ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2013) 3 ΑΑΔ 421
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
Αναφορά Αρ, 5/2012
Αναφορικά με τα άρθρα 52 και 140 του Συντάγματος.
6 Ιουνίου, 2013
ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΑΡΤΕΜΗ, Π., Δ. ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ,
Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΥ, Γ. ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ,
ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗ, Κ. ΚΛΗΡΙΔΗ,
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗ, Π. ΠΑΝΑΓΗ, Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΥ,
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΔΔ.
ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Αιτητή,
και
ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΩΝ,
Καθ΄ης η αίτηση.
---------------------
Γνωμάτευση κατά πόσον «ο περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (Τροποποιητικός) Νόμος του 2012», βρίσκεται σε αντίθεση και είναι ασύμφωνος προς τις διατάξεις των Άρθρων 54, 61, 73, 152 και 179 και προς την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών.
- - - - - - - - - - -
Μ.Θεοκλήτου (κα), εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για αιτητή
Χρ. Τριανταφυλλίδης, για καθ΄ης η αίτηση.
Η Γνωμάτευση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη
Γ Ν Ω Μ Α Τ Ε Υ Σ Η
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Με την αναφορά αυτή, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας ζητά «Γνωμάτευση κατά πόσον «ο περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (Τροποποιητικός) Νόμος του 2012», βρίσκεται σε αντίθεση και είναι ασύμφωνος προς τις διατάξεις των Άρθρων 54, 61, 73, 152 και 179 [του Συντάγματος] και προς την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών.»
Ο πιο πάνω τροποποιητικός Νόμος που κατατέθηκε ως πρόταση νόμου από τον βουλευτή του Δημοκρατικού Συναγερμού κ. Αβέρωφ Νεοφύτου, προνοούσε για την τροποποίηση του άρθρου 13 του βασικού Νόμου, ως ακολούθως:
«2. Το άρθρο 13 του βασικού νόμου τροποποιείται ως ακολούθως:
(α) Με την προσθήκη στο εδάφιο (1) αυτού, αμέσως μετά τη λέξη «Συμβούλιο» (πρώτη γραμμή), της φράσης «κατόπιν διαβούλευσης με την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού».
(β) Με την προσθήκη στο εδάφιο (2) αυτού, αμέσως μετά τη λέξη «Διοικητή» (τέταρτη γραμμή), της φράσης «και της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού».
(γ) Με την προσθήκη στο εδάφιο (3) αυτού, αμέσως μετά τη λέξη «Συμβούλιο» (δεύτερη γραμμή), της φράσης «κατόπιν διαβούλευσης με την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού.»
Τα νομικά σημεία και η επιχειρηματολογία της εισήγησης για αντισυνταγματικότητα, φαίνονται τόσο στον Πίνακα της Αναφοράς, όσο και στην γραπτή αγόρευση που κατατέθηκε εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα ενώπιόν μας.
Είναι η θέση του ότι στο πολιτειακό μας σύστημα ισχύει η αρχή της διάκρισης των εξουσιών, η οποία είναι διάχυτη στο Σύνταγμα και έχει πολλές φορές διακηρυχθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο, γίνεται δε αναφορά στις σχετικές αποφάσεις στη γραπτή αγόρευση. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και το Υπουργικό Συμβούλιο, περιβάλλονται με την εκτελεστική εξουσία, με βάση τα άρθρα 47, 48 και 54 του Συντάγματος, η δε πράξη διορισμού και ανανέωσης θητείας ή απομάκρυνσης μελών των Διοικητικών Συμβουλίων των Νομικών Προσώπων Οργανισμών Δημοσίου Δικαίου, όπως η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, εμπίπτουν στη σφαίρα της εκτελεστικής εξουσίας και στην αρμοδιότητα του Υπουργικού Συμβουλίου και σε αυτήν την αρμοδιότητα, σύμφωνα με τη θέση του Γενικού Εισαγγελέα, η νομοθετική εξουσία, δηλαδή η Βουλή των Αντιπροσώπων, δεν μπορεί να επέμβει, είτε άμεσα είτε έμμεσα.
Εφόσον με τον υπό κρίση Νόμο το Υπουργικό Συμβούλιο υποχρεούται να διαβουλευτεί ή/και να λάβει τις απόψεις της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού προτού ασκήσει την δική της αρμοδιότητα, με την οποία την περιβάλλει το άρθρο 54 του Συντάγματος, υπάρχει επέμβαση της νομοθετικής εξουσίας στο έργο της εκτελεστικής. Όπως κατά λέξη αναφέρει στα νομικά σημεία της Αναφοράς ο Γενικός Εισαγγελέας:
«. η συμμετοχή της νομοθετικής εξουσίας στη διαδικασία παραγωγής της πράξης του διορισμού των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου εκφεύγει, τόσο των εξουσιών της εν λόγω Κοινοβουλευτικής Επιτροπής (που αποτελεί, κατά το Άρθρο 73.5 του Συντάγματος, μέρος του μηχανισμού μέσα από τον οποίο ασκείται η νομοθετική εξουσία της Βουλής), όσο και εν γένει της νομοθετικής εξουσίας που δίδεται στη Βουλή των Αντιπροσώπων από το Άρθρο 61 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.»
Αντίθετα, ο συνήγορος της Βουλής των Αντιπροσώπων κ. Χρ. Τριανταφυλλίδης, δεχόμενος μεν τις αρχές που εκφράζει ο Γενικός Εισαγγελέας, προβάλλει το επιχείρημα ότι, αφού η υποχρέωση που επιβάλλεται με τον Νόμο είναι απλώς η διαβούλευση και η τελική απόφαση παραμένει πάντοτε στην αρμοδιότητα του Υπουργικού Συμβουλίου, το οποίο δεν έχει καμία υποχρέωση να αποδεχθεί και να ακολουθήσει τις απόψεις της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής, δεν υπάρχει ουσιαστική επέμβαση στο έργο της εκτελεστικής εξουσίας και, ως εκ τούτου, η πρόνοια είναι συνταγματική.
Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις 89/89 και 98/89 Καραγιώργης κ.ά. v. Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου κ.ά. 1990 3Δ ΑΑΔ 2595, επίδικο θέμα ήταν η συνταγματικότητα των προνοιών του περί των ορισμένων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμός Διοικητικού Συμβουλίου) Νόμου του 1988, ο οποίος, μεταξύ άλλων προνοούσε για διαβουλεύσεις του Υπουργικού Συμβουλίου με εκπροσώπους των εις την Βουλήν πολιτικών κομμάτων, και προνοούσε και για τη λήψη σοβαρά υπόψη των απόψεων και τυχόν γραπτών εισηγήσεων εκπροσώπων των κομμάτων στη Βουλή, που υποβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου.
Στην πρωτόδικη απόφασή του, ο Αρτεμίδης, Δ. (όπως ήταν τότε), κρίνοντας τις σχετικές πρόνοιες αντισυνταγματικές, αναφέρει και τα ακόλουθα:
«Πριν όμως από αυτό υπενθυμίζω πως είναι νομολογιακά θεμελιωμένο πως στις πρόνοιες του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας κυριαρχεί το πνεύμα της διάκρισης των τριών εξουσιών. Τα συμβούλια των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ασκούν εκτελεστική εξουσία βάσει πρωτογενούς νομοθεσίας. Ο διορισμός των φορέων άσκησης εκτελεστικής ή διοικητικής εξουσίας ανάγεται στο υπέρτατο όργανο της εξουσίας αυτής, δηλαδή το υπουργικό συμβούλιο βάσει του Άρθρου 54, εκτός αυτής που διαφυλάσσεται στα άρθρα 47, 48 και 49 του Συντάγματος στον Πρόεδρο και Αντιπρόεδρο της Δημοκρατίας. Στην άσκηση δε αυτής της αρμοδιότητας δε δικαιούται να επέμβη η νομοθετική εξουσία - Βουλή των Αντιπροσώπων.
..................................................................
Το γεγονός ότι γίνεται αναφορά σε διαβουλεύσεις, γραπτές εισηγήσεις, προτεινομένου καταλόγου προσώπων για διορισμό στα συμβούλια και πως οι εισηγήσεις των πολιτικών κομμάτων λαμβάνονται σοβαρά υπόψη από το υπουργικό συμβούλιο, ενώ το τελευταίο δεν είναι υποχρεωμένο να τις ακολουθήσει, δεν αλλάζει ποσώς την ουσία των διατάξεων που παραβιάζουν συγκεκριμένα άρθρα του Συντάγματος, που αναφέρω πιο πάνω και άλλα που θα επισημάνω παρακάτω.»
Στις εφέσεις που ασκήθηκαν ανεπιτυχώς (Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου κ.ά. v. Καραγιώργη κ.ά. 1991 3 ΑΑΔ 159) λέχθηκαν, μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:
«Ο διορισμός των μελών των διοικητικών συμβουλίων των οργανισμών συνιστά πράξη εκτελεστική έξω από τη σφαίρα αρμοδιοτήτων της νομοθετικής εξουσίας. Η διάκριση των κρατικών εξουσιών που χαρακτηρίζει τη δομή του κυπριακού Συντάγματος αποκλείει, όπως έχει κατ΄επανάληψη τονισθεί, την άμεση, έμμεση ή με οποιοδήποτε σχήμα ανάμιξη της νομοθετικής εξουσίας στο έργο της εκτελεστικής εξουσίας και αντίστροφα..............................................................
Προκύπτει αβίαστα από όσα έχουμε αναφέρει, και σε αυτό άλλωστε υπάρχει συμφωνία, ότι η πράξη διορισμού των μελών των συμβουλίων των οργανισμών δημοσίου δικαίου αποτελεί πράξη εκτελεστική που νομοτελειακά εντάσσεται στη σφαίρα αρμοδιότητας της εκτελεστικής εξουσίας του κράτους.»
Έχουμε εξετάσει με μεγάλη προσοχή τις θέσεις των δύο πλευρών και λαμβάνοντας υπόψη τα όσα πιο πάνω αναφέραμε, καθώς και τη λοιπή νομολογία που έχει τεθεί ενώπιόν μας εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, καταλήγουμε πως η επιβαλλόμενη διαβούλευση της εκτελεστικής εξουσίας με την Βουλή, ασχέτως του ότι το Υπουργικό Συμβούλιο δεν είναι υποχρεωμένο να ακολουθήσει τις απόψεις της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής που εκφράζονται κατά τις διαβουλεύσεις, παραμένει ως ανεπίτρεπτη επέμβαση σε ένα πεδίο που εμπίπτει αποκλειστικώς στην αρμοδιότητά της εκτελεστικής εξουσίας, ώστε να συνιστά παραβίαση των σχετικών άρθρων του Συντάγματος, καθώς και της αρχής της διάκρισης των εξουσιών που είναι διάχυτη στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Γνωματεύουμε πως ο περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (Τροποποιητικός) Νόμος του 2012 βρίσκεται σε αντίθεση και είναι ασύμφωνος προς τις διατάξεις των άρθρων 54, 61, 73, 152 και 179 του Συντάγματος και προς την αρχή της διάκρισης των εξουσιών.
Π. Αρτέμης, Π.
Δ. Χατζηχαμπής, Δ.
Ε. Παπαδοπούλου, Δ.
Μ. Νικολάτος, Δ.
Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
Στ. Ναθαναήλ, Δ.
Κ. Παμπαλλής, Δ.
Κ. Κληρίδης, Δ.
Α. Πασχαλίδης, Δ.
Π. Παναγή, Δ.
Λ. Παρπαρίνος, Δ.
Δ. Μιχαηλίδου, Δ.
/ΜΣ