ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΕΦΕΤΕΙΟ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση αρ. 82/23)
(i-justice)
24 Οκτωβρίου, 2023
[ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ/στές]
Αναφορικά με την Διαταγή 35 Θεσμός 20 των Θεσμών της Πολιτικής Δικονομίας και το άρθρο 3 του Περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964.
Αναφορικά με την Αίτηση χωρίς ειδοποίηση ΕΞ ΠΑΡΤΕ της Ελένης Α. Γεωργίου από τον Φαρμακά - Λευκωσίας για παραχώρηση άδειας για καταχώρηση Έφεσης εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στην Αγωγή Αριθμός 2880/2010 λόγω λανθασμένων οδηγιών ως προς τα έξοδα.
Αναφορικά με την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στην Αγωγή Αριθμός 2880/2010 ημερομηνίας 18.10.2022 με την οποία απέρριψε την Αίτηση της Ενάγουσας-Αιτήτριας εξ ολοκλήρου και διέταξε όπως κάθε πλευρά να πληρώσει τα έξοδα της Αίτησης.
-----------------------------
Γ. Παπαθεοδώρου, για Αιτήτρια.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Στυλιανίδου, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Στυλιανίδου, Δ.: Με την παρούσα αίτηση χωρίς ειδοποίηση εγείρονται δύο ζητήματα που αφορούν τη διαδικασία ενώπιον των Εφετείου και τους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας του 2023 («οι Κανονισμοί»).
Πρώτον: Με την υπό κρίση αίτηση που καταχωρίστηκε στο Εφετείο στις 03.08.2023, η αιτήτρια αιτείται άδεια του Εφετείου με την οποία να επιτρέπεται η καταχώρηση έφεσης η οποία θα στρέφεται αποκλειστικά εναντίον διαταγής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερομηνίας 18.10.2022 για έξοδα. Εν όψει του ότι έχει κατά πολύ παρέλθει η προθεσμία για την καταχώριση έφεσης τίθεται ως θέμα αρχής ζήτημα αναφορικά με τον χρόνο υποβολής της αίτησης:
Στο Μέρος 41.22. των Κανονισμών (στο εξής αναφορά σε «Μέρος» αφορά τους Κανονισμούς), υπό τον τίτλο «Έφεση σε σχέση με τα έξοδα», προβλέπεται:
«(1) Έφεση που ασκείται επί αποφάσεως με μόνο λόγο εφέσεως τις λανθασμένες οδηγίες ως προς τα έξοδα, ή επί διατάγματος που αφορά στον υπολογισμό ή την αναθεώρηση του υπολογισμού των εξόδων δεν επιτρέπεται παρά μόνο κατόπιν αδείας του Εφετείου ή Δικαστή αυτού.
(2) Άδεια χορηγείται κατόπιν αιτήσεως χωρίς ειδοποίηση μόνο εάν προκύψει ότι οι οδηγίες ή το διάταγμα είναι αντίθετο προς τις πρόνοιες οποιουδήποτε νόμου ή κανονισμού, ή βασίζεται σε παρανόηση γεγονότος ή διατάσσει οποιοδήποτε διάδικο να καταβάλλει έξοδα που προκλήθηκαν χωρίς επαρκή αιτία, από άλλο διάδικο.»
Επομένως, η καταχώριση αίτησης για παροχή άδειας του Εφετείου αποτελεί απαραίτητο διαδικαστικό διάβημα.
Κατά τον χρόνο έκδοσης της επίδικης πρωτόδικης διαταγής για έξοδα, ίσχυε η Δ.35 θ.2. των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας ως προς την προθεσμία καταχώρισης έφεσης σύμφωνα με την οποία τελικές διαταγές που δεν αποτελούν αγωγές δεν θα καταχωρούνται μετά τη λήξη προθεσμίας δεκατεσσάρων ημερών, εκτός και αν ο χρόνος παραταθεί από το Δικαστήριο. Στην παρούσα υπόθεση έχει κατά πολύ παρέλθει η ως άνω προθεσμία για καταχώριση ειδοποίησης έφεσης και η αιτήτρια δεν έχει υποβάλει οποιαδήποτε αίτηση για παράταση του εν λόγω χρόνου.
Το Εφετείο κατά την ακρόαση της αίτησης έθεσε το σημείο αυτό στον ευπαίδευτο συνήγορο της αιτήτριας, ο οποίος υποστήριξε ότι σε περίπτωση που δοθεί άδεια από το Εφετείο για καταχώριση έφεσης, θα αρχίσει τότε να μετρά η προθεσμία σχετικά με το δικαίωμα καταχώρισης έφεσης. Δεν μας παρέπεμψε όμως σε οποιαδήποτε σχετική νομοθετική ρύθμιση ή αυθεντία που να υποστηρίζει τη θέση του. Αναφέρθηκε στην αγόρευση του στην ΜΙΒ Mariako Ltd και Άλλη ν. Γεώργιου Πούρου (2013) 1 ΑΑΔ 508 και στην Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Οικονομικών κ.α. ν. Milouca Motor Trading Ltd (2000) 1 ΑΑΔ 630. Σημείωσε ότι στην Mariako το Ανώτατο Δικαστήριο δεν προβληματίστηκε αναφορικά με το θέμα του χρόνου. Πράγματι, στην εν λόγω απόφαση η οποία εκδόθηκε σε έφεση κατά της διαταγής για τα έξοδα δεν γίνεται καμία δικαστική κρίση αναφορικά με το ζήτημα της προθεσμίας για καταχώρηση αίτησης για άδεια, ή για την καταχώριση της σχετικής έφεσης. Παρατηρούμε, όμως ούτε και προκύπτει από την παράθεση των γεγονότων στην εν λόγω έφεση ότι τίθετο ζήτημα εκπρόθεσμου. Ως εκ τούτου δεν μπορούμε να θεωρήσουμε την εν λόγω απόφαση ως αυθεντία επί του σημείου αυτού. Στη Milouca διαπιστώνουμε ότι το ζήτημα της διαταγής για έξοδα ήταν λόγος αντέφεσης, οπότε δεν τίθετο θέμα εξέτασης της προθεσμίας και ως εκ τούτου και πάλι η απόφαση δεν αποτελεί αυθεντία επί του σημείου που εξετάζουμε.
Θεωρούμε ότι η αίτηση για άδεια παράτασης του χρόνου για καταχώριση ειδοποίησης έφεσης θα έπρεπε να προηγηθεί της παρούσας αίτησης για άδεια καταχώρησης έφεσης που στρέφεται αποκλειστικά εναντίον διατάγματος που αφορά τα έξοδα.
Διαφορετικά, υπάρχει το ενδεχόμενο η εκδίκαση της παρούσας αίτησης να διεξαχθεί μάταια, εφόσον είναι δυνατόν να μην εκδοθεί σε κατοπινό στάδιο διάταγμα παράτασης χρόνου για την καταχώριση έφεσης. Αυτό το ενδεχόμενο καταστρατηγεί κατά την άποψή μας, τον πρωταρχικό σκοπό των Κανονισμών, ήτοι τον χειρισμό των υποθέσεων κατά τρόπο δίκαιο και με αναλογικό κόστος. Σύμφωνα με το Μέρος 1. 5. (2)(δ) το δικαστήριο προάγει τον πρωταρχικό σκοπό με την ενεργό διαχείριση των υποθέσεων, η οποία περιλαμβάνει και τη λήψη απόφασης ως προς τη σειρά επίλυσης των ζητημάτων.
Δεύτερον, ως νομική βάση επί της επίδικης αίτησης που καταχωρίσθηκε στο Εφετείο τέθηκαν οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας (Δ.35 θ.20) και όχι οι αντίστοιχοι σχετικοί Κανονισμοί οι οποίοι ίσχυαν κατά τον χρόνο της καταχώρισης της (Μέρος 41. 22. των Κανονισμών). Λόγω της ομοιότητας των αντίστοιχων προνοιών των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και των Κανονισμών αναφορικά με την επίδικη αίτηση στην οποία αναφερόμαστε πιο κάτω, θεωρούμε ότι με την παρούσα αίτηση τα ζητήματα προς εκδίκαση προσδιορίζονται επαρκώς και ότι ο πρωταρχικός σκοπός των Κανονισμών προάγεται με το να εκδικάσουμε την παρούσα αίτηση το συντομότερο δυνατόν χωρίς τη λήψη οποιουδήποτε άλλου διαβήματος αναφορικά με τη νομική βάση αυτής.
Εφαρμόζοντας τον πρωταρχικό σκοπό των Κανονισμών, είμαστε της άποψης ότι εφόσον η παρούσα αίτηση περιλαμβάνει τα απαραίτητα στοιχεία προς προσδιορισμό του τι ζητείται ενώπιον μας, και λόγω του ότι δεν επηρεάζεται τρίτο πρόσωπο, ο πρωταρχικός σκοπός εξυπηρετείται με τη διάσωση της αίτησης προς αποφυγή αχρείαστων διαδικασιών.
Περαιτέρω, παρότι η παρούσα αίτηση απορρίπτεται για τους λόγους που αναφέραμε πιο πάνω σε σχέση με τον χρόνο καταχώρισής της, θα καταλήγαμε στο ίδιο αποτέλεσμα και για επιπλέον λόγους που άπτονται των γεγονότων στα οποία στηρίζεται.
Εξηγούμε: Το Μέρος 41. 22. ταυτίζεται με το λεκτικό των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, Δ.35, θ.20. Δεδομένου τούτου θα εφαρμόσουμε τη σχετική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Στην πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου SAH V S-M B, Έφεση Αρ. 25/2022, ημερομηνίας 26.01.2023 κρίθηκε ως χρήσιμη η αναφορά στην Διγενής Ακρίτας Μόρφου ν. Τυπογραφεία K. Γιαλλουρής & Yιοί Λτδ, Πολ. Εφ. 36/19, ημερομηνίας 31.05.2019, ECLI:CY:AD:2019:B209 όπου αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Τα πλαίσια της Δ.35 θ.20 είναι περιορισμένα.
Το θεσμικό πλαίσιο παροχής άδειας εξηγήθηκε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Μάριου Ρούσου και της Τασούλλας Χριστοφή (1999) 1 ΑΑΔ 360, με αναφορά σε προηγούμενη νομολογία. Η εξουσία του Δικαστηρίου να επιτρέψει έφεση αποκλειστικά σε σχέση με τα έξοδα είναι περιορισμένη.
Η παροχή άδειας δικαιολογείται, όπως προκύπτει από το κείμενο της Δ.35 θ.20, μόνο εφόσον καθίσταται εμφανές ότι η απόφαση για τα έξοδα (α) αντίκειται προς το νόμο ή διαδικαστικό κανονισμό, (β) βασίζεται σε παρανόηση των γεγονότων ή (γ) όπου διατάσσεται ένας διάδικος να καταβάλει τα έξοδα του άλλου, χωρίς επαρκή λόγο (βλ., επίσης, Αναφορικά με την Αίτηση της Ελένης Στεφάνου - Μετζίτη (2010) 1 ΑΑΔ 891).
Η παροχή άδειας δεν αφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, αλλά συναρτάται με τη στοιχειοθέτηση από τον αιτητή τουλάχιστον μιας των προϋποθέσεων που καθορίζει η Δ.35 θ.20».
Στην παρούσα υπόθεση δεν εξειδικεύτηκε με την ένορκη δήλωση της αιτήτριας, οτιδήποτε που να εμπίπτει σε οποιαδήποτε από τις τρεις ως άνω προϋποθέσεις. Ούτε και υποστηρίχτηκε οποιαδήποτε επιχειρηματολογία σε σχέση με νομικό σημείο που αφορά τις ως άνω προϋποθέσεις είτε με την αίτηση είτε με την αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου της αιτήτριας, που να δεικνύει την τήρηση οποιασδήποτε από αυτές.
Σχετικά με την πρώτη προϋπόθεση, ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας υποστηρίζει ότι ισχύει ο «κανόνας λογικής» ότι τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα. Τονίζουμε ότι ο εν λόγω «κανόνας» δεν προκύπτει από νόμο ή κανονισμό όπως απαιτείται από την πιο πάνω προϋπόθεση, αλλά αποτελεί, σύμφωνα με τη νομολογία, γνώμονα για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου να εκδώσει διαταγή ως προς τα έξοδα. Παραπέμπουμε σχετικά στην Νικολάου ν. Βασιλείου (1999) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1566:
«Η έκδοση διαταγής για τα έξοδα εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του εκδικάσαντος δικαστηρίου. Γνώμονα για την άσκηση της αποτελούν τα γεγονότα της υπόθεσης κυρίως το αποτέλεσμα. Όταν δεν συντρέχουν ικανοί λόγοι προς το αντίθετο τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα (Βλ. Eleftheriou v. Rousou and Another (1958) 23 C.L.R. 191, Αρέστη ν. Λαδόκονου (1996) 1 A.A.Δ. 646, Ζαβρού ν. Μιχαηλίδη (1996) 1 A.A.Δ. 477 και Χαψή κ.ά. ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (1997) 1 A.A.Δ. 1403).»
Σε σχέση με τη δεύτερη ως άνω προϋπόθεση, με σκοπό να διακριβώσουμε αν η πρωτόδικη απόφαση βασίζεται σε «παρανόηση γεγονότος», διεξήλθαμε του πρακτικού της ακρόασης ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, της αιτιολογημένης απόφασής του και των όσων τέθηκαν ενώπιον μας με την αγόρευση εκ μέρους της αιτήτριας, της αίτησης και της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει αυτή με προσοχή. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού άκουσε τους διαδίκους, αποφάσισε να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ της έκδοσης διατάγματος όπως η κάθε πλευρά επωμισθεί τα έξοδα της. Εν συντομία, τα σχετικά γεγονότα τα οποία έλαβε υπόψη το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν τα εξής: Η αιτήτρια στην παρούσα αίτηση ήταν η εναγόμενη 1 και καθ' ης η αίτηση στην ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου διαδικασία σε αίτηση μηνιαίων δόσεων. Η αιτήτρια καταχώρησε ένσταση στις 26.11.2020 προβάλλοντας ισχυρισμούς για διάφορα προβλήματα υγείας και οικονομικά προβλήματα, ειδικότερα ότι ήταν λήπτρια του κρατικού βοηθήματος Ε.Ε.Ε. Από τα πρακτικά του Δικαστηρίου προκύπτει ότι η υπόθεση αναβλήθηκε αρκετές φορές από κοινού με δηλωμένη πρόθεση εξεύρεσης συμβιβασμού όπως επίσης και για λόγους πανδημίας. Η αιτήτρια ουδέποτε εμφανίστηκε στο Δικαστήριο εν όψει των ιατρικών προβλημάτων της. Οι στην πρωτόδικη διαδικασία ενάγοντες - αιτητές ζήτησαν και έλαβαν στοιχεία από τους δικηγόρους της αιτήτριας ώστε να εισηγηθούν στους πελάτες τους την απόσυρση της αίτησης εναντίον της, πράγμα που επιτεύχθηκε τελικά την 18.10.2022, ημερομηνία κατά την οποία ο δικηγόρος της αιτήτριας ζήτησε έξοδα εναντίον των εναγόντων - αιτητών στην αίτηση μηνιαίων δόσεων που αποσύρθηκε. Η δικηγόρος των εναγόντων - αιτητών στην πρωτόδικη διαδικασία ζήτησε όπως η κάθε πλευρά επωμισθεί τα έξοδά της. Κατόπιν ακρόασης το πρωτόδικο Δικαστήριο, εξέδωσε επαρκώς αιτιολογημένη απόφαση, με την οποία παρέθεσε με λεπτομέρεια τα ενώπιον του στοιχεία όπως προβλήθηκαν τόσο από τους δικηγόρους των διαδίκων όσο και από όσα προκύπταν από τον φάκελο της υπόθεσης. Έλαβε δε υπόψη με ρητή αναφορά, την καθιερωμένη αρχή ότι τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα εκτός αν συντρέχουν περιστάσεις που να δικαιολογούν παρέκκλιση. Στις Milouca και Mariako όπου μας παρέπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας αναφέρθηκε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, στις εν λόγω υποθέσεις όφειλε να ασκήσει δικαστικά τη διακριτική του ευχέρεια ως προς την επιδίκαση εξόδων και ότι στην απουσία βάσιμου λόγου που να δικαιολογήσει διαφοροποίηση , η διαταγή ως προς τα έξοδα δεν θα μπορούσε παρά να ακολουθήσει το αποτέλεσμα της διαδικασίας. Θεωρούμε ότι προκύπτει από το σκεπτικό του πρωτόδικου Δικαστηρίου στην παρούσα υπόθεση, ότι άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια και κατέληξε στην κρίση του βάσει των ενώπιον του δεδομένων και γεγονότων.
Κανένα από τα γεγονότα στα οποία αναφέρθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αμφισβητήθηκε από την αιτήτρια είτε ενώπιον μας είτε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ώστε να διαπιστώσουμε έστω την ελάχιστη «παρανόηση γεγονότων.» Επομένως ούτε η δεύτερη προϋπόθεση δεν ικανοποιείται.
Η τρίτη προϋπόθεση είναι εμφανώς άσχετη με την παρούσα υπόθεση εφόσον δεν διατάχθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο η αιτήτρια να καταβάλει τα έξοδα άλλου διαδίκου.
Τέλος, σημειώνεται ότι παρά του ότι με την παρούσα αίτηση ζητείται από το Εφετείο η άδεια για καταχώριση έφεσης, στην γραπτή αγόρευση του συνηγόρου της αιτήτριας, αμφισβητείται η ορθότητα απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας όπου απορρίφθηκε αίτηση που καταχώρισε εκεί η αιτήτρια ζητώντας την ίδια άδεια. Τονίζουμε ότι η παρούσα αίτηση δεν αποτελεί έφεση εναντίον της εν λόγω απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου και έτσι τα όσα αναφέροντα σχετικά στην αγόρευση δεν χρήζουν σχολιασμού.
Εν όψει των πιο πάνω η αίτηση απορρίπτεται.
Αλ. Παναγιώτου, Δ.
Μ. Παπαδοπούλου, Δ.
Ι. Στυλιανίδου, Δ.