσίβλητοι δεν είχαν στην κατοχή τους τον ταχυδρομικό κώδικα της διεύθυνσης του Εφεσείοντα. Δήλωσαν, όμως, ότι είχε πλέον περιέλθει στην γνώση τους ο ταχυδρομικός κώδικας στο Ηνωμένο Βασίλειο όπως και μία διεύθυνση στην οποία πιθανόν διέμενε ο Εφεσείοντας στην Ελβετία. Παρά, όμως, το ότι τα αιτούμενα διατάγματα εξεδόθησαν στις 7.6.2018, αίτημα για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας δεν τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου μέχρι και την 28.9.2018, αφού είχε καταχωριστεί στις 19.9.2018 ακόμη μία αίτηση για ανανέωση του Κλητηρίου Εντάλματος. Την 28.9.2018 εξεδόθη εκ νέου διάταγμα για ανανέωση του Κλητηρίου Εντάλματος καθώς και διάταγμα με το οποίο παρασχέθηκε άδεια για επίδοση του Κλητηρίου εκτός δικαιοδοσίας τόσο στο Ηνωμένο Βασίλειο όσο και στην Ελβετία.

 

Μετά την πάροδο πέραν των 2 ½ έτων από την έκδοση των τελευταίων αυτών διαταγμάτων, στις 13.4.2021 οι Εφεσίβλητοι επανήλθαν με νέα αίτηση εξαιτούμενοι για ακόμα μία φορά παράταση του χρόνου καταχώρισης της αίτησης για ανανέωση του Κλητηρίου Εντάλματος καθώς και διάταγμα για την ανανέωση του. Στην ένορκο δήλωση που συνόδευε την εν λόγω αίτηση προβάλλετο η θέση ότι, κατά τη μετάφραση των εγγράφων στα Γαλλικά με σκοπό να προχωρήσουν με την επίδοση στην Ελβετία, οι Εφεσίβλητοι εντόπισαν νέες πληροφορίες πως ο Εφεσείοντας δεν διέμενε εκεί. Προς αποφυγή «περιττών εξόδων και διαδικασιών» οι Εφεσίβλητοι δεν προχώρησαν με την επίδοση του Κλητηρίου ούτε στην Ελβετία αλλά ούτε και στην Αγγλία. Μετά τον διορισμό ιδιωτικού ντεντέκτιβ εντόπισαν ότι ο Εφεσείοντας διέμενε στην ίδια διεύθυνση στο Ηνωμένο Βασίλειο που είχε αρχικά δηλωθεί.

 

Την 19.5.2021 το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε τα αιτούμενα διατάγματα παράτασης και ανανέωσης.

 

Την 26.5.2021 παραχωρήθηκε εκ νέου άδεια για επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος εκτός δικαιοδοσίας. Το Κλητήριο Ένταλμα επιδόθηκε τελικώς στον Εφεσείοντα στις 15.9.2021, ο οποίος αντέδρασε με την υποβολή αίτησης για καταχώριση εμφάνισης υπό αίρεση, αλλά και αίτησης για παραμερισμό του διατάγματος ημερ. 19.5.2021 για παράταση του χρόνου και ανανέωση του Κλητηρίου, παραμερισμό της αγωγής και του Κλητηρίου Εντάλματος, παραμερισμό και ακύρωση του Διατάγματος ημερ. 26.5.2021 για «υποκατάστατη» επίδοση στην αλλοδαπή και παραμερισμό της επίδοσης. Απορριπτική απόφαση επί της εν λόγω αίτησης εξεδόθη στις 19.1.2022.

 

Με την παρούσα Έφεση προσβάλλεται η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου στην απόφαση ημερ. 19.1.2022 με 7 λόγους. Προέχει η εξέταση των Λόγων Έφεσης που αφορούν στον μη παραμερισμό των διαταγμάτων παράτασης του χρόνου καταχώρισης της Αίτησης για ανανέωση του Κλητηρίου Εντάλματος και της ανανέωσης του Κλητηρίου Εντάλματος, εφόσον τυχόν κρίση πως το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν παραμέρισε το διάταγμα ημερ. 19.5.2021 που αφορούσε στο μέρος αυτό θα συμπαρασύρει και την διαταγή για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας.

 

Τονίζουμε, εν πρώτοις, ότι τα αιτητικά της αίτησης ημερ. 19.5.2021 ήσαν δύο, τα οποία και παραθέτουμε αυτολεξεί:

 

«Α. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να παρατείνεται ο χρόνος καταχώρησης αίτησης για ανανέωση του κλητηρίου εντάλματος της παρούσας αγωγής και/ή παράταση του χρόνου επιδόσεως στον Εναγόμενο 7.

Β.  Διάταγμα του Δικαστηρίου για ανανέωση του Κλητηρίου Εντάλματος για τον Εναγόμενο 7 στην πιο πάνω αγωγή για έξι μήνες από την ημερομηνία καταχώρησης της παρούσας Αίτησης και/ή οποιαδήποτε ημέρα θεωρήσει ορθή και δίκαια το Δικαστήριο».

 

Στην Ένορκη Δήλωση που συνόδευε την αίτηση παραμερισμού του Εφεσείοντα προβλήθηκαν οι θέσεις ότι το διάταγμα ημερ. 19.5.2021 εξεδόθη παρά το ότι υπήρξε υπέρμετρη καθυστέρηση από μέρους των Εφεσίβλητων η οποία παραβιάζει το δικαίωμα του Εφεσείοντα σε δίκαια δίκη, ότι υπήρξε κατάφωρη παραπλάνηση του Δικαστηρίου ως προς τις προσπάθειες των Εφεσιβλήτων για επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος στον Εφεσείοντα αλλά και ότι οι Εφεσίβλητοι δεν είχαν καταδείξει εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούσαν την καταχώριση της αίτησης το 2021 και αφού το Κλητήριο Ένταλμα είχε ήδη λήξει. Παρατηρούμε ότι με τους προβαλλόμενους Λόγους Έφεσης 1, 2, 3 και 6 ο Εφεσείοντας παραπονείται ότι στην Πρωτόδικη Απόφαση δεν υπάρχει η δέουσα αιτιολόγηση αναφορικά με τα πιο πάνω, ότι εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα πως υπήρχαν καλοί λόγοι προς ανανέωση του Κλητηρίου Εντάλματος, ότι παρέλειψε να εξετάσει το ζήτημα της ύπαρξης εξαιρετικών περιστάσεων που θα δικαιολογούσαν την ανανέωση του Κλητηρίου μετά από 8 χρόνια και πως ούτε εξέτασε τους ισχυρισμούς των Εφεσιβλήτων περί δήθεν αδυναμίας επίδοσης.

Οι πιο πάνω Λόγοι Έφεσης ευσταθούν για τους λόγους που θα εξηγήσουμε πιο κάτω:

 

Η Δ.4 Θ.1 των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας αναφέρει τα εξής:

 

«ORDER 4 : RENEWAL OF THE WRIT OF SUMMONS

1.  No writ of summons shall be in force for more than 12 months from the day of its issue including that day; but if any defendant named in it has not been served, the plaintiff may, before the 12 months expire, apply for an order to renew the writ; and the Court, if satisfied that reasonable efforts have been made to serve such defendant, or for other good reasons, may order that the writ be renewed for six months from the date of such renewal inclusive, and so from time to time during the currency of the renewed writ. And the writ shall in such case be marked in red ink by the registrar with the words "Renewed by order dated the    

day of                                        , 19..",                                                                                                                                                      or words to the like effect; and a writ so renewed shall remain in force and be available to prevent the operation of any law whereby the time for the commencement of the action may be limited, and for all other purposes, from the date of the issuing of the original writ of summons».

 

Όπως φαίνεται από το λεκτικό, αίτηση δυνάμει της πιο πάνω δικονομικής διαταγής πρέπει να υποβληθεί πριν την λήξη των 12 μηνών κατά τους οποίους το Κλητήριο Ένταλμα βρίσκεται σε ισχύ. Παρέχεται, όμως, από την Δ.57 Θ.2 εξουσία στο Δικαστήριο επέκτασης της προθεσμίας. Επισημαίνεται στο σημείο αυτό ότι το λεκτικό της Δ.57 Θ.2 είναι πανομοιότυπο με αυτό της Δ.64 Θ.7 των παλαιών Αγγλικών Θεσμών, και άρα καθοδήγηση μπορεί να αντληθεί από την Νομολογία που αναφέρεται σε αυτήν. Μελέτη της Νομολογίας καταδεικνύει ότι πρέπει να συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις που θα επέτρεπαν στο Δικαστήριο να παρατείνει τον χρόνο στο πλαίσιο των πιο πάνω δικονομικών προνοιών (βλ. μεταξύ άλλων Ju - Su - Na SA v Freezer Lynx Shipping Company Limited (1990) 1 Α.Α.Δ.455, Hewett v Barr, 60 L.J.Q.B. 268, The Owners' Shippers and Consignees of the Cargo on Board the Ship Brave Themis κ.α. ν Brave Themis Navigation Ltd κ.α. (1990) 1 Α.Α.Δ.421[1]). Η δε παράταση εγκρίνεται με περισσότερη φειδώ όπου ανανέωση του Κλητηρίου τυχόν να επηρεάσει αρνητικά ενδεχόμενο δικαίωμα του εναγόμενου να επικαλεστεί παραγραφή της αξίωσης εναντίον του.

 

        Ο λόγος είναι προφανής. Δεδομένης της ύπαρξης Νομοθετικών προνοιών περί παραγραφής αδικημάτων, με την πάροδο 12 μηνών από την ημερομηνία που αδίκημα παραγράφεται χωρίς επίδοση κάποιας αγωγής, ένας διάδικος εύλογα μπορεί να θεωρήσει ότι το όποιο αγώγιμο δικαίωμα εναντίον του δεν μπορεί πλέον να προωθηθεί δικαστικώς.  Εξ' ου και ο Νομοθέτης προέβλεψε στην Δ.4 Θ.1 ότι η αίτηση για ανανέωση Κλητηρίου θα πρέπει να υποβάλλεται προτού το Κλητήριο λήξει. Με την λήξη της περιόδου ισχύος του Κλητηρίου ο εναγόμενος αποκτά δικαίωμα επίκλησης της υπεράσπισης της παραγραφής σε τυχόν καταχώριση νέας αγωγής. Παρέχοντας άδεια για παράταση του χρόνου καταχώρισης αίτησης για ανανέωση του Κλητηρίου Εντάλματος αποστερείται ο εναγόμενος του δικαιώματος επίκλησης τέτοιας παραγραφής, εφόσον το Κλητήριο Ένταλμα παραμένει εκείνο που είχε καταχωριστεί εντός της επιτρεπόμενης προθεσμίας, χωρίς όμως ο εναγόμενος να έχει ακόμη λάβει γνώση της εκκρεμούσης εναντίον του αγωγής. Τα πιο πάνω οδηγούν και στην ανάγκη κατάδειξης από μέρους του ενάγοντα της ύπαρξης τέτοιων εξαιρετικών περιστάσεων που να δικαιολογούν τόσο την επέκταση του χρόνου καταχώρισης της αίτησης για ανανέωση όσο και της ίδιας της ανανέωσης του Κλητηρίου. Απαιτείται επιπλέον, όπως εξάλλου αναφέρεται στο  λεκτικό της Δ.4 Θ.1, όπως ο ενάγοντας ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι έχει καταβάλει εύλογες προσπάθειες ώστε να επιδώσει στον εναγόμενο, ή να δείξει την ύπαρξη άλλων καλών λόγων.

 

Όπως λέχθηκε στην απόφαση Niki Christoforou Cosmetics Ltd ν Αγαθοκλή Στυλιανού (2005) 1 Α.Α.Δ. 273:

 

«Ορθά σημειώνεται στην πρωτόδικη απόφαση ότι ο σκοπός της Διαταγής 4, θ.1 είναι η χωρίς περισπασμούς προώθηση της δικαστικής διαδικασίας. Ο χρόνος επίδοσης του κλητηρίου εντάλματος στον εναγόμενο δεν μπορεί ανέλεγκτα να αφήνεται στον ενάγοντα. Η συγκεκριμένη διάταξη προσφέρεται ως ασφαλιστική δικλείδα για την αποτροπή του ενάγοντα από την αυθαίρετη και κατά το δοκούν επιλογή του χρόνου επίδοσης της αγωγής σε συγκεκριμένο εναγόμενο μετά την πάροδο 12 μηνών από της καταχώρησης του κλητηρίου και προώθησης έτσι της αγωγής όταν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές μόνο για τον ίδιο (τον ενάγοντα). Και είναι γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, που το δικαστήριο κατά την εξέταση αίτησης για ανανέωση του κλητηρίου εντάλματος οφείλει να διερευνά όχι μόνο τους λόγους μη επίδοσης της αγωγής αλλά και κατά πόσο ο ενάγοντας κατέβαλε στην περίοδο των 12 μηνών εύλογες προσπάθειες επίδοσης της αγωγής στον εναγόμενο. Το δικαστήριο εξετάζει κατά πόσο επηρεάζονται δικαιώματα του εναγόμενου προτού δώσει παράταση στην περίοδο των 12 μηνών ακόμα και στην περίπτωση όπου η αίτηση για ανανέωση υποβάλλεται πριν από την πάροδο των 12 μηνών. Η υποχρέωση του ενάγοντα να καταδείξει ότι κατέβαλε εύλογες προσπάθειες να επιδώσει την αγωγή συναρτάται και προς τις αρχές που διέπουν τη δίκαιη δίκη».

Το τι αποτελεί καλή αιτία για ανανέωση επεξηγήθηκε στην Αγγλική απόφαση Battersby and Others v Anglo-American Oil Co Ltd and Others (1944) 2 All E.R. 387, η οποία έχει κατ' επανάληψη υιοθετηθεί στην Κυπριακή Νομολογία:

 

«We conclude by saying that even when an application for renewal of a writ is made within 12 months of the date of issue, the jurisdiction given by Ord. 64, r. 7, ought to be exercised with caution. It is the duty of a plaintiff who issues a writ to serve it promptly, and renewal is certainly not to be granted as of course, on an application which is necessarily made ex parte. In every case care should be taken to see that the renewal will not prejudice any right of defence then existing, and in any case it should only be granted where the court is satisfied that good reasons appear to excuse the delay in service, as, indeed, is laid down in the order. The best reason, of course, would be that the defendant has been avoiding service, or that his address is unknown, and there may well be others. But ordinarily it is not a good reason that the plaintiff desires to hold up the proceedings while some other case is tried, or to await some future development. It is for the court and not for one of the litigants to decide whether there should be a stay, and it is not right that people should be left in ignorance that proceedings have been taken against them if they are here to be served. While a defendant who is served with a renewed writ can, no doubt, apply for it to be set aside on the ground that there was no good reason for the renewal, his application may very possibly come before a master or judge other than the one who made the order, and who will not necessarily know the grounds on which the discretion was exercised».

Με όλο το σέβας προς το Πρωτόδικο Δικαστήριο, αυτό δεν προέβη σε κανένα τέτοιο εύρημα. Κατά την αρχική έκδοση των διαταγμάτων στις 19.5.2021 στο πρακτικό καταγράφονται απλώς τα εξής:

 

«Αφού ανέγνωσα την Αίτηση και την Ένορκη Δήλωση που τη συνοδεύει (μαζί με τα επισυνημμένα τεκμήρια), κρίνω ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος. Συνεπώς εκδίδεται διάταγμα ως η παράγραφος Α + Β της Αίτησης».

 

Στην προσβαλλόμενη απόφαση στην αίτηση παραμερισμού, παρά το γεγονός ότι από πλευράς Εφεσείοντα είχαν εγερθεί τα πιο πάνω, το Πρωτόδικο Δικαστήριο περιορίστηκε στην παράθεση του ιστορικού της αγωγής και των εκατέρωθεν θέσεων των διαδίκων καταλήγοντας ότι:

 

«Η κάθε υπόθεση έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες. Το Δικαστήριο μέσα στα πλαίσια αίτησης για ανανέωση του κλητηρίου εντάλματος αφού στάθμισε τις αναγκαίες προϋποθέσεις και με βάση τα γεγονότα όπως αυτά περιλαμβάνονται στην ένορκη δήλωση της αίτησης για ανανέωση του κλητηρίου και το περιεχόμενο του φακέλου άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια και ανανέωσε το κλητήριο ένταλμα και περαιτέρω στα πλαίσια αίτησης για εκτός δικαιοδοσίας επίδοση έκδωσε διάταγμα για εκτός δικαιοδοσία επίδοσης υποκατάστατης επίδοσης της ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος».

 

Θα συμφωνήσουμε με την θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για τον Εφεσείοντα ότι το πιο πάνω κείμενο δεν καθιστά σαφείς τους λόγους για τους οποίους το Πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση για παραμερισμό των διαταγμάτων παράτασης του χρόνου καταχώρισης αίτησης και ανανέωσης του Κλητηρίου Εντάλματος. Δεν πρόκειται για κριτική επί τρόπου συγγραφής Δικαστικής απόφασης, όπως εισηγείται ο ευπαίδευτος συνήγορος για τους Εφεσίβλητους στην εμπεριστατωμένη του αγόρευση, αλλά για απουσία της απαραίτητης αιτιολόγησης  με «αναδίπλωση .της δικαστικής σκέψης»[2] προς επίλυση των συγκεκριμένων επίδικων θεμάτων, ζήτημα που άπτεται της δίκαιης δίκης στο πλαίσιο του Άρθρου 30 του Συντάγματος.

 

Απαιτείτο δε εν προκειμένω ιδιαίτερη αιτιολόγηση, αφού στην υπό κρίση περίπτωση, όπως εξάλλου αναγνωρίζει και ο ίδιος ο ευπαίδευτος συνήγορος για τους Εφεσίβλητους, το αγώγιμο δικαίωμα για το αστικό αδίκημα της απάτης εναντίον του Εφεσείοντα παραγράφηκε το 2019, η δε προηγούμενη της επίμαχης ανανέωση του Κλητηρίου Εντάλματος είχε γίνει από τις 28.9.2018. Όπως λέχθηκε στην Yiannoplast v Reda Allah (1991) 1 A.A.Δ.526:

 

«Η νομολογία έχει διαμορφώσει ορισμένες βασικές αρχές που διέπουν την άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου να εγκρίνει ή να αρνηθεί την ανανέωση κλητηρίων ενταλμάτων των οποίων η ισχύς έχει εκπνεύσει. Η επικρατέστερη προσέγγιση, όπως έχει καθοριστεί με τις πιο πρόσφατες υποθέσεις, βασίζεται σε μια θεμελιώδους σημασίας διάκριση μεταξύ δυο κατηγοριών περιπτώσεων. Η πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει τις περιπτώσεις στις οποίες είτε κατά το χρόνο που εκπνέει η ισχύς του εντάλματος είτε κατά το χρόνο της καταχώρησης της αίτησης, το αγώγιμο δικαίωμα (the cause of action) του ενάγοντα έχει νομοθετικά ή συμβατικά παραγραφεί. Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει τις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν υπεισέρχεται θέμα παραγραφής του αγώγιμου δικαιώματος του ενάγοντα είτε κατά το χρόνο που αναμένεται να λήξει η ισχύς του εντάλματος είτε κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για ανανέωση αν η αίτηση αυτή έχει καταχωρηθεί μετά που το ένταλμα έχει ήδη λήξει.

Αναφορικά με την πρώτη κατηγορία των περιπτώσεων υπάρχει μια σειρά υποθέσεων που, παρά τις μεταξύ τους διαφορές, μπορεί να λεχθεί ότι καθορίζουν την αρχή ότι το Δικαστήριο δεν πρέπει να ασκεί τη διακριτική του εξουσία υπέρ της ανανέωσης του εντάλματος, στερώντας έτσι τον εναγόμενο από τη βάσιμη κατά τα άλλα υπεράσπιση της παραγραφής, εκτός εάν υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις.

Αναφορικά με τη δεύτερη κατηγορία των περιπτώσεων, σύμφωνα με τη νομολογία, ο αιτητής επωμίζεται ουσιαστικά ελαφρότερο βάρος αποδείξεως. Δέστε τις υποθέσεις The Berny [1979] 1 Q.B. 80, και The "Helene Roth" [1980] 1 Ll.L.R. 477.».

 

(βλ. Μεταξύ άλλων Hewett v Barr 60 LJ.Q.B.268 και Heaven v Road and Rail Wagons (1965) 2 All E.R.409).

 

Τολμούμε να πούμε ότι η υπό κρίση αποτελεί κλασσικό παράδειγμα περίπτωσης όπου δεν θα έπρεπε να είχε εγκριθεί είτε παράταση του χρόνου καταχώρισης της αίτησης για ανανέωση του Κλητηρίου Εντάλματος είτε η ανανέωση του Κλητηρίου Εντάλματος 8 χρόνια μετά την προσθήκη του Εφεσείοντα σε αυτό και 15 χρόνια μετά τα επίδικα γεγονότα. Τα όσα δε αναφέρθηκαν από τους Εφεσίβλητους στις αλλεπάλληλες αιτήσεις για παράταση και ανανέωση του Κλητηρίου οδηγούν στο ότι, τουλάχιστον από το 2018, είχαν πλήρη και σαφή γνώση της διεύθυνσης όπου μπορούσε να ανευρεθεί ο Εφεσείοντας, πλην όμως επέλεξαν από μόνοι τους να μην προβούν καν σε προσπάθεια για επίδοση. Ούτε και τα όσα αναφέρονται ότι λάμβαναν χώρα τα προηγούμενα χρόνια μπορούν να θεωρηθούν ότι αποτελούν εύλογες προσπάθειες επίδοσης ή άλλους καλούς λόγους σύμφωνα με την Νομολογία. Όλα αυτά σε συνδυασμό με το γεγονός της παραγραφής του αγώγιμου δικαιώματος για το αστικό αδίκημα της απάτης, δεν δικαιολογούσαν την απόφαση για απόρριψη της αίτησης παραμερισμού.

 

Για τους πιο πάνω λόγους κατάληξη μας αποτελεί ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλλε όταν έκρινε ότι δεν θα έπρεπε να παραμεριστούν τα Διατάγματα ημερ. 19.5.2021 που αφορούσαν στην παροχή παράτασης του χρόνου καταχώρισης αίτησης για ανανέωση του Κλητηρίου Εντάλματος αλλά και στην ίδια την ανανέωση του Κλητηρίου Εντάλματος σε σχέση με τον Εφεσείοντα.  Η κατάληξη αυτή καθιστά άνευ αντικειμένου την εξέταση των λοιπών Λόγων Έφεσης.

 

Ως αποτέλεσμα τα Διατάγματα ημερ. 19.5.2021 που εκδόθηκαν στο πλαίσιο της αίτησης ημερ. 13.4.2021 παραμερίζονται.

 

Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του Εφεσείοντα και εναντίον των Εφεσιβλήτων €10.000.

 

 

                                                        Αλ. Παναγιώτου, Δ

 

 

                                                        Μ. Παπαδοπούλου, Δ

 

 

                                                        Ι. Στυλιανίδου, Δ



[1] «Μετά τη λήξη του κλητηρίου πρέπει να καταδειχθούν εξαιρετικές συνθήκες που να δικαιολογούν την αιτούμενη ανανέωση και επέκταση του χρόνου σύμφωνα με τη διαταγή Δ.64 Θ.7».

[2] L. Papaphilippou & Co Ltd v Δήμητρας Λουκά, (2014) 1 Α.Α.Δ.1193


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο