ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 3 ΑΑΔ 310

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 1837

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ,

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΗΛΙΑΔΗ, Δ.Δ.

 

Μιχαλάκης Ραφτόπουλος

Εφεσείων

- ν. -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Εφεσιβλήτων

_______

5 Σεπτεμβρίου, 1997

Για τον εφεσείοντα: κ. Ν. Παπαευσταθίου με τον εφεσείοντα προσωπικά.

Για τους εφεσίβλητους: κ. Χρ. Κληρίδης με κ. Γ. Χριστοφίδη.

_______

Πικής Π.:Την απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει ο

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

_______

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ .: Ο εφεσείων είναι μέλος της Δημόσιας Υπηρεσίας και από τις 8.11.1985 υπηρετούσε στη θέση Νομικού Βοηθού δεύτερης τάξης σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Εκτάκτων και Αποσπασμένων Υπαλλήλων (Διορισμός σε Δημόσιες Θέσεις) Νόμου του 1986, Ν. 127/86. Στη συνέχεια τόσο ο εφεσείων, όσο και άλλα έξι άτομα τα οποία επίσης κατείχαν τη θέση Νομικού Βοηθού δεύτερης τάξης και τα οποία όμως είχαν διοριστεί με βάση άλλο νόμο, προάχθηκαν στη θέση Νομικού Βοηθού πρώτης τάξης, από 1.12.1987. Η θέση Νομικού Βοηθού αργότερα μετονομάστηκε σε θέση Δικηγόρου της Δημοκρατίας.

Οι πιο πάνω έξι συνάδελφοι του εφεσείοντος είχαν διοριστεί με βάση τον περί Εκτάκτων Δημοσίων Υπαλλήλων (Διορισμός σε Δημόσιες Θέσεις) Νόμο του 1985, Ν. 160/85, αλλά η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής "η Επιτροπή") για τον πιο πάνω διορισμό ακυρώθηκε με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις 24.1.1991.

Σε συνεδρίαση της, ημερ. 23.4.1991, η Επιτροπή, αφού θεώρησε την απόφαση του Δικαστηρίου δεσμευτική, έκρινε ως κατάλληλη θέση για τους έξι τη θέση Νομικού Βοηθού πρώτης τάξης, στην οποία και τους διόρισε αναδρομικά από την ίδια ημερομηνία που είχαν διοριστεί στη θέση Νομικού Βοηθού δεύτερης τάξης, δηλαδή από της 8.11.1985.

Στις 26.7.1991 ο εφεσείων με επιστολή του στην Επιτροπή διαμαρτυρήθηκε γιατί δεν περιλήφθηκε στους διορισμούς αυτούς, δεδομένου ότι κατείχε και αυτός την ίδια θέση που κατείχαν οι έξι, με μεγαλύτερη μάλιστα αρχαιότητα λόγω προϋπηρεσίας του σε άλλη θέση στη Δημόσια Υπηρεσία και ζήτησε όπως η Επιτροπή εντάξει και αυτόν αναδρομικά στο ίδιο υπηρεσιακό καθεστώς.

Η Επιτροπή, με επιστολή της ημερ. 19.9.1991, απέρριψε το αίτημα επεξηγώντας τους λόγους γιατί δεν ήταν δυνατή η ένταξη του αναδρομικά στη θέση Νομικού Βοηθού πρώτης τάξης. Εναντίον της απόφασης της Επιτροπής καταχωρήθηκε προσφυγή η οποία απορρίφθηκε στις 3.9.1993. Εναντίον της απόφασης απόρριψης ασκήθηκε η παρούσα έφεση.

Το πρωτόδικο δικαστήριο δέκτηκε την προδικαστική ένσταση των καθ΄ων η αίτηση ότι ο αιτητής εστερείτο ιδίου ενεστώτος εννόμου συμφέροντος. ΄Ενας από τους λόγους έφεσης αφορά το συμπέρασμα αυτό.

Στην επιστολή της Επιτροπής ημερ. 19.9.1991 που αποτελεί ουσιαστικά και την προσβαλλόμενη απόφαση με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του εφεσείοντος, παρατηρείται ότι ο διορισμός των έξι έγινε αφού λήφθηκε υπ΄όψη η τροποποίηση του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης Νομικού Βοηθού πρώτης τάξης από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 24.9.1987, η οποία προέβλεπε ότι για σκοπούς εφαρμογής του Νόμου 160/85 με τον οποίο διορίστηκαν οι έξι, η θέση Νομικού Βοηθού πρώτης τάξης θα θεωρείται θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής. ΄Οπως παρατηρείται στην ίδια επιστολή, η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου δεν μπορούσε να τύχει εφαρμογής στην περίπτωση του εφεσείοντος, αφού ο διορισμός του έγινε με βάση τις πρόνοιες άλλου νόμου και ειδικότερα του Νόμου 127/86.

΄Οπως είπαμε και πpοηγουμένως, η απόφαση της Επιτροπής στηρίκτηκε στην τροποποίηση του σχέδιου υπηρεσίας της θέσης Νομικού Βοηθού πρώτης τάξης από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 2.10.1987. Η τροποποίηση συνίσταται στην πιο κάτω προσθήκη αναδρομικά από 8.11.1985, ημερομηνία της δημοσίευσης του Νόμου 160/85:

" Γιά σκοπούς εφαρμογής του Νόμου 160/85 η θέση Νομικού Βοηθού, 1ης Τάξης, θα θεωρηθεί ως θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής οπότε οι υποψήφιοι, αντί να κατέχουν τα προσόντα που απαιτούνται για προαγωγή, θα πρέπει να είναι εγγεγραμμένοι δικηγόροι στην Κύπρο και να έχουν διετή τουλάχιστον πείρα εκτέλεσης των καθηκόντων της θέσης".

 

Θα πρέπει να πούμε από την αρχή ότι βρίσκουμε τόσο την πρωτόδικη απόφαση όσο και την απόφαση της Επιτροπής ορθή. Ο εφεσείων ουσιαστικά αξιώνει το διορισμό του σε ανύπαρκτη γι΄ αυτόν θέση. Διορίστηκε, όπως είπαμε, βάσει του Ν.127/86. Το άρθρο 3 (2) (β) του νόμου προβλέπει ότι ο έκτακτος ή ο αποσπασμένος υπάλληλος κατά το χρόνο του διορισμού του θα πρέπει να κατέχει τα προσόντα που προνοούνται από τα σχέδια υπηρεσίας της θέσης. Παρόμοια πρόνοια υπάρχει και στο Nόμο 160/85. Σύμφωνα με αυτήν, "ο έκτακτος υπάλληλος κατά το χρόνο του διορισμού του θα πρέπει να κατέχει τα προσόντα που προνοούνται από τα σχέδια υπηρεσίας της θέσης που απονέμεται σ΄ αυτόν".

Η μόνη θέση τα προσόντα της οποίας κατείχε κατά τον ουσιώδη χρόνο ο αιτητής ήταν η θέση του Νομικού Βοηθού δεύτερης τάξης ενώ, κατά το χρόνο του διορισμού του, δεν υπήρχε η θέση την οποία διεκδικεί. Σε αντίθεση με τους άλλους έξι, δεν υπήρχε σχέδιο υπηρεσίας που να καλύπτει το διορισμό του στη θέση Νομικού Βοηθού πρώτης τάξης.

Το σχέδιο υπηρεσίας με το οποίο διορίστηκαν οι έξι δεν εκάλυπτε τον εφεσείοντα και δεν μπορούσε να τον περιλάβει γιατί ο εφεσείων αποσπάστηκε στη θέση που κατείχε με βάση άλλο νόμο και συγκεκριμένα το Νόμο 127/86. Το σχέδιο υπηρεσίας με το οποίο διορίστηκαν οι έξι προνοούσε ρητά ότι ισχύει μόνο στις περιπτώσεις των ατόμων που διορίστηκαν με το Νόμο 160/85 και ασφαλώς δεν περιλάμβανε όσους διορίστηκαν με βάση οποιοδήποτε άλλο νόμο, όπως για παράδειγμα το Νόμο 127/87 με τον οποίο διορίστηκε ο εφεσείων.

Κάτω από τις περιστάσεις η Επιτροπή δεν είχε άλλη εκλογή από του να απορρίψει το αίτημα του εφεσείοντος, μη έχοντας τη δυνατότητα να πράξει διαφορετικά. Ειδικότερα δεν θα μπορούσε ούτως ή άλλως να διορίσει τον εφεσείοντα στη θέση που αξιώνει, αν δε το έπραττε θα παρέβαινε την κειμένη νομοθεσία.

΄Εχει επανειλημμένα λεχθεί ότι υπάλληλος που δεν κατέχει τα προσόντα που προβλέπονται στο σχέδιο υπηρεσίας δεν έχει άμεσο έννομο συμφέρον (βλ. μεταξύ άλλων ΄Αριστος Αριστείδης ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 588). Συνεπώς, εν όψει όλων των πιο πάνω, είναι φανερό ότι ο εφεσείων δεν νομιμοποιείται στην έγερση της παρούσας διαδικασίας.

Ως αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται και η υπό εξέταση διοικητική πράξη επικυρώνεται με έξοδα εναντίον του εφεσείοντος.

 

&# 9; Π.

Δ

Δ.

Δ.

Δ.

 

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο