ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΕΦΕΤΕΙΟ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε154/2022)
29 Σεπτεμβρίου, 2023
[ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ/στές]
1. (α) ΑΛΕΚΑΣ Π. ΠΑΠΑΚΟΚΚΙΝΟΥ, ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑΣ ΤΗΣ
ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Γ. ΠΑΠΑΚΟΚΚΙΝΟΥ - ΕΙΣ
ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Γ. ΠΑΠΑΚΟΚΚΙΝΟΥ, ΒΕΡΕΓΓΑΡΙΑΣ Π. ΠΑΠΑΚΟΚΚΙΝΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΤΗΣ 15.12.14
(β) ΑΛΕΚΑΣ Π. ΠΑΠΑΚΟΚΚΙΝΟΥ, ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑΣ ΤΗΣ
ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Γ. ΠΑΠΑΚΟΚΚΙΝΟΥ
2. ΑΛΕΚΑΣ (ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ) Π. ΠΑΠΑΚΟΚΚΙΝΟΥ ΥΠΟ ΤΗΝ
ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ
ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΗΣ ΒΕΡΕΓΓΑΡΙΑΣ Π. ΠΑΠΑΚΟΚΚΙΝΟΥ ΗΜΕΡ.
15.12.14 ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
3. ΑΛΕΚΑΣ Π. ΠΑΠΑΚΟΚΚΙΝΟΥ
Εφεσείουσες
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ
Εφεσίβλητη
-----------------------------
Αλέκα Παπακόκκινου (κα), για τις Εφεσείουσες.
Αντώνης Μελάς, για την Εφεσίβλητη.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα απαγγελθεί από την Στυλιανίδου, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ, Δ: Η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου με την οποία απορρίφθηκε αίτηση της Εφεσείουσας ημερομηνίας 25.2.2020 για διόρθωση των πρακτικών («η αίτηση για διόρθωση πρακτικών») σε διαδικασίες που διεξήχθησαν ενώπιον άλλου Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου. Στρέφεται επίσης εναντίον ενδιάμεσης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε αίτηση της Εφεσείουσας ημερομηνίας 18.5.2021 με την οποία ζητούνταν, μεταξύ άλλων, η διαγραφή της ένστασης της Εφεσίβλητης στην αίτηση για διόρθωση πρακτικών, η καταχώριση «Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης της Αλέκας Π. Παπακόκκινου» στην αίτηση για διόρθωση πρακτικών και η αντεξέταση του ενόρκως δηλούντα στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την ένσταση της Εφεσίβλητης αναφορικά με την αίτηση για διόρθωση πρακτικών.
Κατά την ημερομηνία ακρόασης της έφεσης ενώπιον μας στις 27.9.2023, διαπιστώθηκε ότι παρά τις οδηγίες για περιγράμματα στην παρούσα έφεση που δόθηκαν στις 24.1.2023 από το Ανώτατο Δικαστήριο στην παρουσία και των δύο πλευρών, η Εφεσίβλητη παρέλειψε να καταχωρίσει το δικό της περίγραμμα, χωρίς να έχει υποβληθεί οποιοδήποτε αίτημα για παράταση της δοθείσας προθεσμίας. Εν όψει τούτου, η Εφεσίβλητη δεν ακούσθηκε κατά την ακρόαση της έφεσης ενώπιον μας, στο πλαίσιο της οποίας αγόρευσε μόνο η Εφεσείουσα (βλ. Μέρος 41.18 (2) των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας του 2023).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, με αναφορά σε νομολογία, ήτοι στις αποφάσεις Σωτηριάδης ν. Βασιλείου και Άλλων (Αρ. 1) (1992) 1(Β) ΑΑΔ 801 και Μορφίτης ν. Δήμου Λεμεσού (2002) 2 ΑΑΔ 375, απέρριψε την αίτηση για διόρθωση του πρακτικού με το σκεπτικό ότι δεν είχε εξουσία να την εξετάσει εφόσον τέτοια εξουσία έχει μόνο το Δικαστήριο το οποίο βάσει της νομολογίας «έχει την ευθύνη του πρακτικού». Έκρινε ότι την ευθύνη του πρακτικού είχε το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου διαδραματίστηκαν τα γεγονότα στον ουσιαστικό χρόνο, στο οποίο όπως αναφέραμε πιο πάνω προέδρευε τότε άλλη Δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου.
Συμφωνούμε με την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου και σημειώνουμε προς επίρρωση του σκεπτικού του και ό,τι αποφασίσθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ ν. ΚΩΣΤΑΚΗ ΤΑΒΕΛΟΥΔΗ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 107/2016, 11.9.2017:
«Όπως ήδη λέχθηκε, στην υπό κρίση περίπτωση ζητούμενο ήταν η τροποποίηση και/ή διόρθωση και/ή συμπλήρωση των πρακτικών της δικαστικής διαδικασίας που αφορούσε την αγωγή 6363/2005. Η διαδικασία όμως αυτή έλαβε χώραν ενώπιον Επαρχιακού Δικαστή άλλου από αυτόν ενώπιον του οποίου τέθηκε και κρίθηκε η επίδικη αίτηση για τροποποίηση των πρακτικών. Το δεδομένο αυτό έχει καταλυτικές συνέπειες ως προς το αποτέλεσμα της ενώπιόν μας έφεσης. Εντοπίζεται, δηλαδή, το άτοπο της εξέτασης αιτήματος για διόρθωση των πρακτικών και ελέγχου του περιεχομένου τους από Δικαστή ο οποίος δεν χειρίστηκε την πρωτόδικη διαδικασία. Το πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού θα έπρεπε - ενεργώντας με βάση πάγια τακτική, αλλά και ορθολογιστικά, λόγω της φύσης της όλης διαδικασίας διόρθωσης των πρακτικών - να είχε θέσει την επίδικη αίτηση για διόρθωση ενώπιον του εκδικάσαντος Δικαστή, ως του μόνου αρμοδίου να εξετάσει το ενδεχόμενο διαμόρφωσης των υπό αναφορά πρακτικών. (Επίσημος Παραλήπτης ως Εκαθαριστής της Apak Agro Ind. Ltd κ.ά., σελίδα 330, (ανωτέρω)).
Συνεπώς, η Δικαστής η οποία εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση δεν είχε αρμοδιότητα, ούτε και σύμφυτη εξουσία να χειριστεί το όλο θέμα διόρθωσης των πρακτικών. Τα πρακτικά δικαστικής διαδικασίας τηρούνται με ευθύνη του Δικαστή ενώπιον του οποίου διεξάγεται. Αυτός και μόνο διατηρεί τον αποκλειστικό έλεγχο της ορθότητας του περιεχομένου τους, αλλά και περιβάλλεται με τη σύμφυτη εξουσία διόρθωσής τους, όπου διαπιστώνεται ότι συντρέχει λόγος.»
Σύμφωνα με όσα ανέφερε ενώπιον μας κατά την ακρόαση της έφεσης η κυρία Παπακόκκινου, κατά τον χρόνο εκδίκασης της αίτησης για διόρθωση των πρακτικών η Δικαστής ενώπιον της οποίας έλαβαν χώρα οι σχετικές διαδικασίες δεν υπηρετούσε πλέον στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου. Δεν παραβλέπουμε το ότι δεν υπάρχει ρητή αναφορά στη νομολογία σε σχέση με ανάλογες περιστάσεις. Παρατηρούμε όμως, ότι η νομολογία προβλέπει ότι παρέχεται ευχέρεια στο Εφετείο που εκδικάζει την ουσία της έφεσης, εφόσον διαπιστώσει ότι ισχύουν εξαιρετικές περιστάσεις και υπό προϋποθέσεις, να προχωρήσει το ίδιο σε τροποποίηση του πρακτικού (Βλ. Α/φοί E. Αναστασίου Λτδ ν. Μυλωνά (1997) 1(Γ) ΑΑΔ 1280).
Σημειώνουμε ότι η ειδοποίηση έφεσης αναφορικά με την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου στην αίτηση διόρθωσης πρακτικών περιλαμβάνει 15 λόγους έφεσης, οι οποίοι εστιάζονται σε ισχυριζόμενα λάθη και παραλείψεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου και σε αιτιάσεις αναφορικά με ισχυριζόμενη καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων της Εφεσείουσας. Εν όψει της πιο πάνω κατάληξής μας ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν είχε εξουσία να εξετάσει την αίτηση για διόρθωση πρακτικών, οι πιο πάνω λόγοι έφεσης καθίστανται άνευ αντικειμένου.
Στρεφόμαστε τώρα στους λόγους έφεσης αναφορικά με την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου για απόρριψη της αίτησης ημερομηνίας 18.5.2021, ως περιγράφεται ανωτέρω.
Δεδομένης της απόφασής μας ότι ορθά έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν είχε εξουσία να εκδικάσει την αίτηση για διόρθωση πρακτικών, αναπόδραστα, τα όσα περιλαμβάνονταν στις ένορκες δηλώσεις των διαδίκων ουδόλως θα επηρέαζαν την έκβαση της αίτησης για διόρθωση πρακτικού. Ανεξαρτήτως τούτου, θεωρούμε ότι ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια ώστε να απορρίψει την αίτηση για αντεξέταση εφόσον εύστοχα επεσήμανε ότι «βασικό κριτήριο είναι οι λόγοι για τους οποίους ζητείται η αντεξέταση που θα πρέπει να σχετίζοντα με τις ανάγκες της διαδικασίας και δεν παρέχεται η ευχέρεια για έγκριση αιτήματος αντεξέτασης που δεν σχετίζεται αυστηρά με τις προϋποθέσεις εξέτασης των επιδίκων θεμάτων στην κύρια αίτηση».
Δεν παραβλέπουμε το ότι κατά την προφορική αγόρευση της ενώπιον μας η κυρία Παπακόκκινου επικεντρώθηκε με σθένος στον ισχυρισμό της ότι ο ενόρκως δηλών αναφορικά με τον οποίο υπήρχε αίτημα για αντεξέταση, δεν είχε ιδία γνώση των γεγονότων της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου σε σχέση με την οποία καταχωρίστηκε η αίτηση και κατά την δική της αντίληψη η πληροφόρηση που ο ενόρκως δηλών αναφέρει ότι είχε, προερχόταν από άλλη δικηγόρο που επίσης δεν είχε ιδία σχετική γνώση. Επαναλαμβάνουμε ότι εφόσον η κυρίως αίτηση ορθά κρίθηκε με στήριξη σε ένα και μοναδικό αδιαμφισβήτητο γεγονός, η εξέταση των όποιων θέσεων της κυρίας Παπακόκκινου για θέματα περί αποδεκτής μαρτυρίας του ενόρκως δηλούντος, παρέλκει.
Παρομοίως, ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο, με αναφορά στην ορθή νομική βάση και τη σχετική νομολογία, άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια ώστε να απορρίψει το αίτημα για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης εφόσον εύστοχα διέκρινε ότι στόχος συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης πρέπει να είναι η ακρόαση της κυρίως αίτησης να γίνει στη βάση των γεγονότων που είναι αναγκαία για την υποστήριξη των θέσεων διαδίκων. Εν προκειμένω, τονίζουμε ότι ένα ήταν το γεγονός που ήταν αναγκαίο για την κρίση της κυρίως αίτησης για διόρθωση πρακτικού: το γεγονός ότι η ίδια δεν ήταν η Δικαστής ενώπιον της οποίας εξελίχθηκε η διαδικασία την οποία αφορούσε η αίτηση διόρθωσης πρακτικού.
Καταλήγουμε επομένως ότι ορθά κρίθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν καταδείχθηκε κανένας «καλός λόγος» για την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας για καταχώριση συμπληρωματικής δήλωσης.
Τέλος, θα εξετάσουμε την απόρριψη του αιτήματος της Εφεσείουσας για διαγραφή της ένστασης στην αίτηση για διόρθωση πρακτικού και της ένορκης δήλωσης που τη συνόδευε.
Στην ΟΜ INVESTMENTS & FINANCE LIMITED κ.α. ν. LAPWING LIMITED, Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 195/2012 και 196/2012, 17.10.2018 λέχθηκε:
«Όπως έχουμε προαναφέρει, η διαγραφή δικογράφου συνιστά εξαιρετικό μέτρο και δικαιολογείται μόνο εάν αυτό κρίνεται αναντίλεκτα ανυπόστατο. Άλλως, η διαγραφή θα συνεπαγόταν και παραβίαση δικαιώματος του διαδίκου προς αναζήτηση θεραπείας από δικαστήριο στο οποίο δικαιούται να προσφύγει, δικαίωμα που κατοχυρώνεται από το Άρθρο 30.1 του Συντάγματος».
Λέχθηκε επίσης:
«Κάθε αίτημα για διαγραφή δικογράφων συνιστά, από τη φύση του και λόγω των επιπτώσεων που ενέχει εξαιρετικό μέτρο. Όπως είναι πάγια νομολογημένο, απόφαση προς διαγραφή δικαιολογείται μόνο όταν χωρίς καμία αμφισβήτηση το δικόγραφο στερείται νομικού ή πραγματικού ερείσματος. Στην πορεία εξέτασης αιτήματος για διαγραφή το υπό κρίση δικόγραφο αξιολογείται αυτοτελώς με βάση την αντικειμενική υπόσταση του περιεχομένου του και ανεξάρτητα από τη μαρτυρία που το υποστηρίζει (In Re Pelmaco Development Ltd (1991) 1 ΑΑΔ 246). »
Το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά στην παρούσα υπόθεση βασίστηκε στον λόγο της Pelmaco ανωτέρω, και απέρριψε το αίτημα για διαγραφή. Επεσήμανε ορθά ότι η επίκληση της συμφυούς δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου για τη διαγραφή δικογράφου ασκείται με εξαιρετική φειδώ και μόνο εφόσον διαπιστώνεται ότι το δικόγραφο συνιστά κατάχρηση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου δηλαδή χρήση των μέσων δικαίου δι' αλλότριους σκοπούς.
Τίποτε από τα όσα τέθηκαν ενώπιον τόσο του πρωτόδικου Δικαστηρίου όσο και ενώπιον μας από την Εφεσείουσα δεν ικανοποιεί τα αυστηρά κριτήρια που τίθενται σε σχέση με τη διαγραφή δικογράφου.
Σχετικά με τη διαγραφή της ένορκης δήλωσης σχετικές είναι οι αρχές που παρατίθενται στην Soboh Petroleum (Cyprus) Ltd v Hussein Ali Nasrat Abdallah (2013) 1 Α.Α.Δ. 1520:
«Η Δ.39 θ. 18 και η Δ.19 θ. 26 των Θεσμών, στις οποίες, μεταξύ άλλων, στηρίζεται η αίτηση, παρέχουν τη δυνατότητα να διαγραφεί - η μεν πρώτη από ένορκη δήλωση, η δε δεύτερη από δικόγραφο - οτιδήποτε είναι αχρείαστο ή σκανδαλώδες, ή το οποίο τείνει να επηρεάσει δυσμενώς, ή να προκαλέσει αμηχανία, ή να καθυστερήσει τη δίκαιη δίκη της αγωγής.»
Εξετάσαμε με προσοχή το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης της οποίας αιτήθηκε η διαγραφή. Συμφωνούμε με την επισήμανση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι κυρίως οι αναφορές του ενόρκως δηλούντα αφορούν νομικά θέματα. Δεν παρέχεται η ευχέρεια διαγραφής ένορκης δήλωσης για το λόγο απλώς και μόνο ότι άλλος διάδικος διαφωνεί με το περιεχόμενο αυτής ή ισχυρίζεται ότι αυτό είναι ψευδές.
Δεδομένης της κατάληξης μας αναφορικά με την ορθότητα της απόφασης του Δικαστηρίου στην αίτηση της Εφεσείουσας ημερομηνίας 18.5.2021 ως περιγράφεται ανωτέρω, παρέλκει η εξέταση των 19 λόγων έφεσης εφόσον ουδόλως θα επηρέαζαν το αποτέλεσμα της έφεσης. Οι λόγοι αυτοί εστιάζονται σε ισχυριζόμενα λάθη και παραλείψεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου, σε αιτιάσεις αναφορικά με ισχυριζόμενη καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων της Εφεσείουσας και σε ισχυριζόμενη προκατάληψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Εν πάση περιπτώσει δεν έχουμε εντοπίσει οτιδήποτε στην πρωτόδικη απόφαση που να υποστηρίζει ή να δίδει έρεισμα στους πιο πάνω ισχυρισμούς.
Εν όψει των πιο πάνω, οι πρωτόδικες αποφάσεις του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου επικυρώνονται.
Λόγω της μη συμμετοχής της Εφεσίβλητης κατά την ακρόαση της έφεσης δεν εκδίδεται οιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
Αλ. Παναγιώτου, Δ.
Μ. Παπαδοπούλου, Δ.
Ι. Στυλιανίδου, Δ.