ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 4 ΑΑΔ 580
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΑΡ. 402/97
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Παναγιώτα Φιαλογιάννου - Φλωρή από Λευκωσία
Aιτήτρια
και
Κυπριακή Δημοκρατία μέσω
Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας
Καθ΄ων η αίτηση
-----------------
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 10 Ιουλίου 1998.
Για την αιτήτρια: Α.Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ων η αίτηση: Ξ. Ευσταθίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
---------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Στις 25.6.96, με αίτηση της προς την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (ΕΕΥ), η αιτήτρια ζήτησε την εγγραφή της στον Πίνακα Διοριστέων Εκπαιδευτών Ηλεκτρολογίας (Γενικής, Ηλεκτρονικής και Ρεύματος Υψηλής ΄Εντασης). Η ΕΕΥ απέρριψε την αιτησή της και η αιτήτρια άσκησε την παρούσα προσφυγή.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση εγείρει τέσσερις προδικαστικές ενστάσεις. Κατά την πρώτη, δεν καθορίζεται στην προσφυγή ποιά είναι η πράξη που προσβάλλεται. Τηρούνται δυο ξεχωριστοί πίνακες διοριστέων, για την ίδια ειδικότητα. ΄Ενας για την κλίμακα Α8 - Α10 και δεύτερος για την κλίμακα Α5-Α7. Η ΕΕΥ απέρριψε την αίτηση της αιτήτριας σε σχέση και με τους δυο πίνακες και δεν προσδιορίζεται στην προσφυγή ο συγκεκριμένος πίνακας διοριστέων από τον οποίο παρανόμως, κατά τον ισχυρισμό της, απεκλείσθη. Επικαλέστηκε επ' αυτού την υπόθεση Ρούλλα Μαραθεύτη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή 867/95 - 20.2.97.
Κατά τη δεύτερη, η προσφυγή στρέφεται κατά δύο μή συναφών διοικητικών πράξεων. Οι θέσεις στους δύο πίνακες διαφέρουν κυρίως ως προς τα απαιτούμενα προσόντα και η αιτιολογία για την απόρριψη του αιτήματος ως προς τον κάθε ένα από αυτούς ήταν διαφορετική. Επικαλέστηκε σχετικά την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Χρυστάλλα Συμεωνίδου και άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1993) 3 ΑΑΔ 258. Προσθέτει πως είναι αδύνατος στην περίπτωση ο διαχωρισμός του δικογράφου αφού δεν μπορεί να εξαχθεί ποιά είναι η πρώτη από τις θεραπείες που ζητούνται. Κατά συνέπεια, καταλήγει η εισήγηση, πρέπει να απορριφθεί ολόκληρη η προσφυγή ως άκυρη ή απαράδεκτη.
Κατά την τρίτη, είναι απαράδεκτη η προσφυγή στην έκταση που αναφέρεται στους πίνακες για την κλίμακα Α8-Α10 γιατί η απόφαση ως προς αυτούς έχασε την εκτελεστότητά της. Αυτό, επειδή η ΕΕΥ στο μεταξύ πραγματοποίησε διορισμούς εκπαιδευτικών πάνω σε έκτακτη βάση από υποψηφίους που βρίσκονταν στον αντίστοιχο πίνακα. Με αποτέλεσμα την ενσωμάτωση της προσβαλλόμενης απόφασης στην πράξη του διορισμού. Παρέπεμψε στον
Επαμ. Σπηλιωτόπουλο - Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, 5η έκδοση, σελ. 455 και στις υποθέσεις Ζήσιμος Χ"Ττοφή κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή Αρ. 470/90 κ.α. - 20.5.92 και Ευστάθιος Ηλιάδη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας - Προσφυγή Αρ. 674/91 - 19.11.93.Κατά την τέταρτη, η προσφυγή είναι απαράδεκτη γιατί η αιτήτρια παρέλειψε να υποβάλει ένσταση κατά της απόφασης της ΕΕΥ όπως προνοεί το άρθρο 28Β(11) του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1969 (Ν. 10/69 όπως τροποποιήθηκε). Αναφέρθηκε στον Σπηλιωτόπουλο (ανωτέρω), στη σελ. 448, σύμφωνα με τον οποίο με βάση άρθρο Διατάγματος, η ένσταση όταν προβλέπεται η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής ή ένστασης η υποβολή της είναι αναγκαία προϋπόθεση για το παραδεκτό αίτησης ακύρωσης.
Είναι ορθή η εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου της αιτήτριας πως δεν ευσταθούν οι προδικαστικές ενστάσεις.
1. Το αιτητικό παραπέμπει στην επιστολή της ΕΕΥ ημερομηνίας 28.2.97 η οποία και επισυνάπτεται στην προσφυγή. Η επιστολή αναφέρεται και στους δύο πίνακες και η προσφυγή, όπως ρητά αναφέρεται, στρέφεται κατά της απόφασης με την οποία απορρίφθηκαν οι αιτήσεις που υποβλήθηκαν για εγγραφή στους πίνακες ή κατά της άρνησης εγγραφής της σ΄αυτούς. Είναι σαφές πως η προσφυγή αφορά και στους δύο πίνακες. Η υπόθεση Ρούλλα Μαραθεύτη διακρίνεται. Εκεί δεν προσδιοριζόταν στην προσφυγή το αντικείμενό της. Προσβλήθηκε διοικητική πράξη ή απόφαση "κοινοποιηθείσα στην αιτήτρια ημερομηνίας 31.7.95". Δεν επισυνάφθηκε το έγγραφο που φερόταν να την περιέχει αλλά και πάλιν αυτό δεν θα ήταν αρκετό. Γιατί, όπως εξηγήθηκε, δεν θα ήταν πρέπον "το ίδιο το Δικαστήριο να διακρίνει από το έγγραφο την απόφαση, αντικείμενο της προσφυγής". Εδώ εξειδικεύεται στην προσφυγή το αντικείμενό της και κατετέθη και η επιστολή στην οποία αναφέρεται, όπως απαιτεί ο Καν. 4(2)(β) του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962.
2. Οι δυο θέσεις διασυνδέονται. Οι θέσεις στην Α5 - Α7 είναι συνδυασμένες με εκείνες τις Α8 - Α10. Επίσης, κατά την τρίτη σημείωση στο Σχέδιο Υπηρεσίας των δεύτερων, με την απόκτηση των απαιτούμενων προσόντων μπορούν να καταταγούν σ΄αυτές όσοι διορίστηκαν στις πρώτες. Η αιτήτρια υπέβαλε μία αίτηση σε καθορισμένο τύπο και η ΕΕΥ εξέτασε τις δυνατότητες που προσφέρονταν. ΄Εργο της ήταν ο προσδιορισμός του επιπέδου των προσόντων της αιτήτριας. Ανάλογα με το αποτέλεσμα θα ενέκρινε τη δυνατότητα εγγραφής και εφόσον υπήρχε τέτοια δυνατότητα θα καθόριζε τον κατάλληλο πίνακα. Η ΕΕΥ εξέτασε το θέμα σε μια συνεδρίαση και έκρινε πως τα προσόντα της αιτήτριας δεν ανταποκρίνονταν για κανένα πίνακα. Είναι ορθό πως πίσω από την κρίση για τον κάθε πίνακα πρέπει να θεωρηθεί ότι βρίσκονταν τα ιδιαίτερα προαπαιτούμενα για τη κάθε θέση. Αλλά η πιο πάνω διασύνδεση αποκαλύπτει επαρκή στοιχεία συνάφειας. Το ζητούμενο σε τελική ανάλυση ήταν το επίπεδο των προσόντων της αιτήτριας. Από αυτό θα προδιαγραφόταν και η κατάληξη. Δεν αναμενόταν να οδηγηθεί η ΕΕΥ σε διαζευκτικές λύσεις. ΄Εκρινε πως τα προσόντα της αιτήτριας δεν ανταποκρίνονταν για κανένα πίνακα και απέρριψε την αίτηση. Η αιτήρια διεκδικεί εγγραφή στους πίνακες για τις θέσεις Α8 - Α10 ή τουλάχιστον για τις θέσεις στις κλίμακες Α5-Α7. Νομίζω πως μπορεί να προσβάλει την απόφαση και ως προς τα δύο, με μια προσφυγή.
3. Η υπόθεση Χ"Τοφής που επικαλέστηκαν οι καθ΄ων η αίτηση διακρίνεται. Αναφέρεται στην προσβολή, ταυτόχρονα με την προσβολή των διορισμών/προαγωγών που είχαν πραγματοποιηθεί, και της απόφασης για απόρριψη της ένστασης σε σχέση με την παραχώρηση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή μονάδων για πρόσθετο προσόν. Εφαρμόσιμο στην περίπτωση ήταν το άρθρο 35Β(7) και (8) και η ένσταση αφορούσε στον κατάλογο των υποψηφίων που συστήνει η Συμβουλευτική Επιτροπή στο πλαίσιο της διαδικασίας διορισμού/προαγωγών. Το ίδιο και η υπόθεση Ευστάθιου Ηλιάδη. Αφορούσε στις επιπτώσεις από τη μή υποβολή ένστασης στον κατάλογο της Συμβουλευτικής Επιτροπής σύμφωνα και πάλιν με το άρθρο 35Β(7). Σχετική με τη λειτουργία αυτής της πτυχής του Νόμου είναι η απόφαση της Ολομέλειας στην Δημοκρατία ν. Χαραλαμπίδη (1995) 3 ΑΑΔ 53.
Η απόρριψη αίτησης για εγγραφή σε πίνακες διοριστέων κρίθηκε κατ΄επανάληψη ως εκτελεστή διοικητική πράξη. Kαι ως αυθύπαρκτη, αποσυνδέθηκε από την πράξη διορισμού, όσο και αν ο διορισμός διενεργείται από υποψηφίους που περιλαμβάνονται στους πίνακες. Αναφέρεται στη σχετική νομολογία ο δικαστής Νικήτας στην υπόθεση Νεόφυτος Νεοφύτου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή 900/96 ημερομηνίας 29.4.98, στην οποία απαντήθηκε ευθέως το ερώτημα που τίθεται εδώ με την τρίτη προδικαστική ένσταση:¨
"Υπάρχει τέλος ο ισχυρισμός ότι η επίδικη απόφαση δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη. Η εισήγηση του κ. Γ. Στυλιανίδη, που διεκπεραίωσε την υπόθεση προτού διοριστεί Επαρχιακός Δικαστής, είναι ότι η πράξη απώλεσε την εκτελεστότητά της με την πλήρωση της θέσης, που έλαβε χώρα στις 9/9/96. Υπέβαλε ότι εκείνη ήταν η μόνη εκτελεστή πράξη. Η απόφαση της Επιτροπής επί των ενστάσεων, που υπέβαλαν οι αιτητές, είχε ενσωματωθεί στην τελική πράξη διορισμού. Με άλλα λόγια θεώρησε τη σύνταξη του Πίνακα Διοριστέων προπαρασκευαστική πράξη μιας σύνθετης διοικητικής ενέργειας, που τελειώθηκε με το διορισμό.
Στη νομολογία έχει επικρατήσει η αντίθετη άποψη, που θεωρεί τον Πίνακα Διοριστέων αυτοτελή εκτελεστή πράξη. Δεν είναι πράξη συναφής, ούτε προπαρασκευαστική, της ίδιας σύνθετης διοικητικής ενέργειας. ΄Ετσι, αν δεν προσβληθεί εμπρόθεσμα, δεν μπορεί να ελεγχθεί παρεμπιπτόντως σε προσφυγή που προσβάλλει την πράξη διορισμού ή προαγωγής."
Στην υπόθεση Νεοκλής Αγαθαγγέλου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας ΑΕ 2121 - 17.2.98 απασχόλησε την Ολομέλεια το ζήτημα της συγχώνευσης εκτελεστής πράξης σε μεταγενέστερη όταν αυτές συμπλέκονται κατά τον τρόπο που επεξηγείται. Εκεί όμως το ζήτημα αφορούσε στη νομιμοποίηση αξιωματικών του στρατού να προσβάλουν τις προαγωγές συναδέλφων τους κατ΄επίκληση παρανομίας σε σχέση με τις κρίσεις που προηγήθηκαν, τις οποίες η νομολογία θεωρεί εκτελεστές. Αναγνωρίστηκε πως νομιμοποιούνται όχι με αναφορά στη δική τους δυνατότητα να διεκδικήσουν τις ίδιες θέσεις αλλά κατ΄εφαρμογή της απόφασης της Ολομέλειας στην Γεωργίου κ.α. ν. Δημοκρατίας ΑΕ 2166 - 28.2.97.
Η εγγραφή στον πίνακα διοριστέων έχει διαχρονική αξία. Διανοίγει δυνατότητα διορισμού που δεν εκδαπανάται με τη διενέργεια ορισμένου διορισμού πάνω στη βάση τους. Συμφωνώ πως η απόρριψη αίτησης για εγγραφή έχει και διατηρεί αυτοτέλεια που καθιστά παραδεκτή την προσβολή της ανεξάρτητα από το αν έγιναν διορισμοί.
4. Ούτε το ζήτημα των επιπτώσεων από τη μή υποβολή ένστασης κατά τις απόρριψης αίτησης για εγγραφή στους πίνακες διοριστέων είναι καινούργιο. Σχετικές είναι οι υποθέσεις Μαρία Γεωργίου Χρίστου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή 266/92 30.9.93, Χρυσήλιος Ιωάννου Νικολάου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή 629/96 17.7.97, Δημήτρης Κουππάρης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή 267/93 - 11.3.94 και συναφώς προς την τελευταία απόφαση της Ολομέλειας στην ομώνυμη υπόθεση, ΑΕ 1922 -
15.6.98.Κρίθηκε πως δεν αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση προσφυγής η υποβολή ένστασης. Η υποβολή ένστασης, όπως εξηγήθηκε, με αναφορά και στη Νicos Pelides v. Republic & Another 3 RSCC 13 (βλ. επίσης Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Γεροσκήπου Λτδ ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γεροσκήπου Προσφυγή 554/93 - 9.6.95), είναι δυνητική και όχι επιτακτική. Ο κ. Αγγελίδης εισηγήθηκε πως δεν υπόκειται καν η απόφαση για μή εγγραφή στους πίνακες στην ένσταση του άρθρου 28Β(ΙΙ). Η αιτήτρια πληροφορήθηκε επίσημα, με την επιστολή της 28.2.97 για την απόρριψη του αιτήματός της. Δεν ετίθετο πλέον ζήτημα αναμονής ως την ανάρτηση των πινάκων, που είναι το σημείο έναρξης της προθεσμίας για υποβολή ένστασης. Αφού η απόφαση που λήφθηκε ήταν εκτελεστή και γνώριζε τις λεπτομέρειές της, όφειλε να την προσβάλει στο πλαίσιο της προθεσμίας των 75 ημερών. Η ένσταση του άρθρου 28Β(11) αναφέρεται στη σειρά προτεραιότητας στους πίνακες διοριστέων με βάση τους παράγοντες που καθορίζονται στο Νόμο, που καθίσταται γνωστή με την ανάρτηση των πινάκων. Μου φαίνεται ορθή αυτή η εισήγηση αλλά δεν χρειάζεται να καταλήξω οριστικά. Κάτω από οποιαδήποτε προσέγγιση η προσφυγή είναι παραδεκτή.
Ό,τι εμφανίζεται ως η αιτιολογία της απόφασης της ΕΕΥ εξαντλείται με τη δήλωση πως η αιτήτρια δεν κατέχει τα ακαδημαϊκά προσόντα που απαιτεί το Σχέδιο Υπηρεσίας. Η ΕΕΥ μετέφερε, μέσα σε εισαγωγικά μάλιστα, τις πρόνοιες του Σχεδίου Υπηρεσίας και δήλωσε πως τα προσόντα της αιτήτριας δεν εμπίπτουν σ΄αυτά. Αυτό όμως είναι το ζητούμενο. Δεν μπορεί να ταξινομηθεί ως η αιτιολογία της απόφασης. Είναι πάγια η νομολογία πως δεν αποτελεί αιτιολογία η απλή επανάληψη των προνοιών του Νόμου, εν προκειμένω, κατ΄αναλογίαν, του Σχεδίου Υπηρεσίας.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας επεσήμανε το κενό αλλά παραθέτει και λόγους για τους οποίους τα προσόντα της ικανοποιούν, κατά τη γνώμη του, τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας. Ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση κάμνει τους δικούς του συλλογισμούς και εισηγείται το αντίθετο. Δεν νομιμοποιούμαστε βέβαια να αποδώσουμε στην ΕΕΥ τις σκέψεις που διατυπώνουν οι δικηγόροι στις αγορεύσεις τους. Την αιτιολογία την παρέχει το διοικητικό όργανο ρητά ή έστω και δια μέσου του περιεχομένου του φακέλλου, αν προκύπτει από αυτόν αναντιλέκτως τί οδήγησε στη λήψη της απόφασης. Αυτή είναι η πάγια νομολογία μας και δεν θα εμπλακώ στην αξιολόγηση των στοιχείων, ουσιαστικά πρωτογενώς, στη βάση των διαφορετικών επιχειρημάτων της κάθε πλευράς.
Στο φάκελλο υπάρχει μόνο η αίτηση της αιτήτριας και τα στοιχεία που προσήγαγε. Επίσης, χειρόγραφη σημείωση λειτουργού του Υπουργείου Παιδείας πως "με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν στο φάκελλο η αιτήτρια δεν μπορεί να εγγραφεί στους πίνακες διοριστέων εκπαιδευτικών σε κανένα από τα αιτούμενα θέματα". Γιατί, δεν εξηγείται και αυτή η σημείωση δεν προσθέτει οτιδήποτε στην απόφαση της ΕΕΥ. Η η οποία, εφόσον στηρίχτηκε σ΄αυτή χωρίς ούτε η ίδια να μπορεί να γνωρίζει τις σκέψεις του λειτουργού του Υπουργείου Παιδείας, θα έχει ουσιαστικά απεμπολήσει την εξουσία της.
Είναι ορθό πως ανήκει στη διοίκηση το έργο της ερμηνείας και της εφαρμογής του σχεδίου υπηρεσίας. Υπόκειται όμως σε αναθεωρητικό έλεγχο όσο και αν τα περιθώρια παρέμβασης πράγματι είναι περιορισμένα. Ο κ. Ευσταθίου παρέθεσε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου σύμφωνα με τις οποίες δεν ανατρέπεται τέτοια κρίση του διοικητικού οργάνου αν είναι εύλογα επιτρεπτή. Αυτό όμως προϋποθέτει γνώση της σκέψης που οδήγησε στην απόφαση. Χωρίς αυτή δεν υπάρχει δυνατότητα άσκησης δικαστικού ελέγχου.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ
/ΜΣι.