ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:C150
(2017) 3 ΑΑΔ 429
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
(ΑΝΑΦΟΡΑ ΑΡ. 8/2016)
Αναφορικά με το Άρθρο 140 του Συντάγματος.
2 Μαίου, 2017
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/στές]
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Αιτητής
ΚΑΙ
ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΩΝ,
Καθ΄ ης η αίτηση.
______________________
Γνωμάτευση κατά πόσον ο Νόμος με συνοπτικό τίτλο «Ο περί της Ρύθμισης Θεμάτων Αποκρατικοποίησης (Τροποποιητικός) Νόμος του 2016» είναι αντίθετος και ασύμφωνος με τα Άρθρα 54, 61, 80, και 179 του Συντάγματος της Δημοκρατίας και την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών από την οποία διαπνέεται το Σύνταγμα της Δημοκρατίας.
_____________________
Ε. Νεοφύτου (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας με Θ. Καρανικιώτη (κα.), Ασκούμενη Δικηγόρο, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τον Αιτητή.
Π. Πολυβίου με Χ. Πεκρή (κα.) και Ν. Καλλένο, για την Καθ΄ ης η αίτηση.
______________________
Η Γνωμάτευση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον
Νικολάτο, Π.
______________________
Γ Ν Ω Μ Α Τ Ε Υ Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Με την παρούσα Αναφορά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ζητά γνωμάτευση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για το κατά πόσον ο Νόμος με συνοπτικό τίτλο «Ο περί της Ρύθμισης Θεμάτων Αποκρατικοποίησης (Τροποποιητικός) Νόμος του 2016» (ο Νόμος) είναι αντίθετος και ασύμφωνος με τα Άρθρα 54, 61, 80 και 179 του Συντάγματος και την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών, η οποία είναι διάχυτη στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ο Νόμος τροποποιεί τον περί της Ρύθμισης Θεμάτων Αποκρατικοποίησης Νόμο του 2014 (Ν 28(Ι)/2014) (ο υφιστάμενος Νόμος), με την προσθήκη ενός νέου άρθρου του άρθρου 24 στον υφιστάμενο Νόμο. Το εν λόγω άρθρο 24 αναφέρει ότι η εφαρμογή των διατάξεων του υφιστάμενου Νόμου αναφορικά με την Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (Α.ΤΗ.Κ.) και την Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (Α.Η.Κ.), αναστέλλεται μέχρι την 31.12.2017.
Η αναφορά στην Α.Η.Κ. κατέστη άνευ αντικειμένου, εφόσον το Υπουργικό Συμβούλιο, ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχονται από τον υφιστάμενο Νόμο, εξέδωσε διάταγμα με το οποίον η Α.Η.Κ. δεν εμπίπτει πλέον στο πεδίο εφαρμογής του υφιστάμενου Νόμου.
Είναι η θέση του Έντιμου Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ο οποίος εμφανίζεται για τον Αιτητή, ότι η αναστολή της εφαρμογής του υφιστάμενου Νόμου, από την Καθ΄ ης η αίτηση, είναι αυθαίρετη και καταστρατηγεί το Άρθρο 54 του Συντάγματος καθότι η Καθ΄ ης η αίτηση επεμβαίνει σε θέματα στα οποία ασκεί εκτελεστική εξουσία το Υπουργικό Συμβούλιο. Επομένως υπάρχει παραβίαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών.
Αντίθετα, ο ευπαίδευτος συνήγορος της Καθ΄ ης η αίτηση, στη δική του αγόρευση, εισηγείται ότι η Καθ΄ ης η αίτηση, σύμφωνα με το Άρθρο 61 του Συντάγματος, ασκεί τη νομοθετική εξουσία της Δημοκρατίας, εν παντί θέματι, με εξαίρεση τα θέματα εκείνα τα οποία ρητώς υπάγονται κατά το Σύνταγμα, στις Κοινοτικές Συνελεύσεις (οι οποίες καταργήθηκαν), και ότι στην προκείμενη περίπτωση η Καθ΄ ης η αίτηση είχε κάθε εξουσία να θεσπίσει τον υφιστάμενο Νόμο και κατ΄ επέκταση είχε κάθε εξουσία να τον τροποποιήσει όπως έπραξε με το Νόμο. Πρόσθεσε ότι η εξουσία του Υπουργικού Συμβουλίου, δυνάμει του Άρθρου 54(ζ) του Συντάγματος, να εκδίδει κανονιστικά διατάγματα δεν συνιστά αυτόνομη νομοθετική εξουσία αλλά δευτερογενή, βάσει ρητής εξουσιοδότησης που έδωσε στο Υπουργικό Συμβούλιο η Καθ΄ ης η αίτηση. Αυτή η εξουσία για θέσπιση δευτερογενούς νομοθεσίας από το Υπουργικό Συμβούλιο, δεν περιορίζει καθόλου τη γενική εξουσία της Καθ΄ ης η αίτηση, όπως προβλέπεται στο ΄Αρθρο 61 του Συντάγματος, να ασκεί νομοθετική εξουσία «εν παντί θέματι». Η ανάθεση μέρους της νομοθετικής εξουσίας της Βουλής στην Εκτελεστική Εξουσία, σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο της Καθ΄ ης η αίτηση, δεν περιορίζει τη γενική νομοθετική δικαιοδοσία της Βουλής. Σχετική αναφορά γίνεται στο σύγγραμμα του Α.Ν. Λοίζου, Σύνταγμα Κυπριακής Δημοκρατίας, του 2001. Το γεγονός ότι με το Νόμο καταργείται ήδη εκδοθέν διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου, δεν επηρεάζει την προαναφερόμενη θέση, καθότι το διάταγμα συνιστά δευτερογενή νομοθεσία που θεσπίστηκε από την Εκτελεστική Εξουσία, κατ΄ εφαρμογή του υφιστάμενου Νόμου, δηλαδή κατόπιν ρητής εξουσιοδότησης που δόθηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Εξετάσαμε με πολλή προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία υπό το φως των ικανών αγορεύσεων των ευπαιδεύτων συνηγόρων των διαδίκων. Ιδιαίτερη σημασία έχουν τα Άρθρα 54, 58, 61 και 82 του Συντάγματος.
Στο Άρθρο 54 προνοείται ότι εξαιρουμένης της Εκτελεστικής Εξουσίας, η οποία ρητώς διαφυλάσσεται υπέρ του Προέδρου και του Αντιπροέδρου της Δημοκρατίας δυνάμει των Άρθρων 47, 48 και 49 του Συντάγματος, το Υπουργικό Συμβούλιο ασκεί εκτελεστική εξουσία επί παντός θέματος πλην εκείνων που δυνάμει ρητής διατάξεως του Συντάγματος υπάγονται στην αρμοδιότητα των Κοινοτικών Συνελεύσεων. Η Εκτελεστική Εξουσία, η οποία ασκείται από το Υπουργικό Συμβούλιο, περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και τα εξής θέματα: «την εποπτείαν και τη διάθεσιν της ανηκούσης εις την Δημοκρατίαν περιουσίας συμφώνως προς τας διατάξεις του Συντάγματος και του νόμου» (Άρθρο 54(ε)), και «την έκδοσιν κανονιστικών και εκτελεστικών των νόμων διαταγμάτων, ως οι νόμοι ορίζουσιν» (Άρθρο 54(ζ)).
Στο προοίμιο του υφιστάμενου Νόμου αναγράφεται, μεταξύ άλλων, ότι η Δημοκρατία διέρχεται δύσκολη οικονομική περίοδο και προς αποφυγήν περαιτέρω επιδείνωσης της δημοσιονομικής κατάστασης καθίσταται αναγκαία η αύξηση των εσόδων του Κράτους και η χρησιμοποίηση τους για μείωση του δημοσίου χρέους. Σημαντικό μέρος των εσόδων του Κράτους θα πρέπει να προέλθει από την εφαρμογή ενός προγράμματος αποκρατικοποιήσεων. Το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται καλύτερα από τη μετατροπή ορισμένων Οργανισμών Δημοσίου Δικαίου σε νομικά πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου και για το σκοπό αυτόν επιβάλλεται να ληφθούν κατάλληλα νομοθετικά μέτρα.
Αποκρατικοποίηση, σύμφωνα με το ερμηνευτικό άρθρο 2 του υφιστάμενου Νόμου, σημαίνει την παραχώρηση ή μεταβίβαση σε νομικό ή φυσικό πρόσωπο, με οποιαδήποτε μέθοδο από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 4, όλων ή ορισμένων δικαιωμάτων Δημοσίου Οργανισμού ή της Δημοκρατίας, επί των περιουσιακών τους στοιχείων, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στον υφιστάμενο Νόμο.
Το άρθρο 4 του υφιστάμενου Νόμου προνοεί τις μεθόδους αποκρατικοποιήσεως. Το άρθρο 5 προνοεί για τα στάδια αποκρατικοποίησης φορέα υποκείμενου σε αποκρατικοποίηση και το άρθρο 6 του υφιστάμενου νόμου παρέχει ορισμένες αρμοδιότητες και εξουσίες στο Υπουργικό Συμβούλιο. Συγκεκριμένα, το άρθρο 6(1) του υφιστάμενου Νόμου καθορίζει ότι το Υπουργικό Συμβούλιο είναι υπεύθυνο για την παρακολούθηση και τον έλεγχο της εφαρμογής του υφιστάμενου Νόμου και το εδάφιο 3 του άρθρου 6 προνοεί ότι το Υπουργικό Συμβούλιο, με διατάγματα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, δύναται να καθορίζει τα περιουσιακά στοιχεία της Δημοκρατίας και τους Φορείς τους υποκείμενους σε αποκρατικοποίηση, και να ορίζει την έναρξη της διαδικασίας αποκρατικοποίησης τους και τις διαδικασίες και μεθόδους αποκρατικοποίησης.
Στην προκείμενη περίπτωση το Υπουργικό Συμβούλιο, ασκώντας τις αρμοδιότητες που του παρέχει το Άρθρο 54(ζ) του Συντάγματος, αλλά και το άρθρο 6 του υφιστάμενου Νόμου, εξέδωσε δύο διατάγματα στις 28.3.2014. Το Διάταγμα αρ. 175 (Κ.Δ.Π. 175/2014) με το οποίο, δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου 3, του άρθρου 6 του υφιστάμενου Νόμου κήρυξε την Α.ΤΗ.Κ. και το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου ως Φορείς υποκείμενους σε αποκρατικοποίηση και το Διάταγμα αρ. 176 (Κ.Δ.Π. 176/2014) με το οποίο κήρυξε την Α.Η.Κ. και την Αρχή Κρατικών Εκθέσεων ως Φορείς υποκείμενους σε αποκρατικοποίηση.
Θεωρούμε ότι στην προκείμενη περίπτωση υπάρχει παραβίαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών, η οποία είναι διάχυτη στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Συγκεκριμένα, με το Νόμο, παραβιάζεται το Άρθρο 54(ε) και (ζ) του Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο το Υπουργικό Συμβούλιο ασκεί την εκτελεστική εξουσία επί θεμάτων εποπτείας και διάθεσης της περιουσίας που ανήκει στη Δημοκρατία και εκδίδει κανονιστικά και εκτελεστικά, των Νόμων, διατάγματα, όπως οι Νόμοι ορίζουν. Είναι αδιαμφισβήτητο ότι ο υφιστάμενος Νόμος (Ν 28(Ι)/14) αφορά, μεταξύ άλλων, σε παραχώρηση ή μεταβίβαση δικαιωμάτων της Δημοκρατίας επί των περιουσιακών της στοιχείων και επομένως, σύμφωνα με το Άρθρο 54(ε) του Συντάγματος, αφορά σε εποπτεία και διάθεση περιουσίας που ανήκει στη Δημοκρατία, αρμοδιότητα η οποία παραχωρείται αποκλειστικά στο Υπουργικό Συμβούλιο κατά την άσκηση της εκτελεστικής του εξουσίας. Επιπρόσθετα, η εξουσία έκδοσης διαταγμάτων που είναι κανονιστικά και εκτελεστικά των Νόμων, όπως οι Νόμοι ορίζουν, εμπίπτει και πάλι στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Υπουργικού Συμβουλίου κατά την άσκηση της εκτελεστικής του εξουσίας σύμφωνα με το ΄Αρθρο 54(ζ) του Συντάγματος και 6(1) και (3) του υφιστάμενου Νόμου.
Επομένως η Καθ΄ ης η αίτηση δεν είχε εξουσία, σύμφωνα με το Σύνταγμα, να επέμβει στην προαναφερόμενη εξουσία του Υπουργικού Συμβουλίου, δηλαδή, με το Νόμο, να παρέμβει στην άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας του Υπουργικού Συμβουλίου αναφορικά με την εποπτεία και διάθεση περιουσίας που ανήκει στη Δημοκρατία και με το Νόμο να καταργήσει κανονιστικά και εκτελεστικά Διατάγματα που, σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον υφιστάμενο Νόμο, εκδόθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Στην υπόθεση Μιχαήλ Θεοδοσίου Λίμιτεδ ν. Δήμου Λεμεσού (1993) 3 ΑΑΔ, 25 επιβεβαιώθηκε, από το Ανώτατο Δικαστήριο, ότι ανάκληση διοικητικής πράξης με Νόμο είναι αντίθετη με την αρχή της διάκρισης των εξουσιών, όπως αυτή κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα. Στην προκείμενη περίπτωση, με τον υπό εξέταση Νόμο, ουσιαστικά εξουδετερώθηκε διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου, το οποίο ήταν κανονιστικό και εκτελεστικό του υφιστάμενου Νόμου και εκδόθηκε σύμφωνα με τον υφιστάμενο Νόμο, πράγμα που επίσης παραβιάζει την αρχή της διάκρισης των εξουσιών και το Άρθρο 54(ζ) του Συντάγματος, όπως ήδη εξηγήσαμε.
Για τους προαναφερόμενους λόγους γνωματεύομε ότι ο υπό εξέταση Νόμος είναι αντισυνταγματικός καθότι καταστρατηγεί την αρχή της διάκρισης των εξουσιών και το Άρθρο 54 του Συντάγματος.
Η παρούσα Γνωμάτευση κοινοποιείται, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 140.2 του Συντάγματος, στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
/ΕΑΠ.