ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 3 ΑΑΔ 494
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Αναθε ωρητική Έφεση αρ. 3311
8 Σεπτεμβρίου, 2004
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΟΛΥΒΙΟΥ
Εφεσείων/αιτητής
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΑΔΕΙΩΝ
Εφεσίβλητης/καθής η αίτηση
---------------------------
Α.Σ. Αγγελίδης, για τον εφεσείοντα
Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α, για την εφεσίβλητη
Α. Παναγιώτου, για το ενδιαφερόμενο μέρος
-----------------------------
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ: Την απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει
ο δικαστής Μ. Φωτίου
---------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Ο εφεσείων, με προσφυγή που καταχώρησε στο Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει του άρθρ. 146 του Συντάγματος ζητούσε δήλωση και/ή διαταγή με την οποία να ακυρώνετο η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών (Α.Α.Α.) η οποία απέρριψε ιεραρχική προσφυγή του κατά της απόφασης της Αρχής Αδειών (Α.Α.) να δοθεί άδεια στο ενδιαφερόμενο μέρος (ε.μ.) Ελένη Παύλου «για επανεγγραφή του διαγραμμένου αγροτικού λεωφορείου με αρ. ΗΝ 999 στη διαδρομή Πηγαίνεια-Παφος και/ή Μοσφίλι-Πάφος και /ή Πηγαίνεια -Μοσφίλι.»
Αποτελεί κοινό έδαφος ότι το εν λόγω λεωφορείο του ε.μ. Ελένης Παύλου ήταν εγγεγραμμένο πριν από την Τουρκική Εισβολή του 1974 με αρχική μόνιμη άδεια χρήσης για τη διαδρομή Μοσφίλι-Μόρφου-Λευκωσία, διαδρομή η οποία ματαιώθηκε λόγω της εισβολής. Έτσι της χορηγήθηκε προσωρινή άδεια για τη διαδρομή Μοσφίλι-Πάφος με δυνατότητα να παραλαμβάνει επιβάτες και από τα χωριά Κ. Πύργος, Πηγαίνεια, Πωμός, Παχύαμος και Νέα Δήμματα.
Το εν λόγω λεωφορείο διαγράφηκε τον Απρίλη του 1994, (ενώ η άδεια οδικής χρήσης έληγε στις 18/4/95) λόγω μη ανανέωσης της άδειας κυκλοφορίας για 3 συνεχή έτη παρόλο που η εν λόγω άδεια ήταν ατελώς. Το Νοέμβριο του 1994 η κα Παύλου αποτάθηκε για επανεγγραφή του λεωφορείου με αίτημα να εκτελεί τη διαδρομή Κ. Πύργου-Πάφου. Η Α.Α. απέρριψε το αίτημα και η κα Παύλου υπέβαλε την ιεραρχική προσφυγή αρ. 54/95 στην οποία η Α.Α.Α στις 28/6/95 εξέδωσε την εξής απόφαση:
«Η παρούσα προσφυγή στρέφεται εναντίον αρνητικής απόφασης της Αρχής Αδειών για χορήγηση άδειας για επανεγγραφή του διαγραμμένου αγροτικού λεωφορείου μ' αρ. ΗΝ 999 (Λ2155), 36 θέσεων στη διαδρομή Κάτω Πύργος-Πάφος, (προσωρινή άδεια-μόνιμη Μοσφίλι-Μόρφου-Λευκωσία).
Η παρούσα προσφυγή επιτυγχάνει μετά από την συγκατάθεση του ενδιαφερόμενου μέρους κ. Καποδίστρια ότι δεν φέρει ένσταση στην επανεγγραφή του διαγραμμένου αγροτικού λεωφορείου μ' αρ. ΗΝ 999 (Λ2155), 36 θέσεων στη διαδρομή Κ. Πύργος-Πάφος (προσωρινή άδεια-μόνιμη Μοσφίλι-Μόρφου-Λευκωσίας) του προσφεύγοντα υπό την αίρεση ότι ο προσφεύγων θα ζητήσει την μεταφορά του σε άλλο δρομολόγιο ή την μετατροπή του σε τουριστικό.
Αν αποτύχει ο προσφεύγων ενώπιον της Αρχής Αδειών αυτόματα σημαίνει ότι παραιτείται του δικαιώματος επανεγγραφής του ως άνω αυτοκινήτου.»
Μετά από 3 χρόνια από την πιο πάνω απόφαση και συγκεκριμένα στις 1/7/98 η Ελένη Παύλου υπέβαλε αίτηση ζητώντας, κατ' αντίθεση με την πιο πάνω απόφαση της Α.Α.Α., διαδρομή που περιλάμβανε Κ. Πύργο-Πάφο ήτοι Μοσφίλι-Κ.Πύργος-Πηγαίνεια-Πωμός-Παχύαμμος-Νέα Δήμματα και Περβόλα Μαύρου, Κτήμα (παράρτημα 6 στην ένσταση). Υπήρξε ένσταση από τον εφεσείοντα στην παρούσα υπόθεση Ανδρέα Πολυβίου για τον οποίο εμφανίστηκε ενώπιον της Α.Α.Α. ο κ. Καποδίστριας οπότε η κα Παύλου απέσυρε την αίτηση. Όμως στις 23/11/98 υπέβαλε νέα αίτηση (παράρτημα 7 στην ένσταση) αυτή τη φορά για τη διαδρομή Πηγαίνεια-Πάφος. Η Α.Α. ενέκρινε το αίτημα στις 2/12/98 σημειώνοντας ότι αυτή η διαδρομή δεν επηρέαζε τα συμφέροντα κανενός (παράρτημα 8 στην ένσταση) και ο εφεσείων (Ανδρέας Πολυβίου) στις 21/1/99 υπέβαλε την ιεραρχική προσφυγή αρ. 17/99 (παράρτημα 9 στην ένσταση) ισχυριζόμενος μεταξύ άλλων ότι η αίτηση υπεβλήθη εκτός ευλόγου χρόνου και διότι αφορά διαδρομή που πάλιν τον επηρέαζε, την οποία η Α.Α.Α. απέρριψε στις 15/6/99 (παράρτημα 10 στην ένσταση) και ειδοποίησε σχετικά τον εφεσείοντα με επιστολή ημερ. 1/7/99. Έτσι ο εφεσείων στις 13/9/99 καταχώρησε την προσφυγή 1146/99. Στις 14/2/01 το δικαστήριο εξέδωσε την απόφαση του με την οποία απέρριψε την προσφυγή βασικά για το λόγο ότι η Α.Α.Α. ορθά έκρινε πως ο προσφεύγων δε διατηρούσε έννομον συμφέρον, η οποία απόφαση είναι το αντικείμενο της παρούσας έφεσης.
Παραθέτουμε εδώ αυτούσιο μέρος της πρωτόδικης απόφασης όπου φαίνεται και το καταληκτικό μέρος της απόφασης της Α.Α.Α. ημερ. 15/6/99 κατά της οποίας προσέφυγε ο αιτητής καθώς και η αιτιολογία του δικαστηρίου:
«Η Αρχή Αδειών ενέκρινε το αίτημα, σημειώνοντας ότι η εν λόγω διαδρομή δεν επηρέαζε τα συμφέροντα κανενός. Ο κ. Πολυβίου υπέβαλε ιεραρχική προσφυγή την οποία η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών απέρριψε με απόφαση ημερ. 15 Ιουνίου 1999. Η Αναθεωρητική Αρχή φαίνεται να θεώρησε πως η απόφαση της Αρχής Αδειών είχε ληφθεί κατ' εφαρμογήν της προαναφερθείσας απόφασης ημερ. 28 Ιουνίου 1995, και ότι ως εκ τούτου δεν μπορούσε να προσβληθεί. Ωστόσο, την εξέτασε και κατέληξε ότι δεν επηρεαζόταν οποιοδήποτε έννομο συμφέρον του προσφεύγοντος αφού δεν είχε ο ίδιος δικαίωμα σε εκείνη τη διαδρομή. Παραθέτω το καταληκτικό μέρος:
'Λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των ενώπιον μας στοιχείων και των όσων έχουν λεχθεί κατά την ακρόαση της προσφυγής αποφασίζεται η επικύρωση της απόφασης της Αρχής Αδειών και η απόρριψη της προσφυγής αν και δεν υπάρχει πρωτογενής διακριτική πράξη της Αρχής Αδειών η οποία να προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή. Εξετάζοντας την ουσία, η επίδικη διαδρομή Πηγαίνεια-Μοσφίλι δεν επηρεάζει κανένα έννομο συμφέρον του προσφεύγοντα καθότι ο ίδιος στη διαδρομή αυτή δεν έχει κανένα συμφέρον.'
Παρατηρώ ότι ενώ η εγκριθείσα διαδρομή ήταν για Πηγαίνεια-Πάφο, εντούτοις στο ανωτέρω απόσπασμα η επίδικη διαδρομή περιγράφεται ως Πηγαίνεια-Μοσφίλι και πιο πριν στην απόφαση, ως Μοσφίλι-Πάφος, αλλά αναφέρεται επίσης και ότι η ένσταση του προσφεύγοντος ήταν για τη χορήγηση στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο άδειας στη διαδρομή Πηγαίνεια-Πάφος.
Παρά την αναφερθείσα ασυνέπεια, φαίνεται νομίζω, πως εκείνο που απασχόλησε την Αναθεωρητική Αρχή Αδειών ήταν το κατά πόσο η διαδρομή με αφετηρία τα Πηγαίνεια ή ακόμα το Μοσφίλι, και με τέρμα την Πάφο, προσφερόταν για το λεωφορείο του ενδιαφερομένου προσώπου ως διαδρομή σε σχέση με την οποία ο προσφεύγων δεν θα μπορούσε εν προκειμένω να είχε αντίρρηση. Για να γίνει αντιληπτή η αναφορά της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών στην προηγούμενη απόφαση της, ημερ. 28 Ιουνίου 1995, και στην ελλειψη συμφέροντος του προσφεύγοντος ώστε να μην μπορεί να αντιταχθεί στην έγκριση του εν λόγω δρομολογίου, θα πρέπει αυτή να αντικρυστεί στο πλαίσιο των αδειών οδικής χρήσης που είχαν έως τότε χορηγηθεί για άλλα λεωφορεία της κας Παύλου και του κ. Πολυβίου αλλά και μιας άλλης απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής, ημερ. 19 Απριλίου 1999, με την οποία επικύρωσε απόφαση της Αρχής Αδειών, ημερ. 7 Οκτωβρίου 1998, ότι «το μόνιμο δικαίωμα εξυπηρέτησης της κοινότητας Πηγαινειών το έχει η Ελένη Παύλου». Εκείνη η απόφαση δεν προσεβλήθη. Μου φαίνεται λοιπόν, εν τέλει, πως η άποψη της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών πως ο προσφεύγων δεν διατηρούσε έννομο συμφέρον ήταν δικαιολογημένη. Και για τον ίδιο λόγο δεν του παρέχεται δυνατότητα προώθησης της παρούσας προσφυγής.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.»
Κατά της πιο πάνω απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα έφεση βασιζόμενη στους πιο κάτω λόγους έφεσης:
«Λόγος έφεσης 1
Εσφαλμένα έκρινε η πρωτόδικη απόφαση ότι δήθεν δεν επηρεαζόταν οποιοδήποτε έννομο συμφέρον του αιτητή με την αιτιολογία ότι δήθεν ο αιτητής δεν είχε δικαίωμα στην διαδρομή Πηγαίνεια - Πάφος.
Αιτιολογία
Τούτο γιατί υπήρχε επηρεασμός του έννομου συμφέροντος του αιτητή δεδομένου ότι ο αιτητής εξυπηρετούσε ο ίδιος με το λεωφορείο του με αρθμ. Εγγραφής ΕΜΒ 414 την πιο πάνω διαδρομή με έδρα τα Πηγαίνεια και μάλιστα για την ίδια διαδρομή υπήρχε και προηγούμενα διαφορά μεταξύ του αιτητή - εφεσείοντα και του ενδιαφ. Προσώπου.
Συνεπώς εκ των πιο πάνω αποδεικνύεται ότι τα έννομα συμφέροντα του αιτητή επηρεάζοντο από την απόφαση της Αρχής Αδειών και εν συνεχεία από την προσβαλλόμενη απόφαση της Α.Α.Α. που ενέκρινε μάλιστα άλλη διαδρομή (Πηγαίνεια - Μοσφίλι) και όχι αυτή που ζήτησε η Ελένη Παύλου και ενέκρινε η Αρχή Αδειών (Πηγαίνεια - Πάφος).
Λόγος έφεσης 2
Εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο παρά το γεγονός ότι διέγνωσε και σημείωσε την «ασυνέπεια» και αντίθεση μεταξύ της διαδρομής την οποίαν ζήτησε το ενδιαφ. Πρόσωπο (Πηγαίνεια - Πάφος) και της διαδρομής για την οποία χορηγήθηκε έγκριση από την Αρχή Αδειών και επικύρωσε η Α.Α.Α. (Πηγαίνεια - Μοσφίλι) εν τούτοις προσπέρασε το θέμα χωρίς καμία έρευνα.
Αιτιολογία
Τούτο γιατί άλλη διαδρομή ζήτησε το ενδιαφ. Πρόσωπο και άλλη διαδρομή ενέκριναν η Αρχή Αδειών και η Α.Α.Α. και συνεπώς περιέπεσαν σε πλάνη αφού εξέτασαν δεδομένα και στοιχεία άλλης διαδρομής από την αιτηθείσα αναφορικά μάλιστα και με τον επηρεασμό των συμφερόντων του αιτητή - εφεσείοντα σχετικά με την υπό πλάνη εγκριθείσα άλλη από την αιτηθείσα διαδρομή.»
Αναφορικά με τον πρώτο λόγο έφεσης γίνεται ισχυρισμός στο περίγραμμα αγόρευσης του εφεσείοντα ότι αυτός είχε πάντοτε έννομο συμφέρον στη διαδρομή Πηγαίνεια - Πάφος με το προαναφερθεν λεωφορείο ΕΜΒ 414 το οποίο είχε ως έδρα τα Πηγαίνεια και εξυπηρετούσε μαθητές από τα Πηγαίνεια καθώς και στρατιώτες επί μισθώσει από τα Πηγαίνεια προς Πάφο. Πέραν αυτών είναι και ο ισχυρισμός ότι εξυπηρετούσε μόνος όλα τα χωριά της περιοχής Πηγαίνεια, Πάνω Μοσφίλι προς Πάφο.
Στην απόφαση της η Α.Α.Α., (απόσπασμα της οποίας φαίνεται στο κείμενο της πρωτόδικης απόφασης που παραθέσαμε πιο πάνω), απλώς διατύπωσε τη θέση ότι «η επίδικη διαδρομή Πηγαίνεια-Μοσφίλι δεν επηρεάζει κανένα έννομο συμφέρον του προσφεύγοντα καθότι ο ίδιος στη διαδρομή αυτή δεν έχει κανένα συμφέρον». Όμως σε τελική ανάλυση η επίδικη διαδρομή είναι για Πηγαίνεια-Πάφος.
Είμαστε της άποψης, για τους λόγους που θα αναφέρουμε πιο κάτω, ότι η θέση αυτή είναι χωρίς τη δέουσα αιτιολογία, όπως είναι και ο ισχυρισμός του εφεσείοντα. Οι ακόλουθες αποφάσεις που επικαλείται ο ευπαίδευτος συνήγορός του, που συμπτωματικά αφορούσαν τον ίδιο αιτητή, τυγχάνουν εφαρμογής.
Στην Ανδρέας Πολυβίου ν. Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών, 238/01, ημερ. 23/10/01 ο Καλλής Δ., στη σελ. 5 ανάφερε τα εξής:
«Αρχίζοντας από τη διαπίστωση της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών για την έλλειψη εννόμου συμφέροντος παρατηρώ ότι δεν υποδεικνύεται γιατί ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος. Η εξειδίκευση των λόγων της έλλειψης εννόμου συμφέροντος ήταν αναγκαία όχι μόνο εν όψει των επιταγών διοικητικού δικαίου αλλά και εν όψει των πιο κάτω περιστάσεων που περιβάλλουν την περίπτωση του αιτητή.»
Η δεύτερη υπόθεση του ιδίου και πάλιν αιτητή είναι η Ανδρέας Πολυβίου ν. Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών 1350/00 ημερ. 30/1/02, όπου στη σελ. 6 ο Αρτέμης Δ ανάφερε τα εξής:
«Αυτό που εδώ χαρακτηριστικά απουσιάζει είναι η εξειδίκευση των λόγων για τους οποίους τόσο η Αρχή Αδειών όσο και η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών στην πιο πάνω απόφαση της κατέληξαν στο συμπέρασμα τους για την έλλειψη έννομου συμφέροντος. Δεν υποδεικνύεται το γιατί κατέληξαν σε αυτή τη διαπίστωση ενόψει μάλιστα και των πραγματικών περιστατικών που περιέβαλλαν, την υπόθεση αλλά και των ευρισκόμενων στο διοικητικό φάκελο εγγράφων.»
Στη δική μας περίπτωση όφειλε η Α.Α.Α. να εξηγήσει γιατί ο αιτητής δεν είχε «συμφέρον» και κατ' επέκταση «έννομον συμφέρον», ιδιαίτερα ενόψει του γεγονότος ότι η διαπίστωση ήταν ότι δεν είχε συμφέρον στη διαδρομή Πηγαίνεια-Μοσφίλι ενώ η χορηγηθείσα άδεια ήταν τελικά για Πηγαίνεια-Πάφο.
Τόσο η πλευρά του καθού η αίτηση όσο και η πλευρά του ε.μ. προχωρούν με τις γραπτές τους αγορεύσεις και προσπαθούν να εξηγήσουν γιατί ο εφεσείων δεν είχε έννομο συμφέρον. Κάνουν αναφορά στα λεωφορεία του εφεσείοντα με αρ. ΕΜΒ 414, ΕΥΖ 204 και ΕΕΑ 991 και τι διαδρομή εκτελούσε το καθένα. Προχωρούν ακόμη και αναφέρουν ότι η οποιαδήποτε μεταφορά επιβατών από Πηγαίνεια προς Πάφο από τον αιτητή (εφεσείοντα) ήταν παράνομη και γιαυτό δεν είχε έννομο συμφέρον. Όμως τίποτε από αυτά δεν επικαλείται στην πολύ σύντομη απόφαση της η Α.Α.Α. και ούτε στην πρωτόδικη απόφαση υπάρχει αναφορά και έκφραση άποψης στην ορθότητα των ισχυρισμών αυτών. Απλώς το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρει ότι η απόφαση της Α.Α.Α. ότι ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος θα πρέπει να «αντικρυστεί στο πλαίσιο των αδειών οδικής χρήσης που είχαν ως τότε χορηγηθεί για άλλα λεωφορεία της κας Παύλου και του κ. Πολυβίου αλλά και μιας άλλης απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής ημερ. 19/4/1999 με την οποία επικύρωσε την απόφαση της Αρχής Αδειών ημερ. 7/10/98 ότι το μόνιμο δικαίωμα εξυπηρέτησης της κοινότητας Πηγαινειών το έχει η Ελένη Παύλου η οποία απόφαση δεν προσεβλήθη» από τον αιτητή. Όμως στην επίδικη απόφαση της Α.Α.Α. δεν πραγματεύονται αυτά τα γεγονότα. Είναι γεγονός ότι υπάρχει νομολογία και συγγράμματα ότι η αιτιολογία μπορεί να συμπληρώνεται από το περιεχόμενο των φακέλων της διοίκησης. Όμως αυτό τότε μόνο πρέπει να γίνεται «εφόσον ευθέως και αμέσως προκύπτει από το φάκελο χωρίς περαιτέρω διερεύνηση και στάθμιση των στοιχείων του φακέλου».
Τα πιο πάνω υποστηρίζονται από την πρόσφατη απόφαση του Καλλή Δ στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις 1223/03-1227/03 Χαράλαμπος Πετεινός κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργικού Συμβουλίου, ημερ. 4/6/04 με αναφορά σε σχετικές αυθεντίες μεταξύ των οποίων και στην υπόθεση Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270, 272.273.
Στη σελ. 20 της υπόθεση Χαράλαμπος Πετεινός πιο πάνω, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Ωστόσο, σύμφωνα με τη νομολογία «η εκ του φακέλου αναπλήρωσις της ελλειπούσης αιτιολογίας δύναται να χωρήση μόνον, εφ' όσον ευθέως και αμέσως προκύπτει τοιαύτη εκ των στοιχείων του φακέλου, διότι άλλως, το Σ.τ.Ε. θα έπρεπε ν' αναζητήσει και σταθμίσει αυτό τα στοιχεία ταύτα, οπότε θα υποκαθίστατο εις την αρμοδίαν διοικητικήν αρχήν εν τη κατ' ουσίαν εκτιμήσει των αποδεικτικών και λοιπών στοιχείων: 267(45), 1144(46) (βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 185-186). (Βλ. και Ηλιόπουλος ν. Α.Η.Κ., Α.Ε. 2452/21.7.2000:
«Είναι στοιχειώδες πως η αιτιολογία μπορεί, σ' αυτές τις περιπτώσεις, να συμπληρώνεται από το περιεχόμενο των φακέλων. Επίσης πως δεν αναμένεται, κατά την αιτιολόγηση, να μεταφέρεται στο πρακτικό το περιεχόμενο των φακέλων. Αναμένεται όμως να εξάγεται νόημα που να δικαιολογείται να αποδοθεί στο αποφασίζον όργανο. Δεν είναι έργο του Δικαστηρίου η μελέτη των στοιχείων και η διαμόρφωση κρίσης αναφορικά με το τί θα μπορούσε να επενεργήσει υπέρ ή εναντίον της όποιας προσέγγισης. Το Δικαστήριο δεν επιτελεί τέτοιο πρωτογενούς φύσης, έργο. Όπως έχει τονιστεί, είναι νοητή η συμπλήρωση της αιτιολογίας από το περιεχόμενο των φακέλων αν προκύπτει από αυτό, τι ακριβώς είχε υπόψη το αποφασίζον όργανο όταν έπαιρνε την απόφαση. Στην απόφαση της Ολομέλειας στην Χρυστάλλα Συμεωνίδου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 911/93 κ.α., ημερ. 18.4.97, το θέσαμε ως εξής:
«Εν προκειμένω, η παράλειψη εξειδίκευσης αφήνει σοβαρά ερωτηματικά ως προς τι μέτρησε υπέρ του ενός και τι υπέρ του άλλου. Και πρέπει να τονίσουμε εδώ πως η παραπομπή στα στοιχεία του φακέλου, ως συμπληρωματικών της αιιτολογίας, δεν αποτελεί πανάκεια. Υπάρχει αυτή η δυνατότητα όταν τα στοιχεία αυτά είναι σαφώς και αρρήκτως συνδεδεμένα με τη ληφθείσα απόφαση έτσι που να μπορεί να λεχθεί ότι βρίσκονται αναπόφευκτα πίσω της. Αν δηλαδή καταδεικνύουν αναμφίβολα και αναντίλεκτα τους λόγους που οδήγησαν στην απόφαση. (Βλ. Vassiliou v. Republic (1982) 3 C.L.R. 220, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959 σελ. 185). Επίσης δεν είναι έργο του Δικαστηρίου η πρωτογενής αξιολόγηση των στοιχείων του φακέλου «για να κρίνει αν η απόφαση του διοικητικού οργάνου ήταν, παρά την αόριστη ή ελλειπή αιτιολογία λογικά εφικτή». (Βλ. την απόφαση της Ολομέλειας Ι.Γ. Μακρή Κτηματική Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 56).»
Στην εν λόγω υπόθεση η κατάληξη του δικαστηρίου ήταν ότι η αιτιολογία δεν μπορούσε να συμπληρωθεί από το περιεχόμενο των φακέλων.
Στη δική μας περίπτωση, όπως ήδη αναφέραμε, η αιτιολογία της Α.Α.Α. συνίσταται στο ότι «η επίδικη διαδρομή Πηγαίνεια-Μοσφίλι δεν επηρεάζει κανένα έννομο συμφέρον του προσφεύγοντα καθότι ο ίδιος στη διαδρομή αυτή δεν έχει κανένα συμφέρον». Όμως η επίδικη διαδρομή ήταν Πηγαίνεια-Πάφος. Η ανεπάρκεια της αιτιολογίας καθίσταται πιο πρόδηλη αν ένας διαβάσει ολόκληρη την απόφαση της Α.Α.Α. ημερ. 15/6/99 (παράρτημα 10 στην ένσταση). Εκεί, αφού γίνεται αναφορά στην προηγούμενη ιεραρχική προσφυγή αρ. 54/95 της 28/6/95 καταλήγει η Α.Α.Α. να επικυρώσει την απόφαση της Α.Α. και να απορρίψει την ιεραρχική προσφυγή του αιτητή παρόλο που διατυπώνει και την άποψη ότι «δεν υπάρχει πρωτογενής διακριτική πράξη της Αρχής Αδειών η οποία να προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή». Περαιτέρω η μεσολάβηση 3 χρόνων από τις 28/6/95 που είχε εγκριθεί η επανεγγραφή του ΗΝ 999 υπό τον όρο ότι η κα Ε. Παύλου θα ζητούσε τη μεταφορά του σε άλλο δρομολόγιο ή τη μετατροπή του σε τουριστικό και αν αποτύγχανε ενώπιον της Α.Α. αυτόματα θα σήμαινε ότι παραιτείται και του δικαιώματος επανεγγραφής του ως άνω αυτοκινήτου, δηλαδή ΗΝ 999, όροι με βάση τους οποίους δήλωσε τότε ο κ. Καποδίστριας εκ μέρους του αιτητή-εφεσείοντα ότι δε θα είχε ένσταση, είναι ακόμα ένας λόγος που επέβαλλε στην Α.Α.Α. να αιτιολογήσει καλύτερα γιατί ο αιτητής δεν είχε έννομο συμφέρον, εξηγώντας δηλαδή σε ποιές διαδρομές ο ίδιος είχε δικαίωμα με βάση τις άδειες οδικής χρήσης που είχε μέχρι τότε. Οι διαδρομές αυτές φαίνονται στα έγγραφα του τεκμ. 3 που παρουσιάστηκαν ως δέσμη στο στάδιο των διευκρινίσεων. Για παράδειγμα έπρεπε να υπάρχει αιτιολογία ότι δεν είχε έννομο συμφέρον διότι η άδεια του αιτητή περιορίζετο σε μεταφορά μαθητών ή στρατιωτών, ούτως ώστε να είναι και αυτό το εύρημα αντικείμενο εξέτασης αν παρέχει ή όχι έννομο συμφέρον στον αιτητή.
Από τα έγγραφα του τεκμ. 3 φαίνεται ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο ο αιτητής είχε το λεωφορείο ΕΥΖ 204 (που αντικατέστησε το ΡΕ 177), το ΕΕΑ 991 και το ΕΜΒ 414 το δε ενδιαφερόμενο μέρος Ελένη Παύλου είχε αρχικά το FA 700 (από 1/1/91-31/12/91) και αργότερα το ΗΝ 999 το οποίο αντικατέστησε με το VM 393.
Αναφορικά με το ΕΜΒ 414 του αιτητή στο οποίο γίνεται αναφορά και στη γραπτή αγόρευση του συνηγόρου του, από τη σχετική άδεια που εκδόθηκε στις 4/7/99 μέχρι 30/6/00 φαίνεται ότι είχε ως αφετηρία τα Πηγαίνεια και Χαλέπι χωρίς ρητή αναφορά στο τέρμα. Με βάση πρόσθετους όρους είχε το δικαίωμα μεταφοράς μαθητών επί πιστώσει από Π. Πύργο, Πηγαίνεια, Μοσφίλι και Μανσούρα στο Γυμνάσιο και Δημοτικό Κ. Πύργου. Αναφορικά με το ΕΥΖ 204 το οποίο με βάση την άδεια που είχε από τις 13/10/98-12/10/03 είχε δικαίωμα για μεταφορά επιβατών με κόμιστρο κατά επιβάτη και με αφετηρία τον Κ. Πύργο και διαδρομή τον κύριο δρόμο Πόλης Χρυσοχούς-Πάφου στο χώρο στάθμευσης Καραβέλλα, όπου και τερμάτιζε η διαδρομή. Μπορούσε όμως να εξυπηρετεί και τα Πηγαίνεια νοουμένου ότι υπήρχε συνεργασία με την Ελένη Παύλου δηλαδή το ε.μ. Κρίνουμε ότι αυτά είναι γεγονότα με τα οποία έπρεπε να ασχοληθεί στην αιτιολόγηση της η Α.Α.Α.
Στην υπόθεση Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270 στη σελ. 273, μεταξύ άλλων διαβάζουμε ότι: «Τότε μόνον είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη η διοικητική πράξη όταν παρέχεται στον ακυρωτικό δικαστή η δυνατότης να αντιληφθή επί τη βάσει ποίων στοιχείων κατέληξε η Διοίκηση στο συμπέρασμα που έγινε δεκτό (βλ. Ιωάννη Σαρμά, Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας σελ. 130)».
Η ανεπάρκεια αυτών των στοιχείων στη δική μας περίπτωση φαίνεται και από το ερωτηματολόγιο του πρωτόδικου δικαστηρίου προς τους συνηγόρους των διαδίκων στο στάδιο των διευκρινίσεων όταν επανανοίχθηκε η υπόθεση στις 12/7/01 όπου οι απαντήσεις τους παρουσιάζουν μια συγκρουόμενη και συγκεχυμένη κατάσταση.
Ο πρώτος λόγος έφεσης γίνεται ισχυρότερος αν εξεταστεί και κάτω από το φως του δεύτερου λόγου, όπου ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι το ε.μ. Ελένη Παύλου είχε ζητήσει άλλη διαδρομή, δηλαδή Πηγαίνεια-Πάφος την οποία η Α.Α. χορήγησε, αλλά η Α.Α.Α., μετά από ένσταση του εφεσείοντα, ενέκρινε άλλη, δηλαδή Πηγαίνεια-Μοσφίλι (παράρτημα 10 στην ένσταση).
Από προσεκτική εξέταση της απόφασης της Α.Α.Α. (παράρτημα 10 στην ένσταση) ο ισχυρισμός του εφεσείοντα ότι άλλη διαδρομή ζήτησε το ε.μ. και άλλη διαδρομή ενέκρινε η Α.Α.Α. δεν πρέπει να ευσταθεί. Αυτό που φαίνεται να έγινε είναι ότι το ε.μ. με την αίτηση της ημερ. 23/11/98 ζήτησε τη διαδρομή Πηγαίνεια-Πάφος την οποία ενέκρινε η Α.Α. στις 2/12/98 και μετά από την ιεραρχική προσφυγή του εφεσείοντα ημερ. 21/1/99 η Α.Α.Α. επεκύρωσε την απόφαση της Α.Α. για τη διαδρομή Πηγαίνεια-Πάφος. Απλώς στην αιτιολογία της αναφέρθηκε στη διαδρομή Πηγαίνεια-Μοσφίλι ότι δεν επηρεάζει κανένα έννομο συμφέρον του προσφεύγοντα καθότι ο ίδιος στη διαδρομή αυτή δεν έχει κανένα συμφέρον.
Παρά την «ασυνέπεια» όπως την περιέγραψε το πρωτόδικο δικαστήριο μεταξύ της εγκριθείσας τελικά διαδρομής δηλαδή Πηγαίνεια-Πάφος και της απόφασης της Α.Α.Α. που αναφέρεται για σκοπούς εννόμου συμφέροντος του εφεσείοντα σε διαδρομή Πηγαίνεια-Μοσφίλι, το δικαστήριο προχώρησε να υποθέσει ότι αυτό που φαίνεται να απασχόλησε την Α.Α.Α. ήταν «το κατά πόσον η διαδρομή με αφετηρία τα Πηγαίνεια ή ακόμα το Μοσφίλι και με τέρμα την Πάφο προσφερόταν για το λεωφορείο του ενδιαφ. προσώπου ως διαδρομή σε σχέση με την οποία ο προσφεύγων δε θα μπορούσε εν προκειμένω να είχε αντίρρηση.» Αναφέρθηκε και στο ότι η Α.Α.Α. συνέδεσε την απόφαση της και με την προηγούμενη απόφαση ημερ. 28/6/95 αλλά και στις άδειες χρήσης που είχαν έως τότε χορηγηθεί για άλλα λεωφορεία της κας Παύλου και του εφεσείοντα καθώς και σε απόφαση της Α.Α.Α. ημερ. 9/4/99 με την οποία επικύρωσε απόφαση της Α.Α.Α. ημερ. 7/10/98 «ότι το μόνιμο δικαίωμα εξυπηρέτησης της κοινότητας Πηγαινειών το έχει η Ελένη Παύλου» η οποία απόφαση δεν προσεβλήθη. Έτσι κατάληξε ότι ορθά η Α.Α.Α. έκρινε ότι δεν υπήρχε έννομο συμφέρον. Όμως ούτε στην ένσταση ούτε και την αγόρευση του καθού η αίτηση, κατά την πρωτόδικη διαδικασία, ούτε και στην αγόρευση του ε.μ. αλλ' ούτε και στην επίδικη απόφαση της Α.Α.Α. ημερ. 15/6/99 φαίνεται να λήφθηκαν υπόψη αυτά τα γεγονότα, δηλαδή η απόφαση της Α.Α. ημερ. 7/10/98 και η επικύρωση της από την Α.Α.Α. ημερ. 19/4/99 ως μέρος της αιτιολογίας ότι ο αιτητής δεν έχει έννομο συμφέρον. Το θέμα τίθεται για πρώτη φορά στην πρωτόδικη απόφαση σαν αποτέλεσμα δηλώσεων των συνηγόρων κατά το επανάνοιγμα της υπόθεσης και στη γραπτή αγόρευση του ε.μ. ενώπιον μας. Και αν ακόμη τα γεγονότα αυτά ήσαν ορθά, έπρεπε να φαίνονται στην αιτιολογία της Α.Α.Α. Περαιτέρω, με όσα λέχθηκαν στην προαναφερθείσα υπόθεση Χρυσή Ιωάννου ν. Δημοκρατίας δεν πρέπει να πιθανολογεί το δικαστήριο ποια διαδρομή εννοούσε η Α.Α.Α. όταν η απόφαση της μιλούσε σαφώς για Πηγαίνεια-Μοσφίλι, ότι δηλαδή θα εννοούσε Πηγαίνεια-Πάφο ή Μοσφίλι-Πάφο.
Κρίνουμε ότι τα πιο πάνω είναι περίπτωση πλάνης της Α.Α.Α. ως προς τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης τα οποία ήσαν υπό εξέταση αφού επίδικη διαδρομή ήταν τα Πηγαίνεια-Πάφος και αυτή αναφερόταν σε έννομο συμφέρον του εφεσείοντα για τη διαδρομή Πηγαίνεια-Μοσφίλι που είναι πολύ διαφορετική. Είναι και το θέμα της ασάφειας αν θεωρούσε ότι υπήρξε νέα διοικητική πράξη (που περιγράφει ως διακριτική) ή αν ήταν απλά επιβεβαιωτική της απόφασης ημερ. 28/6/95 ή όχι. Σχετικά επί του θέματος είναι τα όσα αναφέρθηκαν μεταξύ άλλων και στις υποθέσεις 203/99 ημερ. 28/2/00 και 326/97 ημερ. 27/5/99 που επικαλέστηκε ο συνήγορος του εφεσείοντα.
Στην υπόθεση αρ. 203/99 Ghalanos Distributors Ltd v. Υπουργού Οικονομικών ημερ. 28/2/00, σελ. 5, ο Δικαστής Καλλής ανέφερε τα ακόλουθα:
«Για την ύπαρξη πλάνης περί τα πράγματα απαιτείται αντικειμενική ανυπαρξία των πραγματικών περιστατικών και προϋποθέσεων επί των οποίων στηρίζεται η προσβαλλόμενη πράξη (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-59, σελ.267-68). Όταν η πραγματική κατάσταση δεν υφίσταται είναι «ως να μην υφίσταται, διά την ειδικήν ταύτην περίπτωσιν, η εξουσιοδότησις του Νόμου» (Βλ. Μιχ. Δ. Στασινόπουλου «Δίκαιον των Διοικητικών Πράξεων», σελ. 298)».
Στην υπόθεση αρ. 326/97 Χρυσή Ιωάννου διά του πληρεξουσίου Αντιπροσώπου της Σωτήρη Ν. Καπόνα ν. 1. Δημοκρατίας κ.α. ημερ. 27/5/99, σελ.7 λέχθηκαν τα ακόλουθα από το Δικαστή Χατζηχαμπή:
«Δεδομένου ότι ακόμα και η πιθανότητα πλάνης οδηγεί σε ακύρωση, και ότι δεν είναι για το δικαστήριο να πιθανολογήσει ή να εικάσει ποια θα ήταν η άποψη της διοίκησης αν τα ορθά δεδομένα ήσαν υπόψη της, το δικαστήριο, και εφ' όσον η περίπτωση δεν είναι κατάλληλη για διαταγή αποδείξεων, δεν έχει άλλη επιλογή παρά να θεωρήσει ότι η απόφαση είναι τρωτή ως προϊόν ουσιώδους πλάνης που επηρέασε την απόφαση και πλημμελούς έρευνας και επομένως και μη επαρκώς αιτιολογημένη. Όπως ετέθη από τον Κωνσταντινίδη, Δ., στην υπόθεση Παπαϊωάννου (αρ. 2) ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 713, στη σελ. 724:
«Όπως σημειώνεται από τον Γ. Παπαχατζή - Σύστημα του ισχύοντος στην Ελλάδα Διοικητικού Δικαίου, 6η έκδοση, σελ. 650, η πλάνη περί τα πράγματα αποτελεί παρανομία που εμφιλοχωρεί στη σειρά των συλλογισμών ή στον «ειρμό των σκέψεων» της διοικητικής αρχής την ώρα που έκανε την επιλογή. Επίσης, σύμφωνα με τον Μιχ. Δ. Στασινόπουλο στο Δίκαιον Διοικητικών Πράξεων Ανατ. 1982 σελ. 298, αυτή η πλάνη «έχει ως αποτέλεσμα ότι αποσύρει την νόμιμην βάσιν της πράξεως και καταλείπει ταύτην άνευ ερείσματος, ήτοι παράνομον». Βλ. επίσης Ε. Σπηλιωτόπουλος - Εγχειρίδιον Διοικητικού Δικαίου, 4η έκδοση, σελ. 476-477».
Τέλος υπάρχει και μια άλλη πτυχή που δυνατό να διείπε την απόφαση για επανεγγραφή του εν λόγω λεωφορείου του ε.μ. για τον καθορισμό διαδρομής, με την οποία δε φαίνεται να ασχολήθηκαν είτε η Α.Α. είτε η Α.Α.Α. Έθιξαν το θέμα οι ευπαίδευτοι συνήγοροι της καθής η αίτηση και του ε.μ. στις αγορεύσεις τους κατά την πρωτόδικη διαδικασία και ο δικηγόρος του ε.μ. κατά την ενώπιον μας διαδικασία. Είναι η σημασία των προνοιών του άρθρου 25 των περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμων του 1982-2003 (Ν. 9/82 ως έχει τροποποιηθεί) το οποίο άρθρο κατά τον ουσιώδη χρόνο, διαλάμβανε ως ακολούθως:
«25. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή παντός ετέρου οικείου νόμου ή κανονισμών, η αρχή αδειών δύναται, διαρκούσης της εκρύθμου καταστάσεως, όπως χορηγή προσωρινάς αδείας διά τοιαύτην οδικήν χρήσιν οίαν ήθελεν υπό τας περιστάσεις κρίνει πρέπουσαν, διά χρονικόν διάστημα καθοριζόμενον υπ' αυτής, εις οχήματα άτινα λόγω της εκρύθμου καταστάσεως δεν δύνανται να εκτελούν την οδικήν χρήσιν εν σχέσει προς την οποίαν εχορηγήθη άδεια δυνάμει των διατάξεων των διά του παρόντος Νόμου καταργουμένων Νόμων:
Νοείται ότι παν όχημα όπερ, προ της εκρύθμου καταστάσεως είχεν άδειαν δυνάμει των διατάξεων των διά του παρόντος Νόμου καταργουμένων Νόμων δι' οιανδήποτε οδικήν χρήσιν, θα θεωρήται ως έχον την τοιαύτην άδειαν και μετά την λήξιν της εκρύθμου καταστάσεως.
Νοείται περαιτέρω ότι (................................»
(βλ. Ν. Αρ. 88(1)/03, που δεν μας αφορά)
Η υπογράμμιση είναι δική μας.
Οι πρόνοιες του πιο πάνω άρθρου είναι τέτοιες που, εκ πρώτης όψης, φαίνεται ότι, εκκρεμούσης της εκρύθμου καταστάσεως, δυνατό να είναι επιτρεπτή η έγκριση μιας διαδρομής έστω και αν επηρεάζει συμφέροντα άλλου. Όμως, όπως ήδη αναφέραμε, το θέμα αυτό δεν απασχόλησε την Α.Α. ή την Α.Α.Α. αλλ' ούτε και το πρωτόδικο δικαστήριο. Έτσι παρόλο που σύμφωνα με τη νομολογία αντικείμενο μιας αναθεωρητικής έφεσης συνεχίζει να είναι η νομιμότητα της διοικητικής πράξης ή απόφασης, η οποία επανεξετάζεται πάνω στα θέματα που ηγέρθηκαν πρωτόδικα στην προσφυγή και σε όση έκταση οι διάδικοι έχουν περιορίσει τους λόγους στην έφεση ή στην αντέφεση, καθώς και σε θέματα δημόσιας τάξης που το δικαστήριο μπορεί να εξετάσει αυτεπάγγελτα (βλ. Αντώνης Π. Κανέλλη κ.α. ν. Κοινοτικό Συμβούλιο Παλαιομετόχου Α.Ε. 3619 ημερ. 3/6/04, σελ. 3-4 με αναφορά και στις υποθέσεις Τριανταφυλλίδης ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429-439 και Κυπριανού ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 510, 515-516), εδώ δε θα ήταν ορθό να εξεταστεί τέτοιο θέμα αφού δεν είναι στους λόγους έφεσης και ούτε υπάρχει αντέφεση γιατί να μην εξεταστεί το θέμα τούτο πρωτόδικα.
Ενόψει όλων των πιο πάνω καταλήγουμε ότι η παρούσα έφεση θα πρέπει να επιτύχει (α) διότι η απόφαση της Α.Α.Α. ημερ. 15/6/99, ότι ο αιτητής δεν είχε έννομο συμφέρον, στερείται της δέουσας αιτιολογίας και (β) διότι λήφθηκε κάτω από πλάνη ως προς τα πραγματικά γεγονότα.
Ως αποτέλεσμα, η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η επίδικη διοικητική πράξη ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του εφεσείοντα τόσο κατ' έφεση όσο και πρωτόδικα.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΚΑς