ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:C506
(2016) 3 ΑΑΔ 508
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
Αναφορά Αρ. 5/16
1 Nοεμβρίου, 2016
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
_ _ _ _ _ _
Μεταξύ:
Προέδρου της Δημοκρατίας
Αιτητή
και
Βουλή των Αντιπροσώπων
Καθ΄ης η Αίτηση
Γνωμάτευση κατά πόσον «ο περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Οργανισμών (Τροποποιητικός) Νόμος του 2016» βρίσκεται σε αντίθεση και/ή είναι ασύμφωνος προς τις διατάξεις του Άρθρου 49 (Δικαίωμα Εγκατάστασης) και του Άρθρου 56 (Ελευθερία Παροχής Υπηρεσιών) της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής «η ΣΛΕΕ»), προς τα Άρθρα 15 (Ελευθερία του Επαγγέλματος και Δικαίωμα προς Εργασία) και 16 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής «ο Χάρτης»), και προς τα Άρθρα 25 (Ελευθερία του Επαγγέλματος και Δικαίωμα προς Εργασία), 28 και 179 του Συντάγματος της Δημοκρατίας.
_ _ _ _ _ _
ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 26/9/2016
Ανδρέας Σ. Αγγελίδης με Σίμο Α. Αγγελίδη, για τους Αιτητές στην Αίτηση
Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, κ. Κ. Κληρίδης με την Γ. Χατζηχάννα (κα) και Κ. Κλεάνθους (κα) για τον Αιτητή στην Αναφορά, Πρόεδρο της Δημοκρατίας
Χρ. Κληρίδης με Κ. Χρ. Κληρίδη για την Καθ΄ης η Αίτηση στην Αναφορά, Βουλή των Αντιπροσώπων
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Στα πλαίσια της Αναφοράς 5/16, με την οποία η Α.Ε. ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ζητά γνωμάτευση από το Ανώτατο Δικαστήριο κατά πόσον ο «περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Οργανισμών (Τροποποιητικός) Νόμος του 2016» βρίσκεται σε αντίθεση και/ή είναι ασύμφωνος προς τις Διατάξεις του Άρθρου 49 και του ΄Αρθρου 56 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), προς τα Άρθρα 15 και 16 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και προς τα Άρθρα 25, 28 και 171 του Συντάγματος της Δημοκρατίας, οι Αιτητές CAPITAL LTD καταχώρησαν, στις 26.9.2016, την υπό εξέταση αίτηση για παρέμβαση στη διαδικασία της Αναφοράς.
Με την αίτηση τους οι Αιτητές ζητούν διάταγμα του Δικαστηρίου, το οποίο να τους επιτρέπει να εκπροσωπηθούν, ως ενδιαφερόμενο πρόσωπο, στην προαναφερόμενη Αναφορά που καταχώρησε ο Έντιμος Γενικός Εισαγγελέας εκ μέρους του Προέδρου της Δημοκρατίας, εναντίον της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Η αίτηση βασίζεται στους Δικονομικούς Θεσμούς του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, Διαταγή 4(3) και Διαταγές 10, 11, 12, 18 και 19, στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας, Διαταγή 5Α, Διαταγή 12, Διαταγή 9, Διαταγή 18, Θεσμοί 1 - 7, 8 και 9, Διαταγή 64 και στις σύμφυτες εξουσίες, πρακτική και νομολογία του Δικαστηρίου και υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του κ. Αχιλλέα Δημητρίου, Διευθυντή του τηλεοπτικού σταθμού CAPITAL TV.
Στην ένορκη δήλωση του κ. Δημητρίου, αναγράφεται, μεταξύ άλλων, ότι τυχόν αποδοχή της Αναφοράς του Προέδρου της Δημοκρατίας θα επηρεάσει άμεσα τα συμφέροντα του τηλεοπτικού σταθμού CAPITAL TV και, ως εκ τούτου, ο σταθμός επιθυμεί να εκπροσωπηθεί στην παρούσα διαδικασία, δια δικηγόρου, ο οποίος θα υποστηρίξει τη νομιμότητα και τη συνταγματικότητα του υπό αναφορά τροποποιητικού νόμου. Όπως επίσης αναγράφεται στην ένορκη δήλωση, το δικαίωμα συμμετοχής των αιτητών στη διαδικασία βασίζεται στη Νομολογία του Δικαστηρίου και τη φυσική δικαιοσύνη.
Τόσο ο αιτητής στην Αναφορά, Πρόεδρος της Δημοκρατίας, όσο και η Καθ΄ης η Αίτηση στην Αναφορά, Βουλή των Αντιπροσώπων, καταχώρησαν ένσταση στην υπό εξέταση αίτηση και επιχειρηματολόγησαν, δια των ευπαιδεύτων συνηγόρων τους, εναντίον της αποδοχής της αίτησης.
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι, στο Άρθρο 140(1) του Συντάγματος, στο οποίο βασίζεται (μαζί με το Άρθρο 52) η Αναφορά 5/2016, αναγράφεται ότι, ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας, από κοινού (σήμερα, και με βάση το Δίκαιο της Ανάγκης, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας), προ της εκδόσεως Νόμου ή αποφάσεως της Βουλής, δικαιούται να αναφερθεί εις το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο (σήμερα, δυνάμει του Νόμου 33/1964 το Ανώτατο Δικαστήριο), για να γνωματεύσει το Δικαστήριο κατά πόσον ο εν λόγω Νόμος, απόφαση ή ορισμένη διάταξη αυτών, βρίσκεται σε αντίθεση ή είναι ασύμφωνος προς κάποια διάταξη του Συντάγματος, για οποιονδήποτε λόγο πλην της δυσμενούς, εις βάρος οποιασδήποτε κοινότητας, διακρίσεως. Δεν τίθεται, στην προκείμενη περίπτωση, ζήτημα διάκρισης εις βάρος οποιασδήποτε κοινότητας.
Το Άρθρο 52 του Συντάγματος προνοεί ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υποχρεούται να εκδώσει δια δημοσιεύσεως στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, εντός 15 ημερών από της κοινοποιήσεως στο γραφείο του, οποιουδήποτε Νόμου ή απόφασης της Βουλής, εκτός εάν εντός της προαναφερόμενης προθεσμίας των 15 ημερών, ασκήσει, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα αναφοράς εις το Ανώτατο Δικαστήριο, όπως προβλέπεται στο Άρθρο 140 του Συντάγματος.
Το Άρθρο 140 του Συντάγματος ερμηνεύθηκε, μεταξύ άλλων, από την Πλήρη Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην υπόθεση Πρόεδρος της Δημοκρατίας v. Βουλής των Αντιπροσώπων (Αρ. 2), Αναφορά Αρ. 4/90 (1990) 3 Α.Α.Δ. 3843. Στην υπόθεση εκείνη αποφασίστηκε ότι, με βάση το λεκτικό του Άρθρου 140 του Συντάγματος, δεν υπάρχει περιθώριο εμφάνισης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου και συμμετοχής στη διαδικασία, άλλων από τα μέρη που αναφέρονται στο Άρθρο εκείνο, και συγκεκριμένα, του Προέδρου της Δημοκρατίας και της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών, κ. Α. Σ. Αγγελίδης, κάλεσε το Ανώτατο Δικαστήριο να διαφοροποιηθεί από την προαναφερόμενη απόφαση, κυρίως λόγω αλλαγής των περιστάσεων και των συνθηκών, οι οποίες ίσχυαν το 1990, σε σύγκριση με τις σημερινές. Οι αλλαγές των συνθηκών, σύμφωνα με τον κ. Αγγελίδη, συνίστανται κυρίως στην ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το 2004, στην τροποποίηση του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας με την προσθήκη του Άρθρου 1Α, το οποίο, ουσιαστικά, δίνει υπεροχή στο Ενωσιακό Δίκαιο έναντι και του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας και στις Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Σ.Λ.Ε.Ε.), οι οποίες καθορίζουν τη διαβούλευση ως σημαντικό στοιχείο για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, ιδιαίτερα, τη θέσπιση Νομοθεσίας.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών, εκτός από την επίκληση των προαναφερόμενων στοιχείων, προς επίρρωση της θέσης του ότι οι πελάτες του έχουν δικαίωμα να παρέμβουν στην παρούσα διαδικασία, επικαλέστηκε και το γεγονός ότι, κατά τη συζήτηση του Νομοσχεδίου που οδήγησε στον προαναφερόμενο Νόμο, οι πελάτες του κλήθηκαν ενώπιον της Βουλής, και ακούστηκαν ως ενδιαφερόμενοι, καθώς και απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου του 2009 με την οποία επικυρώθηκε η διαδικασία της διαβούλευσης πριν τη ψήφιση οποιουδήποτε Νόμου,
Εξετάσαμε όλα τα ενώπιον μας στοιχεία, υπό το φως των ικανών αγορεύσεων των ευπαιδεύτων συνηγόρων των διαδίκων. Θεωρούμε ότι, το Άρθρο 140 του Συντάγματος είναι απολύτως σαφές και προνοεί ότι, μόνο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει το δικαίωμα του προληπτικού ελέγχου της συνταγματικότητας ενός Νόμου, δυνάμει του Άρθρου εκείνου. Αυτό επιβεβαιώθηκε και από την απόφαση στην Αναφορά 4/90 (ανωτέρω), η οποία αποτελεί δεσμευτικό προηγούμενο για το παρόν Δικαστήριο και δεν έχουμε εντοπίσει οποιονδήποτε λόγο για απόκλιση ή διαφοροποίηση από αυτή.
Η ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η τροποποίηση του Συντάγματος με την προσθήκη του Άρθρου 1Α, η Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Συνθήκη Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Σ.Λ.Ε.Ε.) ή οτιδήποτε άλλο αναφέρθηκε, με γενικότητα και χωρίς παραπομπή σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη διάταξη, από τον ευπαίδευτο συνήγορο των αιτητών, δεν μας έχουν πείσει ότι το Άρθρο 140 του Συντάγματος θα πρέπει να ερμηνευθεί κατά οποιονδήποτε διαφορετικό τρόπο από εκείνον που ερμηνεύθηκε στην Αναφορά 4/90 (ανωτέρω) ή ότι, εξ αιτίας αλλαγής των συνθηκών και των περιστάσεων, θα πρέπει να δοθεί δικαίωμα στους αιτητές, στην προκείμενη περίπτωση, να παρέμβουν στην παρούσα διαδικασία. Η εσωτερική έννομη τάξη στη Δημοκρατία, ως κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν έχει διαφοροποιηθεί ιδιαιτέρως σε ζητήματα προληπτικού συνταγματικού ελέγχου, ενός ιδιότυπου μηχανισμού που αφορά τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος δικαιούται να υποβάλει Αναφορά, πριν υποχρεωθεί να υπογράψει νομοθέτημα προς δημοσίευση, και τη Βουλή των Αντιπροσώπων, η οποία νομοθετεί αναλόγως.
Η ανάγκη για διαβούλευση, η οποία θεσμοθετήθηκε στην κυπριακή έννομη τάξη, ικανοποιήθηκε, κατά την κρίση μας, με την πρόσκληση όλων των ενδιαφερομένων, κατά την παρουσίαση του σχετικού Νομοσχεδίου ενώπιον της Βουλής. Δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι, η θεσμοθετημένη διαδικασία διαβούλευσης, επηρεάζει καθ΄οιονδήποτε τρόπο την καθιερωμένη δικαστική διαδικασία ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του Άρθρου 140 του Συντάγματος.
Παρατηρούμε, ακόμα, ότι, εκείνο που επικαλούνται οι αιτητές στην ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της αίτησής τους, είναι ότι επιθυμούν να υποστηρίξουν ενώπιον του Δικαστηρίου ότι, ο υπό αναφορά Νόμος είναι έγκυρος και δεν καταστρατηγεί οποιανδήποτε από τις προαναφερόμενες Διατάξεις του Συντάγματος ή της Σ.Λ.Ε.Ε.. Ενώπιον μας, όμως, η Βουλή των Αντιπροσώπων εκπροσωπείται δεόντως και, επομένως, η προαναφερόμενη θέση των αιτητών, η οποία είναι πανομοιότυπη με αυτή της Βουλής των Αντιπροσώπων, θα ακουστεί ενώπιον του Δικαστηρίου, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης οποιασδήποτε αδικίας στους αιτητές. Αυτά, ανεξάρτητα και πέραν από τη νομική ερμηνεία του Άρθρου 140 που, όπως αναφέραμε, είναι σαφής.
Εν όψει των προαναφερομένων, η αίτηση απορρίπτεται, χωρίς διαταγή για έξοδα, εφόσον δεν ζητήθηκαν.
Μ. Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
Α. Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
Γ. Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
/ΜΣ