ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 3 ΑΑΔ 793
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 2637
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Γ. ΠΙΚΗ, ΧΡ. ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Ρ.ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.Δ.
N. A. Theophanous (Matic) Laundries Ltd
Εφεσείοντες
- και -
Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω
Yπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού
Εφεσίβλητοι
_______
19 Δεκεμβρίου, 2000
Για τους εφεσείοντες: κ. Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους εφεσίβλητους : κ. Α. Βασιλειάδης, Ανώτερος Δικηγόρος της
Δημοκρατίας, για Γεν. Εισαγγελέα της
Δημοκρατίας.
Για το ενδιαφερόμενο μέρος : καμιά εμφάνιση.
_______
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Στις 10.6.1993 το Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας χορήγησε άδεια για μεταβίβαση εμπράγματου δικαιώματος που κάποια εταιρεία κατείχε σε βιομηχανικό οικόπεδο στη Βιομηχανική Περιοχή Πάφου στον Ανδρέα Θεοχάρους, με την προϋπόθεση ότι θα εγκαθιστούσε σ΄ αυτό αποκλειστικά και μόνο υφαντουργείο.
Παρ΄ όλα αυτά ο Θεοχάρους υπέβαλε στις 20.5.1996 αίτηση για χορήγηση άδειας μετατροπής της χρήσης των συγκεκριμένων υποστατικών από υφαντουργείο σε βιομηχανικό πλυντήριο, αίτηση η οποία εγκρίθηκε από το Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού.
Οι εφεσείοντες, που επίσης διατηρούν βιομηχανικό πλυντήριο ρούχων, άσκησαν εναντίον της απόφασης αυτής προσφυγή. Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι δεν είχαν έννομο συμφέρον να προσβάλουν τη συγκεκριμένη πράξη. ΄Εκρινε ότι ο ισχυρισμός των αιτητών ότι είχαν έννομο συμφέρον γιατί επηρεάζονται από την προσβαλλόμενη απόφαση οικονομικά συμφέροντά τους ή η εργασία τους, προβλήθηκε εντελώς αόριστα, χωρίς να στηρίζεται σε συγκεκριμένα στοιχεία που θα τεκμηρίωναν την αιτιώδη σχέση μεταξύ του εννόμου συμφέροντός τους και της βλάβης την οποία έχουν υποστεί από την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης.
Το Δικαστήριο κατέληξε ότι οι λόγοι ακύρωσης δεν στρέφονταν κατά της νομιμότητας της προσβαλλόμενης με την προσφυγή πράξης που αφορούσε τη χορήγηση άδειας λειτουργίας πλυντηρίου στη Βιομηχανική Περιοχή Πάφου στον κ. Α.Θεοχάρους, αλλά άλλης πράξης, της άρνησης χορήγησης στο παρελθόν στους αιτητές παρόμοιας άδειας. Εναντίον της πρωτόδικης απόφασης ασκήθηκε η παρούσα έφεση.
Για θεμελίωση της εξουσίας άσκησης προσφυγής αρκεί ο εύλογος, δηλαδή ο όχι προφανώς ασύστατος, ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη πράξη θίγει έννομο συμφέρον του προσφεύγοντος. Δεν απαιτείται δηλαδή απόδειξη, αρκεί πιθανολόγηση η οποία αποτελεί προϋπόθεση του παραδεκτού της προσφυγής(* ) (Π.Δ. Δαγτόγλου, Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, ΄Εκδοση 1994, παραγρ. 549).
Η ύπαρξη έννομου συμφέροντος τεκμαίρεται αν η προσφυγή ασκείται από το άτομο που αφορά η προσβαλλόμενη πράξη. Το γεγονός αυτό αρκεί προς πιθανολόγηση του έννομου συμφέροντος, εκτός αν προκύπτει στη συγκεκριμένη περίπτωση πλήρης έλλειψή του.
Ο προσφεύγων στον οποίο δεν αφορά η προσβαλλόμενη πράξη, ο τρίτος, πρέπει πάντα να πιθανολογεί έννομο συμφέρον (Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (Νο.1) (1996) 3 Α.Α.Δ. 73), δηλαδή να ισχυρίζεται ευλόγως ότι θίγονται δικά του συμφέροντα. Αναφέρει σχετικά ο Δαγτόγλου στις παραγράφους 553 και 554 :
"Η δεύτερη κατηγορία περιπτώσεων στις οποίες απαιτείται ειδική πιθανολόγηση του έννομου συμφέροντος του αιτούντος αφορά τις πράξεις που απευθύνονται σε πρόσωπο άλλο από τον αιτούντα. ΄Οταν ο αιτών δεν είναι ο αποδέκτης της πράξεως, αλλά τρίτος, πρέπει να ισχυρισθεί ευλόγως ότι εντούτοις θίγονται δικά του συμφέροντα. Στην περίπτωση αυτήν πρέπει να γίνει διάκριση ανάλογη με τον ευμενή ή δυσμενή για τον αποδέκτη της χαρακτήρα της πράξεως.
Ευμενείς για τον αποδέκτη τους πράξεις μπορεί να έχουν δυσμενή αποτελέσματα για τρίτους, τα συμφέροντα των οποίων βρίσκονται αντικειμενικά σε άμεση αντίθεση με τα συμφέροντα του αποδέκτη της ευμενούς πράξεως. Τις πράξεις αυτές έχουν έννομο συμφέρον να προσβάλλουν οι τρίτοι με την αιτιολογία της αντικειμενικής παρανομίας. ΄Ετσι π.χ. γείτονες ενός ακινήτου για το οποίο εγκρίθηκε η εγκατάσταση εργοστασίου ή λειτουργία επιχειρήσεως, οι επιχειρηματικοί ή επαγγελματικοί ανταγωνιστές του αποδέκτη μιας άδειας λειτουργίας επιχειρήσεως ή ασκήσεως επαγγέλματος, οι συνυποψήφιοι κατά την κατάληψη μιας θέσεως ή την παραχώρηση ενός προνομίου, οι συμμετέχοντες σε μια δημοπρασία κοκ έχουν έννομο συμφέρον να προσβάλουν την ευμενή για τον αποδέκτη της πράξης (οικοδομική άδεια, άδεια εγκαταστάσεως βιομηχανίας, λειτουργίας επιχειρήσεως, ασκήσεως επαγγέλματος, διορισμό σε δημόσια θέση, παραχώρηση προνομίου, κατακύρωση δημοπρασίας κοκ)."
΄Οταν οι αιτητές είναι τρίτοι ως προς την προσβαλλόμενη πράξη, δεν αρκεί η επίκληση της βλάβης την οποία υφίστανται, αλλά χρειάζεται και απόδειξη του ιδιαίτερου δεσμού, ο οποίος τους συνδέει με τις βλαπτικές γι΄ αυτούς έννομες συνέπειες της πράξης, που τους διαφοροποιεί από το σύνολο των υπόλοιπων διοικουμένων. Το συμφέρον το οποίο επικαλούνται αρκεί να τους συμπεριλαμβάνει σ΄ ένα συγκεκριμένο κύκλο συμφερόντων και κατ΄ αυτό τον τρόπο να τους εξατομικεύει. Αυτός που επιδιώκει την ακύρωση μιας διοικητικής πράξης, πρέπει προσωπικώς "να
ενδιαφέρεται, να θίγεται, να προσβάλλεται, αν όχι να βλάπτεται, τουλάχιστον να πλήττεται από αυτή" (Γλυκερία Π. Σιούτη, Το ΄Εννομο Συμφέρον στην Αίτηση Ακυρώσεως, έκδοση 1998, σελ. 56, παραγρ.49 και επ.).Αν ο αιτητής διαθέτει συγκεκριμένη ιδιότητα με την οποία εξειδικεύεται ως μέλος ενός διακριτού κύκλου συμφερόντων που συνδέεται με την προσβαλλόμενη πράξη, τότε δεν χρειάζεται να αποδεικνύεται η συγκεκριμένη και προσωπική βλάβη την οποία υφίσταται. Οι προϋποθέσεις για αναγνώριση του έννομου συμφέροντός του πληρούνται από την ιδιότητά του και μόνο. Αυτή η ιδιότητα είναι ακριβώς η συμμετοχή του σε μια καθορισμένη νομική κατηγορία (Σιούτη, ανωτέρω, σελ. 57
).Σύμφωνα μάλιστα με τη γαλλική νομική θεωρία για αναγνώριση εννόμου συμφέροντος για ακύρωση μιας διοικητικής πράξης απαιτείται να υπάρχει είτε μία βλάβη, είτε μία ιδιότητα, που να θεμελιώνουν έννομο συμφέρον (η θεωρία του "κύκλου των συμφερόντων" που αναπτύχθηκε στο γαλλικό δίκαιο, ακολουθήθηκε και στο Αγγλοσαξωνικό ως "sufficient interest". Βλέπε
Wade & Forsyth, Administrative Law, repr. 1996, σελ. 705-712 και 755, P.P. Craig, Towards a unified judicial protection in Europe?, 1997, σελ. 894-895 και 899-902 και De Smith, Woolf & Jowell, Judicial Review of Administrative Action, 5η έκδοση, 1995, σελ. 129-135).Στην υπόθεση Dias United Publishing Co Ltd v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550, 554, κρίθηκε ότι εφ΄ όσον ευμενής μεταχείριση σε διοικούμενο πλήττει αφ΄ εαυτής έννομο συμφέρον ανταγωνιστή, αυτός δικαιούται να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της, ανεξάρτητα από το πως στο μέλλον θα αντιμετωπιστεί παρόμοιο δικό του αίτημα (βλέπε επίσης απόφαση πλειοψηφίας στην υπόθεση Lumiere Television Ltd v. Ραδιοτηλεοπτικών Υπηρεσιών Αντέννα P.T. Λτδ, Α.Ε. 2032, ημερ. 27.2.1998). Εξ άλλου "παρόν" θεωρείται και το συμφέρον που με βεβαιότητα απειλείται στο άμεσο μέλλον (Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (Νο.1), ανωτέρω
).Δεν συμφωνούμε ότι ο επηρεασμός του οικονομικού συμφέροντος των εφεσειόντων προβάλλεται με αόριστους ισχυρισμούς, ούτε ότι δεν αποδείκτηκε το έννομο τους συμφέρον. ΄Οπως είδαμε η προβολή του οικονομικού συμφέροντος αρκεί να γίνεται με απλή πιθανολόγηση, χωρίς την ανάγκη απόδειξης της βλάβης. Στην παρούσα περίπτωση οι εφεσείοντες είναι ανταγωνιστές του αποδέκτη της πράξης και συνεπώς εξειδικεύονται ως μέλη διακριτού κύκλου συμφερόντων συνδεόμενου με την προσβαλλόμενη πράξη. Η ιδιότητά τους αυτή είναι αρκετή για να τους προσδώσει έννομο συμφέρον.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η αναφορά στις αγορεύσεις του ευπαίδευτου συνήγορου των εφεσειόντων, τόσο στην πρωτόδικη διαδικασία, όσο και κατ΄ έφεση, για την άνιση μεταχείριση γίνεται σε σχέση με την ουσία της υπόθεσης, για να καταδειχθεί η παρανομία της προσβαλλόμενης πράξης και, κυρίως, η εξασφάλιση από τον αποδέκτη της πράξης εμπορικού πλεονεκτήματος.
Δεν συμφωνούμε ότι οι εφεσείοντες προσβάλλουν την άρνηση της Διοίκησης να τους χορηγήσει άδεια για άσκηση της βιοτεχνίας πλυντηρίου στη Βιομηχανική Περιοχή Πάφου. Η προσφυγή στρέφεται αποκλειστικά εναντίον της χορήγησης σε ανταγωνιστή άδειας λειτουργίας σε βιομηχανική περιοχή, πράξη η οποία του παρέχει συγκεκριμένα πλεονεκτήματα που καθιστούν άνισο τον ανταγωνισμό. Η αναφορά των εφεσειόντων στην απορριφθείσα αίτησή τους, σκοπό είχε την επισήμανση της ανισότητας που δημιουργήθηκε, ανισότητα που παρείχε, κατά τους ισχυρισμούς των εφεσειόντων, πλεονέκτημα στον ανταγωνιστή τους.
Θα πρέπει να λεχθεί ότι αναφορά σε λεπτομέρειες και συγκεκριμένα σημεία που αποδεικνύουν την άνιση μεταχείριση δεν είναι απαραίτητη. Στο στάδιο αυτό, και για σκοπούς επιβεβαίωσης ύπαρξης εννόμου συμφέροντος, αρκεί η πιθανολόγηση του γεγονότος ότι πλήττονται τα συμφέροντα των εφεσειόντων που είναι ανταγωνιστές του προσώπου που εξασφάλισε την άδεια.
Εν όψει όλων των πιο πάνω θα θεωρούσαμε ότι οι εφεσείοντες έχουν δείξει την πιθανολόγηση ύπαρξης έννομου συμφέροντος και συνεπώς θα ανατρέπαμε την πρωτόδικη απόφαση αποδεχόμενοι την έφεση.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
Ρ. Γαβριηλίδης, Δ.
/ΜΔ