ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(Ποινική Έφεση Αρ.: 100/2023)
11 Σεπτεμβρίου 2023
[Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Γ. ΚΥΡΙΑΚΙΔΟΥ, Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
LYUDMILA SOKOLOVA
Εφεσείουσας
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Εφεσίβλητης
------------------------------
Α. Αλεξάνδρου, για Εφεσείουσα
Μ. Παπαγεωργίου για Γενικόν Εισαγγελέα, για Εφεσίβλητη
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.Ε.: Η απόφαση είναι ομόφωνη. Θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Γ. Κυριακίδου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Δοθείσα Αυθημερόν)
ΚΥΡΙΑΚΙΔΟΥ, Δ.Ε.: Η Εφεσείουσα βρέθηκε ένοχη πρωτοδίκως κατόπιν παραδοχής της, σε τέσσερις κατηγορίες που αφορούσαν σοβαρά τροχαία αδικήματα, τα οποία διαπράχθηκαν την 1η Δεκεμβρίου 2022 και επιπρόσθετα λήφθηκαν υπόψη άλλες τρεις υποθέσεις για παρόμοιας φύσεως αδικήματα τα οποία διαπράχθηκαν μεταξύ 26/7/2022 - 15/10/2022. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 7 μηνών στην κατηγορία της οδήγησης από πρόσωπο που του είχε αποστερηθεί από Δικαστήριο η ικανότητα να κατέχει άδεια οδήγησης (2η κατηγορία), 3 μηνών φυλάκιση στην κατηγορία της οδήγησης υπό την επήρεια αλκοόλης (1η κατηγορία) και ενός μηνός φυλάκιση στην κατηγορία της οδήγησης χωρίς πιστοποιητικό ασφάλισης ευθύνης έναντι τρίτου (3η κατηγορία), ενώ δεν επέβαλε οποιαδήποτε ποινή στην κατηγορία της ανυπακοής σε νόμιμες διαταγές (4η κατηγορία). Επιπρόσθετα, επέβαλε 5 βαθμούς ποινής στην 1η κατηγορία καθώς και στέρηση δυνατότητας να κατέχει άδεια οδήγησης ενός έτους στην 3η κατηγορία.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αναφέρθηκε στις προβλεπόμενες από τον Νόμο ποινές καθώς και τη σχετική νομολογία, επεσήμανε τα πιο κάτω σημαντικά αναφορικά με την οδική συμπεριφορά της Εφεσείουσας:
«Στρεφόμενος στα δεδομένα της υπό κρίση υπόθεσης, παρατηρώ ότι η Κατηγορούμενη, επέδειξε πλήρη αδιαφορία για την ύπαρξη Δικαστικού Διατάγματος και αποφάσισε να οδηγήσει κατά τη διάρκεια της ισχύος της ανικανότητας που της είχε επιβληθεί και μάλιστα χωρίς να κατέχει πιστοποιητικό ασφάλισης. Την ίδια ώρα οδηγούσε και υπό την επήρεια οινοπνευματωδών ποτών με αναλογία αλκοόλης πέραν του τριπλασίου από το νόμιμο όριο. Σημειώνω ότι στην υπόθεση 4631/22 του Ε.Δ. Πάφου, που είναι μια εκ των οποίων λαμβάνεται υπόψιν, είχε εκδοθεί την 26.07.2022 διάταγμα απαγόρευσης χρήσης μηχανοκίνητου οχήματος εναντίον της κατηγορούμενης, στα πλαίσια του άρθρου 49Α(1) του Περί Άδειας Οδηγήσεως Νόμου με ισχύ μέχρι την περάτωση της υπόθεσης. Αυτό ήταν και το Διάταγμα του Δικαστηρίου που παράκουσε η κατηγορούμενη.
Αυτή η οδική συμπεριφορά δεν μπορεί παρά να χαρακτηριστεί ως απαράδεκτη, αντικοινωνική και εγωιστική. Ανυπακοή σε δικαστικά διατάγματα θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με αυστηρότητα δια της επιβολής αποτρεπτικών ποινών έχοντας υπόψη τις ενδεχόμενες συνέπειες των ενεργειών της Κατηγορούμενης, και μάλιστα σε μία περίοδο που τα σοβαρά ατυχήματα βρίσκονται δυστυχώς σε έξαρση. Τα Δικαστήρια θα πρέπει να αποστέλλουν ξεκάθαρο μήνυμα ότι τέτοιες συμπεριφορές δεν μπορούν να γίνονται ανεκτές. Αυτές δε, καθιστούν αναγκαία και προεξέχουσας σημασίας την προστασία του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου. οι οδηγοί και οι χρήστες του δρόμου πρέπει να διακατέχονται από το αίσθημα της ασφάλειας και της βεβαιότητας για τη ζωή και σωματική τους ακεραιότητα η οποία δεν θα πρέπει να επηρεάζεται από συμπεριφορές του είδους που επέδειξε η κατηγορούμενη.
Με όλο τον σεβασμό προς τον κο Αλεξάνδρου, δεν μπορώ να αποδεχτώ ως δικαιολογία την θέση ότι η Κατηγορούμενη ενήργησε με αυτόν τον άκρως επικίνδυνο και εγωιστικό τρόπο ένεκα της θλίψης και της κακής ψυχολογικής κατάστασης που βίωνε από τον Ιούλιο του 2022 λόγω της αγωνίας της τύχης της ζωής του υιού της αλλά και λόγω της απώλειας της αδερφής της αρκετούς μήνες προηγουμένως (Ιανουάριο του 2022). Η Κατηγορούμενη αφ' ής στιγμής αποφάσισε να διαχειριστεί το πένθος της καταναλώνοντας αλκοολούχα ποτά, όφειλε και έπρεπε να παραμείνει στο σπίτι της και σε κάθε περίπτωση όχι να οδηγήσει θέτοντας με αυτό τον τρόπο σε κίνδυνο την ζωή των συνανθρώπων της. Μπορούσε μάλιστα να αναζητήσει ιατρική ή άλλη επαγγελματική συμβουλή για το ομολογουμένως βαρύ οικογενειακό της δράμα.
Δεν θα πρέπει επίσης να παραγνωρίζεται ότι στην παρούσα υπόθεση λαμβάνονται υπόψιν ακόμη τρεις υποθέσεις με παρόμοια παραβατική συμπεριφορά. Στην Ιωάννου ν. Γενικού Εισαγγελέα (2005) 2 Α.Α.Δ. 598 λέχθηκε ότι όταν το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και άλλα αδικήματα μπορεί να επιβάλει μεγαλύτερη ποινή στις κατηγορίες που περιλαμβάνονται στο κατηγορητήριο, από εκείνη που θα επέβαλλε αν είχε ενώπιον του μόνο αυτές τις κατηγορίες (βλ. επίσης Γενικός Εισαγγελέας ν. Cham & άλλων (1993) 2 Α.Α.Δ 129, Ιωάννου ν. Αστυνομίας (2001) 2 ΑΑΔ 382 και Παντελής Κυριάκου ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2005) 2 Α.Α.Δ 598).
Ως δε προκύπτει από τις υπό αναφορά υποθέσεις που λαμβάνονται υπόψιν τα αδικήματα που διαπράχθηκαν είναι πανομοιότυπα σε είδος και σοβαρότητα ενώ και η συχνότητα σε συνδυασμό με τη χρονική διάρκεια εντός της οποίας αυτά διαπράχθηκαν επιτείνει την σοβαρότητα τους. Συγκεκριμένα μέσα σε ένα χρονικό διάστημα τεσσάρων περίπου μηνών ήτοι μεταξύ των ημερομηνιών 26/07/22 και 01/12/22 η Κατηγορούμενη παράκουσε τη διαταγή του Δικαστηρίου να μην οδηγήσει μηχανοκίνητο όχημα σε ακόμα δυο περιπτώσεις ήτοι την 18.08.2022 και την 15.10.2022, και οδήγησε υπό την επήρεια αλκοόλης και χωρίς πιστοποιητικό ασφάλισης ευθύνης έναντι τρίτου σε τρεις περιπτώσεις, ήτοι την 18.08.2022, την 15.10.2022 και την 01.12.2022. Επιπρόσθετα το αδίκημα της οδήγησης υπό την επήρεια αλκοόλης το διέπραξε και τέταρτη φορά στις 26.07.2022, και μάλιστα με αναλογία αλκοόλης στα 132 αντι 22 εκατομμυριοστά του γραμμαρίου αλκοόλης σε κάθε 100 χιλιοστά του λίτρου εκπνοής.
Οι ως άνω πράξεις της Κατηγορούμενης καταδεικνύουν, με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο συμπεριφορά περιφρόνησης ενάντια στην ίδια την έννομη τάξη ενώ την ίδια ώρα διαβρώνουν το αίσθημα ασφάλειας του κοινού και ιδιαίτερα των υπολοίπων χρηστών των δρόμων. Μόνο ως απαράδεκτη και καταδικαστέα μπορεί να χαρακτηριστεί. Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι η Κατηγορούμενη ενήργησε χωρίς φραγμό και με πλήρη αδιαφορία για τους νόμους και κανονισμούς της Δημοκρατίας η οποία την φιλοξενεί στα εδάφη της. Σε τέτοιες περιπτώσεις προβάλει επιτακτικά η ανάγκη για επιβολή αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών. Σχετική επί του θέματος είναι και η απόφαση R ν. Griffiths [1984] Crim. L.R. 628, στην οποία γίνεται ρητή μνεία ότι από το γενικό κανόνα που απαιτεί ότι ο δράστης πρέπει να είναι σε θέση να αντιληφθεί τον κίνδυνο, εξαιρείται η περίπτωση των προσώπων που έθεσαν οι ίδιοι τους εαυτούς τους υπό την επήρεια οινοπνευματωδών ποτών (self-induced intoxication) όπως και στην παρούσα περίπτωση. Εν προκειμένω, από την στιγμή που η Κατηγορούμενη έκανε χρήση αλκοόλ γνώριζε ότι η ικανότητα οδήγησης της επηρεάζεται σημαντικά και κατ' επέκταση ότι αποτελούσε δημόσιο κίνδυνο να προκαλέσει βλάβη σε άλλους χρήστες του δρόμου».
Με την παρούσα Έφεση η Εφεσείουσα προσβάλλει την ορθότητα της απόφασης για μη αναστολή της ποινής φυλάκισης που της επεβλήθη.
Είναι η θέση του συνηγόρου της Εφεσείουσας ότι η αναστολή της φυλάκισης δικαιολογείτο από τα ιδιάζοντα συνταρακτικά προσωπικά περιστατικά της Εφεσείουσας, με αποτέλεσμα η μη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της αναστολής της ποινής φυλάκισης να αποτελεί σφάλμα αρχής. Με αναφορά στις νομολογιακές αρχές που διέπουν το ζήτημα της αναστολής ποινής φυλάκισης ο ευπαίδευτος συνήγορος υποστήριξε τονίζοντας το λευκό ποινικό μητρώο της Εφεσείουσας ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του τις ιδιάζουσες προσωπικές περιστάσεις της Εφεσείουσας. Ήταν η θέση του ότι δεν λήφθηκε υπόψη η ψυχολογική κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η Εφεσείουσα, κατά τον ουσιώδη χρόνο, αφού μετά που είχε χάσει αρχές του 2022 την αδελφή της από κορωνοϊό και προσπαθούσε να πάρει κοντά της και να μεγαλώσει το εξάχρονο παιδί της αδελφής της και το οποίο ευρίσκετο στη Ρωσία, και το οποίο η Εφεσείουσα στηρίζει οικονομικά άρχισε ο πόλεμος Ρωσίας Ουκρανίας στον οποίον έχασε τον μονάκριβο της υιό. Τόνισε ιδιαίτερα το γεγονός ότι μεταξύ Ιουλίου 2022 και Νοεμβρίου του 2022, ότε ενημερώθηκε από τις Ρωσικές αρχές ότι το παιδί της σκοτώθηκε στον πόλεμο, είχε χάσει οποιαδήποτε επαφή μαζί του, η τύχη του αγνοείτο και η ίδια καθημερινά αγωνιούσε και ευρισκόταν σε πολύ άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Ήταν περαιτέρω η θέση του ότι σημαντικό στην παρούσα υπόθεση είναι ότι δεν προκλήθηκε κάποια ζημιά από τη συμπεριφορά της Εφεσείουσας.
Αντίθετη ήταν η θέση του συνηγόρου της Εφεσίβλητης, ο οποίος υποστήριξε ότι η Απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι ορθή και δικαιολογείται λόγω της σοβαρότητας των αδικημάτων και της πλήρους αδιαφορίας που επέδειξε η Εφεσείουσα κατά τη διάπραξη των αδικημάτων. Ήταν τέλος η θέση του ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια και δεν ανέστειλε την ποινή και η απόφαση του συνάδει με το πνεύμα και τις αρχές της σχετικής νομολογίας.
Ως επισημαίνεται στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Καραολή, Ποιν. Έφ. αρ. 230/2019, ημερ. 27/4/2021, ECLI:CY:AD:2021:B177:
«Ειδικά σε σχέση με τον έλεγχο του τρόπου άσκησης της εξουσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αναφορικά με την αναστολή ποινής φυλάκισης, σε συνάρτηση με την κείμενη νομοθεσία, εναπόκειται στο Δικαστήριο που έχει την ευθύνη επιβολής της ποινής να λάβει υπόψη, στην κάθε περίπτωση, τις περιστάσεις της υπόθεσης και του αδικοπραγούντα, με σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο ενδείκνυται η αναστολή της εκτέλεσης της ποινής. Στο πλαίσιο αυτό το πρωτόδικο Δικαστήριο οφείλει να συνυπολογίσει όλους τους παράγοντες, έχοντας υπόψη την εγκληματική συμπεριφορά του αδικοπραγούντος από τη μια και τις προσωπικές του περιστάσεις από την άλλη.
Η ευχέρεια που παρέχει ο Νόμος για αναστολή εκτέλεσης της ποινής είναι ευρεία, με το εκδικάζον Δικαστήριο να έχει την ευθύνη επιβολής της ποινής, περιλαμβανομένης της επιλογής για αναστολή της εκτέλεσής της. Κατά την εξέταση του ζητήματος σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους πολλαπλούς σκοπούς της τιμωρίας. Είναι στη βάση των πιο πάνω αρχών που εξετάζεται ο τρόπος που άσκησε την πιο πάνω εξουσία του το πρωτόδικο Δικαστήριο για να διατάξει αναστολή της εκτέλεσης της ποινής. Το Εφετείο δεν επεμβαίνει εκτός αν διαπιστωθεί ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έχει υποπέσει σε λανθασμένη κρίση στη βάση της λογικής και των καθιερωμένων αρχών της νομολογίας (Σ.Π. ν. Αστυνομίας, Αστυνομία ν. Βρυώνης, Ποινικές Εφέσεις αρ. 92/2017 και 93/2017, ημερ. 19/7/2019 και Αστυνομία ν. Μιχαήλ, Ποινική Έφεση αρ. 78/2019, ημερ. 15/10/2020).
Ο περί της Υφ΄ Όρων Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ορισμένας Περιπτώσεις Νόμος του 1972, Ν.95/1972, θεσπίστηκε έτσι ώστε να προσφέρεται η δυνατότητα διεύρυνσης του περιθωρίου επιείκειας προς ένα πρόσωπο με απόφαση για αναστολή της επιβληθείσας ποινής φυλάκισης. Ο εν λόγω Νόμος τροποποιήθηκε αρχικά με το Ν.41(Ι)/1997, ο οποίος περιόρισε σε μεγάλο βαθμό τη δυνατότητα του Δικαστηρίου να διατάξει αναστολή της εκτέλεσης ποινής φυλάκισης καθιστώντας τις προϋποθέσεις ανελαστικές. Συναρτάτο δηλαδή με την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, είτε στο πρόσωπο ενός κατηγορουμένου, είτε στις συνθήκες διάπραξης του αδικήματος. Ακολούθησε στη συνέχεια η τροποποίηση του με τον Ν.186(Ι)/2003 μέσω του οποίου η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου για αναστολή της ποινής φυλάκισης έχει διευρυνθεί, έτσι ώστε αυτή αποφασίζεται, εάν δικαιολογείται, στη βάση του συνόλου των περιστάσεων της υπόθεσης και των προσωπικών περιστατικών του κατηγορουμένου (Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 583).
Όπως έχει τονισθεί την υπόθεση Άγγελος Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 930:
«Εναπόκειται στο δικαστήριο που έχει την ευθύνη επιβολής της ποινής να λάβει υπόψη στην κάθε περίπτωση τις περιστάσεις της υπόθεσης και οποιεσδήποτε προσωπικές περιστάσεις που αφορούν στον συγκεκριμένο κατηγορούμενο και, σε ορισμένες περιπτώσεις, την οικογένεια του με σκοπό να αποφασίσει κατά πόσο ενδείκνυται η αναστολή της εκτέλεσης της ποινής. Αυτό βέβαια συνεπάγεται την εκ νέου θεώρηση των συνθηκών διάπραξης του αδικήματος και των προσωπικών περιστάσεων του κατηγορούμενου και την απόδοση «διπλής βαρύτητας» σε όλους τους σχετικούς με το αδίκημα και τον αδικοπραγούντα παράγοντες - είτε επιβαρυντικούς είτε μετριαστικούς - οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν την απόφαση του δικαστηρίου για την αναστολή ή όχι της ποινής. Θεωρούμε ότι κατά την εξέταση του ζητήματος, σημαντικό ερώτημα είναι κατά πόσο η ανασταλείσα ποινή θα αντικατοπτρίζει την αντικειμενική σοβαρότητα του αδικήματος και θα εξυπηρετήσει τους πολλαπλούς σκοπούς της τιμωρίας.»
Η σοβαρότητα των αδικημάτων που αντιμετωπίζει η Εφεσείουσα είναι δεδομένη, γεγονός το οποίο δεν αμφισβητείται ούτε από τον συνήγορο της. Η Εφεσείουσα οδηγούσε υπό την επήρεια αλκοόλης, η αναλογία της οποίας στην εκπνοή της υπερέβαινε το τριπλάσιο του καθορισμένου ορίου αδίκημα το οποίο επαναλήφθηκε σε άλλες τρεις περιπτώσεις στις υποθέσεις τις οποίες λήφθηκαν υπόψη. Σε μια δε περίπτωση υπερέβαινε το εξαπλάσιο του καθορισμένου ορίου (αδίκημα το οποίο διαπράχθηκε 16/7/2022). Επιπρόσθετα, σε τρεις διαφορετικές περιπτώσεις οδηγούσε ενώ της είχε στερηθεί από διάταγμα Δικαστηρίου η δυνατότητα να κατέχει άδεια οδήγησης. Ως έχει επισημανθεί στην υπόθεση Τουμάζου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. αρ. 166/2016, ημερ. 5/10/2018, ECLI:CY:AD:2018:B432 αδικήματα τα οποία σχετίζονται με την οδική ασφάλεια έχουν καταστεί δεσπόζοντα και αποτελούν σοβαρό κίνδυνο για κάθε άνθρωπο που κυκλοφορεί στους δρόμους και αυτή τούτη την ανθρώπινη ζωή, τονίζοντας την ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών σε αυτής της φύσεως αδικήματα. Στην Καλαϊτζήδης ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. αρ. 307/2018, ημερ. 20/11/2018, ECLI:CY:AD:2018:B505, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ορθή την κρίση του Δικαστηρίου να μην αναστείλει ποινή άμεσης φυλάκισης για αμελή οδήγηση και κατανάλωση ποσότητας αλκοόλης πενταπλάσιας του καθορισμένου ορίου.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε το ενδεχόμενο αναστολής των ποινών φυλάκισης που επέβαλε στην Εφεσείουσα καταλήγοντας ότι δεν δικαιολογείτο, υπό τις περιστάσεις, αναφέροντας τα ακόλουθα:
«Εν προκειμένω δεν δικαιολογείται η αναστολή των ποινών φυλάκισης. Όλοι οι ελαφρυντικοί παράγοντες που επανεξετάστηκαν για σκοπούς άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, σε συνάρτηση με τη σοβαρότητα των αδικημάτων, δεν είναι τέτοιοι που να συνηγορούν υπέρ της άσκησης της για αναστολής τους. Η κατ΄ επανάληψη παραγνώριση των δικαστικών διαταγμάτων του Δικαστηρίου αποτελεί σοβαρότατο πλήγμα στα θεμέλια του κράτους δικαίου, ενώ και η κατ΄ επανάληψη διάπραξη του αδικήματος της οδήγησης υπό την επήρεια αλκοόλης συνιστά άμεσο και σοβαρό κίνδυνο στην ασφάλεια των πολιτών. Υπό τις δοσμένες περιστάσεις η αναστολή ποινής φυλάκισης δεν ενδείκνυται. Οι ποινές φυλάκισης για την Κατηγορούμενη θα είναι άμεσες».
Προκύπτει από το πιο πάνω σκεπτικό ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού έλαβε υπόψη του κάθε σχετικό παράγοντα σε μία εκ νέου θεώρηση των περιστάσεων διάπραξης των αδικημάτων, καθώς και των συνθηκών της Εφεσείουσας, κατέληξε στην απόφαση του. Σημαντικό στοιχείο στην παρούσα υπόθεση αποτέλεσε η, από κάθε οπτική, απαράδεκτη οδική συμπεριφορά της Εφεσείουσας, με ηθελημένη επαναλαμβανόμενη παρακοή και παραγνώριση δικαστικού διατάγματος, συμπεριφορά η οποία πλήττει τα θεμέλια του κράτους δικαίου (βλ. Λοϊζου ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 227), καθώς και επαναλαμβανόμενη σε τέσσερις διαφορετικές περιπτώσεις οδήγηση οχήματος υπό την επήρεια αλκοόλης η οποία συνιστούσε άμεσο και σοβαρό κίνδυνο για την ασφάλεια των πολιτών σε μια περίοδο μεταξύ τέλος Ιουλίου 2022 μέχρι 1η Δεκεμβρίου 2022.
Με βάση τα πιο πάνω κρίνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προσέγγισε την υπόθεση στις σωστές διαστάσεις της, σταθμίζοντας κάθε σχετικό παράγοντα. Δεν εντοπίζουμε οποιοδήποτε λάθος αρχής και, ως εκ τούτου, δεν υπάρχει περιθώριο επέμβασης στον τρόπο που ασκήθηκε η δικαστική διακριτική ευχέρεια.
Η Έφεση απορρίπτεται.
Χ.Β. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, Δ.Ε.
Γ. ΚΥΡΙΑΚΙΔΟΥ, Δ.Ε.
Μ.Γ. ΠΙΚΗΣ, Δ.Ε.