ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 3246
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΑΡ. 750/96
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Δέσπω Αρχοντίδου
Aιτητές
και
Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου
Καθ΄ων η αίτηση
-----------------
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 19 Δεκεμβρίου 1997.
Για την αιτήτρια: Α. Λυκούργου για Τ. Παπαδόπουλο.
Για τους καθ΄ων η αίτηση: Κ. Χ" Ιωάννου.
---------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια άσκησε την επιλογή του Κανονισμού 7(4)(α) των περί Συντάξεως Υπαλλήλων Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Κανονισμών του 1983 (ΚΔΠ 124/83) και την 1.10.86 αφυπηρέτησε πρόωρα. Δεν είχε ακόμα συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας της και λειτούργησε η ειδική ρύθμιση του ίδιου Κανονισμού. Σύμφωνα με την οποία, "εν τοιαύτη περιπτώσει η σύνταξίς του παγοποιείται και καταβάλλεται ευθύς ως το μέλος συμπληρώσει την ηλικία των πεντήκοντα πέντε ετών".
Περίπου πέντε χρόνια μετά, με τον Κανονισμό 5(β) των περί Συντάξεως Υπαλλήλων της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (Τροποποιητικών) Κανονισμών του 1991 (ΚΔΠ 24/91), τροποποιήθηκε ο Κανονισμός 7 με αύξηση των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων των μελών, "επί αφυπηρετήσει κατά ή μετά την συμπλήρωσιν του συνήθους δια την αφυπηρέτησιν ορίου ηλικίας με ουχί ολιγότερον των δέκα ετών συντάξιμον υπηρεσίαν". Με αναδρομική ισχύ, όπως προβλέφθηκε, από τις 31.12.87.
Η αιτήτρια διεκδίκησε τα αυξημένα συνταξιοδοτικά οφελήματα και προσβάλλει την απορριπτική απόφαση. Είχε επιτύχει ακύρωση όμοιας απόφασης που διαπιστώθηκε ότι λήφθηκε αναρμοδίως (βλ. Δέσπω Αρχοντίδου ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Προσφυγή 20/92 - 30.4.96) και το ζήτημα επανεξετάστηκε. Δεν υπάρχει τώρα τέτοιο θέμα και συζητήθηκε η ουσία.
Είναι η θέση της αιτήτριας πως τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα θα έπρεπε να υπολογιστούν πάνω στη βάση του νομοθετικού καθεστώτος που ίσχυε κατά το χρόνο κατά τον οποίο συμπλήρωσε τη συντάξιμη ηλικία. Δηλαδή όταν ίσχυε πλέον ο Κανονισμός 5(β) της ΚΔΠ 24/91. Αυτό, ενόψει της ρητής διάταξης του Κανονισμού 7(4)(α), δυνάμει του οποίου αφυπηρέτησε πρόωρα. Σύμφωνα με την οποία, σε τέτοια περίπτωση, "η σύνταξίς τους θα υπολογίζεται δυνάμει της παραγράφου (1) του Κανονισμού 7, θα αυξάνεται δε καθ΄οιονδήποτε ποσοστόν κατά το οποίον αι συντάξεις, μεταξύ της ημερομηνίας αφυπηρετήσεως του και της ημερομηνίας καταβολής της συντάξεως, ήθελον τυχόν αυξηθή, δυνάμει της παραγράφου (17) του Κανονισμού 7."
Κατά την εισήγηση της ευπαιδεύτου συνηγόρου της αιτήτριας η πρόνοια για παγοποίηση της σύνταξης αναφέρεται τόσο στην καταβολή όσο και στον υπολογισμό της. Η αντίθετη προσέγγιση που οδήγησε στην απόρριψη του αιτήματος της, ουσιαστικά αποδυνάμωσε ή αναίρεσε ή αχρήστευσε το δικαίωμα πρόωρης αφυπηρέτησης, μετά από ευδόκιμη υπηρεσία. Την οποία δεν θα προέκρινε αν γνώριζε πως δεν θα εκαρπούτο τις αυξήσεις που θα παρέχονταν στους υπόλοιπους υπαλλήλους. Και θέτει θέμα παραβίασης, με την προσβαλλόμενη απόφαση, της αρχής της ισότητας αφού, όπως εξηγεί, από τις γενικής εφαρμογής πρόνοιες της ΚΔΠ 24/91 η Αρχή εξαιρεί την περίπτωση της αιτήτριας. Ισχυρισμός που επαναφέρει στο βασικό επιχείρημα πως ήταν κατά παράβαση του Κανονισμού που απερρίφθη το αίτημα της. Παραπέμπει στην υπόθεση Santis and Others v. Republic (1983) 3 CLR 419 αλλά το θέμα σε εκείνη αφορούσε στην εντελώς διαφορετική νομοθετική διάταξη του Ν. 49/80 αναφορικά με τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα βουλευτή, και κατά προέκταση των τέκνων του. Ειδικά, στο κατά πόσο δικαιούνταν στα ωφελήματα τα παιδιά βουλευτή που απεβίωσε πριν τη θέσπιση του Νόμου που τα παρείχε. Η απάντηση ήταν καταφατική κυρίως ενόψει της διαπίστωσης πως ο Νόμος, σε εκείνη την περίπτωση, δεν εξαρτούσε την παροχή των ωφελημάτων από υπηρεσία βουλευτή των Αντιπροσώπων κατά οποιαδήποτε ορισμένη περίοδο. Κάλυπτε και υπηρεσία ήδη παρελθούσα και λήξασα και είναι ενόψει τούτου που έγιναν, με αναφορά στην υπόθεση Papaxenofontos and Others v. Republic (1982) 3 CLR 1037 και οι παρατηρήσεις ως προς άνιση μεταχείριση. (βλ. και την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση DIAS United Publishing Co Ltd v. Kυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή 870/91 - 5.12.96). Παρατηρήσεις που αφορούσαν στον ίδιο το νόμο, εφόσον θα φαινόταν πως δεν κάλυπτε την περίπτωση.
Η συζήτηση εδώ γίνεται με δοσμένη την ορισμένη αναδρομικότητα του Κανονισμού 5(β). Δεν έχει εγερθεί και δεν έχει συζητηθεί ζήτημα ως προς την παροχή των αυξήσεων από την ημερομηνία που καθορίστηκε. Και δεν είναι θέμα της παρούσας προσφυγής το γεγονός ότι οι αυξήσεις παρέχονται και σε μέλη τα οποία, κατά τη θέσπιση του Νόμου, είχαν ήδη αφυπηρετήσει κατά αποκλεισμό άλλων που είχαν αφυπηρετήσει ενωρίτερα. ΄Οπως είδαμε, είναι κατ΄επίκληση του Κανονισμού 5(β) που η αιτήτρια πρόβαλε τη διεκδίκηση της και είναι στην, κατά την αντίληψη της, εσφαλμένη εφαρμογή του που βλέπει την άνιση μεταχείρισή της. Που τη θεωρεί ότι συνίσταται στο γεγονός ότι στην περίπτωσή της, αντίθετα προς τις περιπτώσεις άλλων, η σύνταξή της δεν υπολογίστηκε κατά τον προβλεπόμενο χρόνο. Το πιο κάτω απόσπασμα από την αγόρευση από την αιτήτρια είναι χαρακτηριστικό.
"Ειδικότερα, ενώ οι περί αυξήσεως των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων πρόνοιες της Κ.Δ.Π. 24/91 (Καν. 5 της Κ.Δ.Π. 24/91) ισχύουν από τις 31.12.87 και ενώ τα συνταξιοδοτικά ωρφελήματα της Αιτήτριας καθορίστηκαν στις 4.1.88 και καταβάλλονται έκτοτε, η Αρχή αρνείται να εφαρμόσει τις ευμενείς πρόνοιες της Κ.Δ.Π. 24/91 στην περίπτωση της Αιτήτριας, μεταχειριζόμενη αυτήν κατά τρόπο άνισο σε σύγκριση με άλλους υπαλλήλους των οποίων, ομοίως τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα καθορίστηκαν και καταβάλλονται κατά ή μετά την 31.12.87 πλην όμως διέπονται ορθά από τις πρόνοιες της Κ.Δ.Π. 24/91".
Η αύξηση στην οποία δικαιούται μέλος κατά τον Κανονισμό 7(4)(α) είναι η επερχόμενη μεταξύ της ημερομηνίας αφυπηρέτησης και της ημερομηνίας καταβολής της σύνταξης "δυνάμει της παραγράφου (17) του Κανονισμού 7" και δεν εμπίπτει σ΄αυτές η περίπτωση του Κανονισμού 5(β) της ΚΔΠ 24/91. Ο Κανονισμός 7(17) αναφέρεται σε αυξήσεις που προνοούνται απο νόμο για δημόσιους υπαλλήλους και από διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου για τιμαριθμική αύξηση των συντάξεων, επίσης των δημοσίων
υπαλλήλων.Οι πρόνοιες του Κανονισμού 5(β) της ΚΔΠ 24/91 αποτελούν πλέον την παράγραφο (α) του Κανονισμού 7(1)(α) και με αυτές διαφοροποιούνται οι συντάξεις που καταβάλλονται "επί αφυπηρετήσει", όπως ορίζεται, και η κρίσιμη ημερομηνία εφαρμογής τους δεν μπορεί παρά να είναι η ημερομηνία αφυπηρέτησης του μέλους. Στην περίπτωση της αιτήτριας η 1.10.86. Δεν καλύπτεται η αιτήτρια από τον πιο πάνω Κανονισμό και τα επιχειρήματα που αναπτύχθηκαν δεν ευσταθούν.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ
/ΜΣι.