ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 4 ΑΑΔ 1122
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1602/2008)
16 Δεκεμβρίου 2009
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΣΙΜΟΥ ΑΧΙΛΛΕΩΣ,
2. ΧΡΙΣΤΑΚΗ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
Αιτητών,
ν.
ΔΗΜΟΥ ΑΓΛΑΝΤΖΙΑΣ
ΚΑΙ/Η ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΚΑΙ/Η ΔΗΜΑΡΧΟΥ
Καθ΄Ων η Αίτηση
_________
Μ. Χριστοφίδης, για τους Αιτητές.
Μ. Φλωρίδης, για τους Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Το Πολιτιστικό Κέντρο Σκαλί ανήκει στο Δήμο Αγλαντζιάς. Από την 2.12.2004 ο Δήμος είχε παραχωρήσει δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης της μπουάτ του Κέντρου στους κυρίους Παπαμιλτιάδους και Ιωάννου («οι κάτοχοι»). Η σχετική συμφωνία, που υπεγράφη την 28.2.2005, παρετάθη σύμφωνα με τους όρους της διαδοχικώς μέχρι 28.2.2008. Την 10.1.2008 το Δημοτικό Συμβούλιο, επί τη προοπτική της λήξης της συμφωνίας, απεφάσισε την προκήρυξη προσφορών για την περαιτέρω εκμετάλλευση της μπουάτ και την 31.1.2008 δημοσίευσε την προκήρυξη. Υπεβλήθησαν τρεις προσφορές, μία από τους ως άνω κατόχους, μία από τους Αιτητές και μία η οποία στη συνέχεια απεσύρθη. Οι προσφορές εξετάσθησαν την 28.2.2008 από την Επιτροπή Προσφορών του Δήμου η οποία και τις παρέπεμψε στο Συμβούλιο Προσφορών του Δήμου με εισήγηση για κατακύρωση της προσφοράς των Αιτητών. Την ίδια μέρα, 29.2.2008, που ήταν η επομένη μέρα της λήξης της ως άνω συμφωνίας, ο Δήμος με επιστολή του ζήτησε από τους κατόχους την παράδοση της μπουάτ. Αυτοί δεν συμμορφώθησαν, και μάλιστα προσέφυγαν στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων για να αναγνωρισθούν ως θέσμιοι ενοικιαστές. Κατόπιν τούτου, ο Δήμος παρέτεινε την ισχύ των προσφορών μέχρι 15.8.2008. Στη συνέχεια όμως, ο Δήμος προχώρησε σε διευθέτηση με τους κατόχους ώστε η άδεια χρήσης και εκμετάλλευσης από τους ίδιους να εσυνέχιζε για άλλα δύο χρόνια. Συγχρόνως, ο Δήμος απεφάσισε την ακύρωση των προσφορών δυνάμει του άρθρου 24(4)(ε) της ΚΔΠ 489/2004 στη βάση ότι το υποστατικό δεν περιήλθε στην κατοχή του ως αναμένετο κατά την προκήρυξη. Προς κατοχύρωση δε της συμφωνίας του με τους κατόχους, ο Δήμος, σε προσυνεννόηση με τους κατόχους όπως προκύπτει από τα ίδια τα πρακτικά του, καταχώρησε αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο εναντίον τους και την 4.7.2008 εξασφάλισε εκ συμφώνου διάταγμα παράδοσης κατοχής της μπουάτ με αναστολή εκτέλεσης μέχρι τη λήξη της νέας συμφωνηθείσας διετούς περιόδου.
Η προσφυγή προσβάλλει την απόφαση του Δήμου για ακύρωση των προσφορών. Ο Δήμος εγείρει δύο προδικαστικές ενστάσεις, ότι δεν είχε νομική υποχρέωση να προκηρύξει προσφορές, επομένως ούτε και να ολοκληρώσει τη διαδικασία της προκήρυξης, και ότι η διαχείριση της περιουσίας του είναι θέμα ιδιωτικού και όχι δημοσίου δικαίου. Η πρώτη ένσταση βασίζεται στις πρόνοιες του άρθρου 15 του Ν. 12(Ι)/2006 ότι ο εν λόγω νόμος δεν εφαρμόζεται σε δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών που αφορούν, inter alia, τη μίσθωση ακινήτων. Το άρθρο 15 όμως δεν είναι σχετικό αφού, σύμφωνα με τους όρους του, αφορά δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών οι οποίες συναρτώνται προς χρηματοδοτικούς όρους, που δεν είναι η περίπτωση εδώ. Ως προς τη δεύτερη ένσταση, να παρατηρήσω ότι η αρχή την οποία επικαλείται ο Δήμος δεν είναι απόλυτη. Ισχύει μόνο όπου η διαχείριση της περιουσίας του οργάνου αφορά ακριβώς διαχείριση ως τέτοια απορρέουσα από το ιδιωτικό περιουσιακό καθεστώς και δεν επεκτείνεται σε διαχείριση που συναρτάται προς τους ευρύτερους δημόσιους σκοπούς του οργάνου. Έτσι γίνεται η διάκριση μεταξύ πτυχών ιδιωτικού και πτυχών δημοσίου δικαίου. Όπως ελέγχθη στη Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων (1992) 1 ΑΑΔ 882, σελίδες 893-894:
«Ο σκοπός για τον οποίο λαμβάνεται η απόφαση, ή γίνεται πράξη σε συνάρτηση με τις εξουσίες δημόσιας αρχής, αποτελεί το γνώμονα για την ταξινόμηση τους στο ένα ή το άλλο πεδίο του δικαίου. Εφόσον η πράξη ανάγεται ή σχετίζεται με την επίτευξη των σκοπών δημόσιας αρχής ή οργάνου, αυτή επενεργεί στον τομέα του δημόσιου δικαίου. Δημόσιος σκοπός είναι εκείνος για τον οποίο εξ αντικειμένου το κοινό ή τμήμα του έχουν εκ της φύσεως των πραγμάτων συμφέρον στην ευόδωσή του.»
Στην υπόθεση εκείνη εκρίθη ότι η παραχώρηση κτιρίου από την Αρχή Λιμένων στο Ναυτικό Όμιλο Πάφου, υπό τη μορφή άδειας χρήσης, συνιστούσε πράξη δημοσίου δικαίου και όχι πράξη διαχείρισης ιδιωτικού δικαίου. Κλασσική περίπτωση πράξης διαχείρισης συνιστά η υπόθεση ΑΤΗΚ ν. Medcon Constructions Ltd (2000) 1 ΑΑΔ 3099.
Στην προκειμένη περίπτωση, φρονώ ότι πρόκειται σαφώς για πράξη δημοσίου δικαίου. Ναι μεν η παραχώρηση της μπουάτ προκύπτει από το περιουσιακό καθεστώς του Δήμου, η χρήση της όμως δεν συναρτάται τόσο προς τα περιουσιακά συμφέροντα του Δήμου όσο προς τους ευρύτερους πολιτιστικούς σκοπούς του που εξυπηρετούνται με τη λειτουργία πολιτιστικού κέντρου. Έχω παραπεμφθεί από το Δήμο στην υπόθεση Γιαννάκη κ.α. ν. Εφορείας Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Στροβόλου (1996) 4 ΑΑΔ 3099, όπου εκρίθη ότι θεραπεία που αφορούσε τη συνέχιση της εκμετάλλευσης σχολικού κυλικείου από τον υφιστάμενο κάτοχο συνιστούσε θέμα ιδιωτικού δικαίου. Το θέμα δεν εξετάσθηκε όμως συγκεκριμένα ώστε η απόφαση να είχε νομολογιακή βαρύτητα, παρά μόνο ελέχθη ότι (σ. 3103):
«Το θέμα αυτό, όπως κρίθηκε νομολογιακά, βρίσκεται καθαρά έξω από την αναθεωρητική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου γιατί αφορά παράταση άδειας χρήσης σε ήδη έχοντα κατοχή κυλικείου. (Βλέπε σχετικά απόφαση Εφετείου στην υπόθεση Ναυτικός Ομιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων (1992) 1 Α.Α.Δ. 882).»
Όπως προκύπτει όμως από την προαναφερθείσα αναφορά στην υπόθεση Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων, η υπόθεση εκείνη δεν έκρινε τέτοιο πράγμα.
Προχωρώντας λοιπόν στην ουσία της υπόθεσης, οφείλω να πω απεριφράστως ότι αδυνατώ να δω πώς θα μπορούσε να μην είχαν δίκαιο οι Αιτητές. Η απόφαση για ακύρωση του διαγωνισμού, βασιζόμενη στον κανονισμό 24(4)(ε), σαφώς ήταν πεπλανημένη. Ο κανονισμός 24(4) προνοεί:
«24(4) Ακύρωση του διαγωνισμού δύναται να αποφασισθεί για έναν ή περισσότερους από τους ακολούθους λόγους:
(α) Όταν καμία προσφορά δεν υποβάλλεται για το συγκεκριμένο διαγωνισμό εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας·
(β) όταν οι όροι των εγγράφων προσφορών περιλαμβάνουν προδιαγραφές στις οποίες διαπιστώνεται ότι κανένας από τους προσφέροντες δεν μπορεί να ανταποκριθεί ή ότι οι προδιαγραφές αυτές οδηγούν κατ΄ αποκλειστικότητα σε συγκεκριμένο οικονομικό φορέα·
(γ) Όταν οι τιμές όλων των προσφορών που πληρούν τους όρους και τις τεχνικές προδιαγραφές των εγγράφων προσφορών είναι εξωπραγματικές ή φαίνονται να είναι προϊόν προσυνεννόησης μεταξύ των προσφερόντων, με αποτέλεσμα να καταστρατηγείται η έννοια του υγιούς ανταγωνισμού·
(δ) όταν οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες προκηρύχθηκε ο διαγωνισμός έχουν διαφοροποιηθεί σε βαθμό που το αντικείμενο του διαγωνισμού να μην είναι πλέον αναγκαίο·
(ε) όταν συντρέχει οποιοσδήποτε άλλος σοβαρός μη προβλεπτός λόγος τον οποίο το κατά περίπτωση αρμόδιο όργανο κρίνει δικαιολογημένο.»
Ανεξαρτήτως του αν η παράγραφος (ε) μπορεί να είναι ejusdem generis των προηγούμενων, ο συγκεκριμένος λόγος για ακύρωση του διαγωνισμού δεν μπορούσε να ήταν δικαιολογημένος. Ο Δήμος είχε δικαίωμα κατοχής της μπουάτ από 28.2.2008 που έληγε η παρατεθείσα άδεια χρήσης, και μάλιστα εφ΄όσον επρόκειτο για άδεια χρήσης και όχι ενοικίασης, παραπέμπω δε και στους ίδιους του όρους της άδειας που προνοούσαν ότι η κατοχή του κτιρίου συνέχιζε να είναι στο Δήμο. Έκτοτε λοιπόν οι κάτοχοι παρανόμως το κατακρατούσαν. Δεν ήταν επιτρεπτό για το Δήμο, αντί να ασκήσει τα νόμιμα δικαιώματά του για ανάκτηση πραγματικής κατοχής, να δεχθεί την παρανομία, που μάλιστα προήρχετο από ένα εκ των προσφοροδοτών, για να ακυρώσει το διαγωνισμό και έτσι ουσιαστικά να εξουδετερώσει τον άλλο προσφοροδότη, τους Αιτητές, απολήγοντας σε εύνοια προς τους κατόχους. Η πλάνη του Δήμου είναι διάχυτη στα πρακτικά στα οποία παραπέμπουν οι Αιτητές στην απαντητική αγόρευση τους. Η εκβιαστική κατακράτηση της μπουάτ από τους κατόχους ουδόλως εμπόδιζε το Δήμο να ολοκληρώσει τη διαδικασία του διαγωνισμού και, αν οι κάτοχοι συνέχιζαν να κατακρατούν τη μπουάτ (σε περίπτωση που δεν εγίνετο δεκτή η δική τους προσφορά), να ελάμβανε ο Δήμος ή οι Αιτητές (αν η δική τους προσφορά εγίνετο δεκτή) ανάλογα νομικά μέτρα.
Πέραν τούτου δε, δημιουργείται και αντικειμενικό θέμα καλής πίστης αφού ο Δήμος παρουσιάζεται στον αντικειμενικό παρατηρητή να ευνοεί τους κατόχους όχι μόνο με τη συμφωνία για παράταση της άδειας χρήσης και ακύρωση του διαγωνισμού αλλά και με την ακόλουθη επί δικαστηρίω εκ συμφώνου διευθέτηση της «εικονικής» αγωγής του κατά των κατόχων, που προσδίδει περαιτέρω έρεισμα φαινομενικής αντίληψης ότι ενήργησε σε συμπαιγνία με τους κατόχους.
Δεν θα εξετάσω την άλλη εισήγηση των Αιτητών ότι η προφορά των κατόχων θα έπρεπε να αποκλείετο. Αυτό θα ήταν θέμα ακόλουθο της συνέχισης της διαδικασίας των προσφορών, στην παρανομία της ακύρωσης της οποίας και περιορίζεται η κατάληξη μου.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Ο Δήμος θα καταβάλει €1000 έξοδα στους Αιτητές.
Δ. Χατζηχαμπής,
Δ.
/ΚΧ"Π